BOHEMIAN RHAPSODY – Queen
BOHEMIAN RHAPSODY – Queen
Is this the real life?
Is this just fantasy?
Caught in a landslide
No escape from reality
Open your eyes, look up to the skies and see,
I’m just a poor boy, I need no sympathy,
Because I’m easy come, easy go, little high, little low,
Any way the wind blows doesn’t really matter to me, to me.
Mama, just killed a man,
Put a gun against his head, pulled my trigger, now he’s dead.
Mama, life had just begun,
but now I’ve gone and thrown it all away.
Mama, ooh, didn’t mean to make you cry,
If I’m not back again this time tomorrow,
Carry on, carry on as if nothing really matters.
Too late, my time has come,
Sends shivers down my spine, body’s aching all the time.
Goodbye, everybody, I’ve got to go,
Gotta leave you all behind and face the truth.
Mama, ooh, I don’t want to die
I sometimes wish I’d never been born at all.
I see a little silhouetto of a man,
Scaramouch, Scaramouch, will you do the Fandango
Thunderbolt and lightning, very, very frightening me
(Galileo) Galileo (Galileo) Galileo, Galileo Figaro
Magnifico. I’m just a poor boy and nobody loves me.
He’s just a poor boy from a poor family
Spare him his life from this monstrosity.
Easy come, easy go, will you let me go.
Bismillah! No, we will not let you go.
(Let him go!) Bismillah! We will not let you go.
(Let him go!) Bismillah! We will not let you go.
(Let me go) Will not let you go.
(Let me go) Will not let you go. (Let me go) Ah.
No, no, no, no, no, no, no
(Oh mama mia, mama mia) Mama mia, let me go.
Beelzebub has a devil put aside for me, for me, for me.
So you think you can stone me and spit in my eye.
So you think you can love me and leave me to die.
Oh, baby, can’t do this to me, baby,
Just gotta get out, just gotta get right outta here.
Nothing really matters, anyone can see
nothing really matters,
nothing really matters to me.
Any way the wind blows.
Ο τίτλος του τραγουδιού έχει διττή έννοια. Από τη μία παραπέμπει σε μία σειρά μουσικών έργων του Franz List που φέρουν τον τίτλο «Hungarian Rhapsody», μόνο που αντί για «Ουγγρική Ραψωδία» επιλέχθηκε η «Βοημική Ραψωδία», δηλαδή από τη Βοημία, περιοχή γειτονική της Ουγγαρίας που ανήκει στην Τσεχία. Από την άλλη, ο τίτλος αποδίδεται σωστότερα ως «Μποέμικη Ραψωδία» δίνοντας έτσι το καλλιτεχνικό στίγμα του τραγουδιού. Μποέμηδες χαρακτηρίζονται οι αντισυμβατικοί καλλιτέχνες και μουσικοί, οι οποίοι ζούνε ανέμελα και αγνοούν τα κοινωνικά και καλλιτεχνικά πρότυπα. Με τον όρο «ραψωδία» εννοούμε το απόσπασμα ενός επικού έργου (π.χ. οι ραψωδίες του Ομήρου) αλλά ο ίδιος όρος καθιερώθηκε το 19ο αιώνα στη μουσική, για να υποδηλώσει τη σύνθεση που είναι ελεύθερη και αποδεσμευμένη από τυπικά και προκαθορισμένα σχέδια. Έτσι, το «Bohemian Rhapsody» είναι ένας έξυπνος τίτλος που όχι μόνο παρωδεί ένα διάσημο κλασικό έργο αλλά περιγράφει και το τραγούδι.
Το «Bohemian Rhapsody» το έγραψε ο τραγουδιστής και ηγέτης των Queen, Freddie Mercury, και όπως υποδηλώνει ο τίτλος του, είναι ένα αντισυμβατικό τραγούδι εντελώς διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο εκείνη την εποχή. Η αφηγηματική του γραμμή είναι ένας εφιαλτικός εσωτερικός μονόλογος, ενώ η δομή του είναι ασυνήθιστη για τραγούδι. Τόσο οι στίχοι όσο και η μουσική του τραγουδιού έχουν προκαλέσει πολλές συζητήσεις.
Οι στίχοι
Οι New York Times σχολίασαν για το «Bohemian Rhapsody» ότι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του τραγουδιού είναι οι μοιρολατρικοί του στίχοι. Για το νόημα των στίχων έχουν ειπωθεί πολλές θεωρίες και ερμηνείες. Μερικοί υποστηρίζουν ότι οι στίχοι μιλούν για τη μάχη του τραγουδιστή με το AIDS, κάποιοι άλλοι ότι έχει να κάνει με τη σύγκρουση της ομοφυλοφιλίας του και των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, και άλλοι το βλέπουν ως ένα είδος απολογίας στη μητέρα του. Εντούτοις, αυτές οι θεωρίες δεν φαίνεται να έχουν σχέση με την πραγματικότητα και ιδιαίτερα αυτή που αφορά το AIDS. Το 1975 δεν υπήρχε τίποτα γνωστό για το AIDS και επιπλέον ήταν σχεδόν 11 χρόνια πριν προσβληθεί ο Freddie Mercury από τον θανατηφόρο ιό.
Αν και ο ίδιος ο Freddie Mercury είπε ότι το τραγούδι δεν είναι παρά μία «φλυαρία ομοιοκαταληξίας», η πιο εύλογη θεωρία είναι ότι το τραγούδι μιλάει για το θάνατο και τη μετάνοια.
Σε πρώτη φάση αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι η ιστορία που αφηγείται το τραγούδι είναι εντυπωσιακά παρόμοια μ’ εκείνη του Αλμπέρ Καμύ στο βιβλίο «Ο Ξένος» (L’ Etranger, 1942). Και τα δύο μιλάνε για έναν νεαρό που σκοτώνει ενστικτωδώς έναν άνθρωπο και δεν μπορεί να εξηγήσει για ποιο λόγο το έκανε. Στο βιβλίο του Καμύ, ο άντρας καταδικάζεται σε θάνατο και όταν το συνειδητοποιεί αρχίζει να συλλογίζεται αν πιστεύει στη θρησκεία ή όχι. Προς το τέλος του βιβλίου, ο άντρας καταλαβαίνει ότι έτσι κι αλλιώς θα πεθάνει και ότι τελικά δεν έχει σημασία αν πιστεύει στη θρησκεία ή όχι. Παρομοίως το τραγούδι τελειώνει με τους στίχους «nothing really matters to me» και «Any way the wind blows».
Στους στίχους του τραγουδιού εμφανίζονται και διάφορα ετερόκλητα πρόσωπα. Η λέξη Scaramouch αναφέρεται σ’ έναν στερεότυπο χαρακτήρα καυχησιάρη δειλού που συναντάμε στην commedia dell’ arte, ενώ η χρήση του ονόματος «Galileo» (Γαλιλαίος) έγινε προς χάριν του κιθαρίστα των Queen, Brian May, που έχει σπουδάσει αστρονομία. Ο Γαλιλαίος ήταν αστρονόμος, γνωστός μεταξύ άλλων και ως ο πρώτος άνθρωπος που χρησιμοποίησε διοπτρικό τηλεσκόπιο.
Κάποιες λέξεις εμφανίζονται στο Κοράνι. Μία από αυτές είναι το «Bismillah», που κυριολεκτικά σημαίνει «στο όνομα του Θεού» και είναι η πρώτη λέξη του Κορανίου, ενώ ο Beelzebub (Βελζεβούλ) είναι ένα από τα πολλά ονόματα που αποδίδονται στον Διάβολο. Ενδεχομένως οι αναφορές αυτές να σχετίζονται με τον Ζωροαστρισμό.
Οι γονείς του Freddie Mercury, Bomi και Jer Bulsara, ήτανε Παρσί (η μεγαλύτερη κοινότητα πιστών του Ζωροαστρισμού) και ζούσαν στην Ινδία. Πριν ακόμα γεννηθεί ο Freddie Mercury, μετακόμισαν στη Ζανζιβάρη, μία νησιωτική βρετανική αποικία στην Ανατολική Αφρική (σήμερα ανήκει στην Τανζανία, σε ημιαυτόνομο καθεστώς), προκειμένου ο Bomi Bulsara να συνεχίσει τη δουλειά του ως ταμίας του Βρετανικού Αποικιακού Γραφείου.
Στη Ζανζιβάρη, το Σεπτέμβριο του 1946, γεννήθηκε ο Farrokh Bulsara, τον οποίο οι γονείς του μύησαν στο Ζωροαστρισμό. Όταν έγινε 8 χρονών, ο Farrokh στάλθηκε στην Ινδία, για να μείνει με τη γιαγιά του και τη θεία του και να πάει στο σχολείο. Εκεί άρχισε να επιδεικνύει την τάση του προς τη μουσική και να χρησιμοποιεί για πρώτη φορά το όνομα Freddie. Όμως το 1964 ξέσπασε επανάσταση στη Ζανζιβάρη και για λόγους ασφαλείας η οικογένεια Bulsara πήρε τον 18χρονο τότε Freddie και διέφυγε στην Αγγλία.
Έξι χρόνια αργότερα, ο Freddie Bulsara (φωνή), ο Brian May (κιθάρα) και ο Roger Taylor (drums) σχημάτισαν τους Queen και την ίδια περίοδο ο Freddie αποφάσισε να αλλάξει και το επώνυμό του σε Mercury.
Κάποιοι από τους στίχους του «Bohemian Rhapsody» θα μπορούσαν να αναφέρονται στο γεγονός της φυγής του Freddie Mercury από την πατρίδα του. Ο ίδιος ο Freddie Mercury, αμέσως μετά την κυκλοφορία του τραγουδιού, είπε:
– Είναι ένα από αυτά τα τραγούδια που έχουν μία αίσθηση φαντασίας. Πιστεύω ότι ο κόσμος πρέπει απλά να το ακούσει, να το σκεφτεί, και τότε ο καθένας τους να αποφασίσει τι θέλει να του πει.
Ο Freddie Mercury δεν έδωσε ποτέ εξηγήσεις για το τραγούδι του, εκτός από μία φορά που είπε ότι αναφέρεται γενικά στις σχέσεις. Τα υπόλοιπα μέλη των Queen τηρούν μέχρι σήμερα μία προστατευτική στάση στο τραγούδι, συντηρώντας έτσι το μυστικό του. Ο Brian May εκτιμά ότι το «Bohemian Rhapsody» περιέχει κάποιες συγκαλυμμένες αναφορές στα προσωπικά τραύματα του Freddie Mercury, λέγοντας χαρακτηριστικά:
– Ο Freddie ήταν ένα πολύ σύνθετο πρόσωπο. Επιφανειακά ήταν επιπόλαιος και διασκεδαστικός, αλλά έκρυβε ανασφάλειες και προβλήματα στο να εναρμονίσει τη ζωή του με την παιδική του ηλικία. Δεν εξήγησε ποτέ τους στίχους αλλά νομίζω ότι έβαλε αρκετά στοιχεία του εαυτού του σ’ αυτό το τραγούδι.
Αυτή την εκτίμησή του ο Brian May την επανέλαβε και σε άλλες συνεντεύξεις:
– Έχω μία ξεκάθαρη ιδέα για το τι είχε στο μυαλό του ο Freddie. Αλλά εκείνες τις ημέρες ήταν άγραφος νόμος μεταξύ μας ότι ο πραγματικός πυρήνας των στίχων ενός τραγουδιού είναι προσωπικό θέμα του συνθέτη, όποιος και να είναι αυτός. Κι αυτό το σέβομαι ακόμα.
Στη συνέντευξη που περιλαμβάνεται στο DVD «Queen Videos Greatest Hits», ο Brian May είπε:
– Δεν νομίζω ότι θα μάθουμε ποτέ τι θέλει να πει το «Bohemian Rhapsody». Και να ήξερα, πιθανότατα δεν θα ήθελα έτσι κι αλλιώς να το πω. Πιστεύω ότι αν δίνεις εξηγήσεις καταστρέφεις κατά κάποιο τρόπο τα τραγούδια, γιατί το σημαντικότερο σ’ ένα σπουδαίο τραγούδι είναι ότι καθένας μπορεί να το συσχετίσει με τις προσωπικές του εμπειρίες από τη ζωή. Κατά τη γνώμη μου ο Freddie αντιμετώπιζε κάποια προβλήματα στην προσωπική του ζωή, τα οποία αποφάσισε να τα ενσωματώσει μέσα στο τραγούδι. Σίγουρα επιζητούσε την αναγέννηση του εαυτού του. Όμως σ’ εκείνο το χρονικό σημείο δεν ήταν το καλύτερο πράγμα που μπορούσε να κάνει, κι έτσι αποφάσισε να το κάνει αργότερα. Νομίζω ότι τελικά το καλύτερο για το τραγούδι είναι να μείνει μ’ ένα ερωτηματικό στον αέρα.
Όταν το «Greatest Hits» των Queen κυκλοφόρησε σε κασέτα στο Ιράν, συμπεριλήφθηκε και ένα φυλλάδιο στα περσικά με μεταφράσεις των στίχων και εξηγήσεις βασισμένες στο βιβλίο «The March Of The Black Queen» των Sarah Sefati και Farhad Arkani (όπου περιλαμβάνεται όλη η βιογραφία του συγκροτήματος και όλοι οι στίχοι μεταφρασμένοι στα περσικά). Εκεί, λοιπόν, οι Queen δηλώνουν ότι το «Bohemian Rhapsody» μιλάει για έναν νεαρό άντρα που κατά λάθος σκοτώνει κάποιον άνθρωπο και πουλάει τη ψυχή του στο διάβολο όπως ο Faust. Τη τελευταία νύχτα πριν από την εκτέλεσή του, καλεί τον Θεό στα αραβικά («Bismillah») και με τη βοήθεια των αγγέλων επανακτά τη ψυχή του από τον Σατανά.
Παρόλα αυτά, οι κριτικοί –δημοσιογράφοι και ακαδημαϊκοί- έχουν εκφράσει διάφορες εικασίες ως προς το νόημα των στίχων του τραγουδιού. Μερικοί θεωρούν ότι οι στίχοι περιγράφουν έναν αυτοκαταστροφικό δολοφόνο κατατρεγμένο από τους προσωπικούς του δαίμονες ή περιγράφουν τα γεγονότα που προηγούνται μιας εκτέλεσης.
Άλλοι πιστεύουν ότι οι στίχοι γράφτηκαν μόνο για να ταιριάζουν με τη μουσική και ότι δεν έχουν κανένα νόημα. Ο Άγγλος D.J. Kenny Everett είπε μάλιστα ότι όταν ρώτησε τον Freddie Mercury –ο οποίος ήτανε και φίλος του- για το νόημα του τραγουδιού, εκείνος του απάντησε ότι οι στίχοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά τυχαίες ομοιοκαταληξίες δίχως νόημα.
Κάποιοι άλλοι ερμηνεύουν τους στίχους ως έναν τρόπο του Freddie Mercury να εκφράσει προσωπικά του ζητήματα, όπως η αμφιφυλία του, που ποτέ δεν ομολόγησε δημόσια. Άλλωστε την περίοδο που έγραψε το τραγούδι, ο Mercury είχε ήδη πέντε χρόνια σχέσης με την Mary Austin αλλά μόλις είχε ξεκινήσει την πρώτη του ομοφυλοφιλική σχέση με ένα στέλεχος της Elektra Records, γεγονός που οδήγησε και στο χωρισμό του με την Austin. Υπό αυτή την έννοια, με τον στίχο «Mama, just killed a man» ο Mercury θα μπορούσε κάλλιστα να εννοούσε ότι σκότωσε τον άντρα μέσα του.
