Συνέντευξη: Νίκος Πορτοκάλογλου – Φίλιππος Πλιάτσικας
Δύο από τους σημαντικότερους δημιουργούς του ελληνικού τραγουδιού, ο Νίκος Πορτοκάλογλου και ο Φίλιππος Πλιάτσικας ενώνουν για πρώτη φορά τις φωνές και τα τραγούδια τους με αφορμή τις εμφανίσεις τους στο Gazoo (Πειραιώς 102-104). Καλύτερο λόγο δεν θα μπορούσαμε να βρούμε για να τους ενώσουμε και σε μία… συνέντευξη με πολύ γέλιο και δάκρυ!
Πότε ξεκινάνε οι εμφανίσεις σας;
Φ.Π.: Ξεκινάμε το Σάββατο στις 3 Νοεμβρίου. Οι μουσικοί επί σκηνής είναι ο Μιχάλης Καλκάνης στο μπάσο, ο Αλέξης Αποστολάκης στα τύμπανα, ο Γιώργος Θεοδωρόπουλος στα πλήκτρα και στ’ ακορντεόν, ο Μιχάλης Βρέττας στο βιολί και στα φωνητικά, ο Περικλής Μαθιέλλης στα φώτα και ο Νίκος Παππάς στον ήχο.
Ν.Π.: Κι εμείς στις κιθάρες.
Θα υπάρχουν άλλοι τραγουδιστές στο πρόγραμμα ή όχι;
Φ.Π.: Ο κόσμος θα ‘ναι οι τραγουδιστές!
«Από τους τραγουδοποιούς της δικιάς μας γενιάς ίσως να είμαστε πιο κοντά στο λαϊκό τραγούδι από άλλους…»
Τι θα περιλαμβάνει αυτό το πρόγραμμα; Το ρωτάω γιατί ο καθένας από σας έχει και μία ιστορία πίσω του πριν κάνει σόλο καριέρα. Φατμέ από τη μία, Πυξ Λαξ από την άλλη. Συνεπώς το εν δυνάμει ρεπερτόριο είναι τεράστιο.
Ν.Π.: Η ιδέα είναι ότι κάνουμε ένα καινούργιο συγκρότημα -δεν έχουμε βρει ακόμα όνομα, γι’ αυτό και βάλαμε απλώς τα ονόματά μας προς το παρόν- με το οποίο συγκρότημα παίζουμε τα τραγούδια των Φατμέ, των Πυξ Λαξ και τα προσωπικά μας, σε μία νέα σύνθεση, με νέες ενορχηστρώσεις, με καινούργιο ήχο και μάλιστα μερικά από τα τραγούδια έχουνε δέσει μεταξύ τους. Ας πούμε ένα τραγούδι του Φίλιππου κι ένα τραγούδι δικό μου έχουνε γίνει ένα καινούργιο τραγούδι. Έχουνε γίνει διάφορα τέτοια δεσίματα. Το είδαμε από την αρχή σαν συνάντηση με όλη τη σημασία της λέξεως. Στο 90% της παράστασης είμαστε όλοι στη σκηνή. Τα προσωπικά μέρη του καθενός είναι πολύ μικρά.
Παρ’ όλα αυτά το πρόγραμμα δεν μπορεί να χωρέσει όλα τα τραγούδια.
Ν.Π.: Προσπαθήσαμε αλλά δεν μας βγήκε με τίποτα (γέλια)!
Υπάρχουν τραγούδια για τα οποία στεναχωρηθήκατε που μείνανε απ’ έξω;
Φ.Π.: Αν μιλήσω για τον εαυτό μου, όχι, εγώ δεν στεναχωρήθηκα. Κάποια τραγούδια αναγκαστικά θα μένανε απ’ έξω.
Ν.Π.: Από τα τραγούδια που τα λες χρόνια κάποια είναι καλό και να ξεκουράζονται λίγο.
Φ.Π.: Χαρήκαμε γι’ αυτά που μπήκανε μέσα! (γέλια)
«Εμείς είμαστε παιδιά των group κι αυτό κάνουμε και τώρα: φτιάξαμε ένα καινούργιο group…»
Έχετε δώσει ο καθένας σας πάμπολλες συναυλίες, παραστάσεις κ.λπ. Υπάρχουν τραγούδια τα οποία, ενώ ήταν αποκλεισμένα, τώρα τα επαναπροσδιορίσατε;
Ν.Π.: Κοίτα, γενικά αυτό μας βγήκε αυθόρμητα. Το πρόγραμμα στήθηκε ουσιαστικά με τις κιθάρες μας. Οι δυο μας βρισκόμασταν και τραγουδούσαμε ο ένας τα τραγούδια του άλλου, τα μπλέκαμε, ο ένας πετούσε στον άλλον ιδέα για το ποιο τραγούδι να μπει κ.λπ. Αυτό που βγήκε αυθόρμητα είναι μία συλλογή από τα πιο γνωστά μας τραγούδια. Αυτή ήταν η ανάγκη μας, να κάνουμε ένα είδος πάρτι, να γιορτάσουμε τη συνάντησή μας και να τη γιορτάσουμε μαζί με τον κόσμο.
