Συνέντευξη | Λένα Παπαληγούρα: «Στο τέλος του Blasted αυτό που νομίζω πως μένει είναι η βαθιά ανάγκη των ανθρώπων για αγάπη»
Αυτό που θαυμάζω στη Λένα είναι ότι κάθε φορά δουλεύει τόσο σκληρά για τους ρόλους τους οποίους καλείται να υποδυθεί που νιώθω πως επανασυστήνεται από την αρχή με το κοινό της. «Αυλή των Θαυμάτων», «Πυρκαγιές», «Οδύσσεια», «Ξένος» και τώρα «Blasted», είναι μια ηθοποιός που σίγουρα της αρέσει να δοκιμάζεται στα δύσκολα αλλά ταυτόχρονα έχει τόσο βαθιά αγάπη για το θέατρο που αρέσκεται να δουλεύει σκληρά και να δίνει κάθε φορά το κάτι παραπάνω που κάνει τις παραστάσεις στις οποίες συμμετέχει να ξεχωρίζουν στις προτιμήσεις του θεατρόφιλου κοινού. Τα εγκώμια των κριτικών και η δάφνη «Μελίνα Μερκούρη» για την περσινή της παράσταση, δεν είναι αρκετά για να περιγράψουν αυτό που βιώνει ο θεατής που επιλέγει να δει το «Blasted». Είμαι σίγουρος πώς αν δεν είχε συμμετάσχει στον Ξένο, θα ξανακέρδιζε φέτος το βραβείο ερμηνείας. Σαρωτική επιτυχία η επανάληψη του Ξένου, sold out το θεατρικό αναλόγιο που βασίστηκε στο «Βιβλίο της Κατερίνας» του Κορτώ, διθυραμβικές κριτικές για το «Blasted», ενώ αυτό τον καιρό προετοιμάζεται για την «Ιφιγένεια», ένα μονόλογο τον οποίο θα συστήσει στο θεατρόφιλο κοινό τη Δευτέρα 5 Μαΐου. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, σίγουρα μιλάμε για μια σπουδαία ηθοποιό που έχει να μας χαρίσει πολλές μα πολλές δυνατές θεατρικές εμπειρίες στο μέλλον.
Πότε γνώρισες τη Σάρα Κέιν και ποια ήταν τα πρώτα σου συναισθήματα όταν ήρθες σε επαφή με την σπάνια ψυχοσύνθεση της;
Άκουσα για πρώτη φορά για την Κέιν όταν ανέβηκε το «Καθαροί Πια» στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων . Ήθελα πολύ να πάω γιατί πάντα θαύμαζα το Λευτέρη Βογιατζή αλλά δε με άφησαν να μπω γιατί ήμουν ανήλικη . Πήρα όμως το έργο και έτσι σιγά σιγά την ανακάλυψα. Νομίζω ένιωσα σοκ διαβάζοντας την, σαν κάποιος να μου έδωσε ένα γερό χαστούκι. Αναρωτιόμουν πόσο θάρρος χρειάζεται για να μπορείς να γράψεις αυτά τα έργα και πως μπορεί κανείς να τα αναπαραστήσει. Κρύβουν τόσο απόγνωση που είναι για μένα ακριβώς αυτό που λέει ο Πίντερ «τρομαγμένα και τρομερά!». Τα έργα της είναι ανεξάντλητα! Ακόμα και τώρα, κάθε μέρα στην παράσταση ανακαλύπτουμε καινούρια πράγματα. Τώρα όσον αφορά στην προσωπική ιστορία της Σάρα Κέιν σίγουρα είναι και αυτή μια τρομερή ιστορία. Αναμφίβολα αυτή η κοπέλα ήταν μια εξαιρετική περίπτωση που όμως η ευφυΐα και η ευαισθησία της δεν άντεξαν τον κόσμο που ζούμε. Θα ‘θέλα να την είχα γνωρίσει.
