Λούκας Γιώρκας: “Ήθελαν να με βάλουν σε ένα μοντέλο καθωσπρεπισμού που εγώ δεν μπορούσα να το υποστηρίξω”
Την πιο αποκαλυπτική συνέντευξή που έχει δώσει ποτέ παραχώρησε στο Down Town ο Λούκας Γιώρκας.
Ο γνωστός Κύπριος τραγουδιστής μίλησε για τα πρώτα χρόνια της μουσικής του πορείας, μετά τη νίκη στο X Factor και δεν δίστασε να μιλήσει για θέματα που τον αφορούν και βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας.
Διαβάστε αποσπάσματα από τη συνέντευξη παρακάτω:
“Όλα ξεκίνησαν μετά τη νίκη μου στο X Factor. Κάπου εκεί διχάστηκα, έχασα το κέντρο μου, στράφηκα εναντίον μου. Για τα επόμενα πέντε χρόνια νόμιζα ότι είχα τον έλεγχο και τελικά δεν τον είχα πουθενά. Εκείνη την περίοδο το αλκοόλ είχε γίνει καθημερινότητα και οι ποσότητες ήταν στην υπερβολή τους. Όταν ξεκινούσα να πίνω δεν σταματούσα. Πάντα έλεγα ότι θα πιω λίγο και πάντα έπινα πολύ. Από τα 22 μου μέχρι τα 28 ήταν μια τρέλα. Το βίωσα σαν μάχη με τον εαυτό μου. Ήταν μια σύγκρουση του Λούκα, που μεγάλωσε στην Κύπρο, σπούδασε στη Πάτρα, που είχε μια προσωπικότητα και ενός Λούκα που πήρε μέρος σε ένα show, δημιουργήθηκε από τα φώτα και ξαφνικά τον ήξεραν όλοι. Είχα πρόβλημα. Ένιωθα ότι έχω ευθύνες απέναντι στον κόσμο. Δεν μπορούσα να υπερασπιστώ όλον αυτό τον καθωσπρεπισμό που πουλάνε ο χώρος μας και η εποχή μας. Εγώ δεν μπορούσα να είμαι έτσι και δεν μπορούσα να υποκρίνομαι ότι είμαι κάτι άλλο. Γιατί αν ήμουν αλλιώς δεν θα ήμουν εγώ. Και αυτό μου κόστισε. Όταν ήμουν ο εαυτός μου με μαστίγωναν. Και ειδικά στη δουλειά μου, κάποιοι μου έλεγαν “μην πεις αυτό, μην πεις το άλλο”, ένιωθα ότι προσπαθούσαν να κόψουν κομμάτια μου. Ήθελαν να με βάλουν σε ένα μοντέλο καθωσπρεπισμού που εγώ δεν μπορούσα να το υποστηρίξω. Και αφού δεν μπορούσα να το υποστηρίξω, το ήπια. Υπήρχε μεγάλη κόντρα ανάμεσα στα θέλω τα δικά μου και τα θέλω της δουλειάς. Και με το αλκοόλ ένιωθα ότι πετύχαινα να τα συνδυάζω, πετύχαινα να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις των άλλων, αλλά το πρωί γέμιζα τύψεις. Επίσης ποτέ δεν έπινα για να απολαύσω το ποτό. Με το πού άρχιζα, έπινα σφηνάκια με υποβρύχια για να μεθύσω. Σκοπός ήταν η μέθη . Δεν ήταν ότι έπινα το ποτό για την απόλαυση . Έπινα για να χαθώ, να φτιαχτώ. Είχα πόνο. Πολύ πόνος, που το ποτό τον κάλυπτε. Κάτι που δεν ίσχυε βέβαια”.
“Δεν είχα φτάσει στο τελειωτικό στάδιο τού να γίνω αλκοολικός. Ήμουν ένα βήμα πριν. Αν δεν το σταματούσα εκείνη τη χρονική στιγμή που το αποφάσισα, νομίζω ότι θα είχα καταστραφεί εντελώς .Ήταν ένα πρωινό. Είδα τον εαυτό μου στο καθρέφτη και είπα: “Τι κάνεις; Πώς έχεις καταντήσει έτσι, πού έχεις φτάσει;”. Ήταν μια στιγμή που κατάλαβα ότι από κει και πέρα ακολουθούσε η άβυσσος. Και εκεί ζήτησα βοήθεια”.
“Έγραψα ότι ήθελα να με δει ένας άνθρωπος την ώρα που πεθαίνω. Είχα κρίσεις πανικού, και όταν πάθαινα αυτές τις κρίσεις ένιωθα ότι πέθαινα. Και εκεί με ηρεμούσε το αλκοόλ. Έβγαινα στο δρόμο και έτρεχα μέσα στον πανικό, έτσι ώστε αν κατέρρεα, να βρεθεί ένας άνθρωπος να με δει και να με βοηθήσει. Μου έχει συμβεί να τρέχω στη Συγγρού γυμνός φορώντας μόνο ένα μποξεράκι, επιζητώντας κάποιος να με βρει να με σώσει. Νόμιζα ότι θα πάθω ανακοπή. Ένιωθα ότι πέθαινα, ότι φεύγω, ότι τελειώνει η ζωή μου. Έχει τύχει να ξυπνήσω σε παγκάκι και δεν ήξερα τι είχα κάνει το προηγούμενο βράδυ και πώς είχα βρεθεί εκεί. Τι έκανα εκείνη τη στιγμή; Πήρα έναν φίλο μου τηλέφωνο, του είπα τη διεύθυνση και ήρθε και με μάζεψε”.
Περισσότερα στο περιοδικό Down Town!