Συνέντευξη | Μιχάλης Χατζηγιάννης: «Η κολακεία είναι κάτι που ποτέ δεν με ενδιέφερε… αντιλαμβάνομαι ο ίδιος πότε είμαι καλός & πότε δεν είμαι!»
Με αφορμή το νέο του άλμπουμ «Έρωτας – Αγκάθι» που κυκλοφορεί από την «Cobalt Music» ο αγαπημένος καλλιτέχνης Μιχάλης Χατζηγιάννης συναντήθηκε με την αρχισυντάκτρια του Tralala.gr, Σοφία Μπεκιάρη παραχωρώντας της μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του!
Ξετυλίγοντας με απόλυτη ειλικρίνεια τις απόψεις του μίλησε για όλα!
Καλησπέρα Μιχάλη, χαίρομαι πάρα πολύ που βρισκόμαστε γι’ αυτή τη συνέντευξη μιας και θα είναι και η πρώτη μας για το 2018. Πώς είσαι αυτή την περίοδο;
Ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση! Θέλω αρχικά να ευχηθώ Χρόνια Πολλά και Καλή Χρονιά σε όλους με υγεία, χαρά, ευημερία κι όλα τα καλά. Στο tralala.gr εύχομαι ακόμη μεγαλύτερες επιτυχίες, είναι ένα πολύ δυνατό μουσικό site που μας ενδιαφέρει απόλυτα και άμεσα και φυσικά θέλουμε να το βλέπουμε να πηγαίνει καλά. Έτσι αποκτούμε φωνή εμείς οι άνθρωποι της μουσικής! Είναι τιμή μου που θα είμαι ο πρώτος συνεντευξιαζόμενος για το 2018, ελπίζω και πιστεύω ότι ο χρόνος θα φέρει πολύ όμορφες εξελίξεις.
Όλα όσα ευχήθηκες μπορούν όντως να πραγματοποιηθούν; Με όλα αυτά που μας συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, ο κόσμος έχει καταληφθεί από απαισιοδοξία και ματαιότητα.
Τις ευχές και τις προσδοκίες μας δεν μπορούμε να τις περιορίσουμε γιατί είναι αυτές που μας κρατούν ζωντανούς και γεμάτους ελπίδα. Μόνο έτσι μπορούμε να σηκωνόμαστε το πρωί με χαμόγελο και να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα με αισιοδοξία. Η εποχή σίγουρα δεν έχει βοηθήσει κανένα, όμως μέσα από αυτήν ο καθένας πήρε τα διδάγματά του… για άλλους πιο εύκολα, για άλλους δυσκολότερα. Ο κοινός παρονομαστής είναι πως είναι μια εποχή σχεδόν εξοντωτική για τους περισσότερους από μας. Προσδοκώ καλύτερες μέρες κι αισιοδοξώ πως τα χειρότερα χρόνια έχουν μείνει πίσω μας πια. Έχουμε γαλουχηθεί κατάλληλα κι αντέχουμε στα δύσκολα, πιστεύω ότι με άλλο σκεπτικό πια θα αντικρίσουμε τη νέα εποχή με νέα προσέγγιση.
Οφείλουμε κι εμείς οι ίδιοι να είμαστε πιο θετικοί και δυνατοί σαν άνθρωποι, ώστε να αντιμετωπίζουμε καλύτερα όσα συμβαίνουν;
Είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να έρχονται εύκολα τα πράγματα! Το να αισιοδοξούμε γενικότερα στη ζωή μας, είναι κάτι που μέσα μας λειτουργεί καταλυτικά και ζωτικά ώστε να αντέξουμε όλα όσα μπορεί να συμβούν. Κακά πράγματα συμβαίνουν στον κόσμο ανά πάσα στιγμή, γύρω μας, δίπλα μας, μπροστά μας…
Έρχεσαι πολύ συχνά σε επαφή με τον κόσμο λόγω των εμφανίσεών σου. Τι ερεθίσματα εκλαμβάνεις από αυτόν;
Ο κόσμος που έρχεται σε μια συναυλία ή σε μια παράσταση διαπιστώνω ότι θέλει περισσότερο από ποτέ να διασκεδάσει. Δε θέλει σε καμία περίπτωση να του φορτώσεις τα προβλήματά σου ή να του δημιουργήσεις κι άλλα… θέλει να ξεχαστεί. Ο κόσμος αποζητά την αίσθηση της ξεγνοιασιάς και της ανεμελιάς που μπορεί να δώσει η μουσική, έστω και για λίγο. Είναι μια παρέα, δεν είναι φάρμακο… είναι ένα «απλό» γιατρικό, θα έλεγα.
