Συνέντευξη | Σοφία Μανουσάκη: «Παρακολουθούσα την πορεία του Στέφανου Κορκολή, τον θαύμαζα πάντα!»
Η Σοφία Μανουσάκη θεωρείται τραγουδίστρια – φαινόμενο και όχι άδικα!! Πρόκειται για ένα κορίτσι που, παρά το πολύ νεαρό της ηλικίας της, μετρά στο ενεργητικό της πολλά και ζηλευτά επιτεύγματα!
Με καταγωγή από την Κρήτη, η Σοφία είχε το μικρόβιο της μουσικής από πολύ μικρή μέσα της κι έκανε τα πρώτα της βήματα στο νησί της. Ύστερα από τη γνωριμία της με τον Στέφανο Κορκολή το 2013, τα πράγματα στη ζωή της άλλαξαν άρδην και η πρωτεύουσα ήταν μονόδρομος με στόχο να πραγματοποιήσει τα όνειρά της. Μάλιστα, όπως παραδέχεται, η μετάβαση από την Κρήτη στην Αθήνα δεν ήταν εύκολη… αλλά τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο!
Έχοντας πραγματοποιήσει αμέτρητες συναυλίες σε Ελλάδα κι εξωτερικό, έχοντας στο παλμαρέ της χρυσούς δίσκους κι έχοντας συλλέξει απίστευτα λόγια από σπουδαίους ανθρώπους της μουσικής όπως ο Μίκης Θεοδωράκης και η Μαρία Φαραντούρη, η Σοφία Μανουσάκη συνεχίζει ακάθεκτη να στρώνει το δικό της εξαίσιο μουσικό μονοπάτι.
Με αφορμή τις εμφανίσεις που ξεκινά στο πλευρό του Στέφανου Κορκολή στο Σφίγγα Music Theater για όλες τις Παρασκευές του Νοέμβρη, η δημοσιογράφος του tralala.gr, Αθανασία Βογιάρη, συνάντησε τη Σοφία Μανουσάκη και στη συνέντευξη που ακολουθεί συζήτησαν πολλά κι άκρως ενδιαφέροντα…!!
Καλησπέρα Σοφία, χαιρόμαστε που σε φιλοξενούμε στο tralala.gr! Σε τι φάση σε πετυχαίνουμε αυτή την περίοδο;
Αυτό το διάστημα με βρίσκετε σε πρόγραμμα καθημερινών προβών, διότι ετοιμαζόμαστε για τις εμφανίσεις μας, στην μουσική σκηνή Σφίγγα, όλες τις Παρασκευές του Νοέμβρη καθώς και για τις χειμωνιάτικες συναυλίες μας ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό. Δισκογραφικά αναμένουμε την κυκλοφορία της ζωντανής ηχογράφησης, που έγινε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και στο Παττίχειο θέατρο Λεμεσού, η οποία αποτελείται από τρείς κύκλους τραγουδιών: Τον «Επιτάφιο» σε ποίηση Γ.Ρίτσου, τα «Επιφάνια» σε ποίηση Γ.Σεφέρη και την «Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν» σε ποίηση Ι.Καμπανέλλη. Αυτό το CD ήταν επιθυμία του ίδιου του συνθέτη να κυκλοφορήσει, έτσι ακριβώς όπως ηχογραφήθηκε, χωρίς καμία περαιτέρω ηχητική επεξεργασία. Νιώθω πάρα πολύ χαρούμενη, που του άρεσε το αποτέλεσμα.
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή… πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική; Ήταν παιδικό σου όνειρο;
Τραγουδούσα από πολύ μικρή ηλικία στο σπίτι, στις γιορτές του σχολείου, στις παρέες και όπου έβρισκα την ευκαιρία να εκφράσω τα συναισθήματα μου με στίχους και μελωδίες. Έτσι, όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι πως δεν μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτό, σε ηλικία δεκαπέντε χρονών αποφάσισα να γραφτώ στο Βενιζέλειο Ωδείο Χανίων και να ξεκινήσω μαθήματα φωνητικής με την κα Δρακάκη, για να αποκτήσω περισσότερες γνώσεις πάνω στη τέχνη του τραγουδιού. Το πρώτο “πράγμα”, που μου είπε, ήταν πως: “Αυτός ο χώρος είναι πάρα πολύ δύσκολος, με μεγάλο ανταγωνισμό και αρκετές τρικλοποδιές και με βάση το χαρακτήρα σου, θα είναι πολύ δύσκολο να ανταπεξέλθεις”. Έτσι συνέχισα τις σπουδές μου για προσωπική μου ευχαρίστηση και ας ήξερα πως δεν θα έκανα κάτι επαγγελματικά με το τραγούδι.
Παρά το νεαρό της ηλικίας σου, διαθέτεις ένα ζηλευτό βιογραφικό ακόμη και για καλλιτέχνιδες με πορεία πολλών ετών στη μουσική. Πώς νιώθεις που σε αυτή την ηλικία έχεις επιτύχει τόσα;
Πραγματικά μου έχουν συμβεί τόσα σημαντικά πράγματα, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, που ακόμα και τώρα μου είναι δύσκολο να τα συνειδητοποιήσω. Το μόνο συναίσθημα, που μπορώ να εκφράσω με σιγουριά είναι η ευγνωμοσύνη, που προκύπτει από το γεγονός ότι τεράστιοι συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μίμης Πλέσσας, ο Γιάννης Σπανός μου εμπιστεύτηκαν υπέροχα έργα τους. Προσωπικά, το μόνο, που μπορώ να κάνω είναι να μην “προδώσω” ποτέ αυτήν τους την εμπιστοσύνη. Χάρη σε αυτούς, έχω βρεθεί σε χώρους ιερούς για μένα όπως το Ηρώδειο, το μικρό θέατρο της αρχαίας Επιδαύρου, το ΜΜΑ, ΜΜΘ και πολλούς άλλους και εδώ θέλω να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ σε όλο τον κόσμο, που από την “πρώτη γνωριμία μου” μαζί τους, μου έδωσαν απλόχερα το χειροκρότημα και την αγάπη τους.
https://www.youtube.com/watch?v=Q5bIDHpp5B0
Είχες την τύχη να σε «ανακαλύψει» ο σπουδαίος Στέφανος Κορκολής, με τον οποίο συνεργάζεστε μέχρι και σήμερα. Μίλησέ μου για τη γνωριμία σας αλλά και για την επαγγελματική σας σχέση.
Παρακολουθούσα την πορεία του Στέφανου Κορκολή γιατί είναι ένας καταξιωμένος συνθέτης και πιανίστας, που θαύμαζα πάντα, όχι μόνο για τα υπέροχα τραγούδια, που έχει γράψει για σπουδαίους/ες ερμηνευτές/τριες αλλά κυρίως για τα συμφωνικά του έργα. Γνωριστήκαμε το καλοκαίρι του 2013, όταν είχε έρθει στα Χανιά της Κρήτης, για να δώσει μία φιλανθρωπική συναυλία, με σκοπό την ενίσχυση του Συλλόγου Εθελοντικής Προσφοράς και Στήριξης “Ορίζοντας”. Στα πλαίσια, λοιπόν, της γνωστοποίησης της συναυλίας, ο δημοσιογράφος Μάνος Σπυριδάκης, σε συνεννόηση με τον συνεργάτη και φίλο μου Γιάννη Γιαννακάκη, ρώτησαν τον Στέφανο Κορκολή, αν θα μπορούσε, μετά το πέρας της συνέντευξης, να με ακούσει και να πει την γνώμη του, χωρίς, όμως, εγώ να γνωρίζω τίποτα απ’ όλα αυτά. Πήγα εκεί απλά ως ακροάτρια και γι’ αυτό αιφνιδιάστηκα, όταν ο Στ. Κορκολής μου ζήτησε να του τραγουδήσω. Μόλις τελείωσε η ακρόαση, απευθύνθηκε στον πατέρα μου και στο Γ. Γιαννακάκη λέγοντας τους πως «αν είμαι προσγειωμένη και αν έχω γερό στομάχι, θα πάω ψηλά». Πίστεψα πως αυτά τα λόγια ειπώθηκαν από τυπική “ευγένεια”, όμως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μου ζήτησε να του στείλω ό,τι υλικό είχα, έστω και ερασιτεχνικό, για να πάρει την γνώμη δικών του ανθρώπων του χώρου, που τους είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Πέντε μήνες αργότερα, έκανα το πρώτο μου ταξίδι με προορισμό την Αθήνα για την πρώτη μου δοκιμαστική ηχογράφηση σε μουσική του ίδιου του Στ. Κορκολή και στίχους της Ρεβέκκας Ρούσση, καθώς και για την πρώτη μου επαγγελματική συναυλία, στην Ακαδημία Σοπέν της Βαρσοβίας, όπου ο Στέφανος θέλησε να με δοκιμάσει σε ένα πολύ δύσκολο και απαιτητικό κοινό, προφανώς, για να δει αν θα τα κατάφερνα και ποια θα ήταν η αντίδραση του κόσμου. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου, που ένιωθα ότι το άγχος με είχε καταβάλει ολόκληρη. Το πιο δύσκολο σημείο της συναυλίας ήταν ότι έπρεπε να τραγουδήσω ακαπέλα κάτι από τον τόπο μου και έτσι επέλεξα τον Ερωτόκριτο. Εκείνη την στιγμή, συνειδητοποίησα πως για να καταφέρεις να βγεις στη σκηνή και να κάνεις κάτι τόσο τολμηρό, πρέπει να το αγαπάς και να το θες ειλικρινά. Η αντίδραση του κοινού ήταν παραπάνω από θερμή, δεν περίμενα να αντικρύσω τέτοιον ενθουσιασμό, όπως, επίσης, δεν περίμενα ότι η διευθύντρια της Ακαδημίας Σοπέν θα μου πρότεινε να παραμείνω στη Βαρσοβία, με υποτροφία του Πολωνικού κράτους, προκειμένου να συνεχίσω τις σπουδές μου εκεί. Συνεχίζοντας την μουσική μου διαδρομή δίπλα στον Στ. Κορκολή, κατάλαβα τι σημαίνει να είσαι συνεπής, τελειομανής και πάνω απ’ όλα σωστός επαγγελματίας.
Πώς ήταν η προσαρμογή από την Κρήτη στην Αθήνα; Σε δυσκόλεψε;
Μπορώ να πω ότι δυσκολεύτηκα αρκετά μέχρι να προσαρμοστώ στους χρόνους και στην καθημερινότητα της Αθήνας αλλά, όταν η τύχη σου χτυπάει την πόρτα, για να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητα, τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο.
Ήσουν πολύ μικρή όταν βρέθηκες για πρώτη φορά με τον Στέφανο Κορκολή και ξεκίνησες να μπαίνεις πιο δυναμικά στο τραγούδι. Η αντίδραση των γονιών σου ποια ήταν; Πώς το αντιμετώπισαν;
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που αντιμετωπίζουν οι γονείς τα παιδιά τους, όταν, μετά το λύκειο, πάνε σε μία σχολή ή σ’ ένα πανεπιστήμιο σε διαφορετική πόλη και μάλιστα με βοήθησαν για ακόμη μία φορά πάρα πολύ. Άλλωστε, οι γονείς μου πάντα πίστευαν πως θα ασχοληθώ με το τραγούδι και πάντα με υποστήριζαν και γι’ αυτό τους είμαι ευγνώμων. Επίσης, ήταν πολλές οι φορές, που καθόμασταν στο σπίτι αλλά και στις οικογενειακές μας εκδρομές ακούγοντας τραγούδια της εποχής τους, από ελληνικά και ξένα συγκροτήματα, με αποτέλεσμα να έχω εξοικειωθεί με πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής.
Έχεις συνεργαστεί με τον Μίκη Θεοδωράκη κι εκείνος έχει μιλήσει με πολύ τιμητικά λόγια για σένα. Πώς νιώθεις που ο «οικουμενικός μας μουσουργός» σε εμπιστεύτηκε με τόση σιγουριά;
Το μεγαλύτερο δώρο, που θα μπορούσα να εισπράξω στη ζωή μου, είναι τα λόγια του πολυαγαπημένου μου συνθέτη και συμπατριώτη Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος μου εμπιστεύτηκε δύο ολόκληρους κύκλους τραγουδιών από την δεκαετία του 1980 έως το 2000, που ανήκουν στα “προδομένα” του έργα. Αναφέρομαι στο “Μια θάλασσα γεμάτη μουσική” σε ποίηση Δήμητρας Μαντά και στους “Χαιρετισμούς” σε ποίηση του ίδιου του συνθέτη, της Αγγελικής Ελευθερίου και του Γιάννη Θεοδωράκη. Είναι μεγάλη τιμή για μένα να έχω δίπλα μου τον μεγαλύτερο εν ζωή συνθέτη παγκοσμίως να με εμπιστεύεται και να με συμβουλεύει για τον τρόπο, που πρέπει να ερμηνεύω τα έργα του και όχι μόνο.
Ποια θα είναι η ιδανική καριέρα για σένα; Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε δέκα χρόνια από σήμερα;
Κρίνοντας από την μέχρι τώρα πορεία μου, που μου έχει “χαρίσει” δύο χρυσούς δίσκους σε έργα Μ. Θεοδωράκη (Συνάντηση I, Συνάντηση II) και έναν χρυσό δίσκο, με το έργο “Θα’θελα αυτήν την μνήμη να την πω” σε μελοποιημένη από τον Στ. Κορκολή ποίηση του Κ.Π. Καβάφη, θα πίστευε κάποιος πως η πορεία μου είναι ήδη καθορισμένη. Παρόλα αυτά δεν παύω να είμαι ένας νέος άνθρωπος, που δέχεται ηχητικά ερεθίσματα από παντού και μου δημιουργούν τη διάθεση να ακούω καινούρια “πράγματα”. Σίγουρα, λοιπόν, εάν μου προταθεί κάτι, που πάνω απ’ όλα θα με συγκινήσει, δεν θα το αφήσω ανεκμετάλλευτο. Όσο για την ιδανική καριέρα, κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει. Αυτό, που έχω, όμως, ως ιδανικό είναι να υπηρετώ τη μουσική και τους δημιουργούς, αρκεί να καλύπτουν πλήρως τα συναισθήματα μου. Δεν μπορώ να φανταστώ πως θα είμαι σε δέκα χρόνια από τώρα αλλά θα ήθελα να είμαι υγιής και σταθερή στις αξίες μου.
Εκτός από το είδος με το οποίο μας συστήθηκες, υπάρχει περίπτωση στο μέλλον να σε δούμε και σε κάτι διαφορετικό;
Αν και νομίζω πως σας έχω ήδη απαντήσει, γιατί όχι; Φυσικά! Μουσική κάνουμε, αρκεί το μουσικό είδος, όποιο και αν είναι αυτό, να καλύπτει πλήρως την αισθητική μου.
Διαβάζω ότι ξεκινάτε εμφανίσεις στη Σφίγγα με τον Στέφανο Κορκολή. Περιέγραψέ μου όσα πρόκειται να δούμε και να ακούσουμε από σας εκεί.
Ερχόμαστε με πολύ κέφι αλλά και σοβαρότητα, για πέντε παραστάσεις και συγκεκριμένα τις πέντε Παρασκευές του Νοέμβρη, στη Σφίγγα, όπου το πρόγραμμα, που θα παρουσιάσουμε με τίτλο «Μουσικές ιστορίες» περιλαμβάνει μεγάλες επιτυχίες του Στέφανου Κορκολή αλλά και μουσικές καθώς και τραγούδια άλλων συνθετών, διαφόρων εποχών, είδους και ύφους με “ανατρεπτικές” ενορχηστρώσεις του Στέφανου, οι οποίες κατορθώνουν, κατά τη γνώμη μου, να “ενοποιούν” το άκουσμα και να μοιάζει σαν όλα να γράφτηκαν σήμερα. Με τις ευφάνταστες εναλλαγές και έχοντας εξαιρετικούς συνεργάτες-μουσικούς, ευχή και σκοπό μας είναι να γίνουμε όλοι μία παρέα και στο τέλος της βραδιάς να μην έχουμε καταλάβει πως πέρασε η ώρα. Και επειδή μίλησα για μουσικούς, θα ήθελα να αναφερθώ και σε αυτούς. Κοντά μας, λοιπόν, θα είναι ο Κωστής Πυρένης στις κιθάρες και το τραγούδι, ο Βασίλης Δεφίγγος στο σαξόφωνο, το φλάουτο και τα πλήκτρα και η Ρόλη Γιαμοπούλου στα κρουστά.
Σε ποιους απευθύνεται το πρόγραμμα που έχετε ετοιμάσει;
Σε όλους τους ανθρώπους, όλων των ηλικιών, που έχουν ανοιχτές ψυχές και ανοιχτά τα ώτα.
Τέλος, τι είναι αυτό που θέλεις να σου ευχηθούμε μέχρι την επόμενη φορά, που θα τα ξαναπούμε;
Την πολυτιμότερη ευχή, υγεία.
Συνέντευξη – Επιμέλεια: Αθανασία Βογιάρη