Πάμε Θέατρο: «Οι Αγνοούμενοι. Μια ενδιαφέρουσα ζωή» | Είδαμε την παράσταση!
Την Πέμπτη 26 Ιουνίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης παρουσιάστηκε από την Καλλιτεχνική Εταιρεία ΑΡΓΩ, η εξαιρετικά επίκαιρη θεατρική παράσταση «Οι Αγνοούμενοι. Μια ενδιαφέρουσα ζωή» του Βασίλη Κατσικονούρη, με την υποστήριξη της Πρεσβείας της Κυπριακής Δημοκρατίας – Σπίτι της Κύπρου.
Ένα νέο και μοντέρνο ζευγάρι, ο Πέτρος και η Μίνα(Αλέξανδρος Σταύρου και Μαρία Τσαρούχα), δέχεται την επίσκεψη της Δέσποινας(Αιμιλία Υψηλάντη), μεγάλης αδελφής της Μίνας, από την Κύπρο. Η φαινομενικά ενδιαφέρουσα ζωή τους διαταράσσεται και δείχνουν να ασφυκτιούν από την εμμονή της να βρει τον αγνοούμενο αδελφό τους. Εκείνη όμως, ορκισμένη από την μητέρα τους να μη σταματήσει ποτέ να ψάχνει, έχει αφιερώσει όλη της την ύπαρξη σε αυτήν την αναζήτηση ξεχνώντας πώς είναι να ζεις πραγματικά. Ο Πέτρος, πολιτικός αναλυτής σε μεγάλη εφημερίδα, με διαρκείς τάσεις φυγής, προσπαθεί συνεχώς να κάνει τη ζωή του «ενδιαφέρουσα», γεμίζοντας τον χρόνο του με δραστηριότητες, ταξίδια και πλούτο. Δηλώνοντας ρεαλιστής αντιμετωπίζει με κυνισμό τη Δέσποινα, ενώ επί της ουσίας αποδεικνύεται πως πρόκειται για μια άκρως καταπιεσμένη προσωπικότητα, φιμωμένη, που πληρώνει το τίμημα της παροχής υπηρεσιών στα μεγάλα συμφέροντα. Η Μίνα από την άλλη, περισσότερο ευαίσθητη, έχοντας αναπτύξει μια εσωτερική ενοχή που δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες της οικογένειάς της, ρίχνεται μανιωδώς στο κυνήγι μιας καριέρας που εν τέλει δεν την κάνει ευτυχισμένη και συμπαρασύρεται από τον Πέτρο στην αναζήτηση τρυφής και ευκαιριακών απολαύσεων. Η Δέσποινα όμως θα λειτουργήσει τελικά ως ο καταλύτης που θα τους φέρει αντιμέτωπους με την προσωπική τους αλήθεια, με όλα όσα προσπαθούν να απωθήσουν, ζώντας μέσα στην άγνοιά τους και την επιφάνεια της «ενδιαφέρουσας» ζωής τους. Εκεί ο καθένας είναι μόνος του, πρόσωπο με πρόσωπο με τους φόβους του, γιατί η αλήθεια ποτέ δεν είναι εύπεπτη. Εκεί, στην απόλυτη συνειδητοποίηση της κούφιας σαν σάπιο δόντι ζωής τους, καλούνται να κάνουν έναν απολογισμό που θα τους απελευθερώσει συνειδησιακά.
Η παράσταση φαίνεται δουλεμένη με λεπτομέρεια, σφιχτοδεμένη και έχει ήδη μια «ωριμότητα» που σπανίως συναντά κανείς σε πρεμιέρες. Σε αυτό βοηθάει πρωτίστως η χημεία των τριών ηθοποιών, αφού πρόκειται για ένα θέμα «δύσκολο» στην προσέγγιση, αναπτυγμένο σε κείμενο γεμάτο συμβολισμούς, με χαρακτήρες ενδοσκοπικής διάθεσης που απαιτούν στιβαρότητα ερμηνειών για να ξεδιπλωθούν και όλα αυτά υπό το βάρος μιας έντονης συγκινησιακής φόρτισης. Η Αιμιλία Υψηλάντη, ηθοποιός με μεγάλη πορεία στο θέατρο και τον ελληνικό κινηματογράφο, με χαρακτηριστική φωνή και παρουσία, γίνεται η ήρεμη δύναμη που σθεναρά υπερασπίζεται τα πιστεύω με τα οποία γαλουχήθηκε, υποδυόμενη έναν χαρακτήρα που κουράζεται πια να αγωνίζεται παθητικά και ξεσπά. Ο Αλέξανδρος Σταύρου, μετά την τεράστια επιτυχία του στους «Δαιμονισμένους», επιλέγει για άλλη μια φορά ένα έργο φορτισμένο με μηνύματα κοινωνικοπολιτικού αλλά πάνω απ’ όλα ανθρώπινου χαρακτήρα. Άρτιος στην ερμηνεία του, με τους μονολόγους του να ξεχωρίζουν, συγκινεί, προβληματίζει αναλύοντας τις βαθύτερες ρίζες που προκαλούν τον εσωτερικό παθολογικό του πόνο, με αποτέλεσμα, ακόμα και όταν υπεκφεύγει, να χαρακτηρίζεται τραγικό πρόσωπο. Η Μαρία Τσαρούχα, μεγάλη υποκριτική έκπληξη, συγκλόνισε το κοινό με την ερμηνεία της προκαλώντας δάκρυα συγκίνησης με την ένταση, την καθαρότητα και την ειλικρίνεια που αντιμετώπισε τον ρόλο της, ξεκινώντας από μια σιγοβράζουσα ηρεμία για να φτάσει σε δραματική κορύφωση.
