Συνέντευξη | Ελένη Ζιώγα: «Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης για μένα θα είναι πάντοτε αυτό το σεμνό παιδί που ήρθε να μου ζητήσει στίχους»
Το τσιγάρο, Φύλακας άγγελος, Χάντρα Θαλασσιά, Είσαι εδώ, Κρυφό φιλί, Μια στιγμή για πάντα (Το ταγκό των Χριστουγέννων) είναι ορισμένα από τα κομμάτια που έχουμε ακούσει με το κουμπί του repeat κολλημένο. Επίσης είχαμε περάσει βράδια καθηλωμένοι στον καναπέ για να δούμε το «Φύγαμε» και το «Alma libre». Τώρα την συναντάμε στο Παλλάς, όπου μας εκμυστηρεύεται «Το μυστικό της κυρίας Έλεν» για δεύτερη χρονιά. Διαβάστε, λοιπόν, μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη με την Ελένη Ζιώγα όπου μιλάει από καρδιάς…
Ο πατέρας σας ήταν ο συγγραφέας Βασίλης Ζιώγας και η μητέρα σας η πιανίστρια Ελένη Σαράντη. Πιστεύετε ότι αν δεν είχατε αυτά τα καλλιτεχνικά ερεθίσματα από την οικογένεια σας, θα ακολουθούσατε την ίδια καλλιτεχνική πορεία στην ζωή σας;
Δεν μπορώ να απαντήσω με βεβαιότητα. Αυτό που ξέρω απλά είναι ότι μέσα στην Τέχνη νιώθω σαν στο σπίτι μου.
Αφήσατε την Φιλοσοφική λίγο πριν πάρετε το πτυχίο και γραφτήκατε σε ωδείο και σε σχολή υποκριτικής. Αν γυρίζατε το χρόνο πίσω θα ολοκληρώνατε τις σπουδές σας για να ακολουθούσατε μια καριέρα στον εκπαιδευτικό κλάδο ως πιο σίγουρη επαγγελματική εξασφάλιση;
Η σωστή σειρά ήταν άλλη. Στο Ωδείο πήγαινα από παιδί. Έμαθα πιάνο και μετά έκανα κλασικό τραγούδι. Τα εγκατέλειψα αφ’ ότου μπήκα στη Φιλοσοφική. Την οποία επίσης εγκατέλειψα αφ’ ότου άρχισα να βιοπορίζομαι εξ ανάγκης κάνοντας διάφορες δουλειές . Το θέατρο ήρθε τελευταίο . Όπως βλέπετε η ζωή μου, τελικά, αν κοιτάξω πίσω, ήταν μια αλυσίδα από παραιτήσεις, άλλες φορές αναγκαστικές , άλλες όχι. Τα τελευταία χρόνια έκανα μεγάλη προσπάθεια να μην προσθέσω και επόμενο κρίκο σ’ αυτή την αλυσίδα. Αν ρωτάτε για τις σπουδές μου, ασφαλώς και θα τις ολοκλήρωνα αν είχα τότε την δυνατότητα. Όχι όμως για επαγγελματική εξασφάλιση. Αλλά για το πείσμα μου ενάντια στη «νόσο των παραιτήσεων» που με ταλαιπώρησε τόσο.
Πώς προέκυψε η πρώτη σας δουλειά ως στιχουργός;
Ποιήματα σκάρωνα από μικρή . Είχα ευκολία σ’ αυτό. Αλλά ο στίχος είναι μια άλλη υπόθεση. Έχει αυστηρούς νόμους και απαιτεί πειθαρχία. Η πρώτη ευκαιρία μου δόθηκε το ’94, στην σειρά του Νίκου Κουτελιδάκη «Το κόκκινο φεγγάρι». Συνεργαστήκαμε εκεί με τον Παναγιώτη Καλαντζόπουλο, που έγραψε τη μουσική. Του είχα δώσει κάποια ποιήματά μου και έδειξε ενδιαφέρον. Γράψαμε μαζί το τραγούδι των τίτλων και άλλα δύο ακόμα που κυκλοφόρησαν στο ομότιτλο soundtrack.