Δυσκόλεψε το έργο των καλλιτεχνών σε αυτή την εποχή που πρέπει να μοχθήσουν πιο πολύ ώστε να κάνουν τον κόσμο να διασκεδάσει;
Έχουμε μια ευθύνη παραπάνω, είναι η αλήθεια. Πρέπει –πρώτα από όλα- να σταθούμε κι εμείς οι ίδιοι δυνατοί, δεν μας αφήνει ανεπηρέαστους αυτή η συνολική κατάσταση.
Πρόσφατα κυκλοφόρησες το νέο σου άλμπουμ με τίτλο «Έρωτας Αγκάθι» από την εδώ και χρόνια δισκογραφική σου εταιρεία «Cobalt Music». Ο τίτλος είναι πολύ ιδιαίτερος, ποιος τον επέλεξε;
Υπεύθυνη για τον τίτλο είναι η Λίνα Νικολακοπούλου, η οποία το πρότεινε και βεβαίως έκλεινα κι εγώ προς τα εκεί γιατί το τραγούδι είχε τόσο ισχυρό μήνυμα που δεν μπορούσε να μας αφήσει αδιάφορους. Οι έρωτες έχουν τα αγκάθια τους και πονάνε… όσο μεγαλύτερος είναι ο έρωτας, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο πόνος. Με αφορμή ένα τραγούδι που πιστεύω ότι είναι από τα πολύ δυνατά του δίσκου, προέκυψε κι ο τίτλος.
Τι θα ακούσει κάποιος που θα πάρει το δίσκο; Πως κατέληξες σε αυτά τα τραγούδια;
Θα ακούσετε αρχικά μία καινούργια στιχουργική δομή την οποία έχει τελειοποιήσει η Λίνα Νικολακοπούλου. Πάνω σε αυτό εγώ δούλεψα πολύ περισσότερο απ’ ότι είχα δουλέψει στους προηγούμενους μου δίσκους. Πάντα παραμένει μία πρόκληση να δουλεύεις με τη Λίνα! Οι στίχοι θέλουν άλλη προσέγγιση αλλά δεν πρέπει και να διαφοροποιηθούμε απόλυτα από αυτό που κάνουμε. Κοιτάξαμε να βρούμε τον κοινό δρόμο, το κοινό σημείο. Η Λίνα ξεφεύγει λίγο λόγω της στιχουργικής της αντίληψης κι εγώ διαφοροποιούμαι σε κάποια σημεία. Έπαιξε σημαντικό ρόλο και το ότι τα κομμάτια ενορχηστρώθηκαν από διαφορετικούς ανθρώπους και νομίζω στο τέλος ακούμε ένα δίσκο πιο ακουστικό με λιγότερες εξάρσεις, με δυναμικές εσωτερικές, με περισσότερη παρουσία φυσικών οργάνων, έναν νυχτερινό διάβα που έχει ως σήμα κατατεθέν τον έρωτα και τη μουσική. Δεν έχει καμία άλλη προέκταση το νόημα του στίχου… Το πόσο βαθιά και ντελικάτα τον ακουμπάς, εναπόκειται στους ανθρώπους που το έχουν φτιάξει. Δεν μπορώ βέβαια σε αυτό το σημείο να μην αναφερθώ και στην τιμή που μου έκανε η Δήμητρα Γαλάνη να ερμηνεύσουμε μαζί το πρώτο single του άλμπουμ «Σε ποιον να πω το σ΄αγαπώ», την ευχαριστώ από καρδιάς!!!
