Η κορυφαία σοπράνο, η θρυλική Carmen του σινεμά JULIA MIGENES @ Μέγαρο Μουσικής Αθηνών!
Η κορυφαία σοπράνο, γνωστή από τη συνεργασία της με την Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης, με σπουδαία επίσης καριέρα και στο Broadway, η ιστορική Carmen στην ταινία του Francesco Rossi που της χάρισε ένα Grammy, η συμπρωταγωνίστρια του Placido Domingo και του Ruggero Raimondi , και, τέλος, η μούσα του διάσημου συνθέτη Leonard Bernstein ,θα παρουσιάσει τα πιο γνωστά τραγούδια από τα έργα του. Στο πιάνο η Victoria Kirsch, μόνιμη συνεργάτης της Metropolitan Opera.
20:00 – ΑΙΘΟΥΣΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΤΡΙΑΝΤΗ
Τιμές εισιτηρίων: € 25 (Φοιτητικά), 35, 45, 60, 75 (Διακεκριμένη Ζώνη)
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:
Στα ταμεία του Μεγάρου – στο εκδοτήριο Ομήρου 8 στο Σύνταγμα: Δευτέρα με Παρασκευή, 10 το πρωί με 4 το απόγευμα – τηλεφωνικά, με χρήση πιστωτικής κάρτας, στο 210-7282333 – ηλεκτρονικά στο www.megaron.gr
Julia Migenes – Βιογραφικό
Η Τζούλια Μιγκένες γεννήθηκε κάπου στα ανατολικά της Νέας Υόρκης, σε μια οικογένεια-προϊόν της παθιασμένης μίξης Ελλήνων και Ιρλανδο-Πορτορικάνων.
Αν και η παιδική της ηλικία ήταν δύσκολη, με τη μικρή Julia να έρχεται συχνά αντιμέτωπη με τη βία, τότε ήταν που ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την αποστολή της. Μικρό κορίτσι ακόμη, ανέλαβε το ρόλο του παιδιού στην όπερα “Madame Butterfly”, όπου και βίωσε τη δύναμη και το συναίσθημα που παράγει η μουσική, όταν συνδυάζεται με τη θεατρική σκηνή.
Μερικά χρόνια αργότερα, και ενώ σπούδαζε στο New York School for Performing Arts, την επέλεξε ως σολίστα ο μεγάλος Λέοναρντ Μπερνστάιν, και πιο συγκεκριμένα για την παράσταση “Young People’s Concerts”. Κάπως έτσι, ξεκίνησε η καριέρα της Τζούλια στο Broadway, με τη συμμετοχή της στο αρχικό καστ του “Ο βιολιστής στη στέγη (A fiddler on the roof)”, με τον Zero Mostel και ως Μαρία, στο θρυλικό West Side Story.
Ωστόσο, γρήγορα συνειδητοποίησε ότι η αληθινή της αποστολή ήταν αμιγώς το τραγούδι, γνώση που την οδήγησε σε συνεργασία με τη New York Metropolitan Opera. Η αντικατάσταση που έκανε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε έργο του Αλμπαν Μπεργκ, γνωστό για την υψηλή τεχνική του δυσκολία, της εξασφάλισε την αποδοχή του κοινού, και την έναρξη μιας λαμπερής καριέρας στην Οπερα…
Και τα νέα δεν άργησαν να ταξιδέψουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου ο Μωρίς Μπεζάρ αναζητούσε απεγνωσμένα τη Σαλώμη του, για μια παράσταση που θα ανέβαινε στη Γενεύη. Η Τζούλια ενσάρκωνε ιδανικά το συνδυασμό που απαιτούσε ο συγκεκριμένος ρόλος: Μιας κορυφαίας ερμηνεύτριας της Οπερας, με μια γεμάτη χάρη χορεύτρια. Κι ενώ η Μιγκένες υποδυόταν τη Σαλώμη, ο Ιταλός σκηνοθέτης Φραντσέσκο Ρόσι έκανε casting για την επόμενη ταινία του, τότε: την Κάρμεν. Και για αυτή τη νέα πρόκληση, στον παραπάνω συνδυασμό έπρεπε να προστεθεί κι άλλο ένα συστατικό: ο αισθησιασμός που χρειαζόταν να διαθέτει η πρωταγωνίστρια, ώστε να καταφέρει να αποδώσει στο φιλμ το φλεγόμενο πάθος της γνωστής ηρωίδας του Μπιζέ… Η Τζούλια Μιγκένες ικανοποιούσε κι αυτό το κριτήριο, κι έτσι βρέθηκε με το εισιτήριο στο χέρι για την ταινία που θα την έκανε αθάνατη, αφού η Κάρμεν αποτελεί από τότε σημείο αναφοράς στο είδος της. Το soundtrack, δε, της χάρισε ένα Βραβείο Grammy και μια τεράστια φήμη, διεθνούς βεληνεκούς, που στο μέλλον θα της άνοιγε την πόρτα των μεγαλύτερων θεάτρων του πλανήτη.
Εχει ηχογραφήσει περισσότερα από 20 άλμπουμ, τα πιο πρόσφατα από τα οποία είναι τα εξής: “Vienna”, όπου διευθύνει ο Λάλο Σίφριν (το άλμπουμ έγινε Χρυσό, 6 μήνες μετά την κυκλοφορία του) –”Man of la Mancha” (L’homme de la Mancha), το 1996, όπου διευθύνει και κάνει και την ενορχήστρωση ο Πωλ Τζεμινιάνι, με τους Placido Domingo, Samuel Ramey και Mandy Patinkin -, “Robert Stolz” και “The music of Franz Lehar”, το 1999, για λογαριασμό του BBC – “Catarina Cornaro”, του Ντονιτσέτι, το 2000.
Σημαντικότεροι σταθμοί στην καριέρα της:
– To 1998, γράφει το “Diva on the Verge”: ένα έργο για έναν γυναικείο ρόλο, όπου ανακατεύει το μονόλογο με την Οπερα, συχνά χλευάζοντας τα αυστηρά όρια της τελευταίας και αποκαλύπτοντας, έτσι, το τολμηρό της πνεύμα και μια εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ. Εχει ερμηνεύσει το συγκεκριμένο έργο στα αγγλικά, τα γαλλικά αλλά και τα ισπανικά.
– Το Μάιο του 2001 έγραψε το “Passions Latines”, ένα χορογραφημένο ρεσιτάλ, όπου ερμηνεύει ένα ευρύ ρεπερτόριο latin μουσικής, κλασικής και παραδοσιακής, μέχρι και φλαμένγκο, τάνγκο και σάλσα τραγούδια.
– Τον Ιούλιο του 2002, έστησε ένα αφιέρωμα στο τάνγκο, για το φεστιβάλ της Αβινιόν, “La Argentina”, όπου τη συνόδευε επί σκηνής το αργεντίνικο κοϋιντέτο Tiempo Sur.
– Τον Ιούνιο του 2003 παρουσίασε για πρώτη φορά στο Fès Festival of Sacred Music, στο Μαρόκο, ένα αφιέρωμα σε ιερά τραγούδια της παράδοσης.
– Το 2005 ηχογραφεί το jazz άλμπουμ “Alter Ego”, όπου συνεργάστηκε ξανά με τον Φιλίπ Καλβάριο. Το ρεσιτάλ ήταν βασισμένο σε σπουδαίες συνθέσεις της jazz και της αμερικανικής pop μουσικής, και επί σκηνής παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 2006.
– Το 2007 δέχτηκε να σκηνοθετήσει τον “Κουρέα της Σεβίλλης” του Ροσίνι, για λογαριασμό των “Opéras en Plein Air”. H όπερα ανέβηκε σε πολύ σημαντικά venue ανά την Ευρώπη.
– Τον Ιούλιο του 2008 εμφανίστηκε μαζί με τον Πλάθιντο Ντομίνγκο και την Ορχήστρα του Καϊρου, στο Jordan Festival, στο Αμμάν.
– Τέλος, το 2009, κυκλοφόρησε το άλμπουμ “Hollywood Divas”, αφιερωμένο σε όλες τις μεγάλες ηθοποιούς του κινηματογράφου, όπου η Μιγκένες αναβίωσε τη χρυσή εποχή του σινεμά, αποτίοντας φόρο τιμής σε θρυλικές σταρ όπως οι Μέριλιν Μονρό, Ρίτα Χέιγουορθ, Μαρλέν Ντίτριχ και Κάρμεν Μιράντα.
Λίγα λόγια για τον Leonard Bernstein
Ο Leonard Bernstein συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες μορφές της μουσικής του 20ου αιώνα. Πολυπράγμων και πολυδιάστατος, υπήρξε διευθυντής ορχήστρας, συνθέτης, λέκτορας και, φυσικά, δεινός πιανίστας. Ειδικότερα ως μαέστρος, ο Bernstein ήταν ανάμεσα στους πρώτους εξ Αμερικής διευθυντές ορχήστρας που πέτυχε διεθνή αναγνώριση.
Σύμφωνα με τους New York Times, “ήταν ένας από τους πλέον ταλαντούχους και πετυχημένους μουσικούς της αμερικανικής ιστορίας”. Στο κοινό, ο Bernstein ήταν περισσότερο γνωστός κυρίως λόγω της επί μακρόν θητείας του ως Διευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, αλλά και του ότι ήταν αυτός που συνέθεσε τη μουσική για το θρυλικό West Side Story, αλλα και τα έργα Candide, Wonderful Town και On The Town. Επίσης, ήταν ο πρώτος μαέστρος που πραγματοποίησε μεγάλο αριθμό τηλεοπτικών διαλέξεων με θέμα την κλασική μουσική, από το 1954 μέχρι και το θάνατό του, το 1990. Επίσης, είναι περίφημος για την ικανότητά του να διευθύνει την ορχήστρα και παράλληλα να παίζει ο ίδιος σε κονσέρτα για πιάνο.
Το West Side Story, ωστόσο, ήταν αναμφισβήτητα η στιγμή εκείνη στην καριέρα του που εκτόξευσε το όνομά του στα αστέρια και τον έκανε αγαπητό στο ευρύ κοινό. Επίσης, είναι το έργο που θεωρείται ότι γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα στην κλασική και την popular (λαϊκή με την ευρεία έννοια) μουσική.
Ανάμεσα σε πολλές άλλες διακρίσεις, βραβεύθηκε με 16 Grammy σε διάφορες κατηγορίες και άλλο ένα το 1985, για τη συνολική του προσφορά στη μουσική (Lifetime Achievement Grammy Award).
O ίδιος είχε υποδείξει ως το κύριο κίνητρό του να συνθέτει “την επικοινωνία” και πως όλα του τα έργα, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών και των κονσέρτων που φέρουν την υπογραφή του, “θα μπορούσαν να εκληφθούν με κάποιο τρόπο ως θεατρικά έργα”.