Είδαμε την Ελένη Τσαλιγοπούλου «Τα – ρι – ρα» στο Άλσος Βεϊκου!
Μια καλοδεχούμενη περιπέτεια ήταν η έξοδός μας. Πρώτη φορά βρεθήκαμε στο Γαλάτσι, σ’ αυτόν τον υπέροχο πράσινο πνεύμονα. Φιλική η ατμόσφαιρα από την είσοδο ακόμα. Ευγενικοί κι εξυπηρετικοί οι επί της οργάνωσης. Θα’ χω να το λέω! Κι η θέα… καταπληκτική.
Στον απόηχο της συναυλίας της στην αρχή του καλοκαιριού στο Λυκαβηττό, που όπως μάθαμε άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις, για όλους εμάς που δεν καταφέραμε να βρεθούμε στον πιο γνωστό λόφο της Αθήνας, ήρθε λίγο μετά τις 9 μμ στη σκηνή. Ο φωτισμός, ζεστός, απαλός, έντυσε εκείνη και την παρέα των μουσικών που τη συνοδεύουν σε γλυκό κόκκινο. Φορώντας ένα δαντελο-μπρίρμπιλο μακρύ φόρεμα (λευκό και μαύρο), αέρινη φάνταζε κι έμοιαζε – θαρρείς – νεράιδα!
Ξεκίνησε παρουσιάζοντάς μας κάποια από τα καινούργια της τραγούδια, συνθέσεις δικές της σε λόγια αγαπημένων της φίλων. 25 χρόνια μετά την πρώτη της δισκογραφική δουλειά, έρχεται να μας ξανασυστηθεί με καινούργια διάθεση, καινούργια παρέα, με τραγούδια δικά της. Μου άρεσε που είτε πριν είτε μετά από κάθε νέο τραγούδι έδινε πληροφορίες για τον στιχουργό. Ποιος έγραψε τι και γιατί. Ένα μπουκέτο λουλούδια το τελευταίο άλμπουμ της, καθένα με τη δική του ευωδιά. Οι Νίκος Πορτοκάλογλου, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Παύλος Παυλίδης, Νίκος Ζούδιαρης, Θοδωρής Γκόνης, Νίκος Μωραίτης, Vassilikos, Φοίβος Δεληβοριάς γέμισαν το μπουκέτο αυτό αρώματα. Ξεχωρίσαμε τα «Χρώματα», τις «Σκιές» και το «Όνειρο».
Φρέσκος ο ήχος, δροσερός, πολύ νεανικός. Την θαυμάσαμε! Γιατί να το κρύψουμε? Όχι μόνο για τον ρόλο της συνθέτριας – μας ξάφνιασε πολύ ευχάριστα – αλλά και για τον τρόπο που δείχνει να αντιμετωπίζει πια τη ζωή : με χαμόγελο κι αισιοδοξία. Άλλη ματιά.
Τετάρτη βράδυ ταξιδέψαμε ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο, το καινούργιο και το παλιό. «Σώπα κι άκουσε» μας τραγούδησε απαλά, σε στίχους Θοδ. Γκόνη, θυμίζοντάς μας το ξεκίνημά της. Χωρίς να ξεχνά την καταγωγή της μας χάρισε (a capela παρακαλώ…) «Της Νάουσας το κάστρο». Το χειροκρότημα ήταν θερμό! Χορεύοντας και χαμογελώντας, σαν κοριτσάκι, προχωρούσε από τραγούδι σε τραγούδι, κι εμείς μαζί της. Στα ρεφρέν η χορωδία ήταν εκεί : ο κόσμος κάθε ηλικίας. Σ’ όλα της τα τραγούδια παρατηρήσαμε όμορφες αλλαγές. Διασκευές, διαφορετικές ενορχηστρώσεις, άλλη οπτική γωνία. Μας άρεσαν ιδιαίτερα «Τα παιδιά του δρόμου» στο νέο τους «ντύσιμο». Πιο νεανική ενορχήστρωση, πιο καλοκαιρινή. Επίσης πολύ ξεχωριστή στιγμή ήταν η ερμηνεία του «Πιάσε με» με συνοδεία μόνο κιθάρας, αφιερωμένο – και πάλι – μόνο στις κοπέλες, στις μανάδες και τις κόρες.
Μοναδική οικοδέσποινα της βραδιάς, παρέμεινε στην σκηνή από την αρχή ως το τέλος κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον μας. Φυσικά δεν της χαλάσαμε το χατίρι όταν ζήτησε να κρατήσουμε ρυθμό σε παλιά λαϊκά τραγούδια.
Κι εκείνη όμως, έκανε το χατίρι των θεατών κι αφιέρωσε ένα μέρος του προγράμματός της σε Σμυρνέϊκα και τραγούδια από την Πόλη όταν της ζητήθηκε. «Καίγομαι και σιγολιώνω… και για σένα μαραζώνω…» τραγούδησε κι ήταν σαν να νιώθουμε κι εμείς τις φλόγες στο κορμί της. Πάνω στην ώρα κατέφτασε κι ο «Ντόκτορ»! Αμάν Ντόκτορ!
Σ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας παρέμειναν στη θέση τους, συνοδεύοντας την Ελένη Τσαλιγοπούλου με κάθε νότα τους και κάθε ακόρντο, με δεξιοτεχνία ζηλευτή, οι μουσικοί : Βαγγέλης Καλαμάρας (τύμπανα), Χάρης Κελλάρης (μπάσο), Σπύρος Χατζηκωνσταντίνου (κιθάρα), Άρης Χατζησταύρου (κιθάρα) και Δημήτρης Μυστακίδης (μαντολίνο και τζουρά). Μας τους παρουσίασε η ίδια χωρίς να ξεχάσει να αναφέρει τους τεχνικούς της βραδιάς. Στον ήχο ο Παναγιώτης Ριζόφιλος, ο Ηλίας Τριτάρης και η Χαρίκλεια Αδαμοπούλο, στα φώτα ο Ζακ Χαραλάμπους.
Όταν η ώρα έφτασε 12 σχεδόν τα μεσάνυχτα, δεν πίστευα το ρολόι μου! Η συναυλία έφτανε στο τέλος της κι εγώ ήθελα να κρατήσει λίγο ακόμα. Λίγο ακόμα.