BEING BORING – Pet Shop Boys
BEING BORING – Pet Shop Boys
I came across a cache of old photos
And invitations to teenage parties
“Dress in white” one said, with quotations
From someone’s wife, a famous writer
In the 1920s
When you’re young you find inspiration
In anyone who’s ever gone
And opened up a closing door
She said: “We were never feeling bored”
‘Cause we were never being boring
We had too much time to find for ourselves
And we were never being boring
We dressed up and fought, then thought: “Make amends”
And we were never holding back or worried that
Time would come to an end
When I went I left from the station
With a haversack and some trepidation
Someone said: “If you’re not careful
You’ll have nothing left and nothing to care for
In the 1970s”
But I sat back and looking forward
My shoes were high and I had scored
I’d bolted through a closing door
I would never find myself feeling bored
‘Cause we were never being boring
We had too much time to find for ourselves
And we were never being boring
We dressed up and fought, then thought: “Make amends”
And we were never holding back or worried that
Time would come to an end
We were always hoping that, looking back
You could always rely on a friend
Now I sit with different faces
In rented rooms and foreign places
All the people I was kissing
Some are here and some are missing
In the nineteen-nineties
I never dreamt that I would get to be
The creature that I always meant to be
But I thought in spite of dreams
You’d be sitting somewhere here with me
(Chorus)
And we were never being boring
We had too much time to find for ourselves
And we were never being boring
We dressed up and fought, then thought: “Make amends”
And we were never being boring
We were never being bored
‘Cause we were never being boring
We were never being bored
Το τραγούδι
Το «Being Boring» περιλαμβάνεται στο δίσκο των Pet Shop Boys «Behaviour», που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1990 και που θεωρήθηκε ως ο περισσότερο στοχαστικός και ώριμος δίσκος του συγκροτήματος.
Αφορμή για να γραφτεί το «Being Boring» ήταν ένα δημοσίευμα από την Ιαπωνία, στο οποίο ένας δημοσιογράφος έγραψε ότι οι Pet Shop Boys ήταν βαρετοί. Ο Neil Tennant το πήρε στ’ αστεία και σκέφτηκε ότι είχε μια μουσικότητα η φράση του δημοσιογράφου και αμέσως άρχισε να τραγουδάει για πλάκα «We were never being boring»…
Η μελωδία αυτού του στίχου βούιζε για πολλές μέρες στο μυαλό του Neil Tennant. Ο Chris Lowe σκέφτηκε ότι το «Being Boring» θα ήταν ωραίος τίτλος για τραγούδι και ετοίμασε τις πρώτες συγχορδίες. Έτσι αποφάσισαν να πάνε στη Γλασκόβη της Σκωτίας για να γράψουν τη μουσική του τραγουδιού, καθώς και κάποιων άλλων για τον επόμενό τους δίσκο. Διαλέξανε τη Γλασκόβη επειδή τους άρεσε η πόλη όταν την είχανε επισκεφτεί το 1989 στο πλαίσιο της περιοδείας τους. Έτσι μισθώσανε ένα μικρό στούντιο σε ένα μέρος της δυτικής Γλασκόβης, όμως το τραγούδι δεν ολοκληρώθηκε καθώς από στιχουργικής άποψης είχε γραφτεί μόνο το ρεφρέν και τίποτα άλλο.
Από μουσικής άποψης, όμως, ήξεραν πολύ καλά τι θέλανε. Εκείνη την εποχή, μιλάμε για το 1990, η Kylie Minogue γνώριζε τεράστια επιτυχία με τραγούδια όπως το «Better The Devil You Know», παραγωγής των Stock, Aitken και Waterman. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, η ιδέα του Chris Lowe ήταν να δώσουν στο «Being Boring» έναν synthpop ήχο, κάτι που να μοιάζει με παραγωγή των Stock, Aitken και Waterman, καθώς –όπως λέγεται- οι Pet Shop Boys συναρπαστήκανε από τον τρόπο που οι τρεις παραγωγοί αλλάζανε τα μουσικά κλειδιά στα ρεφρέν!
Ο Neil Tennant θυμάται χαρακτηριστικά:
– Εκείνη την εποχή νομίζω ότι σκεφτόμασταν να βγάλουμε ένα δίσκο με υπέροχα pop τραγούδια, σαν δέκα singles της Kylie Minogue!
Οι Pet Shop Boys είχαν αποφασίσει ότι θα έκαναν το δίσκο με έναν μόνο παραγωγό, κάτι που είχε να συμβεί από τον πρώτο τους δίσκο («Please», 1986). Επίσης, είχαν αποφασίσει να ακολουθήσουν συγκεκριμένους κανόνες, καθώς σκέφτηκαν να μην χρησιμοποιήσουν samples αλλά μόνο synthesizers κι αυτό επειδή τα samples χρησιμοποιούνταν ήδη ευρέως και θέλανε να κάνουν ένα δίσκο πιο «καθαρό» και πιο πλήρη ηχητικά.
Όταν συλλογίστηκαν για το ποιος ήταν ικανός να δημιουργήσει τους ήχους που είχαν στο μυαλό στους, σκέφτηκαν τους γερμανικούς δίσκους της disco που είχε κάνει ο Giorgio Moroder. Μία σειρά σκέψεων τούς οδήγησε στον Harold Faltermeyer, ο οποίος κάποτε ήταν ο προγραμματιστής του Moroder και που είχε ήδη και δικές του μεγάλες επιτυχίες ως παραγωγός και συνθέτης.
Η παραγωγή
Ο Γερμανός κιμπορντίστας, συνθέτης και παραγωγός, Harold Faltermeyer, έγινε διάσημος από το «Axel F» που συνέθεσε για την ταινία «Ο Μπάτσος του Beverly Hills» (Beverly Hills Cop, 1984) αλλά και το «Top Gun Anthem» της ταινίας «Top Gun» (1986). Ο Faltermeyer έχει βραβευτεί δύο φορές με Grammy και έχει συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων και με τους Donna Summer, Amanda Lear, Patti LaBelle, Barbra Streisand, Glenn Frey, Blondie, Laura Branigan, Billy Idol, Jennifer Rush και Bonnie Tyler.
Όταν αποφάσισαν οι Pet Shop Boys να απευθυνθούν στον Faltermeyer για να αναλάβει την παραγωγή, πήρανε το αεροπλάνο για το Μόναχο προκειμένου να τον συναντήσουν. Όταν συνάντησαν τον διάσημο Γερμανό παραγωγό, έμειναν άφωνοι από τη συλλογή παμπάλαιων synthesizers που είχε στην κατοχή του. Ο Faltermeyer είχε κι έναν μηχανικό ήχου, τον Brian Reeves, ο οποίος είχε δουλέψει στους δίσκους της Donna Summer. Τελικά συμφώνησαν να κάνουνε το δίσκο στο studio του Faltermeyer την άνοιξη του 1990.
Ο Harold Faltermeyer ζούσε σ’ ένα είδος ιδιωτικής έκτασης λίγο έξω από το Μόναχο. Οι Pet Shop Boys έφταναν εκεί λίγο πριν το μεσημέρι, έπιναν ένα φλιτζάνι καφέ και άρχιζαν τη δουλειά. Για μεσημεριανό γεύμα συνήθως παράγγελναν πίτσα. Κατά τις τέσσερις το μεσημέρι διέκοπταν για να απολαύσουν λίγη γερμανική βαρελίσια μπύρα παραγωγής του ίδιου του Faltermeyer, ο οποίος τους έλεγε διάφορα ανέκδοτα για τον Giorgio Moroder.
