Reggae
Αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 60 με επίκεντρο την Τζαμάικα. Είχε πολύ μεγάλη εξέλιξη και έφτασε να είναι το κυρίαρχο είδος της Τζαμαϊκανής μουσικής. Η διάδοση του ήταν γρήγορη διεθνώς με πολύ μεγάλη απήχηση στην Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Αφρική. Οι ρίζες τις εντοπίζονται σε ένα παραδοσιακό είδος μουσικής με την ονομασία ‘’μέντο’’ και του ‘’σκα’’.
O όρος reggae και ο χαρακτηριστικός ρυθμός χρονολογείται από το 1968 όπου κυκλοφόρησε και το τραγούδι Do the Reggay του συγκροτήματος Toots & the Maytals. Ένας ακόμα εκπρόσωπος της ρέγκε, ο δημοφιλής τραγουδιστής Τζίμι Κλιφ (Jimmy Cliff), κατάφερε να αποκτήσει διεθνή φήμη ως πρωταγωνιστής της ταινίας The Harder They Come (1972), που συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του νέου μουσικού είδους. H ρέγκε διατήρησε κυρίως τοπικό χαρακτήρα κατά τα πρώτα χρόνια διαμόρφωσής της, καθώς οι περισσότεροι εκπρόσωποί της παρέμεναν στη Τζαμάικα ενώ μικρό δείγμα της μουσικής τους ακουγόταν σε ραδιοφωνικούς σταθμούς εκτός της χώρας, κυρίως τραγούδια των Τζίμι Κλιφ και Ντέσμοντ Ντέκερ που περιστασιακά προβάλλονταν στην Αμερική και στην Ευρώπη. Στη δεκαετία του 1970 διαδόθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως μέσω Τζαμαϊκανών μεταναστών αλλά και εγχώριων μουσικών, ενώ σημαντική συνεισφορά στη διάδοση της στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές ακόμα χώρες του κόσμου είχε ο Μπομπ Μάρλεϊ, ηγέτης του συγκροτήματος The Wailers και ένας από τους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες του είδους παγκοσμίως. Ο Μάρλεΐ εισήγαγε επίσης ορισμένες καινοτομίες στη ρέγκε, επιταχύνοντας ελαφρά το ρυθμό της, χρησιμοποιώντας ενισχυμένες ροκ και μπλουζ κιθάρες καθώς και ένα φωνητικό γκόσπελ τρίο (I-Threes). Επιπλέον, οι Wailers ενσωμάτωσαν στοιχεία δανεισμένα από παραδοσιακούς αφρικανικούς και τζαμαϊκανούς ρυθμούς, όπως και από τους τελετουργικούς τυμπανισμούς που αποτελούσαν μέρος της μουσικής παράδοσης του κινήματος των Ρασταφάρι.
Ο Μπομπ Μάρλεϊ θεωρείται η αιχμή του δόρατος της ρέγκε μουσικής, ωστόσο κατά τη δεκαετία του 1970 αρκετοί μουσικοί συνεισέφεραν επίσης στην εξέλιξη του είδους, με αποτέλεσμα την εμφάνιση αρκετών παραλλαγών του. Οι Sly and Robbie εισήγαγαν ένα γρηγορότερο είδος της ρέγκε που ονομάστηκε rockers, οι τραγουδιστές Γκρέγκορι Άιζακς και Ντένις Μπράουν τραγούδησαν με το χαρακτηριστικό ύφος τους το είδος που αποκαλείται lovers rock, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε να αναπτύσσεται από DJs το πολύ δημοφιλές είδος του dancehall που χαρακτηρίζεται από το γρηγορότερο ρυθμό του, τη χρήση «συνθεσάιζερ» και rap φωνητικών.
Ως μουσικό είδος εξέφρασε κυρίως τις καταπιεσμένες και οικονομικά υποβαθμισμένες κοινωνικές τάξεις, με συχνές αναφορές στην ανάγκη ισότητας και δικαιοσύνης, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στους στίχους των τραγουδιών. Ο τραγουδιστής του συγκροτήματος των Maytals, Φρέντερικ Χίμπερτ, όρισε τον όρο ρέγκε σχολιάζοντας χαρακτηριστικά: «Ρέγκε σημαίνει ό,τι προέρχεται από το λαό, κάτι καθημερινό, από το γκέτο […] σημαίνει φτώχεια, δεινά, Ρασταφάρι, οτιδήποτε από το γκέτο. Είναι μουσική επαναστατών, ανθρώπων που δεν έχουν αυτό που επιθυμούν». Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, η ρέγκε συνδέθηκε επίσης στενά με το ρασταφαριανισμό, μεταφέροντας τα κοινωνικά και θρησκευτικά μηνύματά του και συμβάλλοντας στη διάδοσή του.
Εκπρόσωποι : Toots & the Maytals – Jimmy Cliff – Desmond Dekker – Bob Marley – Sly and Robbie – Gregory Isaacs – Peter Tosh – Aswad
{music}images/stories/audio/tasioulasreggae{/music}
Eλπίζω να βοήθησα να πάρετε μια γεύση για την reggae μουσική έτσι ώστε να την αγαπήσετε ακόμα περισσότερο. Αυτά από μένα για άλλη μια εβδομάδα, μέχρι την επόμενη φορά να είστε καλά. Χρόνια πολλά, Χριστός Ανέστη και μην ξεχνάτε ότι ‘’ΑΚΟΥΩ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΟΤΑΝ ΞΕΡΩ ΤΙ ΑΚΟΥΩ’’
Εις το επανειδείν…