Ήταν πολλές οι ώρες που περάσατε μαζί με τη Λίνα Νικολακοπούλου για να έχουμε αυτό το αποτέλεσμα;
Ξεκινήσαμε με τη Λίνα να δουλεύουμε σε ένα μοτίβο το οποίο εγώ δεν έχω ξαναγγίξει σε τέτοιο βαθμό. Φτιάχναμε τα κομμάτια από την αρχή μαζί, αυτό που θα λέγανε jamming στο δυτικό κόσμο της μουσικής. Μιλώντας και καταλήγοντας, φτιάχναμε μελωδίες πάνω στις οποίες ίσως και την ίδια στιγμή γράφαμε τα τραγούδια. Πολλά είχαν μείνει ανολοκλήρωτα και ολοκληρώθηκαν μετά, αλλά δουλέψαμε σ’ αυτή τη βάση. Η σκέψη και η επαφή ήταν καθημερινή. Για μένα αυτό ήταν πρωτόγνωρο και πολύ όμορφο, συνεργατικό και μουσικό.
Ενδιαφέρουσες και διαφορετικές ήταν και οι εμφανίσεις σου στο «Φως», όπου μαζί με τον Θανάση Αλευρά παρουσιάσατε κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα!
Η ιδέα γεννήθηκε από Θανάση κι από μένα, αλλά η υλοποίησή και η διαμόρφωσή της οφείλεται στην Ελένη Γκασούκα, η οποία και έγραψε τα κείμενα, σκηνοθέτησε, μόνταρε και κούρδισε όλο αυτό που παρουσιάσαμε. Δεν μας άφησε περιθώρια αυτοσχεδιασμού, χωρίς όμως αυτό να περιορίζει την ευελιξία του Θανάση ή τη δική μου, ή και των υπολοίπων συντελεστών. Ήταν κάτι όντως ιδιαίτερο για την εποχή. Μου άρεσε πολύ και πολλές φορές ξεπέρασε την στενή έννοια του τραγουδιστικού show.
Αυτός ο συνδυασμός πραγμάτων ήταν που σε έκανε να πεις το «ναι» και να συμμετέχεις;
Η πρόσκληση του να κάνεις ξανά αυτό που κάνεις όλα αυτά τα χρόνια αλλά ακόμη καλύτερα, υπερβαίνοντας τον πήχη… πάντα υπάρχει. Εκεί είσαι απόλυτα ο εαυτός σου. Όλο αυτό ήταν ένα ωραίο «παίδεμα» για μένα, στο οποίο λειτούργησα περισσότερο ως μαθητής παρά ως οτιδήποτε άλλο.
Τι έχεις κερδίσει από τη συνεργασία σου με το Θανάση Αλευρά;
Τον Θανάση τον γνωρίζω καλά, όχι μόνο ως καλλιτέχνη, έτσι δηλαδή όπως τον γνωρίζει κι ολόκληρη η Ελλάδα. Τον γνωρίζω καλά και ως άνθρωπο. Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος και δεν το λέω τυχαία, η επιτυχία του και η αξία του στο θέατρο συνδέονται με το τι άνθρωπος είναι σαν προσωπικότητα. Βλέποντάς τον, παρατηρείς έναν άνθρωπο που είναι δοσμένος σε αυτό που κάνει. Έχει μια ακρίβεια και μια αφοσίωση που είναι σπάνιες, κάνει πολύ δύσκολα πράγματα… συνδυάζει τραγούδι, κείμενο, χορό. Τέτοιους ανθρώπους τους θαυμάζω πολύ!
Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που επιλέγεις να σε περιστοιχίζουν τόσο επαγγελματικά, όσο και προσωπικά;
Ναι, είναι από τα βασικά χαρακτηριστικά που ψάχνω. Είναι σημαντικό το να θαυμάζεις τους ανθρώπους που έχεις δίπλα σου για την ακρίβεια, την επιμέλεια ή τον επαγγελματισμό τους. Εμένα όλο αυτό με εκστασιάζει, με κάνει να θέλω να είμαι στον χώρο των παραστάσεων ακόμα πιο νωρίς… Οι άνθρωποι που βρίσκονται δίπλα μας είναι κατά κάποιον τρόπο και οι καθοδηγητές μας.
