Βιογραφία | Dave Brubeck
Ήταν ένας Αμερικανός πιανίστας τζαζ μουσικής και συνθέτης. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της προοδευτικής τζαζ. Έγραψε μια σειρά από jazz standards, συμπεριλαμβανομένου του “In Your Own Sweet Way” και “The Duke”.
http://www.youtube.com/watch?v=2aHGMDf42lw
Το στυλ του Brubeck διαμορφώθηκε χάρη στις προσπάθειες της μητέρας του να παρακολουθήσει μια κλασσική εκπαίδευση, αλλά οφείλεται και στις αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες.
Ο πολύχρονος και καλός του συνεργάτης του, ο σαξοφωνίστας Paul Desmond, έγραψε τη μελωδία για το πιο γνωστο και διάσημο τραγούδι του Dave Brubeck Quartet, με τίτλο “Take Five”, που έχει παραμείνει ως ένα κλασσικό τζαζ μουσικό κομμάτι, σε ένα από τα τα top-selling άλμπουμ τζαζ, με τίτλο “Time Out”.
http://www.youtube.com/watch?v=faJE92phKzI
Ο Brubeck πειραματίστηκε με το στυλ της μουσικής του, κάτι που φαίνεται στα τραγούδια του “Pick Up Sticks”, “Unsquare Dance”, “World’s Fair” και “Blue Rondo à la Turk”.
http://www.youtube.com/watch?v=NDB4K5zCcfk
http://www.youtube.com/watch?v=kc34Uj8wlmE
Ήταν επίσης ένας σεβαστός συνθέτης ορχηστρικής μουσική, και έγραψε μουσική για τηλεόραση, όπως για το “Mr. Broadway” και για τη σειρά κινουμένων σχεδίων “This Is America”.
Ο Brubeck γεννήθηκε στο Κόνκορντ, της Καλιφόρνια. Ο πατέρας του, Peter Howard “Pete” Brubeck, ήταν ένας κτηνοτρόφος βοοειδών, και η μητέρα του, Ελισάβετ (το γένος Ivey), είχε σπουδάσει πιάνο στην Αγγλία με την Myra Hess και προορίζονταν να γίνει πιανίστρια, ενώ δίδασκε πιάνο κερδίζοντας ένα έξτρα εισόδημα. Ο Brubeck αρχικά δεν είχε την πρόθεση να γίνει μουσικός, τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του , ο Henry και ο Howard, ασχολούνταν ήδη με τη μουσική, αλλά παρ’ όλα αυτά ξεκίνησε και ο ίδιος μουσική με τη μητέρα του. Στην αρχή, δεν μπορούσε να διαβάσει καλά κατά τη διάρκεια αυτών των πρώτων μαθημάτων, αποδίδοντας αυτή τη δυσκολία στην κακή του όραση, αλλά προσποιώντας ότι δεν είχε πρόβλημα στη συνέχεια κανείς δεν κατάλαβε το πρόβλημά του.
Σχεδιάζοντας να συνεργαστεί με τον πατέρα του στο ράντσο τους, ο Brubeck μπήκε στο κολλέγιο “College of the Pacific”, στο Stockton της Καλιφόρνια μελετώντας κτηνιατρική, αλλά μεταφέρθηκε εξαιτίας του επικεφαλή του τμήματος του , ο Dr. Arnold, ο οποίος είπε “Brubeck, το μυαλό σου δεν είναι εδώ. Είναι έξω στους αγρούς. Παρακαλώ πήγαινε εκεί. Σταμάτα να σπαταλάς το χρόνο μου και τον δικό σου”.
Αργότερα, ο Brubeck κόντεψε σχεδόν να αποβληθεί από τη σχολή, όταν ένας από τους καθηγητές του, ανακάλυψε ότι δεν μπορούσε να διαβάσει μουσική. Αρκετοί όμως από τους καθηγητές του έφεραν αντίρρηση για την αποβολή του, με το επιχείρημα ότι οι μουσικές του ικανότητες ήταν πολύ καλές και η κατηγορία αυτή δεν θα μπορούσε να υφίσταται. Στο κολέγιο φοβήθηκαν μην προκληθεί σκάνδαλο και συμφώνησαν να αφήσουν τον Brubeck να αποφοιτήσει, υπό τον όρο να υποσχεθεί πως ποτέ δεν θα διδάξει πιάνο.
