Βιογραφία | Οδυσσέας Δημητριάδης
Ο Δημητριάδης είναι ένας από τους σπάνιους μαέστρους που συνδυάζει με επιτυχία την αγάπη για το θέατρο όπερας και την αφοσίωση στη συμφωνική δραστηριότητα. Όντας λαμπρός μαέστρος στις όπερες, γνωρίζει σε βάθος την ιδιομορφία της τέχνης του τραγουδιού. Αυτό που εκπλήσσει στη φυσιογνωμία του Δημητριάδη είναι η καταπληκτική σύμπτωση των μουσικών και ανθρώπινων προσόντων του. Ψυχικά γενναιόδωρος, με σπάνια καλοσύνη, ψηλό μορφωτικό επίπεδο, έντονη ιδιοσυγκρασία, ικανός να ενδιαφέρεται και να βοηθά τον πλησίον του, φίλους και συναδέλφους, τέτοιος είναι ο Δημητριάδης στη ζωή. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τον Δημητριάδη πίσω από το αναλόγιο του μαέστρου.
Ο Οδυσσέας γεννήθηκε 7 Ιουλίου του 1908 στη Γεωργιανή πόλη Βατούμ στην οικογένεια του εμπόρου Αχιλλέα Δημητριάδη και της γυναίκας του Καλλιόπης Εφραιμίδου. Ο μικρός Οδυσσέας σημειώνει τις πρώτες του επιτυχίες στο πιάνο κάτω από την καθοδήγηση της αδελφής του Λίζας. Πολύ νωρίς άρχισε τις μουσικές του σπουδές στο πιάνο και το βιολί στο Ωδείο της πόλης. Το 1923 στο σχολείο ανεβάστηκε το μονόπρακτο μπαλέτο του Οδυσσέα «Μετά την ταυρομαχία» και συνόδευε στο πιάνο ο 15-χρονος συνθέτης.
Αργότερα αποφοίτησε από την Μουσική Ακαδημία της Τιφλίδας στα θεωρητικά και τη σύνθεση από την τάξη των συνθετών Σ. Μπαρχουνταριάν και Μ. Μπαγκρινόβσκι. Για πρώτη φορά διηύθυνε στο Σουχούμι το 1933, όπου ήταν διευθυντής του Κρατικού Ωδείου και είχε οργανώσει την πρώτη Κρατική Συμφωνική Ορχήστρα της Αμπχαζίας. Τότε αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του ως διευθυντής ορχήστρας στο Ωδείο του Λένινγκραντ. Σπούδασε με τους μαέστρους Α. Γκάουκ και Ι. Μούσιν.
Το 1937 έγινε Διευθυντής Ορχήστρας του Κρατικού Θεάτρου Όπερας της Γεωργίας. Το 1947 έγινε Αρχιμουσικός και Διευθυντής της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Γεωργίας. Από το 1965 ήταν Α΄ Διευθυντής Ορχήστρας του φημισμένου Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου Μπολσόι στην Μόσχα.
Το 1972 ήταν Α΄ Διευθυντής Ορχήστρας του Κρατικού Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου της Γεωργίας. Στην Ολυμπιάδα της Μόσχας το 1980 αναλαμβάνει την θέση του Διευθυντή του μουσικού της μέρους και μετά βραβεύεται με το μετάλλιο «Για την ηρωική δουλειά». Επίσης είναι καθηγητής της Μουσικής Ακαδημίας της Μόσχας και της Τιφλίδας.
Αν τοποθετήσουμε στη μια μεριά της ζυγαριάς τα διάφορα είδη εργασίας του Οδ. Δημητριάδη – αυτή του δασκάλου, του συνθέτη, τη διοικητική και κοινωνική, και στην άλλη τη δραστηριότητα του σαν διευθυντή ορχήστρας, η τελευταία θα είναι πολύ πιο βαριά. Στον μουσικό κόσμο, ιδιαίτερα στο εξωτερικό, είναι κατεξοχήν γνωστός σαν μαέστρος.
Ο Δημητριάδης είναι ο πρώτος Έλληνας μαέστρος στη πρώην Σοβιετική Ένωση που διευθύνει συχνά στα κυριότερα μουσικά κέντρα της χώρας του και στο εξωτερικό.