Ανεβάζετε το Blasted, το πρώτο έργο της Κέιν. Περί τίνος πρόκειται η υπόθεση του έργου;
Δύο εκ πρώτης όψεως αταίριαστοι άνθρωποι, συναντιούνται σε ένα πολυτελές και απρόσωπο ξενοδοχείο της κεντρικής Αγγλίας. Ένα φαινομενικά ρομαντικό τετ α τετ, καταλήγει σε κλιμακούμενες πράξεις ψυχικής και σωματικής βίας, ενώ έξω από το συμβολικά ασφαλές περιβάλλον του δωματίου, μαίνεται ένας απροσδιόριστος πόλεμος. Το έργο ξεκινά ρεαλιστικά και στο τέλος του έχουμε πια να κάνουμε με ένα εξπρεσιονιστικό τοπίο. Τα κτήρια ερείπια κι οι άνθρωποι ερείπια του πολέμου προσπαθούν να επιβιώσουν, αγωνίζονται να πιστέψουν σε κάτι, διψούν για αγάπη και συντροφικότητα. Για μένα το Blasted είναι μια κραυγή αγωνίας για τη μοίρα του σύγχρονου ανθρώπου, μια τρομερή ανάγκη για επιστροφή στην αθωότητα.
Υποδύεσαι την Κέιτ, πως μπορείς να μας περιγράψεις αυτή την ηρωίδα;
Η Κέιτ είναι μια πολύ συνθέτη ηρωίδα. Είναι 21 χρονών. Μεγαλωμένη στη Νότια Αγγλία, είναι απ’ τα παιδιά που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις στο σπίτι τους. Είναι ψυχικά τραυματισμένη και ταλαιπωρημένη. Παρόλα αυτά καταφέρνει να επιβιώνει. Είναι πληγωμένη απ’ τον Ίαν στο παρελθόν και αυτή την στιγμή στο έργο βιώνει μια σειρά βίαιων πράξεων από μέρους του κι όμως παραμένει εκεί και του συμπαραστέκεται. Ξέρει να αγαπά και να μοιράζεται. Άλλοτε δίνει την εντύπωση ότι είναι αφελής άλλοτε πάλι η συναισθηματική της νοημοσύνη μας εκπλήσσει και μας ταρακουνά. Σαφώς δεν είναι η επιτομή της καλοσύνης ούτε και θύμα, διατηρεί όμως μέσα της ζωντανό ένα αθώο, παιδικό κομμάτι που την κινεί και την τροφοδοτεί ακόμα και εάν κατά βάθος πρόκειται για ένα απεγνωσμένο κορίτσι όπως άλλωστε κι όλοι οι ήρωες της Κέιν.
Η Κέητ βιώνει μια ταραχώδη προσωπική ζωή, ενώ όπως λέει σε κάποιο σημείο του έργου «νομίζω έξω συμβαίνει πόλεμος». Τη νομίζεις πως τη φοβίζει περισσότερο;
Η Κέητ βιώνει έναν πόλεμο στην προσωπική της ζωή και γίνεται μάρτυρας και του πολέμου που γίνεται έξω. Νιώθω πως τη φοβίζουν και τα δυο εξίσου. Είναι σαν η Κέιν να μας λέει ότι το μέσα είναι μικρογραφία του έξω. Απ’ την άλλη όταν εισβάλει ο πόλεμος μέσα ο χρόνος κι ο χώρος κατακερματίζονται κι είναι σαν η προσωπική της τραγωδία να εντάσσεται στη συνολική την πανανθρώπινη τραγωδία. Μπροστά στα εγκλήματα πολέμου τα εγκλήματα των προσωπικών σχέσεων μοιάζουν μικρά, γιατί όταν εισβάλλει μέσα η εξωτερική πραγματικότητα κανένας δεν μπορεί να μείνει ο ίδιος. Τα πάντα αποκτούν άλλη διάσταση κι άλλο μέγεθος.
Σήμερα, στη χώρα μας, τι πιστεύεις πως είναι αυτό που μας φοβίζει περισσότερο;
Έμενα με φοβίζει μη γίνει μίσος ο πόνος κι ο θυμός.