Τον Δεκέμβριο του 2004, το βρετανικό τηλεοπτικό κανάλι BBC 3 πρόβαλε την ιστορία του «Bohemian Rhapsody» στην πρώτη εκπομπή της σειράς ντοκιμαντέρ «The Story Of…». Στο πλαίσιο της εκπομπής μιλήσανε ο Roger Taylor και ο Brian May, οι οποίοι επισκεφτήκανε ένα από τα studio όπου ηχογραφήθηκε το τραγούδι.
Στο ντοκιμαντέρ αυτό, ο Roger Taylor υποστήριξε ότι το πραγματικό νόημα του τραγουδιού είναι «αρκετά αυτεξήγητο με λίγα μόνο παραδοξολογήματα στη μέση».
Πέραν από την όποια ερμηνεία μπορεί να δώσει κανείς στους στίχους του «Bohemian Rhapsody», η ουσία είναι ότι μ’ αυτό το τραγούδι ο Freddie Mercury έκανε ένα μουσικό σχόλιο πάνω στον μποεμισμό και την καλλιτεχνική ανεμελιά, δημιουργώντας μία σκανδαλώδη παράθεση μουσικής και στίχων έξω από τους κανόνες των ροκ τραγουδιών. Εντούτοις ακολούθησε ορισμένες οπερατικές λογικές (όπως χορωδίες με πολυηχογραφημένες φωνές που εναλλάσσονται με άριες και σόλα) και κατάφερε να προκαλέσει ταυτόχρονα συγκίνηση αλλά και σύγχυση για την πλοκή του έργου.
Η μουσική
Το μεγαλύτερο μέρος του «Bohemian Rhapsody» το έγραψε ο Freddie Mercury στο σπίτι του, στην οδό Holland στο Kensington του Δυτικού Λονδίνου.
Οι Queen είχαν ολοκληρώσει μία περιοδεία στην Άπω Ανατολή και ετοίμαζαν καινούργια τραγούδια για τον επόμενο δίσκο, τον τέταρτο της καριέρας τους. Παρόλο που το «Killer Queen» (1974) έδειξε ότι το συγκρότημα από άποψης ευρηματικότητας ήταν μία κλάση ανώτερο από τα υπόλοιπα συγκροτήματα της rock μουσικής, τίποτα δεν θα μπορούσε να προετοιμάσει τον ακροατή για το «Bohemian Rhapsody».
Μία καλοκαιρινή μέρα του 1975 ο Freddie Mercury μπήκε στο στούντιο φορτωμένος μ’ ένα σωρό μικρά χαρτάκια σαν post-it, τα οποία είχε πάρει από τη δουλειά του πατέρα του. Αφού αράδιασε τα χαρτάκια πάνω στο πιάνο, άρχισε να παίζει πιάνο όπως οι περισσότεροι παίζουν drums. Κι αυτό που έπαιζε ήταν το «Bohemian Rhapsody». Ήταν φανερό πως ο Mercury το είχε δημιουργήσει όλο μέσα στο μυαλό του αφού τα χαρτάκια ήταν τόσα πολλά που ήταν πολύ δύσκολο να καταλάβει κανείς ποια είναι η σωστή σειρά και περί τίνος πρόκειται.
Την ώρα που ο Mercury έπαιζε το τραγούδι, τα υπόλοιπα μέλη των Queen άκουσαν έκπληκτοι να τους λέει:
– Και τώρα μπαίνει η όπερα!
Για να «μπει» αυτή η mini-opera, τα μέλη του συγκροτήματος έπρεπε να κάνουν φωνητικές πρόβες επί τρεις εβδομάδες, κι έπειτα χρειάστηκαν άλλες τρεις εβδομάδες, σε πέντε διαφορετικά στούντιο, όπου τραγουδούσαν συνεχόμενα δέκα με δώδεκα ώρες την ημέρα! Αφού ηχογράφησαν 180 διαφορετικά φωνητικά μέρη, και δεδομένου ότι τα στούντιο εκείνη την εποχή προσέφεραν 24κάναλες αναλογικές κονσόλες, έπρεπε οι φωνές τους να κόβονται, να ράβονται και να γράφονται η μία πάνω στην άλλη ξανά και ξανά. Κατόπιν χρειάστηκαν ατέλειωτες ώρες εργασίας ώστε τα εκατοντάδες «κομμάτια» του παζλ να σχηματίσουν ένα «έπος» πέντε λεπτών και 55 δευτερολέπτων, διπλάσιο από τη μέση διάρκεια των pop τραγουδιών και στερούμενο το υπ’ αριθμόν ένα, για τους συμβατικά σκεπτόμενους, συστατικό της επιτυχίας: το ρεφρέν!
Μάλιστα είναι πολύ πιθανό να υπήρχαν και πρόσθετα μέρη για τη φωνή του Freddie Mercury, τα οποία όμως δεν ηχογραφήθηκαν ποτέ. Τα πρώτα δείγματα φωνητικού overdubbing είχαν ήδη δοθεί από τον πρώτο κιόλας δίσκο των Queen («Queen», 1973) και συγκεκριμένα από το τραγούδι «My Fairy King», ενώ και το «The March Of The Black Queen» από το δίσκο «Queen II» (1974) θεωρείται ότι άνοιξε το δρόμο για το «Bohemian Rhapsody». Κάποια επιρροή πιθανόν να άσκησε και το τραγούδι «Une Nuit A Paris (One Night In Paris)» των 10CC που ηχογραφήθηκε το 1974 και συμπεριλήφθηκε στο δίσκο «The Original Soundtrack», ο οποίος κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1975. Το τραγούδι αυτό ήταν μία mini ροκ όπερα διάρκειας 8 λεπτών και 40 δευτερολέπτων, η μελωδία της οποίας χρησιμοποιήθηκε αργότερα και από τον Andrew Lloyd Webber στο μιούζικαλ «Το Φάντασμα Της Όπερας» (The Phantom Of The Opera, 1986).
Στην περίπτωση του «Bohemian Rhapsody», οι Queen ξεφεύγουν από το εμβρυικό στάδιο του «My Fairy King» και παραδίδουν ένα ολοκληρωμένο μουσικό έργο, το οποίο αποτελείται από έξη μέρη: εισαγωγή, μπαλάντα, σόλο κιθάρας, όπερα, hard rock και επίλογος. Αυτός ο τύπος τραγουδιού, με τη βαριά χρήση απαιτητικών φωνητικών αποδόσεων, την περίπλοκη ενορχήστρωση και τη δαιδαλώδη μελωδική διατύπωση, με αλλαγές στο ύφος, στον τόνο και το ρυθμό, ήταν εντελώς ασυνήθιστος στη ροκ μουσική.
Η εισαγωγή (0:00–0:48)
Το τραγούδι ξεκινάει με μία a cappella εισαγωγή τεσσάρων μερών σε σι ύφεση μείζονα, η οποία αποτελείται από πολυηχογραφημένα φωνητικά μόνο του Freddie Mercury (αν και το βίντεο δείχνει να τραγουδάνε και τα τέσσερα μέλη των Queen).
Ο ρυθμός ακολουθεί τη φυσική διακύμανση των λέξεων ενώ η έλλειψη μελωδίας σε πρώτο πλάνο δημιουργεί μία ελλοχεύουσα ασάφεια, που έρχεται σε συμφωνία με το πνεύμα των στίχων «Is this the real life? / Is this just fantasy?», θολώνοντας έτσι τα όρια μεταξύ της πραγματικότητας και της φαντασίας.
Μετά από 15 δευτερόλεπτα μπαίνει το πιάνο και η φωνή του Freddie Mercury εναλλάσσεται με άλλα φωνητικά μέρη. Ο αφηγητής συστήνει τον εαυτό του ως ένα φτωχό αγόρι («just a poor boy») αλλά δηλώνει ότι δεν χρειάζεται καμία συμπόνια («needs no sympathy») επειδή είναι αυτό που λέμε «όσα έρθουν κι όσα πάνε» («easy come, easy go»). Η αίσθηση της πλαγιολίσθησης που δίνει ο στίχος «easy come, easy go» χρωματίζει την ονειρική ατμόσφαιρα της στροφής. Το τέλος αυτού του τμήματος σημαδεύεται από την είσοδο του μπάσου και τη χαρακτηριστική συνοδεία του πιάνου σε σι ύφεση ματζόρε.
Μπαλάντα (0:48-2:35)
Το πιάνο συνεχίζει τα τέσσερα μέτρα συνοδείας σε σι ύφεση ματζόρε. Ο John Deacon παίζει στο μπάσο την πρώτη νότα και τα αρμονικά φωνητικά αλλάζουν σε μία παθιασμένη ερμηνεία του Freddie Mercury. Ο χαρακτήρας του τραγουδιού είναι έκπληκτος και συνάμα τρομαγμένος που σκότωσε έναν άνθρωπο (ή τον εαυτό του, κατά μία άλλη εκδοχή). Ο αφηγητής εξηγεί στην μητέρα του ότι έχει σκοτώσει έναν άνθρωπο πυροβολώντας τον με πιστόλι στο κεφάλι και ότι μ’ αυτήν του την πράξη κατάστρεψε τη ζωή του. Ο τρόπος που αφηγείται το γεγονός μοιάζει με εξομολόγηση και με μία έκφραση της ανάγκης για άφεση αμαρτιών από τον άνθρωπο που τον γαλούχησε και τον έφερε στη ζωή. Κάποιοι κριτικοί υπογραμμίζουν τη φαλλική φύση των όπλων, υποστηρίζοντας ότι το τραγούδι αποτελεί ένα μελόδραμα ομοφυλοφιλικού ερωτισμού και ότι εμπεριέχει κεκαλυμμένα αυτοβιογραφικά στοιχεία.
Η μπασογραμμή επιφέρει μία διαμόρφωση σε μι ύφεση, υποστηρίζοντας το αίσθημα της απογοήτευσης που νιώθει ο σοκαρισμένος και μετανοημένος αφηγητής. Στο 1:19 μπαίνουν τα drums του Roger Taylor και ο αφηγητής κάνει τη δεύτερη επίκληση στη μητέρα του επαναχρησιμοποιώντας το αρχικό θέμα. Εδώ εκφράζει τη λύπη του που την έκανε να κλάψει και την παρακινεί να συνεχίσει τη ζωή της σαν να μη συνέβη τίποτα.
Καθώς η μπαλάντα προχωρά στη δεύτερη στροφή, ο αφηγητής δείχνει πως είναι καταβεβλημένος από τις πράξεις του. Ο Brian May μπαίνει με την κιθάρα του στο 1:50 και μιμείται το παίξιμο του πιάνου, ενώ στο στίχο «shivers down my spine» γρατζουνάει τις χορδές. Κατά μία εκδοχή οι στίχοι υποκρύπτουν και μία δεύτερη ανάγνωση με οιδιπόδεια σεξουαλικά υπονοούμενα («Too late, my time has come/Sends shivers down my spine/Body’s aching all the time») προσδίδοντας ταυτόχρονα ζητήματα ενοχής και σαρκικής επιθυμίας. Για πολλούς έφηβους που ακούνε το τραγούδι, αυτές οι φράσεις θα μπορούσαν να περιγράφουν τη φυσική αίσθηση της σεξουαλικής αφύπνισης και των συγκρουόμενων συγκινήσεων που τη συνοδεύουν. Όσο πιο αλλόκοτη είναι η σεξουαλική αφύπνιση, τόσο μεγαλύτερο είναι το αίσθημα ενοχής και η ανάγκη για εξομολόγηση.
Στο τέλος της μπαλάντας ο αφηγητής, σε φάση κατάθλιψης, εκφράζει ένα αίσθημα άρνησης και απομόνωσης και αποχαιρετά τον κόσμο αναγγέλλοντας ότι πρέπει να φύγει και να αντιμετωπίσει την αλήθεια. Έτσι, στους στίχους αυτούς αλλά και στην ερμηνεία του Freddie Mercury, διακρίνεται η λύπη που νιώθει αλλά και η αποδοχή της μοίρας του. Στο τέλος του μέρους αυτού, λέει χαρακτηριστικά ότι δεν θέλει να πεθάνει και ότι μερικές φορές εύχεται να μην είχε γεννηθεί ποτέ.
Σόλο κιθάρας (2:36-3:03)
Καθώς ο Freddie Mercury τραγουδά το στίχο «I sometimes wish I’d never been born at all», το συγκρότημα δημιουργεί την απαραίτητη ένταση ώστε ο Brian May να κάνει το σόλο στην κιθάρα του, δημιουργώντας έτσι και τη γέφυρα για να περάσει το τραγούδι από τη μπαλάντα στην όπερα. Η ένταση συνεχίζει να αυξάνεται, αλλά όταν το μπάσο ολοκληρώνει το κατέβασμά του όλοι οι μουσικοί σταματάνε απότομα (στο 3:03) εκτός από ένα ήσυχο λα ματζόρε που ακούγεται στο πιάνο.
Ο Brian May ηχογράφησε το σόλο του με την πρώτη. Ο ίδιος δήλωσε:
– Δεν ήθελα απλά να παίξω τη μελωδία. Ήθελα να συνθέσω έναν δικό μου σκοπό που θα ήταν αντίστοιχος με την κύρια μελωδία. Το καλύτερο υλικό μου προέρχεται μ’ αυτόν τον τρόπο δουλειάς: σκέφτομαι πρώτα ένα σκοπό πριν τον παίξω, γιατί τα δάχτυλα τείνουν να είναι προβλέψιμα αν δεν καθοδηγούνται από τον εγκέφαλο.
Το μέρος με το μελοδραματικό σόλο του Brian May δεν περιλαμβάνει στίχους. Ο αφηγητής αφού έχει εξομολογηθεί το έγκλημα στη μητέρα του, φεύγει για να αντιμετωπίσει την αλήθεια και τις επιπτώσεις της πράξης του. Η κάθοδος του αφηγητή στην κόλαση αντιπροσωπεύεται από το μελωδικό σόλο του Brian May, το οποίο συμμειγνύεται ηχητικά με ένα απλό beat του πιάνου. Αυτό το εμβόλιμο ορχηστρικό μέρος (ιντερλούδιο) έχει κοινά δομικά στοιχεία με το «A Day In The Life» των Beatles, όπου η μεγάλη ορχήστρα που αποδίδει το πρώτο ονειρικό μέρος, φτάνει σε μία καταληκτική διακύμανση, η οποία ακολουθείται από ένα απλό beat του πιάνου.
Όπερα (3:03–4:07)
Μία γρήγορη σειρά ρυθμικών και αρμονικών αλλαγών εισάγει ένα ψευδο-οπερατικό μέρος, το οποίο περιέχει τον κύριο όγκο των επιμελημένων και πολυηχογραφημένων φωνητικών, που παρουσιάζονται υπό τη μορφή αρμονικών ερωταπαντήσεων (αντιφωνία).
Ενώ ο ελλοχεύων σφυγμός του τραγουδιού διατηρείται, η δυναμική ποικίλλει από μέτρο σε μέτρο, από τη φωνή του Freddie Mercury που συνοδεύεται από πιάνο μέχρι τα πολλαπλά χορωδιακά φωνητικά που υποστηρίζονται από drums, μπάσο, πιάνο και τύμπανα. Το εφέ της χορωδίας δημιουργήθηκε στην πραγματικότητα μόνο από τις φωνές των Brian May, Freddie Mercury και Roger Taylor, οι οποίες συνδυάστηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να καλύψουν μία ευρεία φωνητική κλίμακα. Ο Brian May τραγουδούσε μπάσα, ο Freddie Mercury κάλυψε εξαιρετικά τη μεσαία σκάλα, ενώ ο Roger Taylor έβγαλε τις ψηλές νότες. Η φωνή του Taylor είναι αυτή που ακούγεται μόνη της στο στίχο «Let me go» όταν οι υπόλοιποι σταματάνε.
