Πάμε Θέατρο: «Ωραία Χρόνια» | Είδαμε την παράσταση!
Ένα ζευγάρι μεσήλικες, η Κέιτ (Βέρα Κρούσκα) και ο Ντίλι (Στέφανος Κυριακίδης), ζουν μια ήσυχη, σχεδόν παραιτημένη ζωή στην εξοχή, όταν σε αυτήν εισβάλλει από το παρελθόν μια φίλη της Κέιτ, η Άννα (Ζωή Λάσκαρη), ανατρέποντας τη νηνεμία των ημερών τους. Η Άννα, μια γυναίκα εκρηκτική, ταπεραμεντόζα, τόσο διαφορετική από την Κέιτ, σαν ένα κομμάτι που της «λείπει», σαν να είναι το άλλο μισό της συστολικής και ντροπαλής της προσωπικότητας. Μια ιδιότυπη τρυφερότητα μεταξύ τους, μια αναπόληση του παρελθόντος, που ενώ περιμένει κανείς να περιγράφεται με νοσταλγία, συχνά ένα γλυκόπικρο συναίσθημα επισκιάζει την ατμόσφαιρα. Η Άννα δείχνει τελικά να «θυμίζει» στην Κέιτ όσα εκείνη δεν τόλμησε να ζήσει, όσα φοβήθηκε να γευτεί, «κρυμμένη» πίσω από την ορμητικότητα της φίλης της. Και ανάμεσά τους ένας άνδρας διχασμένος στα αισθήματα του, ένας άνδρας που ζει με την ασφάλεια που του παρέχει η στοργική σύζυγός του, αλλά αναζητά τη φωτιά της φίλης της, που τον «καίει» από τον καιρό της νιότης του.
Στη σκηνή βλέπουμε τρία «μεγάλα» ονόματα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, σε μια προσπάθεια απόδοσης του έργου του σπουδαίου Βρετανού δραματουργού, που στο σύνολό της είναι ικανοποιητική. Η Ζωή Λάσκαρη, που σίγουρα την έχουμε απολαύσει σε πολύ πιο δυνατές ερμηνείες, ενώ είναι μια ηθοποιός που με την παρουσία της «γεμίζει» τη σκηνή, έδειχνε υποτονική και σαν να μην απολαμβάνει τόσο τον ρόλο της. Η Βέρα Κρούσκα, που για πρώτη φορά παρακολούθησα στο σανίδι, με κέρδισε υποκριτικά και θεωρώ πως απέδωσε άρτια τον χαρακτήρα της Κέιτ, με την εκφραστικότητα του προσώπου να αποτελεί ένα από τα δυνατότερα σημεία της. Ο Στέφανος Κυριακίδης, ίσως λίγο υπερβολικός σε κάποιες σκηνές, δεν κατάφερε να «πείσει» για τον πόθο του προς καμία από τις δύο πρωταγωνίστριες.
Η σκηνοθεσία του Adolf Shapiro δίνει στους ηθοποιούς αρκετή ελευθερία κινήσεων, με έμφαση στην εικονοπλαστική δύναμη του λόγου παρά στην σκηνική τοποθέτηση, ενώ σε κάποια σημεία παρουσιάζει «κενά» που όσο «ωριμάζει» η παράσταση θα ξεπεραστούν. Εντυπωσιακό το εφέ της βροχής, στο λιτό κατά τ’ άλλα σκηνικό της Μαρίας Φιλίππου και οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη είναι το λιγότεροι εκπληκτικοί.
Το κείμενο του Πίντερ, αρκετά αργό, «δύσκολο», γεμάτο διφορούμενα νοήματα, απευθύνεται στο «υποψιασμένο» κοινό, ενώ όπως λέει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης της παράστασης, «οι παράξενοι άνθρωποι του Χάρολντ Πίντερ έχουν πολλά πράγματα κατά νου, αλλά δεν είναι ικανοί πάντα να το εκφράσουν, και το κυριότερο- δεν θέλουν. Γι’ αυτό, τα κείμενά του είναι γεμάτα από ασύνδετες, κομμένες φράσεις. Εκ πρώτης όψεως, στερούνται λογικής. Αλλά μόνο εκ πρώτης όψεως!».
Μια παράσταση που καλεί τον θεατή να αφεθεί πρώτα για να καταφέρει να τον κερδίσει και που σίγουρα αποτελεί μια ιδιαίτερη πρόταση για το θεατρόφιλο κοινό.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Mετάφραση: Σταμάτης Φασουλής
Σκηνοθεσία: Αdolf Shapiro
Σκηνικά: Μαρία Φιλίππου
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Παίζουν: Ζωή Λάσκαρη, Βέρα Κρούσκα, Στέφανος Κυριακίδης
Θεατρική Σκηνή «Ζωή Λάσκαρη», Καστοριάς 34-36, Βοτανικός