Συνέντευξη Δημήτρης Μπάσης & Μελίνα Ασλανίδου | & φώτο απο πρόβες-video!
Φέτος, μετά από μια άκρως επιτυχημένη καλοκαιρινή περιοδεία, συνεχίζουν τη μουσική τους σύμπραξη, παρέα και με τον γνωστό κρητικό λυράρη, Χαράλαμπο Γαργανουράκη, στο φιλόξενο TAS Stage. Μια μέρα πριν την πρεμιέρα βρεθήκαμε στις πρόβες και μιλήσαμε μαζί τους για το φετινό τους πρόγραμμα και για πολλά άλλα.
Έχετε συνεργαστεί και οι δύο με μερικούς από τους σπουδαιότερους έλληνες συνθέτες και στιχουργούς. Ζηλεύετε καθόλου ο ένας τις συνεργασίες του άλλου;
Μελίνα Ασλανίδου: Δε νομίζω ότι ζηλεύουμε. Περισσότερο θαυμάζουμε ο ένας τον άλλο.
Δημήτρης Μπάσης: Έτσι είναι ακριβώς. Εγώ έχω μια πολύ μεγάλη αγάπη για τη Μελίνα. Έχουμε πολλά κοινά, είμαστε και οι δύο παιδιά μεταναστών, γεννηθήκαμε στην ίδια πόλη, τη Στουργκάρδη και μόλις φέτος το καταλάβαμε ότι είχαμε μια παράλληλη πορεία. Χρόνια θέλαμε να βρεθούμε επί σκηνής, και αυτό έγινε φέτος το καλοκαίρι και επειδή πήγε καλά αποφασίσαμε να το συνεχίσουμε και το χειμώνα. Δεν υπάρχει ζήλεια αλλά όταν ακούω ένα καλό τραγούδι νιώθω την επιθυμία να το είχα πει εγώ, χωρίς φθόνο όμως.
Μ: Έτσι είναι. Κι εγώ, όταν εμφανίζομαι κάπου μόνη μου, τα τραγούδια του Δημήτρη τα λέω. Τα αγαπάω τα τραγούδια που έχει πει.
…σε κάθε συνεργασία πρέπει να σκύβεις και λίγο το κεφάλι για να υπάρχει αρμονία. Αυτό μας κάνει πιο ταπεινούς ανθρώπους και μας φέρνει πιο κοντά στον στόχο!
Είστε και οι δύο σπουδαίοι ερμηνευτές. Με στίχο/σύνθεση έχετε ασχοληθεί;
Δ: Εγώ όχι. Έχω σκαρώσει κάποιες μελωδίες, αλλά προτιμώ να παίρνω τη πρώτη ύλη από άλλους και να βάλω τη φωνή, που είναι και αυτό που κάνω καλύτερα.
Μ: Κι εγώ το ίδιο. Έχω γράψει κατά καιρούς αλλά σε συγκεκριμένες φάσεις της ζωής μου. Είναι πράγματα που ακόμα δεν νιώθω έτοιμη να τα επικοινωνήσω προς τα έξω και απλά τα γράφω για δική μου προσωπική ανάγκη.
…πριν από 8-10 χρόνια, έπαιρνες ένα αρνί για το Πάσχα και σου δίνανε δώρο ένα cd. Και όλο αυτό κατέληξε στο να γίνεται η διακίνηση του cd από τον τύπο και να λέμε πάλι καλά, γιατί δεν υπάρχουν πια δισκοπωλεία.
Υπάρχει κάποια ιστορία από το ξεκίνημά σας που δεν έχετε διηγηθεί ακόμα;
Δ: Δε νομίζω ότι έχουμε αφήσει κάτι. Ήρθαμε και οι δύο από Θεσσαλονίκη.
Μ: Ναι, βορειοελλαδίτες.
Δ: Και κοντοχωριανοί! Η Μελίνα από τη Παραλίμνη Γιαννιτσών κι εγώ από το Χέρσο!