Ο Οδ. Δημητριάδης εμφανίστηκε σε θέατρα με παγκόσμια φήμη. Π.χ. στο θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα της Βιέννης, στο θέατρο «Κόλον» του Μπουένος-Αϊρες, στο «Ατενέουμ» Βουκουρεστίου, στο «Ηρώδειου του Αττικού» της Αθήνας και σε ξακουστές αίθουσες συναυλιών όπως η Μεγάλη Αίθουσα της Μουσικής Ακαδημίας της Μόσχας, η Αίθουσα Συναυλιών Π. Τσαϊκόφσκι, το Μέγαρο των Συνεδρίων της Μόσχας, η Μεγάλη Αίθουσα της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ, το «Carnegie Hall» της Νέας Υόρκης, οι αίθουσες του «Μεγάρου Μουσικής» και της «Λυρικής Σκηνής» στην Αθήνα, το «Μετροπόλ» του Βερολίνου, της Μαδρίτης κλπ.
Ο Οδ. Δημητριάδης ήταν μαέστρος πολλών εξαιρετικών φιλαρμονικών και συμφωνικών ορχηστρών όπερας. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι η Κρατική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΣΣΔ, η Ακαδημαϊκή Ορχήστρα της Φιλαρμονικής Μόσχας, η Μεγάλη Συμφωνική Ορχήστρα του Ραδιοφώνου, η Συμφωνική Ορχήστρα του θεάτρου Μπολσόι (Μόσχας), η διακεκριμένη ορχήστρα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η Ακαδημαϊκή Συμφωνική Ορχήστρα της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ, η ορχήστρα της Κρατικής Όπερας της Βιέννης, οι ορχήστρες της Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Βερολίνου, Πράγας, Βουδαπέστης, Βουκουρεστίου, Σόφιας και Μπουένος-Αϊρες.
Συνεργάτες του Οδ. Δημητριάδη σε συμφωνικές συναυλίες και όπερες υπήρξαν πολλοί γνωστοί μουσικοί, «αστέρια» διάφορου μεγέθους: οι πιανίστες Σ. Ρίχτερ, Ε. Γκίλελς, Λ. Ομπόριν, Μ. Γιούντινα, Κ. Ιγκούμνοφ, Γ. Νεϊγκάουζ, Ε. Βιρσαλάτζε, Ν. Πετρόφ (ΕΣΣΔ), Β. Κλάιμπερν (ΗΠΑ), οι βιολιστές Μ. Πολιάκιν, Ντ. Οϊστραχ, Γ. Μπάρινοβα, Β. Κλίμοφ, Ι. Οϊστραχ, Β. Πικάιζεν, Μ. Βάιμαν, Σ. Στάντλερ (ΕΣΣΔ), οι βιολοντσελίστες Μ. Ροστροπόβιτς, Σ. Κνουσεβίτσκυ, Γ. Τσόμυκ (ΕΣΣΔ), οι τραγουδιστές Γ. Βισνέφσκαγια, Ι. Αρχίποβα, Β. Ατλάντοφ, Ε. Νεστερένκο, Ε. Ομπραζτσόβα, Γ. Γασπαριάν, Β. Νταβύντοβα, Φ. Μουχτάροβα, Γ. Κιπορένκο-Νταμάνσκι, Τσ. Τατισβίλι, Τ. Μιλάσκινα, Γ. Μαζουρόκ, Ζ. Αντζαπαρίτζε, Δ. Γκαμρεκέλι, Π. Μπουρτσουλάτζε, Ν. Χαράτζε, Λ. Γκοτσιρίτζε, Α. Τσακαλίδη, Ζ. Σοτκιλάβα (ΕΣΣΔ), Ν. Γκιαούροφ (Βουλγαρία), Α. Αμπάρ, Ντ. Ταντέι (Ιταλία), Σ. Θεοδωρίδου (Γερμανία), Ν. Μοσχόνας, Α. Κορώνα (ΗΠΑ) και άλλοι.
Στον Οδ. Δημητριάδη αποδίδονται πάνω από έξι χιλιάδες συναυλίες και έργα.
Στη διάρκεια άνω των 70 χρόνων η πλατιά δραστηριότητα του μαέστρου και η εκτεταμένη παιδαγωγική δουλειά συνδυαζόταν από τον Οδ. Δημητριάδη με μεγάλη κοινωνική δουλειά που γινόταν πέρα από κάθε άλλο πρόγραμμα.
