Φαίδων Σοφιανός:Συνέντευξη ή συναρπαστικό αφήγημα?
Η αρχή
Γεννήθηκα το 52′ στην Πόλη και με τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά, έπρεπε να φύγουμε. Η επιλογή ήταν ή η Γερμανία – η μητέρα μου είναι Γερμανίδα – ή η Ελλάδα και η μητέρα μου -η Γερμανίδα!- επέμεινε να ‘ρθουμε στην Ελλάδα, και καλά έκανε. Ήρθαμε στη δεκαετία του 60′ και αφ’ ενός δεν μετανιώσαμε ποτέ, αφ’ ετέρου δε, βρεθήκαμε σε μια παράξενη κατάσταση γιατί ήταν μια εποχή που ήταν σχετικά κοντά στο κλίμα των πολεμικών ημερών. Απ’τη μία, αν μιλούσαμε Γερμανικά με τη μητέρα μας ήμασταν τα «Χιτλεράκια» -ήταν κι η εποχή που ο κόσμος διάβαζε «Μικρό Ήρωα»- κι απ’την άλλη αν μιλούσαμε Ελληνικά, μιλούσαμε μ’αυτό το Πολίτικο το βαρύ το «Λάμδα» οπότε ήμαστε «Τουρκάκια».
Εγώ, στην αρχή είχα δυσκολίες σε σχέση με την αδελφή μου που είχε ξεκινήσει το Δημοτικό εδώ, δεν ήξερα πως να εκφραστώ, τα παιδιά είναι μερικές φορές αρκετά σκληρά, οπότε ένας τρόπος διεξόδου ήταν η μουσική. Παρόλο, που δεν έπαιζα μουσική τότε, άκουγα πολύ μουσική και παίζαμε κουκλοθέατρο. Θέλεις, ότι είσαι ανάμεσα σε δυο κουλτούρες –Γερμανική, Ελληνική – θέλεις, ότι είσαι σε μία χώρα που πρέπει τους κώδικες να τους καταλάβεις, θέλεις, ότι κάνεις και μια ιδιαίτερη τέχνη που ο κόσμος εδώ τότε δεν την ήξερε πολύ, όλα αυτά σε κάνουν κάπως ιδιαίτερο, σε βάζουν στο περιθώριο. Εκεί, λοιπόν, για να εκφράσεις τυχόν συναισθήματα, αν μεν χειρίζεσαι τη γλώσσα καλά, έχει καλώς.Eγώ ήθελα να πω κάτι στα Ελληνικά και μου ερχόταν στα Γερμανικά. Ένας τρόπος λοιπόν για να εκφράσεις μερικά συναισθήματα ήταν ή να παίξεις κούκλες, όσο και να φαίνεται τρελό ή να παίξεις μουσική.
Το βασικό μου όργανο είναι η κιθάρα. Μετά έμαθα κλαρίνο, σαξόφωνο, πιάνο (κυρίως για το συνθετικό) αλλά τα βασικό μου όργανα είναι κιθάρα, μαντολίνο, banjo, μπάσα. Ξεκίνησα αυτοδίδακτος αλλά κάποια στιγμή «κολλάς». Μέναμε μάλιστα στην Νέα Σμύρνη που εμείς τη λέγαμε λεβεντογέννα, μουσικογέννα, όπου σχεδόν κάθε γειτονιά είχε κι ένα group. Παιδιά όπως ο Νίκος ο Πορτοκάλογλου, όλοι μου οι φίλοι γίνανε μετά επαγγελματίες μουσικοί. Πριν, μάλιστα, γίνει ο Άσιμος ο γνωστός Άσιμος, ήταν να γίνει ένα group να παίξουμε εγώ και η αδελφή μου με τους Σπυριδούλα, αλλά εκεί ξαναμπήκε το κουκλοθέατρο.
Επιρροές
Έχω μια ιδιαίτερη αγάπη στην Τσιγγάνικη jazz και παίζω πολύ. Έχω επηρεαστεί σαν κιθαρίστας από Joe Pass, Django Reinhardt , Chet Atkins. Παίζω κάθε μέρα για 20 χρόνια τουλάχιστον για μία ώρα κλίμακες Segovia. O λόγος δεν είναι να για να παίξω κλίμακες Segovia ,αλλά για να παίξω μετά τρεις νότες. Αυτό που γίνεται πριν, είναι για να ανταποκριθεί το χέρι σου στο συναίσθημα τη συγκεκριμένη στιγμή.
«Αυτό σε μαθαίνει σε έναν κώδικα ο οποίος μιλάει πολύ με σιωπές, μαθαίνεις να θεωρείς πιο σημαντικό αυτό που βγαίνει παρά αυτόν ο οποίος το βγάζει, κι αυτό έγινε ένα modus vivendi»
Το κουκλοθέατρο
Το κουκλοθέατρο είναι μια πολύ ιδιόρρυθμη τέχνη, της οποίας η βασική φιλοσοφία είναι ότι για να λειτουργήσει στο κοινό πρέπει να εξαφανιστεί αυτός που παίζει κούκλες. Είναι, δηλαδή, μία τέχνη της σιωπής. Δεν μπορεί να υπάρξει μια καλή παρουσίαση, μια καλή διείσδυση ενός κουκλοπαιχτικού έργου όταν αυτός που βλέπει μία κούκλα, που από σύμβαση είναι ένα άψυχο αντικείμενο, αισθάνεται ότι την ίδια στιγμή από πίσω είναι κι ένας μεγάλος ο οποίος παίζει καλά. Αυτό σε μαθαίνει σε έναν κώδικα ο οποίος μιλάει πολύ με σιωπές, μαθαίνεις να θεωρείς πιο σημαντικό αυτό που βγαίνει παρά αυτόν ο οποίος το βγάζει, κι αυτό έγινε ένα «modus vivendi».