Μ: Νομίζω ότι είναι πάρα πολύ καλή η συγκυρία, γιατί κι εγώ μαθαίνω πάρα πολλά από το Δημήτρη ο οποίος είναι και λίγα χρόνια παραπάνω στο χώρο. Έχει συνέχεια πράγματα να μου πει και τον ανακαλύπτω σιγά σιγά μέσα από αυτή τη διαδικασία. Νομίζω πως όταν κάποια στιγμή φύγω από αυτή τη διαδικασία, γιατί όλα τα ωραία τελειώνουν κάποτε, θα έχω πάρει πάρα πολλά από το Δημήτρη. Ο Δημήτρης είναι ένας απίστευτος άνθρωπος, με πολύ ωραίο χιούμορ, κάτι που δεν έχει βγει προς τα έξω, και περνάω τέλεια μαζί του.
Δ: Τα ίδια πράγματα ισχύουν και από τη πλευρά μου προς τη Μελίνα. Είναι από τις σημαντικότερες ελληνίδες τραγουδίστριες που θα διαδεχτούν τη προηγούμενη γενιά. Είναι ελάχιστες οι νέες γυναικείες φωνές που θα συνεχίσουν τη κληρονομιά των σπουδαίων τραγουδιστριών όπως Αλεξίου, Γαλάνη, Βιτάλη κτλ. Και μου αρέσει που πλέον βγαίνει μπροστά. Η Μελίνα Ασλανίδου έχει πλέον ξεφύγει από τη σκιά των μεγάλων του χώρου και χαίρομαι που η συγκυρία το έφερε να συμβεί όσο συνεργάζεται μαζί μου. Είμαι πολύ περήφανος γι αυτό.
Μ: Είναι όντως πολύ ωραίο που συμβαίνει τώρα αυτή η σύμπραξη.
Δ: Να σου πω κάτι. Έχω κάνει πάρα πολλά χιλιόμετρα σε αυτό το χώρο μέχρι τώρα και ξέρω πως είναι να έρχεται το πλήρωμα του χρόνου και να αρχίζει όλη σου η δουλειά, οι θυσίες και οι συμβιβασμοί να πιάνουν τόπο, γιατί το αξίζεις. Ήρθε πλέον η ώρα της Μελίνας να ξεκινήσει τη δική της διαδρομή. Ο δρόμος του ερμηνευτή είναι μοναχικός και είναι σημαντικό όταν φτάσεις στο τέρμα του να έχεις αφήσει πίσω τραγούδια για τις επόμενες γενιές. Αυτό είναι το πιο σημαντικό, όλα τα άλλα ξεχνιούνται.
Αν ξεκινούσαμε κι εμείς τώρα, σε αυτό το περιβάλλον που η δισκογραφία πλέον δεν επενδύει σε νέους καλλιτέχνες, τα ίδια θα κάναμε, μέσω του διαδικτύου πιθανώς!
Δηλαδή στην πορεία σας έχετε κάνει συμβιβασμούς;
Δ: Πάρα πολλούς συμβιβασμούς.
Μ: Και συνέχεια, όχι μόνο στο ξεκίνημα. Από την εμπειρία μου έχω διαπιστώσει ότι σε κάθε συνεργασία πρέπει να σκύβεις και λίγο το κεφάλι για να υπάρχει αρμονία. Αυτό μας κάνει πιο ταπεινούς ανθρώπους και μας φέρνει πιο κοντά στον στόχο που ανέφερε ο Δημήτρης.
Δ: Πρώτα απ όλα κάνεις πάρα πολλές θυσίες. Και μόνο που αφήνεις τον τόπο σου και την οικογένειά σου και ξενιτεύεσαι. Μέχρι να κάνω οικογένεια, ένιωθα στην Αθήνα σαν εσωτερικός μετανάστης, σαν φοιτητής που θα τελειώσει τις σπουδές του και θα γυρίσει πίσω. Αυτή είναι μια πολύ μεγάλη παραχώρηση που κάνει όποιος θέλει να ακολουθήσει το μοναχικό δρόμο του καλλιτέχνη.
Τα περισσότερα ραδιόφωνα πλέον αποφεύγουν να παίζουν ό,τι έχει μπουζούκι. Έχει δημιουργηθεί μια ανεξήγητη απέχθεια στο λαϊκό τραγούδι.
Υπήρξε πίεση από τις δισκογραφικές να μπείτε σε ένα “εμπορικό” καλούπι;
Μ: Εγώ δεν αντιμετώπισα κάτι τέτοιο. Είχα έναν πολύ σημαντικό σύμμαχο/συνεργάτη, τον Γιώργο Κυβέλο, ο οποίος με προστάτεψε και με βοήθησε να επιλέξω το δρόμο της καρδιάς μου που πραγματικά ήθελα.
