CAN’T GET ENOUGH – Bad Company | Η ιστορία του τραγουδιού
CAN’T GET ENOUGH – Bad Company
One, two,
One, two, three,
Well, I take whatever I want,
And baby, I want you,
You give me something I need,
Now tell me I got something for you,
Come on, come on, come on and do it,
Come on and do what you do,
I can’t get enough of your love, huh,
I can’t get enough of your love (x2)
Listen,
Well, it’s late and I want love,
Love that’s gonna break me in two,
Gonna hang me up in the doorway,
Gonna hang me up like you do,
Yeah, Come on, come on, come on and do it,
Come on, come on, do what you do, ooh,
I can’t get enough of your love,
I can’t get enough of your love, huh,
I can’t get enough of your love
What I say now,
Oh, I can’t get enough of your love, ooh,
I can’t get enough of your love (x2)
Say it again,
I can’t get enough of your love (x3)
I gotta tell you, baby, that I,
I love you so much, I can’t get enough of your love,
I love you so much, I can’t get enough of your love,
I can’t get enough of your love,
Mmm, You know what I’m saying, baby,
I can’t get enough of your love,
I can’t get enough, enough of your love (x2)
I can’t get enough of your love, yeah,
This one, this one,
Woo,
Oh, come on, baby,
Come over here right now, oh,
Oh.
Το τραγούδι αυτό είναι μία καλή γεύση της αυθεντικής σύνθεσης των Bad Company, οι οποίοι ήταν ένα από τα πρώτα και πιο μακροχρόνια super συγκροτήματα. Αποτελούνταν από τον τραγουδιστή Paul Rodgers και τον drummer Simon Kirke από τους Free, τον κιθαρίστα Mick Ralphs από τους Mott The Hoople και τον μπασίστα Boz Burrell από τους King Crimson. Επιπλέον, μοιράζονταν τον ίδιο παραγωγό με τους Led Zeppelin, τον Peter Grant.
Το «Can’t Get Enough» το έγραψε ο Mick Ralphs από τον καιρό που ήταν ακόμα στους Mott The Hoople και ηχογραφήθηκε το Νοέμβριο του 1973, με παραγωγούς τους ίδιους τους Bad Company, στο διάσημο κινητό στούντιο του Ronnie Lane (γνωστό και ως LMS – Lane’s Mobile Studio), ένα από τα πρώτα κινητά στούντιο ηχογράφησης του κόσμου. Το ίδιο στούντιο το είχε νοικιάσει ο Lane και για την ηχογράφηση επιφανών δίσκων όπως το «Quadrophenia» των Who και το «Physical Graffiti» των Led Zeppelin.
Από τις δυναμικές συγχορδίες της εισαγωγής έως το αποκορύφωμά του, το «Can’t Get Enough» δεν είναι μόνο η πεμπτουσία των Bad Company αλλά καθορίζει και τον blues-rock ήχο της μετά-Led Zeppelin εποχής τη δεκαετία του 1970. Άλλωστε έχει όλα τα σωστά στοιχεία ενός κλασικού ροκ τραγουδιού: κιθάρα, μπάσο, drums και σεξ. Οι απαραίτητες δυναμικές συγχορδίες φαίνονται σχεδόν περιττές αλλά γίνεται σαφές ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ των οργάνων είναι το «κλειδί» αυτού του τραγουδιού. Τα φωνητικά μπαίνουν και βγαίνουν τη σωστή στιγμή, όπως κάνουν και οι διπλές κιθάρες στη μέση του τραγουδιού. Αν και στην αρχή ο τραγουδιστής υποστηρίζει ότι μπορεί να πάρει ό,τι θέλει («Well, I take whatever I want»), στο τέλος βρίσκεται σε απόγνωση κάτι που τονίζεται και από την κιθάρα του Mike Ralphs.
Όλα αυτά τα στοιχεία, μαζί με τη ψυχωμένη φωνή του Paul Rodgers και το μανιακό παίξιμο του Mike Ralphs, συνθέτουν τη «χρυσή» συνταγή. Αν και σε επόμενες ηχογραφήσεις ο Rodgers τραγούδησε παρόμοια φιλήδονα τραγούδια που συνόρευαν με την παρωδία, το «Can’t Get Enough» είναι αξεπέραστο γιατί οι στίχοι και η μουσική μιμούνται ο ένας τον άλλον προκαλώντας το συναίσθημα της ακολασίας.
Το «Can’t Get Enough», έχοντας στη β’ πλευρά το «Little Miss Fortune», ήταν το πρώτο single που κυκλοφόρησαν οι Bad Company αλλά και αυτό που είχε την καλύτερη πορεία στα charts, καθώς έφτασε στο Νο 5 των Η.Π.Α., στο Νο 15 της Μεγάλης Βρετανίας και στο Νο 3 του Καναδά. Από το 1974 μέχρι το 1992, εννέα τραγούδια των Bad Company μπήκαν στο αμερικάνικο Top 40 αλλά κανένα δεν έφτασε τόσο ψηλά όσο το «Can’t Get Enough».
Το άλμπουμ «Bad Company», που περιείχε το τραγούδι, ανέβηκε στο Νο 1 των Η.Π.Α. πουλώντας 5.000.000 αντίτυπα και είναι το 46ο πιο επιτυχημένο άλμπουμ της δεκαετίας του 1970.
http://www.youtube.com/watch?v=cp6k49EqUcU
Το «Can’t Get Enough» κυκλοφόρησε και σε ζωντανές εκτελέσεις, οι οποίες περιλαμβάνονται στους δίσκους «What You Hear Is What You Get: The Best Of Bad Company» (1993), «In Concert: Merchants Of Cool» (2002), «Live In Albuquerque 1976» (2006), «Hard Rock Live» (2010), «Live At Birmingham NEC» (2011) και «Live At Wembley» (2011, DVD). Επίσης, τον Οκτώβριο του 1996, κυκλοφόρησε σε νέα ηχογράφηση η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Stories Told & Untold» ενώ το 2003 ο Mike Ralphs συμπεριέλαβε στο άλμπουμ «That’s Life – Can’t Get Enough» ένα αυθεντικό demo του τραγουδιού από το 1970.
Άλλες εκτελέσεις
Το 2012 ο Frank Lee Sprague ηχογράφησε μία εκτέλεση του “Can’t Get Enough” για τις ανάγκες του άλμπουμ “Super Hits Of The Seventies” του αμερικανικού ραδιοφωνικού σταθμού WFMU.
Το τραγούδι ερμήνευσε σε ζωντανές του εμφανίσεις το ιταλικό συγκρότημα Kasesparse.
http://www.youtube.com/watch?v=6XZhx4vyDIk
Το “Can’t Get Enough” ακούστηκε στην ταινία «Τι Στο Μπιπ Ξέρουμε;» (What The Bleep Do We Know?, 2004) ενώ το 1990 χρησιμοποιήθηκε σε διαφήμιση των Levi’s. Επίσης, συμπεριλήφθηκε στο video game Rock Band 3.
Έρευνα-κείμενα-επιμέλεια: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης