Συνέντευξη: Θάνος Μικρούτσικος
Κ. Μικρούτσικε, θα ήθελα ξεκινώντας αυτή τη συνέντευξη να σας ταξιδέψω λίγο πίσω στο χρόνο και να μου αφηγηθείτε κάποιες στιγμές που θυμάστε έντονα από τα παιδικά σας χρόνια.
Λοιπόν… εγώ θα έλεγα ότι έχω αυτό που λένε μνήμη ελέφαντα. Θυμάμαι πολλά πράγματα. Αυτό όμως που αξίζει να διηγηθώ είναι ο τρόπος με τον οποίο έχω την αίσθηση ότι ξεκίνησα μουσική. Ζούσα μαζί με την οικογένειά μου σε ένα νεοκλασικό κτίριο, σε μια περιοχή που ήταν γεμάτη από τέτοια. Στο τρίτο κατά σειρά σπίτι – από αυτό που ζούσα εγώ- κατοικούσε η θεία μου, μια διανοούμενη γυναίκα, που ήταν καθηγήτρια πιάνου. Κάποια στιγμή λοιπόν πήγα εκεί για να κάνω ένα θέλημα για τη γιαγιά μου. Η θεία μου λοιπόν είχε στο σαλόνι της δύο πιάνα με ουρά τα οποία ήταν σκεπασμένα γιατί πριν από λίγα χρόνια είχε πεθάνει ο άντρας της, με τον οποίο είχε μια πολύ εξαιρετική σχέση. Έτσι δεν ήθελε να ξαναπαίξει πιάνο σπίτι της. Όμως εκείνη την ημέρα άνοιξε το ένα πιάνο και μου λέει « σήμερα θα παίξω για εσένα». Ήμουν περίπου τεσσάρων χρονών. Είχα εντυπωσιαστεί πολύ από αυτό που άκουγα. Ήταν ένα κομμάτι του Σούμπερτ. Η θεία μου, κατάλαβε τον ενθουσιασμό μου και έβαλε τα χέρια μου πάνω στο πιάνο. Εκείνη τη στιγμή την ονομάζω « στιγμή εκκίνησης όλης της μουσικής μου διαδρομής». Αν και τότε ήμουν μόνο τεσσάρων χρονών τη στιγμή αυτή τη θυμάμαι έντονα. Θυμάμαι τη θεία μου να παίζει στο πιάνο, ίσως λίγο πιο αμυδρά το χώρο του σπιτιού…
Μια ακόμα στιγμή από το παρελθόν που έχω να θυμάμαι είναι όταν σε ηλικία εννέα ετών συμμετείχα στην πρώτη μου διαδήλωση που γινόταν στο αγγλικό προξενείο για την Κύπρο το 1956. Η αλήθεια είναι ότι γύρισα στο σπίτι μου βρεγμένος γιατί μας είχε κυνηγήσει η πυροσβεστική για να μας διαλύσει…
Θυμάμαι ακόμα τους νεανικούς μου έρωτες, το σχολείο, τα παιχνίδια στην πλατεία… Έζησα στην Πάτρα μέχρι το 1962, μετά, ήρθαμε στην Αθήνα… Οι αναμνήσεις που έχω είναι πάρα πολλές…
Αν σε “καίει” το οτιδήποτε είσαι υποχρεωμένος να γράψεις για αυτό που σε καίει, όμως αυτό από μόνο του, δεν δίνει καμία αξία στο έργο…
Τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε να γράψετε το πρώτο σας τραγούδι ;
Τυπικά υπάρχουν δύο στιγμές που θεωρώ ότι έκανα την πρώτη σύνθεση. Η πρώτη φορά ήταν σε ηλικία επτά ετών το 1954 που δημιούργησα μια σύνθεση για πιάνο. Τα πρώτα μέτρα τα θυμάμαι ακόμα. Όμως αυτή η σουίτα δεν γράφτηκε ποτέ σε παρτιτούρα με αποτέλεσμα νε ξεχαστεί με το πέρασμα του χρόνου. Ήμουν πολύ καλός πιανίστας. Το 1954 με 1955 μου είχε γίνει μια πρόταση να φύγω για το Λονδίνο, για να ακολουθήσω μουσικές σπουδές μιας που δεν υπήρχαν μουσικά σχολεία τότε στην Ελλάδα. Οι γονείς μου όμως το αρνήθηκαν και τους χρωστώ ευγνωμοσύνη