Δ: Εγώ που ξεκίνησα λίγο πιο πριν, ήμουν από τους τυχερούς του χώρου, γιατί ήταν μια εποχή που οι δισκογραφικές εταιρίες επενδύανε σε νέους καλλιτέχνες και προσπαθούσαν να τους χτίσουν καριέρες. Εκείνη την εποχή ήταν δυνατό για έναν συνθέτη να πάρει ένα νέο τραγουδιστή από το χέρι, να τον πάει στην εταιρία και να πει ότι θέλει να του κάνει δίσκο. Εγώ είχα τη τύχη να μου συμβεί αυτό με το Χρίστο Νικολόπουλο.
Μ: Εγώ αυτό δε το έχω ζήσει, και είναι πολύ τρυφερό και συγκινητικό να σε παίρνει ένας συνθέτης από το χέρι και να σε πηγαίνει στην εταιρία. Το ζηλεύω αυτό που περιγράφει ο Δημήτρης.
Δ: Λέγανε οι εταιρίες το ‘ναι’ και δεν υπήρχε θέμα κόστους παραγωγής. Αν έλεγε ένας συνθέτης ότι θέλει να κάνει δίσκο με κάποιον του έδιναν αμέσως πράσινο φως. Ήταν άλλες εποχές που τουλάχιστον εγώ ευτύχησα να τις ζήσω. Σε αυτό το κομμάτι λοιπόν δε χρειάστηκε να κάνω παραχώρηση γιατί έκανα κάτι που σαν χαρακτήρας ήθελα να κάνω.
Αυτή διαδικασία κατά πόσο έχει αλλάξει πλέον.
Δ: Δεν υπάρχουν δισκογραφικές πλέον.
Μ: Αυτό που περιέγραφε ο Δημήτρης δεν υπάρχει πια.
Και οι δύο κάνατε τη μεγάλη επιτυχία σε εποχές που ακόμα κινούνταν χρήματα στη δισκογραφία. Τι λάθη έγιναν και αυτή η κατάσταση άλλαξε άρδην;
Δ: Η κρίση στη δισκογραφία ξεκίνησε πολύ πριν την οικονομική κρίση. Και ξεκίνησε επειδή όλοι εμείς που απασχολούμαστε στη μουσική βιομηχανία, ευτελίσαμε το προϊόν που λέγεται cd. Δε θα ξεχάσω που πριν από 8-10 χρόνια, έπαιρνες ένα αρνί για το Πάσχα και σου δίνανε δώρο ένα cd. Και όλο αυτό κατέληξε στο να γίνεται η διακίνηση του cd από τον τύπο και να λέμε πάλι καλά, γιατί δεν υπάρχουν πια δισκοπωλεία. Έτσι, ο μόνος τρόπος να φτάσει μια μουσική δουλειά σε μια απομακρυσμένη περιοχή, όπως η Ορεστιάδα για παράδειγμα, που δεν έχει δισκοπωλεία, είναι να βρεθεί κρεμασμένη μαζί με ένα έντυπο σε ένα περίπτερο. Έπαιξε μεγάλο ρόλο και η πειρατεία, την οποία το κράτος δε μπόρεσε να αντιμετωπίσει.
Μ: Είναι και το ίντερνετ, που έδωσε τη δυνατότητα στον κόσμο να κατεβάζει τραγούδια, έχει αλλάξει όλο το σύστημα.
Δ: Ναι αλλά ξέρεις τι; Το ίντερνετ υπήρχε και τα προηγούμενα χρόνια…
Μ: Τώρα είναι πολύ πιο έντονο. Παίρνεις το smartphone και κατεβάζεις όποιο τραγούδι θέλεις ανά πάσα στιγμή.
Δ: Συμφωνώ. Η κρίση στη μουσική βιομηχανία ξεκίνησε πρώτα από τη πειρατεία και μετά από το μη σεβασμό όλων μας απέναντι στο προϊόν μας.
