Βιογραφία | Κατερίνα Στανίση
Ο πατέρας της Χρήστος έφευγε συχνά από το σπίτι για δουλειά και επέστρεφε ύστερα από δύο τρεις μήνες, ενώ η μητέρα της κυρία Λίτσα, δούλευε μαζεύοντας φρούτα, τα οποία έστελναν στην πόλη. Τις περισσότερες φορές η κυρία Λίτσα έπαιρνε μαζί της και την Κατερίνα. Εκείνα τα χρόνια ήταν φτωχικά και πολλοί συγγενείς συμβίωναν όλοι μαζί σε ένα σπίτι. Έτσι και οι συγγενείς της Κατερίνας. Σε δύο δωμάτια έμεναν δέκα άτομα. Σαν πιτσιρίκα η Κατερίνα Στανίση ήταν πολύ εσωστρεφής και καθόλου κοινωνική. Κλεισμένη στον εαυτό της, δεν έπαιζε με τα άλλα παιδιά, ούτε είχε παρέες. Ακόμη και όταν πήγε σχολείο παρέμεινε το ίδιο μοναχική. Μόνο με τον αδελφό της, τον Κώστα, που ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερός της έκανε παρέα.
Η Δημοφιλής λαϊκή τραγουδίστρια ανέβηκε στο «πάλκο» σε ηλικία 14 ετών, στη Γερμανία (όπου είχε μεταναστεύσει οικογενειακώς).
Από το 1974 ζει στην Ελλάδα και επί 3ετία τραγούδησε σε Κέντρα της επαρχίας. Από το 1976 και για αρκετά χρόνια εμφανιζόταν δίπλα στη Ρ. Σακελλαρίου.
Εκείνη την εποχή, η ξενιτιά ήταν η μόνη λύση διαφυγής από τη φτώχεια και την πείνα. Το ίδιο επέλεξε να κάνει και η μητέρα της Κατερίνας Στανίση, που έφυγε και αυτή με τη σειρά της για τη Γερμανία. Δυστυχώς, δεν γινόταν να πάρει αμέσως μαζί της και τα δύο παιδιά της και έτσι άφησε την 5χρόνη τότε Κατερίνα και τον 7χρόνο Κώστα στη Νάουσα με τη γιαγιά. Ο πόνος ήταν μεγάλος και τα δάκρυα πολλά για το κοριτσάκι που έμεινε πίσω. Η Κατερίνα όμως έπνιξε αυτά τα συναισθήματα στο τραγούδι. Στην Α’ Δημοτικού ήξερε απ’ έξω κι ανακατωτά όλες τις μεγάλες επιτυχίες του μεγάλου Στέλιου Καζαντζίδη. Λίγο αργότερα, στο σπίτι της απέκτησαν ραδιόφωνο, το οποίο το έστειλε η κυρία Λίτσα από τη Γερμανία. Και κάπως έτσι η Κατερίνα είχε μια πιο άμεση επαφή με τη μεγάλη της αγάπη, το τραγούδι.