«Η σύνθεση στο κουκλοθέατρο είναι να βρεις τα ζύγια ανάμεσα στην αφαίρεση και στην παρουσία.»
Το κουκλοθέατρο από πλευράς ήχου δεν έχει τίποτα, σε αντίθεση με άλλα είδη που έχεις έναν ηθοποιό του λες «έλα δω, κάτσε κει, πες αυτό!» ή όταν περπατάει τα παπούτσια του κάνουν θόρυβο, άμα σφυρίξεις, σφυρίζει. Η κούκλα δεν έχει τίποτα, δεν μπορεί να μιλήσει, δεν υπάρχει καν χώρος.
«Στο κουκλοθέατρο βασικό στοιχείο είναι το ημίφως σε αντίθεση με το θέατρο σκιών που είναι το φως»
Στο κουκλοθέατρο βασικό στοιχείο είναι το ημίφως σε αντίθεση με το θέατρο σκιών που είναι το φως. Το ημίφως καλύπτει την ατέλεια μιας κούκλας ώστε να σου επιτρέψει να την αισθανθείς ότι ζωντανεύει. Όταν την φωτίσεις πάρα πολύ, φαίνονται οι ατέλειες μιας κατασκευής. Σε κούκλες της Ανατολής, βέβαια, μερικές φόρες υπάρχουν έντονα χαρακτηριστικά που ξεκινούν και από θρησκευτικές ανάγκες εξυπηρετώντας τον σκοπό να μπορούν ειδωθούν από μακριά, γιατί οι αίθουσες είναι μεγάλες. Στα κεντροευρωπαϊκά κουκλοθέατρα μπορείς να βρεις γκάμες. Π.χ οι κούκλες του Teschner, που δούλεψε κυρίως στην Αυστρία και πήρε πολλά απ’ την παράδοση της σχολής της Πράγας, είναι ουσιαστικά γλυπτά. Ανάλογα με το είδος κουκλοθέατρου υπάρχει και διαφορά στη μουσική που χρησιμοποιείς. Στις μαριονέτες του Salzburg σε εντυπωσιάζει το σύνολο, η πλούσια παραγωγή στο θέατρο επάνω, που σου δικαιολογεί να ακούς πίσω μια Όπερα ή μια Οπερέτα, με έναν γεμάτο ήχο. Δεν σε ενοχλεί, που από πίσω ακούς μια πλήρη ορχήστρα με βιολιά. Σε μία λιτή σκηνή, όπως αυτή με την οποία ξεκινήσαμε εμείς, που έχεις ως βασικό στοιχείο την αφαίρεση, έχεις στοιχεία ντεκόρ π.χ ένα δέντρο που συμβολίζει ένα δάσος. Εκεί, σε αυτή την εικόνα αν προσθέσεις ένα ογκώδες μουσικό πέπλο, τα καπελώνεις όλα. Αν δεν βρεις το «παλάντζο» η μουσική μπορεί να αρχίσει να σκεπάζει αυτό που βλέπεις, να ακούς αντί να βλέπεις. Η σύνθεση στο κουκλοθέατρο είναι να βρεις τα «ζύγια» ανάμεσα στην αφαίρεση και στην παρουσία:
{mp3}sound clip 1-ixitika simata{/mp3}
Οι γονείς μου βλέποντας μας κλεισμένους μέσα στο σπίτι να μην μπορούμε να πάμε πουθενά, είπαν «ας τους φτιάξουμε κούκλες να παίζουνε».
Το κουκλοθέατρο δεν έχει ρίζες εδώ όπως έχει στην κεντρική Ευρώπη. Εμείς στην Ελλάδα ξεκινήσαμε ως το το καλλιτεχνικό κουκλοθέατρο του Ινστιτούτου Γκαίτε γιατί αποτελούσε ένα καλλιτεχνικό hobby και μερικώς παραμένει. Ο πατέρας μου ήταν καθηγητής, η μητέρα μου έγραφε βιβλία , εγώ είμαι νομικός , η αδελφή μου θεολόγος. Ήταν η καλλιτεχνική μας τρέλα και παίζαμε- αφιλοκερδώς μία φορά το μήνα- έργα κλασσικού ρεπερτορίου, κυρίως για μεγάλους όπως Faust, Μικρός Πρίγκιπας, Bastien και Bastienne του Μότσαρτ.
Είμαστε από τις πιο παλιές σκηνές αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη από το 53’. Το κουκλοθέατρο το είχαν ξεκινήσει οι γονείς μου απ’τα χρόνια της Πόλης όταν με τα γεγονότα η κατάσταση ήταν πιεσμένη. Βλέποντας μας, κλεισμένους μέσα στο σπίτι να μην μπορούμε να πάμε πουθενά, είπαν «ας τους φτιάξουμε κούκλες να παίζουνε».
Οι πρώτες κούκλες ήταν φτιαγμένες από papier mache (ένα καλούπι από πηλό, πλαστελίνη, το καλύπτεις με χαρτί ή με ύφασμα, στερεοποιείται με κόλλες και μετά βάφεται). Μετά χρησιμοποιήθηκαν άλλες τεχνικές όπως λατέξ κλπ.
«…αυτή την «κουφή» οικογένεια, με τους θεωρούμενους ως μικρότερους κουκλοπαίχτες στον κόσμο (11 η αδελφή μου, 14 εγώ) που παίζουνε με Ελληνικό όνομα, στην Γερμανική Γλώσσα, στους Γερμανούς, το βασικό έργο του Μεσαίωνα, τον Φάουστ!»
