Συνέντευξη | Αντίνοος Αλμπάνης: «Με προβληματίζει πως ο τρόπος που έχουν στηθεί οι σημερινές κυβερνήσεις μπορεί να οδηγήσει στον αφανισμό μας»
Μέσα σε δέκα χρόνια από την αποφοίτηση του από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν έχει δουλέψει συστηματικά και πέρα από την όποια εμπορική επιτυχία των έργων στα οποία συμμετέχει και τον διευρυμένο αριθμό των θαυμαστών του, έχει δείξει πολλές ενδιαφέρουσες πλευρές του υποκριτικού του ταλέντου.
Από το «Τρίτο Στεφάνι» σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή στο Εθνικό Θέατρο και το «Γυάλινο Κόσμο» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, μέχρι το εικαστικό-θεατρικό «Αυτό το Παιδί» και το φαινόμενο «I Will Survive», έχει κερδίσει το σεβασμό των κριτικών, των συναδέλφων του και του κοινού. Φέτος, συμμετέχει σε ένα από τα μεγαλύτερα must-see της σεζόν, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» του Anthony Burgess σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα με τον Άρη Σερβετάλη στον βαρυσήμαντο ρόλο του Άλεξ. Στην παράσταση δίνει σάρκα στον Μπρόνσκι, έναν γιατρό που δείχνει να έχει χάσει κάθε ίχνος συνείδησης και ανθρώπινης αξιοπρέπειας και με κίνητρο το «καλό» επεμβαίνει στην ελεύθερη βούληση του, κάτι που ο Αντίνοος μπορεί να το αναγνωρίσει και στις σημερινές κυβερνήσεις. Ταλαντούχος, αποφασιμένος να δουλέψει και να επικοινωνήσει μέσα από την δουλειά του, άμεσος, καθαρός στις κουβέντες του, ευγενής, ανοιχτός στο νέο και το διαφορετικό και ιδιαιτέρως προβληματισμένος, ο ηθοποιός αξίζει στο έπακρον την αναγνώριση και τον σεβασμό του κοινού.
Συμμετέχεις στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι», ένα έργο που έχει χαραχτεί έντονα στη μνήμη του κοινού από την ταινία του Κιούμπρικ. Πως λειτούργησε μέσα σου ως βίωμα και πως αντέδρασες όταν σου έγινε η πρόταση για να γίνεις μέρος της παράστασης;
Η αλήθεια είναι πως είδα την ταινία σε μικρή ηλικία, αλλά όχι σε τόσο μικρή ηλικία για να μου χαραχτεί στη μνήμη και να με επηρεάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό. Πιστεύω πως πλέον οι δικές μας οι γενιές είναι τόσο εξοικειωμένες με τη βία που δεν σοκάρονται εύκολα βλέποντας ένα τέτοιο σκληρό θέαμα ή τουλάχιστον εγώ δεν το βίωσα έτσι. Το είδα γύρω στα 18 μου χρόνια και για μένα ήταν μια μελέτη στο τι είναι καλό σινεμά και του τι σημαίνει να κάνεις μια ταινία που δεν είναι καθόλου ακαδημαϊκή σπάζοντας τελείως τους κανόνες που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε μέχρι τότε. Όταν μου έγινε η πρόταση για να συμμετάσχω στην παράσταση, ήρθα σε επαφή και με το θεατρικό κείμενο του ίδιου του Burgess που είχε πολύ ενδιαφέρον γιατί μπορείς να αντλήσεις αφορμές για σκέψη για τα κοινωνικοπολιτικά μιας περιοχής, μιας γειτονιάς, μιας χώρας.