Επιπλέον ο Faltermeyer είχε και ιδιωτικό σφαγείο κι έτσι έφτιαχνε δικά του λουκάνικα. Απορεί κανείς πως μπορεί να γίνει δουλειά της προκοπής υπό αυτές τις συνθήκες. Μπύρες, λουκάνικα, πίτσες…
Φαίνεται όμως πως το ταλέντο των Pet Shop Boys σε συνδυασμό με την εμπειρία του Faltermeyer στα synthesizers, ήταν αρκετά ώστε να μπορέσουν να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Ο Neil Tennant, προσπαθώντας να γράψει τους στίχους για τα κουπλέ του «Being Boring», θυμήθηκε το προσκλητήριο ενός πάρτι που είχε γίνει το 1972, τότε που ήταν ακόμα έφηβος 18 χρονών και ζούσε στο Newcastle. Εκείνο το πάρτι είχε ονομαστεί The Great Urban Dionysia και όλοι έπρεπε να φοράνε λευκά. Πάνω στην πρόσκληση υπήρχε το σύνθημα «she was never bored because she was never boring», η οποία ήταν εμπνευσμένη από τη φράση «…she refused to be bored chiefly because she wasn’t boring» που είχε γράψει το 1922 η Αμερικανίδα συγγραφέας Zelda Fitzgerald, σύζυγος του διάσημου –επίσης συγγραφέα- Francis Scott Fitzgerald.
Ο Tennant θυμήθηκε όλους τους παλιούς του φίλους από το Newcastle που ήταν παρόντες σ’ εκείνο το πάρτι. Η σκέψη του πήγε, πρώτα απ’ όλους, στον Chris Dowell που όμως δεν ζούσε πια καθώς είχε πεθάνει από AIDS το 1989. Το γεγονός ήταν τραυματικό για τον Neil Tennant καθώς ήταν ο καλύτερός του φίλος. Μαζί είχανε φύγει για το Λονδίνο και μοιραζόντουσαν τα όνειρά τους και τη φιλοσοφία τους για τη ζωή.
Έτσι, το «Being Boring» έγινε ένα είδος ελεγείας τόσο για τον Dowell όσο και για τον ίδιο τον Tennant και την υπόλοιπη παλιοπαρέα από το Newcastle. Ίσως γι’ αυτό το λόγο το τραγούδι είναι τόσο μελαγχολικό συγκριτικά με τα υπόλοιπα των Pet Shop Boys. Όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Tennant:
– Δεν νομίζω ότι ο θάνατος του Chris άπλωσε κάποια σκιά στο δίσκο, ίσως όμως να δημιούργησε τη διάθεση με την οποία τον κάναμε.
Μετά τη δουλειά στη Γερμανία, η επεξεργασία συνεχίστηκε στα Sarm West Studios στο Notting Hill του Λονδίνου. Εκεί, μηχανικός ήχου ήταν ο Bob Kraushaar, γνωστός από τις συνεργασίες του με τους Johnny Hates Jazz, Propaganda, Paul McCartney, Erasure, Marc Almond & Gene Pitney κ.α. Τη μίξη ανέλαβε ο Julian Mendelsohn ενώ στον πρόσθετο προγραμματισμό ήταν ο Dominic Clarke και στην κιθάρα ο J.J. Belle (πέθανε από καρκίνο την 1η Δεκεμβρίου του 2004).
Οι στίχοι του τραγουδιού καλύπτουν τρεις φάσεις από τρεις διαφορετικές δεκαετίες της ζωής του Neil Tennant. Στο πρώτο κουπλέ αναφέρεται στους φίλους του στο Newcastle, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Chris Dowell. Στο δεύτερο κουπλέ περιγράφει το γεγονός της αναχώρησής του για να σπουδάσει στο Λονδίνο και τον ενθουσιασμό του για τη νέα ζωή που τον περιμένει. Τέλος, στο τρίτο κουπλέ περιγράφει το παρόν και βιώνει την οδυνηρή απώλεια του φίλου του. Πίστευε ότι ο καλύτερός του φίλος θα ήταν πάντα κοντά του αλλά τελικά ο Tennant συνεχίζει τη ζωή του ενώ ο φίλος του είναι πια νεκρός…
Το τραγούδι ξεκινάει με τον πρωταγωνιστή να σκοντάφτει σε ένα κουτί από φωτογραφίες, προσκλήσεις για πάρτι και αποκόμματα εισιτηρίων. Θα μπορούσαμε να χρωματίσουμε τη σκηνή αν φανταστούμε έναν ηλικιωμένο άντρα να κάθεται σε μια σοφίτα και κοσκινίζοντας αυτά τα αναμνηστικά να ταξιδεύει πίσω στο σχεδόν ξεχασμένο παρελθόν του.
Μιλάει για το πώς βρήκε την έμπνευσή του σε «μία διάσημη συγγραφέα της δεκαετίας του 1920». Το απόσπασμα της Fitzgerald αποτελεί την καρδιά του τραγουδιού. Ο άντρας θυμάται τα νιάτα του τότε που αποφασισμένος να μην βαρεθεί ποτέ στη ζωή του, άρχισε να εξερευνά αδυσώπητα τον κόσμο -αλλά και τον εαυτό του- και να κάνει συνεχώς νέες ανακαλύψεις. Αισθάνθηκε άτρωτος, σαν να μην υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να σταματήσει τον ίδιο και τα όνειρά του.
Αυτή η αίσθηση του άτρωτου δίνεται κι από τον στίχο «And we were never holding back or worried that time would come to an end».
Στο δεύτερο κουπλέ ο άντρας αποχωρίζεται την παλιά του ζωή. Οι καλοί του φίλοι και οι συγγενείς τον χαιρετούν και του εφιστούν την προσοχή. Ο ίδιος, με το σακίδιο στον ώμο και με τον φόβο στην καρδιά για το αβέβαιο μέλλον, διακατέχεται από μία ισχυρή θέληση και είναι αποφασισμένος να κυνηγήσει τα όνειρά του. Αισθάνεται ότι ελέγχει το πεπρωμένο του και είναι σίγουρος ότι μπορεί να επιτύχει σε οτιδήποτε τολμήσει να κάνει. Γι’ αυτό και δίνει μία υπόσχεση στον εαυτό του: «I would never find myself feeling bored».
Στο ρεφρέν που ακολουθεί το δεύτερο κουπλέ εισάγεται ένα νέο –πολύ σημαντικό- δίστιχο: «We were always hoping that, looking back, you could always rely on a friend». Καθώς το μέλλον είναι άγνωστο και αβέβαιο, ο άντρας πιστεύει ότι πάντα μπορεί να στηριχτεί σε έναν φίλο. Ακόμα κι αν δεν είναι δεδομένη η φυσική του παρουσία, και μόνο η ύπαρξή του είναι ήδη πολύ σημαντική. Το γεγονός ότι κάπου υπάρχει ένας άνθρωπος έτοιμος να σου συμπαρασταθεί στη δύσκολη στιγμή είναι από μόνο του ένας παράγοντας άντλησης δύναμης.
Το τρίτο και τελευταίο κουπλέ μας μεταφέρει στο παρόν. Ο άντρας –που είναι ο ίδιος ο Neil Tennant- λόγω της δουλειάς του μένει «σε νοικιασμένα δωμάτια σε ξένα μέρη», κάτι που ήταν πραγματικότητα αφού τον καιρό που έγραφε αυτούς τους στίχους ήταν στο Μόναχο.
Κάνοντας έναν απολογισμό σε σχέση με το παρελθόν, καταλήγει σ’ ένα πικρό («κάποιοι είναι εδώ και κάποιοι λείπουν») και σ’ ένα γλυκό («Ποτέ μου δεν φαντάστηκα ότι θα γινόμουν αυτός που έγινα») συμπέρασμα.
Αυτή είναι μια από τις πιο δυνατές και ενδοσκοπικές φράσεις του τραγουδιού. Ο τραγουδιστής αισθάνεται ότι έχει πετύχει τους στόχους που έθεσε στον εαυτό του. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιεί ότι έχει ολοκληρώσει τον κύκλο που άνοιξε όταν έφυγε έφηβος από το σπίτι του. Από την άλλη όμως υπάρχει κάτι που τον πληγώνει. Κι αυτή είναι η απουσία των φίλων που έχασε. Των ανθρώπων εκείνων που μόνο με την ύπαρξή τους έδιναν το στήριγμα στον τραγουδιστή. Και ανάμεσά τους ήταν και ο Chris Dowell, ο καλύτερός του φίλος. Γι’ αυτόν άλλωστε είχε γράψει και το τραγούδι «It Couldn’t Happen Here» (από το δίσκο «Actually», 1987) όταν βγήκε η διάγνωση ότι έπασχε από AIDS. Δυόμισι χρόνια αργότερα ο Dowell πέθανε και το τραγούδι «Being Boring» γράφτηκε για το θάνατό του. Η μοίρα, λοιπόν, είχε διαφορετικά σχέδια για τον καθένα από τους δύο φίλους που μετακόμισαν στο Λονδίνο. Τον έναν τον οδήγησε στην επιτυχία και τον άλλον στο θάνατο…
Στο τέλος του τραγουδιού, η επανάληψη του ρεφρέν μέχρι το fade-out δίνει την αίσθηση ότι ο ακροατής εγκαταλείπει τον τραγουδιστή, μόνο του στη σοφίτα να περιβάλλεται από φωτογραφίες και αναμνήσεις…
Η μουσική
Από μουσικής άποψης το τραγούδι ξεκινάει με μία εξαιρετικά όμορφη εισαγωγή, διάρκειας μεγαλύτερης από ένα λεπτό, όπου κάθε δευτερόλεπτο αποκαλύπτει όλο και περισσότερα μουσικά στοιχεία. Στην πραγματικότητα το μουσικό αυτό μέρος γράφτηκε για το τέλος του τραγουδιού, αλλά αργότερα το μεταφέρανε στην αρχή κι έτσι αποτέλεσε την εισαγωγή του. Αν και οι Pet Shop Boys είναι συγκρότημα που στηρίζεται στα synthesizers, εδώ μπορείτε να διακρίνετε ένα πιάνο ή και μία κιθάρα και μάλιστα χωρίς να ακούγονται παράταιρα.
Στη συνέχεια η εισαγωγή διακόπτεται απότομα και τότε αρχίζει το κανονικό τραγούδι. Κι αυτό που ακουγόταν ήδη τέλειο, γίνεται ακόμα καλύτερο. Μερικά μόνο δευτερόλεπτα είναι αρκετά για να βάλουν τον ακροατή στη φθινοπωρινή ατμόσφαιρα του τραγουδιού και να μην τον αφήσουν παρά μόνο στο τέλος. Τα ημι-ψιθυριστά φωνητικά του Neil Tennant είναι υπέροχα, και μπορεί να μοιάζουν ανέκφραστα όμως στην πραγματικότητα είναι φορτωμένα με πολύ συγκίνηση. Τα «στοιχειωμένα» έγχορδα, για τα οποία είναι διάσημος ο Chris Lowe, είναι θαυμάσια ενώ η μποέμικη ζωή της δεκαετίας του 1970 υπαινίσσεται μουσικά από το ρυθμό της σύνθεσης. Η αρχική ιδέα ήταν να υπάρχουν διαφορετικοί μουσικοί υπαινιγμοί σε κάθε κουπλέ, ανάλογα με τη δεκαετία που αναφέρονται οι στίχοι. Όμως προτίμησαν να μείνουν σταθεροί στον υπαινιγμό της δεκαετίας του 1970.
Το τραγούδι καταφέρνει να κρατήσει τις ισορροπίες αποφεύγοντας να γίνει υπερβολικά μελό ή υπερβολικά ευχάριστο. Συνάμα διατηρεί έναν αέρα θετικής ενέργειας ώστε να μοιάζει ίσως περισσότερο με εορτασμό της ζωής παρά με πένθος ενός θανάτου. Ολόκληρη η σύνθεση είναι τόσο εκπληκτικά τέλεια που συνδυάζοντας τους ζεστούς και μελαγχολικούς στίχους με την «κρύα» και εκστατική χορευτική μουσική είναι αδύνατον να περιγράψει κανείς το τραγούδι ως «χαρούμενο» ή «λυπητερό». Εξαρτάται, λοιπόν, από αυτόν που το ακούει και τη στιγμή που το ακούει. Κι αυτό είναι πιθανότατα το πιο σημαντικό και αφοπλιστικά δυνατό σημείο του τραγουδιού.
Σε μία συνέντευξή τους στο περιοδικό Q, οι Pet Shop Boys αποκαλύπτουν κάποια μυστικά:
Neil Tennant: Τις συγχορδίες τις έγραψε ο Chris. Αν θελήσετε ποτέ να γράψετε ένα κλασικό pop τραγούδι, χρησιμοποιείστε αυτές τις συγχορδίες: A flat, B flat, G minor 7ης, C minor. Αποκλείεται να κάνετε λάθος. Είναι εγγυημένη παγκόσμια επιτυχία!
Chris Lowe: Είναι οι συγχορδίες του «Never Gonna Give you Up» του Rick Astley. Οι Stock, Aitken και Waterman χρησιμοποιούσαν συχνά αυτές τις συγχορδίες. Όλα τα καλά τους τραγούδια έχουν αυτές μέσα.
Neil Tennant: Χρησιμοποιήσαμε τις ίδιες συγχορδίες και στο ρεφρέν του «Domino Dancing» αλλά αυτό που δίνει στο «Being Boring» αυτή την αίσθηση αισιοδοξίας είναι η αλλαγή μεταξύ κουπλέ και ρεφρέν. Το κουπλέ τελειώνει σε ένα G major («never feeling bored») και το προφανές για το ρεφρέν θα ήταν να ακολουθήσουμε με ένα C αλλά το ανεβάσαμε κατά ένα ημιτόνιο και το πήγαμε στις συγχορδίες που ανέφερα παραπάνω.
Το «Being Boring» κυκλοφόρησε σε single στις 12 Νοεμβρίου 1990 έχοντας στη β’ πλευρά το υπέροχο «We All Feel Better In The Dark». Αυτό ήταν το δεύτερο single που βγήκε από το album «Behaviour» καθώς είχε προηγηθεί το «So Hard». Παράλληλα κυκλοφόρησε και σε maxi single, το οποίο περιείχε το «Being Boring» (Extended Mix), διάρκειας 10 λεπτών και 38 δευτερολέπτων, το «We All Feel Better In The Dark» (Extended Mix) καθώς και την εκτέλεση του «Being Boring» που υπήρχε στο single. Επίσης κυκλοφόρησε κι άλλη μία έκδοση σε maxi single, η οποία περιείχε το «Being Boring» (Marshall Jefferson Remix), διάρκειας 9 λεπτών και 4 δευτερολέπτων, καθώς και δύο εκτελέσεις του «We All Feel Better In The Dark» (After Hours Climax και Ambient).