Το ότι πλέον μπορεί οποιοσδήποτε να πάρει μια κιθάρα, να τραβήξει ένα βιντεάκι με το κινητό του, να το ανεβάσει στο ίντερνετ και να κάνει επιτυχία, πώς το αντιμετωπίζετε ως άνθρωποι που μοχθήσατε για να φτάσετε εκεί που φτάσατε
Δ: Είναι άλλη εποχή πια. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις το ίντερνετ αλλά το θέμα είναι τι μένει μετά; Μένει κάτι; Μπορεί να είναι ένα καλό ξεκίνημα της διαδρομής ενός καλλιτέχνη. Είναι άλλος ο τρόπος πια που επικοινωνείς τα τραγούδια σου. Από τη στιγμή που δε σου δίνει πια την ευκαιρία μια δισκογραφική εταιρία, αναζητείς άλλους τρόπους.
Μ: Ο καθένας ψάχνει τον τρόπο του.
Δ: Αν η ερώτηση είναι για το αν είναι κατακριτέο, δεν είναι.
Μ: Είναι μια παγίδα να σκέφτεσαι ότι «πέρασα εγώ αυτά που πέρασα»… Ο καθένας μπορεί να βγει να εκφραστεί όπως θέλει.
Δ: Αν ξεκινάγαμε κι εμείς τώρα, σε αυτό το περιβάλλον που η δισκογραφία πλέον δεν επενδύει σε νέους καλλιτέχνες…
Μ: Κι εμείς τα ίδια θα κάναμε.
Δ: Ο άνθρωπος ψάχνει να βρει διέξοδο να μπορεί να ακουστεί μέσα από αυτό τον τρόπο.
…είναι πολύ τρυφερό και συγκινητικό να σε παίρνει ένας συνθέτης από το χέρι και να σε πηγαίνει στην εταιρία. Το ζηλεύω αυτό που περιγράφει ο Δημήτρης.
Πολλοί καλλιτέχνες σήμερα, χρηματοδοτούν τη παραγωγή των δίσκων τους και οι δισκογραφικές αναλαμβάνουν μόνο διανομή…
Μ: Αυτό συμβαίνει και με τον τελευταίο μου δίσκο.
Δ: Όχι τους προηγούμενους.
Μ: Τους προηγούμενους πρόλαβα και τους έκανα με τη δισκογραφική.
Πάνω σε αυτό, αρκετοί μουσικοί βλέπουν τη θετική πλευρά, που είναι η καλλιτεχνική ελευθερία.
Μ: Κι εγώ έτσι το βιώνω. Βέβαια είναι πολύ περισσότερη δουλειά αλλά το κέρδος είναι ότι στο τέλος το υλικό μένει σε σένα.
Δ: Είναι σημαντικό αυτό που λέει η Μελίνα, ότι σου ανήκει το υλικό για πάντα. Το κάνεις ό,τι θέλεις, το επανεκδίδεις όποτε θέλεις και προστατεύεις τα τραγούδια σου από ενδεχόμενη παρουσία σε συλλογές στις οποίες δε θα ήθελες να τα δεις. Και πέρα από αυτό, από τη στιγμή που επωμίζεσαι όλο το κόστος, θα είσαι και ο αποδέκτης όλων των κερδών. Όχι ότι υπάρχουν πια χρήματα στη δισκογραφία.
Μ: Ναι, κέρδος πια δεν υπάρχει αλλά πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να διακινούμε τη μουσική μας. Δε σταματάει η έμπνευση, συνέχεια θα βρίσκουμε τρόπους να εκφραστούμε.
Ο Μητροπάνος με τους νέους καλλιτέχνες ήταν πολύ γενναιόδωρος επί σκηνής, και ενώ ήταν λιγομίλητος, όταν σου έδινε το χέρι ήταν σα να σου δίνει μια μεγάλη αγκαλιά.
Στην εποχή της κρίσης, αν κάποιος οπαδός έχει ένα μικρό πόσο να διαθέσει για εσάς, που προτιμάτε να το επενδύσει, να αγοράσει το δίσκο σας ή να έρθει να σας δει ζωντανά;
Δ: Είναι ένας συνδυασμός. Κάποιους καλλιτέχνες που αγαπώ και έχω μάθει μέσα από τη δισκογραφία τους θα θελήσω να τους δω και ζωντανά. Είναι σύνθετη η σχέση που αναπτύσσεται με τον ακροατή. Θέλεις και τα δύο, και να υπάρχεις στη δισκοθήκη του αλλά και να έρθει να σε δει.