Υποδύεσαι τον Μπρόνσκι, έναν επιστήμονα που ασκεί ιδιαιτέρως σκληρές πρακτικές που παραπέμπουν στον Ivan Pavlov. Πως προσέγγισες τον ρόλο σου;
Πρόκειται για έναν αντισυμβατικό γιατρό που δεν υπολογίζει τον ανθρώπινο παράγοντα και πάρα πολύ μπαίνοντας στη διαδικασία να αποδείξει πως μια πειραματική μέθοδος μπορεί να ωφελήσει την κοινωνία. Δείχνει να αδιαφορεί πως αυτή η μέθοδος μπορεί να αφήσει κάποια βλάβη ή κάποιο κουσούρι στον άνθρωπο που θα συμμετάσχει στο πείραμα. Τέτοιους γιατρούς έχουμε συναντήσει ιστορικά πολλούς που γεμίζουν ολόκληρους καταλόγους με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Μένγκελε. Όλοι αυτοί στο όνομα του «καλού» έχουν κάνει πολλά αίσχη κι έχουν βλάψει περισσότερο από ότι έχουν ωφελήσει τον άνθρωπο. Υπάρχει κι ένα πολύ καλό βιβλίο που λέγεται «Οι Γιατροί της CIA» του Colin Ross το οποίο αν το διαβάσει κανείς θα καταλάβει πως έχουν γίνει πολλά εγκλήματα στο όνομα της ιατρικής. Ο ήρωας που υποδύομαι, ο Μπρόνσκι νομίζω πως εντάσσεται σε αυτή την κατηγορία των επιστημόνων, οι οποίοι δεν υπολογίζουν καθόλου το συναίσθημα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια λειτουργώντας πολύ ωμά και φτάνοντας μέχρι εκεί που τους επιτρέπει η συνείδησή τους. Μάλιστα, ενώ τον προειδοποιούν πως οι τακτικές που ακολουθεί είναι κακές και μπορεί να προκαλέσουν κακό στον Άλεξ, αυτός προτιμά να αγνοήσει τις προειδοποιήσεις και να ακολουθήσει τις επιθυμίες της κυβέρνησης.
Πιστεύεις πως αυτή η αδιαφορία για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι κάτι που παγκοσμιοποιείται αυτή την στιγμή παράλληλα με όποια άλλη συμπεριφορά και όποιο άλλο φαινόμενο γιγαντώνονται σε παγκόσμιο επίπεδο;
Βέβαια! Αν παρατηρήσουμε τις κυβερνήσεις αυτή την στιγμή σε παγκόσμιο επίπεδο πολύ συνειδητά εφαρμόζουν μέτρα που στο σύνολο του πληθυσμού κάνουν κακό όσο κι αν προσπαθούν να μας πείσουν πως μακροπρόθεσμα θα μας οδηγήσει σε καλό, βλέπουμε πως επιλέγουν να έχουν αυτοκτονίες, να έχουν ανθρώπους στους δρόμους, να έχουν ανθρώπους που τρώνε από τα σκουπίδια, να έχουν ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις γνωρίζουν από πριν τις αρνητικές συνέπειες των μέτρων που επιλέγουν και παρόλα αυτά οδηγούνται σε αυτά τα μέτρα, τις κατατάσσει στην κατηγορία των γιατρών που μιλήσαμε πριν.
Προσωπικά, πως αντιδράς σε όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας;
Κοίταξε, τη δουλειά που έχω επιλέξει να κάνω – γιατί την επέλεξα, δεν με επέλεξε ή δεν έτυχε να την κάνω- προσπαθώ όσο μπορώ να την «χρησιμοποιώ» για να δείξω την αντίδραση μου, την αγανάκτηση μου, τη δυσαρέσκεια μου και οτιδήποτε συμβαίνει κοινωνικοπολιτικά. Αυτό νομίζω πως συμβαίνει με όλους τους καλλιτέχνες, για τους οποίους η δουλειά τους είναι το βήμα για να πούνε όλα αυτά που άλλοι λένε φωνάζοντας στους δρόμους, σε διαδηλώσεις, σε εξεγέρσεις. Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να εκφράζει την αντίδραση του με άλλους τρόπους και να κατεβαίνει σε πορείες, αλλά νομίζω πως πρωτίστως πρέπει να συμμετέχει σε δουλειές που αφορούν τον κόσμο θεματολογικά και υφολογικά. Το Κουρδιστό Πορτοκάλι παρόλο που δεν έγινε με αυτό τον σκοπό, νομίζω πως είναι ένα έργο που μιλάει στον κόσμο και χαίρομαι πολύ που έρχονται πολλά νέα παιδιά να δουν την παράσταση και προβληματίζονται με το είναι σωφρονισμός, πως αυτός εφαρμόζεται και αν οι άνθρωποι επιλέγουν ελεύθερα το καλό.
Συμμερίζεσαι λοιπόν πως «το θέατρο είναι πολιτική πράξη»;
Μμμ, νομίζω πως η ύπαρξη μας είναι πολιτική πράξη κι όχι το θέατρο. Το πώς αναπνέουμε, το πώς λέμε καλημέρα, το πώς θα πετάξουμε τα σκουπίδια μας, το πώς σεβαστούμε το διπλανό μας είναι πολιτικές πράξεις και κατ’ επέκταση η δουλειά μας κι ο τρόπος που κάνουμε τη δουλειά μας είναι πολιτικές πράξεις. Το να πω ότι το 2014 κάνουμε στρατευμένη Τέχνη μου φαίνεται αστείο και πιστεύω πως έχουν παρέλθει αυτές οι εποχές.
Στην παράσταση που παρουσιάζετε είναι έντονη η κινησιολογία και η παρουσία ενός πιο σωματικού θεάτρου. Πως καταφέρατε αυτό που βλέπουμε επί σκηνής;
Κύριο μέλημα μας ήταν να γίνουμε ομάδα, να αποκτήσουμε ένα κοινό κώδικα και να μπορούμε να μιλάμε την ίδια γλώσσα, να ξέρουμε δηλαδή πως η οδηγία που μας δίνεται είναι για να βγάλουμε ένα πολύ συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Από εκεί και πέρα, η δουλειά, οι πρόβες, οι αυτοσχεδιασμοί που κάναμε είναι όλα αυτά που μας έφεραν στο αποτέλεσμα που είδατε. Δεν ακολουθήσαμε κάποια σχολή κινησιολογίας και κάποια αυστηρή στρατηγική, αλλά αφεθήκαμε στο αυθόρμητο και τον αυτοσχεδιασμό γιατί θέλαμε να δώσει ο καθένας κάτι προσωπικό σε αυτό το οποίο συμβαίνει, για να μας αφορά και σε προσωπικό επίπεδο.
Στο έργο παρουσιάζονται πολλές βίαιες εικόνες που επηρεάζουν το θεατή λιγότερο ή περισσότερο. Ως Αντίνοος τι ήταν αυτό βίωσες με τα ίδια σου τα μάτια στους δρόμους της Αθήνας και σε επηρέασε πραγματικά;
Κάτι που βιώνω έντονα τον τελευταίο χρόνο και με επηρεάζει είναι όταν βλέπω μικρά παιδιά να ζητιανεύουν έξω από σούπερ-μάρκετ γιατί δεν έχουν τα απαραίτητα για να ικανοποιήσουν τις βασικές τους ανάγκες όπως είναι η τροφή. Αυτό είναι μια μορφή βίας που δεν μπορώ να ξεπεράσω γιατί για εμένα το να βλέπεις ανθρώπους να μην μπορούν να επιβιώσουν είναι πολύ πιο άγριο και βίαιο από το να βλέπεις μια σκηνή με βίαιες πράξεις και αίματα. Αντίστοιχα, είναι πολύ άσχημο ότι έχουμε αρχίσει να εξοικειωνόμαστε με την εικόνα ανθρώπων που ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να φάνε και τείνουμε να γίνουμε Αμερική όπου μπορεί δίπλα σου να πεθαίνουν άνθρωποι από την πείνα και εσύ να κάνεις πως σε συμβαίνει τίποτα.
Πόσο σε έχει επηρεάσει η μετάλλαξη της έννοιας «άνθρωπος» στη σύγχρονη εποχή;
Θεμιτή είναι η εξέλιξη του ανθρώπου και συμβαίνει σε κάθε εποχή. Εμένα με προβληματίζει περισσότερο το ότι περνάμε από κάποια στάδια που θα μας οδηγήσουν περισσότερο στον αφανισμό και λιγότερο σε εξέλιξη, γιατί το να στεγνώνουμε συναισθηματικά και ψυχολογικά είναι κάτι που θα μας φτάσει σε ένα σημείο να μην νοιαζόμαστε καθόλου μα καθόλου για τις ανθρώπινες σκέψεις, θα μας φτάσει στο σημείο να ξεχάσουμε το «μαζί» και να λειτουργούμε τελείως ατομικά και να νοιαζόμαστε ο καθένας για το ατομικό μας συμφέρον ή το πολύ για το συμφέρον 2-3 ατόμων γύρω μας. Ο τρόπος που έχουν στηθεί οι σύγχρονες κοινωνίες μας έχει κάνει κάπως να μην θέλουμε να είμαστε παρέες, να κοινωνικοποιούμαστε και να λειτουργούμε σε ομάδες κι αυτό είναι φυσικά πολύ δυσάρεστο και πολύ επικίνδυνο. Φοβάμαι πως μια τέτοια εξέλιξη θα μας κάνει να τρώμε ο ένας την σάρκα του άλλου, να μην έχουμε κανέναν ηθικό φραγμό και να πατάμε επί πτωμάτων, μόνο και μόνο για να επιβιώσουμε. Ένας τέτοιος κανιβαλισμός θα είναι αυτό που θα μας οδηγήσει και στην καταστροφή μας.
Σε ένα καίριο σημείο του έργου αναφέρεται το βιβλικό ρητό «Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να επιλέξει ελεύθερα το καλό δεν είναι άνθρωπος». Πως λειτουργεί για σένα αυτό το νόημα;
Συμφωνώ 100%. Αυτός είναι και ο λόγος που αντιτίθεμαι εγώ προσωπικά σε οποιαδήποτε προσπάθεια οποιασδήποτε κυβέρνηση να στερήσει ελευθερίες από τους ανθρώπους. Δεν μπορείς με το στανιό να φιμώσεις έναν άνθρωπο επειδή δε σου αρέσει η άποψη του ή επειδή φοβάσαι πως θα επηρεάσει μια ευρεία μάζα. Δεν μπορείς να απαγορεύεις σε κάποιον να πάει σε μια διαδήλωση και να τον φλομώνεις στα χημικά. Αυτό δεν είναι Δημοκρατία. Αυτό είναι μόρφωμα που εξυπηρετεί λίγους μόνο που βρίσκονται ψηλά, δεν τους γνωρίζουμε και δεν τους βλέπουμε. Άρα, συμφωνώ με αυτό το ρητό και δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται λόγος συζήτησης. Θέλω να πιστεύω πως υπάρχουν κι άλλοι που το ασπάζονται και αγωνίζονται για την ελευθερία του λόγου, την ελευθερία της έκφρασης και την ελευθερία της ύπαρξης.
Τελικά, τι είναι πιο βίαιο; Οι σκηνές που βλέπουμε στο δρόμο ή η βία που ασκεί η κρατική εξουσία στον άνθρωπο;
Είναι εξίσου βίαια και τα δύο. Απλώς, όσον αφορά τη βία στους δρόμους δίνω τα ακαταλόγιστο στους ανθρώπους γιατί έχουν μεγαλώσει σε μια άρρωστη και βίαια κοινωνία που τους έχει εκπαιδεύσει από το σχολείο και από το σπίτι να θέλει να πατήσει τον άλλο για να βγει από πάνω είναι απόλυτα φυσιολογικό να βλέπουμε τέτοιες καταστάσεις αγριότητας. Επομένως, πρωτίστως θα κατηγορήσω την κυβέρνηση και στη συνέχεια έναν άνθρωπο που έχει μια αρρώστια –γιατί η βία είναι αρρώστια- κι εμείς οφείλουμε να θεραπεύσουμε την αρρώστια όχι να σκοτώσουμε τον ασθενή.
Προσωπικά τι είναι αυτό που φοβάσαι και πως διαχειρίζεσαι τον φόβο σου;
Προσωπικά, έχω ανησυχίες, δεν έχω φόβο για κάτι. Προσπαθώ να αντιμετωπίζω οτιδήποτε με φοβίζει γιατί θέλω να ζήσω κι όχι να γεράσω με απωθημένα και να μετανιώνω για πράγματα που δεν έχω κάνει. Θέλω να μαθαίνω, να εξελίσσομαι, να πηγαίνω μπροστά και γι’ αυτό αρνούμαι να επιτρέψω σε φοβίες να με κατακλύσουν και να με κρατήσουν πίσω. Σίγουρα έχουν υπάρξει φορές που έχω νιώσει να βυθίζομαι να παρασύρομαι από τις φοβίες μου, αλλά με τα χρόνια μαθαίνω να τις χρησιμοποιώ προς όφελος μου, να τις παρατηρώ και να τις μελετάω, να καταλαβαίνω γιατί μου συμβαίνει αυτό που συμβαίνει και τελικά να πηγαίνω παρακάτω.
Πάνω σε αυτό τον άξονα φαντάζομαι πως δημιουργήσατε το «I Will Survive» πριν μερικά χρόνια με τον Γιάννη Σαρακατσάνη και τον Γιώργο Παπαγεωργίου. Θες να θυμηθείς μαζί μας ποια ήταν η αφορμή για αυτή την παράσταση και πως λειτούργησε μέσα σου;
Ήταν ένας χειμώνας που δεν είχαμε δουλειά ούτε ο Γιώργος ούτε εγώ κι ευτυχώς ο Γιώργος είχε το πείσμα και την όρεξη να με πείσει να δημιουργήσουμε κάτι δικό μας, να βρεθούμε τρεις άνθρωποι που έχουμε κοινές ανησυχίες και να φτιάξουμε κάτι που μας κάνει να περνάμε καλά. Έτσι ξεκινήσαμε και χαίρομαι που τελικά ο κόσμος το αγκάλιασε γιατί τα κίνητρα μας ήταν πάρα πολύ αγαθά και ξεκάθαρα. Θέλαμε να πούμε μια ιστορία για τη φιλία, για τις ανθρώπινες σχέσεις, τη σημαντικότητα του «μαζί» κι όλο αυτό κάτω από την ομπρέλα του χιούμορ και του κεφιού. Νιώθω πολύ χαρούμενος που έχουμε αυτό το παιδί κι όταν συναντιόμαστε κάθε φορά οι 3 μας, έχουμε κάτι που μας κάνει να παρασυρόμαστε από τα άγχη της καθημερινότητας και μας λυτρώνει κι εμάς προσωπικά.
Ο κλάδος σας έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας αυτή την στιγμή. Πιστεύεις πως η επιτυχία του «I Will Survive» μπορεί να εμψυχώσει κάποιο νέο παιδί που έχει τελειώσει μια δραματική σχολή και ακόμη ψάχνεται για το πώς θα ακουστεί η φωνή του;
Βέβαια! Αλλά να μην ξεχνάμε πως κι εμείς αντίστοιχα πήραμε δύναμη από άλλες ομάδες που πριν από εμάς δημιούργησαν παραστάσεις που έγιναν πολύ μεγάλες επιτυχίες κι έφεραν νέο αίμα το θέατρο κάνοντας ταυτόχρονα τον κόσμο να δει με άλλο μάτι τη θεατρική πράξη. Οπότε δεν πρέπει να παίρνουμε εμείς τα εύσημα για την οποιαδήποτε επιτυχία, αλλά όλοι οι σκηνοθέτες, οι δημιουργοί και οι ηθοποιοί που πριν από εμάς άκουσαν την ανάγκη τους και έφτιαξαν κάτι με τους δικούς της όρους και σύμφωνα με πράγματα που αφορούσε τους ίδιους. Κι εμείς με τη σειρά μας το ίδιο πράγμα κάναμε, δεν ανακαλύψαμε την πενικιλίνη. Με πολύ απλά υλικά φτιάξαμε κάτι ανθρώπινο και καθαρό που νομίζω πως αφορά τον κόσμο.
Έχω παρατηρήσει πως δίνεις συνεντεύξεις σε μια ευρεία γκάμα δημοσιογράφων και συντακτών κρατώντας μια πολύ ανοιχτή στάση χωρίς καθόλου σνομπ συμπεριφορές. Ολοκληρώνοντας λοιπόν τη συνέντευξή μας αυτό είναι ένα εύσημο που θέλω να σου δώσω.
Κοίταξε, προσωπικά πιστεύω σε αυτό που είμαι ως άνθρωπος και δεν πιστεύω πως καμία ερώτηση που σου κάνει κάποιος δημοσιογράφος δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό. Είτε μιλήσω σε ένα μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι, είτε σε μια εφημερίδα είτε σε ένα μικρό blog, ο ίδιος άνθρωπος θα είμαι και νομίζω πως ο κόσμος θα με καταλάβει. Χωρίς να νομίζω πως είμαι κάτι το σημαντικό, επιλέγοντας να δώσω συνέντευξη σε κάποιο νέο παιδί δείχνω πως σέβομαι και εμπιστεύομαι τη δουλειά του και ξέρω ακριβώς πως είναι να θέλεις να σε πάρουν οι άλλοι στα σοβαρά στο ξεκίνημά σου γιατί κι εγώ έχω περάσει από αυτή την θέση.
Info:
Η παράσταση «Το Κουρδιστό Πορτοκάλι» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα ανεβαίνει κάθε Τετάρτη στις 20:00 και από Πέμπτη έως Κυριακή στις 21:00 στο Θέατρο Αποθήκη.
Παράλληλα, συνεχίζεται η παράσταση «I Will Survive» στο Θέατρο Ιλίσια-Βολονάκης κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15.
Συνέντευξη στον Αναστάση Πινακουλάκη
Φωτογραφίες: Σεμίνα Χατζηαναγνώστου