Φ.Π.: Θα πούμε τραγούδια και από τα δύο συγκροτήματα που ήμασταν. Θα υπάρχουν κιόλας ενότητες και “μπλεξίματα”. Είναι τραγούδια από το 1982 έως το 2012.
«Αποφασίσαμε να μην παίξει ο καθένας τα δικά του τραγούδια και στο τέλος τρία όλοι μαζί κι άντε γεια. Στο 90% του προγράμματος είμαστε κι οι δύο στη σκηνή και λέμε ο ένας τα τραγούδια του άλλου…»
Και οι δύο έχετε αυτό το κοινό στοιχείο. Ξεκινήσατε από ένα συγκρότημα, με μία δεκαετία σχεδόν διαφορά, και μετά ακολουθήσατε σόλο καριέρα. Πιο δύσκολος είναι ο μοναχικός δρόμος ή όταν είσαι σ’ ένα συγκρότημα;
Φ.Π.: Έχουν δυσκολίες και οι δύο δρόμοι. Διαφορετικού τύπου αλλά νομίζω πολλές φορές ότι είναι του ιδίου μεγέθους. Δηλαδή, η κοινή πορεία με κάποιους ανθρώπους είναι φοβερά δελεαστική. Εμείς είμαστε παιδιά των group έτσι κι αλλιώς, κι αυτό κάνουμε και τώρα: φτιάξαμε ένα καινούργιο group. Από την άλλη μεριά έχει αυτόν τον καθημερινό αγώνα που έχουνε οι σχέσεις γενικότερα.
Ν.Π.: Είναι σαν τον γάμο λοιπόν…
Φ.Π.: Ναι, είναι σαν τον γάμο. Έχουν τη δυσκολία ότι δεν μπορείς να σου τη βαρέσει κάτι στο κεφάλι και να πεις “αυτό δεν το κάνω”. Δηλαδή βρισκόμαστε εγώ με το Νίκο και παίζουμε κιθάρες στο Πήλιο, γιατί έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μας, και γουστάρω να παίξουμε μαζί. Εάν ήμασταν μέλη μιας μπάντας, δεν θα σήμαινε ότι επειδή εμείς οι δύο γουστάραμε να παίξουμε, θα παίζαμε κιόλας. Θα έπρεπε να γίνει μία σμίλευση απόψεων και με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, που αυτό το κάνει δελεαστικό και όμορφο και ταυτόχρονα βραδυφλεγές. Απ’ την άλλη μεριά στις μπάντες, τουλάχιστον στη δικιά μου περίπτωση, υπάρχει αυτό το υπέροχο ότι ενώνονται χαρακτήρες, και ειδικά όταν είναι και έντονοι χαρακτήρες ακόμα καλύτερα, και βγαίνει ένα τελικό αποτέλεσμα, το οποίο δεν μπορείς με τίποτα να το βγάλεις μόνος σου.
Ν.Π.: Δίνει φοβερή δύναμη.
Φ.Π.: Στη μοναχική πορεία έχεις το καλό ότι παίρνεις μόνος σου τις αποφάσεις και κάνεις ό,τι στη βαρέσει στο κεφάλι. Αυτό που λέει ο πατέρας μου: “μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα”. Από την άλλη έχεις την ανάγκη, καλή ώρα όπως φέτος, να βρεθείς και μ’ έναν άλλον άνθρωπο, να σου πει μια άλλη ιδέα, μια κουβέντα…
Ν.Π.: Όπως γίνεται και στη ζωή. Όταν είσαι παντρεμένος λες “ρε γαμώτο, ωραία θα ‘ταν να ‘μουνα μόνος μου” και όταν είσαι μόνος σου λες…
Φ.Π.: “Μαλ…α έκανα!” (γέλια!)
«Όταν είσαι παντρεμένος λες “ρε γαμώτο, ωραία θα ‘ταν να ‘μουνα μόνος μου” και όταν είσαι μόνος σου λες… “Μαλ…α έκανα!”»
Έχετε κάνει πάρα πολλές συνεργασίες αλλά δεν θυμάμαι να είχατε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν…
Ν.Π.: Γι’ αυτό το τονίζουμε. Λέμε “για πρώτη φορά”.
Φ.Π.: Ξέρεις τί θυμήθηκα τώρα; Ίσως να ‘χα ανέβει μία φορά στο Ποτάμι, την εποχή που παίζαμε με τον Αράπη και τον Κλέωνα, και να ‘χα πει τον… αλλά τώρα έχω κάψει και φλάντζα οπότε μπορεί και να θυμάμαι λάθος.
Ν.Π.: Μπορεί να είχα ανέβει μια φορά στο Ποτάμι να σας δω…
Φ.Π.: Πάντως στην ουσία είναι η πρώτη φορά που είμαστε μαζί. Αν έχουμε βρεθεί μαζί στη σκηνή, θα έχουμε βρεθεί για ενάμισι λεπτό.
Ποιός ήταν αυτός που έκανε το πρώτο βήμα; Ο Νίκος πήρε τηλέφωνο τον Φίλιππο ή ο Φίλιππος τον Νίκο;
Φ.Π.: Στην πραγματικότητα ήταν ο… Τάκης! (γέλια)
Ν.Π.: Εγώ προσπαθώ να θυμηθώ τώρα…
Φ.Π.: Μας πήρε ένας κοινός φίλος για άλλο χώρο…
Ν.Π.: Ναι, ένας φίλος πέταξε την ιδέα. Εμείς βέβαια τα τελευταία χρόνια είμαστε “συγχωριανοί”. Έχουμε σπίτια στο ίδιο χωριό στο Πήλιο. Εκεί βρισκόμασταν τα καλοκαίρια στη θάλασσα ή σε μια ταβέρνα ή στο σπίτι για φαγητό κι είχαμε πει εδώ και κάτι χρόνια ότι κάποια στιγμή να παίξουμε μαζί βρε παιδί μου. Αλλά μια ο ένας έκανε το δίσκο του, ο άλλος έκανε μια συνεργασία, και φέτος προέκυψε. Φέτος βρεθήκαμε εκεί, πήραμε τις κιθάρες, παίξαμε και αισθανθήκαμε ότι τώρα είναι η στιγμή.
Φ.Π.: Τα πράγματα πρέπει να γίνονται στο χρόνο τους. Δεν πρέπει να τα βιάζεις.
«Έχουμε σπίτια στο ίδιο χωριό στο Πήλιο. Εκεί βρισκόμασταν τα καλοκαίρια στη θάλασσα ή σε μια ταβέρνα ή στο σπίτι για φαγητό κι είχαμε πει εδώ και κάτι χρόνια ότι κάποια στιγμή να παίξουμε μαζί βρε παιδί μου…»
Αυτή η συνεργασία έγινε αποκλειστικά με παράγοντα το καλλιτεχνικό κριτήριο ή έπαιξε ρόλο και η κρίση;
Ν.Π.: Κανείς από τους δυο μας δεν θα έκανε μία συνεργασία για να λύσει το οικονομικό του πρόβλημα ούτε για να αποδείξει κάτι. Δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα.
Δεν το λέω μ’ αυτή την έννοια. Αλλά με την έννοια ότι είναι πιο δελεαστικό για τον κόσμο να πάει να δει δύο ονόματα αντί για ένα. Βλέπουμε και τραγουδιστές που κάποτε κρατάγανε ένα μαγαζί μόνοι τους, να συνεργάζονται τώρα με άλλους.
Ν.Π.: Αυτό σαν ιδέα είναι κάτι που μας το λένε και οι μάνατζέρ μας κάθε χρόνο. Μας λένε “παιδιά, μια συνεργασία είναι πάντα καλή”. Δεν θέλεις όμως πάντα να το κάνεις. Δεν έχεις τους λόγους να το κάνεις. Ή μπορεί να κουβεντιάσεις με κάποιον αλλά να βλέπεις ότι δεν σου βγαίνει. Εδώ πέρα βγήκε επειδή βρεθήκαμε, τραγουδήσαμε, είδαμε ότι λέγοντας τα τραγούδια μας βγαίνει κάτι εντελώς αυθόρμητα, κάτι πηγαίο και πολύ δυνατό κι έτσι προχωρήσαμε, φτιάξαμε τη μπάντα κι αρχίσαμε τις πρόβες. Δηλαδή έγινε πολύ γρήγορα όλο αυτό το πράγμα. Σεπτέμβριο τελειώσαμε τις συναυλίες που είχε ο καθένας μόνος του κι αρχίσαμε κατ’ ευθείαν πρόβες.
Μιας και αναφερθήκατε στη σύσταση της μπάντας. Να υποθέσω ότι θα υπάρξει και κάποια δισκογραφική συνέχεια στη συνεργασία αυτή;
Φ.Π.: Έχεις πάει πολύ μακριά! (γέλια)
Ν.Π.: Εδώ προσπαθούμε ακόμα να μάθουμε τα παλιά! (γέλια) Έχει πολύ δουλειά αυτό. Ξέρεις, έρχεται ο κόσμος και βλέπει δύο καλλιτέχνες να συνεργάζονται και να παίζουν τα τραγούδια τους και νομίζει ότι είναι απλό. Θέλει πολύ δουλειά.