Το διεθνές «άνοιγμα»
Σε μια περιοδεία που κάναμε για το παγκόσμιο φεστιβάλ κουκλοθέατρου, βρεθήκαμε στη Γερμανία. Εκεί, τους έκανε εντύπωση που μια οικογένεια, Ελληνικά επονομαζόμενη, «Οικογένεια Σοφιανού» έπαιζε στα Γερμανικά το κλασσικό έργο του «Φάουστ», δύο ώρες και δεκαπέντε λεπτά, τρία άτομα. Η πρώτη επαφή με την τηλεόραση ήρθε σε αυτό το φεστιβάλ, όταν ήρθε το WDR – ένας απ’τους μεγαλύτερους σταθμούς της Κολωνίας της εποχής εκείνης- να καταγράψει σαν documentaire αυτή την «κουφή» οικογένεια, με τους θεωρούμενους ως μικρότερους κουκλοπαίχτες στον κόσμο (11 η αδελφή μου, 14 εγώ) που παίζουνε με Ελληνικό όνομα, στην Γερμανική Γλώσσα στους Γερμανούς, το βασικό έργο του Μεσαίωνα τον Φάουστ! Αργότερα, αυτό το υλικό προφανώς το είδαν και αλλού και μας έγινε η πρόταση να συνεργαστούμε με την Γερμανική τηλεόραση, στην οποία και ξεκινήσαμε. Έξω ξεκινήσαμε πρώτα τις σειρές και μετά στην Ελλάδα.
«Είμαστε η μόνη εταιρία στην Ελλάδα που καταφέραμε για 14 χρόνια να κάνουμε εξαγωγή προγράμματος από Ελληνικά studios στο εξωτερικό»
Τα κομμάτια γυριζόντουσαν στην Ελλάδα με Γερμανούς ηθοποιούς που μαγνητοφωνούνταν στο Μόναχο. Eδώ, υπήρχε ένα μόνο έγχρωμο studio που ήτανε του Ελμαντζόγλου το μετέπειτα MEGA, οι υπόλοιποι είχαμε SECAM ασπρόμαυρη.Oι τεχνικοί που υπήρχανε δεν ξέραν αυτό το είδος. Είμαστε η μόνη εταιρία στην Ελλάδα που καταφέραμε για 14 χρόνια να κάνουμε εξαγωγή προγράμματος από Ελληνικά studios στο εξωτερικό. Aπό τα 35 χρόνια τηλεόρασης, τα 25 δουλεύουμε με ξένους.
«Ήταν το κομμάτι που μέσα στο στρες και την πίεση μπορούσα να χαλαρώσω και να εκτονωθώ»
Γι’αυτές τις Γερμανικές ιστορίες έχω γράψει μινουέτα, οπερέτες, ό,τι μπορείτε να φανταστείτε. Αυτό που μου άρεσε από αυτήν την ιστορία ήταν πως ήταν το δικό μου κομμάτι, γιατί κανείς από την οικογένεια δεν ασχολείται με τη μουσική. Γενικά, η μουσική ήταν το κομμάτι που μέσα στο στρες και την πίεση μπορούσα να χαλαρώσω και να εκτονωθώ, κυρίως, γιατί μπορούσα πάντα να αφεθώ και να βλέπω αυτή η εικόνα τί «σηκώνει», τί όργανα, τί μοτίβα; Σαν να κάθεσαι ας πούμε, να έχεις μια ορχήστρα και να παίζεις. Γι’αυτό έμαθα να παίζω και πολλά όργανα. Αργότερα, βέβαια, χρησιμοποίησα κι άλλους φίλους. Έχουν γραφτεί ώρες μουσικών όλων των ειδών γι’αυτές τις σειρές που και τώρα να ξεκινούσα δεν ξέρω αν θα μπορούσα να τις ακούσω όλες, γιατί συνήθως ήταν μικρά μοτίβα δεν ήταν τραγούδια με την έννοια που έχουμε σήμερα, τέσσερα λεπτά. Θεωρώ τον εαυτό μου πανευτυχέστατο γιατί έκανα μουσική για πάρα πολύ ωραίες θεματολογίες.
http://www.youtube.com/watch?v=WpDaZUrxdNA
Ελληνικές εκπομπές
Οι Ελληνικές εκπομπές ξεκίνησαν ,εδώ, το 81’:
«Για τρία χρόνια που διήρκεσε το γύρισμα δεν καταφέραμε ποτέ να ολοκληρώσουμε στο οκτάωρο επάνω, πάνω από τέσσερα λεπτά την ημέρα»
- «Φρουτοπία»
Όταν ξεκινήσαμε τη Φρουτοπία είχαμε προϋπολογίσει πόσο μπορούσαμε να βγάζουμε την ημέρα- τα κοστολόγια των προγραμμάτων ήταν πάντα χαμηλά- και κανείς δεν περίμενε η Φρουτοπία να γίνει ένα τέτοιο hit. Ήταν ένα θεατρικό του Τριβιζά που είχε βγει τότε, είχε δει ο Νίκος ο Πιλάβιος ότι είχε «κάτι» και προσπάθησε να το συνδυάσει με τα τηλεοπτικά. Είχαμε προϋπολογίσει πως θα βγάζαμε 20 λεπτά σε μια βάρδια 8 ωρών. Για τρία χρόνια που διήρκεσε το γύρισμα δεν καταφέραμε ποτέ να ολοκληρώσουμε πάνω από τέσσερα λεπτά την ημέρα, στο οκτάωρο επάνω. Είχε τόση λεπτοδουλειά. Τα σκηνικά φτιάχνονταν έτσι που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κούκλες. Οι κούκλες ήταν από λατέξ και τα σκηνικά ήταν γλυπτά από ξύλο, φελιζόλ, ειδικό χαρτί, το οποίο περνούσε όλα τα σκηνικά από πάνω για να τα στερεώσει, να αντέχουν τις μεταφορές. Στη «Φρουτοπία» όταν απλωνόντουσαν όλα τα σπίτια κάλυπταν μια έκταση 800 – 900 τετραγωνικά. Νοικιάζαμε 2 στρέμματα αποθήκη μόνο για τα σκηνικά της Φρουτοπίας. Ερχόντουσαν 12 τριαξονικά για να μεταφερθούνε.