Σ’ αυτό το μέρος, οι στίχοι περιλαμβάνουν λέξεις και ονόματα όπως Fandango (είδος χορού φλαμένγκο), Scaramouch, Galileo, Figaro και Bismillah. Τα ονόματα αποτελούν τις αντίπαλες φατρίες που μάχονται για τη ψυχή του αφηγητή. Η ακολουθία των φωνών θυμίζει σκηνή από δικαστήριο ή κάποιο τελετουργικό μύησης, καθώς η μία χορωδία κατηγορεί τον αφηγητή ενώ η άλλη τον υπερασπίζεται και ο ίδιος παρουσιάζεται πράος.
Ο στίχος «I’m just a poor boy, nobody loves me» θυμίζει τον αντίστοιχο στίχο στην εισαγωγή του τραγουδιού («I’m just a poor boy, I need no sympathy»).
Η όπερα ολοκληρώνεται με την πλήρη χορωδιακή επεξεργασία του στίχου «Beelzebub has a devil put aside for me» σε σι ύφεση ματζόρε, όπου την τελευταία και ψηλότερη νότα στις λέξεις «for me» την αποδίδει ο Roger Taylor με μια… στριγκλιά (falsetto) στην πέμπτη οκτάβα.
Αν συσχετίσουμε το θέμα αυτού του μέρους με τον εγκλωβισμό που ενδεχομένως να ένιωθε ο Freddie Mercury θέλοντας να εκφράσει τη σεξουαλικότητά του, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι βαριές φωνητικές χροιές («We will not let you go») αντιπροσωπεύουν το αρσενικό κομμάτι του εαυτού του, ενώ οι διαπεραστικές ψηλότερες φωνές στην πρώτη αντιμετάθεση φθόγγων («Let me go») υπονοούν τον θηλυκό του εαυτό. Ο συνδυασμός αυτών των δύο υπονοούν τον εγκλωβισμό του Freddie Mercury στη διπλή του υπόσταση και την έκκληση που κάνει για να απελευθερωθεί.
Hard Rock (4:07-4:55)
Το οπερατικό μέρος οδηγεί σε ένα επιθετικό hard rock ιντερλούδιο με ένα riff της κιθάρας που γράφτηκε από τον Freddie Mercury. Στο 4:15 ο Mercury, με διπλοηχογραφημένη τη φωνή του, ερμηνεύει με επιθετικό τρόπο τους στίχους απευθυνόμενος σε ένα απροσδιόριστο δεύτερο πρόσωπο, κατηγορώντας το για προδοσία και κατάχρηση. Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μία αναδρομή στο παρελθόν και σε κάποια γεγονότα, τα οποία πιθανόν να σχετίζονται μ’ αυτά που αναφέρονται στο μέρος της μπαλάντας («just killed a man»). Ακολουθούν τρεις ανιούσες εναλλαγές στην κιθάρα και μετά άλλες τρεις αντίστοιχες που παίζει ο Mercury στο πιάνο.
Εδώ ο αφηγητής παρουσιάζεται προκλητικός («so you think you can stone me…») σαν να βγήκε νικητής από τη δοκιμασία που πέρασε στο οπερατικό μέρος. Κάποιοι κριτικοί συσχετίζουν αυτό το γεγονός με την εσωτερική αναταραχή του Freddie Mercury που αφήνοντας την ασφάλεια της σχέσης του με την Mary Austin, αποδέχτηκε την ομοφυλοφιλική ζωή και τη συνύπαρξη με έναν άντρα. Βέβαια στην πραγματικότητα η Mary Austin παρέμεινε μέχρι το τέλος στενή φίλη του Mercury, οπότε ο στίχος «just gotta get out» δεν απευθύνεται προσωπικά και κυριολεκτικά στην Austin αλλά αποτελεί μία έκφραση της κλιμακούμενης απόγνωσης και απελπισίας του αφηγητή, που φτάνει στο αποκορύφωμά της υπό τη μορφή οργής αλλά και περιφρόνησης προς την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.
Επίλογος (4:55-5:55)
Αφού ο Freddie Mercury παίζει στο πιάνο ανιούσες οκτάβες από τη σι ύφεση mixolydian, το τραγούδι εγκαταλείπει τη βαριά ενορχήστρωση και επιστρέφει στο ρυθμό και τη μορφή της εισαγωγής, συμβολίζοντας έτσι την αποδοχή -εκ μέρους του αφηγητή- της ήττας του στη μάχη με τον διάβολο. Η κιθάρα συνοδεύει τα χορωδιακά «ooh, ooh yeah, ooh yeah» και μετά μία δίδυμη κιθάρα, διπλά ηχογραφημένη, παίζει μία μελωδία μέσω ενός ενισχυτή που σχεδιάστηκε από τον John Deacon (γι’ αυτό και ονομάσανε τον ενισχυτή, χαϊδευτικά, Deacy Amp).
Στο τέλος ακούγεται ο στίχος «Nothing really matters…», πλαισιωμένος από ελαφριά arpeggios στο πιάνο. Τόσο ο στίχος, όσο και οι μινόρε τονικότητες που τον συνοδεύουν, υποδηλώνουν τον μηδενισμό και την παραίτηση του αφηγητή αλλά προσδίδουν και μία αίσθηση ελευθερίας.
Το τελευταίο αυτό τμήμα προσθέτει ένα επίπεδο συνδυασμένης αντίστασης στο αρρενωπό ροκ, η ανατροπή του οποίου γίνεται με γοητευτικό τρόπο. Αυτή η αντίσταση επιτυγχάνεται μέσω της μποέμικης στάσης και του απαραίτητα μεταβλητού αυτοπροσδιορισμού. Ο τελευταίος στίχος «Any way the wind blows» ακολουθείται από έναν ήρεμο ήχο ενός μεγάλου gong, που συμβολίζει ενδεχομένως την εκτέλεση του αφηγητή και αποβάλλει τελικά την ένταση που είχε χτιστεί κατά τη διάρκεια του τραγουδιού.
Παραγωγός του «Bohemian Rhapsody», εκτός από τους Queen, ήταν ο μόνιμος συνεργάτης τους, Roy Thomas Baker, ο οποίος είχε κάνει την παραγωγή και στους τρεις προηγούμενους δίσκους του συγκροτήματος («Queen», «Queen II» και «Sheer Heart Attack»). Ο πολυβραβευμένος Άγγλος παραγωγός και ενορχηστρωτής Roy Thomas Baker έχει συνεργαστεί με τεράστια ονόματα της παγκόσμιας δισκογραφίας: Rolling Stones, Cars, Nazareth, Guns N’ Roses, Who, David Bowie, Foreigner, Journey, Ozzy Osbourne, T. Rex, Stranglers, Dusty Springfield, T’ Pau, Yes, και πολλούς άλλους.
Ο Baker με την εμπειρία που είχε αποκτήσει από την ενασχόλησή του με την ροκ, την όπερα και την κλασική μουσική, δημιούργησε μία παλέτα ήχου, η οποία αποδείχθηκε ζωτικής σημασίας για το καλλιτεχνικό όραμα του Freddie Mercury. Άλλωστε το όραμα του Mercury ήταν αυτό που έπεισε και τους υπόλοιπους Queen ότι το σχέδιο του «Bohemian Rhapsody» ήταν ενδιαφέρον και άξιζε τελικά να το επεξεργαστούν. Όμως, αναμφισβήτητα, η γενναιόδωρη παραγωγή του Baker ήταν πέρα από κάθε σύγκριση δεδομένου ότι χρησιμοποίησε όλη την επίκτητη πείρα του προκειμένου να σχηματοποιήσει αυτό το μουσικό έπος. Ο ίδιος θυμάται την πρώτη φορά που άκουσε το τραγούδι:
– Ήταν να βγούμε έξω για φαγητό το βράδυ και συνάντησα τον Freddie στο διαμέρισμά του στο Kensington. Έκατσε στο πιάνο και μου είπε: «Θα ήθελα να σου παίξω ένα τραγούδι, το οποίο δουλεύω αυτό τον καιρό». Έτσι έπαιξε το πρώτο μέρος λέγοντας «Αυτά είναι τα ακόρντα» και μετά έπαιξε ένα άλλο μέρος, και παρόλο που δεν είχε ακόμα όλους τους στίχους, θα μπορούσα να πω ότι επρόκειτο για μία μπαλάντα. Έπαιξε λίγο παραπάνω και ξαφνικά σταμάτησε λέγοντας: «εδώ μπαίνει η όπερα»! Τότε και οι δύο σκάσαμε στα γέλια. Είχα δουλέψει με την D’Oyly Carte Opera Company, όπου έμαθα πολλά για τις φωνές και για τον τρόπο που τονίζονται τα φωνητικά, κι έτσι ήμουν πιθανόν ένας από τους λίγους ανθρώπους σ’ όλο τον κόσμο που καταλάβαινα ακριβώς τι εννοούσε ο Freddie Mercury.
Ήταν η πρώτη φορά που ένα μέρος όπερας ενσωματώθηκε σε ένα δίσκο που απευθυνόταν στο ευρύ κοινό. Ήταν εμφανώς πολύ ασυνήθιστο και στην αρχή σχεδιάζαμε να έχουμε μόνο κανά δυο «Galileo». Αλλά συνήθως τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά όταν μπαίνεις στο στούντιο κι έτσι πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις. Το εναρκτήριο μέρος ήταν αρκετά εύστοχο και ο επίλογος ήταν παρόμοιος, αν και τον εξωραΐσαμε με κιθάρες και πολλά overdubs. Αλλά όταν ολοκληρώθηκε το μέρος της όπερας, δεν έμοιαζε καθόλου με το αρχικό σχέδιο επειδή συνεχώς το αλλάζαμε και προσθέταμε πράγματα.
Αφού προηγήθηκε ένα 20ήμερο προβών στο Herefordshire, η ηχογράφηση του «Bohemian Rhapsody» άρχισε στις 24 Αυγούστου 1975 στο Rockfield Studio 1 στο Monmouth της Ουαλίας.
Όταν ηχογραφήθηκε το πρώτο μισό του τραγουδιού, οι Queen δεν είχανε ακόμα ασχοληθεί με το μέρος της όπερας. Απλά αφήσανε στην μπομπίνα ένα μέρος διάρκειας 30 δευτερολέπτων, με το σκεπτικό να το χρησιμοποιήσουν αργότερα.
Τα δύο τελευταία μέρη του «Bohemian Rhapsody» (το hard rock και ο επίλογος) ηχογραφήθηκαν ως ξεχωριστό τραγούδι. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν μία εύκολη διαδικασία, μιας και σ’ αυτό το μέρος υπήρχανε πολλά φωνητικά. Έτσι ηχογραφήθηκαν πρώτα τα όργανα (drums, μπάσο, κιθάρα και πιάνο) και αργότερα τα βοηθητικά φωνητικά, αφήνοντας για το τέλος τη βασική φωνή. Αυτή δεν ήταν η συνηθισμένη διαδικασία, αφού συνήθως είναι η βασική φωνή που υπαγορεύει τη διατύπωση των βοηθητικών φωνητικών. Αν ακολουθούσανε όμως το συνήθη τρόπο, υπήρχε κίνδυνος να μην μείνει αρκετός χώρος για την ηχογράφηση των πλούσιων φωνητικών. Για το λόγο αυτό ηχογραφήθηκαν πρώτα οι δεύτερες φωνές, με τον Freddie Mercury αρχικά να τραγουδάει μόνο τις πρώτες λέξεις ως σημείο αναφοράς για τους υπόλοιπους.
Στο τέλος ηχογραφήθηκε το μεσαίο τμήμα του τραγουδιού, αυτό της όπερας, για το οποίο είχανε φυλάξει εκείνα τα τελευταία 30 δευτερόλεπτα από την ηχογραφημένη ταινία του πρώτου μισού, τα οποία τελικά δεν τους έφτασαν. Όσο δουλεύανε περισσότερο αυτό το μέρος, τόσο μεγάλωνε σε διάρκεια και τόσο μοντάρανε επιπλέον κομμάτια στις μπομπίνες. Κάθε φορά που ο Freddie προσέθετε ένα «Galileo», ο Baker προσέθετε και ταινία, η οποία άρχισε να μοιάζει με… ζέβρα! Εξαιτίας της πολύπλοκης φύσης της ηχογράφησης και της συνεχούς επεξεργασίας των φωνητικών, άρχισε να παραμορφώνεται ο ήχος των φωνητικών ενώ δεν έλειψαν και κάποια περιστασιακά λανθασμένα φωνητικά «πατήματα», τα οποία δεν πέρασαν απαρατήρητα από τα εκπαιδευμένα αυτιά του Baker. Εντούτοις ο Baker δεν είχε στρατοκρατική συμπεριφορά.
Roy Thomas Baker: Υπήρξαν κάποιες αρμονίες που δεν συμφωνούσανε, όπως δύο νότες η μία δίπλα στην άλλη, που δεν ήταν ακριβώς πάνω στις φράσεις. Τις αφήσαμε όμως έτσι, επειδή δεν θεωρήθηκαν ως λάθη. Στην κλασική μουσική επιτρέπονται, ενώ στη ροκ μουσική όχι. Φαίνεται πως στις συγκεκριμένες μουσικές φράσεις δούλεψε καλά το σύνολο. Αν όμως ακούγαμε κάτι εκείνη τη στιγμή και δεν μπορούσαμε να το προσπεράσουμε, τότε θα το σβήναμε και θα το ηχογραφούσαμε πάλι. Ό,τι ακούτε λοιπόν ήταν σχεδιασμένο, αν και αποσπασματικά, και έτσι όπως έπρεπε να ακούγεται.
Για την ηχογράφηση και μόνο του μέρους της όπερας χρειάστηκαν 3 εβδομάδες, που για εκείνη την εποχή αυτός ήταν ο μέσος χρόνος που χρειαζόταν για την ηχογράφηση ολόκληρου άλμπουμ!
Κατόπιν ο Baker μαζί με τους μηχανικούς Mike Stone, Gary Lyons και Geoff Workman, επιδόθηκαν σε έναν μαραθώνιο επεξεργασίας του τραγουδιού σε άλλα τέσσερα στούντιο (Roundhouse, SARM East, Scorpion και Wessex) αντιμετωπίζοντας ένα σωρό απίθανες καταστάσεις (από διαλυμένες κονσόλες μέχρι μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας που δεν λειτούργησαν ποτέ!).
Στο στούντιο SARM εργαζόταν ως βοηθός μηχανικού ο 19χρονος τότε Gary Langan, ο οποίος αργότερα θα γίινόταν διάσημος ως ιδρυτικό μέλος των Art Of Noise αλλά και από τις συνεργασίες του με τους Spandau Ballet, Mick Jagger, ABC και Trevor Horn.
Gary Langan: Κανείς δεν ήξερε πραγματικά πως θα ακουγόταν ένα τραγούδι 6 ολόκληρων λεπτών μέχρι να συνδεθούν τα κομμάτια μεταξύ τους. Στεκόμουν στο πίσω μέρος του control room και ήξερα ότι άκουγα για πρώτη φορά μία μεγάλη σελίδα της ιστορίας. Κάτι μέσα μου μού έλεγε ότι αυτή ήταν μία σημαδιακή μέρα. Και πράγματι ήταν.
Μετά τις τόσες αναποδιές που συνέβησαν στα στούντιο, ο παραγωγός και οι μηχανικοί ήχου αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν την παλιά τεχνολογία, γεγονός που δημιούργησε σε ορισμένα σημεία παραμορφώσεις στον ήχο (π.χ. στον ήχο των drums και στο τέλος της όπερας). Όμως αυτός ο ήχος έγινε το σήμα κατατεθέν των Queen και πολλοί μουσικοί προσπάθησαν από τότε να τον αντιγράψουν και να τον αναπαράγουν με μηχανήματα! Έτσι, κατά λάθος, ξεκίνησε μία τάση, η οποία δεν ήταν καν στις προθέσεις ούτε του συγκροτήματος ούτε του παραγωγού!