Αυτή την στιγμή στην Ουκρανία ζουν έναν άγριο πόλεμο. Σκηνοθετικά αξιοποιήθηκε αυτή η κατάσταση με την προβολή βίντεο παράλληλα με την εξέλιξη της μυθοπλαστικής σας δράσης. Πως εξηγείς αυτή την επιλογή;
Όταν η Κέιν έγραφε το έργο επηρεάστηκε απ’ τον πόλεμο στη Βοσνία. Είχε ήδη αρχίσει να γράφει για τη σχέση του Ίαν και της Κέητ όταν είδε τον πόλεμο στις ειδήσεις και της συνέβη κάτι σαν αυτό που έβαλε να συμβαίνει και στο έργο: η εξωτερική πραγματικότητα την κλόνισε, μπήκε στο μυαλό της και καθόρισε την εξέλιξη του έργου της. Ο Τάρλοου κατά τη γνώμη μου θέλησε να φέρει τους θεατές αντιμέτωπους με την εξωτερική πραγματικότητα. Να τους κάνει να νιώσουν ότι αυτό για το οποίο μιλάμε δεν είναι μακριά ούτε στο χώρο ούτε στο χρόνο αλλά ενδεχομένως ανατριχιαστικά δίπλα. Αυτό νομίζω ότι επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό με τη χρήση των πλάνων του πολέμου της Ουκρανίας, η ιστορία του οποίου εμένα προσωπικά με θλίβει και με σοκάρει βαθιά.
Πιστεύεις πως ζούμε στις απαρχές ενός ύπουλου Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου;
Αυτό θα το δείξει η ιστορία. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι πιστεύω ότι σίγουρα βιώνουμε μια ακραία συνθήκη.
Όπως εύστοχα γράφτηκε στο πρόγραμμα της παράστασης «Για την Κέιν, οι σπόροι ενός κανονικού πολέμου μπορούν να βρεθούν σε περίοδο ειρήνης». Νομίζω αυτό μεταφράζει άριστα αυτό που βιώνουμε αυτή την στιγμή. Κατά πόσο συμφωνείς με αυτό;
Φυσικά και συμφωνώ. Γι’ αυτό είπα πριν ότι φοβάμαι μη γίνει μίσος ο φόβος κι ο θυμός. Βλέπω γύρω μου τόση βία κι αναρωτιέμαι καμιά φορά που είναι αυτή η ειρήνη για την οποία μιλάμε.
Πολλά συμβαίνουν γύρω μας, ακόμη και στη διπλανή πόρτα, αλλά συχνά τείνουμε να εθελοτυφλούμε για την ενδοοικογενειακή βία. Στο Blasted, βλέπουμε μια τεράστια κτηνωδία να γεννιέται μέσα στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου. Τι αλήθειες συνειδητοποίησες μέσα από το κείμενο;
Νομίζω ένα από τα πολλά θέματα που θίγει το έργο είναι τα όρια της ανθρώπινης βιαιότητας. Όντως μέσα σε αυτό το δωμάτιο γίνονται τέρατα, πράξεις που μπορεί να συμβαίνουν και στο διπλανό διαμέρισμα της πολυκατοικίας μας κι εμείς να μην έχουμε ιδέα. Η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα τρομερό θέμα που δυστυχώς μας βολεύει να κρύβουμε κάτω απ’ το χαλάκι. Διάβαζα στατιστικές για κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά όσο δούλευα την Κέητ κι οι αριθμοί είναι πραγματικά σοκαριστικοί. Το φοβερότερο είναι ότι ο κακοποιημένος άνθρωπος παρά πολύ συχνά θα κακοποιήσει κι αυτός κι έτσι έχουμε μια τεραστία αλυσίδα βίας και τραυμάτων που δε σταματά.
Πως ορίζεις το πάθος και τη λύτρωση αφενός για την Κέητ κι αφετέρου για τη Σάρα Κέιν;
Νομίζω η Κέητ έχει μια αθωότητα που την κινεί, έχει πίστη και ελπίδα, οπότε ακόμα κι όταν όλα γύρω και μέσα στους ανθρώπους είναι ερείπια έχει την ικανότητα να επιβιώνει. Μάλιστα μπορεί ακόμα και σε αυτή την κατάσταση να προσφέρει όσο απόθεμα αγάπης έχει κι αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο και τη λύτρωση της. Η Κέιν πιστεύω ότι έψαχνε τη λύτρωση γράφοντας. Ένιωθε ότι έπρεπε να συγκρουστεί με το αδυσώπητο αυτό και σε τόσο μικρή ηλικία έγραψε τόσο σπαρακτικά κείμενα. Δυστυχώς απ’ ότι φαίνεται η γραφή δεν ήταν αρκετή για να την κρατήσει στη ζωή, σα να έβλεπε μέσα στους ανθρώπους η Κέιν κι αυτά που έβλεπε δεν τα άντεξε.