Φ.Π.: Αποφασίσαμε να μην παίξει ο καθένας τα δικά του τραγούδια και στο τέλος τρία όλοι μαζί κι άντε γεια. Το ‘πε κι ο Νίκος πριν. Στο 90% του προγράμματος είμαστε κι οι δύο στη σκηνή και λέμε ο ένας τα τραγούδια του άλλου. Αυτό είναι πολύ δουλειά. Μόνο τα λόγια να κάτσεις να μάθεις και ειδικά άνθρωποι σαν κι εμάς που έχουν κάψει και λίγο φλάντζα…
Ν.Π.: Παρεμπιπτόντως, είναι τρομερή άσκηση για το αλτσχάιμερ το να μαθαίνεις να αποστηθίζεις λόγια. Διάβασα κάπου ότι πρέπει να μαθαίνεις ένα τετράστιχο κάθε μέρα.
Φ.Π.: Οπότε είμαστε σε καλό δρόμο.
Ν.Π.: Ναι, εμείς μαθαίνουμε τέσσερα τετράστιχα κάθε μέρα.
«Έρχεται ο κόσμος και βλέπει δύο καλλιτέχνες να συνεργάζονται και να παίζουν τα τραγούδια τους και νομίζει ότι είναι απλό. Θέλει πολύ δουλειά!»
Φίλιππε, ποια τραγούδια του Νίκου Πορτοκάλογλου ξεχωρίζεις; Αυτά που θεωρείς ότι είναι τα κορυφαία του;
Ν.Π.: Είναι αυτά που τραγουδάει.
Φ.Π.: Είναι πολλά τραγούδια του Νίκου. Είναι μια σχολή που είναι αυτό που λένε “τα ετερώνυμα έλκονται”. Θεωρώ ότι ένα από τα θετικά αυτής της συνεργασίας, τουλάχιστον για μένα και μπορεί να είναι και για τον κόσμο, είναι ότι έρχονται δύο διαφορετικοί κόσμοι για πρώτη φορά σ’ επαφή. Μπορεί να έχουμε σαφώς μία κοινή αισθητική παρέμβαση, αλλά ήτανε τελείως διαφορετικός ο τρόπος που γράφαμε και με τη μπάντα και προσωπικά από τον τρόπο που γράφανε οι Φατμέ και ο Νίκος.
Οπότε πάρα πολλά τραγούδια του Νίκου εμένα με τραβούσανε πολύ γιατί ήτανε ένας άλλος κόσμος. Πάντοτε κάποια τραγούδια μού δημιουργούσαν την απορία “γίνεται κι έτσι;”. Αυτό μ’ αρέσει πάντα. Αυτό με τραβάει. Κι έτσι είναι πολλά τα τραγούδια. Από μπαλάντες, όπως είναι τα “Ψέματα” και το “Πότε Θα Σε Βαρεθώ”, μέχρι μπιτάτα τραγούδια, “Ο Ταχυδρόμος”, η “Δίψα”, το “Ταξίδι” απ’ τους Φατμέ… Και τα λέω στο πρόγραμμα ωραία.
Ν.Π.: Τα λέει επικίνδυνα ωραία! Θ’ αρχίζουν να μου λένε “κάτσε να τα πει κάποιος άλλος”! (γέλια)
Εσύ Νίκο, ποιά από τα τραγούδια που έγραψε ο Φίλιππος “ζηλεύεις” με την καλή έννοια βέβαια;
Ν.Π.: Ένα από τα πρώτα που του είπα ότι ήθελα να πω ήταν το “Υπάρχουν Χρυσόψαρα Εδώ;”. Επίσης, το “Μοναξιά Μου Όλα”, “Οι Παλιές Αγάπες Πάνε Στον Παράδεισο”, αν και δεν μ’ άφησε να το πω, μόνο ένα μικρό μέρος μού άφησε.
Φ.Π.: Ψέματα λέει! Του έδωσα όλο το τραγούδι αλλά δεν μπορεί να μάθει τα λόγια! (γέλια)
Ν.Π.: Μα… είναι σαν τη “Θεία Κωμωδία”!