Εκτός από τα πρακτικά θέματα της ηχογράφησης και της επεξεργασίας που ακολούθησε, ο Roy Thomas Baker είχε αναλάβει να αντιμετωπίσει και τις ιδιαιτερότητες καθενός από τα μέλη των Queen. Γι’ αυτό ένας από τους κύριους στόχους του ήταν να ενθαρρύνει το συγκρότημα να λειτουργεί ως ενιαία μονάδα διατηρώντας και τον διακριτικό ήχο των μελών του. Η αποστολή αυτή δεν ήταν τόσο εύκολη όσο ενδεχομένως ακούγεται. Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο εύκολα σε ένα συγκρότημα όπου τα τραγούδια τα γράφει μόνο ένας. Στην περίπτωση όμως των Queen, όλοι τους ήταν πολύ καλοί μουσικοί αλλά και τραγουδοποιοί. Ο Baker ήθελε να τους κάνει να καταλάβουνε ότι δεν τον ένοιαζε ποιος έγραψε το τραγούδι, αλλά να κάνει το τραγούδι να ακούγεται ως κομμάτι των Queen.
Roy Thomas Baker: Ήταν σπουδαίο να δουλεύεις μαζί τους, αν και όπως συμβαίνει στα περισσότερα συγκροτήματα υπήρχε πάντα κάτι που μπορούσε να δημιουργήσει έναν μικροκαβγά. Πάντα τους έλεγα ότι ήταν ντροπή τους να διαπληκτίζονται μπροστά στον καθένα στο στούντιο. Έτσι φρόντιζα να έχω ένα δωμάτιο διαθέσιμο ώστε να μπορούνε να πηγαίνουνε εκεί και να καυγαδίζουν ιδιαιτέρως. Νομίζω ότι οι περισσότερες διαφωνίες τους είχαν να κάνουν με το ποιος θα είχε τη δεύτερη πλευρά, καθώς ήταν θέμα πνευματικών δικαιωμάτων… Θυμάμαι τον Roger Taylor να χτυπιέται από δω κι από κει επειδή ήθελε το δικό του τραγούδι, το «I’m In Love With My Car», να μπει στη δεύτερη πλευρά του «Bohemian Rhapsody». Κλειδώθηκε σε μία ντουλάπα στο στούντιο SARM και είπε ότι δεν θα έβγαινε έξω μέχρι να συμφωνήσουν όλοι ότι θα μπει το δικό του τραγούδι! (σ.σ. Όπως κι έγινε τελικά!)
Μετά από όλη αυτή την επεξεργασία, το «Bohemian Rhapsody» εξελίχτηκε στο ακριβότερο single που κυκλοφόρησε μέχρι τότε, και μέχρι σήμερα παραμένει μία από τις πιο επιμελημένες ηχογραφήσεις στην ιστορία της μουσικής και μία από τις σημαντικότερες στιγμές του βρετανικού ροκ. Εντούτοις τέτοιες εκκεντρικότητες ποτέ δεν ανησύχησαν τους Queen. Όπως είπε κι ο Brian May: «Δεν σκεφτήκαμε ότι ήταν υπερβολικό. Γιατί άλλωστε; Το σημαντικό είναι να μην υπάρχουν όρια». Ενώ ο Baker είπε: «Πρέπει να κόστισε ακριβά, αλλά αυτό δεν ήταν κάτι που με ανησυχούσε γιατί δεν ήταν ο τομέας μου. Όπως πάντα, η δουλειά μου ήταν να κάνω τον καλύτερο δυνατό δίσκο. Απλά μου δόθηκε μία ημερομηνία έναρξης και μία προθεσμία για ολόκληρο το άλμπουμ».
Όταν ολοκληρώθηκε το «Bohemian Rhapsody», οι Queen και ο Baker ενημέρωσαν τους ιθύνοντες της EMI ότι έχουν έτοιμο ένα single και τους κάλεσαν να το ακούσουν. Μόλις οι άνθρωποι της δισκογραφικής έμαθαν ότι η διάρκεια του τραγουδιού ήταν σχεδόν 6 λεπτά, πήραν αρνητική στάση προτού καν το ακούσουν! Πίστευαν ότι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί δεν θα έπαιζαν το τραγούδι αν ήταν μεγαλύτερο από τρεισήμισι λεπτά. Πρότειναν στους Queen να μειώσουν τη διάρκεια αλλά έτσι το κομμάτι δεν θα έβγαζε κανένα νόημα και θα χανόντουσαν και όλες οι διαφορετικές «ατμόσφαιρες» του τραγουδιού. Το συγκρότημα, λοιπόν, απάντησε αρνητικά εμμένοντας στη θέλησή του να κυκλοφορήσει το «Bohemian Rhapsody» ολόκληρο.
Ο Baker πίστευε ότι πιθανότατα ήρθε η κατάλληλη στιγμή να ξεφύγουν πια από αυτόν τον περιορισμό στη διάρκεια των τραγουδιών. Το σκεπτικό του το στήριξε στο γεγονός ότι στο παρελθόν είχαν κυκλοφορήσει κάποια τραγούδια μεγάλα σε διάρκεια που γνώρισαν επιτυχία, θυμούμενος συγκεκριμένα το «MacArthur Park» του Richard Harris (διάρκειας 7:21) και το «Eloise» του Barry Ryan (διάρκειας 5:41), που κυκλοφόρησαν αμφότερα το 1968.
Ο Freddie Mercury και ο Baker σκέφτηκαν ότι καλύτερα θα ήταν να πάρουν και μία συμβουλή από κάποιον άνθρωπο έξω από τη δισκογραφική εταιρία. Πολύ κοντά στα Scorpion Studios βρισκόταν ο ραδιοφωνικός σταθμός Capital Radio, όπου δούλευε ο χαρισματικός D.J. Kenny Everett. Απευθύνθηκαν, λοιπόν, σ’ αυτόν ώστε να πάρουν μία επαγγελματική γνώμη. Όταν άκουσε το «Bohemian Rhapsody» ο Everett τούς έδωσε μία πραγματικά πολύ εμψυχωτική άποψη:
– Το αγαπώ αυτό το τραγούδι! Είναι τόσο καλό που πρέπει να εφεύρουν μία καινούρια θέση για τα charts. Αντί για το Νούμερο Ένα, να είναι το Νούμερο Μισό! Είναι το πιο αλλόκοτο πράγμα που έχω ακούσει ποτέ!
Έπειτα βγήκαν μαζί να φάνε ινδικό φαγητό (σίγουρα ιδέα του Freddie Mercury θα ήταν!) κι εκεί ο Everett τούς ζήτησε μία κόπια του ακυκλοφόρητου τραγουδιού. Του είπανε λοιπόν ότι θα του δίνανε «εμπιστευτικά» μία κόπια, μόνο αν υποσχόταν ότι θα το κράταγε για την πάρτη του και δεν θα το έπαιζε στο ραδιόφωνο. Ο Everett κατάλαβε αμέσως το νόημα και τους έδωσε την υπόσχεσή του κλείνοντάς τους το μάτι.
Ο Brian May, ο οποίος δεν ήταν παρών σ’ εκείνη τη συνάντηση με τον Kenny Everett, διηγείται:
– Την επόμενη μέρα ξύπνησα με τον ήχο του «Bohemian Rhapsody» να προέρχεται από το διαμέρισμα του γείτονα, που έμενε από πάνω, και να διαπερνάει το ταβάνι μου. Νόμιζα ότι τρελαινόμουν. Ήταν σαν να με ακολουθούσε το τραγούδι παντού, καθώς απ’ ό,τι ήξερα κανένας εκτός από το συγκρότημα δεν είχε κόπια του τραγουδιού!
Το σχέδιο λειτούργησε άψογα! Ο Everett άρχισε να παίζει το τραγούδι σε… δόσεις, εξάπτοντας την περιέργεια των ακροατών, που άρχισαν να του το ζητούν συνέχεια. Ο Everett έλεγε από το μικρόφωνο ότι δεν μπορεί να παίξει περισσότερο επειδή έδωσε την υπόσχεσή του. Ώσπου μέσα σε ένα σαββατοκύριακο, κι αφού η απαίτηση του κοινού γινόταν όλο και πιο έντονη, «αναγκάστηκε» να παίξει 14 φορές το τραγούδι ολόκληρο!
Αυτό που ακολούθησε τη Δευτέρα, δεν είχε προηγούμενο! Ορδές ακροατών κατέκλυσαν τα δισκοπωλεία για να αγοράσουν το single, αλλά πήραν ως απάντηση ότι αυτό το τραγούδι δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα. Εν τω μεταξύ, το ίδιο Σαββατοκύριακο που ο Everett έπαιζε συνεχώς το «Bohemian Rhapsody», έτυχε να βρίσκεται στο Λονδίνο ο Paul Drew, ο οποίος διαχειριζόταν μία αλυσίδα ραδιοφωνικών σταθμών στις Η.Π.Α. Ο Drew άκουσε το «Bohemian Rhapsody» και κατάφερε να πάρει κι αυτός μία κόπια, με αποτέλεσμα το τραγούδι ν’ αρχίζει να παίζει και στις Η.Π.Α. Έτσι δημιουργήθηκε μία παράξενη κατάσταση όπου οι ραδιοφωνικοί σταθμοί και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έπαιζαν συνεχώς το τραγούδι, ενώ η δισκογραφική εταιρία των Queen υποστήριζε ότι το τραγούδι δεν θα το έπαιζε κανένας!
Με δεδομένη λοιπόν την προθυμία των ραδιοφωνικών σταθμών να παίξουν το τραγούδι και την απαίτηση του κοινού να το ακούσει, οι Queen ήταν πλέον σε θέση ισχύος και, όπως ήταν επόμενο, η EMI αναγκάστηκε να προχωρήσει στην κυκλοφορία του single με όλη του την μπαρόκ λαμπρότητα.
Το single κυκλοφόρησε στις 31 Οκτωβρίου του 1975 και -παρά τις περί του αντιθέτου αρχικές προβλέψεις των δισκογραφικών εταιριών- γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία. Ανέβηκε στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας και έμεινε στην κορυφή για εννέα εβδομάδες, κάτι που είχε να συμβεί από το 1957 και την επιτυχία «Diana» του Paul Anka. Επιπλέον, ήταν το δεύτερο τραγούδι με τη μεγαλύτερη διάρκεια που ανέβηκε στο Νο 1, μετά το «Hey Jude» των Beatles. Μάλιστα, το πιάνο στο οποίο έπαιξε ο Freddie Mercury ήταν το ίδιο μ’ αυτό που χρησιμοποίησε ο Paul McCartney στο «Hey Jude»! Αλλά οι συμπτώσεις δεν σταματάνε εδώ. Το τραγούδι που έριξε το «Bohemian Rhapsody» από την κορυφή της Μεγάλης Βρετανίας ήταν το «Mamma Mia» των ABBA, ο τίτλος του οποίου υπάρχει κατά ειρωνικό τρόπο στους στίχους του «Bohemian Rhapsody» («Mama mia, mama mia / Mama mia, let me go»)!!!
Στις Η.Π.Α. το «Bohemian Rhapsody» γνώρισε επίσης επιτυχία, αν και όχι στο μέγεθος που είχε γνωρίσει στη Μεγάλη Βρετανία. Εντούτοις, έφτασε στο Νο 9 και ήταν το πρώτο τραγούδι των Queen που μπήκε στο Top 10 των Η.Π.Α. Αργότερα ο Anthony DeCurtis, μουσικοκριτικός του περιοδικού Rolling Stone και των New York Times, με αφορμή μία ανασκόπηση είπε ότι η πορεία του «Bohemian Rhapsody» στα αμερικανικά charts αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ότι τα πράγματα δεν πάνε και πολύ καλά στην Αμερική.
Στη Γαλλία κυκλοφόρησε και μία μικρότερη σε διάρκεια εκδοχή του τραγουδιού (3:18), την οποία επεξεργάστηκε ο μπασίστας των Queen, John Deacon. Στην εκδοχή αυτή, το «Bohemian Rhapsody» αρχίζει απευθείας από το σημείο του πιάνου ενώ απουσιάζει το μέρος της όπερας!
Το «Bohemian Rhapsody» θεωρείται το πρώτο τραγούδι της ιστορίας που συνοδεύτηκε από video-clip για να προωθήσει τις πωλήσεις του. Στην πραγματικότητα είχαν προηγηθεί και άλλα video clips (ακόμα και από τους ίδιους τους Queen) αλλά η επιτυχία του «Bohemian Rhapsody» είναι αυτή που άνοιξε το δρόμο στις δισκογραφικές εταιρίες να χρησιμοποιούν το βίντεο ως κοινή πρακτική για την προώθηση ενός τραγουδιού. Το «Bohemian Rhapsody» ήταν λοιπόν το κομμάτι που ουσιαστικά καθιέρωσε την τέχνη της «οπτικής γλώσσας» και του μοντέρνου μουσικού βίντεο, ενώ παράλληλα μας εισήγαγε στην εποχή του MTV. Από τότε ξεκίνησε στη Μεγάλη Βρετανία η τάση της παραγωγής και της προβολής video clip αντί των ζωντανών εμφανίσεων και η δημιουργία μουσικών εκπομπών χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία του ίδιου του καλλιτέχνη. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε τα περισσότερα βίντεο που πρόβαλε το MTV, όταν ξεκίνησε τις εκπομπές του το 1981, προέρχονταν από Βρετανούς καλλιτέχνες.
Στην περίπτωση του «Bohemian Rhapsody», οι Queen έκαναν το video προκειμένου να προβληθεί στη δημοφιλή βρετανική μουσική εκπομπή «Top Of The Pops». Οι Queen ήταν καλεσμένοι στην εκπομπή αλλά ήθελαν να αποφύγουν την εμφάνισή τους γιατί από τη μια το playback δεν ταίριαζε στη φιλοσοφία του συγκροτήματος κι από την άλλη το τραγούδι ήταν πολύ σύνθετο και δύσκολο για να αποδοθεί σε play back και ακόμα πιο δύσκολο για να παιχθεί ζωντανά. Επιπλέον, το συγκρότημα σχεδίαζε να κάνει περιοδεία οπότε ήταν πολύ πιθανό να μην μπορούσαν έτσι κι αλλιώς να εμφανιστούν στην εκπομπή. Έπρεπε λοιπόν το τραγούδι να παρουσιαστεί με κάποιον άλλον τρόπο.
Το Δεκέμβριο του 2004, σε μία συνέντευξή του στην εφημερίδα The Observer, ο Roger Taylor είπε σχετικά:
– Κάναμε ό,τι ήταν δυνατόν για να αποφύγουμε την εμφάνισή μας στο Top Of The Pops. Πρώτον γιατί ήταν η πιο βαρετή μέρα, και δεύτερον γιατί δεν θα παίζαμε στην πραγματικότητα ζωντανά, αλλά θα υποκρινόμασταν ότι τραγουδάμε και ότι παίζουμε. Έτσι τους πήγαμε ένα βίντεο για να αποφύγουμε την εμφάνισή μας στην εκπομπή!
Για το γύρισμα του βίντεο, το συγκρότημα ήρθε σε συμφωνία με την εταιρία Trillian, η οποία κάλυπτε αθλητικά γεγονότα για το βρετανικό τηλεοπτικό κανάλι ITV. Η εταιρία έστειλε ένα συνεργείο στα Elstree Studios, όπου οι Queen έκαναν πρόβες για την περιοδεία τους, και τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Bruce Gowers.