Το κείμενο του Βασίλη Κατσικονούρη, καλογραμμένο, εύστοχο και επίκαιρο, κινείται σε μια λεπτή οριακή γραμμή ανάμεσα σε δύο γλωσσικούς όρους που έχουν μεν την ίδια ρίζα, παραπέμπουν ωστόσο σε άκρως διαφορετικές έννοιες. Οι αγνοούμενοι και οι αγνοούντες έχουν τελικά ένα κοινό σημείο τομής, το σημείο όπου η ίδια η άγνοια και ο φόβος μετατρέπει τους αγνοούντες, περιορισμένοι καθώς είναι στα στενά όρια του εαυτού τους, σε αγνοούμενους.
Η σκηνοθεσία του έργου που αποτελεί ομαδική προσπάθεια, υπογραμμίζει έντονα την αντίθεση των δύο διαφορετικών κόσμων, εκείνου που η μνήμη παραμένει ζωντανή και εκείνου που ζει στη λήθη, με μια δυναμική που θυμίζει ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Η ίδια σύγκρουση φαίνεται να ενέπνευσε και την Χριστίνα Κωστέα για τα σκηνικά της παράστασης που είναι εντελώς «διάφανα» και δεν αποτυπώνουν την πολυτέλεια της ζωής του νέου ζευγαριού, αλλά την κενότητα της ψυχής τους. Άλλωστε, σε ένα τόσο μεγαλοπρεπές έργο που εστιάζει στο δραματικό γεγονός της εισβολής, θα ήταν το λιγότερο ύβρις να προκαλείται εντυπωσιασμός από τα σκηνικά ή τα κοστούμια. Η Κατερίνα Μαραγκουδάκη «κεντά»στους φωτισμούς και η μουσική από τον Τάσο Δημόπουλο «ντύνει» πολύ όμορφα την παράσταση.
20 Ιουλίου 1974. Η ημέρα που η Κύπρος σχίστηκε στα δύο, με την Τουρκία να καταλαμβάνει παράνομα το Βόρειο τμήμα της, χιλιάδες Κύπριους να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και έναν μακρύ κατάλογο αγνοουμένων που αρχικά έφταναν τους 1619. Σήμερα, η αβεβαιότητα για τους περισσότερους αγνοούμενους εξακολουθεί να υφίσταται. Μόνο η αλήθεια της μνήμης και της αφύπνισης θα περισώσει τους λαούς από την άγνοια. Η δύναμη της αλήθειας γίνεται το πικρό φάρμακο που μπορεί να είναι δυσάρεστο, όμως τελικά οδηγεί τον άνθρωπο στη γιατρειά και την κάθαρση.
Τη βραδιά, που αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης σειράς εκδηλώσεων για τον ίδιο σκοπό, τίμησαν με την παρουσία τους πολιτικοί παράγοντες, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι και πολλοί Κύπριοι που ζουν στην Ελλάδα. Ανάμεσά τους ο Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, η Λόλα Νταϊφά, η Ζωή Λάσκαρη, ο δημοσιογράφος Κώστας Τσαρούχας, η σύζυγος του Α. Σταύρου Μαριάννα Τουμασάτου, η Κύπρια τραγουδίστρια Κωνσταντίνα, η Ηρώ Μουκίου, ο Χάρης Ρώμας κ.ά.
Η παράσταση που παρακολουθήσαμε στο Ίδρυμα Μ. Κακογιάννης θα παρουσιαστεί στο θέατρο Αργώ και κρίνοντας από το συνολικά αξιόλογο αποτέλεσμα, μας περιμένει ένας πολύ «δυνατός» θεατρικός χειμώνας.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Παίζουν: Αιμιλία Υψηλάντη, Αλέξανδρος Σταύρου, Μαρία Τσαρούχα
Σκηνοθεσία: Ομαδική
Σκηνικά- κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα
Μουσική: Τάσος Δημόπουλος
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Βοηθός Σκηνοθεσίας: Νίκος Χανιωτάκης
Βοηθός Σκηνογραφίας: Κωνσταντίνα Σκεπετάρη