Μια acoustic βραδιά με τους Puressence στον Σταυρό του Νότου! | φωτορεπορτάζ
Οι -ιδιαίτερα αγαπητοί στο ελληνικό κοινό- Βρετανοί, που πειραματίζονται μουσικά με Indie – Pop – Rock μουσική, επιχείρησαν για πρώτη φορά να εμφανιστούν ακουστικά στην Αθήνα, και ο Σταυρός του Νότου υποδέχτηκε για πρώτη φορά ένα διεθνές όνομα.
Ώρα 21.00, και η ουρά έξω από την κεντρική σκηνή του Σταυρού του Νότου είναι ήδη μεγάλη. Παρόλο που ήταν καθημερινή, μία ώρα αργότερα ο χώρος είχε γεμίσει ασφυκτικά και όλοι περίμεναν τους δύο καλλιτέχνες από το Manchester. Λίγο πριν τις 22.30, ο REMI (Άγγελος Κυπριανός) ανέβηκε στη σκηνή, μαζί με την Ηλιάνα Κορέτση στο βιολοντσέλο και τη Δώρα Θανοπούλου στο ακορντεόν, για να ανοίξουν τη συναυλία.
O Remi ξεκίνησε από το 2009 να μελοποιεί αληθινές ιστορίες μουσικής του δρόμου από τα ταξίδια που έκανε σε πόλεις της Ευρώπης. Μαζί με τις κοπέλες, όπως ήταν φυσικό, κινήθηκαν και εκείνοι σε acoustic ‘μονοπάτια’. Το set τους ξεκίνησε με τα “I Think” και “Here I talk about angels”, κομμάτια από τον πρώτο δίσκο του Remi με τίτλο “Street Serenade”. Tο επόμενο τραγούδι λεγόταν “Kind Stranger” και ήταν το ‘δώρο’ του τραγουδιστή σε έναν Ολλανδό που τον είχε φιλοξενήσει όταν βρισκόταν στο Amsterdam. Συνέχισε με τα “One Last Chance” και, αμέσως μετά, μας διηγήθηκε μία ακόμη ιστορία, για μία έγκυο γυναίκα που γέννησε στον δρόμο.
Για το περιστατικό αυτό, έγραψε -και φυσικά μας τραγούδησε- το κομμάτι “The gospel of the road”, που είναι και το ομώνυμο τραγούδι του δεύτερου album του. Η συνέχεια περιλάμβανε τα: “Save Your Soul”, “Folk n’ Rolla”, “I want her”, “I wait for you” (η πιό πρόσφατη κυκλοφορία του), “The Devil In Me”. O Remi, η Ηλιάνα και η Δώρα έκλεισαν με ένα cover στο “Roadhouse Blues”, με το κοινό να τους χειροκροτεί θερμά.
Λίγη ώρα αργότερα, ο τραγουδιστής James Mudrizcki καλωσόρισε το κοινό στα ελληνικά (δεν είναι η πρώτη φορά που επισκέπτονται τη χώρα μας εξάλλου) και μαζί με τον κιθαρίστα Lowell Killen πήραν τις θέσεις τους στο stage του Σταυρού του Νότου. Οι πρώτες νότες από την κιθάρα του Lowell ακούστηκαν και η έναρξη του live ήταν πλέον γεγονός. Ξεκίνησαν με τα “Life Comes Down Hard” και “How does it feel?”, και ο κόσμος τους υποδέχτηκε με τον καλύτερο τρόπο. Στη συνέχεια ο James ρώτησε αν είμαστε όλοι καλά, παρά τα όσα συμβαίνουν, και όταν πήρε θετική απάντηση είπε πως έτσι πρέπει, γιατί “τίποτα κακό δεν κρατάει για πάντα”. Σειρά είχε μια ενδιαφέρουσα διασκευή στο “Bright Eyes” του Art Garfunkel, και η επιτυχία τους “Casting Lazy Shadows”, που το κοινό φάνηκε να αγαπά ιδιαίτερα. Ο κόσμος, καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, έδειξε την απαραίτητη προσοχή και προσήλωση που χρειάζεται σε ένα acoustic live, αλλά ταυτόχρονα συνόδευε με ρυθμικά χειροκροτήματα τους μουσικούς, όταν αυτό χρειαζόταν. “Don’t forget to remember” μας τραγούδησε ο James, και αμέσως μετά ακολούθησε το “This Feeling” (κομμάτι που αποθεώθηκε από το ελληνικό κοινό), αλλά και το “Standing In Your Shadow”.
Μερικά δευτερόλεπτα μόνο χρειάστηκαν για να αντιληφθεί το κοινό πως οι Puressence είχαν ξεκινήσει να παίζουν την μεγαλύτερή τους επιτυχία και το πιο αγαπημένο κομμάτι των Ελλήνων, “Don’t know any better”, και φυσικά αυτό που ακολούθησε ήταν αναμενόμενο. Επόμενα τραγούδια ήταν τα: “All I Want”, “Sold Unseen”, και το “Every House On Every Street”, ένα κομμάτι που -όπως είπε και ο James- ήταν στο πρώτο album του συγκροτήματος, πολλά χρόνια πριν. To set τους έκλεισε με το “Sharpen Up The Knives” και ο James με τον Lowell κατέβηκαν για λίγο από τη σκηνή, αφού πρώτα ευχαρίστησαν όλους τους παρευρισκόμενους.
Kανένας, βέβαια, δεν έφυγε, και με μία φωνή όλοι οι παρευρισκόμενοι κάλεσαν ξανά στη σκηνή τους δύο μουσικούς, οι οποίοι για το encore επεφύλασσαν ίσως το πιο πολυαναμενόμενο κομμάτι της βραδιάς, που δεν ήταν άλλο από το India. Η ακουστική του εκτέλεση δεν απογοήτευσε κανέναν, και το τελευταίο χειροκρότημα ήταν και το πιο δυνατό. Τα μέλη των Puressence ευχαρίστησαν ακόμα μία φορά τον κόσμο, του οποίου την υποστήριξη φαίνεται ότι εκτιμούν ιδιαίτερα, καθώς η επίσκεψή τους στη χώρα μας περιλάμβανε συναυλίες σε άλλες 6 πόλεις!
Παρά τα κάποια τεχνικά προβλήματα στον ήχο, η συναυλία άφησε μια πολύ όμορφη αίσθηση σε όσους βρέθηκαν εκεί, και οι δύο μουσικοί κατόρθωσαν να δημιούργησουν ένα οικείο περιβάλλον, δίνοντάς μας την εντύπωση ότι αισθάνονταν «σα στο σπίτι τους». Η σκηνική άποψη, οι πολύ ιδιαίτερες ερμηνείες και η υπέροχη ατμόσφαιρα της ακουστικής εμφάνισης των Puressence, κατάφεραν να κάνουν αυτή την βραδιά να μας μείνει αξέχαστη.
Ρεπορτάζ: Ανδρέας Σ.
Φωτογράφηση: Μάκης Ραυτόπουλος