AMERICAN PIE – Don McLean-Η ιστορία του τραγουδιού
AMERICAN PIE – Don McLean
A long, long time ago…
I can still remember
How that music used to make me smile.
And I knew if I had my chance,
That I could make those people dance
And maybe they’d be happy for awhile.
But February made me shiver
With every paper I’d deliver,
Bad news on the doorstep;
I couldn’t take one more step.
I can’t remember if I cried
When I read about his widowed bride,
but something touched me deep inside
The day the music died.
So, bye-bye Miss American Pie
drove my Chevy to the levee,
But the levee was dry.
And them good old boys were drinking whiskey and rye
Singing, “This will be the day that I die.
This will be the day that I die.”
Did you write the book of love,
and do you have faith in god above,
if the bible tells you so?
Now do you believe in rock and roll?
Can music save your mortal soul?
And can you teach me how to dance real slow?
Well, I know that you’re in love with him
‘Cause I saw you dancing in the gym.
You both kicked off your shoes.
Man, I dig those rhythm and blues.
I was a lonely teenaged broncin’ buck
With a pink carnation and a pickup truck,
But I knew I was out of luck
The day the music died.
I started singing
(Chorus)
Now, for ten years we’ve been on our own,
and moss grows fat on a rolling stone,
but that’s not how it used to be.
When the jester sang for the king and queen,
in a coat he borrowed from James Dean,
and a voice that came from you and me
Oh and while the king was looking down,
the jester stole his thorny crown.
The courtroom was adjourned;
No verdict was returned.
And while Lenin read a book of Marx,
The quartet practiced in the park,
and we sang dirges in the dark
The day the music died.
We were singing,
(Chorus)
Helter skelter in a summer swelter.
The birds flew off for the fallout shelter,
Eight miles high and falling fast.
It landed foul on the grass.
The players tried for a forward pass,
with the jester on the sidelines in a cast.
Now the halftime air was sweet perfume
while the sergeants played a marching tune.
We all got up to dance,
Oh, but we never got the chance
’cause the players tried to take the field;
The marching band refused to yield.
Do you recall what was revealed the day the music died?
We started singing,
(Chorus)
Oh, and there we were all in one place,
a generation lost in space,
with no time left to start again.
So, come on; Jack, be nimble, Jack be quick,
Jack flash sat on a candlestick
‘Cause fire is the devil’s only friend.
Oh, and as I watched him on the stage
my hands were clenched in fists of rage.
No angel born in hell
could break that Satan’s spell.
And as the flames climbed high into the night
to light the sacrificial rite,
I saw Satan laughing with delight
the day the music died.
He was singing,
(Chorus)
I met a girl who sang the blues
and I asked her for some happy news,
but she just smiled and turned away.
I went down to the sacred store
where I’d heard the music years before,
but the man there said the music wouldn’t play.
And in the streets, the children screamed,
the lovers cried, and the poets dreamed.
But not a word was spoken;
the church bells all were broken.
And the three men I admire most:
The father, son, and the Holy Ghost,
They caught the last train for the coast,
the day the music died.
And they were singing,
(Chorus)
They were singing,
(Chorus)
Το «American Pie» κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1971 και περιλαμβάνεται στον ομώνυμο δίσκο του Don McLean. Αυτό το ριζοσπαστικό και ασυνήθιστο folk-rock τραγούδι το έγραψε ο Don McLean το 1970 σε ένα μπαρ που λέγεται Tin and Lint Company, στη διασταύρωση των οδών Caroline και Broadway στο Saratoga Springs της Νέας Υόρκης. Μάλιστα σ’ ένα γωνιακό τραπέζι του μπαρ υπάρχει μία μπρούτζινη πλάκα με τη σχετική επισήμανση (πάντως αν ποτέ βρεθείτε σ’ αυτό το μπαρ μην βάλετε το «American Pie» στο juke box γιατί οι ντόπιοι το έχουν ακούσει τόσες πολλές φορές που το έχουν πια βαρεθεί…).
Το τραγούδι είναι αφιερωμένο στον Buddy Holly, ο θάνατος του οποίου συγκλόνισε τον Don McLean, και αντιπροσωπεύει τη στροφή από τα χρόνια της αθωότητας της δεκαετίας του 1950 στα πιο σκοτεινά και άστατα χρόνια της δεκαετίας του 1960 (τόσο στη μουσική όσο και στην πολιτική). Ο McLean τραγουδάει για το πρόωρο τέλος της μουσικής με την οποία μεγάλωσε και επηρέασε τη ζωή του, και για τις αλλαγές που συνέβησαν στην Αμερική εν μέσω του πολέμου στο Βιετνάμ.
Η ημέρα που σκοτώθηκε ο Buddy Holly έχει βαθύτερη έννοια για τον McLean επειδή χαρακτήρισε μία σημαντική αλλαγή στη ζωή του. Τότε ήταν 14 ετών και μόλις έμπαινε στην εφηβεία. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν και μία μετάβαση από το φως (η αθωότητα της παιδικής ηλικίας) στη σκοτεινή πραγματικότητα της ενηλικίωσης που συνέπεσε με τη δολοφονία του Kennedy το 1963 και την έναρξη μιας ακόμα δυσκολότερης περιόδου για την Αμερική. Στο διάστημα από το 1959 έως το 1963 ο Don McLean βίωσε το σοκ και συνειδητοποίησε τη σκληρή πραγματικότητα με το θάνατο του πατέρα του το 1961, ενώ δύο χρόνια αργότερα εγκατέλειψε τα σχέδιά του για σπουδές στο Πανεπιστήμιο προτιμώντας να ακολουθήσει το όνειρό του να γίνει επαγγελματίας τραγουδιστής. Το «American Pie», λοιπόν, είναι ένα τραγούδι αυτοβιογραφικό, θαρραλέο, όσο και φιλόδοξο θεματικά, που με όλο αυτό το cast των χαρακτήρων που περιγράφονται στους στίχους του, μπορεί να το χαρακτηρίσει κανείς επικό.
Don McLean: «Το τραγούδι άρχισε να δημιουργείται σαν ιδέα στο μυαλό μου αφότου σκέφτηκα το θάνατο του Buddy Holly και όλη την περίοδο της ζωής μου όταν ήμουν έφηβος. Και άρχισα να συντονίζομαι, μάλλον φυσιολογικά, με τα συναισθήματα που είχα για εκείνη την εποχή. Από αυτό ανέπτυξα μία ιδέα που επρόκειτο να μετατρέψω σε μία παραβολή, μία ιστορία με ένα ηθικό δίδαγμα που στην αρχή δεν είχε καμία σχέση με τον Bob Dylan, τους Beatles ή τους Stones».
Ο McLean αφιέρωσε το τραγούδι στον Buddy Holly αλλά ποτέ δεν εξήγησε τι θέλει να πει με τους στίχους του. Σε μία συνέντευξή του στην εφημερίδα Chicago Reader, τον Μάιο του 1993, δήλωσε χαρακτηριστικά:
– Θα βρείτε πολλές ερμηνείες των στίχων μου αλλά καμία από εμένα. Συγνώμη που σας αφήνω μόνους σας, αλλά εδώ και καιρό συνειδητοποίησα ότι οι τραγουδοποιοί πρέπει να συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους διατηρώντας μία αξιοπρεπή σιωπή.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο Don McLean δεν κάνει άλλη δουλειά από το να μιλάει συνέχεια για το «American Pie». Όμως η αλήθεια είναι ότι προτίμησε να αφήσει τους ακροατές να ερμηνεύσουν από μόνοι τους το τραγούδι, δίνοντας τροφή -ενδεχομένως και σκοπίμως- για πολλές ερμηνείες. Έχουν περάσει 4 δεκαετίες από την κυκλοφορία του «American Pie» και η αποκρυπτογράφηση των στίχων και των μουσικών συμβολισμών του τραγουδιού παραμένουν ακόμα αντικείμενο έντονης έρευνας και συζητήσεων στις εφημερίδες, στα περιοδικά και στο διαδίκτυο (πρέπει να υπάρχουν πάνω από 20 σχετικές ιστοσελίδες). Αυτή είναι άλλωστε και η γοητεία του τραγουδιού: μοιάζει με μία περίπλοκη παραβολή ανοικτή σε διάφορες ερμηνείες, κατέχοντας σημαντική θέση στην ιστορία του rock ‘n’ roll.
Η σημαντικότητα του τραγουδιού έχει αναγνωριστεί από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Τα Τραγούδια του Αιώνα» (Songs Of The Century), το οποίο είναι ένα πρόγραμμα που εφαρμόζεται στα αμερικάνικα σχολεία και που έχει ως σκοπό την προώθηση και την κατανόηση της αμερικάνικης μουσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο πρόγραμμα αυτό, στο οποίο συμμετέχουν πολιτικοί, άνθρωποι της δισκογραφικής βιομηχανίας, δημοσιογράφοι, καθηγητές και φοιτητές, το «American Pie» κατέχει την 5η θέση των σημαντικότερων τραγουδιών του 20ου αιώνα (με πρώτο το «Over The Rainbow» της Judy Garland).
Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να δώσουμε κάποιες λογικές ερμηνείες, όσο και διάφορες από τις πολλές και ενδιαφέρουσες εκδοχές των στίχων. Στην πραγματικότητα, ανάμεσα στις τόσες εκδοχές ερμηνείας των στίχων, μόνο ο Don McLean ξέρει πραγματικά τι εννοούσε. Κάποιες από τις ασάφειες και αοριστίες των στίχων ίσως να οφείλονται απλά στο γεγονός ότι ο δημιουργός διάλεγε μία ομοιοκατάληκτη λέξη, η οποία να είναι ποιητική αλλά και να προκαλεί πολλές πιθανές ερμηνείες χωρίς να είχε κάποια συγκεκριμένη ερμηνεία στο νου του. Είναι σαν ένα είδος μουσικής εκδοχής των οπτικών αντιλήψεων που μπορεί να έχει κάποιος βλέποντας έναν πίνακα ζωγραφικής. Η ερμηνεία εξαρτάται από ποιες λεπτομέρειες του πίνακα θα προσέξει κάθε θεατής…
A long, long time ago, I can still remember how that music used to make me smile. And I knew if I had my chance, that I could make those people dance
and maybe they’d be happy for awhile.
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και ο Don McLean κάνει ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο θυμούμενος τις μουσικές και τα τραγούδια που άκουγε ο κόσμος πριν από πολλά χρόνια (εννοεί τη δεκαετία του 1950). Έτσι, ο τραγουδιστής λαμβάνει θέση αφηγητή που με νοσταλγικό τρόπο μιλάει για το απλό και χαρούμενο πνεύμα της μουσικής που άκουγε στην εφηβεία του. Της μουσικής που μπορούσε να κάνει τον κόσμο να ξεχάσει τα προβλήματά του. Επίσης εκφράζει την επιθυμία που είχε τότε, να γίνει μουσικός και να διασκεδάζει τον κόσμο. Το όνειρό του, να παίζει με ένα συγκρότημα σε γυμνασιακούς χορούς, ήταν ένα όνειρο που είχαν πολλά νεαρά αγόρια τα οποία θέλανε να κάνουνε τον κόσμο να χορεύει στους ρυθμούς του rock and roll. Ιδιαίτερα μετά την εμφάνιση του Elvis Presley και του Buddy Holly, οι πωλήσεις κιθαρών εκτινάχτηκαν στα ύψη και δεν άργησε να έρθει η στιγμή που χιλιάδες νεανικά συγκροτήματα ξεπήδησαν και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Στο τέλος του στίχου, με τη χρήση της φράσης «happy for awhile», ο Don McLean μας υπενθυμίζει πόσο προσωρινές είναι οι χαρές της ζωής προετοιμάζοντας το έδαφος για όσα αρνητικά ακολουθήσουν. Στο πνεύμα αυτής της προσωρινότητας ο ακριβώς επόμενος στίχος αρχίζει με ένα «αλλά» («but…»).
But February made me shiver with every paper I’d deliver, Bad news on the doorstep; I couldn’t take one more step.
Αυτή η στροφή είναι η πιο απλή του τραγουδιού. Εντούτοις, είναι κρίσιμη δεδομένου ότι θέτει το δράμα το οποίο θα ξετυλιχθεί στους επόμενους στίχους.
Ο αφηγητής στρέφει την προσοχή του σε ένα γεγονός: το θάνατο κάποιου προσώπου-κλειδί στη μουσική ιστορία. Το πρόσωπο αυτό είναι ο Buddy Holly, του οποίου ο θάνατος κατάστρεψε τη χαρά που περιέγραψε στους προηγούμενους στίχους.
Ο McLean ήταν ένας νεαρός, μόλις 14 ετών, και δούλευε ως διανομέας εφημερίδων. Στις 3 Φεβρουαρίου του 1959, ο Buddy Holly, ο Ritchie Valens και ο Big Bopper (J.P.Richardson Jr) σκοτώθηκαν στην Iowa των Η.Π.Α., όταν το μικρό 4θέσιο αεροπλάνο, που νοίκιασαν μετά από μία συναυλία, έπεσε σε χιονοθύελλα και συνετρίβη σε ένα χωράφι.
Ο Roger Peterson, ο νεαρός πιλότος του μικρού αεροπλάνου, μπορούσε να πετάξει μόνο με την όρασή του και δεν ήταν πιστοποιημένος για πτήσεις που θα βασίζονταν αποκλειστικά στα όργανα του αεροπλάνου. Εκείνη τη νύχτα, και με το χιόνι να πέφτει, ο Peterson αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει το γυροσκόπιο για να μπορέσει να πιλοτάρει. Όμως το γυροσκόπιο ήταν αντιστραμμένο κατά 180 μοίρες από αυτά που είχε μάθει στη σχολή. Έτσι, αντί να δώσει ύψος στο αεροπλάνο το έστρεψε κατακόρυφα στη γη και συνετρίβη. Και οι τέσσερις επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ακαριαία.
Η μοίρα έπαιξε περίεργο παιχνίδι εις βάρος των τριών καλλιτεχνών. Σε όλη την περιοδεία τους μετακινούνταν με ένα λεωφορείο, σωστό σαράβαλο, το οποίο τσούλαγε και δεν τσούλαγε και δεν είχε κλιματισμό. Όπως ήταν φυσικό, όλοι τους υπέφεραν από το αβάσταχτο κρύο. Μετά τη συναυλία στο Mason City της Iowa, επόμενος σταθμός ήταν το Fargo στη Βόρεια Ντακότα. Ο Holly ένιωθε πολύ κουρασμένος για να κάνει το ταξίδι με το σαραβαλιασμένο λεωφορείο και προσέλαβε τον πιλότο Roger Peterson για να μεταφέρει αυτόν και άλλους δύο στο Fargo. Οι τρεις επιβάτες του μικρού αεροπλάνου θα ήταν ο Buddy Holly, ο τραγουδιστής της country Waylon Jennings και ο κιθαρίστας Tommy Allsup. Όμως ο Big Bopper αρρώστησε και ανέβασε πυρετό και έτσι ο Waylon Jennings του παραχώρησε τη θέση του. Ο Buddy Holly όταν έμαθε ότι ο Jennings δεν θα ταξίδευε μαζί του τον πείραξε λέγοντάς του: «Ελπίζω το λεωφορείο σου να παγώσει!» και ο Jennings απάντησε «Κι εγώ ελπίζω να πέσει το αεροπλάνο σου!».
Αυτό το αστείο μεταξύ δύο πολύ καλών φίλων έμελλε να «στοιχειώσει» τον Jennings για πολλά χρόνια. Ο Waylon Jennings μέχρι τον θάνατό του, το 2002, ποτέ δεν ξεπέρασε την απώλεια του Buddy Holly, τον οποίο αγαπούσε και θαύμαζε. Το 1961, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Buddy Holly, ο Waylon Jennings απέκτησε γιο, τον οποίο βάπτισε Buddy Dean Jennings ως φόρο τιμής στον Buddy Holly και τον James Dean.
Στην παραπάνω φωτογραφία, αριστερά είναι ο Waylon Jennings που την τελευταία στιγμή παραχώρησε τη θέση του στον Big Bopper. Στο κέντρο είναι ο Buddy Holly και δεξιά είναι ο κιθαρίστας Tommy Allsup, ο οποίος δέχθηκε να ρίξει νόμισμα με τον Ritchie Valens για το ποιος θα ταξιδέψει με το αεροπλάνο. Ο Valens διάλεξε «κορώνα» και κέρδισε τη θέση στο αεροπλάνο. Ο Allsup κέρδισε τη ζωή του…
Ο Don McLean έμαθε για τη συντριβή του αεροπλάνου από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που μοίραζε. Το γεγονός αυτό του έδωσε την αφορμή να γράψει το «American Pie» βασισμένος στις αναμνήσεις του, αν και κανένα από τα θύματα του δυστυχήματος δεν κατονομάζεται στο τραγούδι.
