Συνέντευξη | Αλεξία Καλτσίκη: «Για μένα Κανένας, είναι ο Καθένας αλλά και ο γνωστός/άγνωστος εαυτός που φέρω κάθε λεπτό μέσα μου»
Στο παρελθόν έχουμε θαυμάσει την Αλεξία μέσα από τους ρόλους που έχει υποδυθεί στο θέατρο με πρόσφατες δουλειές της, τις «Ψευδαισθήσεις» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου και τον «Κυκλισμό του Τετραγώνου» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. Αυτή τη φορά, κάθεται στη θέση του σκηνοθέτη για την παράσταση «Το Παγκάκι του Κανένα» που παρουσιάζεται στο Θέατρο 104 με τους Άρη Αρμαγανίδη και Αντώνη Μυριαγκό (διαβάστε την κριτική μας εδώ). Αποκαλεί την παράσταση «μια σκηνική δοκιμή πάνω στην περιπέτεια του βλέμματος», ενώ για εκείνη οι άνθρωποι παρατηρούμε πραγματικά κάποιον όταν δεν το σκεφτόμαστε. Η χαρισματική ηθοποιός δηλώνει «ημιμαθής» λόγω της ελλιπής θεατρικής μας παιδείας, κάτι που μπορεί να ακούγεται αντιφατικό για κάποιον που την έχει δει σε κάποια από τις δουλειές της, καθώς διακρίνονται για την ειλικρίνεια και την αμεσότητά της.
Πως έγινε η επιλογή του έργου; Ποια ήταν τα πρώτα σας συναισθήματα όταν διαβάσατε το “Παγκάκι του Κανένα”;
Όλα ξεκίνησαν από μια πρόταση του Θοδωρή Γκόνη για συμμετοχή σε ένα μικρό φεστιβάλ για την Αθήνα. Έπρεπε να επιλέξω ένα κείμενο. Μίλησα με τον Μισέλ και έτσι γράφτηκε το «Παγκάκι του Κανένα». Δεν έχω λοιπόν πρώτα συναισθήματα, αλλά παράλληλα, καθώς παρακολούθησα το κείμενο σε όλα τα στάδια της γραφής του, ένα έργο που το θεωρώ σημαντικό για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο. Κι επειδή ο Μισέλ προέρχεται απο το χώρο της λογοτεχνίας, είναι ένα κείμενο που το απολαμβάνεις ακόμη και ως αναγνώστης. Οπότε η ευθύνη και η δυσκολία να μεταμορφωθεί σε σκηνική πράξη ήταν μεγάλη. Αυτό όμως που για μένα έχει ενδιαφέρον είναι οτι πρόκειται για ένα υλικό που συνεχώς μου αποκαλύπτεται δουλεύοντας με αυτό. Γι αυτό και ονομάζω την παράσταση μας μια «σκηνική δοκιμή πάνω στην περιπέτεια του βλέμματος», γιατί είναι μια πρώτη επαφή με ένα κείμενο που έχει πολλές αναγνώσεις και προοπτικές. Ελπίζω να μας δοθεί η δυνατότητα να τις αγγίξουμε στο μέλλον.
(Φωτογραφία του Ηλία Κοσίντα)
Περιέγραψε μας, πως δουλέψατε με τα παιδιά και τι διακρίνει το καθένα τους;
Μεταξύ αστείου και σοβαρού λέω, πως κάναμε πρόβες «λόξυγγα» κι αυτό γιατί κάθε φορά άλλαζαν οι ημερομηνίες για την έναρξη της παράστασης. Ώσπου διαμορφώθηκε ένα πιο καθαρό πλαίσιο, απο τη στιγμή που μιλήσαμε με το «Θέατρο 104» και στο βαθμό τελικά που το εν λόγω φεστιβάλ ακυρώθηκε. Επί της ουσίας τώρα, στην αρχή προσπαθήσαμε να διαχωρίσουμε τις καθαρές δομές που έχει αυτό το αυστηρά φορμαλιστικό κείμενο. Τα κομμάτια που μιλάνε μεταξύ τους γύρω απο το θέμα της παρατήρησης, τα αντιμετωπίσαμε σαν ενα άγριο διαλογικό παιχνίδι του εδώ και τώρα, και τα σημεία της ύπνωσης ως μία εννιαία παρτιτούρα, ένα «παραμιλητό» όπως ονομάζει το έργο του κι ο συγγραφέας. Δουλέψαμε αυτά τα κομμάτια ξεχωριστά, σαν δύο διαφορετικά έργα. Εξαρχής προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τα κενά σ΄αυτόν τον καταιγιστικό διάλογο και να διαμορφώσουμε μια απτή σκηνική γλώσσα των δυο προσώπων, μια σωματική συνομιλία που συνεχίζεται ακόμα και στις παύσεις ή τις σιωπές τους.