Έχεις κάνει πολύ σημαντικές συνεργασίες όλα αυτά τα χρόνια. Κοιτώντας πίσω, νιώθεις περήφανος για αυτές;
Αισθάνομαι μεγάλη ευγνωμοσύνη, περηφάνια και χαρά. Από τα πρώτα μου βήματα συνάντησα κορυφαίους καλλιτέχνες τους οποίους πριν από χρόνια είχα μόνο στη φαντασία μου και λειτουργούσαν ως πρότυπα. Ξαφνικά είχα την χαρά και την τύχη να συνεργαστώ μαζί τους, ήταν πολύ κατακλυσμιαίο όλο αυτό κι επηρέασε το πώς είμαι σήμερα, αλλά και την αντίληψή μου στα πράγματα.
Θυμάσαι το συναίσθημα που ένιωσες την πρώτη φορά που συνεργάστηκες με κάποιο από τα πρότυπά σου; Πώς ήταν;
Θα σε ταξιδέψω πίσω στο 2001, όταν με κάλεσε η Χαρούλα Αλεξίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά για να τραγουδήσουμε μαζί σε μια σειρά παραστάσεων κι αντίστοιχα σε ένα όμορφο θέατρο στη Θεσσαλονίκη. Ένιωσα όπως ο μαθητής που πάει πρώτη μέρα στο σχολείο, το ίδιο άγχος, η ίδια αμηχανία… Εκείνη την ώρα δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις όλα όσα σου συμβαίνουν, τελείς υπό κάποιου είδος δέος και θαυμασμό.
Πόσο επηρεάζει η επιτυχία έναν καλλιτέχνη; Τον αλλάζει; Τον κάνει να ξεχάσει μέχρι και από πού ξεκίνησε;
Είναι δύσκολο να απαντήσει κάποιος σε αυτή την ερώτηση. Νομίζω ότι όσον αφορά εμένα, ενστικτωδώς είχα έναν μηχανισμό που ακόμη κι αν πήγαινα να ξεφύγω, κρατιόμουν κι επανερχόμουν. Ποτέ δεν υπήρξα αγνώμων απέναντι σε φίλους και συνεργάτες που είχα όλα αυτά τα χρόνια. Ο δρόμος της επιτυχίας είναι δύσκολος για τους ανθρώπους και κατά κόρον βλέπουμε να συμβαίνει αυτό που περιγράφεις σε άτομα του χώρου. Χρειάζεται ηρεμία, στοχοπροσήλωση και ανθρώπους δίπλα σου που να σε επαναφέρουν αν δουν πως ξεφεύγεις. Σημαντικότατο ρόλο βέβαια παίζει κι η οικογένεια που αν είναι κοντά σου λειτουργεί ως ένα δίχτυ προστασίας.
Οι καλλιτέχνες σήμερα προτιμούν να έχουν δίπλα τους ανθρώπους που τους «χαϊδεύουν»; Μπορούν τελικά να αντέξουν την κριτική και την παρατήρηση;
Οι καλλιτέχνες είναι εύπιστα και ανασφαλή πλάσματα, για το λόγο αυτό θέλουν να ακούν πάντα ωραία πράγματα. Αυτό βέβαια δεν είναι το ζητούμενο, πρέπει σαν καλλιτέχνης να είσαι ανοιχτός, να κρίνεσαι και να κρίνεις. Η κολακεία είναι κάτι που εμένα ποτέ δεν με ενδιέφερε. Αντιλαμβάνομαι ο ίδιος πότε είμαι καλός, πότε δεν είμαι, πότε θέλω περισσότερη δουλειά… αυτά είναι πράγματα που πρέπει να είναι σε θέση να τα αναγνωρίσει ο καθένας για τον εαυτό του.
Στη δουλειά σας καθημερινά συναναστρέφεστε με πάρα πολύ κόσμο. Αποκτάτε χάρη σε αυτό τη δυνατότητα να ξεχωρίζετε τους ανθρώπους που σας πλησιάζουν με καλές προθέσεις, από εκείνους που το κάνουν για άλλους σκοπούς;
Αυτό εναπόκειται στην διαίσθηση του καθενός μας. Βάση της αντιληπτικότητάς μας ξεχωρίζουμε κατά πόσο κάποιος μας λέει την αλήθεια ή όχι και νομίζω ότι δεν κρύβεται αυτό. Διαγράφονται στο πρόσωπό μας οι προθέσεις μας, όσο και να θέλουμε να τις κρύψουμε ή να προσποιηθούμε.