Αντίθετα από κάποιες φήμες που κυκλοφόρησαν, το αεροπλάνο που έπεσε δεν λεγόταν «American Pie» αλλά έφερε απλά το σειριακό αριθμό N3794N. Εντούτοις, η παραπληροφόρηση έλαβε τόσο μεγάλο μέγεθος που το 1999 ο Don McLean αναγκάστηκε να κάνει δήλωση στον Τύπο λέγοντας: «Ο ολοένα αυξανόμενος αστικός μύθος, ότι American Pie ήταν το όνομα του αεροπλάνου που συνετρίβη και προκάλεσε το θάνατο των Buddy Holly, Ritchie Valens και Big Bopper, είναι αναληθής». Και ολοκλήρωσε λέγοντας ότι ο τίτλος του τραγουδιού ήταν έμπνευση του ίδιου.
I can’t remember if I cried when I read about his widowed bride, but something touched me deep inside the day the music died.
Ο στίχος «I read about his widowed bride» αναφέρεται στη σύζυγο του Buddy Holly, Maria Elena Santiago. Η Maria Elena έμαθε το θάνατο του συζύγου της από το ραδιόφωνο. Μάλιστα ήταν έγκυος όταν συνέβη το τραγικό συμβάν και τελικά απέβαλε λίγες μέρες αργότερα.
Ο Don McLean αγνοούσε το γεγονός ότι ο Buddy Holly ήταν παντρεμένος και το έμαθε από τα άρθρα των εφημερίδων μετά το τραγικό γεγονός. Ίσως γιατί ο Holly είχε παντρευτεί 6 μήνες πριν με απόλυτη μυστικότητα, κι αυτό επειδή η Maria Elena Santiago ήταν από το Puerto Rico και ανήκε σε διαφορετική φυλή, κι επιπλέον υπήρχε σκεπτικισμός εκ μέρους του κοινού με την ερωτική ζωή των rock stars, δεδομένου ότι ήταν ακόμα πρόσφατη η περίπτωση του Jerry Lee Lewis, που εξοστρακίστηκε επειδή παντρεύτηκε τη 13χρονη ξαδέλφη του, και του Chuck Berry, που φυλακίστηκε για βιασμό.
Το πέρασμα του Buddy Holly από τη μουσική σκηνή είχε βαθιά επίδραση στον Don McLean. Πολλοί καλλιτέχνες της rock μουσικής πέθαναν νέοι. Γιατί ήταν τόσο σημαντικός για τον Don McLean ο θάνατος του Buddy Holly; Προφανώς, επειδή συνέβη την περίοδο που διαμορφωνόταν ο χαρακτήρας του νεαρού τότε Don McLean. Στους προηγούμενους στίχους ο McLean μας είχε ήδη αποκαλύψει ότι από τότε που ήτανε παιδί ήθελε να γίνει μουσικός και ότι αυτή η μουσική ήταν που έκανε τον κόσμο να χαμογελάει. Ο Buddy Holly ήταν το ίνδαλμα του McLean και η μουσική του ασκούσε περισσότερη επιρροή από οποιονδήποτε άλλον εκείνη την εποχή. Η τραγωδία του θανάτου του, λοιπόν, σήμαινε περισσότερα στον McLean απ’ ότι σε άλλα παιδιά της ηλικίας του. Η μουσική του Buddy Holly, και η αισιοδοξία που την χαρακτήριζε, απεικόνιζε την ψυχολογία της Αμερικής κατά τη δεκαετία του 1950. «Η Ημέρα που πέθανε η μουσική» είναι η ημέρα που πέθανε η αθωότητα και η αισιοδοξία. Ο θάνατος του Buddy Holly είναι το πρώτο πλήγμα κι αυτό που ακολουθεί είναι ένας επικήδειος μουσικός λόγος.
So, bye-bye Miss American Pie drove my Chevy to the levee, but the levee was dry. And them good old boys were drinking whiskey and rye Singing, “This will be the day that I die. This will be the day that I die.”
Ένα κλειδί για την κατανόηση του τραγουδιού μπορεί να βρεθεί σ’ αυτούς τους στίχους που αποτελούν το ρεφρέν. Η «Αμερικάνικη Πίτα» δεν είναι παρά η ίδια η αμερικάνικη μουσική που με το θάνατο των σημαντικότερων εκπροσώπων της χάνεται κι ένα κομμάτι της και οδηγείται στην αφάνεια. Παράλληλα, ο Don McLean αποχαιρετά την αισιοδοξία και την αθωότητα της αμερικάνικης κοινωνίας της δεκαετίας του 1950. Είναι ένα «αντίο» στην Αμερική μιας άλλης εποχής. Άλλωστε η αμερικάνικη πίτα (η μηλόπιτα) και η Chevy (Chevrolet) αποτελούν σημαντικό κομμάτι της αμερικάνικης κουλτούρας, όπως και το rock ‘n’ roll.
Λέγεται ότι το ρεφρέν το εμπνεύστηκε ο Don McLean από το θάνατο της Marilyn Monroe χρησιμοποιώντας ένα άρθρο που έγραψε για τη μεγάλη σταρ η Ayn Rand. Το άρθρο αυτό, με τίτλο «Through Your Most Grievous Fault», δημοσιεύτηκε στους Los Angeles Times στις 19 Αυγούστου του 1962, δηλαδή δύο εβδομάδες μετά το θάνατο της Monroe. Αυτή η εκδοχή μάλλον δεν είναι σωστή καθώς στο άρθρο δεν γίνεται κάποια σύνδεση μεταξύ της Marilyn Monroe και του τίτλου Miss American Pie και, τέλος, είναι μάλλον απίθανο ο Don McLean να θυμόταν το άρθρο 8 χρόνια αργότερα (δεδομένου ότι έγραψε το τραγούδι το 1970).
Η Chevy είναι το υποκοριστικό της Chevrolet και το Rye είναι η σίκαλη αλλά μεταφορικά εννοεί το ουίσκι. Ο στίχος «Drove my Chevy to the levee» αναφέρεται σε μία σειρά διαφημίσεων της Chevrolet, που προβλήθηκαν στην τηλεόραση τη δεκαετία του 1950. Σ’ εκείνη τη διαφήμιση υπήρχε ένα τραγούδι με τίτλο «See The U.S.A. In Your Chevrolet» που έλεγε: «Drive your Chevrolet through the USA, America’s the greatest land of all, On a highway or a road along a levee…». Το τραγούδι ερμήνευε το ζεύγος Peter Lind Hayes και Mary Healy, αλλά έγινε ευρύτερα γνωστό από την τραγουδίστρια και ηθοποιό Dinah Shore, η οποία από το 1951 μέχρι το 1961 παρουσίαζε με μεγάλη επιτυχία στο NBC το τηλεοπτικό show «The Dinah Shore Chevy Show», του οποίου χορηγός ήταν η Chevrolet. Ο Don McLean, λοιπόν, αποχαιρετά τη δεκαετία του 1950 χρησιμοποιώντας συμβολικά ένα δημοφιλές διαφημιστικό εκείνης της εποχής. Άλλωστε μία βόλτα με το αυτοκίνητο στο ποτάμι φέρνει στο νου μία ρομαντική εικόνα ενός ειδυλλίου, αλλά ήταν και μία συνηθισμένη έξοδος για τους νέους της εποχής εκείνης που αναζητούσαν ένα μέρος για να πιούν παρέα με φίλους. Μόνο που η βόλτα έχει τελειώσει και το ποτάμι είναι πια ξηρό. Ο τραγουδιστής νιώθει σαν κάποιος που αγάπησε αλλά η αγάπη του τον έχει προδώσει… Μεταφορικά, το στεγνό ποτάμι θα μπορούσε να σημαίνει ότι στέγνωσαν οι πηγές του rock’n’roll, δηλαδή της country και της rhythm & blues.
Υπάρχει, όμως, και άλλη εκδοχή η οποία δίνει στους στίχους περισσότερο κυριολεκτική έννοια και λιγότερο μεταφορική. Σύμφωνα μ’ αυτή την εκδοχή, το «levee» του στίχου δεν είναι ουσιαστικό, που σημαίνει το ανάχωμα του ποταμού, αλλά κύριο όνομα και συγκεκριμένα το bar «Levee» το οποίο βρισκόταν στο New Rochelle της Νέας Υόρκης, τη γενέτειρα του Don McLean. Παρομοίως, το Rye δεν είναι το ουίσκι αλλά η ομώνυμη πόλη που βρίσκεται κοντά στο New Rochelle. Λέγεται, λοιπόν, πως όταν ενηλικιώθηκε ο McLean το μπαρ «Levee» είχε κλείσει κι έτσι ο ίδιος με τους φίλους του («them good old boys») αναγκάζονταν να περάσουν το ποτάμι και να πάνε στο Rye για να πιούν ποτό και να διασκεδάσουν. Η εκδοχή αυτή φαίνεται αληθοφανής, ωστόσο σ’ αυτή την περίπτωση οι στίχοι θα έπρεπε να ήταν: «And them Good Old Boys were drinking whiskey in Rye…».
Μία άλλη εκδοχή συνδέει τους στίχους με τα αναχώματα του Mississippi και τη ρατσιστική δολοφονία τριών νεαρών ακτιβιστών (ενός μαύρου και δύο Εβραίων) που συνέβη το 1964 (η ιστορία αυτή αποτέλεσε το 1988 το θέμα της κινηματογραφικής ταινίας «Ο Μισισιπής Καίγεται»). Εντούτοις, κι αυτή η θεωρία φαίνεται να μην ισχύει καθώς οι τρεις ακτιβιστές οδηγούσαν Ford και όχι Chevrolet και, επιπλέον, δεν συνδέεται με τους υπόλοιπους στίχους του ρεφρέν.
Όσο για την κατάληξη του ρεφρέν («This will be the day that I die») έρχεται σε άμεση αντιστοιχία με το τραγούδι του Buddy Holly «That’ll Be The Day», που κυκλοφόρησε το 1957, και το ρεφρέν του οποίου τελειώνει με το στίχο: «that’ll be the day when I die». Στο τραγούδι αυτό ο Buddy Holly λέει ότι θα πεθάνει την ημέρα που θα τον αφήσει η αγάπη του. Για τον Don McLean η μουσική που αγαπούσε έχει φύγει και, έχοντας ως σημείο αναφοράς το τραγούδι του Buddy Holly, με τον συμβολικό αυτό τρόπο πενθεί για το θάνατο της μουσικής αλλά και του τρόπου ζωής που αγαπούσε.
Did you write the book of love, and do you have faith in god above, if the bible tells you so? Now do you believe in rock and roll? Can music save your mortal soul? And can you teach me how to dance real slow?
Αυτή η στροφή εισάγει θρησκευτικά στοιχεία τα οποία αντηχούν σε όλο το υπόλοιπο τραγούδι. Ο Don McLean προσδίδει θεϊκές ιδιότητες στη μουσική δεδομένου ότι οι ρίζες της έχουν βαθιά επιρροή από την εκκλησία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλοί μεγάλοι σταρ της μουσικής προήλθαν από τους χώρους της εκκλησίας και πολλοί από αυτούς ηχογράφησαν και δίσκους με εκκλησιαστικούς ύμνους. Ο Buddy Holly, μάλιστα, ήταν βαπτιστής και τραγουδούσε στη χορωδία της ενορίας του.
Ο στίχος «Did you write the book of love» αποτελεί έμμεση αναφορά στο τραγούδι των Monotones «(Who Wrote) The Book Of Love» που το 1958 έφτασε ως το Νο 5 των Η.Π.Α. Ο Don McLean χρησιμοποίησε το συγκεκριμένο τραγούδι για να συμβολίσει την αθωότητα της δεκαετίας του 1950. Οι Monotones ξεκίνησαν ως χορωδία Βαπτιστών και δεδομένου ότι ο Don McLean ήταν βαθιά θρησκευόμενος κάνει αναφορά στην πίστη και στη Βίβλο δανειζόμενος και πάλι τίτλους από τραγούδια. Έτσι, ο στίχος «if the bible tells you so» αναφέρεται στο τραγούδι του Don Cornell «The Bible Tells Me So», που κυκλοφόρησε το 1955 αλλά έχει βαθύτερες ρίζες σ’ ένα χριστιανικό τραγούδι, με τίτλο «Jesus Loves Me», που έγραψε η Anna Bartlett Warner το 1860 και μελοποίησε ο William Batchelder Bradbury το 1862. Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού λένε «Jesus loves me! This I know, for the Bible tells me so».
Ο στίχος «do you believe in rock and roll» είναι εμπνευσμένος από το τραγούδι «Do You Believe In Magic», που κυκλοφόρησαν οι Lovin’ Spoonful το 1965, όπου οι στίχοι λένε «Believe in the magic of rock and roll». Έτσι, ο Don McLean μεταφέρει τα θρησκευτικά στοιχεία των προηγούμενων στίχων και μετατρέπει τη μουσική σε αντικείμενο πίστης αντικαθιστώντας την πίστη στο Θεό. Κατά ειρωνικό τρόπο, στην ταινία «American Pie» (1999) δύο από τους βασικούς χαρακτήρες της κωμωδίας ερμηνεύουν το τραγούδι των Lovin’ Spoonful σε ένα διαγωνισμό τραγουδιού!
Τα ερωτήματα που θέτει ο Don McLean αφορούν τη μουσική όπως έχει εξελιχθεί την εποχή που έγραψε το τραγούδι. Το rock and roll έχει εγκαταλειφθεί ενώ αμφισβητεί και την ηθικότητα των νέων τραγουδιών, τα οποία είτε προκαλούν τη σεξουαλικότητα της νεολαίας είτε δεν προσφέρονται για χορό αλλά για… ψυχανάλυση. Χρησιμοποιώντας, λοιπόν, τίτλους από παλιά και αθώα τραγούδια, ο βαθιά θρησκευόμενος Don McLean θέτει το ρητορικό ερώτημα αν τα καινούργια τραγούδια μπορούν να σώσουν τη ψυχή μας σε μια προσπάθεια να κρατήσει την αγαπημένη του μουσική ζωντανή ή για να διαπιστώσει αν έχει ήδη «πεθάνει».
Η ερώτηση «And can you teach me how to dance real slow?» έρχεται να ενισχύσει συμβολικά αυτή την επιχειρηματολογία, δεδομένου ότι ο αργός χορός κάποτε ήταν αρκετά διαδεδομένος και ήταν ένας τρόπος για να εκφράσει ένα ζευγάρι την αγάπη του (γι’ αυτό τα ζευγάρια στο χορό, εκείνη την εποχή, δεν αλλάζανε εύκολα). Επιπλέον, ο αργός χορός είναι συμβολικός του ρυθμού της ζωής στην Αμερική της δεκαετίας του 1950, πριν κερδίσουν το ενδιαφέρον της νεολαίας η ψυχεδέλεια και τα δεκάλεπτα σόλο της κιθάρας.
Well, I know that you’re in love with him ‘Cause I saw you dancing in the gym. You both kicked off your shoes. Man, I dig those rhythm and blues.
Εδώ οι στίχοι μας μεταφέρουν μία εικόνα με τον τραγουδιστή να βλέπει στο γυμναστήριο μία κοπέλα με κάποιον άλλον. Ποια είναι αυτή η κοπέλα; Μήπως κάποιο πρόσωπο για το οποίο ενδιαφερόταν ο Don McLean ή μήπως αυτή η κοπέλα είναι η Αμερική και μας προετοιμάζει για τις ριζικές αλλαγές που θα συμβούν την επόμενη δεκαετία; Αν και δεν δηλώνεται ρητά, το πιο πιθανό είναι ότι αυτή η κοπέλα είναι η Miss American Pie του ρεφρέν (και κατά συνέπεια η αμερικάνικη μουσική) και ο άντρας, με τον οποίο είναι ερωτευμένη, είναι τα νέα ινδάλματα (Frankie Avalon, Fabian, Bobby Rydell) που εμφανίστηκαν μετά το θάνατο του Buddy Holly και με τους οποίους χόρευε όλη η αμερικάνικη νεολαία.
Ο στίχος «You both kicked off your shoes» αναφέρεται στο γεγονός ότι για να χορέψει ένα ζευγάρι έπρεπε να βγάλει τα παπούτσια του και να φορέσει τα λεγόμενα «sock hop» (ειδικά καλτσάκια για χορό), καθώς τα παπούτσια του δρόμου άφηναν γρατζουνιές στα ξύλινα πατώματα ενώ τα πάνινα ήταν επίπονα για χορευτικές κινήσεις.