Όταν πρωτοπαίχτηκε το έργο το 1995 στο Royal Court έγραψαν γι’ αυτό «μια αηδιαστική γιορτή ξετσιπωσιάς». Σήμερα, εν έτει 2014, αυτό το έργο ανεβαίνει στην Ελλάδα, στην περιοχή της Βικτωρίας. Τι πιστεύεις ότι έχει αλλάξει αυτά τα 20 χρόνια στην αντίληψη του κοινού για το θέατρο; Τόσο εμπειρικά όσο και σε θέμα παιδείας…
Είναι αλήθεια ότι το έργο αυτό όταν πρωτοπαρουσιάστηκε στην Αγγλία προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Ήδη όμως από τότε υπήρξαν και φανατικοί υποστηρικτές του. Ο Πίντερ ας πούμε, απ’ την αρχή αναγνώρισε στην Κέιν ένα σπουδαίο συγγραφικό ταλέντο. Σήμερα το έργο εξακολουθεί να σοκάρει, ή μάλλον όχι να σοκάρει αλλά να ξεβολεύει, να ξυπνάει τους θεατές. Άλλωστε γι’ αυτό είναι γραμμένο. Η Κέιν απεχθανόταν το θέατρο που σε κρατά σε απόσταση και σε αφήνει βολεμένο στην καρέκλα σου. Γι’ αυτήν, το κοινό του θεάτρου έπρεπε να είναι σε τόσην εγρήγορση όση το κοινό που παρακολουθεί ποδόσφαιρο. Το Blasted απαιτεί μια συναισθηματική σύνδεση με το κοινό η οποία δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα ούτε για το κοινό ούτε για τους ηθοποιούς. Σήμερα που ζούμε όλο αυτό το σκοτάδι στην Ελλάδα, και γύρω μας και μέσα μας, νομίζω είμαστε πια σε θέση να κατανοήσουμε και το σκοτάδι των άλλων όποτε τα έργα αυτά που είναι τόσο βίαια και τόσο σκληρά μας τρομάζουν λιγότερο. Επίσης το κοινό σήμερα έχει περισσότερη εμπειρία από τέτοιες παραστάσεις και συνήθως πριν έρθει στο θέατρο ενημερώνεται σχετικά με το τι πρόκειται να δει οπότε νομίζω ότι απ’ την στιγμή που αποφασίζει να έρθει, μπαίνει στην αίθουσα πιο ανοιχτό και ελεύθερο με διάθεση να ζήσει και να κατανοήσει το έργο της Κέιν.
Οι θεατές που επιλέγουν να δουν Σάρα Κέιν και μυούνται στο «in-yer-face» βιώνουν μια έντονη ψυχοσωματική κατάσταση. Ομολογουμένως, κάποιοι θα λατρέψουν αυτή την εμπειρία, κάποιο θα την αποστραφούν. Τι είναι αυτό που μένει στο θεατή νομίζεις;
Κάποιοι θεατές όντως δεν το αντέχουν. Η σκληρότητα του έργου τους ζορίζει κι αυτό είναι κατανοητό. Το πιο φοβερό που συνέβη, ήταν μια κυρία που λιποθύμησε, μας είπε ότι έκανε τόσες σκέψεις βλέποντας την παράσταση που δεν μπόρεσε να το διαχειριστεί. Άλλοι ταξιδεύουν μέσα στην παράσταση και γοητεύονται από αυτήν. Έχουμε ακούσει υπέροχα σχόλια μέχρι στιγμής. Μια κυρία είπε, πολύ συγκινημένη, «αισθάνομαι ότι πολέμησα μαζί σας», άλλος ότι « το έργο δεν είναι σκληρό για τα μάτια αλλά για την ψυχή». Άλλος ότι κουβαλάει μαζί του αυτές τις μεταφυσικές εικόνες και τις βλέπει στον ύπνο του. Κι άλλα όμορφα πράγματα που ξεφεύγουν απ’ το εύκολο μ’ άρεσε/δε μ’ άρεσε και σου δίνουν τροφή για σκέψη και συζήτηση. Πάντως για μένα μετά το τέλος του Blasted νομίζω ότι μένει η βαθιά ανάγκη των ανθρώπων για αγάπη και η απόγνωση τους και σε αυτό βρίσκεται η -επί της ουσίας-σκληρότητα του έργου.
Συνεργάζεσαι με το Δημήτρη Τάρλοου, ο οποίος μεταφράζει το έργο και σε σκηνοθετεί. Τι έχεις αποκομίσει μέχρι στιγμή από τον Τάρλοου;
Το έργο αυτό απαιτεί πολλή γενναιότητα και εμπιστοσύνη. Δεν είναι εντυπωσιοθηρική η ακρότητα της Σάρα Κέιν άλλα επί της ουσίας. Οπότε αναγκάζει όσους δουλεύουν πάνω στα έργα της να αφήσουν τις ψυχές τους να ξεγυμνωθούν, να πάρουν ρίσκα, να εκθέσουν προσωπικά τους βιώματα. Νομίζω ότι όλα αυτά δε θα μπορούσαν να γίνουν αν δεν είχαμε στην πρόβα το κλίμα που δημιούργησε ο Τάρλοου. Οι πρόβες του είχαν πάντα έμπνευση, εμπιστοσύνη και ομαδικό πνεύμα. Ο Δημήτρης βλέπει στο έργο μια κραυγή για την οδύνη του ανθρώπου. Διαβάζει με πολλή ανθρωπιά κι αυτό έμενα με συγκινεί πολύ. Ζητά στην πρόβα μια προσωπική αλήθεια και κατάθεση από τους ηθοποιούς κι αυτό σίγουρα κεντρίζει τη δημιουργικότητα. Επίσης δίνει μεγάλη σημασία στην εικαστικότητα. Οι εικόνες του έργου έχουν τις ρίζες τους στο αρχαιοελληνικό θέατρο, στο Ιακωβιανό θέατρο, στο θέατρο Καμπούκι . Η Κέιν τις μετατρέπει προκειμένου να γίνουν σύγχρονες αλλά δεν παύουν να είναι εικόνες συμβολικές που -αν και άγριες- κρύβουν μια ομορφιά. Σίγουρα λοιπόν παίζει ρόλο η αισθητική στο πως αυτές οι εικόνες θα αναπαρασταθούν. Νιώθω τυχερή γι’ αυτή τη συνεργασία. Αισθανόμουν πολλή χαρά στην πρόβα, αν και το έργο είναι τόσο δύσκολο. Σε αυτό βεβαία συμβάλλει και το ότι τον Ίαν στο έργο (αυτόν με τον οποίο η Κέητ συνυπάρχει επί σκηνής) παίζει ο Α. Καραζήσης τον οποίο θαυμάζω πολύ και τον θεωρώ εξαιρετικό ηθοποιό και συνεργάτη. Νομίζω ότι καταφέραμε να είμαστε μια ωραία ομάδα. Ο Δημήτρης, ο Ακύλλας, ο Μιχάλης Αφολάνιο κι εγώ.
Παράλληλα, φέτος συστήθηκες με την «Κατερίνα» του Κορτώ με την αφορμή ενός θεατρικού αναλογίου που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Νανούρης. Πως λειτούργησε αυτή η εμπειρία για εσένα Λένα; Πόσο μάλλον αν λάβουμε υπόψη, ότι πρόκειται για την αληθινή ιστορία της μητέρας ενός ανθρώπου, ο οποίος ήταν εκεί να δει την παράσταση.