Ο Bruce Gowers είχε σκηνοθετήσει το 1974 το βίντεο από την ζωντανή εμφάνιση των Queen στο Rainbow Theatre του Λονδίνου κι έτσι γνώριζε πολύ καλά το συγκρότημα. Το «Bohemian Rhapsody» ήταν το πρώτο του video clip αλλά ακολούθησαν πολλά άλλα, μεταξύ των οποίων τα εξής: «1999» (Prince), «Can You Feel It» (The Jacksons), «Da Ya Think I’m Sexy» (Rod Stewart), «Stayin’ Alive» (Bee Gees) ενώ έχει γυρίσει και μουσικά βίντεο για τους Genesis, Michael Jackson, Huey Lewis and the News, Kiss, Electric Light Orchestra, Mike Oldfield κ.α.
Στο «Bohemian Rhapsody» βοηθός σκηνοθέτη ήταν ο Jim McCutcheon και εικονολήπτης ο Barry Dodd. Το γύρισμα κράτησε 4 ώρες και κόστισε περίπου 4.000-4.500 λίρες, ποσό αρκετά σημαντικό καθώς χρησιμοποιήθηκαν πρισματικοί φακοί και αναμορφωτική κάμερα για να επιτευχθούν τα διάφορα εφέ.
Το βίντεο βασίστηκε στο εξώφυλλο που φιλοτέχνησε ο Mick Rock στο προηγούμενο άλμπουμ των Queen, το «Queen II» που κυκλοφόρησε το 1974. Η εικόνα αυτή ήταν η αγαπημένη του συγκροτήματος και γι’ αυτό τη χρησιμοποιήσανε και στο βίντεο. Η έμπνευσή της, όμως, προέρχεται από μία παρόμοια φωτογραφία της Γερμανίδας ηθοποιού Marlene Dietrich.
Ο πρώτος a cappella στίχος «Is this the real life?» συνοδεύεται από μία μαύρη οθόνη μέσα από την οποία διακρίνονται αμυδρά οι φιγούρες των μελών του συγκροτήματος. Η εικόνα δημιουργεί μία αίσθηση μυστηρίου και προσδοκίας, καθώς περιμένουμε να εμφανιστούν τα πρόσωπα. Όπως στο εξώφυλλο του άλμπουμ «Queen II» έτσι και στο βίντεο, τα πρόσωπα των τεσσάρων μελών των Queen, αναδύονται μέσα από σκιές, με τον Brian May στην κορυφή, αριστερά τον John Deacon, δεξιά τον Roger Taylor και κάτω τον Freddie Mercury. Καθώς το συγκρότημα τραγουδάει a cappella, ο φωτισμός γίνεται όλο και πιο έντονος και βλέπουμε τα μέλη των Queen να στέκονται και να τραγουδάνε στο σκοτάδι, ντυμένοι στα μαύρα και με τον καπνό να στροβιλίζεται γύρω τους. Η κάμερα φέρνει σε πρώτο πλάνο τον Freddie Mercury και μετά βλέπουμε τους Queen, ντυμένους στα λευκά, να παίζουν τα μουσικά τους όργανα.
Στο μέρος της όπερας το βίντεο επιστρέφει στο ύφος των αρχικών πλάνων αλλά με πολλαπλές απεικονίσεις των προσώπων. Στο σημείο που ο Freddie Mercury τραγουδάει το στίχο «a little silhouetto of a man» βλέπουμε πράγματι τη σκιαγραφία του. Τότε η εικόνα κόβεται και δείχνει αμέσως το τρίο Brian May, John Deacon και Roger Taylor που ανταπαντούν στον Mercury. Στο στίχο «thunderbolt and lightning» βλέπουμε μία καλειδοσκοπική εικόνα των τεσσάρων μελών του συγκροτήματος, δημιουργώντας την εντύπωση μίας ολόκληρης χορωδίας. Ο Roger Taylor και ο Freddie Mercury τραγουδούν τη λέξη «Galileo» σε στυλ οπτικοακουστικών ερωταπαντήσεων, με τον Mercury στα αριστερά και τον Taylor στα δεξιά. Καθώς ο Mercury τραγουδάει τη λέξη «Magnifico», βλέπουμε ένα εφέ οπτικής ανατροφοδότησης που δημιουργεί μία σειρά από πολλούς Freddie Mercury. Το ίδιο εφέ αναπαράγεται και στα τέσσερα μέλη του συγκροτήματος.
Όλα τα ειδικά εφέ δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της λήψης. Το εφέ με το πρόσωπο που προβάλλεται πολλές φορές και χάνεται στο βάθος επιτεύχθηκε με την κάμερα να εστιάζει στο μόνιτορ, δίνοντας μία οπτική ανάδραση, ενώ το κυψελοειδές εφέ επιτεύχθηκε με τη χρήση ειδικών φακών.
Οι οπτικοακουστικές ερωταπαντήσεις και οι καλειδοσκοπικές εικόνες επαναλαμβάνονται μέχρι που μπαίνει το hard rock μέρος του τραγουδιού, όπου το βίντεο δείχνει τα μέλη του συγκροτήματος να παίζουν στη σκηνή, ανάμεσα σε σύννεφα καπνού, και τον Freddie Mercury να πηγαινοέρχεται με τη βάση του μικροφώνου.
Η φωτεινότητα και η κινητικότητα αυτής της σκηνής είναι εντυπωσιακά αντίθετη με τη σκοτεινή και στατική εναρκτήρια σκηνή. Αξιοπρόσεκτος είναι επίσης ο διττός ρόλος των φώτων και του καπνού, που από τη μία πλευρά δημιουργούν έναν εντυπωσιακό φωτισμό και από την άλλη κάνουν τους Queen να φαίνονται σχεδόν μυστηριώδεις και αιθέριοι.
Καθώς οδηγούμαστε στον επίλογο, η κάμερα κάνει κοντινά πλάνα στον Freddie Mercury που παίζει πιάνο, και στον Brian May που παίζει κιθάρα. Στο τέλος βλέπουμε τα τέσσερα μέλη του συγκροτήματος να στέκονται και πάλι στο σκοτάδι καθώς ακούγεται η φράση «any way the wind blows» και να σκύβουν τα κεφάλια τους. Στα τελευταία τρία δευτερόλεπτα ο Roger Taylor χτυπάει το gong δίνοντας τέλος στο ιστορικό αυτό τραγούδι και βίντεο.
Η επεξεργασία του βίντεο κράτησε 5 ώρες καθώς έπρεπε να προβληθεί την ίδια εβδομάδα που γυρίστηκε. Η πρώτη προβολή έγινε, όπως ειπώθηκε και παραπάνω, στην εκπομπή Top Of The Pops του BBC τον Νοέμβριο του 1975. Αργότερα βγήκε και μία νέα εκδοχή του βίντεο, με πιο προφανή διαφορά τις φλόγες που εμφανίζονται στην εισαγωγή.
Η a cappella εισαγωγή του «Bohemian Rhapsody» ήταν αρκετά πολύπλοκη για να εκτελεστεί live, γεγονός που οδήγησε τον Freddie Mercury να σκαρφιστεί διάφορους τρόπους για να εισάγει το τραγούδι στις ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος. Μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ «Jazz» (1978), το οποίο περιλάμβανε μεταξύ άλλων και το τραγούδι «Mustapha», ο Mercury χρησιμοποίησε την a cappella εισαγωγή του «Mustapha» (η οποία χρειαζόταν μόνο μία φωνή) ως εισαγωγή για το «Bohemian Rhapsody».
Κατά τη διάρκεια του Hot Space Tour, το 1982, καθώς και κάποιες άλλες φορές περιστασιακά, ο Mercury έκανε κάποιο αυτοσχεδιασμό στο πιάνο (συνήθως βασισμένος στην εισαγωγή του «Death On Two Legs»), ο οποίος τελείωνε με τις δύο πρώτες νότες του «Bohemian Rhapsody», μπαίνοντας απευθείας στο μέρος της μπαλάντας.
Αυτό που αποδείχθηκε ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα για τις ζωντανές εμφανίσεις των Queen ήταν το μεσαίο τμήμα, δηλαδή αυτό της όπερας. Λόγω της εκτενούς πολυηχογράφησης, δεν θα μπορούσαν τα φωνητικά να αποδοθούν το ίδιο και πάνω στη σκηνή. Επιπλέον το συγκρότημα δεν είχε αρκετό ελεύθερο χρόνο ανάμεσα στις περιοδείες Sheer Heart Attack (1974-1975) και A Night At The Opera (1975-1976), ώστε να βρούνε κάποιο τρόπο για να τραγουδήσουν live το «Bohemian Rhapsody», με αποτέλεσμα να χωρίσουν το τραγούδι σε τρία κομμάτια. Την μπαλάντα και τον επίλογο τα παίζανε ως μέρος ενός medley, ενώ το «Killer Queen» και το «March Of The Black Queen» αντικατέστησαν το οπερατικό και το hard rock μέρος του τραγουδιού.
Από την περιοδεία A Day At The Races Tour (1977) και μετά, οι Queen υιοθέτησαν έναν μόνιμο πια τρόπο να παίζουν το τραγούδι live. Παίζανε κανονικά επί σκηνής την μπαλάντα και μετά το κιθαριστικό σόλο του Brian May τα φώτα σβήνανε, το συγκρότημα άφηνε τη σκηνή και το οπερατικό μέρος ακουγόταν μαγνητοφωνημένο. Μία έκρηξη πυροτεχνημάτων στο σημείο που ακούγεται η ψιλή νότα του Roger Taylor στο τελευταίο «for me», έδινε το σύνθημα για την επιστροφή του συγκροτήματος στη σκηνή, ώστε να παίξουν το hard rock μέρος και τον επίλογο.
Ζωντανές ηχογραφήσεις του «Bohemian Rhapsody» περιλαμβάνονται στους δίσκους των Queen «Live Killers» (1979), «Live Magic» (1986), «Live At Wembley ’86» (1992), «Live At The Bowl» (2004, ηχογράφηση του 1982) καθώς και στο blue-ray «Queen: Rock Montreal & Live Aid» (2007, από συναυλία του 1981).
Μετά τον τραγικό θάνατο του Freddie Mercury από AIDS στις 24 Νοεμβρίου 1991, το «Bohemian Rhapsody» επανακυκλοφόρησε σε single (με μαύρο εξώφυλλο και με το «These Are The Days Of Our Lives» στη β’ πλευρά) και ανέβηκε για άλλη μια φορά στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας για πέντε εβδομάδες. Οι εισπράξεις του single πήγαν στην οργάνωση Terrence Higgins Trust, τη μεγαλύτερη βρετανική μη κερδοσκοπική οργάνωση για το HIV/AIDS, την οποία υποστήριζε ο Mercury.
Συνολικά, το «Bohemian Rhapsody» πούλησε πάνω από 2.270.000 αντίτυπα και έγινε το τρίτο σε πωλήσεις single όλων των εποχών στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά και το μοναδικό που έγινε δύο φορές Νο 1 με την ίδια εκτέλεση (!), συμπληρώνοντας συνολικά 14 εβδομάδες στην κορυφή των βρετανικών charts.
Το 1992, το «Bohemian Rhapsody» ακούστηκε στην ταινία «Ο Απίθανος Κόσμος Του Wayne» (Wayne’s World) σε μία απολαυστική σκηνή: ο Wayne Campbell και η παρέα του, με μακριά μαλλιά, γυαλιά, και ανάγκη για ορθοδοντικό, επιβαίνουν στο Mirth Mobile για να κάνουν βόλτες στο Aurora του Illinois. Ο Wayne διαλέγει μουσική υπόκρουση για τη βόλτα τους λέγοντας:
– I think we’ll go with a little “Bohemian Rhapsody” gentlemen.
Στο στερεοφωνικό ακούγεται το «Bohemian Rhapsody» και στο σημείο που μπαίνουν οι δυνατές κιθάρες και τα drums ξεκινά το πιο ανόητο και αστείο headbanging στην ιστορία! Σαν να βλέπεις τους Beavis & Butthead σε live action! Ένας Θεός ξέρει πόσες παραβάσεις του ΚΟΚ θα έγιναν μέχρι να τελειώσει το τραγούδι… Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων για τη συγκεκριμένη σκηνή τόσο ο Mike Myers όσο και ο Dana Carvey υπέφεραν από πόνους στο λαιμό και το σβέρκο τους. Μάλιστα στις σκηνές που ακολουθούν, αποφεύγουν τις απότομες κινήσεις!
Η Ελληνοαμερικανίδα Penelope Spheeris, σκηνοθέτιδα της ταινίας, ήταν αρχικά διστακτική στο να χρησιμοποιήσει το τραγούδι επειδή δεν ταίριαζε απόλυτα στους βασικούς χαρακτήρες του έργου, οι οποίοι υποτίθεται ότι ήταν φαν του heavy metal και του σκληρότερου ροκ. Εντούτοις ο πρωταγωνιστής και συν-σεναριογράφος Mike Myers επέμενε ότι το τραγούδι ταίριαζε άψογα.
Η ξεκαρδιστική αυτή σκηνή της ταινίας βρήκε τόση απήχηση στο κοινό ώστε η δισκογραφική εταιρία ξανακυκλοφόρησε το «Bohemian Rhapsody» στις Η.Π.Α. φτάνοντας μέχρι το Νο 2 των αμερικάνικων charts ξεπερνώντας ακόμα και το μέγεθος της επιτυχίας που είχε γνωρίσει το τραγούδι όταν πρωτοκυκλοφόρησε! Άλλωστε μπορεί το «Bohemian Rhapsody» να θεωρούνταν ήδη κλασικό στη Μεγάλη Βρετανία, όμως στις Η.Π.Α. τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Από το 1975 που είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά και είχε φτάσει στο Νο 9, μέχρι το 1992 που ακούστηκε στην ταινία «Ο Απίθανος Κόσμος Του Wayne», το τραγούδι ήταν εξαφανισμένο από τα αμερικανικά ραδιόφωνα, ακόμα και από τους σταθμούς που έπαιζαν κλασικό ροκ. Έτσι μεγάλη μερίδα του κοινού, και ιδιαίτερα του νεανικού κοινού, δεν γνώριζε καν το τραγούδι!
Επιπλέον το soundtrack, υποβοηθούμενο από το «Bohemian Rhapsody», γνώρισε επίσης πολύ μεγάλη επιτυχία ανεβαίνοντας μάλιστα στο Νο 1 των αμερικάνικων charts. Στο πλαίσιο της μεγάλης αυτής επιτυχίας, η δισκογραφική εταιρία κυκλοφόρησε ένα νέο βίντεο του τραγουδιού το οποίο περιλάμβανε σκηνές από την ταινία και αποσπάσματα από το πρωτότυπο βίντεο των Queen. Ο Mike Myers φοβήθηκε ότι αυτό θα εκνεύριζε τους Queen και τρομοκρατημένος ζήτησε από τη δισκογραφική εταιρία να ενημερώσει το συγκρότημα ότι το βίντεο δεν ήταν δική του ιδέα και ότι ζητάει συγνώμη γι’ αυτό που έγινε. Εντούτοις οι Queen έστειλαν μια απάντηση λέγοντας απλά και ειλικρινά: «Σ’ ευχαριστούμε που χρησιμοποίησες το τραγούδι μας», γεγονός που… σόκαρε τον Myers!