Μ: Συμφωνώ απόλυτα.
Το λαϊκό τραγούδι περνάει κρίση;
Δ: Σίγουρα περνάει κρίση και όχι μόνο λόγω της οικονομικής συγκυρίας.
Μ: Έχει αλλάξει ο τρόπος που γράφεται το λαϊκό τραγούδι.
Δ: Νομίζω ότι προσπαθεί να προσαρμοστεί και επαναπροσδιορίσει τη ταυτότητά του στο σήμερα. Επειδή τα τελευταία χρόνια η τηλεόραση και τα media μας έχουν βομβαρδίσει με ‘άλλα’ πρότυπα, έχει οδηγηθεί σε μια κρίση και το λαϊκό τραγούδι. Τα περισσότερα ραδιόφωνα πλέον αποφεύγουν να παίζουν ό,τι έχει μπουζούκι. Έχει δημιουργηθεί μια ανεξήγητη απέχθεια στο λαϊκό τραγούδι. Εδώ είναι που πιστεύω ότι η οικονομική κρίση θα βοηθήσει να γίνει ένα ξεκαθάρισμα. Και οι δημιουργοί θα εμπνευστούν για να γράψουν καλύτερα τραγούδια αλλά και θα βρεθεί ο χώρος να αναπνεύσει αυτή η μουσική.
Πλέον, λόγω κρίσης, οι μεγάλες πίστες δουλεύουν μία με δυο μέρες την εβδομάδα ενώ οι μικρότεροι ποιοτικοί χώροι δουλεύουν και τρεις και τέσσερις μέρες. Αυτό είναι ένα από τα θετικά της κρίσης;
Δ: Τα μεγάλα μαγαζιά απαιτούν μεγάλες παραγωγές, μεγάλες ορχήστρες, πολύ κόσμο επί σκηνής…
Μ: Τα κόστη είναι πολύ μεγαλύτερα.
Δ: Σε έναν μικρότερο χώρο τα έξοδα είναι λιγότερα ενώ και όλοι εμείς έχουμε προσαρμόσει και τις οικονομικές μας απαιτήσεις στις υπάρχουσες συνθήκες. Αλλάζουν τα πράγματα, ο κόσμος επιστρέφει στις μικρότερες σκηνές γιατί θέλει να επικοινωνήσει με τον καλλιτέχνη πιο άμεσα. Τα μεγάλα μαγαζιά είναι σα να παίζεις σε γήπεδο.
Μ: Εγώ ξεκίνησα σε μικρούς χώρους και μου είναι οικείοι, αν και μου αρέσουν και οι μεγάλοι χώροι, όπως θέατρα για παράδειγμα. Η κρίση πάντως μας δίνει την ευκαιρία να έρθουμε πιο κοντά, σε μικρότερους χώρους όπως είναι και το TAS Stage.
…όταν έχει ζηλέψει κάποιος ένα τραγούδι κάποιου άλλου, είναι ευκαιρία να το πεις στο live σου. Έχουμε περάσει μέρες και ώρες ο ένας στο σπίτι του άλλου καταθέτοντας ο καθένας τη δικιά του ιδέα στο κομμάτι της έναρξης, του λαϊκού, του κλεισίματος …
Δηλαδή είναι μόνο οικονομοτεχνικό το θέμα και όχι κριτήριου βάση ποιότητας;
Δ: Σίγουρα με τη κρίση ο κόσμος είναι πιο προσεκτικός και πιο αυστηρός για το που θα πάει να δώσει τα χρήματά του. Θέλει να πάει κάπου που να αξίζει το κόπο και να του μείνει κάτι. Και το θέλουμε κι εμείς αυτό το παρεΐστικο το κλίμα που ενισχύει την επικοινωνία. Γι αυτό και στρεφόμαστε σε τέτοιους χώρους.
Έχετε συνεργαστεί και οι δύο με τον Δημήτρη Μητροπάνο και απ ότι άκουσα στη πρόβα του κάνετε και ένα αφιέρωμα. Τι σας έχει μείνει σαν ανάμνηση από τον άνθρωπο Μητροπάνο;
Δ: Αυτό που θα μου μείνει και το λέω σε όλους, είναι η γενναιοδωρία του. Με τους νέους καλλιτέχνες ήταν πολύ γενναιόδωρος επί σκηνής, και ενώ ήταν λιγομίλητος, όταν σου έδινε το χέρι ήταν σα να σου δίνει μια μεγάλη αγκαλιά. Ήθελε να μοιράζεται πράγματα μαζί σου. Το πρώτο του μέλημα τις σεζόν που συνεργαζόμασταν ήταν να βγαίνουμε όλοι μαζί, να λέμε τραγούδια παρέα και να κάνουμε έναρξη και κλείσιμο μαζί. Με το που έβγαινε στη σκηνή τον λάτρευε ο κόσμος και αυτό ήθελε να το μοιράζεται με τους συνεργάτες του και αυτό είναι κάτι που θα μου μείνει.
Μ: Συμφωνώ με όλα όσα είπε ο Δημήτρης και είναι αλήθεια ότι ενώ ήταν πολύ λιγομίλητος, οι κουβέντες του ήταν απίστευτα περιεκτικές. Όντως ήταν πολύ γενναιόδωρος και ειδικά εγώ δε θα ξεχάσω ποτέ που έλεγε «η μικρή θα ανοίξει το λαϊκό» και εγώ φοβόμουνα! Είναι πολύ μεγάλη απώλεια και χαίρομαι που φέτος με τον Δημήτρη κάνουμε αυτό το αφιέρωμα και νομίζω ότι θα χαίρεται από εκεί που είναι.
Το καλοκαίρι συνεργαστήκατε με το Γιώργο Νταλάρα σε κάποιες συναυλίες στο εξωτερικό. Είχατε την ευκαιρία να μιλήσετε για όσα έγιναν πρόσφατα;
Δ: Αυτά πέρασαν και ανήκουν στο παρελθόν. Ο Νταλάρας είναι ένας ακούραστος εργάτης του τραγουδιού με μακρά πορεία. Εμείς καταδικάζουμε κάθε μορφή βίας από όπου κι αν προέρχεται. Αν θέλεις να τιμωρήσεις έναν καλλιτέχνη τον αφήνεις να παίζει σε άδεια γήπεδα. Εγώ είμαι κατά της βίας.
Μ: Κι εγώ
Η κατάρτιση του προγράμματος πώς γίνεται;
Δ: Το πρόγραμμα γίνεται με πολύ μεράκι και αγάπη. Είναι αποτέλεσμα συνεργασίας μεταξύ ημών, των συνεργατών μας, των μαέστρων μας. Έχουμε αρκετή εμπειρία, μετά από τόσα χρόνια, για το τι πρέπει να έχει ένα πρόγραμμα σε αυτούς τους χώρους.
Μ: Ο ένας βοηθάει τον άλλο.
Δ: Εδώ έρχεται αυτό που λέμε για το αν έχει ζηλέψει κάποιος ένα τραγούδι κάποιου άλλου. Είναι ευκαιρία να το πεις στο live σου. Έχουμε περάσει μέρες και ώρες ο ένας στο σπίτι του άλλου καταθέτοντας ο καθένας τη δικιά του ιδέα στο κομμάτι της έναρξης, του λαϊκού, του κλεισίματος κοκ.
Πόσο καιρό προετοιμάζεστε πριν τη πρεμιέρα;
Μ: Σχεδόν δύο μήνες. Μετά το καλοκαίρι ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε το πρόγραμμα στο χαρτί και πέφτανε ιδέες.
Δισκογραφικά που βρίσκεστε;
Δ: Ο δικός μου ο δίσκος με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του ’11 και τώρα βρίσκομαι σε φάση αναζήτησης υλικού. Περιμένω να ξεκινήσουμε εδώ, να μπούμε σε μια ροή, και μετά θα ασχοληθώ με αυτό.
Μ: Εγώ έχω τελειώσει το δίσκο μου, και πλέον περιμένω να πάει στο εργοστάσιο να τυπωθεί, να ολοκληρωθεί και το γραφιστικό κομμάτι και εύχομαι να κυκλοφορήσει πριν φύγει αυτός ο χρόνος.