Ήταν μια υπέροχη εμπειρία και μια πολύ όμορφη συνάντηση με τον Κορτώ, το Νανούρη, το Λόλεκ και κυρίως αυτό το πραγματικά μαγικό βιβλίο. Μας βασάνισαν πολλά στην προετοιμασία του. Πως θα επιλέξουμε τα αποσπάσματα που θα ακουστούν; Είναι τόσο ωραίο το βιβλίο που θα ήθελα να το διαβάσω όλο! Κι ύστερα, πως θα προσεγγίσουμε το θέμα του; Πως θα μιλήσουμε για τη σχιζοφρένεια; Μια λέξη που στο άκουσμα της και μόνο, κάποιος τρομάζει. Πως θα καταφέρουμε να πετύχουμε τις γρήγορες εναλλαγές του Κορτώ από τη βαθιά απόγνωση στο πικρό χιούμορ; Εναλλαγές που δίνουν στο βιβλίο την ιδιαιτερότητα του. Και εγώ; Πως θα μπορέσω να γίνω ένα τέτοιο πρόσωπο; Ένα πρόσωπο που υπήρξε… Πως θα γίνω η μητέρα του Αυγούστου; Πως θα γίνω η Κατερίνα που τόσο αγάπησα διαβάζοντας την; Κι όμως η δύναμη του βιβλίου σαν να νικά όλα μας τα ερωτήματα κι η Κατερίνα σα να «βγαίνει απ’ το βιβλίο της, να στέκεται μπροστά μας και να μας υποδεικνύει πως να τη ζωντανέψουμε. Και σιγά σιγά η αγωνία έφυγε κι έμεινε μόνο ο θαυμασμός και το δέος μας απέναντι σε αυτό το πρόσωπο. Έμεινε η χαρά των συναντήσεων μας κι η ανάγκη μας να επικοινωνήσουμε το βιβλίο με τον κόσμο. Όσο γνωρίζουμε την Κατερίνα τόσο μας γοητεύει κι όταν πια ήρθε η στιγμή να γίνει το αναλόγιο άρχισα να διαβάζω «ο γιος μου με βρήκε» κι αφέθηκα στο κείμενο που παράσυρε κι έμενα κι όσους το άκουσαν. Αφέθηκα στη μαγεία της Κατερίνας και ναι, ένιωσα τιμή που την υποδύομαι. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τόσο θερμή που το Κατερινάκι μας θα γίνει παράσταση του χρόνου κάθε Δευτέρα στο θέατρο Θησείον! Νιώθω πολύ μεγάλη χαρά!
Έπαιξες με την Οδύσσεια στην Ιταλία, θα παίξεις στο Παρίσι με την «Αντιγόνη», υπάρχει ένα καλό συμβόλαιο για να ξαναπαίξετε στην Ιταλία το φθινόπωρο του 2015. Πως νιώθεις που παίζεις μπροστά σε αλλόγλωσσο κοινό και γενικά που ελληνικές παραγωγές ταξιδεύουν στο εξωτερικό;
Νιώθω πάρα πολύ ωραία και πάρα πολύ τυχερή! Είναι πραγματικά σημαντικό να ταξιδεύουν οι ελληνικές παραστάσεις. Το βλέπεις από την προσέλευση του κόσμου κι από την αφοσίωση με την οποία παρακολουθεί κι από το πόσο τον ενδιαφέρει το τι συμβαίνει στην Ελλάδα αυτή την περίοδο. Επίσης και οι δυο παραστάσεις που αναφέρεις -καθώς κι ο Ξένος που ήταν μια παράσταση μας που ταξίδεψε κι αυτή σε πολλά φεστιβάλ του εξωτερικού- είναι δουλειές που έχω αγαπήσει ιδιαίτερα και για τις οποίες αισθάνομαι μεγάλη περηφάνια οπότε είναι ακόμη πιο σημαντικό για μένα το ότι ταξιδεύουν.
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πεις πως νιώθεις αυτή την στιγμή. Ήταν μια χρονιά με την Αόρατη Όλγα που καταπιανόταν με trafficking (και σου χάρισε το βραβείο Μελίνα Μερκούρη), «ντύθηκες» για 3 βραδιές Κατερίνα, καταπιάνεσαι με Σάρα Κέιν, ένα απαιτητικό έργο σε ένα απαιτητικό ανέβασμα. Αυτή την στιγμή λοιπόν, τι είναι αυτό που νιώθεις; Τι έχεις περισσότερο ανάγκη;
Νιώθω χαρά και τύχη! Ήταν μια τέλεια χρονιά! Βλέπω ότι η δουλεία που κάνω κι η επιμονή μου ανταμείβονται κι ότι αυτά που εγώ αγαπώ με έναν τρόπο γίνονται αγαπητά κι από τους θεατές κι ας είναι τα θέματα τους δύσκολα κι ας έχω ταλαιπωρηθεί δουλεύοντας τα. Αισθάνομαι ότι είναι πολύ σημαντικό μέσω της τέχνης να μιλάς γι’ αυτά που σε καίνε κι αυτή την στιγμή εμένα αυτή η ευκαιρία μου δίνεται κι αυτό δεν είναι καθόλου λίγο ή αυτονόητο, είναι κάτι που μου δίνει τεραστία χαρά και δύναμη. Θα ήθελα ίσως λίγο να ξεκουραστώ γιατί η σωματική κούραση είναι αρκετή, για να αδειάσει το μυαλό μου απ’ τις πολλές σκέψεις και για να δω λίγο την οικογένεια μου. Είχα αυτή την ευκαιρία το Πάσχα, που είχα 3 ελεύθερες μέρες.
Οι επιλογές σου στο θέατρο είναι πολύ στοχευμένες και συνάμα πολύ ετερόκλητες μεταξύ τους. Τι είναι αυτό που αναζητάς στο θέατρο γενικά και στην κάθε δουλειά επιμέρους;
Αναζητώ επαφή με ωραίους ανθρώπους και κείμενα, συναντήσεις που θα με εμπνεύσουν και θα με βοηθούν να εξελιχτώ σαν ηθοποιός αλλά κυρίως σαν άνθρωπος. Αναζητώ συνθήκες δουλειάς με ομαδικό πνεύμα, ελευθερία και ουσιαστική επικοινωνία. Η δουλεία μου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Το αγαπώ πολύ το θέατρο και του χρωστάω πολλά.
Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σου σχέδια;
Αυτή την στιγμή κάνω πρόβες στην Ιφιγένεια του Ζαν Ρενέ Λεμουάν, ένα μονόλογο για το πρόσωπο της Ιφιγένειας που σκηνοθετεί ο ίδιος ο συγγραφέας και θα παρουσιαστεί για λίγες παραστάσεις το Μάιο στο Από Μηχανής θέατρο. Είναι ένα πολύ όμορφο κείμενο κι η δουλειά μαζί με το συγγραφέα και σκηνοθέτη του είναι συναρπαστική. Επίσης το καλοκαίρι θα κάνω την Αθηνά στις Τρωάδες που θα σκηνοθετήσει ο Θέμις Μουμουλίδης. Θα είναι ένας πολύ ωραίος θίασος και θα κάνουμε μια μεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα. Τρελαίνομαι για περιοδεία. Έχει αυτό το τσιγγάνικο το επάγγελμα μας που τ αγαπώ πάρα πολύ! Τέλος, ενδιάμεσα από αυτά, την Πέμπτη 12 Ιουνίου, θα πάμε και λίγο την Αντιγόνη μας στο Παρίσι!
Με την πρεμιέρα της Ιφιγένειας να πλησιάζει, τι μπορείς να μας πεις για το πρωτοεμφανιζόμενο έργο του Λεμούαν;
Η Ιφιγένεια του Λεμουάν μας προσφέρει την ανάγνωση ενός έργου με λυρικές εξάρσεις που χαρακτηρίζονται από μια εντελώς σύγχρονη δραματικότητα. Το κορίτσι ταξιδεύει μέσα στο χρόνο και φτάνει στο σήμερα κι εμείς σαν να τρυπώνουμε μες το μυαλό του και να κρυφακούμε τις σκέψεις του. Είναι ένα προσωπικό και μυθολογικό διήγημα που παίρνει σαν αφορμή το τραγικό πρόσωπο της Ιφιγένειας και την ιστορία του και διερευνά τη δύναμη και το εύθραυστο του ανθρώπου απέναντι στην κατάρρευση των κόσμων. Είναι εξαιρετικά δύσκολο αλλά και συνάμα πολύ γοητευτικό γιατί όλη η δύναμη του κρύβεται στην ποίηση και την εσωτερικότητα του.
Info:
* Η παράσταση «Blasted (Ερείπια)» σε σκηνοθεσία Δ. Τάρλοου παίζεται από Τετάρτη έως Κυριακή στις 21:00 μέχρι την 1η Ιουνίου.
* Η παράσταση «Ιφιγένεια» του Ζαρ Ρενέ Λεμουάν κάνει πρεμιέρα τη Δευτέρα 5 Μαΐου και θα παίζεται για περιορισμένο αριθμών παραστάσεων κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15 και κάθε Τετάρτη στις 18:30
Συνέντευξη στον Αναστάση Πινακουλάκη
Χρησιμοποιήθηκαν οι αριστουργηματικές φωτογραφίες της Βάσιας Αναγνωστοπούλου για την παράσταση.