Χάρη στην ταινία, όχι μόνο το τραγούδι ξαναγνώρισε επιτυχία αλλά με τη νέα εκδοχή του βίντεο οι Queen κέρδισαν το μοναδικό τους MTV Video Music Award στην κατηγορία Best Video From A Film, το οποίο παρέλαβαν ο Brian May και ο Roger Taylor. Ο Brian May είπε σχετικά:
– Ναι, είμαι πολύ χαρούμενος μ’ αυτό που συνέβη και είναι ειρωνικό ότι χρειάστηκε μία κωμωδία για να πάρουμε αυτό το βραβείο. Ξέρετε κάτι; Πιστεύω ότι ο Freddie θα έβλεπε τη διασκεδαστική πλευρά του γεγονότος και θα ήταν περήφανος που επιλέχθηκε το δικό του magnum opus. Το «Bohemian Rhapsody» ξανακυκλοφορεί και τα νέα παιδιά συνειδητοποιούν πόσο σημαντικό κομμάτι ήτανε, κι έτσι είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος. Ξέρετε, συμβαίνουν περίεργα πράγματα. Έχουμε αγωνιστεί χρόνια πιστεύοντας ότι μια μέρα θα κατακτούσαμε την Αμερική και τελικά χρειάστηκε ο νεαρός Wayne για να το καταφέρουμε!
Τελικά το «Bohemian Rhapsody» εκτός από Νο 1 στη Μεγάλη Βρετανία και Νο 2 στις Η.Π.Α., έγινε Νο 1 στον Καναδά, την Ιρλανδία, τη Νέα Ζηλανδία και την Ολλανδία, Νο 4 στη Νορβηγία και την Ελβετία, Νο 5 στην Αυστραλία, Νο 7 στη Γερμανία, Νο 8 στην Αυστρία, Νο 15 στη Γαλλία και Νο 18 στη Σουηδία.
Σημειώνεται ότι τα έσοδα από τις πωλήσεις της επανακυκλοφορίας δόθηκαν στο Magic Johnson Foundation, το ίδρυμα για το AIDS που ίδρυσε ο διάσημος καλαθοσφαιριστής Magic Johnson (ο Magic Johnson και ο Freddie Mercury ήταν από τις πρώτες διασημότητες που έγιναν φορείς της νόσου).
http://www.youtube.com/watch?v=4T_naBRNLlo
Στις 20 Απριλίου 1992, έξι μήνες μετά το θάνατο του Freddie Mercury, οι εναπομείναντες Queen μαζί με τον Elton John και τον Axl Rose των Guns ‘n’ Roses ερμήνευσαν το «Bohemian Rhapsody» στη συναυλία που έλαβε χώρα στο στάδιο Wembley του Λονδίνου προς τιμήν του Freddie Mercury. Την εναρκτήρια μπαλάντα ερμήνευσε ο Elton John, μετά ακολούθησε μαγνητοφωνημένο το μέρος της όπερας και ο Axl Rose ερμήνευσε το hard rock μέρος του τραγουδιού, ενώ και οι δύο μαζί τραγούδησαν τον επίλογο.
Στις εμφανίσεις που έκαναν οι Queen με τον Paul Rodgers, το διάστημα 2005-2006, στην αρχή του «Bohemian Rhapsody» έπαιζε ένα βίντεο που έδειχνε τον Freddie Mercury να τραγουδάει το πρώτο μέρος του τραγουδιού με τους άλλους μουσικούς να τον συνοδεύουν ζωντανά και τον Paul Rodgers να είναι αμέτοχος. Το βίντεο που χρησιμοποιήθηκε ήταν απόσπασμα από τη συναυλία που έδωσαν οι Queen στο στάδιο Wembley του Λονδίνου το 1986, ενώ στο πλαίσιο του Rock The Cosmos Tour (2008) το βίντεο που χρησιμοποιήθηκε ήταν από την εμφάνιση των Queen στο Montreal το 1981.
Στο μέρος της όπερας το συγκρότημα πήγαινε στα παρασκήνια, όπως έκανε και παλιότερα, ενώ παράλληλα προβαλλόταν ένα βίντεο αφιερωμένο στον Freddie Mercury και στον John Deacon (ο οποίος εν τω μεταξύ είχε αποσυρθεί από το συγκρότημα). Στο hard rock μέρος του τραγουδιού, τα φώτα στρέφονταν πάνω στο συγκρότημα που επέστρεφε στη σκηνή μαζί με τον Paul Rodgers, ο οποίος και αναλάμβανε τα βασικά φωνητικά. Τον επίλογο του τραγουδιού τον ερμήνευε ο Paul Rodgers εν είδει ντουέτου με τον ηχογραφημένο Freddie Mercury, αφήνοντας το κοινό να τραγουδήσει τον στίχο «Nothing really matters to me», ενώ ο μαγνητοσκοπημένος Mercury έκανε υπόκλιση στο κοινό. Τότε ο Rodgers επαναλάμβανε το στίχο «nothing really matters to me» καθώς και τον τελευταίο στίχο «Any way the wind blows», ο οποίος συνοδευόταν με μία τελευταία εικόνα του Mercury που χαμογελούσε στο κοινό.
Σχολιάζοντας αυτόν τον τρόπο που παρουσιαζόταν το «Bohemian Rhapsody» επί σκηνής, ο Brian May είπε:
– Έπρεπε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και της πρόκλησης να τοποθετήσουμε τον Freddie εκεί που δικαιωματικά του αξίζει, αλλά χωρίς να εξευτελίσουμε με κανένα τρόπο τον Paul. Μας κράτησε επίσης ζωντανούς και «παρόντες» αλλά και συνειδητοποιημένους και περήφανους για το παρελθόν μας, όπως θα πρέπει να είμαστε λογικά.
Συλλεκτικές εκδόσεις
Το 1975, το «Bohemian Rhapsody» κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία σε ένα σπάνιο single, όπου το εξώφυλλο αποτελούσαν διάφορες έγχρωμες φωτογραφίες ενώ στο οπισθόφυλλο υπήρχαν οι στίχοι του τραγουδιού και μία βιογραφία γραμμένη στα γιαπωνέζικα.
Το 1978 η EMI βραβεύτηκε με το Queen’s Award To Industry for Export Achievement (βασιλικό βραβείο που δίδεται σε μία βιομηχανία για τα επιτεύγματά της στις εξαγωγές βρετανικών προϊόντων). Για να γιορτάσει το γεγονός, η EMI αποφάσισε να οργανώσει ένα πολυτελές γεύμα και να κάνει και μία έκπληξη στους καλεσμένους της. Δεδομένου ότι οι Queen ήταν από τους σημαντικούς συντελεστές που αυξήθηκαν οι εξαγωγές της EMI και κάνοντας λογοπαίγνιο με το «Queen’s Award», η EMI αποφάσισε να τυπώσει 200 singles του «Bohemian Rhapsody» σε μωβ βινύλιο, και με μωβ θήκη με χρυσά γράμματα. Η ιδέα των χρωμάτων αυτών βασίστηκε στα χρώματα του πρώτου δίσκου των Queen. Όμως από κάποιο λάθος το εργοστάσιο τύπωσε τα singles σε μπλε βινύλιο και όχι σε μωβ!
Το γεγονός προκάλεσε μία αναστάτωση αλλά η εταιρία είχε αποφασίσει να βγάλει 200 συλλεκτικά κομμάτια και δεν γινόταν να τυπώσει άλλα 200. Επιπλέον, το κόστος ήταν μεγάλο και η διαδικασία χρονοβόρα. Η ελάχιστη ποσότητα που τύπωνε συνήθως το εργοστάσιο ήταν 1.000 με 1.500 singles σε μαύρο βινύλιο. Για να τυπωθούν 200 singles σε μπλε βινύλιο απαιτούνταν νέα ρύθμιση των μηχανημάτων, ειδικό υλικό και φυσικά περισσότερο χρόνο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το καθένα από αυτά τα 200 κομμάτια να έχει κόστος παραγωγής το υπερβολικό ποσό των 4 με 5 λιρών, όταν το σύνηθες κόστος ήταν μόλις 50 πένες.
Έτσι βγήκαν τελικά 200 singles με διαφανές μπλε βινύλιο, όλα αριθμημένα στο χέρι! Πάνω στα singles τυπώθηκαν έγχρωμες ετικέτες με το έμβλημα του δίσκου «Night At The Opera» όπου είναι γραμμένος με το χέρι και ο αριθμός του αντίτυπου (όπως και στο οπισθόφυλλο του single).
Το εορταστικό γεύμα της EMI έλαβε χώρα στο Selfridge Hotel του Λονδίνου στις 26 Ιουλίου 1978. Όλα τα μεγαλοστελέχη της δισκογραφικής εταιρίας έδωσαν το παρόν αλλά η μεγαλειότητα της βασίλισσας ήταν απούσα, στέλνοντας αντ’ αυτής τον ναύαρχο Sir Charles Madden. Εμφανής ήταν κι η απουσία των Queen, οι οποίοι βρισκόντουσαν στο Montreux της Ελβετίας για να ηχογραφήσουν το δίσκο «Jazz». Εντούτοις το βράδυ της τελετής έκαναν ένα μεγάλο party, όχι για την EMI αλλά για να γιορτάσουν τα 29α γενέθλια του drummer τους, Roger Taylor!
Τα 200 singles του «Bohemian Rhapsody» σε μπλε βινύλιο είναι από τα πιο σπάνια που υπάρχουν στον κόσμο και αποτελούν τον διακαή πόθο των απανταχού συλλεκτών δίσκων. Από τα 200 αντίτυπα, τα πρώτα 10 δόθηκαν στο άμεσο περιβάλλον της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ και στα ανώτερα στελέχη της EMI. Τα υπόλοιπα δόθηκαν στα στελέχη άλλων δισκογραφικών εταιριών και στους δημοσιογράφους που ήταν παρόντες στο γεύμα.
Αν και παράγοντες της EMI υποστήριξαν ότι για την προστασία της περιορισμένης έκδοσης όλα τα υλικά που συνδέθηκαν με την εκτύπωση καταστράφηκαν, εντούτοις εμφανίστηκαν και κάποια singles, πέραν των 200, τα οποία είχαν τυπωμένη ετικέτα πάνω τους αλλά χωρίς θήκη και χωρίς να είναι αριθμημένα.
Το 1991 κυκλοφόρησαν 500 αντίτυπα διπλών CD single, όπου το πρώτο single περιλαμβάνει το «Bohemian Rhapsody» και το «These Are The Last Days Of Our Lives», ενώ το δεύτερο single περιέχει μία συνέντευξη των Queen.
Το 1995 το fan club των Queen τύπωσε 2.000 αναμνηστικά singles του «Bohemian Rhapsody» σε μωβ βινύλιο, αριθμημένα στο χέρι και συνοδευμένα από πιστοποιητικό γνησιότητας.
Το 2000 τυπώθηκαν στην Ιαπωνία κάποια διαφημιστικά CD singles, τα οποία περιλαμβάνουν το «Bohemian Rhapsody», το «Now I’m Here» καθώς και μία karaoke εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» από τους Queen. Το CD single είναι χρώματος γκρι και είναι ένθετο σε μία μεταλλική λιλά συσκευασία, η οποία περιέχει τους αγγλικούς στίχους και έχει κι ένα ασπρόμαυρο αυτοκόλλητο στα γιαπωνέζικα. Το εξώφυλλο διαφημίζει την Toyota Pronard, η οποία είχε χρησιμοποιήσει το «Bohemian Rhapsody» στην τηλεοπτική της διαφημιστική εκστρατεία.
Άλλες εκτελέσεις
http://www.youtube.com/watch?v=cq6rrg4ZLVw
Τον Σεπτέμβριο του 1987 οι Bad News κυκλοφόρησαν σε single μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» σε παραγωγή του Brian May. Η εκτέλεση αυτή συμπεριλήφθηκε και στο πρώτο τους άλμπουμ («Bad News») που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς.
Επίσης το 1987 οι Fuzzbox συμπεριέλαβαν μία εκτέλεση του τραγουδιού στο single «What’s The Point», το οποίο έφτασε στο Νο 51 της Μεγάλης Βρετανίας. Το τραγούδι συμπεριλήφθηκε και στο E.P. «Self» καθώς και στο άλμπουμ «The BBC Sessions» σε μία μοναδική και συγκινητική εκτέλεση.
Το 1988 οι Corporation of One κυκλοφόρησαν το «The Real Life», το οποίο περιέχει sample του τραγουδιού.
Την ίδια χρονιά η Elaine Paige κυκλοφόρησε μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody», η οποία περιλαμβάνεται στο «The Queen Album». Η ίδια τραγουδίστρια το 1991 συμπεριέλαβε στο μουσικό βίντεο «Elaine Paige In Concert» μία ζωντανή εκτέλεση από την εμφάνισή της στο Birmingham Symphony Hall.
Το 1989 οι Tater Totz κυκλοφόρησαν το «Who Has Seen The Wind?/Bohemian Rhapsody», το οποίο περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Mono Stereo».
Το 1990 κυκλοφόρησε η συλλογή «Alvin Lives (In Leeds)», όπου περιλαμβάνεται μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» από τους Cud.
Την ίδια χρονιά ο Ολλανδός μουσικός Peter Weekers κυκλοφόρησε μία εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Rhapsodies».
Το 1992 οι M.K. All Stars κυκλοφόρησαν ένα maxi single όπου περιλαμβάνονται τρεις εκτελέσεις του «Bohemian Rhapsody».
Την ίδια χρονιά η Royal Philharmonic Orchestra, με διευθυντή τον Louis Clark, κυκλοφόρησε μία εκτέλεση η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «The Royal Philharmonic Orchestra Plays Queen Classic».
Το 1993 ο Weird Al Yankovic μετέτρεψε το «Bohemian Rhapsody» σε polka, αλλάζοντας και τον τίτλο σε «Bohemian Polka». Η εκτέλεση αυτή περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Alapalooza».
Την ίδια χρονιά οι Two Pound Planet συμπεριέλαβαν μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» στο άλμπουμ «Whispering Delicious» ενώ το γερμανικό συγκρότημα Cale Copf Company ηχογράφησε τη δική του εκτέλεση για τις ανάγκες του άλμπουμ «Mach Doch Mal “Dum Dum”». Επίσης, οι Suede ερμήνευσαν ζωντανά το τραγούδι ενώ οι DMS χρησιμοποίησαν sample του τραγουδιού στο «The Meaning Of Life». Άλλη ηχογράφηση του «Bohemian Rhapsody» έκαναν και οι Men’s Octet του Πανεπιστημίου Berkeley της California. Η εκτέλεση αυτή περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Eight Is Enough».
Το 1995 οι Ricky Kitty and the Klaws κυκλοφόρησαν σε single μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody». Την ίδια χρονιά, το αυστραλέζικο συγκρότημα Cruel Sea κυκλοφόρησε μία εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Three Legged Dog», ενώ το αμερικάνικο συγκρότημα Dream Theater συμπεριέλαβε μέρος του τραγουδιού στο «The Big Medley» (περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «A Change Of Seasons)». Επίσης, το ιρλανδέζικο συγκρότημα De Dannan ηχογράφησε μία ορχηστρική εκτέλεση, την οποία ονόμασε «Hibernian Rhapsody» (περιλαμβάνεται στον ομώνυμο δίσκο) ενώ άλλη μία εκτέλεση ηχογράφησε και η φιλανδέζικη στρατιωτική μπάντα Pohjan Sotilassoittokunta.
Το 1996 ο Rolf Harris κυκλοφόρησε σε single μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody». Την ίδια χρονιά το τραγούδησαν ζωντανά οι Phish.
http://www.youtube.com/watch?v=uZO69LpaSzw
Οι Braids συμπεριέλαβαν 4 εκτελέσεις του «Bohemian Rhapsody» στο ομώνυμο single που κυκλοφόρησαν το 1996 (Radio Mix, Stripped-Down Mix, Instrumental, A Cappella). Η πρώτη από τις εκτελέσεις είναι μία R&B διασκευή η οποία συμπεριλήφθηκε και στο soundtrack της ταινίας «Φευγάτη Γενιά» (High School High, 1996) καθώς και στο άλμπουμ «Here We Come» (1998). Στο «Here We Come» περιλαμβάνεται και μία ακουστική εκτέλεση του τραγουδιού.
