Οι Κατσιμιχαίοι έκαναν… 31 και κέρδισαν το κοινό!
Η επιλογή του χώρου δεν ήταν κι η καλύτερη, δεδομένου ότι μεταξύ των κερκίδων και της σκηνής μεσολαβεί ο αγωνιστικός χώρος, ο οποίος λόγω της κλίσης του δεν μπορεί να «φιλοξενήσει» θεατές, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα μεγάλο κενό μεταξύ κερκίδας και αρένας. Επιπλέον, οι άτυχοι θεατές που έκατσαν πίσω από τη σκηνή όχι μόνο δεν έβλεπαν τίποτα αλλά δεν άκουγαν κιόλας αφού τα ηχεία κοιτούσαν προς την άλλη κατεύθυνση κι έτσι αυτό που άκουγαν ήταν μόνο η αντήχηση του σταδίου. Εντούτοις, ο ήχος μπροστά από τη σκηνή ήταν πολύ καλός και σ’ αυτό βοηθούσε και η αρχιτεκτονική του χώρου.
Αυτό που μου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση είναι το σημείο που διάλεξαν οι οργανωτές της συναυλίας να τοποθετήσουν τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Τους έβαλαν με τα καροτσάκια ακριβώς μπροστά στα τερατώδη ηχεία, απ’ όπου όχι μόνο δεν έβλεπαν απολύτως τίποτα (και αν έβλεπαν θα αποκτούσαν και αυχενικό σύνδρομο) αλλά θα τους κούφαιναν κιόλας! Και να φανταστεί κανείς ότι στο πλάι σχεδόν της σκηνής και λίγο υπερυψωμένα υπήρχε ιδανικό σημείο για τα άτομα αυτά, απ’ όπου θα είχαν άριστη εικόνα της σκηνής και χωρίς τον κίνδυνο να χάσουν την ακοή τους.
Επιπλέον, παρότι ο χώρος είναι δημόσιος και κλειστός και παρά τη σχετική απαγόρευση, επέτρεψαν το κάπνισμα (ή τουλάχιστον δεν το απέτρεψαν), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα σύννεφο καπνού μέσα στο στάδιο (!) και στο τέλος να βρωμάνε τα ρούχα μας από την καπνίλα! Τι να πει κανείς…
Πάμε τώρα στο ίδιο το πρόγραμμα. Η συναυλία άρχισε στις 21:25 με τον Πάνο Κατσιμίχα να παίρνει θέση αριστερά στη σκηνή και τον Χάρη στα δεξιά, και βέβαια το κοινό να τους αποθεώνει δεόντως τιμώντας έτσι τη σημαντική τους προσφορά στο ελληνικό τραγούδι.
Πρώτο τραγούδι το «Αν Είσαι Θεός» (από τις «Τρύπιες Σημαίες»). Ακολούθησαν τα «Ποιος Τη Ζωή Μου», «Λουλούδι Του Δάσους» και «Προσωπικές Οπτασίες». Στο σημείο αυτό τη σκυτάλη πήρε ο Μάνος Ξυδούς, ο οποίος ερμήνευσε με πάθος το πάντα επίκαιρο «Για Ένα Κομμάτι Ψωμί» και στη συνέχεια το «Ακόμα Προσπαθώ» (από εποχής Πυξ Λαξ).
Ο Χάρης επέστρεψε στη σκηνή και ερμήνευσε το υπέροχο «Του Έρωτα» (αυτό που ο κόσμος ξέρει ως «Της Αγάπης Μαχαιριά»), τη «Γυμνή Σκιά» και τον «Φάνη» (σε μάλλον μέτρια έως απογοητευτική απόδοση) ενώ ο Πάνος ερμήνευσε το «Υπόγειο», το «Μάρκος Και Άννα» και το «Μπλάιμπ-Τρόι Καφέ».
Κατόπιν στη σκηνή εμφανίστηκε ο αεικίνητος Τόλης Φασόης (των ιστορικών Sharp Ties), ο οποίος με ντύσιμο αλά Madness ερμήνευσε το «It’s The End Of The World As We Know It (And I Feel Fine)» των R.E.M., ενώ ο κιθαρίστας της μπάντας ερμήνευσε εξαιρετικά το «Οι 7 Νάνοι Στο S/S Cyrenia» του Θάνου Μικρούτσικου.
Ο Μάνος Ξυδούς ανέβηκε στη σκηνή και ερμήνευσε το «Εσύ Εκεί» και το «Πούλα Με» και μετά ο Πάνος Κατσιμίχας τις «Ανόητες Αγάπες» (με πολύ έντονη τη συμμετοχή του κοινού) και το «Νύχτωσε Νύχτα». Ο Χάρης Κατσιμίχας ερμήνευσε τη «Θεσσαλονίκη» του Θάνου Μικρούτσικου για να οδηγηθούμε στο «Καλό Ταξίδι», «Μια Βραδιά Στο Λούκι» (πολύ καλή ερμηνεία από το τρίο Χάρης + Πάνος + Μάνος Ξυδούς, που ξεσήκωσε το κοινό) και «Don’t Worry Be Happy».
Ο Τόλης Φασόης ερμήνευσε εξαιρετικά το «Get That Beat» των Sharp Ties και το «Passenger» του Iggy Pop για να πάμε πια προς το τέλος του προγράμματος και το «βαρύ πυροβολικό» με τις «ομοβροντίες» των «Ρίτα Ριτάκι», «Μη Γυρίσεις» και «Συγκάτοικοι Είμαστε Όλοι Στην Τρέλα».
Εδώ υποτίθεται ότι το πρόγραμμα τελείωσε αλλά βέβαια δεν υπήρχε περίπτωση να έφευγαν οι Κατσιμιχαίοι χωρίς encore, όπου ερμήνευσαν τον «Παλιάτσο Και Τον Ληστή» (δηλαδή το «All Along The Watchtower» του Bob Dylan) και φυσικά το –πάντα προβλέψιμο για το τέλος- «Γέλα Πουλί Μου».
Εν κατακλείδι το πρόγραμμα ήταν κεφάτο, όπως άλλωστε και ο Χάρης Κατσιμίχας που είχε τα κέφια του και δεν παρέλειψε να αστειευτεί και να διηγηθεί τις ιστορίες του, δείχνοντας σαν να μην πέρασαν σχεδόν 10 χρόνια από την τελευταία φορά που «εκτέθηκε» στο κοινό. Τα δίδυμα αδέρφια αγκαλιάστηκαν και φιλήθηκαν επί σκηνής υπό τις επευφημίες του θερμού κοινού, οι μουσικοί ήταν πολύ καλοί και ο Τόλης Φασόης εξαιρετικός. Κάποια τραγούδια θέλουν λίγη παραπάνω «δουλειά» ώστε να απελευθερώσουν τη δύναμη που έχουν μέσα τους ενώ δεν είπανε το «Δωμάτιο», που κατά τη γνώμη μου είναι ένα από τα καλύτερά τους τραγούδια και άξιζε να είχε θέση στο πρόγραμμα.
Οι αδερφοί Κατσιμίχα δικαίωσαν τις προσδοκίες του κοινού και στάθηκαν αντάξια στο ύψος τους και στην ιστορία που κουβαλάνε στις πλάτες τους. Ήτανε μία επιστροφή, έστω και μόνο για συναυλιακούς λόγους, την οποία περίμενε διακαώς το κοινό. Ο δε κόσμος με την ενεργή συμμετοχή του έστειλε το μήνυμα ότι «διψάει» για καλό τραγούδι…