Έβλεπα τώρα, για έναν πιλότο ,την μεγάλη συγκέντρωση που κάνει ο Αιμίλιος το Μήλο στο Σύνταγμα. Αυτό ήταν ένα πλατό 800 τετραγωνικά γεμάτο με πολλαπλές εγγραφές από κούκλες – που τότε η τεχνολογία δεν τα επέτρεπε αυτά – γιατί οι παίκτες που μπορούσαν να παίξουν ήταν δώδεκα άτομα, παραπάνω δεν είχες. Οπότε, όλο αυτό που κρατάει κάποια δευτερόλεπτα κρατούσε μια εβδομάδα. Πιο συγκεκριμένα:
{mp3}sound clip 2-texniki{/mp3}
Αντίστοιχα και το κομμάτι της μουσικής, έπρεπε να προσαρμοστεί σε αυτή την «υπερπαραγωγή» και μην ξεχνάμε ότι η «Φρουτοπία» με Ελληνικά budgets που ήταν αστεία κοντραρίστηκε με τους τότε Muppets και τους ΒΒCήδες. Αυτό έπαιξε και σε διεθνές επίπεδο και τα πήγε εξαιρετικά. Έξω, υπάρχει παράδοση, δεν βλέπουν κανέναν υπότιτλο που να λέει «αυτοί δεν είχαν λεφτά, άρα, έκαναν οικονομία»,δεν ήταν στους τυφλούς ο μονόφθαλμος.
Στη «Φρουτοπία» όταν απλωνόντουσαν όλα τα σπίτια κάλυπταν μια έκταση 800 – 900 τετραγωνικά. Νοικιάζαμε 2 στρέμματα αποθήκη μόνο για τα σκηνικά της Φρουτοπίας. Ερχόντουσαν 12 τριαξονικά για να μεταφερθούνε.
Η φοβική διάσταση της σειράς
(σ.σ μετά από εκμυστήρευση του γράφοντος ότι δεν κατέταξε ποτέ τη Φρουτοπία στα παιδικά και πως μια συγκεκριμένη σκηνή με το σκουλήκι «Ερετζούμ» το οποίο εισχωρεί στο κεφάλι του Αιμίλιου του Μήλου, ως παιδί με είχε κατατρομάξει )
Έχετε δίκιο. Θα σας εξηγήσω λοιπόν γιατί η Φρουτοπία είχε αυτές τις σκηνές κι αυτό πρέπει να το αναγνωρίσω στον Τριβιζά γιατί το κάνει και σε άλλα , αλλά δεν είναι ο μόνος. Αν διαβάσετε τα βασικά παραμύθια που καταγράφηκαν στην εποχή του Ρομαντισμού και θεωρούνται πλέον τα κλασσικά, στην αυθεντική τους μορφή, που με τον καιρό αλλοιώθηκε, θα δείτε πως είναι φοβερά σκληρές ιστορίες. Πρόκειται για συμβολικά παραμύθια (Χάνσελ και Γκρέτελ, Κοκκινοσκουφίτσα) με πολύ σκληρές εικόνες. Υπάρχει μια έρευνα της Disney που δείχνει πως το παιδί πρέπει να δει ή να ακούσει μια κασέτα 38 φορές για να εξοικειωθεί. Το θέμα δεν είναι πώς τα εισπράττει κανείς αλλά με ποιόν. Τα παιδιά σήμερα κάθονται και καταναλώνουν ένα πόλεμο. Στο παραμύθι θα φοβηθεί περισσότερο και θα αναπτύξει «μπαριέρες» σιγά σιγά. Εκεί, καλό είναι να υπάρχει κάποιος μεγάλος. Όλη η υπόθεση της επαφής με τα παιδιά είναι ότι: «Ξέρεις τι; Αυτός είναι ένας πολύ σκληρός και παράξενος κόσμος. Πάμε μαζί σιγά σιγά να σε μάθω να τον αντιμετωπίζεις.» Αυτή η τηλεόραση για τα παιδιά έχει νόημα. Ναι υπάρχει το σκουλήκι, αλλά υπάρχει κι ο Θάνος που συμβολίζει το μικρό κολοκυθάκι, που είναι σαν και μένα, που θα τα βάλει με τον μεγάλο μανάβη. Αυτές οι ισορροπίες λείπουν. Αν υπήρχε μόνο το σκουλήκι με το μήλο, θα ήταν πολύ άσχημα. Ακούστε, ένα αληθινό περιστατικό:
{mp3}sound clip 3-peristatiko{/mp3}
Τα τραγούδια της «Φρουτοπίας»
Τα τραγούδια της «Φρουτοπίας» και στους 3 κύκλους πρέπει να είναι πάνω από 35. Αυτό που με λυπεί είναι πως στον τρίτο κύκλο που διεκόπη η Φρουτοπία – η Φρουτοπία δεν έχει τελειώσει τηλεοπτικά παρά μόνο στο γραφικό κομμάτι- υπήρχε μια σειρά 17 τραγουδιών που ξέφευγαν από τον κουκλοπαιδικό χαρακτήρα και ήταν ας το πούμε πιο «βαριά», ακριβώς γιατί και η ατμόσφαιρα στη «Φρουτοπία» γινόταν πιο μελλοντολογική και προέβλεπε πράγματα που αργότερα συνέβησαν. Διεκόπη σε ένα πολύ κρίσιμο σημείο, εκεί που τα φρούτα μεταλλάσσονται. Τα τραγούδια αυτά θα συμπεριληφθούν στην κασετίνα*.