Οι Magic Affair κυκλοφόρησαν το 1996 ένα single με 4 εκτελέσεις του «Bohemian Rhapsody» (Radio/Video Cut, Original Mix, Blue Jam Mix, Green Jam Mix).
Το 1997 η Ισπανίδα σοπράνο Montserrat Caballe ερμήνευσε το τραγούδι μαζί με τον Bruce Dickinson (Iron Maiden)! Η εκτέλεση αυτή περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Friends For Life».
Το 1998 το βραβευμένο με Grammy μεξικάνικο συγκρότημα Molotov, κυκλοφόρησε μία rap εκτέλεση με τίτλο «Rap, Soda and Bohemias», η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Molomix».
Την ίδια χρονιά το ερμήνευσε ζωντανά η Κινέζα τραγουδίστρια Faye Wong καθώς και ο Άγγλος τραγουδιστής John Miles. Η εκτέλεση του John Miles συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ «Best Of John Miles At Night Of The Proms», που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2009.
Το 1999 οι California Guitar Trio ηχογράφησαν μία ζωντανή ορχηστρική εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody», η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Rock The West» (2000). Την ίδια χρονιά το τραγούδι κυκλοφόρησε σε μία εκτέλεση του Frank Sidebottom (καλλιτεχνική περσόνα του Άγγλου κωμικού και μουσικού Chris Sievey) καθώς και σε μία εκτέλεση από τους AC Rock, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «U R What U R». Επίσης, το αμερικάνικο συγκρότημα Savatage ερμήνευσε ζωντανά το τραγούδι σε κάποιες από τις εμφανίσεις του.
Το 2000 οι Kustard Kings & STC ηχογράφησαν μία εκτέλεση για τις ανάγκες του άλμπουμ «Loser’s Lounge Tribute To Queen». Την ίδια χρονιά το ερμήνευσε και ο Λιθουανός μουσικός Aivaras Stepukonis.
Το 2001 το αμερικάνικο συγκρότημα Ours κυκλοφόρησε μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody», η οποία περιλαμβάνεται στο single «Drowning».
Την ίδια χρόνιά, ο Άγγλος τενόρος Russell Watson συμπεριέλαβε μία εκτέλεση του τραγουδιού στο άλμπουμ «Encore» ενώ άλλες εκτελέσεις κυκλοφόρησαν ο Ολλανδός κωμικός και τραγουδιστής Paul de Leeuw (περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Zingen Terwijl U Wacht»), οι Former Yugoslavia (άλμπουμ «Dictionaraoke»), ο Stephen Lloyd («Accolade: A Guitar Tribute To Queen») και οι Acoustic Rescue. Επίσης, ο Raven Maize (δηλαδή ο D.J. Dave Lee) κυκλοφόρησε το «The Real Life» (Νο 12 στη Μεγάλη Βρετανία), το οποίο είναι επανεκτέλεση του ομώνυμου τραγουδιού των Corporation Of One όπου χρησιμοποιείται sample από το «Bohemian Rhapsody».
Το 2002 κυκλοφόρησε μία εκτέλεση από τον Weasel Walter (περιλαμβάνεται στη συλλογή «Dynamite With Laserbeam – Queen As Heard Through The Meat Grinder Of Three One G») ενώ το τραγούδι ερμήνευσαν live οι Westlife καθώς και η Αμερικανίδα τραγουδίστρια Vanessa Olivarez ως διαγωνιζόμενη στο American Idol.
Την ίδια χρονιά, το «Bohemian Rhapsody» συμπεριλήφθηκε στο μιούζικαλ «We Will Rock You» ως το encore της παράστασης, όπου το τραγουδάει όλος ο θίασος. Οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες του μιούζικαλ, ο Galileo Figaro και η Scaramouche, προέρχονται από τους στίχους του τραγουδιού. Από το Μάιο του 2002 έως το Νοέμβριο του 2003 το ρόλο του Galileo Figaro υποδυόταν ο Αμερικανός ηθοποιός και τραγουδιστής Tony Vincent. Τον Ιούνιο του 2002 ο Tony Vincent μαζί με τους Queen ερμήνευσε το «Bohemian Rhapsody» στη συναυλία που δόθηκε στους κήπους του Buckingham Palace για την επέτειο των 50 χρόνων βασιλείας της Ελισάβετ Β’.
Αργότερα, οι Ten Tenors κυκλοφόρησαν μία ζωντανή ηχογράφηση του τραγουδιού από συναυλία που έδωσαν τον Αύγουστο του 2002 στο Βερολίνο. Η ηχογράφηση αυτή περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «One Is Not Enough» (καθώς και στο αντίστοιχο DVD). Οι Ten Tenors κυκλοφόρησαν και άλλες ζωντανές ηχογραφήσεις του «Bohemian Rhapsody», οι οποίες περιλαμβάνονται ως bonus track στα άλμπουμ «The Ten Tenors» (2004) και «Tenology» (2005).
Το 2003 ο Βέλγος τενόρος Helmut Lotti κυκλοφόρησε μία εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Pop Classics In Symphony». Την ίδια χρονιά ο Ολλανδός Valensia κυκλοφόρησε τη δική του εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Queen Tribute», ενώ οι Γερμανοί Maybebop συμπεριέλαβαν μία απογοητευτική εκτέλεση στο άλμπουμ «Heisse Luft».
Το 2004 οι Hampton String Quartet κυκλοφόρησαν μία ορχηστρική εκτέλεση του τραγουδιού, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «HSQ Rides Again». Την ίδια χρονιά, ορχηστρικές εκτελέσεις κυκλοφόρησαν οι String Quartet (περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Tribute To Queen»), ο Ελβετός πιανίστας Thierry Lang (στην επανέκδοση του άλμπουμ «Guide Me Home») και ο Κροάτης πιανίστας Maksim Mrvica (στο άλμπουμ «Variations I & II»). Επιπλέον, η Αμερικανίδα βιολίστρια Lucia Miracelli συμπεριέλαβε στο άλμπουμ «Music From A Further Room» το εκπληκτικό «Nocturne/Bohemian Rhapsody».
Το 2004 οι G4 ερμήνευσαν το «Bohemian Rhapsody» στον τελικό του βρετανικού X-Factor, όπου συμμετείχαν ως διαγωνιζόμενοι. Η εκτέλεσή τους συμπεριλήφθηκε αργότερα στο πρώτο τους άλμπουμ, με τίτλο «G4», που κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2005 ενώ τον επόμενο μήνα κυκλοφόρησε και σε single, το οποίο περιείχε δύο εκδοχές (Brian Rawling Mix και Trevor Horn Mix) καθώς και το video του τραγουδιού. Η εκτέλεση αυτή έφτασε στο Νο 9 της Μεγάλης Βρετανίας και στο Νο 11 της Ιρλανδίας.
Το 2005 οι αδερφοί Thomas και John Crane σχημάτισαν το συγκρότημα Bohemian Rhapsody, με το οποίο δίνουν συναυλίες ερμηνεύοντας τραγούδια των Queen.
Την ίδια χρονιά ο Ελληνοαμερικανός τραγουδιστής Constantine Maroulis (Κωνσταντίνος Μαρούλης) ερμήνευσε το «Bohemian Rhapsody» στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο American Idol. Ο ίδιος είπε σχετικά: «Με είπαν τρελό όταν ανακοίνωσα ότι θα τραγουδούσα το “Bohemian Rhapsody”, αλλά όταν με άκουσαν, τρελάθηκαν αυτοί!». Η εκτέλεσή του έλαβε το εγκώμιο των κριτικών, ακόμα και από τον συνήθως αυστηρό Simon Cowell. Αργότερα ηχογράφησε το τραγούδι και στο στούντιο για τις ανάγκες του πολυσυλλεκτικού άλμπουμ «Killer Queen: A Tribute To Queen», με τη συμμετοχή του cast του μιούζικαλ «We Will Rock You». Στο ίδιο άλμπουμ, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 2005, περιλαμβάνεται και άλλη μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody», από τους Flaming Lips.
Τον Μάρτιο του 2005 το αυστραλέζικο συγκρότημα Monsieur Camembert κυκλοφόρησε μία ζωντανή ηχογράφηση του τραγουδιού, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Monsieur Camembert».
Τον Ιούνιο του 2005 η Αμερικανίδα τραγουδίστρια Grey DeLisle κυκλοφόρησε μία εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Iron Flowers» ενώ τον Αύγουστο ακολούθησε και το αγγλικό συγκρότημα Thurston Lava Tube, το οποίο ηχογράφησε μία ορχηστρική εκτέλεση για τις ανάγκες της συλλογής «Beyond The Sea – The Surf Instrumental Bands Of The World Fearlessly Extend Their Repertoire».
Τον Οκτώβριο του 2005 ο Αμερικανός τραγουδοποιός Butch Walker κυκλοφόρησε μία ζωντανή ηχογράφηση ενός medley από τραγούδια των Queen («Queen Medley»), όπου περιλαμβάνεται και ένα μέρος του «Bohemian Rhapsody». Το medley περιλαμβάνεται στο EP «Cover Me Badd». Ζωντανή εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» περιλαμβάνεται και στο DVD του Butch Walker «Live At Budokan», που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2005.
Το 2006 οι Williams-Fairey Engineering Band συμπεριέλαβαν μία εκτέλεση στο άλμπουμ «Best Of Brass».
Τον Μάιο του 2006 οι Allegro Milano κυκλοφόρησαν μία ορχηστρική εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «We Are The Champions – Allegro Milano Plays Queen».
Τον Νοέμβριο του 2006 η London Horn Sound, με διευθυντή ορχήστρας τον Geoffrey Simon, κυκλοφόρησε άλλη μία ορχηστρική εκτέλεση, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «The London Horn Sound».
Το 2007 οι Chant Masters κυκλοφόρησαν μία εκτέλεση σε ύφος γρηγοριανής μελωδίας, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Gregorian Queen». Την ίδια χρονιά ο Αμερικανός ράπερ Cashis κυκλοφόρησε το τραγούδι «Ms. Jenkins», στο οποίο χρησιμοποίησε sample από το «Bohemian Rhapsody» (περιλαμβάνεται στο «The County Hound EP»).
Το 2008 οι Streetlife DJs χρησιμοποίησαν sample του τραγουδιού στο «Queen Machine». Την ίδια χρονιά ο Αμερικανός DJ Girl Talk (κατά κόσμον Gregg Gillis) χρησιμοποίησε μέρος του τραγουδιού στο «What’s It All About» (περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Feed The Animals») ενώ το συγκρότημα Aram Quartet ερμήνευσε το «Bohemian Rhapsody» στην πρώτη ιταλική έκδοση του X-Factor. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, η εκτέλεση των Aram Quartet συμπεριλήφθηκε στο EP «ChiARAMente».
Τον Σεπτέμβριο του 2008 η Αμερικανίδα τραγουδοποιός και βιολίστρια Emilie Autumn κυκλοφόρησε μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody», η οποία περιλαμβάνεται στο EP «Girls Just Wanna Have Fun & Bohemian Rhapsody».
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και μία εκτέλεση των Rockapella, η οποία περιλαμβάνεται στο maxi single «Volume 1», καθώς και μία της Taliesin Orchestra, η οποία περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Rock Rhapsody».
Το 2009 ο Shaun Boothe χρησιμοποίησε sample του «Bohemian Rhapsody» στο τραγούδι «Poor Boy». Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς κυκλοφόρησε μία Latin εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» από τον Augusto Enriquez, η οποία περιλαμβάνεται στη συλλογή «Rhythms Del Mundo Classics», ενώ το τραγούδι ερμήνευσε ο Αμερικανός ηθοποιός Michael Welch (σε karaoke) καθώς και το γερμανικό συγκρότημα The Queen Kings (περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Made On Tour» και στα DVD «A Night With The Queen Kings», «A Day On Tour» και «Another Day On Tour»).
Τον Ιούλιο του 2009 η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, υπό τη διεύθυνση του διάσημου μαέστρου Alexander Frey, έπαιξε μία διασκευή του «Bohemian Rhapsody» από τον Fedor Vrtacnik.
Το 2010 κυκλοφόρησε ελεύθερο σε ψηφιακή μορφή το άλμπουμ «Bohemian Rap CD», όπου περιέχονται έξι κομμάτια που όλα αποτελούν remix του «Bohemian Rhapsody» και που οι τίτλοι τους προέρχονται από τους στίχους του τραγουδιού («Intro», «Little High, Little Low», «Leave You All Behind», «So You Think You Can Spit», «Mama Mia» και «Little Man»).
Την ίδια χρονιά, η Kalamazoo Symphony Orchestra έπαιξε ζωντανά το «Bohemian Rhapsody» με τη συνοδεία χορωδίας. Ο ενορχηστρωτής Peter Brennan διηγείται την πρώτη φορά που άκουσε το τραγούδι, στα μέσα της δεκαετίας του 1970, κάνοντας βόλτα με το αυτοκίνητο παρέα με τους φίλους του:
– Όταν το έπαιξε το ραδιόφωνο όλοι στο αυτοκίνητο κάναμε απόλυτη ησυχία για να ακούσουμε αυτή τη θεϊκή δημιουργία, καθώς ποτέ δεν ακούστηκε κάτι παρόμοιο στο παρελθόν… Ήταν μεγαλύτερο σε διάρκεια σχεδόν από οτιδήποτε άλλο ακουγόταν στο ραδιόφωνο και όταν τελείωσε ακούσαμε τον disc jockey να λέει: Υπάρχει μόνο ένα πράγμα που είναι λάθος σ’ αυτό το τραγούδι κι αυτό είναι ότι μόλις τελείωσε. Γι’ αυτό και θα το παίξω πάλι!».
Τον Απρίλιο του 2010 κυκλοφόρησε η συλλογή «Punk Goes Classic Rock», όπου περιλαμβάνεται και μία εκτέλεση του «Bohemian Rhapsody» από τον Never Shout Never (ψευδώνυμο του Αμερικανού μουσικού Christofer Ingle).
Τον Ιούνιο του 2010 η Monika ερμήνευσε ένα τμήμα του τραγουδιού στη συναυλία που έδωσε στο Θέατρο Λυκαβηττού.
Την ίδια χρονιά το τραγούδι ακούστηκε στην τηλεοπτική σειρά Glee, όπου το τραγουδάει ο χαρακτήρας Jesse St. James και οι Vocal Adrenaline.
Το Σεπτέμβριο του 2012 η Imany ερμήνευσε ζωντανά το τραγούδι στη συναυλία που έδωσε στην Αθήνα (Τεχνόπολις, 2/9/2012).
Το τραγούδι ερμήνευσαν επίσης οι Australian Romantics, οι Barron Knights, οι Dusty Cowshit, οι Groove Pigs, οι Helloise, οι MayQueen, οι Mr. Children, οι Queen B. και το ελληνικό συγκρότημα Skelters.
Ο τίτλος «Bohemian Rhapsody» δόθηκε σε επεισόδια της σειράς κινουμένων σχεδίων «Cowboy Bebop» καθώς και σε ένα επεισόδιο της τηλεοπτικής mini σειράς «Dinotopia», όπου ένας χαρακτήρας παρουσιάζει στους κατοίκους το πρώτο μέρος του τραγουδιού ως δικό του ποίημα (μάλιστα οι κάτοικοι, οι οποίοι δεν είχαν ακούσει ποτέ το τραγούδι, έμειναν κατάπληκτοι στο άκουσμά του).
Οι συγγραφείς Neil Gaiman και Terry Pratchett χρησιμοποίησαν στο βιβλίο «Good Omens» κάποιους στίχους του «Bohemian Rhapsody». Ένας από τους χαρακτήρες του έργου, ο δαίμονας Crowley, ακούει συνέχεια το τραγούδι στο αυτοκίνητό του. Το βιβλίο αναφέρεται και σε άλλα τραγούδια των Queen αλλά κυρίως στο «Bohemian Rhapsody».
Το Νοέμβριο του 2009, τα Muppets κυκλοφόρησαν στο YouTube ένα βίντεο όπου ερμηνεύουν το «Bohemian Rhapsody». Ήταν το πρώτο τους διαδικτυακό βίντεο (ίσως η επιλογή του τραγουδιού να μην είναι τυχαία, δεδομένου ότι το «Bohemian Rhapsody» ήταν το πρώτο τραγούδι που κυκλοφόρησε σε video-clip) και μάλιστα αποδείχθηκε εξαιρετικά δημοφιλές αφού την πρώτη κιόλας εβδομάδα είχε πάνω από 9.500.000 θεάσεις (!) ενώ απέσπασε και το διαδικτυακό βραβείο Webby στην κατηγορία People’s Choice.
Το βίντεο φέρνει μαζί δύο σημαντικούς εκπρόσωπους της pop κουλτούρας: την κλασική ροκ όπερα των Queen και τα ασυναγώνιστα Muppets του Jim Henson, τα οποία καθόρισαν μία εποχή της παιδικής τηλεόρασης και που συνεχίζουν να είναι δημοφιλή σε κάθε νέα γενιά. Στην εμπνευσμένη αυτή παρωδία του «Bohemian Rhapsody» εμφανίζονται όλα τα γνωστά Muppets. Την αρχή την κάνει ο Gonzo, ο οποίος τραγουδάει το πρώτο κουπλέ και αναρωτιέται αν αυτή είναι η πραγματική ζωή ή μια φαντασία. Μετά μπαίνει ο Rowlf ο σκύλος στο πιάνο και ο Animal στα drums. Βέβαια οι στίχοι «Mama, just killed a man…» παραλείφθηκαν και στη θέση τους ο Animal (ο μαλλιαρός drummer) αναφωνεί συνεχώς «Mama!» αναζητώντας τη μητέρα του! Το βίντεο τελειώνει με την Piggy να τραγουδά «Nothing really matters… but Moi».
Το «Bohemian Rhapsody», είτε αυτούσιο είτε ως παρωδία με αλλαγμένους στίχους, χρησιμοποιήθηκε και σε διάφορα video με σκηνές από τη σειρά Star Trek και σε κινούμενα σχέδια που παρωδούν τη σειρά. Επίσης συμπεριλήφθηκε στα παιχνίδια «Singstar Queen» και «Guitar Hero: Warriors Of Rock».
Προς τιμήν του «Bohemian Rhapsody» κυκλοφόρησαν παγωτά με τίτλο «Bohemian Raspberry», όπου στη συσκευασία απεικονίζονται αγελάδες να τραγουδάνε «Galileo, Galileo»! Μέρος των εσόδων από τις πωλήσεις δίδεται στο Mercury Phoenix Trust (φιλανθρωπικός οργανισμός για την καταπολέμηση του AIDS).
Συμπεράσματα
Παρά τις αρχικά ανάμικτες αντιδράσεις των κριτικών, ειδικά στις Η.Π.Α., το «Bo Rhap» ή «Bo Rap», όπως το αποκαλούνε οι οπαδοί των Queen, έχτισε σιγά-σιγά το θρύλο του και σήμερα θεωρείται το magnum opus των Queen και την επιτομή του θεατρικού και πομπώδους ήχου που είχε το συγκρότημα τη δεκαετία του 1970. Με το «Bohemian Rhapsody» οι Queen σφράγισαν το μέλλον της ροκ μουσικής και των πειραματισμών στο στούντιο, έδωσαν τον ορισμό της σύγχρονης ροκ ιδεολογίας και επιβεβαίωσαν τα ρομαντικά ιδανικά της ροκ τέχνης, συνδυάζοντας τη ραψωδία με τον ατομικισμό των μποέμηδων καλλιτεχνών. Το τραγούδι, το οποίο μέσα σε έξι σύντομα πρακτικά μεταμορφώνεται από μία νοσταλγική μπαλάντα σε όπερα και φτάνει σε ένα φλογερό ροκ αποκορύφωμα, έπεσε ως μάννα εξ ουρανού στο έρημο τοπίο μεταξύ της glam rock και της punk. Και το παράδοξο είναι ότι το κοινό λάτρεψε το τραγούδι, έστω κι αν δεν ήξερε ποιο είναι το νόημα των στίχων του.
Με την πάροδο των χρόνων, η επιρροή του τραγουδιού ολοένα και αυξανόταν δεδομένου ότι λίγα είναι τα singles που ξεχωρίζουν για τα τεχνικά και εμπορικά τους επιτεύγματα. Και το «Bohemian Rhapsody» είναι ένα από αυτά. Αυτό είναι το τραγούδι που ενέπνευσε τον Slash, τον πρώην κιθαρίστα των Guns N’ Roses, να γίνει μουσικός, ενώ ο Joe Elliott των Def Leppard το άκουσε για πρώτη φορά όταν δούλευε σ’ ένα εργοστάσιο στο Sheffield της Αγγλίας και ονειρεύτηκε να γίνει rock star.
Όταν ρωτήθηκε ο Brian May αν το «Bohemian Rhapsody» είναι η καλύτερη ηχογράφηση των Queen απάντησε:
– Ποιος ξέρει; Πάντως σίγουρα είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων σ’ όλο τον κόσμο.
Ο παραγωγός Roy Thomas Baker είπε σχετικά:
– Αυτό που καθιστά το τραγούδι αγέραστο, είναι το γεγονός ότι δεν περιορίστηκε σε κάποιο είδος μουσικής. Δεν ανταγωνίζεται με κάποιο άλλο τραγούδι. Είναι ένας κόσμος μόνο του. Είναι ένα σπουδαίο έργο τέχνης, αν και τότε δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι δημιουργήσαμε ένα κλασικό τραγούδι. Ήταν ο πρώτος συνδυασμός όπερας και ροκ και το αποκορύφωμα όλων όσων κάναμε πριν αυτοματοποιηθούν οι ηχογραφήσεις και οι μίξεις. Αν δεν είχαμε δημιουργήσει κάποια εφέ με το χέρι, κανένας δεν θα είχε σκεφτεί να εφεύρει το μηχάνημα που θα τα έκανε αυτόματα. Και μ’ αρέσει να σκέφτομαι ότι πολλά από αυτά που κάναμε τη δεκαετία του 1970 δημιούργησαν τάσεις και αντιγράφτηκαν αργότερα από μηχανές.
Τo 2005, με αφορμή την επέτειο των 30 χρόνων από την κυκλοφορία του «Bohemian Rhapsody», ο Roy Thomas Baker είπε:
– Πίστευα ότι το τραγούδι θα γινόταν επιτυχία. Αλλά δεν περιμέναμε ότι θα γινόταν τόσο μεγάλη επιτυχία. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι θα μιλάγανε γι’ αυτό ακόμα και μετά από 30 χρόνια!
Ερωτηθείς για το νόημα του τραγουδιού, απάντησε αστειευόμενος:
– Αν σας πω θα πρέπει να σας σκοτώσω!
Το «Bohemian Rhapsody» φιγουράρει δικαίως στις πρώτες θέσεις οποιασδήποτε ψηφοφορίας και δημοσκόπησης αγαπημένων τραγουδιών και συνεχίζει να κερδίζει βραβεία και διακρίσεις παγκοσμίως.
Τον Ιανουάριο του 1976 ο Freddie Mercury βραβεύτηκε με το βραβείο Ivor Novello για την ερμηνεία του στο τραγούδι.
Το 1977, δηλαδή μόλις δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το «Bohemian Rhapsody» αναδείχθηκε από την British Phonographic Industry ως το καλύτερο βρετανικό single της 25ετίας (1952-1977).
Από το 1977 μέχρι σήμερα βρίσκεται κάθε χρόνο στα 5 πρώτα τραγούδια του ετήσιου ολλανδικού Top 100 Aller Tijden (All Time Top 100 Singles), ανεβαίνοντας 8 φορές στο Νο 1.
Κάθε χρόνο ο ολλανδικός ραδιοφωνικός σταθμός Radio 2 παίζει από τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων (26/12) μέχρι τη στιγμή που αλλάζει ο χρόνος, τα 2.000 καλύτερα τραγούδια όλων των εποχών όπως τα ψηφίζει το κοινό μέσω του διαδικτύου. Από το 1999 που ξεκίνησε το Top 2000 μέχρι σήμερα, το «Bohemian Rhapsody» ψηφίζεται κάθε χρόνο στο Νο 1, εκτός από το 2005 που είχε φτάσει στο Νο 2 πίσω από το «Avond» του Ολλανδού Boudewijn de Groot (ενδεικτικό της δημοτικότητας της εκπομπής είναι το γεγονός ότι το 2005 την άκουσε το 60% του πληθυσμού της Ολλανδίας!).
Το 2000 σε ψηφοφορία που έκανε το βρετανικό τηλεοπτικό κανάλι Channel 4 για τα 100 καλύτερα Νο 1 τραγούδια, το «Bohemian Rhapsody» βγήκε δεύτερο, πίσω από το «Imagine» του John Lennon.
Το 2002 το τραγούδι καταγράφηκε στο βιβλίο ρεκόρ Guinness καθώς ψηφίστηκε ως το πιο αγαπημένο τραγούδι των Βρετανών.
Το 2004 το περιοδικό Rolling Stone το κατέταξε στο Νο 163 των 500 Καλύτερων τραγουδιών όλων των εποχών. Την ίδια χρονιά το τραγούδι εισήχθη στο Grammy Hall Of Fame ενώ οι ακροατές του ψηφιακού ραδιοφωνικού σταθμού Planet Rock το κατέταξαν στην κορυφαία πεντάδα (Νο 3) των καλύτερων rock τραγουδιών που γράφτηκαν ποτέ.
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2007, στην ραδιοφωνική εκπομπή Radio 1 Chart Show που ήταν αφιερωμένη στα 40α γενέθλια του BBC Radio 1, το «Bohemian Rhapsody» ανακηρύχτηκε το τραγούδι που παίχτηκε τις περισσότερες φορές από τον ραδιοφωνικό σταθμό από τότε που ξεκίνησε τις μεταδόσεις του. Πάντως στη Μεγάλη Βρετανία το «Bohemian Rhapsody» είναι το δεύτερο πιο πολυπαιγμένο τραγούδι στους ραδιοφωνικούς σταθμούς, στα clubs και στα jukeboxes συνολικά, πίσω από το «A Whiter Shade Of Pale» των Procol Harum.
Το μουσικό τηλεοπτικό κανάλι VH1 κατέταξε το «Bohemian Rhapsody» στο Νο 3 των καλύτερων τραγουδιών όλων των εποχών.
Σε ψηφοφορία που έκανε το BBC World Service, κατετάγη στη 10η θέση των πιο αγαπημένων τραγουδιών παγκοσμίως.
Το 2010, μετά από ψηφοφορία που έγινε σε 1.000 χρήστες του Myspace, το video clip του «Bohemian Rhapsody» ψηφίστηκε στα 10 πιο επιδραστικά video clip της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Συγκεκριμένα κατετάγη στην 6η θέση με πρώτο το βίντεο του «Thriller» (Michael Jackson).
Τον Ιούλιο του 2012 ο βρετανικός τηλεοπτικός σταθμός ITV ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας για το αγαπημένο Νο 1 της χώρας στα 60 χρόνια μουσικής και το “Bohemian Rhapsody” βγήκε πρώτο.
Όμως κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει ότι οι Queen και το «Bohemian Rhapsody» θα κατακτούσαν την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των Ελλήνων δημιουργών, πάνω από τους μέγιστους Έλληνες δημιουργούς, τον Τσιτσάνη, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη, αλλά και τους θρύλους της ξένης τραγουδοποιίας (Beatles, Rolling Stones κ.ο.κ.). Το «Bohemian Rhapsody» ψηφίστηκε ως το πιο αγαπημένο τραγούδι στις προτιμήσεις 100 Ελλήνων συνθετών, στιχουργών και ερμηνευτών σε σχετική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Κ της Καθημερινής (τεύχος 310, 10 Μαΐου 2009). Το τραγούδι ψηφίστηκε από την Ευσταθία, τον Μανώλη Καραντίνη, τον Γιώργο και τον Αλέξανδρο Παντελιά (Κίτρινα Ποδήλατα), τον Γιάννη Κότσιρα, τον Κώστα Μακεδόνα, την Τζώρτζια (Μπλε), την Ερωφίλη και τον Δημήτρη Υφαντή (Τρίφωνο), την Ελένη Τσαλιγοπούλου και τον Νίκο Ξυδάκη. Επίσης είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του Σάκη Ρουβά.
Ο Νίκος Αντύπας σε μία συνέντευξή του στο Δίφωνο (τεύχος 62, Νοέμβριος 2000) είπε ότι «τέτοια τοποθέτηση των φωνών δεν είχε υπάρξει μέχρι το Bohemian Rhapsody».
Ο Νίκος Ξυδάκης είπε για το τραγούδι:
Δεν ήμουν ποτέ φανατικός της ροκ μουσικής. Μου άρεσαν μεμονωμένα τραγούδια για παράξενους λόγους και το «Bohemian Rhapsody» είναι ένα από αυτά. Προκλητικό, ασεβές, εισέπραξε αρκετά αρνητικά σχόλια όταν πρωτοβγήκε, θεωρήθηκε αντιραδιοφωνικό και αντιεμπορικό (λόγω διάρκειας και ύφους), και όμως, εντυπωσιάζει ακόμη και σήμερα. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, συμβαίνει επειδή ό,τι ήθελε να πει το συγκεκριμένο τραγούδι, το κατάφερε με αμιγώς μουσικά μέσα.
Το παλιομοδίτικο λυρικό ύφος του διακόπτεται απότομα από το ροκ στοιχείο με τις κιθάρες. Υπάρχει, δηλαδή, μια ανατροπή στο συναίσθημα. Και ακόμη, είναι αποκαλυπτικό ενός ολόκληρου κόσμου, μιας χώρας, μιας κουλτούρας. Αυτή η συνύπαρξη μουσικών υφών το καθιστά γοητευτικό και, επιπλέον, αντιπροσωπευτικό της πόλης στην οποία γεννήθηκε: του Λονδίνου, που έχει ένα ποιητικό στοιχείο, ενώ την ίδια στιγμή περιβάλλεται και από ένα μυστήριο. Έτσι και το «Bohemian Rhapsody»: δημιουργεί ένα ονειρικό κλίμα –μ’ ένα γοητευτικό πιάνο που ανήκει σ’ άλλη εποχή- και την ίδια στιγμή σε προκαλεί, σε τρομάζει.
Το ροκ σε όλη του την πορεία υπήρξε ένα ρηξικέλευθο μουσικό κίνημα, ακούγοντας ωστόσο το «Bohemian Rhapsody», συνειδητοποιείς ότι είναι βουτηγμένο στην παράδοση. Αλλά, σε τελική ανάλυση, τι είναι επαναστατικό; Να αποζητούμε έντονα κάτι που μας έχει λείψει πολύ, και αυτό το τραγούδι παρότρυνε τους ακροατές του σε εξέγερση έχοντας «γείρει» εξ ολοκλήρου στο παρελθόν, με το λυρικό του στοιχείο να δίνει το στίγμα.
Έρευνα-Κείμενο: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης