Συνέντευξη | Γιάννης Βαρδής: «Ποιος πατέρας θα μπορούσε να βοηθήσει το παιδί του και δεν θα το έκανε;»
Με αφορμή το νέο του τραγούδι «5 Λεπτά» που κυκλοφορεί από την EpicMusic συναντήθηκε με την αρχισυντάκτρια Σοφία Μπεκιάρη για μια συνέντευξη εφ΄ όλης της ύλης και μοιράστηκε μαζί της και κατ΄ επέκτεση με τους αναγνώστες τουTralala.grτις απόψεις και τα πιστεύω του γύρω από την μουσική!
Καλησπέρα Γιάννη! Χαίρομαι πολύ που σε συναντώ για να κάνουμε αυτή τη μουσική συνέντευξη για το Tralala.gr! Θέλω να μου πεις αρχικά πως είσαι!
Είμαι καλά!!! Έκατσα αρκετό διάστημα στο σπίτι λόγω της μικρής και βρήκα χρόνο να κάνω και κάποια άλλα πραγματάκια πέραν της μουσικής. Ξεκίνησα μια συνεργασία με τον φίλο μου τον Κώστα τον «Μισθοφόρο», δημιουργήσαμε κάποια βανάκια που είναι καθαρά γιαcateringκαι περιμένουμε να δούμε πως θα πάει. Παράλληλα ανοίγω ένα τουριστικό μαγαζί στη Λήμνο, ένα νησί που αγαπώ και στο οποίο παραθερίζω τουλάχιστον δέκα χρόνια. Εκεί γνώρισα τη γυναίκα μου και εκεί παντρεύτηκα κιόλας. Μουσικά διοργανώνω αυτό τον καιρό τα καλοκαιρινά livesμε το Γιώργο Λιανό γιατί θα είμαστε μαζί και αυτό το καλοκαίρι ενώ ετοιμάζομαι και ανυπομονώ μιας και τον Οκτώβρη θα πάω Αμερική για κάποιες συναυλίες με την Πέγκυ Ζήνα, την οποία αγαπώ και εκτιμώ πάρα πολύ, ωστόσο δεν έχει τύχει να συνεργαστούμε άμεσα οι δυο μας. Θυμάμαι είχαμε δουλέψει μαζί πολύ παλιά με τον Βασίλη Καρρά και τον πατέρα μου.
Ας τα πάρουμε ένα – ένα, ξεκινώντας από την συνεργασία σου για ακόμη μια φορά με τον Γιώργο Λιανό. Γνωρίζεστε πια πολύ καλά…!
Είμαστε πολύ κοντά, μπορεί εκ πρώτης όψεως να μη φαίνεται αλλά μοιάζουμε!
Μοιάζετε ή συμπληρώνει ο ένας τον άλλο;
Και τα δύο! Κατ’ αρχήν μοιάζουμε πάρα πολύ σαν χαρακτήρες. Υπάρχει πάρα πολύ χιούμορ και παράλληλα ο ένας σέβεται τον άλλο. Δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ μας, το αναγνωρίζω αυτό και το συνειδητοποιώ κάθε μέρα. Σε μια δύσκολη μέρα ο Γιώργος δεν θα προσπαθήσει να βγει μπροστά, θα είναι εκεί, στρατιώτης και θα στηρίξει τον καλλιτέχνη και φίλο που έχει δίπλα του. Για μένα είναι πολύ σημαντικό αυτό. Ταιριάζουμε πάρα πολύ, είμαστε και κουμπάροι πλέον. Με έχει παντρέψει και έχω βαφτίσει το τρίτο του παιδί. Ο Γιώργος είναι πολύ καλό παιδί και πολύ ταλαντούχος άνθρωπος.
Είναι δύσκολο να υπάρξουν ουσιαστικές φιλίες που να συνδυάζονται και επαγγελματικά στο χώρο αυτό;
Είμαι στο χώρο είκοσι χρόνια και δεν έχω πολλές φιλίες. Θεωρώ ότι είναι πραγματικά πολύ δύσκολο, δεν λέω πως σε άλλους χώρους δεν συμβαίνει αυτό αλλά ειδικά στο τόσο ανταγωνιστικό μας επάγγελμα… τα πράγματα είναι όντως περίεργα. Εγώ προσωπικά δεν έχω ποτέ παραστήσει τον φίλο σε κάποιον για να κερδίσω κάτι, δεν είναι ο χαρακτήρας μου αυτός. Αυτό έχω δει και στον Γιώργο και γι’ αυτό σου λέω ότι ταιριάζουμε πολύ.
Συνεργάζεστε πολλά χρόνια. Υπήρξε στιγμή που να φοβήθηκες μήπως σας ταυτίσει ο κόσμος σε βαθμό που να είναι πια δύσκολο να κάνετε χωριστά πράγματα;
Μας έχει δοθεί πολλές φορές η ευκαιρία να χωριστούμε ή να κάνουμε μόνοι μας πράγματα. Ο Γιώργος δραστηριοποιείται και στην τηλεόραση αλλά και στο ραδιόφωνο και είναι πολύ καλός σε ότι κι αν κάνει. Όταν εκείνος έχει δουλειές, εγώ κάνω livesμόνος μου… έχουμε και το αυτόνομο κομμάτι μας. Από κει και πέρα, ναι, μας προσδίδει ασφάλεια το να είμαστε μαζί, το χτίσαμε παρέα όλο αυτό. Τα πράγματα πηγαίνουν πια προς αυτού του είδους ταlives, εγώ έφυγα από τη νύχτα δέκα χρόνια τώρα και κάνω πια μόνο lives. Ο Διονύσης Σχοινάς μου είπε σε μια κουβέντα μας ότι εγώ την ξεκίνησα αυτή την τάση και μετά την ακολούθησαν και άλλοι.
Θυμάσαι το ξεκίνημα;
Ξεκίνησα ταπεινά, με δυο κιθάρες, χωρίς να ξέρω τι με περιμένει… Στην νύχτα δεν ταίριαζα όχι μόνο ρεπερτοριακά αλλά και σε πολλά άλλα πράγματα. Το «όνομα» στην νύχτα μετράει πολύ, εγώ έμαθα από μικρός από τον πατέρα μου να μη με ενδιαφέρει αυτό. Έτσι, λόγω όλων αυτών, είπα ας ξεκινήσω κάτι και όπου βγει. Στην πορεία ήρθε και ο Γιώργος και το κάναμε πολύ πιο μεγάλο, πολύ πιο δυνατό… επενδύσαμε πάνω σε αυτό και ήμασταν και τυχεροί γιατί μας βγήκε. Δεν νομίζω ότι θα διακινδύνευα να το χαλάσω όλο αυτό.
Ποια ήταν εκείνη η στιγμή που καθόρισε την απόφασή σου να αφήσεις τα νυχτερινά κέντρα και τον τρόπο που λειτουργούν και να στραφείς προς κάτι διαφορετικό;
Θεωρώ ότι σιγά σιγά, με τα χρόνια, άρχισα να «φορτώνω» και να μην περνάω καλά. Δεν άντεχα άλλο, έλεγα ότι ή πρέπει να σταματήσω – που δεν ήθελα να σταματήσω γιατί το αγαπώ αυτό που κάνω- ή πρέπει να βρω έναν άλλο τρόπο. Στην αρχή με ζητούσαν από διάφορα μπαράκια αλλά δεν ήξερα ούτε τη δυναμική μου, ούτε αν θα μου βγει όλο αυτό και το έκανα ουσιαστικά στα τυφλά. Ήταν η συνεργασία εκείνη την εποχή τέτοια που με έκανε να μην περνάω καλά στο σχήμα που συμμετείχα και δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει, μιλούσα με τον πατέρα μου και του έλεγα ότι δεν άντεχα άλλο. Πλέον όμως δεν αποκλείεται να ξαναγυρίσω σε ένα νυχτερινό μαγαζί, δεν λέω «ποτέ ξανά»… δεν το ξέρεις αυτό.
Με πατέρα τον Αντώνη Βαρδή, δεν είχες από νωρίς μια καλή εικόνα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα σε αυτό το χώρο;
Ναι, αλλά δεν μπορούσα να προβλέψω τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Δεν ήξερα αν θα ήταν εφικτό να αλλάξει ο τρόπος διασκέδασης. Ο πατέρας μου ήταν πολύ πιο προνοητικός και το 1998 μου είπε να φτιάξω μια μπάντα και να φύγω, να γυρίσω όσο πιο πολλά μέρη μπορώ. Εγώ δεν το πίστεψα τότε και δεν το έκανα, ήταν το 2007 περίπου που κατάλαβα ότι τελικά έτσι έπρεπε να γίνει, σχεδόν μια δεκαετία μετά. Αν το είχα κάνει από το ’98, θα έβρισκα πολύ πιο εύκολα και γρήγορα τα πατήματά μου, ακόμη και να μην πετύχαινε θα ήξερα την δυναμική μου. Τότε θα ήταν και πιο… εκ του ασφαλούς η κίνησή μου γιατί μόλις είχα βγει στο χώρο κι είχα κυκλοφορήσει ένα πολύ επιτυχημένο άλμπουμ. Κι όμως, δεν το δοκίμασα… το έκανα μια δεκαετία μετά.
Άκουγες τις συμβουλές του πατέρα σου; Τον εμπιστευόσουν τυφλά ή υπήρχαν και φορές που ήθελες να κάνεις το δικό σου;
Κατά ενενήντα εννιά τοις εκατό, ήμασταν ίδιοι… η λογική κι ο τρόπος σκέψης μας έμοιαζε. Προφανώς και υπήρχαν προστριβές, ιδίως δισκογραφικά, γιατί όσες φορές εμφανιστήκαμε μαζί σε μαγαζιά όλα ήταν πολύ καλά. Στα δισκογραφικά συχνά εγώ ήθελα να βάλω ένα πιο μοντέρνο λιθαράκι, με τη δική μου λογική ήθελα να δοκιμάσω καινούρια πράγματα. Είχε τύχει να του ζητήσω να μου δώσει ένα τραγούδι του να του το φτιάξω. Το πήρα, το έφτιαξα κι όταν του το έβαλα να τ’ ακούσει μου είπε ότι δεν το αναγνώριζε. Δεν ήταν θέματα που δεν λύνονταν… καθόμασταν, τα συζητούσαμε και τα λύναμε. Ειδικά τα πρώτα χρόνια που μπήκα στο χώρο δεν με άφηνε και πολύ να εκφέρω άποψη. Με τα χρόνια με εμπιστεύτηκε, πιθανών να είδε και τη μουσική κρίση μου και άλλαξαν πολύ τα δεδομένα.
Πόσο δύσκολο ήταν να πείσεις τον Αντώνη Βαρδή να αλλάξει κάτι στη μουσική του, ακόμη κι αν είσαι ο ίδιος ο γιος του;
Δεν υπήρχε συγκεκριμένος τρόπος, απλά έπρεπε να του το πειςstraightκαι με επιχείρημα. Ήταν πολύ απλά τα πράγματα, ήταν θέμα συζήτησης. Ο πατέρας μου ήταν απλός άνθρωπος και τα ήθελε όλα straight. Η μεταξύ μας σχέση χτίστηκε πάνω στην επικοινωνία και την κατανόηση με το πέρασμα των χρόνων, τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια άλλωστε μέναμε μαζί.
Ήταν αυστηρός μαζί σου;
Βέβαια! Από τη δική του πλευρά, όσον αφορά πράγματα που ήθελε να κάνω, ήταν πολύ αυστηρός. Μου είχε πει στο παρελθόν, ας πούμε, ότι δεν έπρεπε να δοκιμάσω να πάω στη Eurovision. Εγώ το σκέφτηκα αυθόρμητα λόγω ηλικίας κι είπα «Οκ, πάμε!». Πίστευε ότι θα γκρέμιζα ότι είχα προσπαθήσει να χτίσω μέχρι τότε. Αν βάλεις κάτω τα δεδομένα και δεις, θα συνειδητοποιήσεις ότι οι καλλιτέχνες που δεν πήγαν καλά στηEurovision, χάθηκαν. Είχε δίκιο, ήταν αποστομωτικός. Μου είχε πει «Αυτό το άλμπουμ σου δεν είναι καλό», δεν μπορούσα να του πω κάτι γιατί ήταν πολύ ευθύς και ωμός στις απαντήσεις του. Όταν ξανασκεφτόμουν τα λόγια του, συνειδητοποιούσα ότι είχε δίκιο.
Ήταν για σένα βαρύ το φορτίο αυτού του ονόματος;
Όχι, δεν ήταν καθόλου. Λειτουργούσαμε πάντα διαφορετικά από άλλες μουσικές οικογένειες και δεν το λέω αυτό για να προσβάλλω κανένα. Τον πατέρα μου τον είχα και τον έχω ακόμη πάρα πολύ ψηλά, αλλά ποτέ δεν μπήκα στη λογική να τον φτάσω. Θα ήμουν ευχαριστημένος έστω και κοντά να μπορούσα να φτάσω. Αυτό μπορεί να προέρχεται από υπερβολική αγάπη, από υπερβολική εκτίμηση, από το έκδηλο ταλέντο του… η σχέση μας ήταν πολύ αγνή και υγιής. Ξέρω ότι σε άλλες οικογένειες δεν ισχύει αυτό. Ακόμη κι όταν υπήρχαν άσχημα σχόλια προς το πρόσωπό μου, όπως το «Είσαι υποδεέστερος», το φορτίο της σύγκρισής μου με τον πατέρα μου δεν με πείραζε. Δεν αισθανόμουν ότι έπρεπε να αποδείξω κάτι σε κάποιον, δεν ήθελα ποτέ να τον ξεπεράσω. Μου έλεγαν «Ότι έχεις κάνει, το ‘χεις κάνει με τον πατέρα σου»… ποιος πατέρας θα μπορούσε να βοηθήσει το παιδί του και δεν θα το έκανε; Αυτό θα προκαλούσε έναν ανταγωνισμό μέσα στην οικογένεια και δεν θα το θέλαμε ούτε εκείνος, ούτε εγώ. Δεν μου έδειξε ποτέ αυτό τον δρόμο ο πατέρας μου. Είχαμε κάνει άπειρες συζητήσεις γι’ αυτά τα πράγματα και μας φαίνονταν ανούσια.
Είσαι, νομίζω, ο μόνος που παραδέχεται ότι δέχτηκε βοήθεια από τον επιτυχημένο πατέρα του κι αυτό ήταν κι απόλυτα φυσιολογικό!
Όποιο επάγγελμα κι αν κάνεις, αν ο πατέρας ή η μητέρα σου βρίσκονται ήδη σε αυτό το χώρο είναι λογικό να σε βοηθήσουν. Δεν βρίσκω κάτι το παράλογο και δεν υπάρχει και λόγος να μην δεχθείς αυτή τη βοήθεια. Αυτό δεν αναιρεί τη σκληρή δουλειά που μπορεί να έχεις ρίξει εσύ ο ίδιος, δεν σου ανοίγονται όλες οι πόρτες μονομιάς. Εμένα ο πατέρας μου μου είχε πει από την αρχή, «Θα σε ακούσω κι αν δεν μου αρέσεις, δεν μπορώ να σε πάρω στο χώρο». Αν δεν του άρεσα, θα είχε τελειώσει εκεί η υπόθεση, δεν θα με είχε αφήσει να ξεκινήσω. Μου είχε πει ότι δεν θα ήθελε να με αφήσει να εκτεθώ, αλλά ούτε να εκθέσω και τον ίδιο. Αυτό ήταν ένα τεστ για μένα, όπως επίσης όταν με πήρε μαζί του, με έβαλε να κάνω φωνητικά σε όλους τους τραγουδιστές του σχήματος – από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο -. Ήθελε να μάθω τη δουλειά εκ των έσω πρώτα. Για τρία – τέσσερα χρόνια που το έκανα αυτό, δεν είχα βγει μπροστά στη σκηνή. Μετά βγήκα και έκανα ένα ντουέτο μαζί του και στην πορεία κάναμε κι ένα ντουέτο δισκογραφικά. Το ντουέτο έφερε δύο τραγούδια και μετά ήρθε η ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά. Υπήρχε μια προεργασία πέντε ετών περίπου! Εγώ μέχρι εκείνη την ηλικία ζούσα με τη μητέρα μου, οπότε όλα αυτά τα στάδια που έπρεπε να περάσω ίσως είχαν να κάνουν και με το γεγονός ότι ήθελε να με γνωρίσει καλύτερα σαν επαγγελματία, να δει πως σκέφτομαι.
Σαν παιδί, ένιωθες διαφορετικά από τους συνομήλικούς σου λόγω του γνωστού πατέρα σου;
Όχι, δεν συνέβαινε αυτό. Ο πατέρας μου άρχισε να τραγουδάει το 1986, εγώ ήμουν 12 χρονών τότε… πήγαινα πρώτη ή Δευτέρα γυμνασίου. Στο σχολείο είχε γίνει κατάληψη κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της χρονιάς και θυμάμαι ότι όλα τα παιδιά τραγουδούσαν το «Συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα», ήταν η εποχή που είχε βγει. Ποτέ δεν τους είπα ότι ο μπαμπάς μου τραγουδούσε αυτό το τραγούδι. Κάποια χρόνια μετά, στον στρατό, ξέρανε ποιος είμαι αλλά ποτέ δεν μπήκα στη διαδικασία να το πω εγώ ο ίδιος ή να τραγουδήσω. Δεν εκμεταλλεύτηκα ποτέ μια κατάσταση για να πάρω μια άδεια.
Ποια από τις συμβουλές του πατέρα σου θα ήθελες να μεταδώσεις στην κόρη σου;
Το να έχει υπομονή, να είναι ταπεινή, να μην κάνει βιαστικές κινήσεις και να χτίσει σωστά τα βήματά της. Κάποιες από αυτές τις συμβουλές μου τις έδωσε ο πατέρας μου στο ξεκίνημά μου.
Αν μεγαλώνοντας η κόρη σου σου εκφράσει την επιθυμία να ασχοληθεί κι αυτή με τη μουσική, η αντίδρασή σου θα είναι θετική ή αρνητική;
Δεν θα με πειράξει καθόλου, θα ‘θελα να μπει στο χώρο. Είναι μόλις δύο χρονών αλλά την ακούω που τραγουδάει και χαίρομαι που έχει σωστή φωνή. Αυτό μπορεί να αλλάξει στην πορεία αλλά τουλάχιστον για τώρα είναι ενθαρρυντικό. Θα την προστατέψω όσο μπορώ αλλά ο χώρος μας αλλάζει και δεν ξέρω πως θα είναι μετά από 15 χρόνια. Με μεγάλη μου χαρά θα την έβλεπα να ασχολείται με την μουσική!
Πόσο έχει αλλάξει τη ζωή και την καθημερινότητά σας ο ερχομός του παιδιού;
Μας έχει αλλάξει πάρα πολύ και σαν ανθρώπους. Όλα αυτά τα χρόνια, αν εξαιρέσεις κάποιες σχέσεις, ήμουν εργένης. Ήμουν μόνος μου σε ένα σπίτι και λειτουργούσα αυτόνομα. Ο ερχομός ενός παιδιού σίγουρα τα αλλάζει όλα, σκέφτεσαι πια την κάθε μέρα διαφορετικά. Κοιτάς το μέλλον του παιδιού σου, προσπαθείς να κάνεις σαν γονιός το καλύτερο δυνατό. Σε ωριμάζει, όλες οι ανάγκες της έχουν πια μπει σε προτεραιότητα. Ανακάλυψα μέρα με τη μέρα ότι ήμουν γεννημένος για έναν τέτοιο ρόλο, μου αρέσει και το ευχαριστιέμαι. Θέλω να ζω όλη την καθημερινότητά της, από το καλημέρα μέχρι το καληνύχτα.
Επειδή διανύουμε αρκετά χρόνια αυτή την οικονομική κρίση, πόσο αγχώνει επαγγελματικά αλλά και προσωπικά;
Με αγχώνει πάρα πολύ, με αγχώνει που δεν αλλάζει τίποτα στη χώρα. Με αγχώνει που δεν υπάρχουν προσωπικότητες στους ανθρώπους που μας κυβερνούνε. Με στενοχωρεί που δεν υπάρχουν ιδέες, που κανείς δεν βοηθάει τη χώρα. Πριν δυο εβδομάδες είδα ένα ντοκιμαντέρ για μια γειτονική χώρα, που έχει ένα εκατομμύριο κατοίκους. Ο πρόεδρος της ανέλαβε μια χώρα που δεν είχε καν τηλεφωνία! Έβαλε γραμμές, έφτιαξε το ίντερνετ, το ρίσκαρε, επένδυσε σ’ αυτό και ξαφνικά μέσα σε μια επταετία όλη η χώρα έχει αλλάξει, δεν υπάρχουν ουρές πουθενά όλα τα κάνουν αυτόματα. Έχουν αλλάξει τα πάντα τα τελευταία χρόνια, είχαν τη διάθεση να τα αλλάξουν… από κει ξεκινάει θεωρώ, αρκεί να υπάρχουν άνθρωποι στο χώρο της πολιτικής που να έχουν τη διάθεση να βοηθήσουν. Για παράδειγμα, ο χώρος του δημοσίου θα έπρεπε να έχει αλλάξει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Πρέπει να υπάρχει διάθεση, αυτό θέλω να πω. Εδώ όμως δεν υπάρχει διάθεση, άρα μένουμε στη κρίση, μένουμε σ’ αυτό που ακούμε.
Εμείς οι ίδιοι, πόσο μερίδιο ευθύνης έχουμε σε όλο αυτό;
Σίγουρα τα λεφτά τα φάγαμε όλοι! (γέλια) Έχουμε μεγαλώσει κι εμείς σε μία πολιτική σκηνή η οποία μας έμαθε πως να προσπαθούμε να κάνουμε λιγότερα και να βγάζουμε περισσότερα κι όχι πάντα με νόμιμο τρόπο. Ναι, σε αυτό έχουμε μερίδιο ευθύνης. Ποιος δεν θα το έκανε αυτό αν το είχε μάθει έτσι τα τελευταία 40 χρόνια; Δεν πρέπει όμως να αναλάβουμε εμείς όλο το μερίδιο της ευθύνης σε αυτό το κομμάτι, υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που θα έπρεπε να το αναλάβουν και δεν το κάνουν. Υπάρχει δικαιοσύνη; Που είναι; Είναι μεγάλη ιστορία!
Η «μουσική» μπορεί να βοηθήσει σε όλο αυτό;
Για μένα προσωπικά και για ανθρώπους που γνωρίζω που δεν είναι στο χώρο, θεωρώ ότι χωρίς τη μουσική δεν υπάρχει ζωή. Μέσα από τη μουσική γεννιούνται πολλά συναισθήματα, είτε είναι χαράς είτε στεναχώριας, θλίψης, μελαγχολίας… Μας δημιουργεί εικόνες, αναμνήσεις από πράγματα που έχουμε ζήσει. Ζούμε μέσα απ’ τη μουσική, δεν ξέρω όμως πως θα μπορούσαμε να το χειριστούμε εμείς μέσα από αυτό το χώρο, μας έχει πάρει κι εμάς λίγο η μπάλα. Η μουσική είναι δύναμη… θα μπορούσε να λύσει πολλά προβλήματα, το πιστεύω αυτό, δεν ξέρω όμως με ποιο τρόπο. Δεν ξέρω τι να απαντήσω στην ερώτηση σου, με προβληματίζει! Εδώ έχει καταστραφεί η ΑΕΠΙ και ακούω απόψεις τύπου «Να σταματήσουν, να απαγορέψουμε τα πάντα, να μην υπάρχει μουσική!».
