Ρόδες live: Ακατάλληλο για μπάτσους και μή λάτρεις του Sci-Fi | φωτορεπορτάζ
Οι πόρτες του χώρου άνοιγαν στις 9, αλλά τότε λίγοι είχαν φτάσει. Ποιος θα φανταζόταν ότι λίγες ώρες αργότερα θα ήταν δύσκολο ακόμα και να κινηθεί κάποιος στο χώρο από την πολυκοσμία, κάτι που αν το σκεφτείς ήταν μάλλον σίγουρο καθώς λίγες ευκαιρίες παρουσιάζονται να δει κανείς τις /τους Ρόδες live. Από την αρχή φαινόταν πως η βραδιά θα κυλούσε τόσο πάνω όσο και κάτω από τη σκηνή…
Το show ξεκίνησε στις 21:40 με τον Λευτέρη Γρηγορίου, όπου παρουσιάστηκε λυτά αυτός και η κιθάρα του για να μας παίξει μια διασκευή στα ‘Σαράντα Παλικάρια’, τα οποία μετέτρεψε σε ‘Σαράντα Ματατζήδες’ και να απαγγείλει ένα ποίημά του, σε μια εμφάνιση που δεν ξεπέρασε τα 7 λεπτά. Το κοινό φάνηκε να διασκεδάζει και να προσέχει τους στίχους και να διασκεδάζει με την χιουμοριστική/καυστική τους διάθεση. Ο Νικήτας Κλιντ ανέλαβε τα τύμπανα καθώς και τη παρουσίαση του Λευτέρη Γρηγορίου, ενώ γενικότερα φαινόταν ότι θα έχει τον ρόλο του παρουσιαστή της βραδιάς.
Χωρίς καμία καθυστέρηση την σκηνή καταλαμβάνουν οι What the Funk, οι οποίοι απέδωσαν τα μέγιστα, όντας καλοπροβαρισμένοι με πολύ άρτιο βασισμένο στις λεπτομέρειες (μα πριόνι παιγμένο με δοξάρι!) ήχο. Έρχονταν σε αντίθεση με το ‘ό,τι να’ναι’ που έβγαζαν ως προσωπικότητες παίζοντας αρκετά επαγγελματικά. Φυσικά, ο Νικήτας Κλιντ δεν θα μπορούσε να λείπει και τραγούδησε ένα κομμάτι με το συγκρότημα και τον Φελίπε (του οποίου το εγκώμιο θα πλέξουμε αργότερα). Το υλικό της μπάντας ήταν πιο up tempo από το προηγούμενο και το επόμενο act και η διάθεσή τους και ο χαρακτήρας των τραγουδιών τους βοήθησαν στο να λάβουν θερμής υποδοχής και ανταπόκρισης, παρότι λίγοι γνώριζαν το υλικό τους.
Η συναυλία είχε αρκετά καλή ροή, εφόσον δινόταν η εντύπωση ότι δεν υπήρχαν διακοπές για να αλλάξουν τα σχήματα στη σκηνή. Σε αυτό βοήθησε η καλή διάθεση των Global Νταούλια, οι οποίοι βγήκαν και μέχρι να κουρδιστούν τα έγχορδα ξεκίνησαν ένα διάλογο κρουστών-κοινού, ο οποίος έτυχε θερμής υποδοχής. Για τα Global Νταούλια αν έλεγε κανείς ότι είναι πολύ ιδιαίτερο σχήμα δεν θα είχε άδικο, αφού ανεβάζουν στη σκηνή 9 νταούλια και η σύνθεσή τους περιέχει 13 άτομα, καλύπτοντας ένα τεράστιο φάσμα μουσικών από την Λατινική Αμερική έως την Κρήτη.
Όταν ανέβηκαν στη σκηνή, όλοι ανεξαιρέτως (και βάζω στοίχημα το αριστερό μου νεφρό γι’αυτό) βάλθηκαν να μετρήσουν πόσοι είχαν παραταχθεί. Στην μισή ώρα που έπαιξαν είχαν τον ήχου με το μέρος τους, μοιράζοντας την εμφάνιση ανάμεσα σε ορχηστρικά και μη τραγούδια. Τα πρώτα λάμβαναν μέτριας αποδοχής από αρκετούς ενώ άλλους τους έκαναν να λικνίζονται εκστατικά και τα δεύτερα έστρεφαν το κοινό στο συγκρότημα. Ξεχώρισε το Κρητικό τραγούδι και όταν ο Κλιντ ανέβηκε στη σκηνή μαζί τους…
Η εμφάνιση των DiDi M. Fadul & Αέρα Πατέρα ήταν αυτό που περιγράφει το δεύτερο συνθετικό του ονόματός τους, με πολλές ατέλειες, πολλά προβλήματα στο στήσιμο, πολλά λάθη (κορυφαία στιγμή ήταν όταν ο βοηθητικός τραγουδιστής έβγαλε το κινητό για να βλέπει τους στίχους). Φάνηκαν οπαδοί του τηλεοπτικού μοτό ‘Περνάμε καλά και αυτό περνάει στον κόσμο’, γιατί αναντίρρητα ο κόσμος πέρναγε καλά, αλλά όχι εξ’αιτίας της μουσικής. Υπεύθυνος γι’αυτό ήταν μάλλον ο χαβαλές, ο αυτοσαρκασμός των μελών, το ότι είχαν τέσσερις κοπέλες ντυμένες ιθαγενείς και τον τραγουδιστή ντυμένο φύλαρχο και ότι είχαν διάθεση και πολύ ρυθμικά τραγούδια. Στο τέλος έλαβαν πολύ ζεστό χειροκρότημα παρά τα όποια προβλήματα…
Και καθώς η νύχτα περνούσε πλησίαζε η ώρα να ανέβουν στη σκηνή οι Ρόδες (United). 23:30 σημάδευε το ρολόι όταν το δεκαμελές σχήμα ανέβαινε στη σκηνή. Το ότι επέλεξαν το intro από το Star Wars για την παρουσίαση της μπάντας ήταν μια ευχάριστη έκπληξη, ειδικά για όσους έβλεπαν για πρώτη φορά το συγκρότημα. Τα video walls πίσω από τη σκηνή είχαν τον συμπληρωματικό ρόλο στη μουσική που τους άρμοζε παίζοντας σκηνές από ταινίες καταστροφής (τύπου Gogilla) ή τα βίντεο της μπάντας σε ορισμένες περιπτώσεις όπως για το ‘Δύσκολο’ και μαγνητίζοντας αρκετές φορές τα βλέμματα.
Ό,τι ήθελε να ακούσει κανείς από το συγκρότημα το άκουσε. Ο Νικήτας Κλιντ ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, αλλά όχι ηγεμόνας, αφήνοντας όλους του τους μουσικούς να βγουν μπροστά και να πρωταγωνιστήσουν, εξού και τα πολλά instrumental σημεία. Ο ήχος ήταν μέτριος κυρίως γιατί οι τραγουδιστές δεν ακούγονταν πολύ καλά με τα όργανα να τους υπερκαλύπτουν. Πλην του Νικήτα Κλιντ αν ξεχώρισε κάποιος αυτός ήταν ο Φελίπε Μανέβ, ο οποίος χειριζόταν την τεχνική του beatbox με τόση μαεστρία που αρκετοί αδυνατούσαν να πιστέψουν ότι αυτοί οι ήχοι έβγαιναν από ανθρώπινο στόμα. Παρά τα όποια θεματάκια του ήχου το κοινό ήταν εκεί για να ακούσει hip-hop και όσο η μπάντα είχε αποθέματα δυνάμεων όλοι πέρναγαν καλά και έδιναν δύναμη στη μπάντα να συνεχίσει να παίζει, γνωρίζοντας τα περισσότερα τραγούδια πολύ καλά.
Οι Ρόδες έπαιξαν σε δυο μέρη, ανάμεσα στα οποία έκαναν την εμφάνισή τους οι Chinese Basement, ένα συγκρότημα εκ διαμέτρου αντίθετης φιλοσοφίας που απαρτιζόταν από τρία μόλις μέλη. Ο Νικήτας Κλιντ σε δηλώσεις του είχε πλέξει το εγκώμιο του συγκροτήματος από τη Θεσσαλονίκη, χαρακτηρίζοντάς το σημείο κλειδί για την εμφάνιση των Ροδών…
Οι Chinese Basement όσο έπαιξαν ήταν συναρπαστικοί με πολύ καλό ήχο και με αέρα επάνω στη σκηνή, δεν είχαν κάποιο αξιοσημείωτο πρόβλημα. Τι και αν λίγο ήταν εξοικειωμένοι με το υλικό τους, το συγκρότημα με απλό και λιτό τρόπο εφάρμοσε το Veni-Vidi-Vici και απήλθε αφήνοντας τις Ρόδες να συνεχίσουν την ξέφρενη πορεία τους.
Στο δεύτερό τους μέρος, όπως και στο πρώτο οι Ρόδες απέδειξαν ότι είναι από τις πλέον καλοστεκούμενες μπάντες στην Ελλάδα και ότι κάθε τους συναυλία είναι ένα γεγονός αξιοσημείωτο και χρήζει προσοχής και επιβράβευσης. Η βραδιά ήταν καταπληκτική και θα μείνει σίγουρα στο μυαλό των παρευρισκομένων για πολύ καιρό, γιατί είχε τα πάντα και θα μπορούσε να ικανοποιήσει μεγάλο φάσμα μουσικών προτιμήσεων, έχοντας άποψη, πολιτική θέση (σσ. Εξού και ο τίτλος) και κυρίως βγαίνοντας από το χώρο υπήρχε σε αρκετούς η εντύπωση ότι είχαν πάρει κάτι πολύ παραπάνω από ένα αξιομνημόνευτο live…