Για το αναρχικό «Φ» στους τοίχους της «Φρουτοπίας»
Ένας λόγος που πολύς κόσμος πίστευε πως η Φρουτοπία δεν είναι παιδικό αφορά σε διάφορα σχόλια τα οποία δεν ήτανε στο σενάριο, το σενάριο ήτανε πολύ μικρότερο. Ο Τριβιζάς μας έδινε τη θεατρική βερσιόν που ήταν απλά λογοπαίγνιο, από ‘κει και μετά, την πλοκή επεξεργαζόταν η ομάδα η δικιά μας και ο Νίκος ο Πιλάβιος για να γίνει τηλεοπτικό. Το αρχικό έργο ήταν σχετικά σύντομο. Αυτό χωρίστηκε και αναπτύχθηκε. Εκεί λοιπόν στην ανάπτυξη επάνω, έμπαιναν στοιχεία της εποχής :αν γινόταν τώρα θα υπήρχαν τα sms, τα κινητά κλπ. Τότε, υπήρχαν τα πανό στις διάφορες συγκεντρώσεις που είχαν αναρχικά συνθήματα και αυτό σου έδινε την αίσθηση πως «Απ! Εδώ, υπάρχει κάτι το απαγορευμένο!» και το τότε παιδί έλεγε «αυτοί κάνουν ένα πρόγραμμα στο οποίο όμως, υπάρχουν κώδικες που έγω καταλαβαίνω!»
- «Του κουτιού τα παραμύθια»
Το κουτί πρέπει να υπάρχει στο σπίτι μου, στη Νέα Σμύρνη. Ήταν μεγαλύτερο σε μέγεθος απ’αυτό που φαίνεται στην τηλεόραση γιατί αλλιώς δεν θα έβγαινε η κλίμακα με την Παρασκευούλα. Είχε μια χρυσή μπορντούρα απ’έξω, ήταν καφέ μπλαβί και άνοιγε μετά και ήταν η δεύτερη μπορντούρα που καδράριζε ο φακός και το κομμάτι που έμπαιναν μέσα οι κούκλες. Οι κούκλες ήταν σε άλλο ντεκόρ γυρισμένες όχι μέσα στο κουτί. Αυτό χρησιμοποιείτο σαν φόντο. Τους είχαμε βάλει και μια μικρή τηλεόραση για πλάκα. Υπήρχε η drums του Ρούχλα, τα πλήκτρα, το μπάσο και μία άρπα που ήταν να παίξει η Μελιά αλλά δεν ασχολιόταν τελικά.
{mp3}sound clip 4 – to kouti{/mp3}
http://www.youtube.com/watch?v=8agbnyPPqMc
Στου κουτιού τα παραμύθια οι ήρωες είχαν διαφορετικά χαρακτηριστικά για να μπορέσουν να δημιουργηθούν συμπληρώματα και εντάσεις, καταρχήν μεταξύ τους ,για να μπορείς να έχεις μια πολύπλευρη ερμηνεία του παραμυθιού:
Η Παρασκευούλα ήταν επιλογή μετά από casting και μάλιστα με contra χαρακτήρα σε ό,τι ακουγόταν τότε , ότι πρέπει να είναι όμορφη, πρέπει να είναι ξανθιά. Εμείς θέλαμε ένα κανονικό παιδάκι που να είναι σαν όλα τ’άλλα, με τα γυαλάκια του κλπ. Η Παρασκευή είναι ακόμα φίλη μας και μένει στην Νέα Σμύρνη κοντά στο πατρικό μας.
Υπήρχε ο άταχτος Ρούχλας (Παύλος Κοντογιαννίδης), ο ροκάς. Αυτός ήταν ο πιο αγαπητός στον κόσμο γιατί ήταν πάντα αυτός που θα ξεπερνούσε το μέτρο. Αυτός είναι ένας βασικός κανόνας και ισχύει σχεδόν για τα πάντα. Πρέπει να έχεις έναν χαρακτήρα που σε βοηθάει να δεις πίσω απ’τη γωνία που δεν σ’ αφήνουνε να δεις τί υπάρχει , χωρίς όμως να φοβάσαι ότι μπορεί να πάθεις κάτι κακό. Ήταν ο φασαριόζος που όμως θα σε προστάτευε.
Ο Σεβαστιανός που τον έκανε ο Παύλος ο Χαϊκάλης ήταν ο μειλίχιος, ο πιο μπαμπάς και ο πιο conservative.
Η γλυκιά Μελιά (Ήβη Σοφιανού) την οποία οι άλλοι προστάτευαν ήταν , ας πούμε, η πιο αθώα που θα έκανε και την πιο αθώα ερώτηση και θα είχε την πιο θετική αντιμετώπιση των πραγμάτων.
Εγώ έκανα τον Φιόγκο. Ήταν ο πιο αντιπαθής, ο πιο ωραιοπαθής. Αυτός ο ρόλος εξυπηρετούσε την άποψη ότι τα ξέρω όλα, ότι είμαι από πάνω, ότι τα κριτήρια των πραγμάτων είναι καθαρά του «φαίνεσθε» και όχι του «είναι».