Στην συνέχεια ακολούθησαν δυο επιτυχημένοι δίσκοι μαζί με το Γιάννη Κότσιρα, ο οποίος μέσα από τα τραγούδια σας έγινε γνωστός και τον αγάπησε ο κόσμος. Πως εισπράξατε την τότε επιτυχία;
Σαν ένα θαύμα. Στον πρώτο μας δίσκο με την Ευανθία ( σ.σ. Ευανθία Ρεμπούτσικα) θα μου μείνει αξέχαστη η αθωότητα , η χαρά και η ορμή που είχαμε . Που χωρίς να αναλογιζόμαστε το αποτέλεσμα , τις πωλήσεις και όλη αυτήν την εμπορική σύμβαση, φτιάχναμε τραγούδια. Χρωστάμε βέβαια πολλά και οι τρεις, και τουλάχιστον εγώ προσωπικά, στον αείμνηστο Τάσο Φαληρέα, παραγωγό στον δίσκο, που ήταν εκείνος που εκτίμησε το περιεχόμενο και έπεισε την δισκογραφική για την έκδοσή του. Ήταν ίσως ο τελευταίος αληθινός «γευσιγνώστης» τραγουδιών που έβγαλε αυτός ο τόπος. Συνδύαζε το ταλέντο με τις μουσικές γνώσεις και παράλληλα την διαίσθηση για την απήχηση που θα είχε , ή δεν θα είχε, ένας δίσκος στο κοινό. -Και μ’ αυτό δεν εννοώ την «εμπορικότητα» με τη στενή έννοια του όρου . Εννοώ την αυθεντική ανάγκη του κόσμου για ψυχική τέρψη-.
Πως δεν έχετε επαναλάβει την επιτυχημένη συνταγή μέχρι τώρα;
Αν εννοείτε την συνεργασία μου με τον Γιάννη , ίσως η ίδια η ερώτησή σας να δίνει και την απάντηση. Γιατί να μετατρέψουμε σε «συνταγή» μια αβίαστα επιτυχημένη συνεργασία; Όσο μας πήγε από μόνο του πήγαμε. Πρώτα με την Ευανθία, μετά με τον Αντώνη (σ.σ. Αντώνης Μιτζέλος). Και το χαρήκαμε και τις δύο φορές. Και το χάρηκε κι ο κόσμος. Μετά ,για να μην προκύψει κάτι , θα πει πως δεν θα μπορούσαμε πια να το χαρούμε. Η ελευθερία είναι ό, τι πιο γόνιμο για έναν καλλιτέχνη. Εκείνη φέρνει την αληθινή επιτυχία. Ο οποιοσδήποτε καταναγκασμός για έναν στόχο που δεν αφορά την ίδια την καλλιτεχνική ανάγκη μετατρέπει τις συνεργασίες σε πλαστικές.
Τα τραγούδια εκείνων των δίσκων έχουν μείνει χαραγμένα στο ελληνικό DNA. Πως είχατε εμπνευστεί τους στίχους; Ήταν αυτοβιογραφικά ή με αφορμή την μουσική;
Συμβαίνει να γράφω κυρίως πάνω στις μελωδίες. Μια τεχνική ιδιαίτερα δύσκολη και πολύπλοκη για τον στιχουργό. Αλλά και πιο ασφαλής για το αποτέλεσμα. Όσο για την έμπνευση δεν είναι κάτι που εξηγείται. Απλώς αναβλύζει από μέσα σου και σε στοιχειώνει. Εκείνη την περίοδο χάνεσαι απ’ τον κόσμο και στροβιλίζεσαι στο άγνωστο σύμπαν σου. Για να βγεις τελικά απ’ όλον αυτό τον χαμό πιο γενναίος άνθρωπος . Αυτό είναι το κέρδος το προσωπικό σου παρ’ όλες τις απώλειες πάνω στη μάχη με τον εαυτό σου. Αν το ίδιο εισπράξει κι ο κόσμος τότε έχεις κι ένα κέρδος παρά πάνω. Την ευλογία να γνωρίσεις μυστικά χιλιάδες αγνώστους.
Επίσης στηρίξατε με τους στίχους σας στα πρώτα βήματα και τον Μιχάλη Χατζηγιάννη. Θεωρείτε ότι έχει παρεκκλίσεις από την αρχική του πορεία;
Ό, τι κι αν έχει ή δεν έχει συμβεί στην πορεία, για μένα θα είναι πάντοτε αυτό το λαμπερό , σεμνό και προικισμένο παιδί που συνάντησα πριν από χρόνια όταν ήρθε να μου ζητήσει στίχους. Πάντα ο καλλιτέχνης , όποιος και να ‘ναι, έχει τον κίνδυνο της παρέκκλισης γιατί απλά είναι άνθρωπος. Η αρχή είναι εύκολη . Σε πάει γλιστρώντας. Το στοίχημα παίζεται για κάθε έναν από μας στο δεύτερο ξεκίνημα. Αφού έχεις συνέλθει από το παραλήρημα της αρχικής τρελής σου κούρσας. Αυτό το ευλογημένο δεύτερο ξεκίνημα είναι συνήθως πιο δύσκολο, αλλά οι καρποί του είναι πολύ πιο μεστοί και πιο ώριμοι.
