Ένα αποκαλυπτικό αφιέρωμα για τον Γιώργο Νταλάρα
Ένα αφηγηματικό ρεπορτάζ που αποκαλύπτει όλε τις κρυφές πτυχές του καλλιτέχνη
Ο Γιώργος Νταλάρας γεννιέται στη Νέα Κοκκινιά, στον Πειραιά, το 1949. Πατέρας του ένας από τους μεγάλους Έλληνες ρεμπέτες, ο Λουκάς Νταράλας. Η απουσία του πατέρα του από την ζωή του, ήταν κάτι που τον επηρέασε βαθιά.
Ο Κώστας Λαλιώτης, οικογενειακός φίλος, αποκαλύπτει πως “πατρίδα” για τον καλλιτέχνη είναι είναι συνυφασμένη με τον κώδικα αρχών και αξιών του, τις αγωνίες, τους φόβους και τη μοναχικότητά του και τον επηρεάζουν καθ’ όλο το φάσμα της ζωής και της καριέρας του.
Αν και αναπτύχθηκε αντιπαλότητα μεταξύ του Γιώργου Νταλάρα και του πατέρα του κατά τη διάρκεια των χρόνων, ύστερα κόπασε με τον καλλιτέχνη να δηλώνει πως έχει συγχωρέσει τον πατέρα του για την άστατη ζωή που αποφάσισε να ακολουθήσει και που τους εγκατέλειψε.
Ο καλλιτέχνης από μικρή ηλικία, όταν ήταν ακόμα επτά ετών, ξεκινάει με τον αδελφό του Χρήστο, κάνοντας “δουλειές του ποδαριού” για να βοηθήσουν στην οικογένεια.
Λίγο αργότερα, όταν ο αδελφός του γίνεται εννιά ετών, φεύγει για την Ελβετία με πρόγραμμα για την αποκατάσταση των απόρων παιδιών του πολέμου. Ο Γιώργος Νταλάρας θέλει να τον ακολουθήσει αλλά δεν μπορεί να αφήσει πίσω μόνη τη μητέρα τους. Η πιο δυνατή μνήμη που ακόμα κρατά είναι ο αδελφός του να βγαίνει από το αεροπλάνο με ένα κίτρινο πουκάμισο και μια κιθάρα. Από εκείνη τη στιγμή έβαλε στόχο την απόκτηση μιας κιθάρας, κάτι που πραγματοποίησε τελικά στα 15 του, παίζοντας στο πάλκο Στου Στελλάκη, με τον φίλο του πατέρα του, Βαγγέλη Περπινιάδη.
Το 1967, ο Μάκης Μάτσας, σημερινός πρόεδρος της Minos EMI, αναφέρει πως “Είχε έρθει η Καίτη Γκρέϋ και μου ζήτησε να πάω να δω το πρόγραμμά της στις Χάντρες. Ήθελε να ακούσω δύο φωνές. ΄Η μία βέβαια είναι που αξίζει΄ μου είπε.”.
Λίγο καιρό αργότερα ο Ζαγοραίος του είπε για το νέο πρόγραμμα που έφτιανε με έναν νέο τραγουδιστή ταλέντο. Επρόκειτο για τον ίδιο, τον Γιώργο Νταλάρα, ο οποίος εκπλήσσει ευχάριστα τον Μάκη Ματσά και του ζητάει αμέσως να τον ακούσει στο στούντιο”. Το αποτέλεσμα ήταν να υπογράψουν το πρώτο του μουσικό συμβόλαιο, όταν ο Γιώργος Νταλάρας ήταν μόλις 16 ετών.
Λίγο αργότερα αποκαλύφθηκε το “λάθος” στον Μάκη Ματσά, μετά από τηλεφώνημα της Καίτης Γκρέϋ και ενός ακόμα σημαντικού ανθρώπου της εποχής, λέγοντάς του πως το άτομο που εννοούσαν ήταν ο ο Ντουνιάς.
Ο Μάκης Ματσάς όμως δεν πτοήθηκε πιστεύοντας στον Γιώργο Νταλάρα. Έτσι ξεκίνησε η καριέρα του τραγουδιστή με την πρώτη του μουσική επιτυχία το 1970 με το τραγούδι “Να ‘τανε το ’21” που του χάρισε μεγάλη αναγνωρισιμότητα. Όλοι οι μεγάλοι συνθέτες βρίσκονται στο πλευρό του, ανάμεσά τους ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Μάνος Λοΐζος και ο Θεοδωράκης.
Ο Γιώργος Νταλάρας, γίνεται το παιδί του λαού και το λαϊκό συναίσθημα γίνεται η κινητήρια δύναμη της μουσικής και της καριέρας του, ενώ ο ίδιος διακηρύσσει πως το “αστέρι” του ανατέλλει μέσα από το “συμμετοχικό” τραγούδι, που δεν γεννιέται “μέσα στα σαλόνια”.
Έτσι ξεκινάει για πρώτη φορά εμφανίσεις με την Χαρούλα Αλεξίου, τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Γιάννη Πάριο το 1973, με το κοινό να τον έχει βάλει μες στη καρδιά του, αποκαλώντας τον ως “το παιδί του λαού”.
Ο δημοσιογράφος Γιώργος Λιάνης παραθέτει την άποψή του για τον καλλιτέχνη λέγοντας πως “Η ανάγκη του να συμπορευτεί με τα αντίστοιχα πολιτικά γεγονότα των κρίσιμων εποχών, των δεκαετιών του ’60, του ’70 και του ’80, έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη σταδιοδρομία του. Μπορώ να το πω ξερά και απείρως φιλικά γιατί τον αγαπώ και τον θαυμάζω. Τον μαγάρισαν. Άφησε να τον εκμεταλλευτούν τα κόμματα και οι πολιτικές παρατάξεις εν ονόματι μιας πατριδολατρίας που έχει, αλλά και της ανάγκης του να γίνει εκφραστής του λαού.. Πίστευε ότι ήταν άτρωτος. Τους άτρωτους, όμως, τους χαρακτηρίζει κάποια στιγμή η έλλειψη μέτρου”.
Ο Γιώργος Νταλάρας, έχει καταταχθεί στους ρέκορντμαν μιας κατηγορίας καλλιτεχνών που επισείουν τον φθόνο, εξαιτίας του ζήλου που έχει δείξει δίνοντας συναυλίες διαμαρτυρίας και αλληλεγγύης σε όλο τον κόσμο. Αν και κατηγορήθηκε ακόμα και για συναγελασμό με την εξουσία, ο ίδιος εξακολουθεί να θεωρεί φυσικό του χώρο την Αριστερά και να επιμένει πως το τραγούδι είναι πάνω από όλα πολιτική πράξη. Στη συνέχεια, κατηγορήθηκε πως ευνοήθηκε με κρατικές επιχορηγήσεις, ενώ πολλές ακόμα άσχημες φήμες γεννιούνται γύρω από το όνομά του.
Η Μαρινέλλα είναι αυτή που θα του κληροδοτήσει το know- how του “σταρ”, όταν θα τον πάει να τραγουδήσουν μαζί, το 1970-71. ενώ ο ίδιος την αποκαλεί “Μάνα”.
Αν και έχει βγάλει μόνο το δημοτικό, ο Κώστας Λαλιώτης αναφέρεται στη “πολύμοχθη και δημιουργική αυτομόρφωσή του”.
Ο καλλιτέχνης χαρακτηρίζεται ακόμα για τον “μεγαλοϊδεατισμό” του και το πάθος του για τέλειο ήχο.
Επίσης, γίνεται γνωστός ως η βεντέτα” των δισκογραφικών, εξαιτίας την μεγάλης κόντρας που δημιουργείται κάθε φορά μεταξύ του καλλιτέχνη και της εκάστοτε δισκογραφικής και κυρίως με τον Άκη Πάνου, στο στούντιο της Columbia, η οποία παίρνει μεγάλες διαστάσεις.
Ο πρόεδρος της Minos- EMI καταθέτει πως τα θετικά στοιχεία του Γιώργου Νταλάρα είναι αυτά που του καταλογίζουν ακόμα και ορκισμένοι εχθροί του “Σπουδαία φωνή, αυτό είναι το νούμερο ένα. Εργατικός εις το έπακρον. Πάντα ανησυχητικός. Συνεπής μέχρι υπερβολής. Στο στούντιο τσακωνόμασταν συνέχεια, διότι συχνά η υπερβολική τελειομανία του τού αποστείρωνε το συναίσθημα. Ενώ το τραγούδι ήταν άψογο, στο τέλος με τις πολλές επαναλήψεις έχανε την ψυχή του. Του έλεγα ΄Γιώργο, μπορεί διαγωνισμό ορθοφωνίας και τονικής ορθότητας να πάρεις δέκα, αλλά από ψυχή θα πάρεις μηδέν΄”.
Τα μειονεκτήματά του επίσης γνωστά: “Το πρώτο είναι η υπερβολική του αγάπη για καθετί καινούριο που εμφανιζόταν στον ορίζοντα (είτε αυτός ήταν συνθέτης, είτε στιχουργός, κτλ.), κάτι που τον παρέσυρε σε υπερβολικές συμμετοχές στα πάντα και σε ένα ξόδεμα του κεφαλαίου που λέγεται ΄Γιώργος Νταλάρας΄. Εξού και αυτό που είπαν κάποτε ΄Δεν συμμετέχει ο Γιώργος Νταλάρας΄. Το δεύτερο είναι η απόλυτη εισαγγελικότητα και οι αγκυλώσεις του, που τον αδίκησαν πραγματικά. Βέβαια αυτή την αυστηρότητα και τη σκληρότητά του τις εφάρμοζε πρώτα στον εαυτό και στην οικογένειά του και μετά σε όλους τους άλλους. Όμως δεν είναι εύκολο σε κάθε συνεργάτη που δίνει την ψυχή του να δεχθεί μια συμπεριφορά που έφτανε πολλές φορές την αδικία”.
Άλλοι ακόμα μιλάνε για τον στριφνό χαρακτήρα του, κάτι που έχει παραδεχτεί και ο ίδιος.
Τελικώς, ανήκει στα άτομα που δεν ψυχολογούνται εύκολα, ενώ ο Μάνος Ελευθερίου έχει πει πως “Ενώ τον πλησιάζεις εύκολα, μόλις χωρίσεις από εκείνον έχεις την εντύπωση ότι μιλούσες με κάποιον άλλο”.