Βιογραφία | Astor Piazzolla, ένας από τους μεγαλύτερους σύνθετες του αργεντίνικου Tango
Οι συνθέσεις του έφεραν επανάσταση στο παραδοσιακό τάνγκο, ενσωματώνοντας σ’ αυτό στοιχεία τζαζ και κλασικής μουσικής, και δημιούργησαν το nuevo tango (νέο τάνγκο). Ήταν επίσης εξαίρετος μπαντονεονίστας και συχνά ερμήνευε τις συνθέσεις του με διάφορα μουσικά σχήματα. Στην Αργεντινή είναι γνωστός ως “El Gran Ástor” (“ο Μέγας Άστορ”).
Γεννήθηκε στις 11 Μαρτίου 1921 στο Mar Del Plata από γονείς μετανάστες από την Ιταλία. Ο Πιατσόλα πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των παιδικών του χρόνων με την οικογένειά του στη Νέα Υόρκη, καθώς σε ηλικία τριών ετών έφυγε για την Αμερική σε μια εποχή όπου η Jazz άρχισε να δίνει το στίγμα της αμερικανικής κουλτούρας. Αυτός ήταν και ένας λόγος που ο Astor επηρεάστηκε, όπως φάνηκε στα επόμενα χρόνια. Εκεί έμαθε να μιλά καλά τέσσερις γλώσσες: ισπανικά, αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Ο πατέρας του το 1934 του αγόρασε το πρώτο όργανο ένα μπαντονεόν για να τον ενθαρρύνει προς την μουσική. Το μπαντονεόν, τον ανέδειξε γρήγορα σε παιδί-θαύμα. Έπειτα από αυτό ο δρόμος για τον Astor Piazzola ήταν ανοικτός. Η γνωριμία του με τον Carlos Cardel υπήρξε σταθμός στη ζωή του όταν μπήκε στην ορχήστρα του.
http://www.youtube.com/watch?v=bn5tadFklmg
Ενώ ήταν ακόμη νεαρός γνώρισε τον Κάρλος Γκαρδέλ, μια άλλη σπουδαία προσωπικότητα του αργεντινού τάνγκο. Επέστρεψε στην Αργεντινή το 1937, όπου το παραδοσιακό τάνγκο βασίλευε ακόμη, και έπαιξε σε νυχτερινά κέντρα με διάφορες άσημες μπάντες. Ο πιανίστας Άρθουρ Ρούμπινσταϊν (Arthur Rubinstein), ο οποίος τότε ζούσε στο Μπουένος Άιρες, τον συμβούλεψε να μαθητεύσει κοντά στον Αργεντινό συνθέτη Αλμπέρτο Χιναστέρα (Alberto Ginastera). Ερχόμενος σε τριβή με παρτιτούρες του Στραβίνσκι, του Μπάρτοκ, του Ραβέλ και άλλων, παράτησε προσωρινά το τάνγκο και καταπιάστηκε με τη σύνθεση της σύγχρονης κλασικής μουσικής.
http://www.youtube.com/watch?v=bbdakZjHTys
Στα δεκαέξι του επιστρέφει στο Μπουένος Άιρες και το 1946 δημιουργεί την πρώτη του ορχήστρα. Δεν κατέφερε αυτό που πραγματικά ζητούσε και έτσι αποφάσισε να φύγει για τη Γαλλία. Στο Παρίσι εναρμονίζει δυο είδη, μοντέρνα Jazz και Latin μουσική και αρχίζει να δίνει συναυλίες και ταυτόχρονα να γράφει. Από κει και πέρα φαίνεται ότι ο ρυθμός των δυο ειδών που συνέλαβε ήταν καθοριστικός για να φτάσει ψηλά. Στο γνωστό τραγούδι του “Vuelvo al sur” το νέο στοιχείο της μουσικής είναι εμφανές. Έτσι ωρίμασε η μουσική του και η παγκόσμια φήμη του έμεινε μέχρι και τις μέρες μας.
http://www.youtube.com/watch?v=eamRlKTe7rU
Με την παρότρυνση του Χιναστέρα, το 1953 ο Πιατσόλα συμμετείχε σε διαγωνισμό σύνθεσης με τη “Συμφωνία του Μπουένος Άιρες” και κέρδισε υποτροφία από τη γαλλική κυβέρνηση για να μαθητεύσει στο Παρίσι κοντά στη Γαλλίδα συνθέτρια και μαέστρο Νάντια Μπουλανζέ (Nadia Boulanger). Η διορατική Μπουλανζέ άλλαξε τη ζωή του σε μια μέρα, όπως διηγείται ο ίδιος ο Πιατσόλα:
Όταν τη συνάντησα της έδειξα συμφωνίες και σονάτες μου με το κιλό. Άρχισε να τις διαβάζει και ξαφνικά είπε το εξής φρικτό: ‘Είναι πολύ καλογραμμένα.’ Και σταμάτησε, βάζοντας μια μεγάλη τελεία, τεράστια σαν μπάλα ποδοσφαίρου. Μετά από λίγο είπε: “Εδώ είσαι σαν τον Στραβίνσκι, σαν τον Μπάρτοκ, σαν τον Ραβέλ, αλλά ξέρεις τι; Δεν βρίσκω τον Πιατσόλα εδώ πέρα.” Κι άρχισε να διερευνά την προσωπική μου ζωή: τι έκανα, τι έπαιζα και τι δεν έπαιζα, αν ήμουν εργένης ή με κάποιον, ήταν σαν πράκτορας του FBI! Και της είπα με ντροπή ότι ήμουν μουσικός του τάνγκο. Στο τέλος της είπα, “Παίζω σε ‘νυχτερινό κέντρο.'” Δεν ήθελα να πω “καμπαρέ.” Κι εκείνη απάντησε, “Νυχτερινό κέντρο, ναι, δηλαδή καμπαρέ, δεν είναι;” “Ναι,” απάντησα, και σκέφτηκα, “Θα τη χτυπήσω αυτή τη γυναίκα μ’ ένα ραδιόφωνο στο κεφάλι…” Δεν ήταν εύκολο να της πει ψέματα κάποιος.
Συνέχισε να ρωτάει: “Λες ότι δεν είσαι πιανίστας. Τι όργανο παίζεις τότε;” Και δεν ήθελα να της πω ότι έπαιζα μπαντονεόν γιατί σκέφτηκα ότι “Θα με ρίξει κάτω από τον τέταρτο όροφο.” Τελικά ομολόγησα και μου ζήτησε να της παίξω λίγα μέτρα από κάποιο δικό μου τάνγκο. Άνοιξε ξαφνικά τα μάτια, μου άρπαξε το χέρι και είπε: “Βρε χαζέ, αυτός είναι ο Πιατσόλα!” Ύστερα πήρα όλη τη μουσική που είχα συνθέσει, δέκα χρόνια της ζωής μου, και την έστειλα στον διάολο μέσα σε δύο δευτερόλεπτα.
Ο Πιατσόλα γύρισε από τη Νέα Υόρκη στην Αργεντινή το 1955, σχημάτισε το Οκτέτο Μπουένος Άιρες για να παίζει τάνγκο, και δεν κοίταξε ποτέ ξανά πίσω.
Εισάγοντας τη νέα του προσέγγιση στο τάνγκο (nuevo tango), έγινε αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στη χώρα, τόσο μουσικά όσο και πολιτικά. Το αργεντίνικο ρητό “στην Αργεντινή όλα μπορούν να αλλάξουν — εκτός από το τάνγκο” δείχνει λίγο την αντίσταση που συνάντησε ο Πιατσόλα στην πατρίδα του. Όμως η μουσική του έτυχε αποδοχής στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, και τις διασκευές του τάνγκο υποδέχθηκαν με χαρά κάποια φιλελεύθερα τμήματα της αργεντινής κοινωνίας, τα οποία προωθούσαν πολιτικές αλλαγές παράλληλα με τη μουσική του επανάσταση.
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του αργεντινού στρατού από το 1976 μέχρι το 1983, ο Πιατσόλα έζησε στην Ιταλία, αλλά επέστρεψε αρκετές φορές στην Αργεντινή, ηχογράφησε εκεί, και τουλάχιστον σε μία περίπτωση γευμάτισε με τον δικτάτορα Χόρχε Ραφαέλ Βιδέλα. Όμως η σχέση του με τον δικτάτορα πρέπει να ήταν όχι και τόσο φιλική, όπως περιγράφεται στο βιβλίο Astor Piazzolla, A manera de Memorias:
Ε: Έναν χρόνο πριν από το θέμα Los Largartos πήγατε στο σπίτι του Βιδέλα και γευματίσατε μαζί του, γιατί αποδεχτήκατε την πρόσκληση;
A: Τι πρόσκληση, αλήθεια! Στείλανε δυο τύπους με μαύρα κοστούμια και μια επιστολή που πάνω έγραφε το όνομά μου η οποία έλεγε ότι ο Βιδέλα με περίμενε κάποια συγκεκριμένη μέρα σε κάποιον συγκεκριμένο τόπο. Κάπου έχω ένα βιβλίο, με φωτογραφίες όλων των καλεσμένων: Ελάδια Μπλάκες, Ντανιέλ Τινάιρε, Όλγα Φέρι, ο συνθέτης Χουάν Κάρλος Ταουριέγιο, ήταν ζωγράφοι, ηθοποιοί […]
– Astor Piazzolla, A manera de Memorias, Libros Perfil 1998, ISBN 950-08-0920-6, σ. 85
Το 1990 έπαθε θρόμβωση στο Παρίσι και πέθανε δύο χρόνια αργότερα στο Μπουένος Άιρες.
Από τους συνεχιστές του, ο Μαρσέλο Νίσινμαν είναι ο πιο γνωστός αναδιαμορφωτής της μουσικής τανγκό στην νέα χιλιετία.
Μουσική
Το nuevo tango του Πιατσόλα ξεχώριζε από το παραδοσιακό τάνγκο λόγω της ενσωμάτωσης στοιχείων τζαζ, της χρήσης περίπλοκων συγχορδιών και διαφωνιών, της χρήσης αντίστιξης, και των μακρών συνθετικών μορφών. Ο Πιατσόλα εισήγαγε επίσης μουσικά όργανα που δεν χρησιμοποιούνταν στο παραδοσιακό τανγκό, όπως το φλάουτο, το σαξόφωνο, την ηλεκτρική κιθάρα, ηλεκτρονικά όργανα, το βιμπράφωνο, και ντραμς.
Ο Πιατσόλα έπαιξε με διάφορα σχήματα: με την Ορχήστρα (1946), το “Οκτέτο Μπουένος Άιρες” (1955), το “Πρώτο Κιντέτο” (1960), το “Νονέτο” (1971), το “Δεύτερο Κιντέτο” (1978) και το “Σεστέτο” (1989). Εκτός από τις πρωτότυπες συνθέσεις και διασκευές που παρείχε, ήταν ο μαέστρος και μπαντονεονίστας σε όλα τα σχήματα. Ηχογράφησε επίσης τον δίσκο Summit με τον βαρύτονο σαξοφωνίστα Τζέρι Μάλιγκαν.
Ανάμεσα στις πάμπολλες συνθέσεις του περιλαμβάνονται ορχηστρικά έργα όπως το “Concierto para Bandoneón, Orquesta, Cuerdas y Percusión”, το “Doble-Concierto para Bandoneón y Guitarra”, το “Tres Tangos Sinfónicos” και το “Concierto de Nácar para 9 Tanguistas y Orquesta”, κομμάτια για σόλο κλασική κιθάρα — τα “Cinco Piezas”, καθώς και μουσική για τραγούδια τα οποία είναι ακόμη πολύ γνωστά στη χώρα του, όπως το “Balada para un loco” (Μπαλάντα για έναν τρελό) και το “Adiós Nonino” (αφιερωμένο στον πατέρα του) το οποίο ηχογράφησε πολλές φορές με διάφορους μουσικούς και διάφορα σχήματα. Οι βιογράφοι υπολογίζουν ότι ο Πιατσόλα συνέθεσε γύρω στις 3.000 κομμάτια από τα οποία ηχογράφησε περίπου τα 500.
Δισκογραφία
Δείτε την ΕΔΩ
Πηγές:
wikipedia.org
www.musicheaven.gr
Επιμέλεια-προσαρμογή: Σοφία Παφτούνου