Ένα κείμενο που δεν έχει πλοκή και χαρακτήρες όπως αυτό, στηρίζεται και τολμώ να πώ διαμορφώνεται απο το υλικό των ηθοποιών. Ακόμα περισσότερο σ’ αυτή την σκηνική εκδοχή που παρουσιάζουμε και που στηρίζεται αποκλειστικά σ’αυτούς. Είχα την τύχη να έχω δίπλα μου δύο εξαιρετικούς συναδέλφους τον Αντώνη και τον Άρη. Και οι δύο κουβαλούν ένα διαφορετικό υλικό και άλλες θεατρικές καταγωγές. Ο Αντώνης φέρει εκτός από σημαντικές θεατρικές εμπειρίες και τεχνικές, μια ισχυρή σκηνική δυναμική και ο Άρης μια αξιοζήλευτη σκηνική αθωότητα. Οπότε οι πρόβες στο σύνολό τους επικεντρώθηκάν στο να συντονιστούν αυτές οι δύο τόσο διαφορετικές σκηνικές ενέργειες. Και ευχαριστώ και τους δύο από καρδιάς για την εμπιστοσύνη και την σκηνική διαθεσιμότητα που μου χάρισαν.
Πως αντιλαμβάνεστε τον «Κανένα»;
Για μένα ο Κανένας είναι ο Καθένας, είναι ο άγνωστος της καθημερινότητάς μας. Ο άνθρωπος που περιμένει μαζί μας στην στάση, αυτός που μας προσπερνάει στον δρόμο ανταναλλάσοντας ένα βλέμμα, αυτός που κάθεται απέναντι μας στο μετρό. Αλλά και ο γνωστός/άγνωστος εαυτός που φέρω κάθε λεπτό μέσα μου.
Σε ένα σημείο ο ήρωας λέει χαρακτηριστικά «είτε σε παρατηρώ δακαώς με όλους τους πόρους του δέρματός μου, είτε αν δεν σε παρατηρώ δεν υπάρχεις για εμένα». Πιστεύεις πως σήμερα παρατηρούμε οτιδήποτε συμβαίνει ή πως φοράμε παρωπίδες;
Η ανικανότητά μας να παρατηρήσουμε δεν σημαίνει οτι φοράμε παρωπίδες. Πολλές φορές τρομάζω όταν συνειδητοποιώ οτι έχω υπάρξει τυφλή και χρειάζεται πολύς αγώνας για να διατηρήσω καθάρα τα μάτια μου και τ΄αυτιά μου ανοιχτά σ΄αυτά που συμβαίνουν γύρω μου και μέσα μου. Τα τελευταία δε χρόνια με όλα αυτά που ζούμε ο αγώνας αυτός είναι όλο και πιο δύσκολος.
Υπάρχουμε ή συνυπάρχουμε στην Αθήνα κατά τη γνώμη σας;
Πάντα συνυπάρχουμε, ακόμα κι όταν νομίζουμε ότι ζούμε εσώσκλειστοι, απομονωμένοι, σε κάποιο θερμοκήπιο κοινωνικό, ψυχικό ή πνευματικό. Πάντα το εγώ είναι εκτεθειμένο στο εμείς.
Το διαδίκτυο κατά πόσο έχει επηρεάσει την ικανότητα μας να παρατηρούμε τους άλλους;
Το διαδίκτυο δίνει την ψευδαίσθηση οτι παρατηρώ και με παρατηρούν. Αλλά δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα είναι ένα ελεγχόμενο παιχνίδι εντυπώσεων. Οι στιγμές που πραγματικά παρατηρώ κάποιον είναι αυτές που δεν το σκέφτομαι, απλώς συμβαίνει. Οι στιγμές που είμαι αφύλακτη να παρατηρήσω και να με παρατηρήσουν.
Λειτουργούν οι αισθήσεις σου στην πόλη;
Όχι πάντα. Υπάρχουν φορές που « αμφιβάλλω αν βλέπω αυτά που βλέπουν τα μάτια μου και αν ακούω αυτά που ακούν τα αυτιά μου», για να δανειστώ μια φράση του κειμένου.
Αν μπορούσες να περιγράψεις την Αθήνα με 3 χρώματα ποια θα ήταν αυτά και γιατί;
Γκρι λόγω του τσιμέντου, γαλάζιο λόγω του ουρανού και ελεκτρίκ λόγω των ανθρώπων της.
(Άγαλμα στο Ζάππειο, 2014, φωτογραφία από την Α. Καλτσίκη)
Υπάρχει κάτι που παρατήρησες πρόσφατα στο δρόμο και σε επηρέασε;
Ένα γυφτάκι στην στάση του μετρό, στην απέναντι αποβάθρα, που περίμενε μαζί με την οικογένειά του, χόρευε υπέροχα κατα την αναμονή τους, έχοντας καρφωμένο στο πρόσωπο ένα σαρκαστικό πλατύ χαμόγελο.
Ποιες νομίζεις πως είναι οι ανάγκες της πόλης αυτή την στιγμή;
Nα την αγαπήσουν οι ίδιοι οι κάτοικοι της. Και αυτό είναι άμεση ανάγκη εφόσον οι θεσμοί και οι αρμόδιοι αδυνατούν όπως φαίνεται να την φροντίσουν.
Το θέατρο μπορεί να λειτουργήσει με ένα τόσο μεγάλο και συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ηθοποιών;
Το θέατρο μπορεί να λειτουργήσει κάτω απο οποιεσδήποτε συνθήκες, το θέμα είναι αν οι τόσοι πολλοί ηθοποιοί μπορούν κατ΄αρχήν να επιβιώσουν από αυτό και κατά δεύτερον να υπάρξουν δημιουργικά μέσα σε αυτό. Όσον αφορά το πρώτο σας λέω οτι δουλεύουμε, όταν δουλεύουμε, για ψίχουλα. Όσον αφορά το δημιουργικό είναι δύσκολο να μπορέσεις να εντοπίσεις του σκηνικούς συγγενείς σου, αλλά όταν συμβαίνει είναι υπέροχο. Ένα θέμα όμως που με απασχολεί από την αρχή της ενασχόλησής μου με το θέατρο είναι η εκπαίδευση μας, η οποία αν και έχει βελτιωθεί πολύ απο τότε που τελείωσα τη σχολή, είναι τρομακτικά ελλιπής.
Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε στην σκηνοθεσία και σε έκανε να αφήσεις για λίγο την παρουσία σου στο σανίδι;
Η εποχή σε ωθεί να ενεργοποιηθείς, να επιδιώξεις συναντήσεις με ανθρώπους, με κείμενα, με σκέψεις και διαθέσεις. Αυτό έκανα: άκουσα την εποχή μέσα μου. Το «δούναι λαβείν» σήμερα είναι κάτι περισσότερο από αναγκαίο. Αντιλαμβάνομαι τα κενά μου, την ημιμάθεια μου (σε σχέση με την ελλιπή θεατρική μας παιδεία) γι’ αυτό επιδιώκω συναντήσεις με συναδέλφους: να γεμίσουμε τα κενά μας, να βελτιώσουμε την ημιμάθειά μας. Πέρα όμως απο αυτό η οπτική απο τη θέση του σκηνοθέτη, με βοηθάει να αντιληφθώ καλύτερα την λειτουργία μου ως ηθοποιό.
Ο καθένας μας έχει μια πολύ διαφορετική άποψη για την Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Η διεθνής μας εικόνα προβάλλει διαφορα ευτράπελα και κοινωνικά παράδοξα. Τι πιστεύεις ότι προκαλεί περισσότερη σύγχυση στους ξένους αυτή την στιγμή;
Εδώ εμείς βρισκόμαστε σε σύγχυση με τη χώρα μας δεν θα είναι οι ξένοι; Προσωπικά, περισσότερο με απασχολεί η δική μας σύγχυση. Από εκεί πρέπει να αρχίσουμε.
Έχεις κάποια ανακοινώσιμα θεατρικά σχέδια;
Εκτός από το «Παγκάκι του κανένα» που κατεβαίνει σε λίγες μέρες ,θα συμμετέχω σε ένα «πείραμα» του Αντώνη Γαλλέου, στα πλαίσια του διδακτορικού του, στο Μουσείο σύγχρονης τέχνης, πρόκειται για ανοιχτές πρόβες πάνω σε ένα κείμενο του Φίλιπ Ροθ, και έχω ξεκινήσει πρόβες με τον Θάνο Παπακωσταντίνου στο καινούριο έργο του Γιάννη Μαυριτσάκη «Μετατόπιση προς το ερυθρό».
Info:
Η παράσταση «Το Παγκάκι του Κανένα» παίζεται Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15 στο Θέατρο 104, για 2 ακόμη εβδομάδες.