Το «είναι» και το «φαίνεσθε» είναι δυο τελείως διαφορετικά πράγματα. Το παιδί για μεγάλο διάστημα έχει να αντιμετωπίσει εικόνες. Τη στενοχώρια που αισθάνεται δεν μπορεί να την μορφοποιήσει ακόμα. Μερικές φορές λοιπόν αισθάνεται τεράστια οργή, μπορεί να γίνει πάρα πολύ κακό π.χ με το αδελφάκι του, επειδή ζηλεύει. Δεν μπορεί να βάλει τη ζήλεια στο φίλτρο της λογικής είναι κάτι πάρα πολύ δυνατό. Γι΄αυτό χρειάζονταν διαφορετικοί χαρακτήρες για να δημιουργούνται δυναμικές και αντίλογος ουτοσώστε το παιδί να μάθει να ορίζει την αξία των πραγμάτων.
«Η Παρασκευή βλέπει έναν κόσμο μεγάλων, ο οποίος όμως ελέγχεται από κούκλες»
Ο λόγος που στου «Κουτιού τα παραμύθια» χρησιμοποιήσαμε ηθοποιούς για τα παραμύθια και κούκλες για την πραγματικότητα ήταν ότι θέλαμε να δείξουμε ότι και οι μεγάλοι – ο μπαμπάς, η μαμά – δεν είναι κάτι τόσο τεράστιο , το οποίο πρέπει να φοβάσαι ή ότι αναγκαστικά τα πάντα γύρω σου είναι ένας κόσμος των μεγάλων στον οποίον εσύ δεν έχεις καμία επιρροή. Η Παρασκευή βλέπει έναν κόσμο μεγάλων, ο οποίος ,όμως ,ελέγχεται από κούκλες. Με τις κούκλες μπορεί να ταυτιστεί. Δεν είναι ένας κόσμος που είναι απρόσιτος που πρέπει αναγκαστικά να μεγαλώσει για να τον πλησιάσει. Η κούκλα εξηγεί τον μεγάλο και τον κατατάσσει ,εκεί, που θέλει.
Στο τραγούδι των τίτλων η αλληλουχία των ακόρντων είναι ακριβώς αυτή που αναφέρεται στους στίχους: ΦΑ#-ΛΑ-ΣΙ-ΜΙ. Αυτό έγινε γιατί λόγω φωνής εμένα με βολεύει να κάνω κομμάτια από ΦΑ#
Στο κουτί υπήρχε ένα κομμάτι με τίτλο «Λασπόβιοι». Αυτό ήταν μια rock όπερα διάρκειας 30 λεπτών, που πήγε κι αυτό Prix Jeunesse– το αντίστοιχο OSCAR για παιδικά προγράμματα – όπως και η «Φρουτοπία». Ήταν ένα μουσικό rock κομμάτι με κούκλες και ανθρώπους. Εκτός από τους ηθοποιούς, τις κούκλες και την Παρασκευούλα συμμετείχε και ένα χορευτικό της κυρίας Μαίρης Τσούτη.
- «ΚΡΑ»
Στο «ΚΡΑ» κάθε κούκλα χρειαζόταν 3 παίχτες για να κινηθεί. Ένας έκανε το αριστερό χέρι και το πρόσωπο, άλλος έκανε το δεξί χέρι, άλλος έκανε τα πόδια. Οι κούκλες που χρησιμοποιούσαμε είχαν φυσικό μέγεθος και ήταν πάρα πολύ βαριές, είχαν μέσα μηχανισμούς (για κίνηση ματιών, στόματος) Ο κόσμος δεν καταλάβαινε πως η ηχητική επεξεργασία των 10 λεπτών του «ΚΡΑ» ήθελε κάθε μέρα 5 ώρες.
Η κούκλα πολλές φορές μπορεί να πει πράγματα πολύ πιο σκληρά απ’ότι ένας ενήλικας. Εμάς, στη συγκεκριμένη σειρά μας ενδιέφερε ένα συγκεκριμένο κοινό που το είδαμε στο internet. Απέκτησε πάρα πολύ μεγάλο κοινό στο εξωτερικό, που δεν το περιμέναμε.
Θέση για εμπορευματοποίηση και πειρατεία:
{mp3}sound clip 5 -thesi{/mp3}
Μουσική, σάτιρα και τηλεόραση
Στη τηλεόραση σε αντίθεση με το θέατρο, το πρώτο πρόβλημα που έχεις να αντιμετωπίσεις είναι το κοντινό του φακού. Ενώ στο κουκλοθέατρο μπορούσες να βρίσκεσαι σε απόσταση και στο ημίφως και μπορούσες να είσαι λιτός, ξαφνικά έπρεπε να μιλήσεις στον κώδικα της τηλεόρασης. ( τα πρόσωπα έπρεπε να ‘ναι λεία, έπρεπε να υπάρχει όγκος παραγωγής κλπ).Αυτό συμπαρέσυρε όλα τα υπόλοιπα. Έπρεπε να αλλάξει το μέγεθος της κούκλας , χρησιμοποιήθηκαν άλλα υλικά για να μπορέσει να πλησιάσει η κάμερα σε πλάνο, αναγκαστικά το στόμα έπρεπε να κουνιέται. Όλα τα studios εδώ που βλέπετε οφείλονται στο πρώτο studio ήχου. Εμείς δουλεύαμε σε άλλα studios, αλλά επειδή το κομμάτι του ήχου ήταν πολύ σημαντικό κυρίως για τη δημιουργία του συναισθήματος, ήρθαμε εδώ.
«Η μουσική είναι ανώτερη γιατί παρακάμπτει ακόμα και την έννοια»
Το κομμάτι της μουσικής ήταν πάντα μία παρακολούθηση η οποία έπρεπε να δέσει 100 τοις 100 με το επίπεδο της εικόνας. Αν δεν έδενε με την εικόνα, δεν ενδιέφερε. Ξεκινάει από τους τίτλους ,πάει στις γέφυρες, πάει στα μοτίβα. Όταν ξέρεις ένα κομμάτι από την ώρα που σχεδιάζεις τα σκίτσα και μετά πας κατασκευή κούκλας, σκηνικά, παίξιμο, μοντάζ, τότε το ξέρεις απ’έξω κι ανακατωτά.
Ο Έγελος κάνει μια κατάταξη Φιλοσοφική για τις τέχνες και θεωρεί την ποίηση ανώτερη όλων, καθώς ασχολούμενη με έννοιες είναι η λιγότερο δεμένη με τον υλικό κόσμο. Εγώ, εκεί θα διαφωνήσω και θα πω ότι ανώτερη είναι η μουσική γιατί παρακάμπτει ακόμα και την έννοια. Η έννοια είναι και αυτή πηγή παρεξηγήσεων μερικές φορές. Για την έννοια αγάπη, ελευθερία έχουν γίνει πόλεμοι, έχει σκοτωθεί κόσμος. Ο τρόπος που μιλάει η ψυχή-το βλέπετε παγκοσμίως- είναι η μουσική.
Η σάτιρα για μένα είναι δεμένη καταρχήν με κούκλες και τα πράγματα που μπορεί να κάνει αρχικά μια κούκλα σατιρίζοντας τον ανθρώπινο κόσμο. Μόνο και μόνο το ότι δεν βλέπεις τον ίδιο τον άνθρωπο, σου επιτρέπει να έχεις ένα φίλτρο προστασίας, ακόμα ως προς τον ίδιο. Δηλαδή, δεν θα κατηγορήσεις ποτέ έναν πολιτικό που θα τον δεις σαν κούκλα όπως θα κατηγορήσεις έναν πολιτικό που θα δεις φωτογραφία του ή να λέει και να σχολιάζει κάτι.
«Δεν μπορείς να πεις πια πως κάνεις ένα πρόγραμμα για την τηλεόραση, αλλά για την οθόνη»
Εγώ, την αγαπάω πολύ την τηλεόραση αλλά τα τελευταία χρόνια βλέπω κάτι που εμένα προσωπικά δεν μου αρέσει. Δεν είναι αυτό με βάση του οποίο αφήσαμε τις υπόλοιπες μας εργασίες για να ασχοληθούμε με το είδος. Έχει χαθεί η έννοια της προστασίας , η ενεργοποίηση της φαντασίας, η πραγματική επικοινωνία. Το βλέπει κανείς και στα «καθ’υμάς».Για να φορτίσεις τον θεατή σου στις Ειδήσεις, βάζεις μουσική. Γιατί; Και μάλιστα κάνεις και συγκεκριμένη επιλογή: βάζεις ένα beat. Η είδηση είναι «Είμαστε υπό πτώχευση». Δεν χρειάζεται και ο δήμιος στη γωνία να μας κόψει το κεφάλι. Αυτός σαν κώδικας δεοντολογίας, τουλάχιστον, όπως τον ξέρουμε οι παλιοί, είναι παράξενο, αλλά πλέον έχει γίνει καθημερινότητα.
«Η τηλεόραση θα είναι η πλατεία του βασικού χωριού που θα χρησιμοποιεί το υλικό που θα έρχεται απ’ έξω.»
Παιδική τηλεόραση δεν υπάρχει πια, έχει καταργηθεί. Γενικά η τηλεόραση ψυχορραγεί. Δεν μπορείς να πεις πια πως κάνεις ένα πρόγραμμα για την τηλεόραση, αλλά για την οθόνη. Δεν μπορείς να μπεις στη λογική πως φτιάχνεις ένα πρόγραμμα το οποίο ξέρεις ότι θα παιχτεί συγκεκριμένη ώρα, ότι θα το δει συγκεκριμένο κοινό, δεν ισχύει. Ό,τι νέο θα έρθει απ’το internet. Αν ήταν διαφορετική η καλωδίωση των broadband θα είχε τελειώσει ήδη το θέμα. Η τηλεόραση θα είναι η πλατεία του βασικού χωριού που θα χρησιμοποιεί το υλικό που θα έρχεται απ’έξω. Δεν θα εξαφανιστεί η τηλεόραση αλλά δεν θα έχει ποτέ πια την πρωτοπορία να βγάλει κάτι καινούριο όσον αφορά την αισθητική ή την άποψη για τα πράγματα.
Το λάθος είναι ανώτερο της τέχνης:
{mp3}sound clip 6 -lathos{/mp3}
Τα studio MABRIDA
Ο χώρος ,εδώ, ξεκίνησε σαν studio ήχου κι επειδή έρχονταν όλο και περισσότερο παιδιά και βλέπαμε ότι τους αρέσει το έξω, τους αρέσουν τα άλογα, τα γαϊδούρια, τα σκυλιά σκεφτήκαμε στην αρχή να δώσουμε περισσότερο τράτο στη φύση και έπειτα να κάνουμε όλα αυτά τα πράγματα που θεωρούμε πως είναι πολύ όμορφο να γίνονται αλλά δεν χωράνε στην τηλεόραση. Ας πούμε, έχουμε συχνά συναυλίες κλασσικής μουσικής που έρχονται καταπληκτικοί σολίστες, συνήθως ξένοι που κάνουν εδώ, μια live προπόνηση πριν από συναυλίες και ηχογραφήσεις. Ακούγονται εκτελέσεις εκπληκτικές. Αυτές όσο καλές και να είναι, από τη στιγμή που θα τις μεταφέρεις σε ένα Ελληνικό κανάλι θα καταλάβεις πως είσαι λίγο έξω απ’τα νερά σου. Άρα, λοιπόν, εδώ γίνονται εκθέσεις, γίνονται διάφορες εκδηλώσεις μουσικές, υπάρχει ένα τμήμα Φιλοσοφίας που τρία χρόνια δουλεύει πάρα πολύ καλά κάθε Κυριακή απόγευμα, ένα τμήμα Ιστορίας και από ‘κει και πέρα μια σειρά από ιδέες που κάθε τόσο πραγματώνονται.
EΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
- Το νέο τηλεπαιχνίδι «King of the couch»
Είναι ένα νέο τηλεπαιχνίδι που ετοιμάσαμε για τη διεθνή αγορά και για την Ελλάδα που ονομάζεται “King of the Couch” (Βασιλιάς του καναπέ).Αναφέρεται στην αυτοκρατορία του καναπέ όπου καταναλώνεις από τηλεόραση…μέχρι σχέσεις , μέχρι πολέμους, μέχρι αθλητισμό κλπ. Αυτό θα έχει να κάνει με ερωτήματα μόνο γύρω από τα media.
- Η νέα σειρά «Crisis City»
Το “Crisis City” (πιθανώς θα βγει το Σεπτέμβριο) θα είναι μια πόλη Desperado στο far κάπου που όλοι κάτι ψάχνουν και δεν ισχύει νόμος, δεν ισχύει τίποτα. Είναι ένα μείγμα από Western με Science Fiction. Αυτό ετοιμάζεται. Θα είναι ένα 45λεπτο show που θα συμμετέχουν κούκλες και άνθρωποι μαζί. Θέλουμε στο Crisis City να βάλουμε κούκλες να παίζουν με ηθοποιούς γι’αυτό κάναμε κάποιες δοκιμές για να δούμε αν δένει καταρχήν αισθητικά ένα πρόσωπο – σε κλίμακα, σε ρούχο, σε κινήσεις – δίπλα σε μια κούκλα. Θέλουμε π.χ στο Crisis City να φέρουμε τον Πάγκαλο να ψάχνει τον Πάγκαλο, σαν να ψάχνει την ψυχή του, τον άλλο του εαυτό. Το πιο δύσκολο του κομμάτι είναι το ψυχολογικό. Σε πιο βαθμό μπορείς να πείσεις τα “celebrities” αν έχουν το χιούμορ που απαιτείται να μπούνε σ’αυτή τη διαδικασία. Για τις κούκλες χρειάζεται ενάμισης μήνας μόνο για το κατασκευαστικό του κεφαλιού και το κόστος είναι απίθανο γιατί όλα τα υλικά έρχονται από το εξωτερικό.
- Το Μουσείο Κούκλας
Το μουσείο κούκλας είναι κάτι που το προσπαθούμε εδώ και πάρα πολύ καιρό. Δυστυχώς, παρόλο που οι χώροι είναι μεγάλοι δεν χωράει όλο, είναι 7000 κούκλες. 7000 κούκλες για να αναπτυχθούν και να φανούν σωστά, δεν γίνεται. Άρα, αποφασίσαμε να το κλείσουμε σε περιόδους, δηλαδή από το Σεπτέμβρη θα υπάρχει έκθεση των γνωστών σειρών «Φρουτοπία», «Του κουτιού τα παραμύθια».
- Η «πολυπόθητη» κασσετίνα
Η κασετίνα θα βγει για το επετειακό, αλλά θα είναι limited. Θα περιέχει μουσικές που είναι καθαρά ορχηστρικές από διάφορα παραμύθια (μαζί με τις επεξηγήσεις), μία σειρά από τραγούδια (όπως η σειρά τραγουδιών σε στίχους Λευτέρη Ξανθόπουλου από τη σειρά «Κουκλομέγαλοι και Πολυσπόρια») μία σειρά από πράγματα που έγιναν στη Γερμανία και τις σειρές «Φρουτοπία» και «Του Κουτιού τα παραμύθια» σε DVD γιατί θα υπάρχει και υλικό με παραλειπόμενα και συνεντεύξεις. Η αρχική ιδέα ήταν να γίνει σε 600 αντίτυπα, αλλά μου λένε δεν έχει νόημα, καλό είναι να το κάνεις 3000 χιλιάδες. Αισθάνομαι και παράξενα γιατί είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό.
TIPS & TRIVIA
Βγαίνοντας καθώς σουρουπώνει πια στους υπαίθριους χώρους των studio Mabrida, νιώθω πως κουβαλάω μαζί μου το σάκο του Άη Βασίλη σε μορφή recorder. Έχοντας παρεξηγήσει στο τηλέφωνο τη λέξη λεωφορείο-είναι κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά- περιμένω τον κ.Σοφιανό για μια τελευταία δωρεά -μεταφορικής υφής- με το βανάκι που χρησιμοποιούν για να πηγαινοφέρνουν τον κόσμο στις εκδηλώσεις. Τότε, ακριβώς, μου γεννήθηκε και η ερώτηση σαν άλλος wanna be Πίκος Απίκος. «Τι σημαίνει MABRIDA;» του λέω. Η απάντηση έρχεται άμεσα με ευθυμία. Αποτελεί σύντμηση μιας στομφώδους φράσης ενός παλιού Ιταλού συνεργάτη τους , που ήθελε να αποδώσει «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» στην Μπριγκίτε Σοφιανού, η οποία είχε βρει αυτό το κτήμα όταν στη περιοχή υπήρχαν μόνο χοιροστάσια. ΜABRIDA θα πει:”Mama Briggite Did it All!”