Οι τρεις επίσημες εκδοχές του «Being Boring» δεν έχουν κάποια διαφορά ως προς τους στίχους καθώς καμία από τις τρεις δεν έχει κάποιους επιπλέον. Το extended mix είναι ουσιαστικά ίδιο με το κανονικό τραγούδι, αν εξαιρέσουμε την αντήχηση του «always rely on a friend», που ακούγεται στο τέλος του δεύτερου ρεφρέν, ενώ στο remix του Marshall Jefferson τα κουπλέ είναι ανακατεμένα.
Στις 22 Νοεμβρίου 1990, δέκα μέρες μετά την κυκλοφορία του «Being Boring», οι Pet Shop Boys το παρουσίασαν για πρώτη φορά από την τηλεόραση, στην εκπομπή «Top Of The Pops». Η παρουσίαση ήταν play-back και διήρκησε μέχρι και το δεύτερο ρεφρέν. Αργότερα ο Neil Tennant δήλωσε ότι δεν του άρεσε καθόλου εκείνη η εμφάνιση:
– Θυμάμαι ότι παίξαμε το «Being Boring» στο «Top Of The Pops» και σκέφτηκα ότι φαινόμασταν χάλια!
Τέσσερις μέρες αργότερα παρουσίασαν το τραγούδι στην τηλεοπτική εκπομπή «Dance Energy» του BBC2, όπου κι εκεί δεν ακούστηκε ολόκληρο. Η επόμενη τηλεοπτική εμφάνιση των Pet Shop Boys ήταν στο ιταλικό κανάλι RAI Due και συγκεκριμένα στην εκπομπή «Ricomincio Da Due», που παρουσίαζε η Raffaella Carra. Ο Neil Tennant έκανε play back ολόκληρο το τραγούδι φορώντας το ίδιο αδιάβροχο και τα ίδια γυαλιά που φορούσε και στις δύο προηγούμενες τηλεοπτικές εμφανίσεις.
Παρά τις διθυραμβικές κριτικές για το τραγούδι, η πορεία του «Being Boring» στα charts ήταν απογοητευτική για τα δεδομένα του συγκροτήματος. Το single έφτασε μόλις στο Νο 20 της Μεγάλης Βρετανίας, τη χαμηλότερη θέση που είχε φτάσει τραγούδι των Pet Shop Boys, ενώ την ίδια στιγμή στο Νο 1 ήταν το «Ice Ice Baby» του Vanilla Ice. Ήταν η πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια που οι Pet Shop Boys δεν μπήκαν στο Top 10, κάτι που είχε να συμβεί από το 1986 όταν το «Opportunities (Let’s Make Lots Of Money)» έφτασε στο Νο 11 του βρετανικού πίνακα επιτυχιών. Επίσης, το «Being Boring» έγινε Νο 13 στη Γερμανία, Νο 16 στην Αργεντινή, Ελβετία και Σουηδία, Νο 30 στην Αυστρία και Νο 82 στην Αυστραλία.
Neil Tennant: Μία Κυριακή απόγευμα είμαστε στο γραφείο μας για μία φωτογράφηση και μας πήραν τηλέφωνο από την EMI και μας είπαν ότι το «Being Boring» μπήκε στα charts στο Νο 36. Θυμάμαι ότι εγώ κι ο Chris κοιτάξαμε ο ένας τον άλλον με φρίκη. Τότε σκέφτηκα: «ώρα να βρω μια δουλειά»! Την επόμενη εβδομάδα ανέβηκε και έφτασε ως το Νο 20. Αλλά ήταν από αυτά τα τραγούδια που θέλουν το χρόνο τους. Ξαφνικά όλοι το αγάπησαν και τώρα είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του κοινού.
Η απογοητευτική πορεία του «Being Boring» στα charts ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι το τραγούδι απευθυνόταν σε ένα πιο συνειδητοποιημένο και σκεπτόμενο ακροατήριο, χαρακτηριστικό που σίγουρα δεν μπορεί να αποδώσει κανείς στη μεγάλη μάζα. Αν και το τραγούδι αναφέρεται στην ενηλικίωση και στο πως αλλάζουν οι αντιλήψεις και οι αξίες των ανθρώπων καθώς μεγαλώνουν, μεγάλη μερίδα του κοινού το εξέλαβε ως ένα σχόλιο για την επιδημία του AIDS θεωρώντας ότι το «Being Boring» στην ουσία πραγματεύεται τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις και τον όλεθρο που έφερε η κρίση του AIDS. Εντούτοις, ο Neil Tennant έχει δηλώσει πολλές φορές ότι οι στίχοι του δεν αφορούν αποκλειστικά τους ομοφυλόφιλους. Πολλά τραγούδια των Pet Shop Boys γράφτηκαν από μία διφορούμενη ματιά, ώστε να μπορεί ο ακροατής να τα δέχεται όπως τα αντιλαμβάνεται. Ίσως αυτό να εξηγεί το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των φανατικών οπαδών του συγκροτήματος είναι ετεροφυλόφιλοι.
Η άνοιξη του 1991 βρήκε τους Pet Shop Boys σε περίεργη φάση. Το «Behaviour» αν και πήρε εξαιρετικές κριτικές πουλούσε λιγότερο από τους προηγούμενους δίσκους, ενώ ακριβώς πριν ξεκινήσουν την περιοδεία τους, το «Being Boring» συνάντησε μέτρια εμπορική επιτυχία, αν και οι ίδιοι ήτανε περήφανοι για το τραγούδι τους και το θεωρούσανε ότι ήταν ένα από τα καλύτερα που γράψανε ποτέ. Ήταν πολύ δύσκολο να βρούνε μία λογική εξήγηση που συνέβαιναν όλα αυτά και είχε αρχίσει να κλονίζεται η αυτοπεποίθησή τους.
Κι όμως, το μήνυμα το είχαν ήδη λάβει από ένα περίεργο περιστατικό που συνέβη όταν βγήκε στην αγορά το «Behaviour». Όταν λοιπόν κυκλοφόρησε το album, οι Putney Posse1 άφησαν ένα μπουκέτο λουλούδια μπροστά από την πόρτα του Neil Tennant. Το μπουκέτο αποτελούνταν από δέκα τριαντάφυλλα, ένα για κάθε τραγούδι του δίσκου. Μόνο που τα εννέα ήταν κόκκινα και το ένα –αυτό που αντιστοιχούσε στο «Being Boring»- ήταν κίτρινο. Η κίνηση ήταν προφανώς συμβολική.
Οι Putney Posse, όπως και άλλοι fans των Pet Shop Boys, έμειναν έκπληκτοι όταν έμαθαν την πρόθεση του συγκροτήματος να κυκλοφορήσουν σε single το «Being Boring». Σ’ εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τους φαινόταν πολύ κακή επιλογή και αντίθετη με την εικόνα που είχανε για το αγαπημένο τους συγκρότημα. Έτσι, αποφάσισαν να προβούν σ’ αυτή τη συμβολική κίνηση και ο Neil Tennant θα έπρεπε να είχε «λάβει το μήνυμα».
Επεξήγηση: Οι Putney Posse ήταν μία ομάδα τεσσάρων φανατικών οπαδών των Pet Shop Boys, που στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 προσπάθησαν να ακολουθούν πάντα το αγαπημένο τους συγκρότημα.
Μετά την κυκλοφορία του «Being Boring» και την απογοητευτική του πορεία, οι Pet Shop Boys έκαναν μία αναθεώρηση της κατάστασης και αποφάσισαν να μην συμπεριλάβουν το τραγούδι στις συναυλίες τους. Εντούτοις σε μία συνέντευξή του ο Neil Tennant είπε ότι τα φωνητικά του «Being Boring» είναι σαν ψίθυρος στ’ αυτί και γι’ αυτό ήταν δύσκολο να τραγουδηθεί σε συναυλίες κι αυτός ήταν ο λόγος που δεν συμπεριέλαβαν το τραγούδι στο πρόγραμμά τους.