Η αναγνωρισιμότητά σου σε «ανάγκασε» ποτέ να κλειστείς στον εαυτό σου;
Είναι μία από τις παρενέργειες του να είσαι αναγνωρίσιμος!! Ο κόσμος θέλει να βρίσκεται κοντά στους καλλιτέχνες που αγαπά και περνά καλά μαζί τους. Η ξαφνική κι έντονη αναγνώριση δεν είναι εύκολο πράγμα, κάποιοι δεν μπορούν να το αντέξουν και γίνονται εσωστρεφείς… κλείνονται στον εαυτό τους. Εκεί πρέπει να βρεις τον τρόπο να το διαχειριστείς, να μην ξεφύγεις από αυτό που είσαι.
Αναρωτιέμαι… θυμάσαι το πρώτο τραγούδι που έγραψες;
Δεν είχα αυτό το καμάρι! Όταν το έγραψα ντρεπόμουν να το παίξω σε άλλον και βεβαίως δεν το άκουσε κανείς… έκανα πολλές απόπειρες μέχρι να αντέξω στην ιδέα να το ακούσει κι ένας δεύτερος. Όταν γράφουμε μικροί, δεν πιστεύουμε στον εαυτό μας, δεν έχουμε τη γνώση. Κάποια στιγμή – επειδή ήθελα να το κάνω… γιατί το δημιουργικό είναι ένα μεγάλο κομμάτι της προσωπικότητας μου και όσο μεγαλώνω γίνεται ακόμα μεγαλύτερο – έπρεπε να το βγάλω προς τα έξω, να το εξελίξω.
Ήξερες από μικρός ότι θα ασχοληθείς με τη μουσική;
Μικρός δεν μπορούσα να το σχεδιάσω με τόση ακρίβεια αλλά δεν σκεφτόμουν και τίποτα άλλο. Πήγαινα σχολείο, πέρναγα εξετάσεις αλλά ήταν σαν αυτά να έπρεπε να γίνουν απλά για να γίνουν. Ήταν σαν δεδομένο ότι εγώ αυτό θα κάνω, θα το κάνω σε μεγάλη εμβέλεια; Σε μικρή; Σπίτι μόνος μου;
Οι γονείς σου το δέχθηκαν εύκολα αυτό;
Δεν νομίζω ότι είχαν επιλογή γιατί τους είχα τρελάνει.
Το να φύγεις από τη Κύπρο και να έρθεις στην Ελλάδα ήταν για σένα και τους δικούς σου πιθανότατα ένα ρίσκο, μια σημαντική αλλαγή;
Ήταν μεγάλη αλλαγή και ρίσκο αλλά μικρός το ρίσκο το υπολογίζεις λιγότερο. Βέβαια οι άνθρωποι μου ήταν υποστηρικτικοί σ’ αυτό και βοήθησαν με όλους τους τρόπους. Ήταν μία προδιαγεγραμμένη πορεία. Αφού τέλειωσα τις υποχρεώσεις μου στη Κύπρο, το σχολείο και το στρατιωτικό, ήρθα εδώ με μία αφέλεια -μπορώ να πω- και είπα ότι απλά θέλω να το κάνω με κάποιο τρόπο. Εκεί άρχισα να κάνω τα πρώτα βήματά μου.
Είναι ικανοποιημένος ο Μιχάλης Χατζηγιάννης από τη μουσική της χώρας του;
Είμαστε μια χώρα με πλούσια και βαθιά παράδοση στη μουσική… ιστορική, πνευματική, θρησκευτική, μια χώρα που είναι ευλογημένη. Πιθανότατα βέβαια τα τελευταία 10 χρόνια έχουμε τη μουσική που μας αξίζει. Θωρώ ότι μπορούμε να έχουμε και καλύτερη μουσική. Είμαστε άνθρωποι με παιδεία, είμαστε Έλληνες με όλα τα χαρακτηριστικά τα οποία φέρουμε από τους προγόνους μας, απ’ το μεγαλείο αυτού του έθνους και μπορούμε να κάνουμε και καλύτερη μουσική. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από αυτά που ακούω αλλά πάντα ελπίζω ότι θα υπάρξουν και καλύτερα πράγματα.