Μετά την αποφοίτησή του το 1942, ο Brubeck εντάχθηκε στο στρατό και υπηρέτησε στο εξωτερικό. Εκεί δήλωσε εθελοντής να παίξει πιάνο σε μια παράσταση Ερυθρού Σταυρού. Η παράσταση γνώρισε τέτοια επιτυχία που αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα συγκρότημα, με τίτλο “The Wolfpack”.
Ενόσω υπηρετούσε στο στρατό, ο Brubeck συνάντησε Paul Desmond στις αρχές του 1944. Επέστρεψε στο κολέγιο αφού εξέτισε σχεδόν τέσσερα χρόνια στον στρατό, αυτή τη φορά στο κολλέγιο Mills στο San Francisco Bay Area, μελετώντας μαζί με τον Darius Milhaud, ο οποίος τον ενθάρρυνε να μελετήσει φούγκα και ενορχήστρωση, αλλά όχι κλασικό πιάνο. Ενώ βρίσκονταν ακόμα σε υπηρεσία, έκανε δύο μαθήματα με τον Arnold Schoenberg στο UCLA, σε μια προσπάθεια να συνδεθεί με την υψηλή θεωρία και πρακτική του Μοντερνισμού. Ωστόσο, η συνάντηση δεν είχε καλό τέλος, λόγω μιας διαφωνίας τους πάνω στη μουσική.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του με τον Milhaud, βοήθησε στη δημιουργία της δισκογραφικής “Fantasy Records” στο Μπέρκλεϊ, της Καλιφόρνια. Εργάστηκε με μια οκτάδα, και ένα τρίο συμπεριλαμβανομένων των Cal Tjader και Ron Crotty. Βρισκόντουσαν σε πειραματικό στάδιο, κάνοντας ηχογραφήσεις και δέχτηκαν κάποιες προτάσεις για αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Το τρίο αποτελούνταν συχνά από τον Paul Desmond στην εξέδρα, με επιμονή του ίδιου.
Το 1949, ο Jack Sheedy, ο ιδιοκτήτης της δισκογραφικής Coronet του Σαν Φρανσίσκο, ήρθε σε επικοινωνία μαζί του συζητώντας μια πρώτη ηχογράφηση των μουσικών τους έργων. Η δισκογραφηκή του Sheedy είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με τραγουδιστές από την περιοχή Dixieland, αλλά επειδή δεν ήταν σε θέση να πληρώσει τους λογαριασμούς της, το 1949, πτώχευσε, με αποτέλεσμα ο Brubeck να συνεχίσει τη συνεργασία του με τη δισκογραφική “Circle Record Company” των Max και Sol Ωεισς, οι οποίοι λίγο αργότερα άλλαξαν το όνομα της εταιρείας σε Fantasy Records, συναντώντας μια αυξανόμενη ζήτηση για την ηχογράφηση έργων του Brubeck. Σύντομα η εταιρεία γνώρισε τεράστια επιτυχία μέσω των πωλήσεων των δίσκων του.
Μετά από ένα σχεδόν θανατηφόρο ατύχημα που είχε στη κολύμβηση, το οποίο τον έκανε να μείνει στο κρεβάτι για αρκετούς μήνες, οργάνωσε το “Dave Brubeck Quartet” το 1951, με τον Desmond στο σαξόφωνο. Έπαιζαν μαζί για ένα μεγάλο διάστημα στο νυχτερινό κέντρο διασκέδασης “Black Hawk” του Σαν Φρανσίσκο και απέκτησαν μεγάλη φήμη περιοδεύοντας σε πανεπιστημιουπόλεις, σημειώνοντας μια σειρά από επιτυχημένα άλμπουμ, όπως το “Jazz at Oberlin” (1953), “Jazz at the College of the Pacific” (1953), και το ντεμπούτο άλμπουμ του Brubeck για την Columbia Records, “Jazz Goes to College” (1954).