Σαν καλλιτέχνες, σας αγχώνει αυτό;
Εμένα προσωπικά πάρα πολύ. Υπάρχουν κάποια χρήματα που μέσα στο χρόνο ήξερες ότι θα τα πάρεις, λειτουργείς με βάση το να καλύψεις κάποιες ανάγκες σου. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν από αυτό. Εγώ ας πούμε κάνω τη δουλειά μου, βγάζω κάποια χρήματα. Ξέρω ανθρώπους όμως που μου έχουν πει «Δεν είχα βενζίνη να πάω να πάρω ψωμί». Εύχομαι να αλλάξει αυτό αλλά είναι δύσκολο γιατί πάλι δεν είμαστε όλοι μαζί, δεν είναι ενωμένη μια μερίδα Ελλήνων ώστε να αντιμετωπιστούν τα πράγματα. Ωραίο είναι να υπάρχουν απόψεις αλλά κάποια στιγμή πρέπει να καταλήγουμε και κάπου.
Ολοκαίνουριο τραγούδι… «5 λεπτά»…Πως αποφάσισες ότι αυτό είναι το κατάλληλο τραγούδι για να κυκλοφορήσεις αυτή την περίοδο;
Σίγουρα είναι η κατάλληλη εποχή, καλοκαιριάζει, υπάρχει ανάγκη από κάτι πιο εύθυμο και πιο χαρούμενο. Ο κόσμος με έχει συνηθίσει με πιο εσωστρεφή κομμάτια, ήθελα κι εγώ να πω κάτι διαφορετικό. Δεν ξέρω πως να το ονομάσω, είναι popκαι χαρούμενο. Μου ταίριαζε κι ήθελα να το προχωρήσω τώρα. Ελπίζω να το αγκαλιάσει ο κόσμος.
Το συνοδεύει ένα πολύ ωραίο videoclip. Παίζει ρόλο και αυτό στο να είναι ολοκληρωμένο αυτό που παρουσιάζει ένας καλλιτέχνης;
Είμαι λίγο της λογικής του Ηλία Καμπακάκη. Δεν βγάζω κομμάτια συχνά, το προηγούμενο τραγούδι μου ήταν το «Δωσ’ μου μια αγκαλιά» με τον Αντώνη Ρέμο που κυκλοφόρησε πριν 2 χρόνια. Έχω μάθει μ’ αυτή τη λογική, δεν είναι απαραίτητο ότι είναι η σωστή… γιατί ίσως και να σε ξεχνάει ο κόσμος. Επίσης είμαι της άποψης ότι δεν χρειάζεται να κάνεις πάντα videoclip, όμως αυτή τη φορά είπα να μπω πιο μέσα στα πράγματα, πιο δυναμικά. Ναι λοιπόν, παίζει ρόλο το clip, η εικόνα… όλα παίζουν το ρόλο τους αλλά πρέπει να γίνονται με ένα όριο.
Τραγούδι άλλων δημιουργών λοιπόν.
Οι δημιουργοί που συνεργάστηκα, ο Βασίλης Γαβριηλίδης και ο Θάνος Παπανικολάου, είναι φίλοι μου χρόνια. Έχω πει στο παρελθόν ακόμη ένα δικό τους τραγούδι το οποίο δεν ακούστηκε πολύ, το συγκεκριμένο τραγούδι όμως το είχαμε καιρό και λέγαμε «Είναι πολύ ωραίο το κομμάτι, γιατί να μην του δώσουμε μία ευκαιρία;»…έτσι το συζητήσαμε κι είπαμε «γιατί όχι τώρα;». Μ’ αρέσουν οι νέες συνεργασίες! Το θέμα για μένα είναι να υπάρχουν ωραία τραγούδια. Ανοίγω τις πόρτες σε ανθρώπους που είναι ταλαντούχοι και γράφουν με βάση τη δική μου λογική. Μ’ αρέσουν τα νέα πράγματα, οι νέες συνεργασίες… κάποια στιγμή θα πω πάλι τραγούδια του πατέρα μου αλλά γιατί να μην δοκιμάσω νέα πράγματα;
Ο Θάνος Παπανικολάου είναι ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, ταλαντούχος πολύ με ισχυρή άποψη, πες μου πως ήταν η συνεργασία σας.
Τον Θάνο τον ξέρω πριν το 2000. Όντως έχει ισχυρή άποψη και προσωπικότητα, είναι ιδιαίτερος, ταλαντούχος, με φοβερό στίχο και γράφει και πολύ ωραία μουσική. Αρχικά νόμιζα ότι δεν ταιριάζαμε αλλά πλέον ξέρω ότι ταιριάζουν οι απόψεις μας σε πάρα πολλά πράγματα, τα βρίσκουμε και μουσικά και σε συζητήσεις, δεν ξέρω πως έγινε… ταιριάξαμε. Καλλιτέχνες είμαστε, έχουμε τις μαύρες μας, τις πιο χαρούμενες. Μπορώ να τον πάρω τηλέφωνο να του πω το πρόβλημα μου και μπορεί κι εκείνος να κάνει το ίδιο.
Είστε περίεργα όντα οι καλλιτέχνες!
Θεωρώ ότι όλοι οι καλλιτέχνες έχουν μια περίεργη λογική που μπορεί ο έξω κόσμος να μην την καταλαβαίνει. Δεν ξέρω από που μπορεί να προέρχεται. Υπάρχει μια κυκλοθυμία σε μας, βέβαια σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει, αλλά μπορεί να υπάρχουν μέρες που να πεις «Τα παρατάω, δεν θέλω να συνεχίσω» ή «Θέλω να κάτσω σπίτι, να μην κάνω τίποτα»… όχι σε βαθμό κατάθλιψης αλλά γενικά ίσως έχουμε πιο έντονες στιγμές, το πιστεύω αυτό, ακόμα κι αν δεν φαίνεται.
Ο πιο δικός σας άνθρωπος, όπως η σύζυγος σου, πόση υπομονή πρέπει να κάνει όταν είναι δίπλα σε ένα καλλιτέχνη;
Θεωρώ ότι η Νατάσα είναι τυχερή! Υπάρχει μία κυκλοθυμία στους καλλιτέχνες και υπάρχουν σκαμπανεβάσματα, αλλά είμαι από τους ανθρώπους που έχω πολύ λίγα, είμαι πιο βατός. Και ο πατέρας μου ήταν έτσι! Παρόλο που κάνουμε μια δουλειά που είναι μες τα φώτα και δουλεύουμε τη νύχτα, δεν μπήκαμε ποτέ σε σκοτεινά μονοπάτια. Κάναμε μια δουλειά και γυρίζαμε στο σπίτι, έτσι λειτουργώ και τώρα. Είμαι πιο βατός, άρα πιστεύω η σύντροφος μου δεν αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες. Μακάρι να ήταν εδώ να το επιβεβαίωνε και η ίδια αλλά είμαι σίγουρος γι’ αυτό που λέω. Σίγουρα είναι δύσκολο για έναν άνθρωπο που είναι με έναν καλλιτέχνη, νομίζω όμως μαθαίνει μέσα απ’ τη καθημερινότητα του και βρίσκει τα κουμπιά του κι εκείνη έχει βρει τα δικά μου. Είναι πολύ σημαντικό να μπορεί ο άνθρωπος σου να σε στηρίζει, εκεί που πέφτεις να μπορεί να σε ξανασηκώσει στα πόδια σου.
Τι θα άλλαζες στην Ελληνική δισκογραφία του σήμερα; Τι σε ενοχλεί πάρα πολύ ή τι θεωρείς άδικο;
Πρόλαβα και έζησα μία πιο υγιή κατάσταση, υπήρχε το βινύλιο, μετά έγινε cd, υπήρχανε πωλήσεις, υπήρχε πραγματική βοήθεια από τις δισκογραφικές εταιρείες. Υπήρχαν άνθρωποι που ήξεραν τη δουλειά και μπορούσαν να σε στηρίξουν, είχαν ιδέες. Έτυχε και πρόλαβα έναν τέτοιο άνθρωπο προς το τέλος, εκεί που χάλαγε η κατάσταση… ένας άνθρωπος που είχε ιδέες και μπορούσε να βοηθήσει ήταν ο Γιώργος Λεβέντης. Ήταν ένας άνθρωπος που ήξερε, είχε ένστικτο που τον οδηγούσε και είχε ιδέες, ήταν πολύ ωραίο αυτό. Έχω την εντύπωση ότι έχουν εκλείψει αυτές οι ιδέες, οι εταιρείες πλέον δουλεύουν με διαφορετικό τρόπο… κοιτάνε πιο πολύ το management, ώστε να βγάλουν χρήματα από ένα live παρά οτιδήποτε άλλο. Έχει αλλάξει η εποχή, δεν φταίνε οι άνθρωποι αλλά θα ήθελα πολύ να γυρίσουμε το χρόνο πίσω. Έχουν γίνει όλα αναλώσιμα και μπαίνει και ο καλλιτέχνης σε αυτή τη διαδικασία. Πρόσφατα το συζητούσα με έναν επιχειρηματία που έχει ένα καλλιτέχνη στο μαγαζί του που πλέον είναι πρώτο όνομα. Η προσέγγιση ήταν για κομμάτια του πατέρα μου, δηλαδή το παράδειγμα μας ήταν ο Αντώνης Βαρδής και έλεγε ότι αν ο καλλιτέχνης του δεν έχει βάσεις… τι θα γίνει; Αν δεν βγάζει συνεχώς σουξέ σε ένα χρόνο, δεν θα τον θυμάται κανένας. Τα κομμάτια του που έχουν περάσει ήδη, έχουν κάνει την πορεία τους, τελειώσανε, φύγανε… δεν θα μπορεί ούτε το μαγαζί να κρατήσει. Αυτό σημαίνει να βγάζεις πολύ καλά τραγούδια!
Βγαίνουν πολύ καλά τραγούδια πια;
Υπάρχουνε καλά τραγούδια, απλά μπορεί να μην βγαίνουν συχνά.
Ο Αντώνης Ρέμος έχει δηλώσει ότι είναι αναντικατάστατος ο Αντώνης Βαρδής!
Το έχω δει και εγώ το βίντεο. Ο Αντώνης ότι και να κάνει από δω και πέρα, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό… έχει γερές βάσεις. Έχει πει 20 – 25 τραγούδια που για καλή μας τύχη τα μισά μπορεί να είναι της οικογένειας μου. Είναι κομμάτια που έχουν μείνει στο χρόνο, δεν μπορεί να τον κουνήσει και να τον επηρεάσει κανείς. Είναι πολύ σημαντικό για ένα καλλιτέχνη. Άρα λοιπόν μπορεί να πει και το πιο εύκολο, να κάνει και τα λάθη του, γιατί έχει αποδείξει την αξία του. Για έναν άνθρωπο που δεν έχει βάσεις είναι πολύ εύκολο να χαθεί ακόμα κι αν αυτή τη στιγμή είναι πρώτο όνομα και κρατάει ένα μαγαζί. Και εγώ το πιστεύω ότι είναι αναντικατάστατος, όχι επειδή είναι πατέρας μου αλλά είχε ένα ιδιαίτερο και χαρισματικό στυλ, είχε τα πάντα. Θεωρώ ότι είναι αναντικατάστατος ο τρόπος γραφής του. Ακούμε και λέμε «Ρε συ έχω γράψει ένα κομμάτι που είναι Βαρδίστικο», ναι αλλά δεν είσαι ο Βαρδής. Ζωγραφίζεις σαν το Νταλί, δεν είσαι. Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ταλέντα, μακάρι να βγούνε και να είναι πιο μεγάλα από αυτό που έκανε ο πατέρας μου… για την ώρα το μουσικό του κενό είναι μεγάλο. Έχουμε κάνει πολλές συζητήσεις με τον Αντώνη γι’ αυτό και ετοιμάζουμε και την αφιερωματική συναυλία. Υπάρχει αγάπη και σεβασμός μεταξύ μας.
Πότε θα γίνει αυτή η συναυλία;
Το συζητάμε με τον Αντώνη, κάποια στιγμή θα γίνει. Θα είναι κάτι πολύ μεγάλο με όλους τους καλλιτέχνες, ο Αντώνης με βοηθάει σ’ αυτό το κομμάτι. Έχουμε ρίξει πολύ κλάμα γιατί δεν μπορούμε να διαλέξουμε κομμάτια. Ο πατέρας μου δεν έγραψε πάρα πολλά τραγούδια στην καριέρα του, περίπου 500 ήταν αλλά από αυτά τα 500 είχε την τύχη να μείνουν τα περισσότερα. Έτσι λοιπόν από 500 τραγούδια όταν κάτσαμε με τον Αντώνη να διαλέξουμε αρχίσαμε να κόβουμε και να κλαίμε επειδή όλα τα κομμάτια είναι πολύ ωραία και μας αγγίζει αυτό. Αυτό το χάρισμα είχε ο πατέρας μου, την αμεσότητα. Καταλήξαμε σε 90 αλλά σε μία συναυλία δεν μπορούν να ειπωθούν 90 τραγούδια, είναι πάλι πολλά. Πρέπει να ειπωθούν γύρω στα 45 – 50 κι αυτά πάλι κουτσουρεμένα λιγάκι. Δεν ξέρω πως μπορεί να χτιστεί μία συναυλία με λιγότερα κομμάτια. Δεν περίμενα να είναι τόσο δύσκολο και είναι και ψυχοφθόρο αλλά θα τα καταφέρουμε.
Τι να σου ευχηθούμε, τι χρειάζεσαι πέρα από υγεία;
Όταν είχα ξεκινήσει με είχαν ρωτήσει πως θα ήθελα να δω τον εαυτό μου, τι θα ήταν αυτό που θα ευχόμουν και είχα πει θυμάμαι να αντέξω στον χρόνο και στον χώρο. Μετά από 10 χρόνια με ξαναρωτήσανε και είπα το ίδιο. Το ίδιο θα πω και τώρα… να μπορώ να κρατάω μία στάση μέσα από τη μουσική και να μείνω στον χρόνο και τον χώρο. Το θεωρώ απαραίτητο για ένα καλλιτέχνη και θα το ευχηθώ ξανά στον εαυτό μου αυτό! Αν όμως θα πρόσθετα κάτι, θα ήταν να μπορώ να οραματίζομαι μεγαλύτερα πράγματα… θα το ήθελα αυτό γιατί πάντα η ταπεινότητα σε κρατάει σε ένα μικρό κουτί, αυτό το κουτί θα ήθελα να το ανοίξω – όχι για να κάνω το κουτί σπίτι αλλά τουλάχιστον να μπορώ να το κάνω δωμάτιο – δηλαδή να μπορώ να οραματίζομαι μεγαλύτερα πράγματα από αυτά που οραματίστηκα και τα πέτυχα.
Συνέντευξη & Επιμέλεια: Σοφία Μπεκιάρη
Φωτογραφίες: byRon
Απομαγνητοφώνηση:Αθανασία Βογιάρη – Κατερίνα Γκίνη