Αν σου ζητούσα να μου πεις ένα πράγμα που σε ενοχλεί στην ελληνική δισκογραφία, ποιο θα ήταν αυτό;
Με ενοχλεί να μένουν τραγούδια που αξίζουν έξω από τη πρώτη γραμμή, να μην βρίσκουν ποτέ το δρόμο τους. Με ενοχλεί το ότι το να γίνεις τραγουδιστής ή να μπεις σε αυτό το χώρο θεωρείται πια κάτι το εύκολο. Για να γίνεις ένας καλλιτέχνης με μεγάλη πορεία πρέπει να μοχθήσεις. Είναι κάτι εγγενές, το φέρνεις μαζί σου και το εξελίσσεις… δεν είναι κάτι που το αποκτάς σε μία δεδομένη στιγμή. Πάντα εναποθέτω τις ελπίδες και τις προσδοκίες μου στο ότι το κοινό που καθορίζει τα πάντα έχει την γνώση και την ευαισθησία να ακούει αυτά που πρέπει να ακούει, αυτά που αξίζει, να ξεχωρίζει το ένα απ’ το άλλο.
Άρα στην εποχή μας θεωρείται εύκολο το να γίνει κάποιος τραγουδιστής;
Η αίσθηση ότι αυτό το πράγμα γίνεται εύκολα είναι λάθος, δεν είναι μια γρήγορη διαδικασία κατ’ αρχήν. Δεν πιστεύω ότι στις μέρες μας όλη αυτή η πληθώρα καινούργιων φιλόδοξων ανθρώπων πιστεύουν στο ότι το να γίνουν τραγουδιστές θα τους φέρει απαραίτητα και χρήματα. Δεν νομίζω ότι είναι αυτός ο πρωταρχικός τους στόχος, νομίζω ότι απλά θέλουν να βρίσκονται εκεί γιατί τους αρέσει αυτή λάμψη που αποπνέει ο χώρος αυτός.
Πίσω από αυτή τη λάμψη υπάρχει άγχος, μοναξιά και δύσκολες στιγμές; Πως θα περιέγραφες το χώρο σε ένα νέο παιδί;
Στη σκηνή, ακόμα και η μουσική παράσταση είναι θεατρική παράσταση, υποδυόμαστε όλοι κάποιους άλλους… δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν είμαστε οι εαυτοί μας. Eκεί αποκτούμε μία άλλη διάσταση. Θα έλεγα ότι είναι ένας δύσκολος στίβος με τις προκλήσεις του, με τα προβλήματα του, με την μοναξιά, με την απομόνωση του. Aν δεν είσαι γεννημένος να το κάνεις αυτό, θα υποφέρεις… θα απογοητευτείς.
Ξεχωρίζεις νέα παιδιά με ταλέντο σήμερα;
Πάντα βλέπω και ακούω πράγματα τα οποία έχουν ενδιαφέρον, ωστόσο είναι λιγότερα από ότι πριν από μερικά χρόνια.
Ολοκληρώνοντας, τι ευχή θα ήθελες να δώσεις στο κόσμο;
Υγεία… που είναι το υπέρτατο αγαθό. Θα ήθελα να ευχηθώ να αποκτήσουμε ξανά την αισιοδοξία μας, την ελπίδα για κάτι καλύτερο, να διαβάζουμε πιο πολύ, να μην είμαστε τόσο εύπιστοι, να αξιολογούμε τα πράγματα μία και δύο φορές, να μην είμαστε εύκολοι και επιφανειακοί, λαϊκιστές εις βάρος άλλων, να έχουμε μία εγκράτεια σε ότι κάνουμε… μόνο σε καλό θα μας βγει.
Και τέλος, τι να ευχηθούμε εμείς στο Μιχάλη Χατζηγιάννη;
Δεν θέλω να έχω προσωπικές ευχές. Θέλω να έχω συλλογικές που αφορούν τον κόσμο γιατί όταν είναι όλοι καλά, είμαστε και ο καθένας- προσωπικά- καλά.
Συνέντευξη & Επιμέλεια: Σοφία Μπεκιάρη
Φωτογραφίες: byRon
Απομαγνητοφώνηση: Αθανασία Βογιάρη – Κατερίνα Γκίνη