Ήταν μέλος του δημοτικού συμβουλίου του Σουχούμι (1931) και της Τιφλίδας (τρεις φορές στα 1954-1960). Συμμετείχε σαν πιανίστας σε πολλές συναυλίες που οργανώνονταν σε τμήματα του Κόκκινου Στρατού, νοσοκομεία, στρατολογικά τμήματα (1941-1945) και βιομηχανικές επιχειρήσεις.
Συμμετείχε στη εργασία πολλών κριτικών επιτροπών σε διαγωνισμούς: Του Δεύτερου Πανενωσιακού Διαγωνισμού διευθυντών ορχήστρας στη Μόσχα (1966), διεθνών διαγωνισμών διευθυντών ορχήστρας στην Ιταλία (1972) και στη Γαλλία (1973), Πανενωσιακού διαγωνισμού τραγουδιστών Γκλίνκα στην Τιφλίδα (1975) και διευθυντών ορχήστρας στο Νοβοσιμπίρσκ (1989) κ.ά.
Ο Δημητριάδης οργάνωσε με τεράστια επιτυχία το μουσικό μέρος της Ολυμπιάδας της Μόσχας (1980), βάζοντας σε αυτή τη εργασία όλη τη δύναμη των δημιουργικών και οργανωτικών του ικανοτήτων.
Από το 1958 ο Οδ. Δημητριάδης ήταν μόνιμος αντιπρόεδρος του συνδέσμου «ΕΣΣΔ-Ελλάδα». Το 1989 εκλέχθηκε επίτιμος πρόεδρος του Πανενωσιακού Συνδέσμου των Ελλήνων και με αυτή την ιδιότητα ο 82-χρονος πατριάρχης της μουσικής συμμετείχε πολύ δραστήρια στο Πρώτο Πανενωσιακό Φεστιβάλ πολιτισμού και τέχνης των Ελλήνων της Πρ. Σοβιετικής Ένωσης (1990).
Η ακούραστη και εποικοδομητική δραστηριότητα του Οδυσσέα Δημητριάδη τιμήθηκε με πολλά βραβεία: με τα παράσημα «Παράσημο Τιμής» (1946), της «Εργατικής Κόκκινης Σημαίας»(1951), με τα μετάλλια «Για την άμυνα του Καυκάσου», «Για την ηρωική δουλειά στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο» (1946), «Για την ηρωική δουλειά» (1980).
Του απονεμήθηκαν οι τιμητικοί τίτλοι του Διακεκριμένου Παράγοντα της Τέχνης της Γεωργίας (1943), του Λαϊκού Καλλιτέχνη της Γεωργίας (1954) και της Αμπχαζίας (1983), του Λαϊκού Καλλιτέχνη της ΕΣΣΔ (1958). Το 1978 του απένειμαν το βραβείο Ζ. Παλιασβίλι και το 1989 το βραβείο Σ. Ρουσταβέλι.
Η αγάπη του γεωργιανού λαού στον μαέστρο του εκφράστηκε και με την απονομή στον Οδ. Δημητριάδη του τίτλου του Επίτιμου Πολίτη της Τιφλίδας (1987) και του Βατούμ (1988).
Τα τελευταία τριάντα χρόνια η Ελλάδα κατείχε μια από τις κυριότερες θέσεις στη δραστηριότητα του Οδ. Δημητριάδη σαν διευθυντή ορχήστρας. Η σημαντική συμβολή του στον πολιτισμό της Ελλάδας αναγνωρίστηκε από τον ελληνικό λαό και την κυβέρνηση της Ελλάδας.
Αυτό φαίνεται από επιστολή του πρώην δημάρχου Αθηνών Μ. Έβερτ ημερομηνίας 16 Μαΐου 1988: «Αξιότιμε κ. Οδ. Δημητριάδη. Το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηναίων … αποφάσισε να απονείμει το χρυσό μετάλλιο της πόλεως των Αθηνών σε 12 προσωπικότητες παγκόσμιου κύρους που με το έργο, την προσφορά και την ακτινοβολία τους συντελούν στη διεθνή προβολή των Ελληνικών θεμάτων και της χώρας μας γενικότερα.»
Στη συνέχεια, ο κ. Έβερτ αναφέρει, ότι ανάμεσα στους άλλους έντεκα βραβευμένους είναι ο διαπρεπής Έλληνας συνθέτης Γ. Ξενάκης, οι τραγουδίστριες Αγνή Μπάλτσα και Νανά Μούσχουρη, ο κυβερνήτης της Μασαχουσέτης Μάικ Δουκάκης, ο Αρχιεπίσκοπος Νοτίου και Βορείου Αμερικής κ. Ιάκωβος κ.ά.