για αυτό, μπορεί να γινόμουν και παιδί θαύμα στο πιάνο όμως τα παιδιά θαύματα δεν έχουν μέλλον, περίπου στα είκοσι τους τελειώνει ο δρόμος τους. Εμένα με ενδιέφερε και με ενδιαφέρει η συνειδητή σχέση μου με τη μουσική. Το 1965 έγραψα το πρώτο ολοκληρωμένο μου τραγούδι. Το 1969 ήμουν ήδη στο πανεπιστήμιο, σπούδαζα μαθηματικά και θα έλεγα ότι τα πήγαινα πολύ καλά, είχα πάρει υποτροφίες για Αμερική και Γαλλία όμως πήρα την απόφαση ότι θα γίνω μουσικός. Στο διάστημα αυτό έγραψα πολλά τραγούδια όμως ουσιαστικά μιμούνται το Μίκη Θεοδωράκη. Από το 1969 και μετά γράφονται τραγούδια που αποδέχομαι πλήρως έως και σήμερα. Το 1970 γίνεται ο πρώτος μικρός δίσκος σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη, ενώ το 1972 βγαίνει ο δεύτερος δίσκος πάλι σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη. Το 1975 αφού τελειώνει η δικτατορία εκδίδονται τα Πολιτικά τραγούδια που ήταν και ο πρώτος μεγάλος μου δίσκος.
Κ. Μικρούτσικε είστε ένας δημιουργός που έχετε ασχοληθεί αρκετά με το πολιτικό τραγούδι. Τι μηνύματα θέλετε να περάσετε μέσα από αυτό ;
Με το πολιτικό τραγούδι ασχολήθηκα αρκετά. Έχω κάνει πάνω από τριακόσια έργα που δεν ανήκουν όλα στο χώρο της πολιτικής τέχνης. Για παράδειγμα έχω γράψει ογδόντα τέσσερις δουλειές για θέατρο, περίπου εβδομήντα με ογδόντα δουλειές στο χώρο της συμφωνικής μουσικής, της όπερας ή της πειραματικής μουσικής. Μετά είναι και οι κύκλοι τραγουδιών που ένα κομμάτι τους είναι και το πολιτικό τραγούδι.
Ο Γιάννης Ρίτσος, που τον θεωρώ και δάσκαλό μου κάποια στιγμή μου είχε πει να γράφω για αυτά που με απασχολούν, για αυτά που με καίνε, είτε αυτό λέγετε έρωτας, διαδήλωση, μοναξιά, ταξίδι στο παρελθόν ή κοινωνικό θέμα. Αν σε “καίει” το οτιδήποτε είσαι υποχρεωμένος να γράψεις για αυτό που σε καίει, όμως αυτό από μόνο του, δεν δίνει καμία αξία στο έργο. Την αξία τη δίνει ο τρόπος που θα γράψεις. Αν πάρουμε για παράδειγμα τους κλασσικούς μουσικούς ή τους ροκάδες ή τους μουσικούς της τζαζ ή και έναν ζωγράφο, αυτοί που θα μείνουν θα είναι εκείνοι που έγραψαν με πρωτότυπο τρόπο. Αυτοί που αναμασούν μια τετριμμένη φόρμα δεν θα μείνουν. Αυτό που μένει είναι το καινούριο.
Το πολιτικό τραγούδι με έκαιγε γιατί έζησα σε μια εποχή που η χούντα ήταν μπροστά σε κάθε βήμα σου. Ακόμα και τον έρωτα τον έβλεπα μέσα από αυτό. Θυμάμαι στιγμές που με είχαν συλλάβει ή ακόμα και μέσα στο Πολυτεχνείο κράταγα την τότε γυναίκα μου απ’ το χέρι. Ο έρωτάς μας ήταν κάτω από το πολυβόλο. Σίγουρα λοιπόν υπήρχε ένα κλίμα που με έκαιγε και το εξέφραζα. Το στοίχημα ήταν αν θα το εξέφραζα με έναν τρόπο κοινότοπο, τετριμμένο, ή με έναν τρόπο που ως έργο θα μπορούσε να σταθεί ακόμα και σήμερα. Νομίζω πως έκανα το δεύτερο.