Όταν στη συνέχεια υπέγραψαν με την Fantasy Records, ο Brubeck εργάστηκε ως υπεύθυνος αναζήτησης νέων ταλέντων και επίβλεψης, και καλλιτεχνικής ανάπτυξης της εταιρείας. Παρότρυνε τους αδελφούς Weiss να υπογράψουν συμβόλαιο με σύγχρονους καλλιτέχνες της τζαζ, όπως τον Gerry Mulligan, Chet Baker και Red Norvo. Όταν ανακάλυψε ότι κερδίζε το μισό μερίδιο συμφερόντων από της ηχογραφήσεις που έκανε με την εταιρεία, αποφάσισε να υπογράψει με την Columbia Records.
Το 1954, συμμετείχε στο εξώφυλλο του περιοδικού Time, ως ο δεύτερος μουσικός τζαζ με τη μεγαλύτερη τιμή (η πρώτη ανήκε στον Louis Armstrong, στις 21 Φεβρουαρίου 1949). Ο Brubeck θεώρησε αυτό το βραβείο ενοχλητικό, αφού θεωρούσε πως ο Duke Ellington το άξιζε περισσότερο από αυτόν και ήταν πεπεισμένος ότι είχε ευνοηθεί επειδή ήταν Καυκάσιος.
Το 1959 ο Brubeck ηχογράφησε το “Time Out”, ένα άλμπουμ για το οποίο αν και η δισκογραφική εταιρεία ήταν ενθουσιώδης αρχικά, ήταν διστακτικοί για την κυκλοφορία του. Το άλμπουμ περιέχει πρωτότυπες συνθέσεις, εμπνευσμένες από τα λαϊκά ακούσματα της Ευρασίας, που είχαν αποκομίσει εμπειρίες κατά τη διάρκεια της περιοδείας τους, με χορηγεία από το υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ. Ο δίσκος περιείχε μουσικές συνθέσεις, όπως το “Take Five”, “Blue Rondo à la Turk”, “Three To Get Ready”, και γρήγορα έγινε πλατινένιο. Ήταν το πρώτο άλμπουμ τζαζ μουσικής που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Μετά το “Time Out” ακολούθησαν διάφορα άλμπουμ σε μια παρόμοιο στυλ, συμπεριλαμβανομένου του “Time Further Out: Miro Reflections” (1961), “Countdown: Time in Outer Space” (αφιερωμένο στον John Glenn) (1962), “Time Changes” (1963), και το “Time In”.
Αυτά τα άλμπουμ (εκτός από το τελευταίο) ήταν επίσης γνωστά εξαιτίας της χρήσης σύγχρονης ζωγραφικής στα εξώφυλλα, πσυμπεριλαμβανομένου έργα του Joan Miró για το “Time Further Out”, του Franz Kline για το “Time in Outer Space” και του Sam Francis για το “Time Changes”.
Μια μεγάλη επιτυχία σημείωσε το 1963 με το live άλμπουμ στο Carnegie Hall, που περιγράφεται από τον κριτικό Richard Palmer ως “αναμφισβήτητα η πιο επιτυχημένη συναυλία του Dave Brubeck”.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Brubeck και η σύζυγός του Ιόλα δημιούργησαν ένα μιούζικαλ, με τίτλο “The Real Ambassadors”, βασισμένο σε εμπειρίες που είχαν αποκομίσει οι ίδιοι και οι συνάδελφοι τους από τις περιοδείες τους σε ξένες χώρες, με τη χορηγεία του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ. Το άλμπουμ- soundtrack, με συμμετοχή του Louis Armstrong, Lambert, Hendricks & Ross, και Carmen McRae ηχογραφήθηκε το 1961. Η μουσική η ίδια παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Τζαζ του 1962 στο Μοντερέι.
Στο αποκορύφωμά της, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, οι Brubeck Quartet κυκλοφορούσαν τέσσερα άλμπουμ το χρόνο. Εκτός από το “College” και το “Time”, ο Brubeck ηχογράφησε τέσσερις δίσκους που συμπεριλαμβάνουν τις συνθέσεις του με βάση τα ταξίδια της ομάδας, καθώς και την τοπική μουσική που γνώρισαν σε κάθε τόπο.
Jazz Impressions of the USA (1956, την ίδια χρόνια με την πρώτη συνεργασία του Morello με το γκρουπ), Jazz Impressions of Eurasia (1958), Jazz Impressions of Japan (1964), and Jazz Impressions of New York (1964) είναι λιγότερο γνωστά άλμπουμ, αλλά όλα είναι λαμπρά παραδείγματα της δουλειάς του γκρουπ, και παρήγαγαν πρότυπα τραγούδια του Brubeck, όπως το “Song Summer”, “Brandenburg Gate” “Song Koto,” και “Theme From Mr. Broadway”.
Ο Brubeck επίσης έγραψε, και οι Quartet το εκτέλεσαν μαζί του, το τραγούδι για την δραματική σειρά του Craig Stevens, η μουσική του οποίου συμπεριελήφθηκε στο άλμπουμ τους, με τίτλο “New York”.
Το 1961 ο Dave Brubeck εμφανίστηκε σε μερικές σκηνές από τη βρετανική μουσική ταινία”All Night Long “, στην οποία πρωταγωνίστησε ο Patrick McGoohan και Richard Attenborough. Ο Brubeck έπαιξε τον εαυτό του απλώς, με πολλά χαρακτηριστικά κοντινά πλάνα στα δάχτυλα του τη στιγμή που παίζει πιάνο. Ο Brubeck εκτέλεσε το “It’s a Raggy Waltz” από το άλμπουμ του “Time Further Out” καθώς και ντουέτα με τον μπασίστα Charles Mingus, το “Non-Sectarian Blues”.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ήταν ο διευθυντής του προγράμματος του WJZZ-FM ραδιοφώνου (τώρα WEZN). Πέτυχε το όραμά του για ένα all-τζαζ ραδιοφωνικό σταθμό μαζί με τον φίλο και γείτονά του, τον John E. Metts, ένας από τους πρώτους Αφροαμερικανούς σε θέση ανώτερου στελέχους ραδιοφώνου.
Το τελευταίο στούντιο άλμπουμ για για την Columbia από τους Desmond / Wright / Morello ήταν το “Anything Goes” (1966) που συμπεριελάμβανε τραγούδια του Cole Porter. Ακολούθησαν μερικές ηχογραφήσεις συναυλιών και το “The Last Time We Saw Paris” (1967) το οποίο χαρακτηρίζεται ως το “Κλασσικό” κύκνειο άσμα του γκρουπ.
Η διάλυση του μουσικού γκρουπ στο τέλος του 1967 έδωσε στον Brubeck περισσότερο χρόνο για να συνθέσει τα περισσότερο εκτεταμένα ορχηστρικά και χορωδιακά έργα του, που είχαν τραβήξει την προσοχή του την περίοδο αυτή.
Τον Φεβρουάριος του 1968 είδε την πρεμιέρα του “The Light in the Wilderness” που διεξήχθη από την Erich Künzel, με τον Brubeck να συμμετέχει. Το κομμάτι είναι ένα ορατόριο για τις διδασκαλίες του Ιησού. Το επόμενο έτος, ο Brubeck κυκλοφορεί το “The Gates of Justice”, μια καντάτα, ανάμειξη βιβλικής γραφής με λόγια του Dr. Martin Luther King, Jr.
O Brubeck πέθανε από καρδιακή ανεπάρκεια στις 5 Δεκεμβρίου του 2012, στο Norwalk, Connecticut, μία ημέρα πριν τα 92α γενέθλιά του.
Δισκογραφία:
Για να δείτε ολοκληρωμένη τη δισκογραφία του Dave Brubeck πατήστε εδώ.
Πηγή:
en.wikipedia.org
Συντονισμός – Επιμέλεια: Ελένη Κεφαλληνού