Το 2002 από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας του απονέμεται ο τίτλος του επίτιμου μαέστρου της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας των Αθηνών.
Από το 1993 είναι μόνιμος κάτοικος της Ελλάδας. Η Ελλάδα – μια από τις πιο αγαπητές σελίδες της ζωής του, κατέχει σημαντική θέση στη δημιουργία, την καρδιά και στη σκέψη του. Εδώ, αρχίζοντας από το 1964 και μετά, σχεδόν κάθε χρόνο και κάποτε δυο-τρεις φορές το χρόνο, έρχεται και ο ίδιος για τουρνέ, οδηγούμενος από την αγάπη στους συμπατριώτες του και την Ελλάδα, που κι αυτή αγαπάει το ένδοξο τέκνο της. Δεν είναι τυχαίο που στην Ελλάδα λένε: «Ο Οδυσσέας είναι ο μαέστρος μας».
Ο Δημητριάδης νοιώθει απέραντη χαρά που στην Ελλάδα κατά τις πρόβες μιλά με τους καλλιτέχνες της ορχήστρας χωρίς μετάφραση, μιλά στη γλυκόφωνη ελληνική γλώσσα. Του προξενούν τεράστια ικανοποίηση οι συναυλίες του, χάρη στις οποίες οι κάτοικοι των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης γνώρισαν τα καλύτερα έργα των Ρώσων συνθετών του 19ου-20ου αιώνα και άλλων σύγχρονων συνθετών.
Στην Ελλάδα, ο Οδ. Δημητριάδης ανέβασε για πρώτη φορά τις όπερες του Τσαϊκόφσκι «Ευγκένι Ονέγκιν» και του Προκόφιεφ «Αρραβωνιάσματα στο μοναστήρι», εκτέλεσε συμφωνικά έργα των Μπετόβεν, Μπερλιόζ, Σούμπερτ, Μπραμς, Τσαϊκόφσκι, Προκόφιεφ, Σοστακόβιτς κ.ά.
Ανεκτίμητος είναι ο ρόλος του Δημητριάδη σε ότι αφορά την προπαγάνδα των έργων πολλών Ελλήνων συνθετών: Μ. Καλομοίρη, Σ. Σαμαρά, Μ. Παλάντιου, Οδ. Μιχαηλίδη, Α. Ευαγγελάτου, Μ. Θεοδωράκη, Α. Ξένου και άλλων.
Εκτέλεσε την όπερα «Το δακτυλίδι της μάνας» του Μ. Καλομοίρη, «Παραλλαγές και φούγκα σε ελληνικό θέμα» του Α. Ευαγγελάτου, τις σουίτες «Καρναβάλι» και «Αντιγόνη» (από το ομώνυμο μπαλέτο) του Μ. Θεοδωράκη και άλλα έργα. Έργα των Ελλήνων συνθετών περιλαμβάνονται σχεδόν σε κάθε συναυλία του Δημητριάδη.
Ιδιαίτερος ήταν ο ρόλος που έπαιξε για το ανέβασμα της όπερας του Σ. Σαμαρά «Φλώρα Μιράμπιλις». Με βάση τη διασκευή που σώθηκε τυχαία (η παρτιτούρα είχε καεί) δημιούργησε τη νέα παρτιτούρα της όπερας και με αυτό τον τρόπο συνέτεινε στο να διατηρηθεί στο ρεπερτόριο της αθηναϊκής «Λυρικής Σκηνής», η Διοίκηση της οποίας του παράγγειλε τη δουλειά της «αναστήλωσης» της όπερας του Σαμαρά.
Το 1968-70 ο Δημητριάδης οργανώνει συναυλίες στη Μόσχα, το Λένινγκραντ και το Κίεβο αφιερωμένα στον Μίκη Θεοδωράκη, λόγω της σύλληψης και εξορίας του από την Ελλάδα. Πραγματοποίησε το 1962 την πρώτη εκτέλεση του συμφωνικού ποιήματος «Ο Διγενής δεν πέθανε» του Α. Ξένου στην Μεγάλη Αίθουσα Τελετών της Κρατικής Μουσικής Ακαδημίας της Μόσχας.
Επίσης στην αρχή της καριέρας του συνεργάζεται με το ελληνικό θεατρικό θίασο του Θόδωρου Κανονίδη στο Σουχούμι τα έτη 1932-6 και γράφει μουσική για τα έργα «Πρόσφυγες στην Ελλάδα» και «Η χαρά».
Στην αγαπημένη του Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια δινόταν τεράστια σημασία στο ρόλο που έπαιζε η μουσική στη διαπαιδαγώγηση, οι δε φιλόσοφοι πίστευαν ότι η μουσική τέχνη «πρέπει να ολοκληρώνεται με την αγάπη προς το ωραίον» (Πλάτων). Λες και ακολουθώντας τη διαθήκη των προγόνων του ο Οδυσσέας Δημητριάδης αφιέρωσε πάνω από 70 χρόνια της ζωής του στην καθιέρωση και την απανταχού διάδοση του ωραίου.
Τίποτε όμως δεν γονάτισε, ούτε και μπορούσε να γονατίσει τον Οδ. Δημητριάδη, διότι είναι μια ισχυρή προσωπικότητα. Δεν είναι από αυτούς που γονατίζουν κάτω από τα κτυπήματα της μοίρας. Πιθανόν, διότι από φύσης του είναι οπαδός του Επίκουρου και αγαπά τη ζωή. Για αυτούς τους ανθρώπους λένε: «έχει μέσα του ισχυρό το διονυσιακό στοιχείο» αν και ο ίδιος αισθάνεται να διαθέτει κάτι από τον Διόνυσο και κάτι από τον Απόλλωνα. Η τεράστια αγάπη για την ενεργό ζωή που δυναμώνει με τα χρόνια σε συνδυασμό με την αφοσίωση στην τέχνη δεν του επιτρέπει να χαλαρώσει.
Το φαινόμενο Δημητριάδη συνίσταται στο ότι η προσωπικότητα και το έργο του αποτελούν ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο μίγμα του πολιτισμού τριών λαών: ρωσικού, γεωργιανού και ελληνικού…
Το γεγονός ότι ο Οδ. Δημητριάδης έχει μια ασχολία που την αγαπά, που γι’ αυτόν είναι ιερή και της έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή, τον κάνει ευτυχισμένο. Η διεύθυνση ορχήστρας αποτέλεσε στοιχειό της ζωής του Δημητριάδη, βάση του δημιουργικού του άθλου και του προορισμού του που καθιερώνει τη Ζωή, το Καλό, το Φως, την Ευτυχία και το Ωραίο.
Ο Οδυσσέας Δημητριάδης δικαιούται να πει για τον εαυτό του: Ζω για να διευθύνω ορχήστρα. Διευθύνω ορχήστρα για να ζω. Με την αναγκαστική διακοπή από το 2001 της ενεργής συμμετοχής του σε συναυλίες λόγω της σωματικής γήρανσης στερείται τον βασικό στόχο της ζωής του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του επιστρέφει στην Τιφλίδα στο οικογενειακό περιβάλλον, που τον αποκόπτει από την Ελλάδα, αλλά το πνεύμα του ακούραστου Προμηθέα φλέγεται μέσα του και ακόμη ονειρεύεται για μια τελευταία φορά να έρθει στην Πατρίδα. Δυστυχώς αυτό το τελευταίο του όνειρο δεν υλοποιήθηκε άλλα το μεγάλο και αθάνατο του πνεύμα για πάντα θα μένει στην μνήμη και στις καρδιές των Ελλήνων.
Ο εικοστός αιώνας έδωσε στον κόσμο τους τρεις κορυφαίους μαέστρους του κόσμου ελληνικής καταγωγής: Δημήτρη Μητρόπουλο, Herbert Von Karajan και τον Οδυσσέα Δημητριάδη. Πέντε χρόνια πριν εμείς χάσαμε και τον τελευταίο από αυτούς τους Κολοσσούς, που τυχαίνει να ήταν και ποντιακής καταγωγής.
Στις 27 Απριλίου 2005 ο Μεγάλος Οδυσσέας τελείωσε το μακρύ του ταξίδι σε αυτή τη ζωή σχεδόν φτάνοντας στα σε ηλικία 97 ετών στην πόλη Τιφλίδα.
Πηγή:
www.oraman.eu
Προσαρμογή- Επιμέλεια: Ελένη Κεφαλληνού