Στο πρόγραμμα θα ακούσουμε τα νέα τραγούδια;
Μ: Στο πρόγραμμα υπάρχουν δύο καινούρια τραγούδια, του Κυριάκου Ντούμου και του Γιώργου Παπαδόπουλου. Το ‘Δεν έχω διεύθυνση’ ακούγεται ήδη στα ραδιόφωνα και το ‘Δε θέλω ήχο’ το λέω στα δικά μου τα live οπότε όσοι με παρακολουθούνε το έχουνε ακούσει.
Η διαδικασία εύρεσης τραγουδιών πώς είναι;
Μ: Όσον αφορά εμένα, ξεκίνησα από τα τραγούδια του Γιώργου Παπαδόπουλου, όπου είδα πρώτα τους στίχους του Κυριάκου, επέλεξα ποιους στίχους ήθελα να πώ και μετά ο Γιώργος έβαλε τη μουσική. Είχα κι εγώ κάποιες ιδέες, οπότε συντονιστήκαμε με τον Γιώργο και κάναμε τα οκτώ τραγούδια. Τα υπόλοιπα τέσσερα που μου έδωσε ο Γιώργος Τεντζεράκης μου άρεσαν όπως ήταν έτοιμα. Τέλος, το τραγούδι της Σάννυ Μπαλτζή, ‘Το κρύο και η μοναξιά’, είναι ένα κομμάτι που είχαμε στο χρονοντούλαπο από το 2004 και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να το θυμίσουμε η μία στην άλλη.
Δ: Εγώ, το κομμάτι αυτό της παραγωγής του δίσκου το απολαμβάνω ιδιαίτερα. Η πορεία από την εύρεση του υλικού μέχρι τη κυκλοφορία του δίσκου μου αρέσει πάρα πολύ. Το πώς γίνεται είναι πολύ απλό. Προσπαθείς να κάνεις πραγματικότητα την επιθυμία που έχεις. Αν σου αρέσει η συνεργασία με τον τάδε, του απευθύνεις τη πρόταση ή μπορεί και να σε προσεγγίσουν οι ίδιοι οι συνθέτες. Έρχονται και πολλά κομμάτια από μη επώνυμους μουσουργούς από τα οποία έχω ξεχωρίσει αρκετά. Είναι μια πολύ δημιουργική διαδικασία.
Πώς θέλετε να φεύγει ο κόσμος από το TAS;
Μ: Γεμάτος! Γεμάτος συναισθήματα, γεμάτος χαρά, γεμάτος!
Δ: Είναι ένα πρόγραμμα που φτιάχτηκε με πολλή αγάπη. Το πρώτο πράγμα που απαιτήσαμε από την επιχείρηση, τον Ηλία Μαροσούλη και τον Άγγελο Κοταρίδη, και να είναι καλά που το δεχτήκανε, ήταν να είναι πολύ χαμηλές οι τιμές. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να μειώνουμε τις τιμές, οπότε φτάσαμε στο σημείο με γενική είσοδο 10 ευρώ με ποτό να μπορεί να έρθει οποιοσδήποτε να μας δει. Από εκεί και πέρα, αποφασίσαμε να παίξουμε Κυριακή μεσημέρι, και επειδή η Κυριακή μεσημέρι είναι κάτι ιδιαίτερο για την ελληνική οικογένεια, θέλαμε να συντηρήσουμε την παρεΐστικη/οικογενειακή αύρα, οπότε θα υπάρχει φαγητό ενώ και το κρασί θα είναι απεριόριστο και δωρεάν. Λόγω του Γαργανουράκη θα έχουμε και ρακή. Σκοπός είναι ο κόσμος να περάσει καλά και θεωρώ ότι ένα πρόγραμμα έχει επιτυχία όταν την επόμενη μέρα να το σκέφτεται. Δε λέμε ότι θα λύσουμε τα προβλήματα του κόσμου, αλλά τις τέσσερις ώρες που θα έρθει εδώ θα περάσει καλά, θα τραγουδήσει, θα χορέψει και θα πάρει μια μεγάλη ανάσα για την επόμενη μέρα που είναι δύσκολη για όλους μας.
Ευχαριστώ πολύ, καλή επιτυχία εύχομαι.
Κι εμείς ευχαριστούμε και περιμένουμε να σας δούμε και στο πρόγραμμα.
Συνέντευξη: Σεμπάστιαν Φραγκόπουλος
Φωτογραφίες: Ελένη Σεργίου