Οι στίχοι ολόκληρης της στροφής δείχνουν να μην έχουν καμία σχέση με τους στίχους των άλλων στροφών αλλά ούτε καν με το θέμα του τραγουδιού. Ο Don McLean, μιλώντας για το τραγούδι του, λύνει κάποιες απορίες:
Είμαι πολύ περήφανος για το τραγούδι. Είναι βιογραφικής φύσης και δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που τα έχει καταλάβει όλα. Το τραγούδι αρχίζει με τις αναμνήσεις από το θάνατο του Buddy Holly. Αλλά στη συνέχεια περιγράφει την Αμερική όπως την έβλεπα εγώ και όπως την φανταζόμουν ότι μπορούσε να γίνει, έτσι είναι εν μέρει πραγματικό και εν μέρει φανταστικό αλλά στο τραγούδι είμαι πάντα ως μάρτυρας και μερικές φορές μάλιστα είμαι το θέμα κάποιων στίχων. Όταν ονειρεύεσαι κάτι, αυτό που βλέπεις μπορεί να αλλάξει σε κάτι άλλο. Είναι παράλογο όταν το εξετάζεις το πρωί, αλλά όταν το ονειρεύεσαι φαίνεται απολύτως λογικό. Έτσι για μένα είναι απολύτως φυσιολογικό να λέω ότι είμαι στο γυμναστήριο και βλέπω αυτό το κορίτσι να χορεύει με κάποιον άλλον και ξαφνικά αυτό το πράγμα να γίνεται κάτι άλλο και ο στίχος να αλλάζει. Να γιατί δεν έχω αναλύσει ποτέ τους στίχους του τραγουδιού. Είναι πέρα από την ανάλυση. Είναι ποίηση.
Ο στίχος «Man, I dig those rhythm and blues» είναι μία έμμεση αναγνώριση ότι οι ρίζες του rock βρίσκονται στη μαύρη μουσική και συγκεκριμένα στη rhythm & blues (R&B). Άλλωστε πολλές από τις rock ‘n’ roll επιτυχίες που ανέβηκαν στα charts από λευκούς καλλιτέχνες, ήταν διασκευές τραγουδιών μαύρων καλλιτεχνών.
I was a lonely teenaged broncin’ buck with a pink carnation and a pickup truck, But I knew I was out of luck the day the music died.
Στη συνέχεια των προηγούμενων στίχων, κι ενώ ο τραγουδιστής βλέπει την κοπέλα με κάποιον άλλο, μένει μόνος του με το ροζ γαρύφαλλο και το φορτηγάκι του. Ο στίχος «broncin’ buck» προέρχεται από έναν όρο συνηθισμένο στους cowboys, το «bucking bronco» που σημαίνει το αρσενικό άγριο άλογο, ενώ το φορτηγάκι (pickup truck) αποτελούσε σύμβολο σεξουαλικής ανεξαρτησίας, ιδιαίτερα στο Τέξας. Εδώ υπάρχει και μία έμμεση αναφορά στο τραγούδι του Marty Robbins «A White Sport Coat (And A Pink Carnation)» που κυκλοφόρησε το 1957.
Με αφορμή το στίχο «I was out of luck the day the music died», διατυπώθηκε μία θεωρία που θέλει τον Don McLean να χωρίζει στις 3 Φεβρουαρίου 1959 με μία υποψήφια για τον τίτλο της Μις Αμερική. Η θεωρία αυτή είναι τουλάχιστον αστεία γιατί απλούστατα ο Don McLean τότε ήταν 14 ετών!
Με αυτή τη στροφή, η μέρα που «πέθανε η μουσική» παίρνει πλέον την έννοια της απώλειας της πίστης στις παλιές αξίες και αυτό είναι άλλο ένα πλήγμα για τον τραγουδιστή. Έχοντας προσωποποιήσει την Αμερική με μία γυναίκα, τη Miss American Pie, είναι πλέον σαφές ότι αποχαιρετά την Αμερική όπως την ήξερε κάποτε. Έτσι, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα και τους στίχους που ακολουθούν. Από την επόμενη στροφή, ο Don McLean θέτει μουσικά πρόσωπα και γεγονότα της δεκαετίας του 1960 και εκφράζει κλιμακωτά την απογοήτευσή του για τις αλλαγές στην αμερικανική κουλτούρα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Now, for ten years we’ve been on our own, and moss grows fat on a rolling stone, but that’s not how it used to be. When the jester sang for the king and queen, in a coat he borrowed from James Dean, and a voice that came from you and me…
Την εποχή που έγραφε ο Don McLean το «American Pie» είχαν περάσει ήδη δέκα χρόνια από το θάνατο του Buddy Holly. Στους στίχους υπάρχει μία έμμεση αναφορά στο τραγούδι του Buddy Holly «Early In The Morning», που κυκλοφόρησε το 1958. Στο τραγούδι αυτό υπάρχει ο στίχος «You know a rolling stone, don’t gather no moss», ο οποίος βασίζεται σε μία παλιά παροιμία που λέει ότι «a rolling stone gather no moss» (στην κυριολεξία μεταφράζεται ως «μία κυλιόμενη πέτρα δεν συγκεντρώνει βρύα», αλλά το νόημα είναι ότι οι άνθρωποι που μετακινούνται συνέχεια, και δεν έχουν ρίζες σε ένα μέρος, αποφεύγουν τις ευθύνες). Στην πραγματικότητα η ρίζα αυτής της παροιμίας βρίσκεται στο λατινικό απόφθεγμα «Saxum volutum non obducitur musco», το οποίο αποδίδεται στον Λατίνο συγγραφέα του 1ου π.Χ. αιώνα, Publilius Syrus. Εντούτοις, η έκφραση αυτή δεν υπάρχει στα κείμενα του Syrus αλλά βρέθηκε στο έργο «Adagia» του Έρασμου, που εκδόθηκε το 1500 και περιλαμβάνει ελληνικές και λατινικές παροιμίες. Έκτοτε η παροιμία δημοσιεύθηκε μεταφρασμένη σε διάφορα βιβλία αποφθεγμάτων. Στις Η.Π.Α. η έκφραση «a rolling stone…» εμφανίστηκε δημοσιευμένη για πρώτη φορά το 1721 και αργότερα χρησιμοποιήθηκε σε τραγούδια διάφορων καλλιτεχνών (από τον Muddy Waters και τον Buddy Holly μέχρι τον Bob Dylan και τον Jimi Hendrix), βαπτίζοντας το συγκρότημα των Rolling Stones και το ομώνυμο περιοδικό, ενώ η ερμηνεία της χρησιμοποιείται και σε ψυχολογικά τεστ για τη διάγνωση πνευματικών ασθενειών (μάλιστα υπάρχει μία ανάλογη σκηνή με τον Jack Nicholson στην ταινία «Στη Φωλιά του Κούκου»).
Στο «American Pie», με το στίχο «moss grows fat on a rolling stone», η παροιμία αντιστρέφεται λέγοντας ότι «τα βρύα χοντραίνουν πάνω σε μία κυλιόμενη πέτρα». Η αντιστροφή αυτή αντανακλά τη μαζική απόρριψη των κοινωνικών αξιών, η οποία είχε γίνει κοινή συνήθεια και που –υποτίθεται- δεν έπρεπε να συμβεί. Σαν να λέει, δηλαδή, ότι τα πράγματα πήραν λάθος κατεύθυνση. Ο στίχος αυτός έχει έμμεση αναφορά και στον Bob Dylan, ο οποίος το 1965 έγραψε το τραγούδι «Like A Rolling Stone» -την πρώτη του μεγάλη επιτυχία- όπου τραγουδά: «How does it feel to be on your own with no direction home like a rolling stone?».
Ο γελωτοποιός (jester), στον οποίο αναφέρεται ο στίχος «When the jester sang for the king and queen», είναι ο Bob Dylan. Ο Dylan χρησιμοποιούσε συχνά στους στίχους του τους παλιάτσους, τους γελωτοποιούς και τους κλόουν. Μάλιστα τον πρώτο καιρό που ο καλλιτέχνης εμφανιζόταν στο Greenwich Village ήταν γνωστός ως κωμικός τραγουδιστής και πολλοί τον συνέκριναν με τον Charlie Chaplin. Κατά συνέπεια, το εύρημα του «γελωτοποιού» δεν είναι αυθαίρετο. Άλλωστε, ο γελωτοποιός στη μυθολογία είναι μία κλασική φιγούρα μπαγαπόντη, που συμβουλεύει τη Βασιλική Αυλή μέσω της υπονόμευσής της, υποδύεται τον τρελό αλλά και προφητεύει. Δηλαδή αυτό ακριβώς που έκανε κι ο Bob Dylan με τα τραγούδια του, τα οποία είναι αινιγματικά, μερικές φορές προφητικά και άλλες φορές απλά περίεργα.
Η απορία μένει για το ποιος είναι ο βασιλιάς και η βασίλισσα (king and queen). Πιθανόν βασιλιάς να είναι ο Elvis Presley και βασίλισσα ο… Little Richard (!), ο οποίος φέρεται να είπε κάποτε ότι αν ο Elvis είναι ο βασιλιάς του rock ‘n’ roll τότε αυτός είναι η βασίλισσα! Εντούτοις, υπάρχουν και άλλες εκδοχές μεταξύ των οποίων ότι η βασίλισσα είναι η Αμερικανίδα τραγουδίστρια της pop, Connie Francis (η οποία ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες τραγουδίστριες της δεκαετίας του 1960) ή η Aretha Franklin (η οποία από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 είχε αποκτήσει τον άτυπο τίτλο της «Βασίλισσας της Soul»).
Άλλες απόψεις θέλουν ως king και queen το ζεύγος John και Jackie Kennedy, καθώς και τη Βασίλισσα Ελισάβετ με το σύζυγό της, για τους οποίους λέγεται ότι είχε παίξει κάποτε ο Bob Dylan. Η αλήθεια είναι ότι ο ιδεαλισμός και το πνεύμα του προέδρου Kennedy, τα δυναμικά νιάτα και η όμορφη εμφάνιση του πρώτου τη τάξει ζεύγους στην Αμερική, καθώς και η δημοτικότητα του «Camelot» που παιζόταν εκείνο τον καιρό στο Broadway με τους Richard Burton και Julie Andrews, έδωσαν την έμπνευση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στο κοινό, να προσδώσουν ρομαντικό χαρακτήρα στην προεδρία του Kennedy, την οποία παρομοίαζαν με την Αυλή του Βασιλιά Αρθούρου και τους επιτελείς του Προέδρου ως Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης.
Υπάρχει, όμως, και άλλη εκδοχή σύμφωνα με την οποία ο Bob Dylan το 1962 είχε ταξιδέψει στην Αγγλία όπου εμφανίστηκε σε ένα πρόγραμμα του BBC. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του, ο Dylan τραγούδησε σε διάφορα clubs και στις 23 Δεκεμβρίου εκείνης της χρονιάς έπαιξε στην pub «The King & Queen», στη Foley Street 1 του Λονδίνου. Σ’ αυτήν την εκδοχή οι στίχοι αποκτούν βέβαια μια πιο κυριολεκτική ερμηνεία.
Οι στίχοι συνεχίζουν την αναφορά στον Bob Dylan λέγοντας ότι φορούσε «ένα μπουφάν που δανείστηκε από τον James Dean». Στο εξώφυλλο του δίσκου «The Freewheeling’ Bob Dylan», που κυκλοφόρησε το 1963, ο Dylan εμφανίζεται σε μία πόζα σχεδόν ίδια με του James Dean ενώ φόρεσε και ένα μπουφάν, παρόμοιο με το κόκκινο που φορούσε ο James Dean στον «Επαναστάτη Χωρίς Αιτία», προαναγγέλλοντας ίσως μία νέα τάξη πραγμάτων στη μουσική και τον πολιτισμό ευρύτερα.
Το κόκκινο αυτό μπουφάν έχει συμβολική σημασία. Όταν το φόρεσε ο James Dean στην προαναφερόμενη ταινία, σήμαινε ότι ήρθε πλέον η ώρα να αντιμετωπίσει τον κόσμο. Όταν προβλήθηκε η ταινία σχεδόν όλα τα καταστήματα ρούχων στις Η.Π.Α. είχαν πουλήσει τα κόκκινα μπουφάν που είχαν στο στοκ τους. Ο αντίκτυπος που είχε ο Bob Dylan ήταν παρόμοιος με αυτόν του James Dean. Και οι δύο αποτελούσαν σύμβολα για τη νεολαία της εποχής τους. Άλλωστε ο ρόλος του James Dean, που υποδυόταν τον αποξενωμένο νέο που κάνει την επανάστασή του, ταίριαζε γάντι στον Bob Dylan που είχε τον ίδιο ρόλο στη μουσική αυτής της περιόδου.
Ο στίχος «And a voice that came from you and me» αναφέρεται στο ύφος με το οποίο τραγουδάει ο Dylan. Αν και η φωνή του ήταν ακαλλιέργητη, έγινε η φωνή της γενιάς του καθώς τα τραγούδια διαμαρτυρίας που ερμήνευε, τον έθεσαν στην πρώτη γραμμή της νεολαίας που γινόταν όλο και περισσότερο επαναστατική και της οποίας το μότο ήταν «Μην εμπιστεύεστε κανέναν πάνω από 30»!
Oh and while the king was looking down, the jester stole his thorny crown. The courtroom was adjourned; No verdict was returned. And while Lenin read a book of Marx, The quartet practiced in the park, and we sang dirges in the dark the day the music died.
Αυτός ο στίχος μιλάει για το πώς ο Dylan πήρε τη θέση του Elvis Presley, ως ο αγαπημένος τραγουδιστής του κοινού και ο νέος πνευματικός ηγέτης του rock, ενώ δείχνει ότι η γενιά που άκουγε Elvis Presley και Buddy Holly περνάει οριστικά στο παρελθόν. Αναμφίβολα, το «ακάνθινο στέμμα» (το ακάνθινο στεφάνι που φορούσε ο Χριστός κατά τη σταύρωσή του) είναι ένα εύστοχο συμβολικό στοιχείo για το τίμημα της δόξας και, παράλληλα, συνδέει και πάλι τη μουσική με τη θρησκεία.
Ο Elvis Presley αποτελούσε επαναστατικό σύμβολο για τη νεολαία της δεκαετίας του 1950. Όμως αφότου έφυγε για να υπηρετήσει τον Αμερικανικό Στρατό («while the king was looking down») ο Elvis έχασε το θρόνο του και λίγο καιρό αργότερα η νέα γενιά βρήκε τον άξιο εκπρόσωπό της στο πρόσωπο του Bob Dylan. Έτσι, ο Bob Dylan αντιπροσωπεύει την επαναστατική αλλαγή που συνέβη στην αμερικανική κοινωνία, ενώ ο Elvis Presley και ο Buddy Holly αντιπροσώπευαν την παλαιότερη κοινωνική τάξη.
Αν και ο Dylan ήταν στην εμπροσθοφυλακή της αναπτυσσόμενης τάσης στη μουσική, που απομακρυνόταν από τις ρίζες του rock ‘n’ roll, μία μεγάλη μερίδα του κοινού (κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας) δεν παρακολουθούσε την αναδυόμενη πολιτιστική επανάσταση που συνέβαινε στην Αμερική. Έτσι οι συζητήσεις, για το αν είναι καλύτερος ο Dylan ή ο Presley, ήταν αδύνατον να καταλήξουν κάπου («The courtroom was adjourned; No verdict was returned»).
Κατά μία άλλη εκδοχή, η ετυμηγορία που δεν ανακοινώνεται ποτέ («no verdict was returned»), δεν αφορά το ερώτημα «Dylan ή Presley» αλλά τη δολοφονία του John Kennedy (καθώς ο φερόμενος ως δολοφόνος Lee Harvey Oswald δολοφονήθηκε πριν οδηγηθεί σε δίκη) και την αβεβαιότητα στην οποία περιήλθαν οι Η.Π.Α. μετά την Έκθεση της Επιτροπής Warren. Η δολοφονία του John Kennedy συνέβη στις 22 Νοεμβρίου 1963 και θεωρείται καθοριστική για την ιστορία, καθώς άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για τις ριζικές αλλαγές που άρχισαν να συμβαίνουν στην αμερικάνικη κοινωνία το 1964.
Αν δεχθούμε ως πιθανότερη εκδοχή ότι οι στίχοι αναφέρονται στον Kennedy, τότε ο βασιλιάς και η βασίλισσα των προηγούμενων στίχων είναι το ζεύγος John και Jackie Kennedy ενώ ο γελωτοποιός που έκλεψε το στέμμα είναι ο Oswald, καθώς με τη δολοφονία που διέπραξε στέρησε την εξουσία από τον John Kennedy (μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η σφαίρα τον πέτυχε στο κεφάλι). Σ’ αυτή την περίπτωση, ο στίχος «no verdict was returned», όπως ειπώθηκε και παραπάνω, αναφέρεται στα ύποπτα γεγονότα που περιέβαλαν τη δολοφονία του Kennedy, ενώ ο στίχος «we sang dirges in the dark» εννοεί το εθνικό πένθος.
Η δολοφονία του Kennedy επέφερε σκληρό χτύπημα στο ηθικό της χώρας, διακόπτοντας απότομα τα μεταπολεμικά χρόνια της αθωότητας και της αισιοδοξίας και αντικαθιστώντας τα με έναν αυξανόμενο κυνισμό που επηρέασε την αμερικανική κουλτούρα και, μοιραία, και τη μουσική. Είναι, λοιπόν, πιθανό ο Don McLean να επέλεξε αυτούς τους στίχους για να αναφέρει άλλο ένα γεγονός που επηρέασε την εξέλιξη της μουσικής.