Έχετε κάνει πολλές ακόμη συνεργασίες όπως με τους: Δήμητρα Γαλάνη, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Άλκηστις Πρωτοψάλτη, Μίκης Θεοδωράκη, Νανά Μούσχουρη, ΕλένηΤσαλιγοπούλου, Έλλη Πασπαλά, Ελένη Πέτα, κ.α. Ποια απ’ αυτές είναι εκείνη που ξεχωρίζετε, για κάποιο λόγο και ποια είναι αυτή που δεν έχετε κάνει ακόμη και θα θέλατε πολύ;
Όλοι όσοι αναφέρατε με έχουν τιμήσει με την εμπιστοσύνη τους και έχουμε συνεργαστεί υπέροχα. Ωστόσο, μπορώ να πω, πως σε μια ξεχωριστή θέση βάζω τις συνεργασίες μου την Ευανθία . Όχι γιατί οι υπόλοιπες είναι ήσσονος σημασίας. Αλλά για τη χαρά της στιγμής. Για τον τρόπο της συνεργασίας. Με την Ευανθία συντονιζόμαστε σαν ένας άνθρωπος, με απόλυτη εμπιστοσύνη η μια στην άλλη. Η συνεννόησή μας γίνεται πια με το βλέμμα. Καταργούμε κάθε είδος «καλλιτεχνικού εγωϊσμού» . Δεν κρατάμε στεγανά . Κάνουμε την διαφωνία μας δημιουργία. Όσο για το τελευταίο σκέλος της ερώτησής σας δεν νομίζω ότι είχα ποτέ όνειρα για συνεργασίες. Πάντα άφηνα τα πράγματα να συμβούν σαν έκπληξη. Κι αν τα ένιωθα οικεία προχωρούσα.
Τα κομμάτια που έχετε γράψει είναι ένα και ένα. Γράφετε στίχους «κατά παραγγελία» ή πρέπει να σας γεννηθεί η ανάγκη να γράψετε ;
Γράφω στίχους όταν αυτό μου ζητηθεί. Αλλιώς προτιμώ άλλο είδος γραφής. Το θέατρο, η ποίηση, τα πεζά έχουν την αυτονομία τους και μπορείς να ασχοληθείς μαζί τους ακόμα κι αν πρόκειται να περιμένουν για χρόνια στο συρτάρι. Οι στίχοι, αν περιμένουν καιρό μέχρι να γίνουν τραγούδια διαμαρτύρονται ανυπόμονα . Τους ξαναδιαβάζεις και νομίζεις ότι πάλιωσαν…
Πιστεύετε πως τα τραγούδια έχουν την ίδια δύναμη που είχαν παλιότερα για να αφυπνίσουν τον κόσμο;
Την δύναμη αυτή πάντα την είχαν, την έχουν και θα την έχουν τα τραγούδια. Αρκεί να βρουν το δρόμο να φτάσουν στον κόσμο. Και αρκεί ο κόσμος να έχει την διάθεση να τα ακούσει. Και το κουράγιο να αφυπνιστεί.
Κομμάτι τηλεόραση. Σας έχουμε παρακολουθήσει σε επιτυχημένες σειρές «Σαν αδερφές», «Φύγαμε», «Alma libre» «Μετράω Στιγμές». Βλέπουμε μια μεγάλη απουσία από το γυαλί γιατί; Θα γράφατε τώρα το σενάριο για κάποια σειρά;
Ο κύκλος της τηλεόρασης φαίνεται ότι για μένα έκλεισε επειδή έτσι έπρεπε να γίνει. Αλλιώς δεν θα είχα ποτέ τον χρόνο να ασχοληθώ ουσιαστικά με το θέατρο που τόσο πολύ αγαπώ . Το σενάριο δεν έχω πάψει να το αγαπώ , αλλά όχι με οποιοδήποτε τίμημα. Οι συνθήκες για να δεχτεί η τηλεόραση απαιτητικά σενάρια δεν είναι φυσικά οι παρούσες. Η τηλεόραση, λόγω της τεράστιας κρίσης που αντιμετωπίζει και αυτή, αρπάζεται από τα μαλλιά της . Και στρέφεται εκεί που νιώθει σιγουριά. Στα προγράμματα που κολακεύουν τις ευκολίες μας. Δεν δείχνει να έχει καμιά διάθεση να ρισκάρει προτείνοντας πολιτισμό.
Έχετε αναφέρει πως επιθυμία σας είναι να γράψετε για τον κινηματογράφο. Έχετε αφήσει στην άκρη αυτό το όνειρο;
Το έχω αφήσει στην άκρη μέχρι να το χρειαστώ.
Αυτή την περίοδο σας συναντάμε στο Μικρό Παλλάς στην παράσταση «Το μυστικό της κυρίας Έλεν» και είναι ο δεύτερος χρόνος παρουσίασής της. Πρόκειται για την ζωή της γιαγιάς σας και της σχέσης της με τον πατέρα σας μέσα από τα δικά σας μάτια, καθώς η ίδια υπογράφετε το θεατρικό κείμενο- που βασίζεται στο βιβλίο του πατέρα σας « Όπως τα κούρντισες Θε’ μου»-. Πόσο δύσκολο είναι να υποδύεστε το ρόλο ενός οικογενειακού σας πρόσωπου;
Η δυσκολία αντιμετωπίστηκε όταν έγραφα το κείμενο. Εκεί που έπρεπε να βυθιστώ σε σπαρακτικές μνήμες για δυο ανθρώπους που αγάπησα και που δεν είναι πια στη ζωή. Εκεί που έπρεπε να σταθώ απέναντί τους και να τους κοιτάξω με στοργή και συμπόνια σαν να μην ήμουν εγώ το παιδί, αλλά η μάνα. Ως ηθοποιός, όμως, δεν ερμηνεύω την γιαγιά μου ως «γιαγιά μου», αλλά ως ρόλο. Ερμηνεύω το ρόλο της «Κυρίας Έλεν». Επομένως τον αντιμετωπίζω όπως θα αντιμετώπιζα οποιονδήποτε άλλο ρόλο.
Ταυτίζεστε με τον δυναμισμό της κυρίας Έλεν?
Πολύ θα το ‘θελα ,αλλά, δυστυχώς, δεν την φτάνω ούτε στο νυχάκι της! Η γιαγιά μου ήταν μυθιστορηματική προσωπικότητα. Φτιαγμένη απ’ το παλιό, γνήσιο υλικό του ανθρώπου που αναμετράται κάθε στιγμή της ζωής του με το πεπρωμένο του και ορθώνει ανάστημα απέναντί του. Η γιαγιά μου ήταν καμωμένη από γρανίτη. Και όχι μόνο η γιαγιά μου. Πολλοί άνθρωποι στο παρελθόν, ιδιαίτερα σ’ αυτόν τον πονεμένο τόπο που ζούμε, ήταν περήφανοι και ηρωϊκοί σαν τα ψηλά βουνά. Εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες, τα σκυλάκια του καναπέ, χάσκουμε με έκπληξη μπροστά στο μεγαλείο των περασμένων γενιών. Που μέσα από ανυπέρβλητες δυσκολίες κατόρθωναν και σμίλευαν ψυχές θεόρατες και έφταναν πια να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο αφήνοντας χνάρι ανεξίτηλο . Αλλά φαίνεται πως, λόγω των κοινωνικών συνθηκών, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, μια τέτοια εποχή κακώς ή καλώς ξαναρχίζει. Γι αυτό λοιπόν τώρα, περισσότερο παρά ποτέ, μας είναι χρήσιμο να κοιτάξουμε πίσω στους παππούδες μας , να πάρουμε παραδείγματα ανδρείας και μεγαλείου. Στην εποχή που ξεκίνησε στον τόπο μας και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα χρειαστούν οι «μεγάλοι Έλληνες».
Τι είναι αυτό που κατά την γνώμη σας μπορεί να κάνει έναν καλλιτέχνη να αντέξει στο χρόνο με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες;
Να μη σκεφτεί ποτέ ότι πρέπει ν’ αντέξει στο χρόνο.
Συνέντευξη: Σμαράγδα Κωνσταντογιάννη