Η ξενιτιά
Η στιγμή να φύγει και η Κατερίνα στη Γερμανία μαζί με τον αδελφό της δεν άργησε να έρθει. Η μεγάλη χαρά που ένιωσαν τα δύο παιδιά στην αρχή δυστυχώς κράτησε λίγο, γιατί και στην ξενιτιά τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα. Τον πρώτο καιρό η Κατερίνα έμενε στο σπίτι για να προσέχει τον μικρό της αδελφό, τον Ανδρέα, ο οποίος είχε γεννηθεί στο ενδιάμεσο στη Γερμανία. Πιο μετά, άρχισε να παρακολουθεί και μαθήματα στο σχολείο, όπως όριζε ο νόμος του κράτους. Δεν πήγαινε όμως κάθε μέρα. Μόνο μία φορά την εβδομάδα. Υπήρχαν άλλες, πολύ μεγαλύτερες ανάγκες και έπρεπε να μένει στο σπίτι ή να βοηθάει τη μητέρα της. Μια φορά, την άκουσαν να τραγουδάει κάποιοι γείτονες, οι οποίοι της πρότειναν να πάει να εμφανιστεί στο μαγαζί που υπήρχε στην περιοχή, κάτι που τελικά έκανε. Ήταν μόλις δεκατεσσάρων ετών. Εκείνο το βράδυ έτυχε να βρίσκονται στο κέντρο κάποιοι επιχειρηματίες. Την άκουσαν, τους άρεσε και το άλλο πρωί πήγαν και βρήκαν την ίδια και τη μάνα της στο σπίτι τους και ζήτησαν να πάρουν την Κατερίνα για δουλειά υποσχόμενοι να την κάνουν μεγάλη φίρμα. Η κυρία Λίτσα βεβαίως ούτε που να τ’ ακούσει ήθελε στην αρχή. Η κόρη της όμως κατάφερε να την πείσει. «Αφού έτσι κι αλλιώς δεν έχουμε στον ήλιο μοίρα! Τι έχω να χάσω;» της είπε και την κατάφερε.
Από τη Γερμανία στη Λάρισα
Τρία χρόνια τραγούδησε η Κατερίνα στη Γερμανία, από τα δεκατέσσερα μέχρι και τα δεκαεπτά της. Και μέσα σε αυτά τα τρία χρόνια κατάφερε να αποκτήσει πολύ μεγάλο ρεπερτόριο. Κάποια στιγμή, επισκέφθηκε την περιοχή ένας ατζέντης, ο καλύτερος στην Αθήνα, όπως λέγανε τότε. Η Κατερίνα ντρεπόταν να πάει να του μιλήσει, αλλά εκείνος είχε μάθει προφανώς για το ταλέντο της και τη φώναξε ο ίδιος. «Το ξέρεις πως έχεις πολύ ωραία φωνή κι άμα έρθεις στην Αθήνα θα γίνεις φίρμα; Εδώ καταστρέφεσαι…» της είπε και της έδωσε την κάρτα του. Αυτό ήταν. Η Κατερίνα τον εμπιστεύθηκε και λίγους μήνες αργότερα είχε κιόλας επιστρέψει στην πατρίδα. Η πρώτη της δουλειά ήταν να πάει στο γραφείο του ατζέντη και εκείνος την έστειλε αμέσως να τραγουδήσει σε ένα καλό μαγαζί στη Λάρισα, το Μοκάμπο. Επίσης, της έδωσε και μια γενναιόδωρη προκαταβολή. Τα χρήματα ήταν αρκετά για να τακτοποιήσει την οικογένειά της σε ένα νοικιασμένο σπίτι προτού αναχωρήσει για τον προορισμό της. Στη Λάρισα η Κατερίνα έκανε αμέσως επιτυχία και έμεινε εκεί σχεδόν ενάμιση χρόνο. Το πρώτο της μεροκάματο ήταν 1.500 δραχμές.
Ο γάμος
Ο ιδιοκτήτης του κέντρου όπου εμφανιζόταν δεν ήθελε να την αφήσει να φύγει από τη Λάρισα, αλλά η Κατερίνα το είχε πια αποφασίσει. Εξάλλου, οι προτάσεις για δουλειά ήταν πλέον αρκετές. Ακόμη και από την Αθήνα, την οποία όμως φοβόταν πολύ. Έτσι, μετά τη Λάρισα, βρέθηκε σε ένα μαγαζί στον Βόλο. Στην Αθήνα κατέβηκε όταν ο έρωτας της χτύπησε την πόρτα… Και ήταν ο Τάκης, ο γιος της Ρίτας Σακελαρίου. Στην πορεία κάποιοι κακοπροαίρετοι την κουτσομπόλεψαν και είπαν ότι τα έφτιαξε μαζί του για να ανέβει. Όμως, η μόνη αλήθεια -και το έχει πει και ή ίδια- είναι πως αυτός ο άντρας ήταν το ριζικό της. Επιπλέον, όταν τον γνώρισε, δεν ήξερε καν πως ήταν ο γιος της Σακελαρίου. Τον ερωτεύτηκε τρελά. Και εκείνος το ίδιο. Έμειναν μαζί δεκατέσσερα χρόνια. Επτά μέχρι να φτάσουν στα σκαλιά της εκκλησίας και άλλα επτά που κράτησε συνολικά ο γάμος τους. Με τη μητέρα τού Τάκη, τη Ρίτα Σακελαρίου, η Κατερίνα δούλεψε για πολλές σεζόν, όπως και με πολλούς ακόμη φτασμένους τραγουδιστές.
Ο «Μυστικός της έρωτας»
Η συνέχεια βρήκε την Κατερίνα Στανίση σε μερικά από τα καλύτερα μαγαζιά της εποχής. Στο Δέλτα, στη Νεράιδα, στου Καρουσάκη… Σε αυτό το τελευταίο ήταν μαέστρος ο Τάκης Μουσαφίρης, που την εκτιμούσε και σαν τραγουδίστρια και σαν άνθρωπο. Εκείνος ήταν που της έδωσε ένα από τα μεγαλύτερα σουξέ της, το «Μυστικέ μου έρωτα». Το τραγούδι μπήκε τελικά στον πρώτο της δίσκο και αυτός πούλησε 80.000 αντίτυπα (1982).
Λίγο αργότερα, την πήρε στο τηλέφωνο ο Γιώργος Νταλάρας και της ζήτησε να τον συνοδεύσει στις συναυλίες του στον Ορφέα. Η Κατερίνα στην αρχή νόμισε πως ήταν φάρσα. Δεν ήταν όμως. Η συνεργασία τους ηχογραφήθηκε και έγινε δίσκος που σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η Κατερίνα είχε γίνει πια γνωστή σε όλα τα μέρη της γης, όπου υπάρχουν Έλληνες. Ο Νταλάρας μάλιστα την πήρε μαζί του σε μια περιοδεία που έκανε στο εξωτερικό, ενώ στη συνέχεια η Στανίση εμφανίστηκε δίπλα του και σε μια συναυλία που έδωσε ο καλλιτέχνης μπροστά σε 80.000 άτομα.
Μετά το «Μυστικέ μου έρωτα» και τη συνεργασία της με τον Νταλάρα, η Κατερίνα Στανίση είπε τραγούδια του Σούκα, του Χρυσοβέργη και του Γιατρά, μετά πάλι του Μουσαφίρη. Με τον τελευταίο έκανε πολλές μεγάλες επιτυχίες, με την ίδια να ξεχωρίζει το «Όταν λέμε έρωτα, εννοούμε έρωτα».
Ακολούθησαν και άλλα καταπληκτικά τραγούδια, όπως το «Σ’ έχω κάνει θεό», πολλοί χρυσοί και πλατινένιοι δίσκοι και ζωντανές εμφανίσεις με τεράστια επιτυχία. Κάποια στιγμή, η Στανίση γνώρισε από κοντά και το μεγάλο ίνδαλμά της, τον Στέλιο Καζαντζίδη. Εκείνος μόλις την άκουσε της πρότεινε αμέσως να πουν μαζί έναν τραγούδι στον δίσκο του. Της έδωσε όμως και μια συμβουλή που η Κατερίνα κρατά στην ψυχή της πάντα: «Να τραγουδάς, να είσαι οικονομικά ανεξάρτητη όσο μπορείς και μετά να αφήσεις τη νύχτα γιατί σε φθείρει. Δεν έχεις ούτε προσωπική ζωή ούτε τίποτα…».
http://www.youtube.com/watch?v=VeGXORmb0Ok
Τα τελευταία χρόνια η Κατερίνα Στανίση κάνει επιλεκτικά ζωντανές εμφανίσεις και ακόμη πιο επιλεκτικά δισκογραφικές δουλειές. Μεγάλη επιτυχία σημείωσε πάντως η δισκογραφική της συνάντηση με τον Σταμάτη Κραουνάκη, όπως επίσης και οι live εμφανίσεις της με τον Θάνο Πετρέλη.
Έχει εμφανιστεί από το «πάλκο» των ονομαστότερων κοσμικών Κέντρων («Φαντασία», «Νεράιδα», «Παλιά Δειλινά», κ.λπ.).
http://www.youtube.com/watch?v=EtMpdjSIou4
Το 1999 κυκλοφορεί ο δίσκος «Άλλαξε η ζωή μου». Ένα από τα κομμάτια που ξεχώρισε είναι το «Να καούνε τα κρεβάτια». Τον δίσκο υπογράφουν οι Αντώνης Παππάς, Πάνος Καπίρης, Κωνσταντίνος Χριστοφόρου κ.ά.
Το 2011, η μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια επιστρέφει με τον δίσκο «Τσιγγάνικο αίμα».
Ο έρωτάς της, μυστικός και φανερός, ήταν πάντα το τραγούδι. Η ίδια είναι δίχως αμφιβολία μία από τις πιο γνήσιες και πλέον κλασικές φωνές του λαϊκού πενταγράμμου. Μια καλλιτέχνιδα που κατάφερε να διανύσει μια λαμπρή πορεία με μόνα εφόδιά της τη φωνή και την αυθεντικότητά της.
Ξέρετε ότι…
– Έχει δηλώσει ανοιχτά ότι θα ήθελε να υιοθετήσει ένα παιδί.
– Δεν της αρέσουν σχεδόν καθόλου τα ταξίδια, ειδικά τα πολύ μακρινά. Αυτό το έπαθε επειδή έχει γυρίσει λόγω δουλειάς τον… μισό πλανήτη τουλάχιστον τρεις φορές.
– Είναι Υδροχόος, της αρέσει πολύ το θέατρο και τρελαίνεται να κάνει περίπατους στη γειτονιά της.
Έχει πει:
«Για να γίνεις καπετάνιος, πρέπει να ‘χεις κάνει και μούτσος οπωσδήποτε. Πρέπει να περάσεις και τα δύσκολα για να εκτιμήσεις αυτό που θα πετύχεις».
«Όταν μου αρέσει κάτι, όταν αγαπώ κάτι, μπορώ να χτυπηθώ κάτω. Μου αρέσει να χάνω και να κερδίζω. Ξέρω να χάνω και να ξεκινώ από την αρχή. Πολλές φορές θεωρώ τον εαυτό μου ήρωα γι’ αυτό».
«Μου αρέσει να είμαι καλοντυμένη, αριστοκρατική, αλλά και θηλυκό ταυτόχρονα. Όχι ότι άμα βγάλεις το μπούτι έξω, είσαι και θηλυκό. Η γυναίκα από το περπάτημά της φαίνεται πόσο θηλυκό είναι».
Δισκογραφία:
Δείτε την εδώ
Συμμετείχε επίσης, στους πλατινένιους δίσκους: «Τα τραγούδια μου (<Ορφέας>)» (με Γ. Νταλάρα και Χρ. Ζέρβα, 1983), «Τα γλεντζέδικα» (με Δ. Κοντολάζο, Φ. Νικολάου, Δούκισσα, Χριστόφορο, 1984), «Έξω ντέρτια» (με Χριστόφορο) και «Ό,τι δεν είπα» (του Β. Τσιτσάνη, με Στ. Καζαντζίδη, 1989). Μετέχει επίσης στους δίσκους: «Τα λαϊκά της νύχτας, Νο 2» (1984), «Όταν μιλούν τα τέλια» (1984), «Ακόμα μια μέρα» (1984), «Το δικό μας τραγούδι» (1987), «Ελεύθερος» (1988), «Μόνο για τον έρωτά σου» (1990), «Τα γλεντάκια» (1991), και στη «Σπεράντζα» του Στ. Κραουνάκη (1998).
Πηγές: el.wikipedia.org
Επιμέλεια-προσαρμογή: Σοφία Παφτούνου