Κι εκεί που το «Being Boring» βρισκόταν στο μεταίχμιο της λήθης, ξαφνικά φάνηκε ότι υπήρχε μία δυναμική στο κοινό, το οποίο απαιτούσε όλο και πιο έντονα από τους Pet Shop Boys να συμπεριλάβουν το τραγούδι στις συναυλίες τους! Τον Μάρτιο του 1991 μετά το show που έδωσαν στο Λος Άντζελες, τους επισκέφτηκε ο Axl Rose των Guns ‘n’ Roses, ο οποίος ήταν εξαιρετικά φιλικός και γλυκός μαζί τους. Οι Pet Shop Boys υπέθεσαν ότι ο Axl Rose δεν θα ήξερε και πολλά γι’ αυτούς, αλλά εκείνος το πρώτο πράγμα που τους είπε ήταν: «Εκπληκτικό show! Γιατί δεν παίξατε το Being Boring;»! Κατόπιν τους εξήγησε ότι αυτό ήταν το αγαπημένο του τραγούδι γιατί οι στίχοι ταιριάζουν και στη δικιά του περίπτωση.
Ο Axl Rose δεν ήταν ο μοναδικός που προέτρεψε τους Pet Shop Boys να παίζουν το «Being Boring». Ήταν και πολλοί άλλοι, τόσο από το κοινό όσο και από το επιτελείο που συνόδευε το συγκρότημα στις συναυλίες του. Έτσι, λίγο πριν το τέλος της θεαματικής Performance Tour, οι Pet Shop Boys έκπληκτοι από την απρόσμενη τροπή που πήραν τα πράγματα ερμήνευσαν το «Being Boring» ως encore στις τελευταίες 12 συναυλίες τους. Βλέποντας την ανταπόκριση που είχε το τραγούδι στο κοινό αποφάσισαν να βγάλουν στον αέρα και το video clip του τραγουδιού.
Το μουσικό video του «Being Boring» σκηνοθέτησε ο Αμερικάνος φωτογράφος μόδας Bruce Weber. Ο Weber είναι περισσότερο γνωστός από τις διαφημίσεις των Calvin Klein, Pirelli, Revlon, Gianni Versace και Ralph Lauren καθώς και από τη δουλειά του για τα περιοδικά Vogue, Vanity Fair, Elle, Life, Rolling Stone κ.α.
Το 1988, οι Pet Shop Boys του είχαν προτείνει να συνεργαστούν για το video του «Domino Dancing» αλλά εκείνη την εποχή ο Weber δεν είχε καθόλου χρόνο καθώς γύρναγε το ντοκιμαντέρ «Let’s Get Lost», που είχε ως θέμα τον τρομπετίστα της jazz Chet Baker. Δύο χρόνια αργότερα, ο Weber αποδέχθηκε τη νέα πρόταση των Pet Shop Boys αν και δεν είχε γυρίσει ποτέ του video-clip. Το «Being Boring» ήταν το πρώτο video που σκηνοθέτησε ο Weber και ένα από τα ελάχιστα που γύρισε μέχρι σήμερα. Γιατί όμως επέλεξαν οι Pet Shop Boys έναν φωτογράφο και μάλιστα με καμία προϋπηρεσία στο χώρο των μουσικών video;
Την απάντηση την δίνει ο Neil Tennant:
– Όταν γράψαμε το «Being Boring» αμέσως σκεφτήκαμε τον Bruce Weber για το video, επειδή πιστεύαμε ότι ταίριαζε στο στυλ του. Η δουλειά του έχει αυτή την αθώα ποιότητα και, επιπλέον, ποτέ δεν ξέρεις αν είναι στο παρελθόν ή στο παρόν. Έχει αυτή τη διαχρονικότητα. Ήταν το πρώτο video του Bruce Weber κι έτσι συζητήσαμε κάποιες ιδέες από το τηλέφωνο.
Ο Tennant είπε στον Weber ότι το τραγούδι το εμπνεύστηκε από ένα απόσπασμα της Zelda Fitzgerald, κι εκείνος αποφάσισε να κάνει το γύρισμα στο Long Island, επειδή εκεί έζησε για τρία χρόνια η Zelda Fitzgerald με τον σύζυγό της. Το γύρισμα κράτησε μόλις μία μέρα, στις αρχές του Οκτώβρη του 1990.
Τα όμορφα μοντέλα που φαίνονται στις σκηνές δουλέψανε χωρίς αμοιβή. Ο Weber τους γνώριζε από τη δουλειά του ως φωτογράφος και τους κάλεσε να έρθουν στο γύρισμα μαζί με τους/τις συντρόφους τους. Μεταξύ αυτών που εμφανίστηκαν στο video ήταν ο αδερφός της Neneh Cherry, Eagle-Eye Cherry (που γνώρισε επιτυχία το 1999 με το «Save Tonight»), η Drena de Niro (κόρη του διάσημου ηθοποιού Robert de Niro) και η Maria Cristina Mosquera, μοντέλο από τη Βενεζουέλα. Οι Pet Shop Boys αισθάνθηκαν λιγάκι άβολα βλέποντας όλο αυτόν τον όμορφο κόσμο να τριγυρνάει με πετσέτες!
Το video του «Being Boring» δείχνει ένα πάρτι σ’ ένα σπίτι. Εκείνη την εποχή όλα σχεδόν τα video-clip που έδειχνε το MTV γυρίζονταν στους δρόμους. Ο Weber θεώρησε πολύ τετριμμένο να γυρίσει το δικό του video στο δρόμο κι έτσι αποφάσισε να κάνει το πάρτι στο σπίτι. Αρχικά, θα τους έδειχνε όλους στα σκαλιά με τα μάτια κλειστά και τον Neil Tennant να λέει στην κάμερα το απόσπασμα της Zelda Fitzgerald: «She covered her face with powder and paint because she didn’t need it and she refused to be bored chiefly because she wasn’t boring. She was conscious that the things she did were the things she had always wanted go do».
Στην πράξη, όμως, η παραπάνω σκηνή αποδείχθηκε αρκετά περίπλοκη κι έτσι η ιδέα εγκαταλείφθηκε. Τελικά, το video ξεκινάει μ’ έναν γυμνό κολυμβητή και ένα μήνυμα που εμφανίζεται στην οθόνη:
I came from New Castle in the North of England. We used to have lots of parties where everyone got dressed up and on one party invitation was the quote ‘she was never bored because she was never boring’. The song is about growing up – the ideals that you have when you’re young and how they turn out. The Pet Shop Boys.
Υπήρξε μία φήμη ότι αυτό το χειρόγραφο κείμενο που εμφανίζεται στην αρχή, αλλά και στο τέλος του video, ήταν γραμμένο από έναν φίλο του Neil Tennant. Όμως το 2003 ο ίδιος ο Neil Tennant μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα των Pet Shop Boys ξεκαθάρισε ότι το κείμενο είναι γραμμένο από τα χέρια του Bruce Weber. Κι είναι σίγουρα έτσι, γιατί αν ήταν φίλος του Tennant προφανώς θα ήξερε ότι το Newcastle δεν γράφεται New Castle!
Ένα βασικό χαρακτηριστικό του video είναι ότι είναι ασπρόμαυρο. Είτε ήταν απλή σύμπτωση είτε μία συνειδητή απόφαση, τόσο το video του «So Hard» (1990) όσο και αυτό του «It’s Alright» (1989), που προηγήθηκαν, ήταν κι αυτά ασπρόμαυρα αν και από διαφορετικό σκηνοθέτη. Εκτός από τα προαναφερόμενα, ασπρόμαυρο γυρίστηκε αργότερα το «You Only Tell Me You Love Me When You ‘Re Drunk» (2000) ενώ και το «Rent» (1987) ήταν εν μέρει ασπρόμαυρο.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο του video, είναι το γεγονός ότι πρόκειται για μία από τις σπάνιες περιπτώσεις που δεν βλέπουμε τον Neil Tennant να τραγουδά. Αντιθέτως, και ο Tennant και ο Lowe κάνουν μόνο κάποιες cameo εμφανίσεις μπροστά από την κάμερα, κάτι που θα επαναλάβουν και στα άλλα video που γύρισε ο Weber για τους Pet Shop Boys.
Το video του «Being Boring», το οποίο έκανε πρεμιέρα τον Ιούνιο του 1991, κόστισε 150.000 λίρες και ήταν το ακριβότερο απ’ όσα είχαν γυρίσει μέχρι τότε οι Pet Shop Boys. Επιπλέον, κόστισε και μία επιπεφυκίτιδα στον Neil Tennant.
Neil Tennant: Η επιπεφυκίτιδα ποτέ δεν φεύγει εντελώς. Αν την πάθεις, την απέκτησες μία και καλή. Και γι’ αυτό ποτέ μου δεν συγχώρησα το Long Island!
Chris Lowe: Η όλη ιδέα για το βίντεο ήταν ένα πάρτι και το γύρισμα έμοιαζε πραγματικά με πάρτι. Η ατμόσφαιρα ήταν λίγο-πολύ όπως αποτυπώθηκε και στο φιλμ.
Neil Tennant: Θυμάμαι τον μάνατζέρ μας, τον Arma Andon, που ήταν στο αεροπλάνο με τον μάνατζερ του George Michael, κι εκείνος του είπε «O George μόλις γύρισε ένα video με μοντέλα και του κόστισε μια περιουσία» και τότε ο Arma του είπε «Καλά, αυτό είναι αστείο γιατί οι Pet Shop Boys μόλις γυρίσανε ένα video με μοντέλα και όλοι τους το κάνανε δωρεάν! (γέλια) Εντούτοις είναι σπουδαίο video. Είναι ένα από τα αγαπημένα μου μέχρι σήμερα.
Εξαιτίας του αντρικού γυμνού (στα πρώτα δευτερόλεπτα), η προβολή του video αποκλείστηκε από τα MTV America, MTV Brazil και MTV Latino καθώς και από κάποιους βρετανικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Στις Η.Π.Α. προβλήθηκε μόνο από το Playboy Channel! Εντούτοις, είναι ένα από τα αγαπημένα video-clips των φαν των Pet Shop Boys, αλλά ακόμα και για το ίδιο το συγκρότημα. Μάλιστα απέσπασε το βραβείο του καλύτερου video της χρονιάς από το εβδομαδιαίο μουσικό περιοδικό Music Week. Αργότερα ψηφίστηκε στο Νο 2 των πιο sexy video όλων των εποχών από το MTV (με Νο 1 το «I Want Your Sex» του George Michael) ενώ το 2002 ο Will Young κόπιαρε την ιδέα για το δικό του video στο τραγούδι «Light My Fire» (επανεκτέλεση του γνωστού κομματιού των Doors).
Η μάχη με το χρόνο έγειρε πλέον οριστικά υπέρ του «Being Boring». Το τραγούδι αγαπήθηκε από τον κόσμο και πλέον θεωρείται ένα από τα δημοφιλέστερα τραγούδια των Pet Shop Boys. Πολλοί επώνυμοι, όπως ο Axl Rose, ο Boy George και ο Rollo των Faithless, είπαν ότι είναι ένα από τα αγαπημένα τους τραγούδια ενώ το δημοφιλές βρετανικό μουσικό περιοδικό «New Musical Express» το ψήφισε ως ένα από τα καλύτερα τραγούδια του 1990.
Το Νοέμβριο του 1991 το τραγούδι συμπεριελήφθη στο «Discography», τη συλλογή με τις μεγαλύτερες επιτυχίες των Pet Shop Boys, και το video-clip συμπεριελήφθη στο αντίστοιχο «Videography».
Όπως ήταν επόμενο, οι Pet Shop Boys ενέταξαν το τραγούδι σε όλες τις επόμενες περιοδείες τους. Στο Discovery Tour του 1994 το έπαιζαν στα encore αμέσως μετά το «Go West», έχοντας την Katie Kissoon στα βοηθητικά φωνητικά ενώ το video του Bruce Weber χρησιμοποιήθηκε ως σκηνικό. Τον Ιούνιο του 1999, στο πλαίσιο των εμφανίσεων των Pet Shop Boys στο Savoy Theater του Λονδίνου με τίτλο «Somewhere», το «Being Boring» ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του προγράμματος με τη διαφορά ότι τη θέση της Katie Kissoon στα φωνητικά πήρε η Sylvia Mason-James. Η Mason-James είχε κάνει τη δεύτερη φωνή στο «Ain’t No Doubt» του Jimmy Nail, ενώ έκανε φωνητικά και στους Simple Minds, Robbie Williams κ.α. Συμπτωματικά, το 2008 αντικατέστησε και πάλι την Katie Kissoon στα φωνητικά κατά τη διάρκεια της περιοδείας του Roger Waters «The Dark Side Of The Moon Live».
Τον Οκτώβριο του 1997, οι Pet Shop Boys έπαιξαν το «Being Boring» στην εκπομπή Equality Show σε ένα medley που περιλάμβανε και δύο τραγούδια από το μιούζικαλ «Η Μελωδία Της Ευτυχίας» («Sixteen Going On Seventeen» και «Climb Every Mountain») και δύο διασκευές (το «Go West» των Village People και το «It’s Not Unusual» του Tom Jones).
Στο Nightlife Tour του 1999, οι Pet Shop Boys έκαναν μία έκπληξη στους φίλους τους, παρουσιάζοντας μία εντελώς καινούργια, και αρκετά σκοτεινότερη, techno-industrial εκτέλεση του τραγουδιού. Μετά το δεύτερο ρεφρέν, το τραγούδι συνοδευόταν από έναν οργασμό φωτιστικών και ηχητικών εφέ και ήταν ένα από τα highlights του show. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι στο τραγούδι υπήρχαν κάποιες μικροδιαφορές από συναυλία σε συναυλία. Πάντως η εκτέλεση αυτή συμπεριελήφθη στο CD single «You Only Tell Me You Love Me When You ‘Re Drunk», που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2000, καθώς και στο DVD «Montage (The Nightlife Tour)», που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2001.
Βίντεο από άλλες ζωντανές ερμηνείες του «Being Boring» περιλαμβάνονται στα «Discovery» (VHS, laserdisc, 1995), «Somewhere» (DVD, 1997) και «EMI Mailout 9.9.99» (VHS, 1999).
Το 2000, κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής τους περιοδείας, οι Pet Shop Boys ερμήνευσαν το τραγούδι στη συνηθισμένη του μορφή και με την Sylvia Mason-James στα φωνητικά. Πρόκειται για την περιοδεία στο πλαίσιο της οποίας εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα, στις 28 και 29 Ιουνίου 2000.
Το 2002, στο πλαίσιο του Release Tour, το «Being Boring» είχε μία μικρή αλλαγή στην εισαγωγή και ήταν το δεύτερο στη σειρά τραγούδι του προγράμματος, αν και σε κάποιες συναυλίες ήταν το πρώτο τραγούδι του encore. Σ’ εκείνη την περιοδεία οι Pet Shop Boys επισκέφτηκαν για δεύτερη φορά την Αθήνα, για μία συναυλία στην Τεχνόπολη στις 19 Ιουνίου 2002, όπου το «Being Boring» ήταν το δεύτερο τραγούδι της παράστασης.
Όλα αυτά τα χρόνια οι Pet Shop Boys τραγούδησαν το «Being Boring» και σε αρκετές εμφανίσεις που δεν αποτελούσαν μέρος κάποιας περιοδείας.
Στις 4 Ιουνίου 2001 επανακυκλοφόρησε το «Behaviour», αυτή τη φορά ως διπλό album, που περιείχε το «Being Boring» με νέο επεξεργασμένο ήχο τόσο στη μορφή που είχε κυκλοφορήσει σε single όσο και στην extended version.
Την ίδια χρονιά, το τραγούδι εμφανίστηκε στο MTV Top 100 της Βραζιλίας, γεγονός εντυπωσιακό αν σκεφτεί κανείς ότι τον καιρό που πρωτοκυκλοφόρησε είχε απαγορευτεί η προβολή του από αυτό το κανάλι, εξαιτίας των γυμνών σκηνών αλλά και κάποιων εθνικών κανονισμών που υποχρέωνε τα μισά τραγούδια να είναι βραζιλιάνικα!
Το 2010 οι Pet Shop Boys κυκλοφόρησαν μία ζωντανή ηχογράφηση του τραγουδιού, από την O2 Arena του Λονδίνου, που περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Pandemonium».
Άλλες εκτελέσεις
Πολλοί υποστηρίζουν ότι το τραγούδι-ποδοσφαιρικός ύμνος των New Order «World In Motion», που κυκλοφόρησε επίσης το 1990, και το «Being Boring» μοιάζουν τόσο πολύ ώστε υποψιάζονται ότι υπάρχει κάποια μορφή κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας ή –τουλάχιστον- ένας από τους δύο εμπνεύστηκε από τον άλλον.
Όμως είναι σχεδόν απίθανο κάποιο από τα δύο συγκροτήματα να άκουσε το τραγούδι του άλλου, αφού τον καιρό που τα ηχογραφούσανε δεν είχε κυκλοφορήσει κανένα από τα δύο. Από την άλλη αυτό που σε κάποιον ακροατή ακούγεται ως «εντυπωσιακή ομοιότητα», σε κάποιον άλλον μπορεί να φανεί εντελώς ασύνδετο. Κατόπιν τούτου, η όποια –υποτιθέμενη ή όχι- ομοιότητα μεταξύ των δύο τραγουδιών είναι σίγουρα συμπτωματική.
Αντιθέτως, αυτό που είναι ενδιαφέρον –και διαβολικά συμπτωματικό- είναι το γεγονός ότι στο δίσκο «Very» των Pet Shop Boys και στο δίσκο «Republic» των New Order, που κυκλοφόρησαν αμφότεροι το 1993, υπήρχε ένα τραγούδι με τον ίδιο τίτλο: «Young Offender»!
Το «Being Boring» γνώρισε εκτελέσεις και από άλλους καλλιτέχνες. Το 1995 η Αυστραλή τραγουδίστρια Merril Bainbridge το μετέτρεψε σε μία γλυκιά και ακουστική κιθαριστική μπαλάντα και, με κάποιες μικρές αλλαγές στους στίχους, το συμπεριέλαβε στον πρώτο της δίσκο «The Garden». Οι αλλαγές στους στίχους άλλοτε μοιάζουν να είναι προϊόν κάποιας συνειδητής επιλογής και άλλοτε φαίνεται να έγιναν επειδή δεν τους άκουσε καλά! Άλλωστε οι Pet Shop Boys δεν δημοσιεύανε τους στίχους των τραγουδιών τους παρά μόνο από τον Σεπτέμβριο του 1996, όταν κυκλοφόρησαν το album «Bilingual».
Έτσι, ο πρώτος στίχος «I came across a cache of old photos» έγινε «I came across some casual photos», τα «In the 1920s», «In the 1970s» και «In the 1990s» έγιναν «In my 19…», το «She said» έγινε –φυσιολογικά- «He said», ενώ ο στίχος «We dressed up and fought, then thought: “Make amends”» έγινε «we dressed up and fought till thoughts made amends».
Οι μικρές αλλαγές συνεχίζουν και στα επόμενα κουπλέ. Ο στίχος «When I went I left from the station» αντιστράφηκε σε «When I left, I went to the station», κάτι που κι οι ίδιοι οι Pet Shop Boys έχουν κάνει σε κάποιες συναυλίες τους, ο στίχος «My shoes were high and I had scored» έγινε «My shoes were high, I had spores» και, τέλος, ο στίχος «Now I sit with different faces» έγινε «Now I sit in different faces».
Πέρα από τις μικρές στιχουργικές διαφορές, η εκτέλεση της Merril Bainbridge είναι μικρότερης διάρκειας από την πρωτότυπη των Pet Shop Boys, και φυσικά πολύ πιο λιτή, καθώς περιλαμβάνει μόνο φωνή και κιθάρα. Εντούτοις είναι μια όμορφη και διαφορετική εκτέλεση και τυγχάνει της αποδοχής των φίλων των Pet Shop Boys. Τον Δεκέμβριο του 1996 η εκτέλεση αυτή κυκλοφόρησε στη β’ πλευρά του single «Mouth» και έφτασε ως το Νο 51 της Μεγάλης Βρετανίας. Η ίδια η τραγουδίστρια μίλησε για την επιλογή της να τραγουδήσει το «Being Boring»:
– Η ιδέα να πω το «Being Boring» ήταν μια αυθόρμητη σκέψη. Πραγματικά μου άρεσε το τραγούδι. Στο στούντιο που τραγουδούσα ήταν κι ο κιθαρίστας Mark Domony, ο οποίος δούλευε με κάποιο συγκρότημα. Τον ρώτησα αν είχε χρόνο να ασχοληθεί με κάποια τραγούδια. Ο Mark δεν είχε ακούσει την αυθεντική εκτέλεση κι έτσι δεν ήταν επηρεασμένος από αυτή. Εγώ του έδωσα τις συγχορδίες και αμέσως ταιριάξαμε.
Την ίδια χρονιά με την Merril Bainbridge, το ουγγαρέζικο ντουέτο των Exotron (δηλαδή οι Elod Csaszar και Mark Moldvai) παρουσίασε στη Βουδαπέστη μία rave διασκευή του «Being Boring», που περιλήφθηκε στο E.P. «Mindfusion» (1996). Η αρχική τους πρόθεση ήταν να παίξουν το τραγούδι μόνο μία φορά σε μία τεράστια συναυλία rave μουσικής στη Βουδαπέστη. Αυτό ήταν περισσότερο ένα αστείο παρά κάποια σοβαρή προσπάθεια, αφού οι Exotron ήθελαν να δείξουν στους φίλους τους πόσο εύκολο είναι να κάνουν μία χαρούμενη rave διασκευή πάνω σ’ ένα καλό τραγούδι. Φυσικά αυτή η διασκευή δεν επρόκειτο να κυκλοφορήσει αλλά, παραδόξως, έγινε εκπληκτικά δημοφιλής στα τοπικά clubs. Ο τοπικός manager της EMI άκουσε το τραγούδι και μετά από κάποιες προσπάθειες –καθώς οι Exotron δεν ήταν και ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι με την ιδέα- πήρε το πράσινο φως για την κυκλοφορία του και έτσι συμπεριελήφθη στο E.P. «Mindfusion». Ο δίσκος, ο οποίος κυκλοφόρησε μόνο στην Ουγγαρία, πούλησε περίπου 7.000 αντίτυπα.
Μετά την Αυστραλή Bainbridge και τους Ούγγρους Exotron, ακολούθησαν οι Νορβηγοί Autopulver. Το 1997, οι Autopulver ηχογράφησαν τη δική τους εκτέλεση, η οποία είναι λίγο πιο μικρή σε διάρκεια από την πρωτότυπη, και αποτελεί ένα μείγμα pop και rock με ηλεκτρικές κιθάρες και λίγο αυτοσχεδιασμό στο τέλος. Η δική τους εκτέλεση συμπεριελήφθη στη δεύτερη πλευρά του single «Frisbee», το οποίο κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1997 στη Νορβηγία και 10 μήνες αργότερα στο Βέλγιο και την Ολλανδία. Τον Απρίλιο του 1999 το «Being Boring» κυκλοφόρησε σε ξεχωριστό single στο Βέλγιο και την Ολλανδία, όπου μπήκε και ως bonus track στο δίσκο των Autopulver «F-Words» (όπου οι τίτλοι όλων των τραγουδιών ξεκινούν από το γράμμα f εκτός από το «Being Boring»!). Επιπλέον, η ιστοσελίδα των Autopulver αναφέρει ότι για το τραγούδι έχει γυριστεί κι ένα video χαμηλού προϋπολογισμού.
Ο Βρετανός τραγουδοποιός Lloyd Cole, πρώην τραγουδιστής των Commotions, έχει ερμηνεύσει σε ζωντανές του εμφανίσεις το «Being Boring» με διαφορετικούς στίχους. Η εκτέλεσή του βασίζεται στην κιθάρα και μοιάζει κάπως μ’ αυτήν της Merril Bainbridge. Λέγεται ως ανέκδοτο ότι ο Cole συνάντησε τους Pet Shop Boys σ’ ένα εστιατόριο και ζήτησε από τον Neil Tennant να του γράψει τις συγχορδίες σε μία πετσέτα! Πάντως στην επίσημη ιστοσελίδα του ο Cole είπε σχετικά με τη φήμη:
– Μακάρι να είχε γίνει έτσι. Νομίζω ότι η τελευταία φορά που είδα τον Neil Tennant ήταν το 1986. Μου έδωσε ένα από αυτά τα μεγάλα φιλιά που δίνουν στο Λονδίνο οι gay στους straight και είμαι σίγουρος ότι ήταν λιγάκι σοκαριστικό για κείνη την εποχή. Πιστεύω ότι μπορεί να τον φόβισα με την αναπνοή μου που μύριζε ουίσκι…
Τον Ιούνιο του 2001 στο πλαίσιο του album-αφιέρωμα στους Pet Shop Boys «Very Introspective, Actually», κυκλοφόρησε μία εκτέλεση του «Being Boring» από τον Άγγλο μουσικό David J, πρώην μπασίστα των Bauhaus. Η δική του μινιμαλιστική προσέγγιση είναι διαφορετική από την αντίστοιχη της Bainbridge καθώς, τόσο η κιθάρα όσο και η φωνή του, δημιουργούν μία πιο μελαγχολική και σκοτεινή ατμόσφαιρα. Ήδη από την προηγούμενη χρονιά ο David J. ερμήνευε το τραγούδι στα encore των παραστάσεών του και, κατά ειρωνικό τρόπο, η δική του διασκευή είναι αυτή που κλείνει το album σαν ένα άτυπο encore…
Την ίδια χρονιά με τον David J, το πολωνέζικο ντουέτο Kismet έκανε τη δική του διασκευή στο «Being Boring», η οποία θα συμπεριλαμβανόταν σε ένα δίσκο με τίτλο «Attribute». Όμως το σχέδιο εγκαταλείφθηκε και η διασκευή έπιασε… αράχνες. Ιδιαίτερα μετά την αλλαγή του ύφους και της εικόνας του συγκροτήματος, φαντάζει απίθανη η κυκλοφορία αυτής της εκτέλεσης.
Το 2006 το σουηδικό συγκρότημα West End Girls ηχογράφησε τη δική του εκτέλεση στο «Being Boring», που συμπεριλήφθηκε στο δίσκο «Goes Petshopping», ενώ το 1999 είχαν προηγηθεί οι… East End Boys!
Άλλες εκτελέσεις έχουν ηχογραφήσει οι A.M.P., οι Harmony Studio Project, οι PS Orchestra & Synthesizers και η Boston Dance Orchestra. Επίσης, το 1991, οι Saint Etienne στο τραγούδι τους «She’s The One» χρησιμοποίησαν δείγμα από το remix που έκανε ο Marshall Jefferson στο «Being Boring» ενώ λέγεται ότι και ο ήχος της μπασογραμμής στο «Twist» των Underworld, που κυκλοφόρησε το 2002, είναι παρόμοιος με αυτόν του «Being Boring».
Καμία από τις παραπάνω εκτελέσεις δεν μπόρεσε να ξεπεράσει την αυθεντική των Pet Shop Boys. Στην πορεία του συγκροτήματος οι στίχοι του Neil Tennant έχουν καλύψει διάφορα θέματα, από ιστορικά και πολιτικά μανιφέστα μέχρι ομοφυλοφιλικά ζητήματα και προσωπικές εξομολογήσεις. Και αναμφισβήτητα οι στίχοι του είναι σχεδόν πάντα εξαιρετικοί. Είναι δύσκολο να βρεις ένα τραγούδι των Pet Shop Boys, του οποίου οι στίχοι να αφήνουν αδιάφορο τον ακροατή. Είναι σχεδόν πάντα συγκινητικοί, ευφυείς, διαχρονικοί και –προπαντός- προκαλούν τη σκέψη μας.
Το «Being Boring» δεν αποτελεί εξαίρεση. Το νοσταλγικό αυτό τραγούδι αποτελεί μία στοχαστική αντανάκλαση της νεολαίας και της ωριμότητας που φέρνει ο χρόνος και μία αιχμηρή ματιά στην μετά-AIDS κοινωνία. Μιλάει για τον άνθρωπο που κοιτάζει πίσω στο παρελθόν και σκέφτεται τη διαδρομή του και ό,τι περιελάμβανε αυτό το ταξίδι μέσα στο χρόνο: όλα τα σχέδιά του, επιτεύγματα και απώλειες, θριάμβους και αποτυχίες. Αναπόφευκτα, το τραγούδι σε οδηγεί σε αναμνήσεις προσώπων και γεγονότων από το παρελθόν. Στην ουσία πρόκειται για ένα κυνήγι όχι θησαυρών αλλά ξεχασμένων αναμνήσεων. Τα νιάτα, η απώλεια της αθωότητας και η εξερεύνηση του εαυτού μας είναι τα θέματα που θίγει ο Neil Tennant και που πολύ εύστοχα μέσα από τα προσωπικά του βιώματα αντανακλά τις δικές μας ζωές, τα όνειρα που είχαμε από παιδιά και ό,τι κάναμε και δεν κάναμε στο διάβα της ζωής μας. Υπό αυτή την έννοια το «Being Boring» μετατρέπει μία απαρηγόρητη απώλεια σε μία θαυμάσια και μαγική μουσική περιπέτεια -όπως άλλωστε είναι κι η ίδια η ζωή.
Κωνσταντίνος Παυλικιάνης