Άλλος ένας στίχος που διεγείρει ερωτηματικά είναι ακριβώς ο επόμενος («and while Lenin read a book of Marx») κι αυτό γιατί σε όλα σχεδόν τα site που περιέχουν τους στίχους του τραγουδιού, γράφουν Lennon αντί για Lenin. Εντούτοις, στο τραγούδι ακούγεται καθαρά το όνομα Lenin. Επιπλέον, το επίσημο site του Don McLean αναφέρει στους στίχους το όνομα Lenin και κατά συνέπεια αυτό θα πρέπει να θεωρήσουμε ως σωστό. Μ’ αυτή την αναφορά καταρρίπτεται και η θεωρία ότι οι στίχοι του Don McLean περιορίζονται αποκλειστικά στα μουσικά δρώμενα και δεν έχουν πολιτική χροιά. Άλλωστε ο ίδιος ο Don McLean είχε πει σε μία συνέντευξή του: «Προσπάθησα να γράψω ένα επικό τραγούδι για την Αμερική και για να το κάνω χρησιμοποίησα ένα σύνολο εικόνων από τη μουσική και την πολιτική».
Ο Marx δεν είναι άλλος από τον Karl Marx και ενδεχομένως η αναφορά να έχει σχέση με το κίνημα των αριστερών φοιτητών και με τους καλλιτέχνες που ασπάστηκαν τη μαρξιστική ιδεολογία. Κατά την επανάσταση της δεκαετίας του 1960, το rock αναλάμβανε έναν πιο πολιτικό και κοινωνικό ρόλο, που θα αντανακλούσε το μεταβαλλόμενο πολιτικό κλίμα και θα αγκάλιαζε ένα είδος σοσιαλισμού για την Αμερική. Ο Don McLean πίστευε ότι όπως τα γραπτά του Marx είχαν καθοριστική επιρροή στο Ρώσο ηγέτη Vladimir Lenin και στο ρόλο του στη Ρωσική Επανάσταση του 1917, έτσι είχαν και επιρροή στους καλλιτέχνες που επιδίωκαν μία Πολιτιστική Επανάσταση.
Ενδεχομένως, η αναφορά στο όνομα του Lenin να έγινε επίτηδες από τον Don McLean για να εννοήσει τον Lennon, του οποίου η ενασχόληση με τον Μαρξισμό επηρέασε βαθύτατα τη μουσική των Beatles. Ο Don McLean σε όλη τη διάρκεια του «American Pie» χρησιμοποιεί έξυπνα τους στίχους με συμβολικό τρόπο, ώστε να υπονοήσει πρόσωπα και καταστάσεις χωρίς να τα κατονομάζει. Ο συγκεκριμένος στίχος αποτελεί ένα θαυμάσιο παράδειγμα αυτής της καλλιτεχνικής τακτικής. Μπορεί, λοιπόν, ο Don McLean να ήθελε να αποφύγει να χρησιμοποιήσει το όνομα του John Lennon αλλά να βρήκε διέξοδο κάνοντας λογοπαίγνιο με το παραπλήσιο επώνυμο του Lenin. Κατά τον ίδιο τρόπο που ο στίχος συνδέει τον Lenin με τον Karl Marx, μπορεί να συνδέει και τον Lennon με τον Groucho Marx.
Ο Groucho Marx ήταν ένας κυνικός κωμικός για τον οποίο υπήρχαν υποψίες ότι ήταν σοσιαλιστής και του οποίου οι λόγοι συχνά περιείχαν μηνύματα ίδια με αυτά των στίχων του Lennon. Τον Ιούλιο του 1969, η κωμική ομάδα The Firesign Theatre, την οποία ο κωμικός συγγραφέας Bob D. Caterino αποκάλεσε «Beatles της κωμωδίας», κυκλοφόρησε το δίσκο με τον μακροσκελή τίτλο «How Can You Be In Two Places At Once When You ‘Re Not Anywhere At All» στον οποίο απεικονίζονται μαζί οι Groucho Marx και John Lennon, και μάλιστα με ρωσικά γράμματα, συμβολίζοντας έτσι τη σχέση Lennon και Groucho Marx τόσο μεταξύ τους όσο και με τον Μαρξισμό.
Με το στίχο «The quartet practiced in the park» ο Don McLean κάνει αναφορά στους Beatles και στη διάσημη αποχαιρετιστήρια συναυλία που έδωσαν στο Candlestick Park του San Francisco, στις 29 Αυγούστου του 1966. Εκείνη η συναυλία αποτέλεσε χρονικά ένα κρίσιμο σημείο στη μουσική εξέλιξη των Beatles καθώς αποφάσισαν να περιορίσουν τις εμφανίσεις τους, να απομακρυνθούν από την απλή μουσική με την οποία μας συστήθηκαν, και να πειραματιστούν περισσότερο με τον ήχο και την παραγωγή των δίσκων τους. Ο Don McLean με το στίχο αυτό θέλει να μας πει ότι οι Beatles προετοίμαζαν τη δική τους επανάσταση, δεδομένου ότι η επιρροή τους στην κουλτούρα των νέων της Αμερικής θα γινόταν ακόμα εντονότερη. Σύντομα, οι Beatles θα επιφέρουν ριζική τομή στην έννοια του rock όπως είχε κάνει παλιότερα ο Bob Dylan.
Κατά μία άλλη εκδοχή, με τον στίχο αυτό ο Don McLean δεν εννοεί τους Beatles αλλά τους Weavers. Ο Lee Hays των Weavers ήταν ένας από τους στενούς φίλους του Don McLean. Με την εφαρμογή του Μακαρθισμού οι Weavers μπήκαν στη «μαύρη λίστα» και αναγκάζονταν να κάνουν πρόβες μέσα στο Central Park.
Στη συνέχεια, ο Don McLean με το στίχο «and we sang dirges in the dark» φαίνεται να τραγουδά έναν επιτάφιο θρήνο για την Αμερική. Ίσως να αναφέρεται στις πορείες ειρήνης της δεκαετίας του 1960 αλλά αυτός ο θρήνος μπορεί να αφορά τόσο τον θάνατο του Buddy Holly όσο και το εθνικό πένθος μετά τη δολοφονία του John Kennedy. Τέλος, για τον συγκεκριμένο στίχο υπάρχει και μία άλλη εκδοχή, η οποία αναφέρεται στο black out που συνέβη στην ανατολική ακτή στις 9 Νοεμβρίου 1965. Το black out συνέβη σε μία έκταση 207.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων επηρεάζοντας 25.000.000 ανθρώπους οι οποίοι έμειναν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα για 12 ώρες. Πολλοί κάτοικοι, προκειμένου να διατηρήσουν τη ψυχραιμία τους, άρχισαν να τραγουδάνε μέσα στο σκοτάδι. Ο Don McLean ήταν μάρτυρας του γεγονότος, καθώς όταν συνέβη ήταν 20 χρονών και ζούσε ακόμη στo New Rochelle. Το New Rochelle ήταν μία από τις πόλεις που βυθίστηκαν στο σκοτάδι.
Helter skelter in a summer swelter. The birds flew off for the fallout shelter, Eight miles high and falling fast. It landed foul on the grass. The players tried for a forward pass, with the jester on the sidelines in a cast.
Η στροφή αυτή μας μεταφέρει στην εκρηκτικότερη περίοδο της δεκαετίας του 1960, και συγκεκριμένα από το 1966 έως το 1969, όπου η νέα γενιά αντιμετωπίζει εχθρικά το αμερικάνικο κατεστημένο και επιθυμεί να το μετασχηματίσει. Όσο μαίνεται ο πόλεμος στη Νοτιοανατολική Ασία, η νέα αυτή γενιά γίνεται ολοένα και πιο επαναστατική σε όλα τα επίπεδα. Οι βίαιες αντιπαραθέσεις στο Oakland, μεταξύ της φτωχής μαύρης κοινότητας και των δυνάμεων της αστυνομίας (της οποίας το 98% του δυναμικού της ήταν λευκοί), που συνέβησαν το 1966 και που οδήγησε στην ίδρυση των Μαύρων Πανθήρων ως απάντηση στη βία των αστυνομικών, η δολοφονία του Martin Luther King τον Απρίλιο του 1968 (που προκάλεσε ταραχές από τους μαύρους σε ολόκληρη τη χώρα), οι ταραχές στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, η δολοφονία του Robert Kennedy τον Ιούνιο του 1968 και τα επεισόδια στο Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος την ίδια χρονιά, είναι ορισμένα από τα γεγονότα που συνέβησαν αυτή την εκρηκτική περίοδο.
Την κρίσιμη χρονιά του 1968, οι Beatles κυκλοφορούν το «Helter Skelter». Το «American Pie» αναφέρεται στο τραγούδι αυτό για να περιγράψει τα χαοτικά γεγονότα αυτής της περιόδου. Η επιλογή του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν είναι τυχαία. Ο διαβόητος Charles Manson ακούγοντας αυτό το κομμάτι έπαθε ψύχωση και το ερμήνευσε ως προφητεία για μία μελλοντική φυλετική σύγκρουση λευκών και μαύρων, την οποία θα επίσπευδαν τα εγκλήματά του. Ο Manson έπεισε τους οπαδούς του να προβούν σε τρεις ομαδικές δολοφονίες, με πιο διάσημη τον βασανισμό και εκτέλεση της διάσημης, εγκύου τότε, Sharon Tate (συζύγου του σκηνοθέτη και ηθοποιού Roman Polanski) και ακόμη τεσσάρων ατόμων μέσα στο σπίτι τους. Με το αίμα της Sharon Tate, οι οπαδοί του Manson έγραψαν τις λέξεις «Helter Skelter».
Ο Manson συνδέθηκε για πάντα με το τραγούδι «Helter Skelter» των Beatles, αφού όχι μόνο αυτό αφύπνισε τα δολοφονικά του ένστικτα (νομίζοντας ότι κρύβει κάποια μηνύματα που απευθύνονταν σ’ αυτόν) αλλά, επιπλέον, ήθελε να σημαδέψει τα θύματά του με τις λέξεις «Helter Skelter»! Τελικά, αυτό που κατάφερε είναι να σημαδέψει τη δεκαετία του 1960 με μία από τις ειδεχθέστερες δολοφονίες που έγιναν ποτέ και ο ίδιος να καταλήξει στη φυλακή όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Το έγκλημα συνέβη στις 9 Αυγούστου του 1969, σε ένα Los Angeles στο οποίο επικρατούσε καύσωνας και γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιείται στο στίχο η φράση «in a summer swelter» (swelter=αποπνικτική ζέστη).
Ο στίχος «the birds flew off for the fallout shelter» κάνει έμμεση αναφορά στους Byrds. Ο όρος «fallout shelter» υπάρχει στο εξώφυλλο (κάτω αριστερά) του δίσκου «Bringing It All Back Home» του Bob Dylan που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1965. Σ’ αυτό το δίσκο περιλαμβάνεται το τραγούδι «Mr.Tambourine Man», το οποίο έμελλε να γίνει ευρέως γνωστό από τους Byrds. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία των Byrds, οπότε θα μπορούσαμε πράγματι να πούμε ότι οι Byrds ξεπήδησαν μέσα από το δίσκο αυτό.
Ο ίδιος όρος (fallout shelter στην κυριολεξία σημαίνει το πυρηνικό καταφύγιο) χρησιμοποιούταν τη δεκαετία του 1960 για τα Κέντρα Απεξάρτησης από τα Ναρκωτικά, σε ένα από τα οποία λέγεται ότι οδηγήθηκε ένα από τα μέλη των Byrds όταν συνελήφθη για κατοχή ναρκωτικών.
Ο στίχος «Eight miles high and falling fast» αναφέρεται στο τραγούδι των Byrds «Eight Miles High», το οποίο θεωρείται ότι είναι το πρώτο τραγούδι που απαγορεύτηκε λόγω αναφορών στα ναρκωτικά (παρόλο που στην πραγματικότητα αναφέρεται στα αεροπορικά ταξίδια που έκαναν οι Byrds στο πλαίσιο της περιοδείας τους στην Αγγλία το 1965). Κατά συνέπεια, δεν είναι τυχαίος και ο επόμενος στίχος («It landed foul on the grass») αφού με τη λέξη «grass» δεν εννοείται μόνο το χορτάρι αλλά και το «χόρτο». Κι εδώ, λοιπόν, υπάρχει έμμεση αναφορά ότι οι Byrds έπαιρναν μαριχουάνα. Ο Don McLean χρησιμοποιεί έναν ποδοσφαιρικό όρο («landed foul») για να δείξει την κινητικότητα που υπήρχε εκείνη την περίοδο στα μουσικά δρώμενα αλλά και για να υποδείξει τους καλλιτέχνες που ήταν εθισμένοι στα ναρκωτικά.
Μία άλλη εκδοχή δίνει στους παραπάνω στίχους μια πιο… κυριολεκτική ερμηνεία: ο Don McLean παρουσιάζει το ψυχροπολεμικό κλίμα που επικρατούσε στις σχέσεις μεταξύ των Η.Π.Α. και της Σοβιετικής Ένωσης. Κάποιες οικογένειες εκείνη την εποχή έφτιαξαν καταφύγια στο πίσω μέρος του σπιτιού τους, αποθηκεύοντας μπουκάλια με νερό, κονσέρβες και όπλα (τα τελευταία για να πυροβολήσουν τυχόν γείτονες που θα προσπαθούσαν να μπουν στο καταφύγιο), ενώ οι ασκήσεις ετοιμότητας σε αεροπορικές επιδρομές ήταν συχνές. Τα καταφύγια έγιναν δημοφιλή τη δεκαετία του 1950 όταν έγινε γνωστό ότι η Σοβιετική Ένωση είχε κατασκευάσει ατομική βόμβα. Η αμερικανική κυβέρνηση θεώρησε το γεγονός αυτό «απειλή» για τις Η.Π.Α. και κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες να σπείρει το φόβο στους Αμερικανούς πολίτες, συμβάλλοντας έτσι και στην αύξηση της ζήτησης όπλων. Οι δύο υπερδυνάμεις έφτασαν πολύ κοντά σε έναν πυρηνικό πόλεμο τον Οκτώβριο του 1962 με την Κρίση των Πυραύλων στη Κούβα.
Εντούτοις, πιο πιθανή φαίνεται να είναι η εκδοχή με τη μεταφορική ερμηνεία. Δηλαδή ο Don McLean να έκανε έμμεση αναφορά στους Byrds και με τους στίχους αυτούς να ήθελε να παρομοιάσει την κλιμακούμενη αναρχία με μία βόμβα που πέφτει γρήγορα και είναι έτοιμη να εκραγεί. Η εκδοχή αυτή ενισχύεται ακόμα περισσότερο καθώς δένει με τον τελευταίο στίχο: το «Eight Miles High» των Byrds κυκλοφόρησε το 1966, την ίδια περίοδο που ο Bob Dylan βρισκόταν στο περιθώριο («with the jester on the sidelines in a cast»).
Πράγματι, στις 29 Ιουλίου του 1966 ο Bob Dylan είχε ένα -παραλίγο μοιραίο- ατύχημα με τη μοτοσικλέτα του. Σε μια βόλτα με μία Triumph, μπλοκάρουν τα φρένα, ο Dylan πέφτει και τραυματίζεται σοβαρά και μένει εκτός δουλειάς για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Dylan αποσύρθηκε στο σπίτι του στο Woodstock προκειμένου να ανακτήσει από τα τραύματά του, φυσικά και ψυχολογικά, και μέχρι το 1974 δεν ξαναέκανε περιοδεία. Τότε κάποιοι τον κατηγορήσανε ότι απολάμβανε τα χρήματα που κέρδιζε. Μέχρι και η Joan Baez ηχογράφησε ένα τραγούδι διαμαρτυρίας, το οποίο καλούσε τον Bob Dylan να δραστηριοποιηθεί, ενώ σε μία εφημερίδα εμφανίστηκε ένα άρθρο με τίτλο «Ο εκφραστής της γενιάς του αρνείται το ρόλο του».
Ο ίδιος ο Bob Dylan στο βιβλίο του «Η ζωή μου» (Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2005) γράφει χαρακτηριστικά:
– Είχα βαρεθεί να με έχουν χρίσει μεγάλο αδερφό της εξέγερσης, αρχιερέα της διαμαρτυρίας, τσάρο της αμφισβήτησης, δούκα της απείθειας, ηγέτη των παρασίτων, καγκελάριο της αποστασίας, αρχιεπίσκοπο της αναρχίας, μεγάλο αφεντικό… Είχα τραυματιστεί σ’ ένα ατύχημα με τη μοτοσικλέτα, αλλά είχα συνέλθει. Απέκτησα παιδιά, κι αυτό μου άλλαξε τη ζωή και με απομόνωσε απ’ όλους και απ’ όλα όσα συνέβαιναν. Εκτός από την οικογένειά μου, τίποτα δεν με ενδιέφερε πραγματικά και έβλεπα τα πάντα με άλλα μάτια. Ακόμα και τα φρικαλέα νέα της εποχής, τη δολοφονία των Kennedy, του Martin Luther King, του Malcolm X, τα είδα αλλιώς. Δεν τους είδα ως ηγέτες που δολοφονήθηκαν, αλλά ως πατέρες που είχαν αφήσει τις οικογένειές τους ορφανευμένες. Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αμερική, στη χώρα της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, εκτιμούσα πάντοτε τις αξίες και τα ιδανικά της ισότητας και της ελευθερίας. Ήμουν αποφασισμένος να αναθρέψω τα παιδιά μου μ’ αυτά τα ιδεώδη… Προσπαθούσα να τους προσφέρω τα αναγκαία και να μην μπλέκω, αλλά τα παράσιτα του Τύπου με διαφήμιζαν συνεχώς ως εκπρόσωπο, ως εκφραστή, ως συνείδηση μιας ολόκληρης γενιάς. Πολύ αστείο. Εγώ το μόνο που είχα κάνει ήταν να τραγουδήσω τραγούδια απολύτως ειλικρινή, που εξέφραζαν μια δυναμική καινούργια πραγματικότητα. Ελάχιστα κοινά είχα και ακόμη πιο ελάχιστα γνώριζα γι’ αυτή τη γενιά την οποία υποτίθεται ότι εκπροσωπούσα.
Λόγω της αποχής του Bob Dylan, δόθηκε η δυνατότητα σε άλλους «παίκτες» να βγουν μπροστά («the players tried for a forward pass») και να γίνουν οι πρωταγωνιστές της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Άλλωστε οι δουλειές του Dylan που ακολούθησαν (με εξαίρεση το δίσκο «John Wesley Harding») δεν έλαβαν ιδιαίτερα καλές κριτικές, καθώς ο τραγουδοποιός απείχε από τη στιχουργική πολυπλοκότητα και τα κοινωνικά σχόλια που χαρακτήριζαν τις προηγούμενες δουλειές του, με αποτέλεσμα να γίνεται όλο και λιγότερο ο εκπρόσωπος της γενιάς του. Για άλλη μια φορά, η μουσική αντανακλούσε τις αλλαγές της κοινωνίας και έτσι οι Beatles, επηρεασμένοι από την ενασχόλησή τους με τον ανατολικό μυστικισμό, άρχισαν να αλλάζουν τη μορφή του rock’n’roll και αντικατέστησαν τον Bob Dylan ως η φωνή της νέας γενιάς.
Now the halftime air was sweet perfume while the sergeants played a marching tune. We all got up to dance, Oh, but we never got the chance cause the players tried to take the field; the marching band refused to yield. Do you recall what was revealed the day the music died?
Βρισκόμαστε στη μέση σχεδόν της περιόδου της επανάστασης («the halftime air») και το γλυκό άρωμα («sweet perfume») της μαριχουάνας ήταν διάχυτο στην ατμόσφαιρα της νεολαίας, η οποία γινόταν όλο και πιο ορμητική και μαζική, ενώ συστράτευε όλο και περισσότερους φορείς. Από το Κίνημα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Νέα Αριστερά -η οποία αντιπροσωπευόταν κυρίως από τους Φοιτητές για μία Δημοκρατική Κοινωνία (SDS)- μέχρι τους Μαύρους Πάνθηρες, τους «Μετεωρολόγους», και τους Motherfuckers (ναι, υπήρχαν κι αυτοί!), όλοι επιθυμούσαν να επηρεάσουν την αμερικανική κουλτούρα («the players tried to take the field»).
Όταν την άνοιξη του 1960 ιδρύθηκε στο Μίσιγκαν η οργάνωση Students for a Democratic Society (SDS) δεν είχε καμία απολύτως πρόθεση «τρομοκρατικής επίθεσης» κατά του κράτους. Ο αγώνας της όμως κατά της φτώχειας και υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης, συν την ιδεολογία του ελεύθερου σεξ και την αλληλεγγύη με το κίνημα των μαύρων, προκάλεσαν ολομέτωπη σύγκρουση με την αστυνομία και τη δικαιοσύνη. Λίγο μετά η SDS καλούσε τους κληρωτούς να αρνηθούν τη στράτευση για το Βιετνάμ, κάτι που οδήγησε στις διαδηλώσεις στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια το 1968. Στις 8 Φεβρουαρίου 1968 οι πεζοναύτες διέλυσαν διαδήλωση στο Orangeburg της Νότιας Καρολίνας με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τρεις μαύροι φοιτητές, γεγονός που δείχνει πως αντίθετα με ό,τι πιστεύουν οι Ευρωπαίοι το αμερικανικό κίνημα προηγήθηκε σε βίαιες μεθόδους από τον γαλλικό Μάη.
Στα μέσα του 1969 ιδρύθηκε η ομάδα κρούσης Weathermen (Μετεωρολόγοι) που επιθυμούσε τη μεταφορά του επαναστατικού πνεύματος από τα πανεπιστήμια σε ολόκληρη την κοινωνία και επεδίωκε την κατεδάφιση του «τέρατος», δηλαδή του κράτους. Στη συνέχεια δημιουργήθηκαν οι οργανώσεις Black Mask που προσανατολίζονταν στο πολιτιστικό αντάρτικο, οι Motherfuckers που ήθελαν να τα κάψουν όλα και σύντομα προέβαλλαν ως κύριο στόχο τους τον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού και, τέλος, ενεργοποιήθηκαν οι Μαύροι Πάνθηρες (ιδρύθηκαν το 1966), που κινητοποιούσαν το μαύρο λούμπεν προλεταριάτο κατά του συστήματος (Σώτη Τριανταφύλλου, Ηλίας Ιωακείμογλου «Αριστερή Τρομοκρατία, Δημοκρατία και Κράτος», Εκδόσεις Πατάκης, 2003).
Ο Bob Dylan περιγράφει χαρακτηριστικά την Αμερική εκείνης της εποχής:
«Η Αμερική του 1968 είχε τυλιχτεί σ’ ένα πέπλο οργής. Οι φοιτητές κατέστρεφαν αυτοκίνητα και έσπαγαν βιτρίνες. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ βύθιζε τη χώρα σε βαθιά κατάθλιψη. Οι πόλεις φλέγονταν, τα κλομπ έπεφταν βροχή. Συντηρητικοί συνδικαλιστές οικοδόμοι ξυλοκοπούσαν τους πιτσιρικάδες με μπαστούνια του baseball. Οι πειραματισμοί με το LSD έδιναν κι έπαιρναν. Η κοινωνία άλλαζε ραγδαία. Οι φοιτητές προσπαθούσαν να πάρουν τον έλεγχο των πανεπιστημίων, οι ακτιβιστές κατά του πολέμου προκαλούσαν οργισμένους διαπληκτισμούς. Μαοϊκοί, μαρξιστές, πιτσιρικάδες αριστεριστές, που διάβαζαν το εγχειρίδιο για τον ανταρτοπόλεμο του Τσε, επιδίωκαν την ανατροπή της οικονομίας. Τα οργανωμένα εκδοτικά συγκροτήματα έριχναν λάδι στη φωτιά, αναζωπυρώνοντας τις φλόγες της υστερίας. Αν καθόσουν να δεις ειδήσεις, νόμιζες ότι η χώρα ολόκληρη καιγόταν. Καθημερινά ξεσπούσε μια νέα εξέγερση σε άλλη πόλη, όλα είχαν φτάσει στο χείλος του γκρεμού και της αλλαγής».
Λαμβάνοντας υπόψη τις αυξανόμενες συγκρούσεις αυτής της περιόδου, ένα γήπεδο ποδοσφαίρου θα ήταν μία κατάλληλη επιλογή για να δοθεί μεταφορικά η εικόνα του αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων: των φορέων που αντιπροσωπεύουν τη νεολαία και του κοινωνικοπολιτικού κατεστημένου. Έτσι, για άλλη μια φορά ο Don McLean χρησιμοποιεί μεταφορές για να μεταδώσει το κλίμα της εποχής.
Οι στίχοι αυτής της στροφής, εκτός από την εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας, αποτελούν και μία αλληγορική εικόνα για την πλήρη κυριαρχία των Beatles στο μουσικό χώρο παρά τις προσπάθειες άλλων συγκροτημάτων (Beach Boys, Monkees, κ.α.) να πάρουν την πρωτοκαθεδρία. Σ’ αυτό συνηγορεί κυρίως ο στίχος «While sergeants played a marching tune…» ο οποίος παραπέμπει στον πρωτοποριακό και καινοτόμο δίσκο «Sgt. Peppers Lonely Hearts Club Band» των Beatles, που κυκλοφόρησε το 1967. Ο δίσκος αυτός δεν είναι μόνο αναμφισβήτητα ο καλύτερος δίσκος των Beatles αλλά έγινε και το μουσικό «soundtrack» του Καλοκαιριού της Αγάπης.
Ο στίχος «We all got up to dance but we never got the chance» φαίνεται να εννοεί το είδος των τραγουδιών που έλεγαν οι Beatles εκείνη την εποχή, τα οποία δεν ήταν κατάλληλα για χορό, καθώς και τη συναυλία που έδωσαν το 1966 στο Candlestick Park, η οποία διήρκησε μόλις 33 λεπτά!
Μπορεί, όμως, το σχόλιο να μην αφορά μόνο τους Beatles αλλά γενικότερα τη rock που ήταν επηρεασμένη από τα ναρκωτικά και είχε γίνει περισσότερο πειραματική, σε αντίθεση με την απλούστερη και πιο χορευτική rock ‘n’ roll της δεκαετίας του 1950. Στην αρχή η μουσική των βρετανικών συγκροτημάτων, με προεξέχοντες τους Beatles, ήταν ρυθμική και είχε αρκετά κοινά στοιχεία με το αμερικάνικο rock and roll. Γρήγορα, όμως, εγκατέλειψαν αυτό το είδος παιξίματος ηχογραφώντας πιο ψυχεδελικά και απαιτητικά τραγούδια, λιγότερο χορευτικά και, κατά τη γνώμη του Don McLean, ακόμα λιγότερο αθώα, που ασκούσανε αρνητική επιρροή στη νεολαία.
Κατά μία άλλη εκδοχή, οι στίχοι της στροφής αναφέρονται στο μεγάλο αριθμό των νέων που τον Αύγουστο του 1968 πήγαν στο Σικάγο για το Εθνικό Συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος, με την ελπίδα ότι θα ελάμβαναν μέρος στη διαδικασία («the players tried to take the field»), και το μόνο που έλαβαν ήταν τη βίαιη και οδυνηρή υποδοχή της Αστυνομίας του Σικάγο και της Εθνοφρουράς του Illinois, που χρησιμοποίησαν κλομπ και δακρυγόνα («sweet perfume») για να ξεφορτωθούν τους διαμαρτυρόμενους. Άλλοι λένε ότι οι στίχοι αναφέρονται στα επεισόδια που έγιναν σε μία διαδήλωση φοιτητών στο Kent του Ohio τον Μάιο του 1970, όπου οι αστυνομία τους εμπόδισε να προχωρήσουν, με αποτέλεσμα να γίνουν επεισόδια τα οποία έληξαν με τέσσερις νεκρούς φοιτητές.
Πάντως πιο πιθανή είναι η εκδοχή της έμμεσης αναφοράς στους Beatles καθώς και ο ίδιος ο Don McLean, σε δήλωση που έκανε το 2000, είπε ότι επηρεάστηκε από το «Sgt. Peppers Lonely Hearts Club Band» οπότε η σχετική αναφορά στους στίχους είναι λογικό να παραπέμπει εκεί. Παρόλα αυτά, ο χαρακτηρισμός «marching band» θα μπορούσε να παραπέμπει τόσο στους Beatles όσο και στην οπλισμένη αστική πολιτοφυλακή, η οποία αντιδρούσε όλο και πιο βίαια στις διαδηλώσεις. Η ερμηνεία, λοιπόν, των στίχων εξαρτάται από το αν θεωρήσουμε ότι ο Don McLean αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στα μουσικά δρώμενα ή αν το νόημα των στίχων του είναι περισσότερο συμβολικό και επεκτείνεται και στα κοινωνικά δρώμενα.
Ο αινιγματικός στίχος «Do you recall what was revealed» («θυμάστε τι αποκαλύφθηκε;») είναι από τους πιο διφορούμενους του τραγουδιού. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αναφέρεται στο δίσκο του John Lennon και της Yoko Ono «Two Virgins», που κυκλοφόρησε το 1968 και στο οποίο ποζάρανε γυμνοί. Άλλοι λένε ότι ο στίχος αναφέρεται στην περιβόητη φήμη για το θάνατο του Paul McCartney και άλλοι στη διάλυση των Beatles, ενώ οι περισσότεροι προτιμούν να μην ασχοληθούν καθόλου με τον στίχο. Αν θεωρήσουμε ότι το σχόλιο είναι κοινωνικό και όχι μουσικό τότε μπορεί να αναφέρεται στη βιαιότητα της αστυνομίας του Σικάγο.
Oh, and there we were all in one place, a generation lost in space, with no time left to start again. So, come on; Jack, be nimble, Jack be quick, Jack flash sat on a candlestick ‘Cause fire is the devil’s only friend.
Ο στίχος «we were all in one place» πιθανότατα αναφέρεται στη συναυλία που έδωσαν οι Rolling Stones στο Altamont Motor Speedway στις 6 Δεκεμβρίου 1969. Μέσα σε μία φρενίτιδα ναρκωτικών, αλκοόλ και κλιμακούμενης βίας, συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες «παιδιά των λουλουδιών». Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ο στίχος αναφέρεται στο περιβόητο φεστιβάλ του Woodstock, που πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες νωρίτερα (15-18 Αυγούστου 1969). Εντούτοις, φαίνεται πιο πιθανή η πρώτη εκδοχή καθώς όλοι οι στίχοι της στροφής αναφέρονται στους Rolling Stones. Στα μάτια του Don McLean η έκφραση «χαμένοι στο διάστημα» («a generation lost in space») ταιριάζει τέλεια σε μία μεγάλη και αποπροσανατολισμένη μερίδα της χίπικης νεολαίας, που δίψαγε για ειρήνη και ελευθερία αλλά ταυτόχρονα γινόταν δέσμια των ναρκωτικών ουσιών, και που στα τέλη του 1969 είχε χάσει πια την ορμή της και δεν είχε πλέον το κουράγιο να αρχίσει την επανάσταση και πάλι από την αρχή.
Υπάρχει, όμως, και η εκδοχή ότι ο στίχος «a generation lost in space» αναφέρεται στη μάχη μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων για την κατάκτηση του διαστήματος, η οποία απορροφούσε τεράστια ποσά τη στιγμή που δεν είχαν λυθεί τα σοβαρά προβλήματα της φτώχειας και της κοινωνικής αδικίας. Η μάχη για την κατάκτηση του διαστήματος ερμηνεύτηκε από κάποιους και ως προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης στην οποία κατέφυγαν τόσο ο John Kennedy, ώστε να εκτρέψει την προσοχή από το φιάσκο της εισβολής στον Κόλπο των Χοίρων στη Κούβα, όσο και οι Lyndon Johnson και Richard Nixon, για τον δαπανηρό και ανεπιτυχή πόλεμο στο Βιετνάμ.
Ο στίχος παραπέμπει, επίσης, στη γνωστή τηλεοπτική σειρά επιστημονικής φαντασίας «Lost In Space», η οποία προβλήθηκε από το 1965 έως το 1968 στο CBS. Άλλωστε η φράση «lost in space» μπήκε στην καθομιλουμένη, και άρχισε να χρησιμοποιείται μεταφορικά, μετά την προβολή της εκπομπής.
Ο στίχος «Jack be nimble, Jack be quick» προέρχεται από το παιδικό τραγούδι «Jack Be Nimble», όπου οι στίχοι λένε: «Jack be nimble, Jack be quick, Jack jump over the candlestick», και που ο Don McLean το δένει με το τραγούδι των Rolling Stones «Jumpin’ Jack Flash» που κυκλοφόρησε το 1968. Στο τραγούδι αυτό, ο πρωταγωνιστής των στίχων παίζει σβέλτα με τη φωτιά υπερηφανευόμενος για την ελευθερία του. Επίσης, Jack Flash είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για την ηρωίνη, και η πρόταση «Jack Flash sat on a candlestick» περιγράφει τη μέθοδο με την οποία προετοιμάζεται η ηρωίνη για τη δόση (ο χρήστης βάζει την ηρωίνη σε ένα κουταλάκι και την ζεσταίνει κρατώντας το κουταλάκι πάνω από φωτιά). Και σ’ αυτή την περίπτωση ο Don McLean κάνει χρήση του διπλού συμβολισμού χρησιμοποιώντας ένα κύριο όνομα για να εννοήσει κάποιο άλλο. Όπως έκανε με το όνομα Lenin/Lennon, έτσι κι εδώ χρησιμοποιεί το Jack Flash αντί του Jagger. Προσέξτε, επίσης, τη λέξη «candlestick», η οποία παραπέμπει στο Candlestick Park, όπου έδωσαν οι Beatles την τελευταία τους συναυλία υπονοώντας ταυτόχρονα και το γεγονός ότι οι Rolling Stones αντικατέστησαν τους Beatles.
Ο στίχος «Fire is the devil’s only friend» παραπέμπει στο τραγούδι των Grateful Dead «Friend Of The Devil», που κυκλοφόρησε το Σεπτέμβριο του 1970, αλλά και στο «Sympathy For The Devil» των Rolling Stones. Διαβάζοντας ολόκληρη την πρόταση («Jack flash sat on a candlestick ’cause fire is the devil’s only friend») μπορούμε να υποψιαστούμε ότι ο στίχος εννοεί πως τα ναρκωτικά είναι ο καλύτερος φίλος του διαβόλου.
Oh, and as I watched him on the stage my hands were clenched in fists of rage. No angel born in hell could break that Satan’s spell. And as the flames climbed high into the night to light the sacrificial rite, I saw Satan laughing with delight the day the music died.
Εδώ το «American Pie» φτάνει στο αποκαλυπτικό αποκορύφωμά του. Στη συναυλία των Rolling Stones στο Altamont Motor Speedway, ο Meredith Hunter, ένας 18χρονος οπαδός του συγκροτήματος, μαχαιρώθηκε θανάσιμα από τον Alan Passaro, μέλος των Hell’s Angels («no angel born in hell»), που προσέλαβαν οι Rolling Stones για την περιφρούρηση της συναυλίας κατόπιν παρότρυνσης των Grateful Dead. Αν και η δολοφονία του Hunter έγινε τη στιγμή που οι Rolling Stones έπαιζαν το «Under My Thumb», το περιστατικό συνδέθηκε με το «Sympathy For The Devil» προκαλώντας τη δημόσια κατακραυγή καθώς πολλοί σκέφτηκαν ότι το τραγούδι αυτό υποκίνησε τη δολοφονία (κι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο οι Rolling Stones δεν το έπαιζαν στις συναυλίες τους τα επόμενα έξι χρόνια).
Ο στίχος «And as the flames climbed high into the night to light the sacrificial rite» περιγράφει το γεγονός με μεταφορικό τρόπο. Ο Hunter τρέχει μέσα στο πλήθος κρατώντας ένα πιστόλι, οι Hell’s Angels τον παρεμποδίζουν και τον μαχαιρώνουν μέχρι θανάτου. Οι φλόγες που περιγράφει ο στίχος μπορεί να είναι οι φωτιές που άναψε ο κόσμος στο χώρο της συναυλίας ενώ με τον όρο «sacrificial rite» παρομοιάζει τη δολοφονία του Meredith Hunter σαν θυσία που αποτελεί μέρος κάποιας ιεροτελεστίας.
Λαμβάνοντας υπόψη το θέμα της χαμένης πίστης που διακατέχει όλο το τραγούδι είναι εύκολο να αντιληφθούμε ποιος είναι ο Διάβολος που υπαινίσσεται στους στίχους του ο Don McLean («fire is the devil’s only friend» και «I saw Satan laughing»). Ο πιστός καθολικός Don McLean παρουσιάζει ως Σατανά τον ίδιο τον Mick Jagger! Ο χαρακτηρισμός δεν είναι τυχαίος δεδομένου ότι το 1967 οι Rolling Stones είχαν κυκλοφορήσει το δίσκο «Their Satanic Majesties’ Request» ενώ στο περιβόητο «Sympathy For The Devil» ο Mick Jagger τραγουδά «Just call me Lucifer» και περιγράφει έναν διάβολο που καραδοκεί και χαμογελά αυτάρεσκα καθώς συμβαίνουν τρομερά πράγματα σε όλο τον κόσμο. Όπως μαρτυρούν και οι επόμενοι δίσκοι του συγκροτήματος («Beggars Banquet» του 1968 και «Let It Bleed» του 1969), οι Rolling Stones ενστερνίστηκαν έναν πιο επιθετικό μηδενισμό. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το στίχο «War, children, it’s just a shot away» από το «Gimme Shelter» που κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο του 1969. Το γεγονός αυτό, επέτρεψε στον Don McLean να παρουσιάσει τον Mick Jagger ως άτομο που υποκινεί την κοινωνική εξέγερση και την αναρχία, και που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αξίες της προηγούμενης εποχής.
Η τραγική κατάληξη της συναυλίας στο Altamont έδωσε οριστικό τέλος στα όνειρα των χίπηδων και απέδειξε με τον πιο τραγικό τρόπο ότι η ειρήνη, τα λουλούδια και οι διεκδικήσεις της γενιάς των sixties δεν θα μπορούσαν ποτέ να μετουσιωθούν σε πράξη. Η συναυλία εκείνη σηματοδότησε το τέλος των sixties και τη νέα εποχή των seventies.
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος και συγγραφέας –αλλά και αυτόπτης μάρτυρας της συναυλίας στο Altamont- Todd Gitlin στο βιβλίο του «The Sixties: Years of Hope, Days of Rage» περιγράφει: «Ο Mick Jagger, συμβολίζοντας την αδιαφορία και τον εγωκεντρισμό του πλήθους, είναι το επίκεντρο των γεγονότων. Για τον αφηγητή φέρει την ευθύνη που δεν απέτρεψε –και ίσως προκάλεσε- αυτά που συνέβησαν. Επίσης, προσωποποιεί μία απειλητική, επιθετική επανάσταση που είναι έμφυτη στη μουσική τους, καθώς και πόσο έχουμε απομακρυνθεί από την καλοκάγαθη και αρμονική Αμερική της δεκαετίας του 1950. Ο Jagger είναι ο Αντίχριστος του τραγουδιού που κατεδάφισε τον παλαιότερο, ειρηνικό κόσμο, ολοκληρώνοντας το έργο που είχαν ήδη αρχίσει άλλοι μουσικοί της δεκαετίας του 1960. Και είναι αυτός που επέφερε άλλο ένα χτύπημα –το τελειωτικό- στην αθωότητα μιας άλλης εποχής».
Φαίνεται πως η στάση του Don McLean απέναντι στη λεγόμενη «βρετανική εισβολή» (Beatles, Rolling Stones, Byrds κ.α.) είναι αρνητική παρά το γεγονός ότι οι Rolling Stones τα πρώτα χρόνια της καριέρας τους ηχογράφησαν αρκετά τραγούδια του παλιού καλού rock and roll, μεταξύ των οποίων και το «Not Fade Away» του Buddy Holly, ενώ οι Beatles εμπνεύστηκαν το όνομά τους από τους Crickets του Buddy Holly και είχαν επανεκτελέσει το «Words Of Love», μια σόλο σύνθεση επίσης του Buddy Holly! Ο Don McLean όχι μόνο πίστευε ότι τα βρετανικά συγκροτήματα απομάκρυναν το αμερικανικό κοινό από τις ρίζες του, αλλά επιπλέον συνδυάζει την εμφάνιση τους με τις ταραχές εκείνης της εποχής θέλοντας να υπονοήσει την αρνητική επιρροή τους.
Η στροφή που ακολουθεί βρίσκει τον Don McLean να περιπλανιέται εν μέσω των συνεπειών της Πολιτιστικής Επανάστασης της δεκαετίας του 1960. Εδώ πέφτει ο ρυθμός δραματικά και ο Don McLean αλλάζει ρόλο καθώς από απλός παρατηρητής των γεγονότων γίνεται ο ίδιος το αντικείμενο των στίχων του.
I met a girl who sang the blues and I asked her for some happy news, but she just smiled and turned away. I went down to the sacred store where I’d heard the music years before, but the man there said the music wouldn’t play.
Το κορίτσι, στο οποίο αναφέρονται οι στίχοι ότι τραγουδάει blues, είναι η Janis Joplin. Είναι ο μοναδικός στίχος που δεν προκάλεσε πολλές εναλλακτικές ερμηνείες. Ο Don McLean ενθουσιασμένος από την εκρηκτική προσωπικότητα της Joplin εναπόθεσε τις ελπίδες του σ’ αυτήν για την αναγέννηση της μουσικής που ο ίδιος αγαπούσε. Όμως στις 4 Οκτωβρίου 1970, η Janis Joplin πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών, σε ηλικία μόλις 27 ετών. Ο θάνατος της Janis Joplin, μαζί με αυτόν του Jimi Hendrix λίγους μήνες νωρίτερα και του Jim Morrison αργότερα, ενισχύει την εικόνα της αποτυχίας των κινημάτων της νεολαίας. Τα ευχάριστα νέα που περιμένει ο Don McLean δεν έρχονται ποτέ…
Κατόπιν η στροφή αποκτά μία νοσταλγική ατμόσφαιρα καθώς ο Don McLean περπατά ανάμεσα στα ερείπια της γενιάς του, ψάχνοντας για κάποιο σημάδι ζωής του κόσμου όπως τον ήξερε παλιά.
Το ιερό μαγαζί («sacred store»), στο οποίο αναφέρεται ο McLean, κατά πιθανότητα είναι το ιστορικό Fillmore, στο οποίο στα μέσα της δεκαετίας του 1960 έπαιξαν οι Cream, Jefferson Airplane, Pink Floyd, Led Zeppelin, Doors, Janis Joplin και πολλοί άλλοι σημαντικοί καλλιτέχνες και συγκροτήματα. Θα μπορούσε, όμως, να είναι και ένα απλό δισκοπωλείο καθώς, όπως έχουμε δει και σε προηγούμενους στίχους, ο Don McLean προσδίδει θρησκευτικά στοιχεία στη μουσική. Τα δισκοπωλεία τα παλιότερα χρόνια είχαν ειδικούς θαλάμους όπου ο υποψήφιος αγοραστής μπορούσε να ακούσει το δίσκο της προτίμησής του. Αυτή η πρακτική εγκαταλείφθηκε κι ίσως αυτός να είναι ένας λόγος για τον οποίο ο Don McLean δεν μπορούσε να ακούσει την αγαπημένη του μουσική. Επιπλέον, οι δίσκοι του Buddy Holly ήταν 78 στροφών. Τη δεκαετία του 1960 οι δίσκοι των 78 στροφών είχαν πια εγκαταλειφθεί δίνοντας τη θέση τους στο νέο τότε format δίσκων, των 45 και 33 στροφών. Το σίγουρο είναι ότι, είτε το «sacred store» είναι το Fillmore είτε ένα δισκοπωλείο, ο Don McLean φεύγει απογοητευμένος αφού η μουσική που του αρέσει δεν παίζεται πλέον και ο κυνισμός της νέας γενιάς έχει εκμηδενίσει τον αθώο κόσμο μέσα στον οποίο μεγάλωσε ο ίδιος.
And in the streets, the children screamed, the lovers cried, and the poets dreamed. But not a word was spoken; the church bells all were broken. And the three men I admire most: The father, son, and the Holy Ghost they caught the last train for the coast, the day the music died.
Με τους πρώτους στίχους αυτής της στροφής, ο Don McLean απεικονίζει την κατάσταση της Αμερικής την εποχή που γράφει το τραγούδι, δηλαδή στις αρχές της δεκαετίας του 1970 κι ενώ μαίνεται ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Τα παιδιά που φωνάζουν («the children screamed») θα μπορούσαν να είναι είτε τα ανήλικα θύματα του άμαχου πληθυσμού στο Βιετνάμ είτε οι φοιτητές, τα γνωστά «Παιδιά των Λουλουδιών», που διαμαρτύρονται ενάντια στον πόλεμο και αντιμετωπίζονται βίαια από την Αστυνομία και την Εθνοφρουρά. Ενδεχομένως να υπάρχει έμμεση αναφορά στις ταραχές που συνέβησαν τον Μάιο του 1969 στο People’s Park του Berkeley.
Ο στίχος «the lovers cried» αναφέρεται στις χήρες συζύγους των στρατιωτών που πέθαναν στον πόλεμο ενώ ο στίχος «but not a word was spoken» ίσως να έχει σχέση με το γεγονός ότι οι συγγενείς –και ιδίως οι χήρες- των θυμάτων, δεν μιλούσαν για τον πόλεμο λόγω του πόνου που τους προκαλούσε η σκέψη της απώλειας των αγαπημένων τους. Από την άλλη, αυτή η σιωπή μπορεί να έχει σχέση με τη βίαιη αντιμετώπιση των διαδηλωτών από την εθνοφρουρά.
Κατά μία άλλη εκδοχή, οι «lovers» είναι οι χίπηδες που με ρομαντική διάθεση συμμετείχαν στις φιλειρηνικές διαμαρτυρίες. Ο Don McLean μαζί με τα παιδιά και τους ερωτευμένους (ή τους φοιτητές και τους χίπηδες) προσθέτει και τους ποιητές («the poets dreamed»), οι οποίοι ονειρεύονταν κι αυτοί την ειρήνη και εκφράστηκαν ελεύθερα μέσω των στίχων τους.
Μετά απ’ όλο το θόρυβο και τη βία αυτής της ταραχώδους εποχής, η Αμερική που προέκυψε δεν ήταν πια αυτή που ήξερε ο Don McLean δέκα χρόνια νωρίτερα. Οι παλιές αρχές και τα παλιά «πιστεύω» ήταν πια μία πεθαμένη θρησκεία («the church bells all were broken»). Οι καμπάνες της εκκλησίας που είναι σπασμένες συμβολίζουν και τους νεκρούς μουσικούς που δεν μπορούν πια να παίξουν τη μουσική αυτή που ο Don McLean θεωρεί ιερή.
Με το στίχο «The father, son, and the Holy Ghost» αντιστοιχεί την Αγία Τριάδα με τους Buddy Holly, Ritchie Valens και Big Bopper, οι οποίοι «πήραν το τελευταίο τρένο για την ακτή», έκφραση που χρησιμοποιείται μεταφορικά γι’ αυτούς που έχουν πεθάνει. Η ιερότητα της μουσικής έχει χρησιμοποιηθεί μεταφορικά και σε προηγούμενους στίχους. Οι θρησκευτικοί όροι απλώνονται σε όλο το τραγούδι υποδεικνύοντας την αθωότητα και την πίστη της δεκαετίας του 1950 και την ταραχώδη και «σατανική» δεκαετία του 1960. Η αναφορά της Αγίας Τριάδας έχει μεγάλη συμβολική σημασία. Αμέσως μετά τα δεινά που υπέστησαν οι Η.Π.Α., ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα αντιπροσωπεύουν μία πίστη που κάποτε εμπότιζε την αμερικάνικη ζωή και ίσως να είναι η δύναμη που θα μπορούσε να απαλλάξει τη χώρα από τα δεινά.
Κατά μία άλλη εκδοχή, η Αγία Τριάδα δεν είναι οι τρεις αποθανόντες καλλιτέχνες αλλά οι δολοφονημένοι John Kennedy, Robert Kennedy και Martin Luther King, των οποίων οι βίαιοι θάνατοι τίναξαν τα θεμέλια της αμερικανικής αισιοδοξίας.
Η αναφορά δε για το «last train for the coast» είναι ενδεικτική της σημαντικής αλλαγής που συνέβαινε στα μουσικά δρώμενα εκείνης της εποχής. Τότε, ο μουσικός άξονας των Η.Π.Α. μετατοπιζόταν από τις κεντρικές Πολιτείες προς την αμοραλιστική και μεταμοντέρνα Καλιφόρνια και ιδιαίτερα στο San Francisco. Δεδομένου ότι για τον Don McLean η μουσική είναι ιερή, θα μπορούσαμε εύκολα να υποθέσουμε ότι η Αγία Τριάδα «που πήρε το τελευταίο τρένο για την ακτή» είναι συμβολικά η μετατόπιση του μουσικού ενδιαφέροντος προς τη Δυτική Ακτή.
Τέλος, κατά μία άλλη εκδοχή, ο στίχος «The father, son, and the Holy Ghost they caught the last train for the coast» μπορεί να σημαίνει μεταφορικά την απώλεια της πίστης στο Θεό και, σε συνδυασμό με τον στίχο «the church bells all were broken», να αποτελεί έμμεση αναφορά στο εξώφυλλο των New York Times με τίτλο «Is God Dead?», που κυκλοφόρησε στις 6 Απριλίου 1966 και είχε ως θέμα το πιθανό τέλος των οργανωμένων θρησκειών.
Το φινάλε του τραγουδιού είναι θλιβερό και δυσοίωνο. Κλείνει με τη λέξη «died» μην αφήνοντας περιθώρια για να υπάρξει ελπίδα ότι μπορεί κάτι να αλλάξει. Η μουσική πέθανε.
Ο Don McLean ηχογράφησε το «American Pie» στις 26 Μαΐου 1971, με παραγωγό τον Ed Freeman. Όταν το ολοκλήρωσε, και λίγο καιρό πριν κυκλοφορήσει, το έπαιζε στις συναυλίες του αφού εκείνο τον καιρό άνοιγε τις συναυλίες των Blood, Sweat and Tears. Μάλιστα σε αρκετές εμφανίσεις του ενημέρωνε το κοινό για το τραγούδι που θα κυκλοφορούσε σε λίγες μέρες και ζητούσε να συμμετέχει κι αυτό στο ρεφρέν.
Η διάρκεια της αυθεντικής εκτέλεσης του τραγουδιού είναι 8μιση λεπτά. Στο single χωρίστηκε σε δύο μέρη, επειδή το 45άρι δεν είχε αρκετό χώρο ώστε να χωρέσει ολόκληρο το τραγούδι στη μία πλευρά. Έτσι, στην πρώτη πλευρά ο ακροατής άκουγε τα πρώτα 4 λεπτά και 11 δευτερόλεπτα και μετά έπρεπε να βάλει το δίσκο από την άλλη πλευρά για να μπορέσει να ακούσει τα υπόλοιπα 4 λεπτά και 31 δευτερόλεπτα! Οι disc jockeys συνήθως έβαζαν την εκτέλεση του album (που ήταν ολόκληρη) γιατί έτσι είχαν τον χρόνο να ξεκουραστούν, να κάνουν ένα τσιγάρο ή να πάνε στην τουαλέτα (ή… όλα μαζί)! Κάποιοι ερμηνεύουν τη μεγάλη διάρκεια του τραγουδιού και ως συνειδητή διαμαρτυρία του Don McLean ενάντια στην πολιτική των δισκογραφικών εταιριών που οδήγησε στη διαφθορά και την εμπορευματοποίηση της ροκ μουσικής. Αν πράγματι έγινε έτσι, σίγουρα ήταν μία πολύ τολμηρή κίνηση για έναν άγνωστο τότε καλλιτέχνη.
Το τραγούδι δεν έτυχε της ενθουσιώδους υποδοχής από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς καθώς η μεγάλη του διάρκεια ήταν απαγορευτική εξαιτίας μίας πολιτικής περιορισμού του airplay στα 3 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα. Εντούτοις, το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε το «American Pie» να γνωρίσει τεράστια επιτυχία. Η πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση του «American Pie» έγινε ένα μήνα μετά την κυκλοφορία του, όταν δύο ραδιοφωνικοί σταθμοί της Νέας Υόρκης έπαιξαν το τραγούδι με αφορμή το κλείσιμο του Fillmore East στις 27 Ιουνίου 1971.
Στις 15 Ιανουαρίου 1972, το τραγούδι ανέβηκε στο Νο 1 των Η.Π.Α., όπου παρέμεινε 4 εβδομάδες πουλώντας 3.000.000 αντίτυπα (!), ενώ έφτασε και ως το Νο 2 της Μεγάλης Βρετανίας μετατρέποντας τον Don McLean, από έναν τραγουδιστή της folk, σε έναν διεθνή αστέρα. Στις 6 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς ανέβηκε και στο Νο 1 της Αυστραλίας, όπου παρέμεινε επίσης 4 εβδομάδες. Το τραγούδι έγινε επίσης Νο 1 στον Καναδά και τη Νέα Ζηλανδία, Νο 9 στη Νορβηγία και Νο 10 στην Ολλανδία. Αν αναλογιστεί κανείς ότι όλα αυτά συνέβησαν με την «απαγορευτική» για την εποχή εκείνη διάρκεια του τραγουδιού, τότε μιλάμε για πραγματικό άθλο!
Η επιτυχία του «American Pie» ήταν τόσο μεγάλη ώστε όταν ρωτήθηκε ο Don McLean, σε μία συνέντευξή του τη δεκαετία του 1980, τι σημαίνει το τραγούδι γι’ αυτόν, αυτός απάντησε: «Σημαίνει ότι δεν χρειάζεται πια να δουλέψω για την υπόλοιπη ζωή μου»! Βέβαια, στην πραγματικότητα δεν έγινε ακριβώς έτσι, καθώς ο Don McLean συνέχισε να γράφει τραγούδια. Από το 1971 έως το 2000 κυκλοφόρησε 20 δίσκους και είχε αρκετές επιτυχίες μεταξύ των οποίων και δύο Νο 1: το «Vincent» (για τον Ολλανδό ζωγράφο Vincent van Gogh) το 1972 και το «Crying» το 1980. Εντούτοις, το «American Pie» φαίνεται πως ήταν ευλογία και κατάρα μαζί, αφού η μεγάλη του επιτυχία επισκίασε τα άλλα τραγούδια του Don McLean.
Το 1973 το «American Pie» ήταν υποψήφιο για βραβείο Grammy αλλά ο Don McLean έχασε από την Roberta Flack. Η ειρωνεία είναι ότι η νικήτρια Roberta Flack την επόμενη χρονιά ξανακέρδισε το ίδιο βραβείο με το «Killing Me Softly With His Song», τραγούδι που είχε γράψει η Lori Lieberman με βάση τις εντυπώσεις της από συναυλία του Don McLean! Το τραγούδι, όμως, που την «σκότωσε» δεν ήταν το «American Pie», όπως κακώς γράφουν αρκετά sites, αλλά το «Empty Chairs».
Ο Don McLean κατάφερε, εκτός των άλλων, να ξαναβάλει στο προσκήνιο τον Buddy Holly. Σε μία συνέντευξή του στο VH1 είπε:
– Εγώ αφιέρωσα το τραγούδι στον Buddy αλλά ποτέ δεν είπα ότι το τραγούδι μιλάει γι’ αυτόν. Οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί, όμως, αισθάνθηκαν αμέσως ότι υπήρξε αυτή η σύνδεση μεταξύ της ημέρας που πέθανε η μουσική και της αφιέρωσης του δίσκου. Έπαιζαν το «American Pie», έπαιζαν και το «That’ll Be The Day» του Buddy Holly, και θυμάμαι ότι το άκουγα στο ραδιόφωνο και σκεφτόμουνα ότι είναι φανταστικό το τι μπορεί να κάνει η μουσική. Έφερνα τον Buddy Holly πίσω!
Το «American Pie» αποτελεί σταθερή αξία στις συναυλίες του Don McLean. Μόνο που οι φήμες, που τον ήθελαν να αρνείται να παίξει το τραγούδι για λίγο καιρό, ανάγκασαν τον Don McLean να δώσει διευκρινίσεις:
– Λόγω ενός αυθόρμητου αστείου που έκανα στο παρασκήνιο μιας συναυλίας πριν από μερικά χρόνια, κυκλοφόρησε μια ιστορία ότι το τραγούδι μού έγινε βάρος και ότι θα σταματούσα για λίγο καιρό να το τραγουδάω. Αυτό είναι απολύτως ψέμα. Είμαι πολύ περήφανος για το «American Pie». Πάντα το τραγουδούσα για το κοινό μου και δεν θα σκεφτόμουν ποτέ να το απογοητεύσω αφού είναι αυτό που μου έδωσε μία υπέροχη ζωή και μία ανείπωτη αγάπη εδώ και 30 χρόνια.
Σε ένα άρθρο στο Music World, ο Don McLean συμπλήρωσε:
Δεν έχω πει ποτέ κάτι κακό για το τραγούδι. Ήμουν φτωχός όταν το έγραψα και μέσα σε μια νύχτα μ’ έκανε εκατομμυριούχο.
Τον Οκτώβριο του 1991 η EMI U.K. αποφάσισε να επανακυκλοφορήσει το «American Pie» εν όψει της περιοδείας του Don McLean στη Μεγάλη Βρετανία. Προς έκπληξη όλων, το τραγούδι παίχτηκε κατά κόρον από τα ραδιόφωνα και το single μπήκε στα βρετανικά charts φτάνοντας μέχρι το Νο 12. Την ίδια εποχή, ο McLean εμφανίστηκε στη δημοφιλή εκπομπή «Top Of The Pops» όπου και έπαιξε ζωντανά το «American Pie». Όπως είπε και ο ίδιος: «Νιώθω σαν να ξαναγύρισα πίσω στο 1972».
Η δισκογραφική εταιρεία, θέλοντας να εκμεταλλευτεί το ξαφνικό ενδιαφέρον του κόσμου για τον Don McLean, κυκλοφόρησε ένα «Best Of» το οποίο μπήκε στα charts την πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του και έγινε χρυσό.
Άλλες εκτελέσεις
Το Φεβρουάριο του 2000 η Madonna κυκλοφόρησε μία εκτέλεση του «American Pie», την οποία ηχογράφησε για τις ανάγκες της ταινίας «The Next Best Thing». Η ιδέα ήταν του φίλου της, και ηθοποιού, Rupert Everett. Σύμφωνα με το σενάριο, η Abbie (την οποία υποδύεται η Madonna) και η παρέα της θα παρευρίσκονταν σε μια κηδεία ενός φίλου που πέθανε από AIDS, και θα τραγουδούσανε όλοι μαζί το «American Pie». Μετά το γύρισμα της σκηνής ο Everett έπεισε την Madonna να ηχογραφήσει τη δική της εκτέλεση και να την συμπεριλάβουν στην ταινία. Όπως κι έγινε. Την παραγωγή την έκανε ο William Orbit μαζί με τη Madonna, ενώ στα δεύτερα φωνητικά συμμετείχε και ο Rupert Everett.
Η εκτέλεση της Madonna είναι αρκετά μικρότερη σε διάρκεια από την αυθεντική (περιλαμβάνει μόνο την αρχή του πρώτου και ολόκληρο το δεύτερο και το έκτο κουπλέ) ώστε να κάνει το τραγούδι πιο φιλικό στο ραδιόφωνο. Έτσι η εκτέλεση αυτή διαρκεί 4 λεπτά και 34 δευτερόλεπτα και, επιπλέον, το ύφος του τραγουδιού από folk-rock έγινε pop-dance…
Το «American Pie» ήταν το πρώτο single που ηχογράφησε η Madonna τη δεκαετία του 2000. Στις 5 Μαρτίου του 2000 το τραγούδι έγινε Νο 1 στη Μεγάλη Βρετανία (χρυσό), όπου παρέμεινε για μία εβδομάδα, και στις 12 Μαρτίου του 2000 ανέβηκε στο Νο 1 της Αυστραλίας, όπου η Madonna γνώρισε το πρώτο της Νο 1 μετά από 10 χρόνια (το 1990 είχε ανέβει στο Νο 1 με το «Vogue»).
Η επιτυχία δεν περιορίστηκε εκεί. Το «American Pie» έγινε Νο 1 και στη Γερμανία (χρυσό, καθώς και το πρώτο Νο 1 της Madonna μετά από 13 χρόνια αφού η τελευταία φορά ήταν το 1987 με το «La Isla Bonita»), Βραζιλία, Ελβετία, Ιαπωνία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ισραήλ, Ιταλία, Καναδά, Νορβηγία, Σουηδία (πλατινένιο), Φιλιππίνες και Φινλανδία. Επίσης έφτασε ως το Νο 3 στην Αυστρία (χρυσό), Νο 4 στη Νέα Ζηλανδία και την Ολλανδία, Νο 6 στο Βέλγιο και Νο 8 στη Γαλλία (ασημένιο). Στις Η.Π.Α., αν και το single δεν κυκλοφόρησε εκεί, έφτασε ως το Νο 29 χάρη στις ραδιοφωνικές μεταδόσεις. Έτσι, στο Παγκόσμιο Chart το «American Pie» της Madonna έριξε από την κορυφή το «Show Me The Meaning Of Being Lonely» των Backstreet Boys κι έγινε το single με τις περισσότερες πωλήσεις παγκοσμίως από τις 18 Μαρτίου έως τις 6 Μαΐου 2000.
Η μεγάλη αποδοχή του κατά Madonna «American Pie» οδήγησε στην κυκλοφορία διάφορων remix: Victor Calderone Filter Dub Mix (6:06), Victor Calderone Vocal Dub Mix (6:17), Victor Calderone Vocal Club Mix (9:07), Victor Calderone Extended Vocal Club Mix (10:35), Richard “Humpty” Vission Radio Mix (4:29) και Richard “Humpty” Vission Visits Madonna (5:44).
Αν και η επιτυχία της Madonna ήταν καθολική, σε μία ψηφοφορία που έκανε το BBC6 Music στις 29 Ιανουαρίου 2007, η εκτέλεση της Madonna ψηφίστηκε ως η χειρότερη δεύτερη εκτέλεση όλων των εποχών! Παρά τον χλευασμό των κριτικών, ο ίδιος ο Don McLean είπε καλά λόγια για την εκτέλεση της Madonna:
«Η Madonna είναι ένας κολοσσός της μουσικής βιομηχανίας και θα θεωρηθεί, επίσης, και ένα σημαντικό ιστορικό πρόσωπο. Είναι καλή τραγουδίστρια, καλή τραγουδοποιός και δισκογραφική παραγωγός, και έχει τη δύναμη να εγγυηθεί την επιτυχία οποιουδήποτε τραγουδιού επιλέξει να ηχογραφήσει. Είναι δώρο γι’ αυτήν που ηχογράφησε το American Pie. Άκουσα την εκτέλεσή της και νομίζω ότι είναι αισθησιακή και μυστικιστική. Επίσης, θεωρώ ότι επέλεξε αυτοβιογραφικούς στίχους που απεικονίζουν την καριέρα της και την προσωπική της ιστορία. Ελπίζω ότι θα αναγκάσει έτσι τον κόσμο να ρωτήσει τι συμβαίνει με τη μουσική στην Αμερική. Έχω λάβει πολλά δώρα από το Θεό αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά που έλαβα δώρο από μία θεά».
http://www.youtube.com/watch?v=kOmvYWh9eT8
Το video-clip του «American Pie» περιέχει πολλές σκηνές στις οποίες η οθόνη είναι μοιρασμένη στα δύο, δείχνοντας τη Madonna να χορεύει και σύντομες σκηνές από άλλους ανθρώπους. Τα γυρίσματα έγιναν στις 10 Ιανουαρίου 2000 σε στούντιο του Λονδίνου και με σκηνοθέτη τον Philipp Stolzl. Το video αποτελεί ένα φόρο τιμής στη δεκαετία του 1970 (τη δεκαετία, δηλαδή, που ηχογραφήθηκε η πρώτη εκτέλεση). Σ’ αυτό βλέπουμε τη Madonna να χορεύει μπροστά από μία μεγάλη αμερικάνικη σημαία. Ανάμεσα στις σκηνές της Madonna προβάλλονται και σκηνές που δείχνουν συνηθισμένους ανθρώπους, παιδιά να παίζουν, μια γυναίκα μόνη σε ένα κατάστημα, διαφυλετικές οικογένειες που ποζάρουν για μία οικογενειακή φωτογραφία, λεσβίες που αγκαλιάζονται, ομοφυλόφιλοι που φιλιούνται κ.α. Στο video κάνει και μία cameo εμφάνιση ο Rupert Everett στην αγκαλιά του οποίου κάθεται η Madonna. Εντούτοις δεν περιλαμβάνονται σκηνές από την ταινία.
Μετά την επιτυχία του τραγουδιού από τη Madonna, το «American Pie» συμπεριλήφθηκε ως bonus track στο δίσκο «Music» (εκτός από την έκδοση που κυκλοφόρησε στη Βόρειο Αμερική). Στα τέλη του 2001, σε μία συνέντευξή της στο δημοσιογράφο του BBC Jo Whiley, η Madonna παραδέχτηκε ότι μετάνιωσε που συμπεριέλαβε το «American Pie» στο δίσκο της αλλά, όπως δήλωσε, έγινε παρά τη θέλησή της και κατόπιν μεγάλης πίεσης από στέλεχος της δισκογραφικής εταιρείας. Γι’ αυτό το λόγο δεν το συμπεριέλαβε στο «GHV2», τη δεύτερη συλλογή με τις μεγαλύτερες επιτυχίες της.
Η εκτέλεση της Madonna δεν είναι η μοναδική. Στο παρελθόν υπήρξαν και άλλοι καλλιτέχνες που ερμήνευσαν το «American Pie». Το 1971 ο Μεξικανός ηθοποιός Francisco Colmenero το τραγούδησε στα ισπανικά ενώ το 1984 ακολούθησε ο Νικαραγουανός τραγουδιστής Hernaldo Zuniga, και το 2000 ο Eduardo Fonseca. Επίσης το 1971, ο Φιλανδός μουσικός της rock, Hector (Heikki Harma), κατάφερε να κάνει μία φινλανδική διασκευή του τραγουδιού, με τίτλο «Suomi-Neito» (σαν να λέμε «Δεσποινίς Φινλανδία») όπου αντικατέστησε τα αμερικάνικα ζητήματα των αυθεντικών στίχων με φινλανδικά θέματα εξετάζοντας τη φινλανδική ιστορία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και την απώλεια της αθωότητας της φινλανδικής κουλτούρας.
Κατά παρόμοιο τρόπο, τη δεκαετία του 1980, ο Σουηδός τραγουδιστής Lalla Hansson ηχογράφησε τη σουηδική εκδοχή του «American Pie», με τίτλο «Nalen», που αναφερόταν στη σουηδική μουσική και στο ομώνυμο club της Στοκχόλμης.
Η πρώτη αγγλική διασκευή ήταν από τους Brady Bunch το 1972 ενώ ακολούθησαν και άλλες εκτελέσεις και μάλιστα σε διάφορες εκδοχές: ska από τους Catch 22 (οι οποίοι το παίζουν ανελλιπώς στις ζωντανές τους εμφανίσεις), εναλλακτικό-ειρωνικό ροκ από τους Killdozer το 1989 καθώς και κάποιες disco εκτελέσεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, οι Mott The Hoople ερμήνευαν απόσπασμα του «American Pie», με τον τραγουδιστή Ian Hunter να τραγουδάει με συνοδεία πιάνου μόνο την πρώτη στροφή, μέχρι το σημείο που λέει «the day the music died» και τότε έλεγε «or didn’t?» και όλο το συγκρότημα ξεκίναγε να παίζει το επόμενο τραγούδι.
Το 1977 ο ηθοποιός και μουσικός από το Χονγκ Κονγκ, Leslie Cheung, κέρδισε το Β’ βραβείο του Asian Music Concert ερμηνεύοντας το «American Pie».
Το 1984, η Nina Simone είχε ηχογραφήσει μία εκτέλεση, διάρκειας κάτι παραπάνω από 1 λεπτό, κατά τη διάρκεια μίας συναυλίας στο Ronnie Scott του Λονδίνου.
Το 1993, το βρετανικό συγκρότημα King’s Singers ηχογράφησε μια a cappella εκτέλεση του «American Pie», η οποία περιλαμβάνεται στο δίσκο «Good Vibrations».
Ο Αμερικανός τραγουδιστής της country, Garth Brooks, ερμήνευε συχνά το «American Pie» στις συναυλίες του. Μάλιστα το 1997, κατά τη διάρκεια μίας συναυλίας που έδωσε στο Central Park, τον συνόδευσε και ο Don McLean μπροστά σε ένα κοινό, που αριθμούσε πάνω από 100.000 θεατές.
Το 2004 ο Πάνος Κατσιμίχας κυκλοφόρησε το τραγούδι «No Passaran» (περιλαμβάνεται στο δίσκο «Οι Μπαλάντες Των Πολυκατοικιών»), όπου γίνεται αναφορά στο «American Pie». Συγκεκριμένα, ο στίχος λέει: «του Don McLean τα μακρινά φανάρια, των Pink Floyd τα όνειρα, Bye, Bye Miss American Pie».
Στις 9 Αυγούστου του 2005, με αφορμή τη 10η επέτειο από το θάνατο του Jerry Garcia (1942-1995), μέλους των Grateful Dead, ο Tom Constanten (πρώην κιμπορντίστας του συγκροτήματος) ανοίγοντας τη συναυλία των Jefferson Airplane τραγούδησε το «American Pie» με αλλαγμένους τους στίχους, ώστε να υπαινίσσονται το θάνατο του Garcia και το πώς έμαθε τηλεφωνικά τη δυσάρεστη είδηση.
Το 2008 ο Chris De Burgh ηχογράφησε μία εκτέλεση του «American Pie», η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Footsteps».
Η Tori Amos ερμήνευε το τραγούδι αυτό στις συναυλίες της μόνο με συνοδεία πιάνου.
Επίσης, το ρεφρέν του «American Pie» τραγούδαγε σε κάποιες εμφανίσεις του ο τραγουδιστής των Pearl Jam, Eddie Vedder.
Παρωδίες
Το 1999 ο Weird Al Yankovic έκανε μία παρωδία του «American Pie» και του «Star Wars» (Ο Πόλεμος των Άστρων) για τις ανάγκες του δίσκου «Running With Scissors». Το τραγούδι λέγεται «The Saga Begins» και οι στίχοι του προέρχονται από την πλοκή της ταινίας «Ο Πόλεμος Των Άστρων: Η Αόρατη Απειλή» (Star Wars: The Phantom Menace). Υποτίθεται ότι το τραγούδι ερμηνεύει ο Obi-Wan Kenobi. Στο ρεφρέν οι στίχοι λένε: «Bye, bye this here Anakin guy, maybe Vader someday later but now just a small fry…». Αν και ο McLean έδωσε την άδεια του για να γίνει η παρωδία, δεν έκανε κάποια εμφάνιση στο video, παρά τις σχετικές φήμες. Πάντως ο τραγουδιστής δήλωσε πολύ ευχαριστημένος με την παρωδία. Μάλιστα αποκάλυψε ότι σε κάποιες ζωντανές του εμφανίσεις παραλίγο να τραγουδήσει τους στίχους του Yankovic αντί για τους δικούς του, εξαιτίας του γεγονότος ότι τα παιδιά του άκουγαν πολύ συχνά την παρωδία!
Αυτή δεν είναι η μοναδική παρωδία που γνώρισε το «American Pie». Ήδη στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ακουγόταν σε κάποιους αμερικάνικους ραδιοφωνικούς σταθμούς ένα τραγούδι με τίτλο «American Diet» και με στίχους όπως «I’m too heavy for my Chevy…». Έκτοτε ακολούθησαν δεκάδες κωμικές εκδοχές του τραγουδιού.
Το 1998, το αμερικάνικο συγκρότημα παρωδίας ApologetiX κυκλοφόρησε μία χριστιανική παρωδία με τίτλο «Parable Guy», που αναφέρεται στους αποστόλους του Χριστού.
Επίσης, ο δημοφιλής στις βορειοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, ραδιοφωνικός παραγωγός Bob Rivers έχει κάνει μία παρωδία του τραγουδιού με θέμα τις (υποτιθέμενες) σκέψεις του Don McLean για την εκτέλεση της Madonna. Στην παρωδία αυτή, το τραγούδι ξεκινά με τους στίχους:
«A long, long time ago, I can still remember when I wrote this song and made a great big pile. And now some chick with leather pants, who barely sings and cannot dance, has made a crappy version disco style…» («Πριν από πολύ-πολύ καιρό, μπορώ ακόμα να θυμηθώ, όταν έγραψα το τραγούδι αυτό κι έβγαλα χρήματα ένα σωρό. Και τώρα μια κότα που δερμάτινα φορά, που δεν ξέρει να χορεύει και με το ζόρι τραγουδά, το ‘κανε disco κι είναι σκέτη συμφορά…») (ελεύθερη απόδοση του συντάκτη).
Το 2006, στο τελευταίο επεισόδιο της δημοφιλούς βρετανικής σατιρικής εκπομπής «Bremner, Bird and Fortune» παρουσιάστηκε ένα νούμερο στο οποίο υποτίθεται ότι ο Tony Blair (τότε πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας) τραγουδάει το «American Pie» με στίχους που αναφέρονται στο Εργατικό Κόμμα:
«Bye-bye pro-American guy, things are heavy with Lord Levy and my luck’s running dry. Those history boys will be the ones who decide, whether this will be the day the dream dies». Ο Lord Levy, στον οποίο αναφέρονται οι σατυρικοί στίχοι, ήταν προσωπικός φίλος του Tony Blair και ο μεγάλος χρηματοδότης του Εργατικού Κόμματος. Πολλές φορές έχει ακουστεί το όνομά του σε διάφορα σκάνδαλα και για ένα διάστημα (2006-2007) τον καλούσανε συχνά για να καταθέσει στον ανακριτή.
Το 2011 η πόλη Grand Rapids, στο Michigan των Η.Π.Α., απαντώντας σ’ ένα άρθρο του περιοδικού Newsweek που έλεγε ότι η πόλη «πεθαίνει», δημιούργησε ένα video clip του «American Pie», το οποίο χαιρετίστηκε από πολλούς ως φανταστικό, συμπεριλαμβανομένου και του κριτικού Roger Ebert ο οποίος είπε ότι είναι το καλύτερο μουσικό video που γυρίστηκε ποτέ!
Το «American Pie», εκτός από την ταινία «The Next Best Thing» (2000) ακούστηκε και στην ταινία «Γεννημένος Την 4η Ιουλίου» (Born On The Fourth Of July, 1989) ενώ το 2002 συμπεριλήφθηκε στη διαφήμιση της Chevrolet, όπου δείχνει έναν τύπο που οδηγεί και τραγουδάει το «American Pie». Στο τέλος, αυτός σταματάει το αυτοκίνητο αλλά είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να βγει μέχρι να τελειώσει το τραγούδι.
Ένα χρόνο νωρίτερα η Chevrolet, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι έχει αναφερθεί το όνομά της σε διάφορα διάσημα τραγούδια, έκανε μία σειρά υπαίθριων διαφημίσεων με αφίσες που απεικόνιζαν μία κόκκινη Corvette με τη λεζάντα «Δεν γράφουν τραγούδια για τα Volvo» (πιθανόν αυτός που το σκέφτηκε να ήταν απληροφόρητος δεδομένου ότι το 1959 οι Medallions είχαν κυκλοφορήσει ένα τραγούδι με τίτλο «59 Volvo»!).
Αργότερα η Chevrolet χρησιμοποίησε και πάλι το τραγούδι σε μία νέα σειρά διαφημίσεων, στην οποία συμμετέχουν η Mary J. Blige, ο Johnny O’ Connell κ.α.
Συμπέρασμα
Προσδιορίζοντας ως θέμα του τραγουδιού την απώλεια της αθωότητας της Αμερικής, το νόημα του «American Pie» γίνεται πιο προφανές καθώς το σύνολο των χαρακτήρων τοποθετούνται καλύτερα στο ιστορικό και πολιτιστικό τους πλαίσιο. Υπάρχουν ακόμα κάποια σημεία του τραγουδιού που παραμένουν αινιγματικά και, όπως παραδέχεται ο ίδιος ο δημιουργός, είναι σκόπιμα έτσι, ώστε οι στίχοι να αντηχήσουν πιο βαθιά στον ακροατή απ’ ότι ένας στίχος με πιο κυριολεκτική προσέγγιση. Αυτή η ασάφεια, επίσης, έχει προκαλέσει τόσο πολλή συζήτηση που αποτελεί έναν από τους καθοριστικούς παράγοντες που διατήρησαν το «American Pie» στον πολιτιστικό χάρτη όλα αυτά τα χρόνια.
Το αεροπορικό ατύχημα δεν ήταν παρά ο προφητικός καταλύτης για τον θάνατο της μουσικής. Ένα προμήνυμα για όσα δεινά θα επακολουθούσαν στη μουσική και στους καλλιτέχνες που αγαπούσε ο Don McLean.
Με αφορμή τον τραγικό θάνατο των τριών καλλιτεχνών, ο Don McLean κάνει μία αποτίμηση στη μουσική σκηνή των Η.Π.Α. από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Μέσα σ’ αυτή τη δεκαετία, το αμερικανικό πολιτιστικό τοπίο άλλαξε ριζικά, περνώντας από την αισιοδοξία της δεκαετίας του 1950 στην απομυθοποίηση και την απόρριψη των κοινωνικών αξιών, μέσω των διάφορων πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του 1960. Μάλιστα, ο McLean τηρεί κάποια χρονολογική σειρά στα γεγονότα, δεδομένου ότι κάθε στροφή συνοψίζει συγκεκριμένες χρονολογικές περιόδους: τέλη της δεκαετίας του 1950, 1963-1966, 1966-1968, 1969 και 1970. Κάθε στροφή αποτελεί κι ένα χτύπημα ενάντια στην αγαπημένη μουσική του McLean και, με την ευρύτερη έννοια, στην αθωότητα μιας άλλης εποχής. Όλα δε τα γεγονότα καταχωρούνται ως «η ημέρα που πέθανε η μουσική» και, αναμφίβολα, το «American Pie» γίνεται το magnum opus του Don McLean.
Στην ουσία το εξαιρετικά εμπνευσμένο, και πολυεπίπεδο εννοιολογικά, «American Pie» είναι ένα τραγούδι-ύμνος στη δεκαετία του 1950. Άλλωστε εκείνα τα χρόνια ήταν μία περίοδος πρωτοφανούς οικονομικής ευημερίας, καθώς η πλειοψηφία των Αμερικανών ένιωθε απελευθερωμένη από τη «Μεγάλη Ύφεση» και τον όλεθρο του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Μακριά από τις αβεβαιότητες της ζωής, καλλιεργήθηκε ένα κλίμα αισιοδοξίας στην αμερικάνικη κοινωνία, η οποία ζούσε στον πυρετό των γάμων, των παιδιών, των αυτοκινήτων και των σπιτιών στα προάστια, γιορτάζοντας άτυπα την επίτευξη του Αμερικάνικου Ονείρου. Τα μεταπολεμικά χρόνια, οι Η.Π.Α. κυριάρχησαν, οικονομικά και πολιτικά, κι αυτό έκανε τους πολίτες της χώρας ιδιαίτερα υπερήφανους.
Σε εκείνη την εποχή της εκτεταμένης ευημερίας, λίγοι Αμερικανοί αμφέβαλαν για την ουσιαστική καλοσύνη της κοινωνίας τους. Σε τελική ανάλυση, αυτή η εικόνα όχι μόνο τροφοδοτήθηκε έντονα από τα βιβλία και τα περιοδικά της εποχής, αλλά ενισχύθηκε σημαντικά από ένα νέο μέσο που ασκούσε ακόμα μεγαλύτερη επιρροή: την τηλεόραση, που με τις νέες οικογενειακές κωμικές σειρές απεικόνιζε μία Αμερική που ζούσε μέσα στην τρελή χαρά.
Ο Don McLean αναφέρεται στοργικά στην αγαπημένη του εποχή αγνοώντας ότι η αισιοδοξία που την χαρακτήριζε ήτανε ουτοπιστική. Κι αυτό γιατί υπήρχαν προβλήματα που σιγόβραζαν και τελικά αναδύθηκαν, έστω και με καθυστέρηση, τη δεκαετία του 1960. Ακριβώς όπως η δεκαετία του 1950 ήταν μία εποχή υπέρμετρης αισιοδοξίας, η επόμενη δεκαετία αποδείχθηκε το ακριβώς αντίθετο. Αν η μία ήταν το λευκό, η άλλη ήταν το μαύρο. Όλα τα κινήματα που έκαναν την εμφάνισή τους τη δεκαετία του 1960 αμφισβήτησαν θεμελιώδεις αξίες του δυτικού πολιτισμού και προκάλεσαν έντονες συζητήσεις για πολλά σημαντικά ζητήματα.
Αυτή η αλλαγή του κοινωνικού σκηνικού μοιραία επηρέασε και τα πολιτιστικά δρώμενα και κυρίως τη μουσική. Έτσι, το rock απομακρύνθηκε από την ενθουσιώδη απλότητα της δεκαετίας του 1950 και προσέγγισε το πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο της δεκαετίας του 1960. Μάλιστα, περισσότερο από κάθε άλλο είδος μουσικής, η rock μουσική έγινε το ακριβέστερο πολιτιστικό βαρόμετρο των κοινωνικών αλλαγών. Από τις πρώτες κοινωνικές καταγγελίες του Bob Dylan και τον μεταδοτικό ιδεαλισμό των Beatles μέχρι τον άγριο μηδενισμό των Rolling Stones, το rock κατάφερε, όσο καμία άλλη μορφή τέχνης, να γίνει η φωνή μίας ολόκληρης γενιάς και να καθορίσει την ενηλικίωσή της.
Ακόμα κι αν διαφωνούμε για το αν η μουσική πέθανε την ίδια μέρα με τον Buddy Holly, θα πρέπει να παραδεχτούμε τον θαυμάσια έξυπνο τρόπο με τον οποίο ο Don McLean εκδήλωσε τα συναισθήματά του. Το «American Pie» αν και φαίνεται να είναι ένα χρονικό της πορείας του rock ‘n’ roll, στην πραγματικότητα είναι ένας κατάλογος εξιστόρησης μουσικών, κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων. Με την αντιπαράθεση του θανάτου του Buddy Holly και των συγκροτημάτων και καλλιτεχνών της δεκαετίας του 1960, επιτυγχάνεται μία μεταφορά για τις ίδιες τις αξίες της Αμερικής: ο Holly ως σύμβολο της χαρούμενης αθωότητας των fifties και οι υπόλοιποι ως σύμβολο των sixties και του κατακερματισμού των αξιών της προηγούμενης δεκαετίας.
Ο Don McLean είπε κάποτε ότι αυτό το τραγούδι είναι ένα μυστικό ταξίδι στο παρελθόν του. Ίσως γι’ αυτό, το υπέροχο αυτό επικό τραγούδι, με τον αξέχαστο σκοπό, αποτελείται από μία καταιγίδα κινηματογραφικών σουρεαλιστικών εικόνων. Υπό το πρίσμα των γεγονότων της εποχής, η συναισθηματική αντήχηση του τραγουδιού είναι καταφανής: λαμβάνει τη μορφή ενός ελεγειακού θρήνου όχι μόνο για το θάνατο του Buddy Holly αλλά και της ίδιας της Αμερικής.
Κείμενο-Έρευνα: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης