Ο Μπάμπης κι η Λιζέττα είναι… δίπλα στο ποτάμι! Ρεπορτάζ και φωτογραφίες!
Στο πλαίσιο της σόλο καριέρας του λοιπόν υπάγονται και οι εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές, οι οποίες και του πάνε περισσότερο από τα μεγάλα κέντρα διασκεδάσεως. Η σκηνή «Δίπλα στο ποτάμι» φιλοξενεί τις τελευταίες του συναυλιακές εξορμήσεις παρέα με την εξαιρετική Λιζέττα Καλημέρη. Εκεί, ο Μπάμπης Στόκας, γρατζουνάει την κιθάρα του, ροκάρει πότε με οργή και πότε με συναίσθημα, μαζί με τη συνοδεία της πενταμελούς ορχήστρας του, αποτελούμενη από τους: Γ. Κωνσταντινίδης, Χ. Βογιατζή, Σ. Λογοθέτη, Γ. Θεοδωρόπουλο και Γ. Πάχη, υποσχόμενος βραδιές γεμάτες μελωδίες.
Το πρόγραμμα, είναι αφενός δίχως εκπλήξεις, αφετέρου όμως, νομίζω πως είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό της καλλιτεχνικής προσωπικότητας του Στόκα, αλλά και ανταποκρίνεται στα «θέλω» του μέσου ακροάτη της έντεχνης –ροκ μουσικής, και πολλώ μάλλον των ακροατών του Στόκα. Με τραγούδια όπως « Υπνόσακος», «Έρασμος», «Συνήθεια», «εκεί στο νότο», «πούλα με», «υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;», «τι είναι αυτό πού μας ενώνει», «φωτιά», «ένας κόμπος η χαρά μου», ο Μπάμπης Στόκας περιηγήθηκε στη μουσική του διαδρομή τόσο κατά τα τελευταία «μοναχικά» του χρόνια, όσο και κατά την παλιότερη «πυξλαξική» του θητεία. Μεγάλο πλεονέκτημα του προγράμματος και του καλλιτέχνη, ήταν το γεγονός, ότι κατά το πρώτο κυρίως μέρος, ο Στόκας δεν επικεντρώθηκε στα τραγούδια του συγκροτήματος, αποβάλλοντας την εμμονή με το ρεπερτόριο των πυξ λαξ που συχνά διακρίνει τα μέλη του συγκροτήματος μετά τη διάλυσή τους. Ασφαλώς, και στο δεύτερο μέρος, υπήρχαν τραγούδια του συγκροτήματος, καθώς κάτι αντίθετο δεν θα ήταν τίμιο ούτε για τον καλλιτέχνη ούτε για το κοινό του. Όμως, το γεγονός ότι ο Στόκας προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί εν μέρει, από τους πυξ-λαξ χωρίς να τους ακυρώσει, θεωρώ πως του προσθέτει αρκετά συν.
Οι ερμηνείες του καλές, κινούμενες σε γνώριμες περιοχές και ντυμένες από το κλασικό και ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας του τραγουδιστή. Εξαιρετική ήταν η Λιζέτα Καλημέρη, η οποία ισορροπώντας μεταξύ της λαϊκής και της πιο έντεχνης φύσης της, τραγούδησε: «Μυστικό», «Ξωτικά», « οι λαθροκυνηγοί», «Ήταν αέρας», «Χειμωνιάτικο πρωί». Η ίδια, όπως και το τραγούδι της, απλή, αέρινη, συναισθηματική, πλημμύρισε με την φωνή της την αίθουσα με μελωδίες ιδιαίτερες και ταξιδιάρικες. Κι όταν έφτασε η ώρα των λαϊκών, απέδειξε κι αυτήν την πτυχή της χροιάς της. Εν γένει, τα φωνητικά της στον Στόκα ήταν καλά και έδιναν έναν ξεχωριστό αέρα στις ερμηνείες, αλλά σε ορισμένα τραγούδια, θεωρώ πως δεν ταίριαζαν, λάθος που δεν καταλογίζω στην ίδια, αλλά μάλλον στον ενορχηστρωτή.
Η εξυπηρέτηση του μαγαζιού άψογη και καλός εξαερισμός. Αμφιταλαντεύομαι, αν στα αρνητικά της βραδιάς μπορεί να καταλογιστεί το αναμενόμενο του προγράμματος, όπως και προανέφερα. Γιατί από τη μία σε ‘μενα που δεν είμαι συστηματική ακροάτρια του Μπάμπη Στόκα, φάνηκε πολύ κλασικό, αλλά από την άλλοι οι θαμώνες έμειναν γοητευμένοι και ικανοποιημένοι, γεγονός που φάνηκε στο χειροκρότημα, κι αυτό μάλλον έχει μεγαλύτερη σημασία.
Ένα πρόγραμμα, φτιαγμένο σίγουρα με προσοχή και αγάπη, ικανό να επαναφέρει νοσταλγικές μουσικές μνήμες για τους λάτρεις του είδους. Ο Μπάμπης Στόκας λοιπόν μας προτρέπει: «Τραγουδήστε, μην ντρέπεστε!» και μας περιμένει σ’ ένα φιλόξενο μουσικό παρεάκι. Όσοι πιστοί, προσέλθετε.
Στην Ρένα.