Η αλήθεια είναι ότι βλέπουμε δουλειές σας να ξαναερμηνεύονται με ένα πιο σύγχρονο τρόπο… όπως για παράδειγμα η δουλειά με τα Υπόγεια Ρεύματα.
Η δουλειά με τα Υπόγεια Ρεύματα είναι κάτι άλλο. Εγώ είμαι από τους συνθέτες της γενιάς μου – ίσως και ο Σαββόπουλος- που συνεχίζω να γράφω καινούρια πράγματα. Από το 2000 μέχρι και σήμερα έχω γράψει τον Άμλετ της Σελήνης, την Θάλασσα στη σκάλα με το Βασίλη Παπακωνσταντίνου, το Πάμε ξανά απ’ την αρχή με την Ρίτα Αντωνοπούλου, έχω κάνει δηλαδή και καινούργιες δουλειές. Επειδή όμως το έργο μου είναι μεγάλο σε όγκο έχω κάνει και καινούριες παρουσιάσεις παλαιότερων πραγμάτων.
Η δουλειά με τα Υπόγεια Ρεύματα δεν είναι ένα remix μιας παλιάς δουλειάς. Το γκρουπ αυτό – το θεωρώ ως ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα της δεκαετίας το ‘90- και αποφάσισαν να εργαστούν πάνω σε συγκεκριμένα μου τραγούδια διασκευάζοντάς τα. Πρόκειται για μια δουλειά ουσίας πάνω στο υλικό μου και μου ζήτησαν να συμβάλω κι εγώ.
Σίγουρα είμαι αρνητικός απέναντι στα reality shows. Τα παιδιά αυτά λειτουργούν επιφανειακά ακόμα και τα παιδιά που έχουν μια καλή φωνή…
Σας αρέσει καλύτερα το αποτέλεσμα που δόθηκε με τα Υπόγεια Ρεύματα ή προτιμάτε το αποτέλεσμα του τότε ;
Υπάρχουν κάποια τραγούδια που έγραψα τη δεκαετία του ’60 και του ’70 που αν τα ακούσει κανείς προσεχτικά θα καταλάβει ότι ο ήχος για τότε είναι ήδη πολύ μπροστά από την εποχή του.
Εγώ δεν μπορώ να δώσω την απάντηση αυτή. Αν ρωτήσεις ένα συνειδητό πενηντάρη ίσως να προτιμήσει την παλαιότερη εκδοχή και ένας συνειδητός εικοσάρης την νεότερη εκδοχή με τα Υπόγεια Ρεύματα. Επειδή συμμετέχω κι εγώ στη δουλειά αυτή αναρωτιέμαι : αν τα έγραφα σήμερα τα κομμάτια αυτά θα τα έκανα κι εγώ όπως τα Υπόγεια Ρεύματα; Δεν μπορώ να απαντήσω.
Τι γνώμη έχετε για τα reality shows και τα παιδιά που συμμετέχουν σε αυτά;
Σίγουρα είμαι αρνητικός. Υπάρχουν παιδιά που έχω δει κατά καιρούς το οποία έχουν καλή φωνή. Όμως δεν φτάνει μόνο αυτό, για εμένα μετράει η συνολική χειρονομία του καλλιτέχνη. Τα παιδιά αυτά λειτουργούν επιφανειακά ακόμα και τα παιδιά που έχουν μια καλή φωνή. Λειτουργούν σε ένα κόσμο life style. Για παράδειγμα ο μέσος όρος των Ελλήνων είναι αυτός που έχει εξοχικό στη Μύκονο ή αυτός που βγαίνει πιασμένος χέρι χέρι με μια κοπέλα μοντέλο;
Δεν είναι… Το life style είναι η πλαστή πραγματικότητα, που το πλασάρουν σε μια εποχή τρομερής ανεργίας και προσπάθεια επιβίωσης, που μέσω της τηλεόρασης λένε στον καθένα από εμάς ξεχωριστά, δείτε την ‘τύπισσα’ που βγαίνει από την πισίνα και τον ‘τύπο’ που καπνίζει το πανάκριβο πούρο του. Έτσι μας κλείνει το μάτι και προσπαθεί να μας πείσει ότι μπορεί ο καθένας από εμάς να ζήσει τη ζωή αυτή. Εδώ τους χρειάζεται και το life style τραγούδι τους για να τυλίξει σε μια ωραία συσκευασία όλο το υπόλοιπο. Η τέχνη μπορεί να μην αλλάζει τον κόσμο αλλά η δική τους «τέχνη» διευκολύνει στο να υπάρχει αυτός ο κόσμος.