Φ.Π.: Ο Eric Burdon (σ.σ. των Animals) είχε έρθει να πει το κομμάτι στ’ αγγλικά -είχαμε κάνει μία μετάφραση όσο μπορούσαμε- κι ήτανε στο στούντιο κι έκανε 5 ώρες να πει εκείνο το δεύτερο μέρος του πρώτου κουπλέ, που είχε ένα λογύδριο ας πούμε, και κάποια στιγμή βγαίνει έξω και λέει: “ποιος πού… έχει γράψει αυτό το τραγούδι;”. Του λέει ο Μάνος Ξυδούς “αυτός!” και μου λέει ο Burdon: “Πρέπει να πίνεις mother f@cker πάρα πολύ LSD!” (πολλά γέλια)
«Όταν βγήκε το “Κλείσε Τα Μάτια” ερχόταν πολύς κόσμος και μου ‘λεγε: “πρέπει να γράφεις λαϊκά τραγούδια, τι κάθεσαι κι ασχολείσαι με άλλα”…»
Πάνω σ’ αυτή τη συνεργασία, έχεις μάθει Φίλιππε κάτι από το Νίκο;
Φ.Π.: Αυτό που ρωτάς είναι το ζητούμενο στις συνεργασίες. Το ‘πε κι ο Νίκος πριν αλλά εγώ θα είμαι ακόμα πιο καταφατικός,. Δεν υπάρχει κανένας άλλος λόγος για ανθρώπους σαν κι εμάς να κάνουνε συνεργασίες. Μόνο τέτοιου τύπου λόγοι μπορούν να σε κάνουν να συνεργαστείς. Να αισθάνεσαι, δηλαδή, ότι με τον άλλον θα εξελιχθείς. Με το να έρχεσαι σε επαφή μ’ έναν άλλον άνθρωπο, να αισθάνεσαι ότι μέσα από αυτή τη συνάντηση θα εξελιχθείς και σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης. Αλλιώς δεν υπάρχει λόγος. Εγώ και σε συνεργασίες που κάνω με μικρότερους σε ηλικία, που τους ρίχνω και 15 χρόνια, το κάνω για τον ίδιο λόγο. Ότι αισθάνομαι πως θα μάθω μερικά πράγματα και θα εξελιχθώ.
Το ίδιο ακριβώς μου είχε πει και ο Νίκος σε μία άλλη συνέντευξη που μου είχε δώσει με αφορμή την κυκλοφορία του “Ίσως”.
Ν.Π.: Μα ο καλός ο δάσκαλος είναι αυτός που ξέρει να μαθαίνει. Είμαστε και δάσκαλοι και μαθητές εδώ. Έπειτα… κάτι ήθελα να πω σε σχέση μ’ αυτό που είπε ο Φίλιππος αλλά η άσκηση για το αλτσχάιμερ νομίζω ότι δε με βοήθησε (γέλια).
Δεν έχουμε πει ποιες μέρες θα παίζετε.
Φ.Π.: Θα παίζουμε κάθε Σάββατο. Ξεκινάμε για 10 παραστάσεις.
Ν.Π.: Είμαστε φειδωλοί…
Για τη συνέχεια προβλέπονται εμφανίσεις και εκτός Αθηνών;
Φ.Π.: Βέβαια. Θα παίξουμε στη Θεσσαλονίκη και σ’ άλλες πόλεις της Ελλάδας. Καλά να ‘μαστε και υγιείς και θα… βαράμε. Θα παίζουμε rock ‘n’ roll.
Θα σας κάνω μία ερώτηση επιστημονικής φαντασίας. Ας υποθέσουμε ότι επαληθεύεται η πρόβλεψη των Μάγιας για την καταστροφή του κόσμου και σας πει κάποιος ότι θα δημιουργηθεί μία μουσική κιβωτός όπου θα μπορείτε να σώσετε μόνο τρία τραγούδια. Ποια τραγούδια θα σώζατε;
Φ.Π.: Παναγιά μου! Εδώ δεν μπορέσανε οι Μάγιας να προβλέψουνε τη δική τους καταστροφή! Τους έφαγε ένας τυχοδιώκτης με μια καραμπίνα…
Ν.Π.: Άσε, μην πιάσουμε τέτοια κουβέντα γιατί τότε δεν θα σκεφτούμε τραγούδια αλλά ανθρώπους.
«Το θέμα είναι ότι μέχρι να περάσει η κρίση, εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε. Και να ζούμε αληθινά. Να ζεις χωρίς χαρά δεν γίνεται. Η μουσική, οι φίλοι και η οικογένειά μας είναι καλά αντικαταθλιπτικά…»
Ε, μα γι’ αυτό είπα “μουσική κιβωτός”.
Ν.Π.: Και θα έσωζε ο καθένας δικά του τραγούδια;
Φ.Π.: Κατ’ αρχάς δεν θα βάζαμε δικά μας. Εγώ θα έβαζα τρία τραγούδια των Pink Floyd.
Ν.Π.: Και τα τρία; Μόνο Pink Floyd;
Φ.Π.: Μόνο! (γέλια) Τρία όποια να ‘ναι. Θα ‘παιρνα σίγουρα ένα από το “The Wall”, ένα από το “The Division Bell” κι ένα από τη ψυχεδελική τους φάση, ίσως από το “Ummagumma”.
Ν.Π.: Εμένα το πρώτο που μου ήρθε είναι να έβαζα τρία τραγούδια των Beatles, αλλά να σώσουμε και κανένα ελληνικό τραγούδι. Οπότε θα αναλάβω εγώ τα ελληνικά. Θα έβαζα ένα… ή μάλλον τρία του Τσιτσάνη.
Μια και που ανέφερες το όνομα του Τσιτσάνη, και οι δυο σας έχετε γράψει και λαϊκά τραγούδια. Δεν είναι βέβαια το είδος του τραγουδιού που σας χαρακτηρίζει, αλλά έχετε σκεφτεί να φλερτάρετε πιο έντονα με το λαϊκό τραγούδι;
Φ.Π.: Πιο έντονα… θα ήτανε βιασμός! (γέλια) Νομίζω ότι έχουμε ερωτοτροπήσει. Έχουμε φύγει από το φλερτ κι έχουμε πάει σε άλλα επίπεδα. Και φαίνεται ότι έχουμε πολύ έντονη σχέση με το λαϊκό τραγούδι. Σ’ αυτό μπορώ να μιλήσω εξ ονόματος και των δύο. Από τους τραγουδοποιούς της δικιάς μας γενιάς ίσως να είμαστε πιο κοντά στο λαϊκό τραγούδι από άλλους. Οι Πυξ Λαξ, ας πούμε, έχουνε βγάλει τραγούδια όπως το “Λένε Για Μένα”, “Άστην Να Λέει”, το “Μπορεί”, το “Γιατί”, το “Δεν Θα Δακρύσω Πια Για Σένα”… Αυτό δεν λέγεται φλερτάρισμα, αλλιώς λέγεται αλλά δεν μπορώ να το πω τώρα (γέλια)! Το λαϊκό τραγούδι δεν έχει σχέση με την ενορχήστρωση και με το ποιο όργανο παίζεται. Το λαϊκό τραγούδι, με την ευρεία έννοια του όρου, είναι το τραγούδι που μπορεί να τραγουδηθεί απ’ όλο τον κόσμο.
Ν.Π.: Απ’ αυτή την άποψη, όλα τα τραγούδια που θα παίξουμε εδώ είναι λαϊκά.
Αυτό είναι βέβαια με την αγγλική έννοια του όρου “popular”.
Ν.Π.: Ναι. Άμα τώρα το πάρουμε σαν φόρμα κι εγώ είμαι της ίδιας σχολής. Έχω γράψει μερικά που είναι αμιγώς λαϊκά, τα οποία ήταν όμως περισσότερο γραμμένα για ταινίες.
Όπως το “Κλείσε Τα Μάτια” που είναι ζεϊμπέκικο.
Ν.Π.: Ακριβώς. Αυτά τα τραγούδια τα ενορχήστρωσα έτσι γιατί αναφερόντουσαν και σε μία άλλη εποχή. Αυτό είναι το ωραίο με τις ταινίες. Λειτουργεί σαν παραγγελία. Ας πούμε ο Βούλγαρης μου ζήτησε να γράψω ένα τραγούδι της εποχής του ’50-’60, οπότε μου έδωσε μία ευκαιρία να αποδώσω φόρο τιμής στους λαϊκούς συνθέτες που αγαπάω από εκείνη την εποχή. Τον Τσιτσάνη περισσότερο.
Παρόλα αυτά η μουσική του “Κλείσε Τα Μάτια” παραπέμπει περισσότερο στο “Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας” του Μάνου Λοΐζου.
Ν.Π.: Η εισαγωγή του μόνο. Η μελωδική του γραμμή είναι Τσιτσάνης εντελώς. Κάποια στιγμή κατάλαβα εκ των υστέρων ότι το ρεφρέν μοιάζει με το “Σαν Απόκληρος Γυρίζω” του Τσιτσάνη. Όταν βγήκε το “Κλείσε Τα Μάτια” ερχόταν πολύς κόσμος και μου ‘λεγε: “πρέπει να γράφεις λαϊκά τραγούδια, τι κάθεσαι κι ασχολείσαι με άλλα”. Καλά ρε παιδιά εντάξει. Τι να γίνω, νεορεμπέτης ας πούμε;
Είχατε πει και το “Είδα Τα Μάτια Σου Κλαμμένα” που είχε ερμηνεύσει ο Μιχάλης Μενιδιάτης.
Ν.Π.: Αυτό ήταν το αντίθετο. Δηλαδή ήταν ένα λαϊκό τραγούδι που το ενορχηστρώσαμε με τους Φατμέ ηλεκτρικά.
Φίλιππε, και το “Μοναξιά Μου Όλα” είχε γραφτεί για κινηματογραφική ταινία, έτσι δεν είναι; Έχετε τελικά πολλά κοινά σημεία οι δυο σας.
Φ.Π.: Ναι. Έχουμε πολλά κοινά που δεν τα φανταζόμασταν κιόλας και τα βρίσκουμε στην πορεία. Το “Μοναξιά Μου Όλα”, που το έφερες σαν παράδειγμα, είναι στηριγμένο στην παραδοσιακή μουσική και ειδικότερα στα ηπειρώτικα τραγούδια. Γιατί έχουμε και μ’ αυτή τη μουσική μια πολύ έντονη σχέση.
Γι’ αυτό κι έγινε η επιλογή της συμμετοχής του Μάκη Χριστοδουλόπουλου στην πρώτη εκτέλεση;
Ν.Π.: Αυτό αν είχε ενορχηστρωθεί παραδοσιακά…
Φ.Π.:… θα ήταν ηπειρώτικο τραγούδι. Ο Χριστοδουλόπουλος, δεν το ξέρουν πάρα πολλοί, έχει μία εκπληκτική ικανότητα στον αυτοσχεδιασμό, στα μοιρολόγια…
Ν.Π.: Γιατί παίζει και κλαρίνο.
Φ.Π.: Ναι. Και μπορεί να το κάνει και με το στόμα αυτό! Δηλαδή αυτό που παίζει με το κλαρίνο, μπορεί να το κάνει και με σφύριγμα από το στόμα. Και υπάρχουν και τέτοια track (ηχογραφήσεις) στο “Μοναξιά Μου Όλα”, αλλά δεν μπορούσαμε να τα βάλουμε όλα. Έκανε 15 track ας πούμε. Το ωραίο θα ήταν να κάνεις ένα δίσκο με τα track που δεν μπήκαν ποτέ σε δίσκο.
Κάτι ήθελα να ρωτήσω τώρα αλλά το ξέχασα. Μάλλον θα πρέπει να εφαρμόσω κι εγώ τη μέθοδο των τετράστιχων…
(γέλια)
Φ.Π.: Το σεξ βοηθάει στη μνήμη; Ή χάνεις μνήμη από το σεξ; Λένε ότι άμα είναι καλό ξεχνάς και τ’ όνομά σου! (γέλια) Εγώ δεν…
Ν.Π.: Δεν ασχολείσαι, ε; (γέλια)
Στο πρόγραμμά σας θα ερμηνεύσετε τραγούδια άλλων καλλιτεχνών;
Ν.Π.: Μια-δυο πινελιές μόνο, σαν αναφορές. Το σκεφτόμασταν να κάνουμε κάποιες διασκευές αλλά τελικά…
Φ.Π.: …όταν είδαμε ότι έβγαιναν 80 τραγούδια…
Ν.Π.: …κι έπρεπε να πετάξουμε τα μισά μας τραγούδια έξω, το ξανασκεφτήκαμε.
Φ.Π.: Το ξένο το βάζεις. Όπου υπάρχει Σι Μινόρε…
Ν.Π.: Ναι, βρήκαμε την τρύπα εκεί και το βάλαμε (γέλια). Κοίτα, αποφασίσαμε να κεντράρουμε πιο πολύ στα δικά μας τραγούδια και να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα με ροή και να έχει αυτή τη γιορτινή αίσθηση. Μπορεί να μας τη βαρέσει κάποια στιγμή και να κάνουμε κι ένα εναλλακτικό πρόγραμμα.
Φ.Π.: Για τις γιορτινές μέρες;
Ν.Π.: Άμα περάσει η κρίση…
Θα περάσει η κρίση; Γιατί προσωπικά δεν βλέπω να “βγαίνουμε απ’ το τούνελ”, όπως λέει το τραγούδι των Φατμέ.
Ν.Π.: Εδώ πέρασε η κατοχή. Δεν θα περάσει η κρίση;
Η κατοχή πέρασε σε 3,5 χρόνια. Η κρίση φαίνεται θα κρατήσει για πολύ καιρό.
Ν.Π.: Πόσο θα κρατήσει η κρίση δεν ξέρω. Το θέμα είναι ότι μέχρι να περάσει η κρίση, εμείς πρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε. Και να ζούμε αληθινά. Να ζεις χωρίς χαρά δεν γίνεται. Η μουσική, οι φίλοι και η οικογένειά μας είναι καλά αντικαταθλιπτικά. Αυτό το φετινό, η συνάντηση δηλαδή με τον Φίλιππο, είναι για μένα πολύ δραστικό και θεραπευτικό χάπι. Αυτό που είπε προηγουμένως ο Φίλιππος για τους διαφορετικούς κόσμους είναι πολύ σημαντικό. Το να συναντιέσαι ας πούμε μ’ αυτούς που συμφωνείς σε όλα και είναι όμοιοί σου δεν έχει κανένα νόημα ούτε και καμιά πλάκα. Δεν σε ιντριγκάρει, δεν σε πάει πουθενά. Το να συναντιέσαι μ’ αυτόν που διαφέρεις ή και διαφωνείς σε πολλά πράγματα ή που ο καθένας έρχεται από άλλο δρόμο, έχει πολλά πράγματα να σου πει και να σου δώσει.
Φ.Π.: Πάντως και σε δύσκολες εποχές… εγώ το έζησα ως πιτσιρικάς στο σπίτι μου. Μεγάλωσα σε μια γειτονιά στο Μενίδι, όπου οι γονείς μου ως οικονομικοί μετανάστες απέκτησαν ένα σπίτι αυθαίρετο -γιατί αυτές τις δυνατότητες είχανε- χωρίς ρεύμα και σε μία πολύ δύσκολη περιοχή. Εκεί έζησα τα παιδικά μου χρόνια και την εφηβεία. Αλλά ταυτόχρονα μέσα από πάρα πολλές δυσκολίες κι από πράγματα που μου διηγούνταν οι ίδιοι από την κατοχή -γιατί ο πατέρας μου ως πιο μεγάλος πέρασε κι από κατοχή και από εμφύλιο, η μητέρα μου επίσης πέρασε από τον εμφύλιο- αλλά κι από πράγματα που ο ίδιος έζησα, τα βιώματά μου έχουν μέσα το στοιχείο ότι οι άνθρωποι δεν αισθανόντουσαν ένοχοι με το να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους. Ακόμα και στις εποχές που περνούσαν δύσκολα.
Ν.Π.: Όχι απλά “δύσκολα”. Γιατί οι εποχές που περιγράφεις ήταν πραγματικά…
Φ.Π.: Ναι, ο πατέρας μου, για να σου δώσω να καταλάβεις, σηκωνόταν στις 5 η ώρα το πρωί και κατέβαινε μ’ ένα μηχανάκι ημιαυτόματο από το Μενίδι κάτω στον Πειραιά, στη Λαχαναγορά, όπου δούλευε σ’ ένα εργοστάσιο πλαστικών. Κι ερχότανε διαλυμένος. Το ίδιο κι η μητέρα μου. Ερχόταν όμως στο σπίτι και ο γείτονας απέναντι, βγάζανε ένα ηχείο παλιό σαν αυτό που είχανε οι μανάβηδες, χώνανε κανά Ζαγοραίο που είχε ο πατέρας μου, ο κυρ-Φώτης ο γείτονας έχωνε κι αυτός τα δικά του, κάτι παραδοσιακά με κλαρίνα, και γινότανε πάρτι! Κι ήτανε διαλυμένοι άνθρωποι. Και χαμογελούσανε, γουστάρανε… Δεν αισθανόντουσαν άσχημα, θέλω να πω, με το ότι γουστάρανε παρά το γεγονός ότι περνούσανε δύσκολα. Το θέμα μας είναι αυτό. Περνάμε δύσκολα, Ο.Κ., κι εμείς το βλέπουμε γύρω μας. Αν υποθέσουμε ότι εμείς είμαστε “βολεμένοι”, εντός ή εκτός εισαγωγικών, δεν παύουμε όμως να βιώνουμε την κρίση από τη στιγμή που οι φίλοι μας και ο κύκλος μας περνάνε δύσκολα. Όμως, παρά το γεγονός αυτό, υπάρχουν στιγμές που μπορεί να αισθάνεσαι καλά, να περνάς καλά, και κοιτάς γύρω σου αριστερά-δεξιά μήπως το κρίνει κάποιος ότι δεν είναι σωστό. Μήπως την εποχή αυτή δεν επιτρέπεται να χαμογελάσεις.
Ν.Π.: Ως δείγμα αναισθησίας δηλαδή…
Φ.Π.: Ναι, ως δείγμα αναισθησίας. Πρέπει δηλαδή σώνει και καλά να είμαστε συνεχώς κατηφείς και θλιμμένοι. Δεν είναι απαραίτητο αυτό. Μπορούμε να ανταπεξέλθουμε και μ’ άλλους τρόπους. Τα βιώματά μου το έχουν μέσα αυτό.
Ν.Π.: Κι εμένα το έχουν, γιατί προέρχομαι από προσφυγική οικογένεια. Η γιαγιά μου, ας πούμε, μου έλεγε ιστορίες για το σπίτι στη Σμύρνη, που ήτανε τριώροφο, και πως βρέθηκε ξαφνικά από τη μια μέρα στην άλλη μόνο με τα ρούχα της και μ’ ένα μωρό στην αγκαλιά σ’ ένα φτωχόσπιτο στον Βόλο, όπου πριν περάσουν 20 χρόνια ήρθε κι η κατοχή, πέθανε ο άντρας της, μετά ήρθε κι ο εμφύλιος, κι όμως ήτανε μια γυναίκα που δεν έχασε ποτέ της το κέφι για ζωή. Μπορεί να διηγιόταν ιστορίες για τα “χαμένα μεγαλεία” αλλά δεν τις διηγιόταν με δάκρυ. Έτσι κι εμείς δεν θα επιτρέψουμε αυτό το άσχημο κλίμα να μας καταβάλει και να μας κάνει μίζερους. Είμαστε αποφασισμένοι, παρά τις δυσκολίες, να διατηρήσουμε το χαμόγελό μας και να το μεταδώσουμε και στον κόσμο ως μέσο αντίστασης. Όχι, δεν θα μας πάρει από κάτω!
Συνέντευξη Κωνσταντίνος Παυλικιάνης
Ημερομηνία: 22 Οκτωβρίου 2012
Χώρος: Gazoo, Πειραιώς 102-104, Γκάζι