Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας: δύο ποιητές παρέδωσαν μαθήματα συναυλίας στο Λυκαβηττό
21:50. Πρώτος ανεβαίνει στη σκηνή ο Χάρης, μόνος του…αφού καταλαγιάζουν λίγο τα χειροκροτήματα, μας καλησπερίζει τραγουδιστά -πώς αλλιώς;- με τα «Παλιά καλοκαίρια». Κι εγώ σκέφτομαι ότι δεν έχω βρεθεί ποτέ σε τόσο ήσυχο Λυκαβηττό.
Αμέσως μετά, έρχεται και ο Πάνος για να ενώσουν τις φωνές τους -προσπαθώ να βρω κατάλληλο επίθετο να τις χαρακτηρίσω, αλλά μάταια- στο «Έλα στ’ όνειρό μου». Ακούμε τον Πάνο να μας ευχαριστεί όλους, παλιούς και καινούριους, συμπληρώνοντας ότι ελπίζουν να μη μας απογοητεύσουν. Εκείνοι. Εμάς. Κάνει και την αναφορά του στην κρίση των ημερών μας, λέγοντας: «Δεν έχουμε το δικαίωμα να σκύβουμε το κεφάλι, κανείς δε μπορεί να μας απαγορεύσει να ελπίζουμε». Και σιγά σιγά, ανοίγει το μαγικό τους μουσικό κουτί:
«Νύχτωσε νύχτα»…όπως ακριβώς το θυμάστε. «Δωμάτιο», συνοδευόμενο από τη δήλωση ‘τα λέει όλα’ (εγώ τι άλλο μπορώ να πω;). «Λουλούδι του Δάσους» αφιερωμένο από το Χάρη στην ανηψιά του Μαριάννα. «Μάρκος και Άννα», από τον Πάνο. Η «Σαντορίνη» επίσης. Πάλι ο Χάρης, με το «Υπόγειο», το οποίο προλόγισε καλώντας μας να προσφεύγουμε στην ποίηση όταν πονάει ψυχή μας…«Γυμνή Σκιά».
Σε εκείνο το σημείο πέρασε η σκυτάλη στον Μανώλη Λιδάκη, όχι τον γνωστό, αλλά τον συνεργάτη των Κατσιμιχαίων, επί της κιθάρας και των φωνητικών στο σχήμα. Μας λέει πολύ συμπαθητικά το «Πόσο πολύ σ’αγάπησα» και τη «Μικρή πατρίδα», των Βασίλη Δημητρίου και Γιώργου Ανδρέου αντίστοιχα.
Σειρά έχει τώρα ο «Φάνης», αφιερωμένος εξαιρετικά στο Μάνο Ξυδούς, για τον οποίο είπαν συγκινημένοι ότι έπρεπε να είναι εκεί. Ακολουθεί το «Για ένα κομμάτι ψωμί», με το χαρακτηρισμό του απόλυτα επίκαιρου. Ο ευδιάθετος Πάνος ξανά στο προσκήνιο, λέγοντας με χιουμοριστική διάθεση: «Η φάση είναι στα κόκκινα. Θα τη βγάλουμε με φασόλια και φακές, μη μας πάρει από κάτω! Και κάπου εδώ τελειώνει ο πολιτικός μου λόγος». «Κόκκινο Φεγγάρι».
Ξανά ο Μανώλης Λιδάκης, με το «Μ’αρέσει να μη λέω πολλά» από τα Υπόγεια Ρεύματα, και ο Πάρης Γκαγκαστάθης -επί των πλήκτρων και των φωνητικών- στο «Δε μπορώ» του Νίκου Ζούδιαρη.
Ο Χάρης τώρα, μιλάει για τους μουσικούς του: «Αυτοί δεν είναι οι καλύτεροι μουσικοί της χώρας, κι εμείς δεν είμαστε οι καλύτεροι συνθέτες, αλλά σίγουρα, όλοι εμείς που βλέπετε στη σκηνή, είμαστε οι καλύτεροι φίλοι του κόσμου». Και συνεχίζει με το «Άϊ της αγάπης μαχαιριά», σημειώνοντας ότι το αφιερώνει στον Νικολάκη, ένα παιδάκι που θα βαφτίσει σε λίγο καιρό και το έχει αγαπήσει πολύ. «Κορίτσια της συγγνώμης». «Προσωπικές οπτασίες». Και το δάκρυ κορόμηλο…
Για να πάρουμε μια ανάσα, μας συστήνουν τους μουσικούς της μπάντας: Νίκος Τσιμπούκης στην ηλεκτρική κιθάρα, Βαγγέλης Παπαπέτρος στο μπάσο, Πάρης Γκαγκαστάθης στα πλήκτρα και τα φωνητικά, Σπύρος Σαμαράτος στο πιάνο και τα πλήκτρα, Μάνος Νεόφυτος στα τύμπανα, και φυσικά ο Μανώλης Λιδάκης που προαναφέραμε, στην κιθάρα. Και όλοι μαζί, οι «Braham City Matherf@ckers»! (Γέλια εμείς…)
Έρχονται οι «Ανόητες Αγάπες», με τον Πάνο στο κουπλέ και το κοινό στο ρεφρέν. Όλο το κοινό λέμε. Ανεξαιρέτως.
«Καλό ταξίδι» και από τους δυο μαζί. Μετά είχε και ο Νίκος Τσιμπούκης τη στιγμή του, με το «Moonchild» του Rory Gallagher.
Μόνος τώρα ο Χάρης, με το «Μη γυρίσεις». «Don’t worry be happy» από τον Πάνο και τον Μανώλη Λιδάκη, με τον πρώτο να το χορεύει ζεϊμπέκικο! «Μια βραδιά στο Λούκι», που τραγούδησαν όπως μάθαμε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ της Κέρκυρας το 1982. «Ο Παλιάτσος κι ο Ληστής», ξανά από το Χάρη, ο οποίος τελειώνοντας μας είπε και ένα παιδικό τραγουδάκι με παραλλαγμένους τους στίχους: «Ήταν ένα γεροντάκι που το λέγαν Dominique». Αφήνω τη συνέχειά του στη φαντασία σας!
00:15. Φτάνουμε στο πρώτο κλείσιμο με μια προσευχή: «Αν είσαι Θεός». Καληνυχτίζουν και αποχωρούν, αλλά επανέρχονται αμέσως – χτες δεν υπήρχε περίπτωση να μας αφήσουν παραπονεμένους. «Ρίτα Ριτάκι», o Πάνος μαζί με κοινό, και «Γέλα Πουλί μου», οι δυο τους μαζί. Φεύγουν πάλι. Και πάλι γυρίζουν. Ο Χάρης μας αποχαιρετά με τη «Θεσσαλονίκη», και ο Πάνος με το «Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον». Καθώς απομακρύνονται, τους ακούμε να λένε «ευχαριστούμε που μας τιμήσατε με την παρουσία σας».
Εμείς θα έπρεπε να τους το πούμε αυτό, αλλά δεν προλάβαμε. Άντε να συγχρονιστούμε τόσος κόσμος. Με μια μικρή καθυστέρηση…θα τρομάζατε αν ξέρατε πόσο σας αγαπάμε.