Η δεκαετία του 2000 έχει αρχίσει και δείχνει πρόσωπα όπως τον Κώστα Λειβαδά. Εντύπωση μου έχει κάνει και η Μόνικα, βέβαια, θέλω να δω τη συνέχειά της…
Η αλήθεια είναι ότι ζούμε σε μια περίοδο «έκτακτης ανάγκης» οικονομικής κρίσης. Ποια κατά τη γνώμη σας πρέπει να είναι η στάση του καλλιτέχνη απέναντι στον απλό λαό;
Όντος υπάρχει η έκτακτη ανάγκη… Βέβαια πρέπει να πω ότι για έκτακτη ανάγκη ακούω τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια (γέλια). Το σύστημα στο οποίο ζούμε είναι ένα αδιέξοδο σύστημα. Ότι κι αν ψήφισε ο καθένας σίγουρα όλοι θα θέλανε να ζούνε σε ένα σύστημα με ίσες ευκαιρίες και όλοι να ξεκινάν το δρόμο τους από το ίδιο σημείο εκκίνησης, και από εκεί και πέρα ο καθένας να εξελιχθεί με τις ικανότητές του. Σίγουρα αυτό δεν υπάρχει, άρα δεν δημιουργεί η κρίση την κοινωνία αυτή αλλά η κοινωνία την κρίση γιατί η ίδια η κοινωνία δημιουργεί τις ανισότητες. Ο καλλιτέχνης λοιπόν μέσα από την τέχνη του πρέπει να αντιταχθεί σ΄ αυτό.
Υπάρχουν σήμερα δείγματα ποιοτικής συμπεριφοράς στην σύγχρονη μουσική ;
Βέβαια υπάρχουν. Ιδιαίτερα στη δεκαετία το ’80 όπως ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Διονύσης Τσακνής, ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας. Η δεκαετία του ’90 είχε τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, τον Νίκο Ζούδιαρη, τον Μίλτο Πασχαλίδη, τον Ορφέα Περίδη, συγκροτήματα ροκ όπως τα Ξύλινα Σπαθιά και τα Υπόγεια Ρεύματα… και άλλα. Η δεκαετία του 2000 έχει αρχίσει και δείχνει πρόσωπα όπως τον Κώστα Λειβαδά εντύπωση μου έχει κάνει και η Μόνικα βέβαια θέλω να δω τη συνέχειά της. Άρα όλο αυτό που είχε ξεκινήσει από τον Τσιτσάνη, τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκη μέχρι τους νεώτερους είναι μια τεράστια αλυσίδα με μεγαλύτερους ή μικρότερους κρίκους.
Ο έρωτας τι ρόλο έχει παίξει στην ζωή σας;
Τεράστιο. Το θεωρώ κινητήριο πράγμα για τη ζωή μου και ήμουν πάντα ανοιχτός. Έχω φάει αυτό που λέμε ‘πόρτα’ έχω κλείσει κιόλας. Βέβαια όταν κλείνει μια πόρτα ανεξάρτητα το ποιος την έχει κλείσει κάτι δεν έχει πάει καλά. Η αλήθεια είναι ότι έχω ερωτευθεί πάρα πολύ στη ζωή μου και έχω αφεθεί να ερωτευθώ. Δεν τσιγκουνεύτηκα ποτέ τα συναισθήματά μου. Αυτό που γίνεται σήμερα είναι λάθος. Νέα παιδιά κλείνονται και είναι τσιγκούνηδες στα συναισθήματά τους. Τσιγκούνης δεν πρέπει να είναι κανείς σε κανένα επίπεδο.
Έχετε πληγωθεί ποτέ από γυναίκα;
Βέβαια. Ειδικά μια εποχή στη δεκαετία του ’70 πέρασα πολύ ζόρικα. Το θετικό όμως ήταν ότι ήμουν ο εαυτός μου. Πάντα ήμουν πολύ έντιμος. Ακόμα και σε σχέσεις μικρής διάρκειας. Για να πάρεις κάτι από τη ζωή πρέπει πρώτα να δώσεις το 100% .
Τον έρωτα τον θεωρώ κινητήριο πράγμα για τη ζωή μου και ήμουν πάντα ανοιχτός. Έχω φάει και αυτό που λέμε ‘πόρτα’ έχω κλείσει κιόλας…
Γιατί όμως οι νέοι σήμερα δεν αφήνονται δεν δίνουν;
Φταίει ο τρόπος ζωής οι μεγάλες ταχύτητες. Είμαστε στην εποχή των ταχυτήτων και των μεγάλων αλλαγών. Σε αυτές τις ταχύτητες όμως δεν μπορεί κάποιος να δώσει αξία στη στιγμή, να την παρατηρήσει και να αφεθεί. Ο μέσος όρος σήμερα είναι ψεκάστε σκουπίστε και τέλος. Σε μερικές περιπτώσεις αυτό πετυχαίνει αλλά συνήθως όχι.
Θα θέλατε να πείτε δυο λόγια για τη Μαρία Δημητριάδη;
… όταν πεθαίνει κάποιος ο κόσμος συνήθως λέει μόνο τα καλά ή μεγεθύνει τα καλά στοιχεία του ανθρώπου που έφυγε. Λυπάμαι λοιπόν που αυτή η συνέντευξη δεν έγινε όσο ζούσε γιατί θα έλεγα ακριβώς τα ίδια πράγματα και θα τα πω λίγο προκλητικά. Η Μαρία Δημητριάδη ήταν η καλύτερη Ελληνίδα τραγουδίστρια. Η ερμηνεία της Μαρίας εμπεριέχει ταυτοχρόνως ένα πάθος και ένα λυρισμό μαζί που όταν το ακούς σου γδέρνει την ψυχή. Αυτό το συναντάς μόνο στις μεγάλες ντίβες της όπερας. Σε άλλες τραγουδίστριες θα πει κανείς «ωραία λυρική τραγουδίστρια» ή « ωραία επιθετική ροκ τραγουδίστρια» θα πει κάτι απ’ όλα. Στην περίπτωση της Μαρίας Δημητριάδη η ερμηνεία της εμπεριείχε δύο και τρία πράγματα ταυτόχρονα. Κρίμα δεν είναι μόνο ο θάνατός της αλλά και το γεγονός ότι επί της ουσίας είχε σταματήσει νωρίτερα.
Πιστεύω ότι δύο τραγουδίστριες αδίκησαν τους εαυτούς τους η μια ήταν η Μαρία Δημητριάδη και η Φλέρη Νταντωνάκη.
Κλείνοντας αυτή τη συνέντευξη θα ήθελα να δώσετε μια ευχή για τα νέα παιδιά που ξεκινάνε τώρα στο χώρο της μουσικής.
Θέλει δύναμη. Να είναι έτοιμοι να δείξουν τη δουλειά τους, ειδικά μέσα από τα live γιατί αυτό δένει τους ανθρώπους. Όσο για την ευχή… αυτό που εύχομαι είναι σε κάθε νέο παιδί που έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με το πιάνο του, την κιθάρα ή την παρτιτούρα να ξεπερνάει τις καταγεγραμμένες του δυνατότητες. Κάθε άνθρωπος έχει κάποια όρια. Όταν τα ανακαλύψει αυτά και καταφέρει να τα ξεπεράσει και να δημιουργήσει τότε αξίζει και η περιπέτεια του πάνω στη γη.