Συνέντευξη | Νεκταρία Καραντζή: «Η κάθαρση της ψυχής είναι ο μοναδικός τρόπος να βρεις ποιός πραγματικά είσαι»
Ο λόγος για την κορυφαία ιεροψάλτρια Νεκταρία Καραντζή που προσπαθεί να μοιράζει ισομερώς την καθημερινότητά της στις δυο μεγάλες της αγάπες, τη βυζαντινή μουσική και τη νομική επιστήμη και το καταφέρνει με τον καλύτερο τρόπο αφού έχει ήδη στο ενεργητικό της πολλές διακρίσεις για την προσφορά της στη βυζαντινή μουσική και την ορθοδοξία ενώ παράλληλα έχει δημιουργήσει τη δική της οικογένεια.
Διαβάστε όσα μας αποκάλυψε αποκλειστικά στο tralala.gr για την πορεία της μέχρι σήμερα, τα πιστεύω της, τα μελλοντικά επαγγελματικά της σχέδια και γνωρίστε την καλύτερα.
Σε ηλικία μόλις 9 ετών, ξεκινήσατε την πορεία σας ως ιεροψάλτρια. Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με την εκκλησιαστική μουσική;
Η επαφή μου με το ψαλτήρι από την παιδική μου ηλικία οφείλεται στη σχέση της οικογένειάς μου με το χώρο της Εκκλησίας και ειδικότερα με μία από τις σημαντικότερες σύγχρονες πνευματικές μορφές της Ορθοδοξίας -που πρόσφατα μάλιστα αγιοποιήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο- τον Όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβήτη. Ο Όσιος Πορφύριος ήταν επί της ουσίας η αφορμή για να ανέβω στο ψαλτήρι και, μέσω εκείνου, ξεκίνησα να σπουδάζω την βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική.
Στα 14 σας χρόνια, μπήκατε και επίσημα στη δισκογραφία της βυζαντινής μουσικής. Θυμάστε κάτι χαρακτηριστικό από τα πρώτα βήματα της δισκογραφικής σας πορείας;
Οι πρώτες μου ηχογραφήσεις ήταν πλάι στη φωνή του Οσίου Πορφυρίου. Θυμάμαι ότι η πρώτη ηχογράφηση που ανέλαβα ήταν ο αγαπημένος Κανόνας του για τον Ιησού. Ένιωθα τόση ευθύνη και δέος που κάθε λίγο και λιγάκι σταματούσε η εγγραφή για να ξαναδοκιμάζω να ψάλλω χωρίς να τρέμω… Θυμάμαι επίσης ότι μία από τις πρώτες μου ηχογραφήσεις έγινε μέσα στο Ναό του Μοναστηριού του Οσίου Πορφυρίου, όταν ακόμα βρισκόταν υπό κατασκευή. Δεν είχαν ακόμα τοποθετηθεί οι πόρτες και τα παράθυρα. Ήταν χειμώνας και έκανε απίστευτο κρύο. Εγώ ήμουν σε χάλια κατάσταση από βαρύ κρυολόγημα…. Δεν υπήρχε όμως δυνατότητα αναβολής, για διαφόρους λόγους. Λίγο πριν ξεκινήσει η ηχογράφηση, όλοι όσοι ήταν δίπλα μου έλεγαν ότι έτσι όπως είμαι, θα ήταν αδύνατο να ψάλλω… Το μόνο που σκέφτηκα ήταν αν το θέλει ο Θεός θα γίνει. Εφόσον δεν υπήρχε δυνατότητα αναβολής, θα έψαλλα όπως είμαι και ό,τι ήθελε ας γίνει. Από την ώρα που ξεκίνησα τις πρώτες νότες, η φωνή μου έμοιαζε σα να μη συμβαίνει τίποτα. Η ηχογράφηση ξεκίνησε μεσημέρι και τελείωσε τη νύχτα. Μέσα σε μισή μέρα βγήκε ο δίσκος “Προκαθάρωμεν εαυτούς”. Αμέσως μόλις τελείωσα τους ύμνους, το κρυολόγημα επανήλθε από εκεί που με άφησε.
Από το 2004, συνεργαστήκατε με το μεγάλο δάσκαλο της αυθεντικής Παράδοσης, Χρόνη Αηδονίδη. Τι αποκομίσατε από τη θητεία σας κοντά του;
Ο Χρόνης Αηδονίδης είναι ένας ζωντανός θρύλος της Ελληνικής Παράδοσης. Η μαθητεία και η συνεργασία μου κοντά του είναι μία από τις πολύτιμες παρακαταθήκες που μου έχει κληροδοτήσει. Είναι ένας εξαιρετικά γενναιόδωρος δάσκαλος που στάθηκε η αιτία και η αφορμή για να αγαπήσω το παραδοσιακό τραγούδι και να το συνεχίζω με τον τρόπο που μου έχει υποδείξει. Πιστεύω ότι ο Χρόνης Αηδονίδης στο χώρο της Παραδοσιακής Μουσικής είναι μία Σχολή μόνος του. Εισήγαγε ένα ιδιαίτερο εκλεπτυσμένο ύφος τραγουδίσματος των τραγουδιών της Θράκης, Μ. Ασίας και Μακεδονίας, αναδεικνύοντας τα ωραιότερα σημεία της αυθεντικότητάς τους, όπως είχαν διασωθεί. Το να δηλώνω μαθήτρια αυτού του γλυκύτατου, σεμνού και τόσο ταλαντούχου ανθρώπου θα είναι πάντα για εμένα τίτλος τιμής.
Παράλληλα με τη βυζαντινή μουσική, πραγματοποιήσατε νομικές σπουδές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Αθηνών. Πώς μπορούν να συμβαδίσουν αρμονικά αυτές οι διαφορετικές ειδικότητες;
Αντικειμενικά ίσως δεν συμβαδίζουν. Νομίζω όμως ότι όλα ξεκινούν από το γεγονός ότι πάντα στη ζωή μου ακολουθούσα ό,τι αγαπώ και μόνο αυτό, χωρίς εκπτώσεις. Κριτήριό μου για ό,τι έκανα και κάνω είναι μόνο να το αγαπώ όχι απλώς πολύ, αλλά πάρα πολύ, και να με ενδιαφέρει σε σημείο ώστε να μπορώ να ξημεροβραδιάζομαι για να το μάθω και να κατακτήσω τα μυστικά του. Ακριβώς αυτό σημαίνουν και οι δύο αυτοί κλάδοι για μένα, η νομική και η μουσική. Στη μουσική βρίσκω την έκφραση των συναισθημάτων μου και στη νομική, και ειδικά στο ποινικό δίκαιο, την έκφραση της λογικής μου. Έχω ξενυχτήσει μελετώντας και για τα δύο πολύ και τα έχω αγαπήσει εξίσου. Επομένως, αν και δεν ξέρω πως αντικειμενικά θα μπορούσαν να συνδυάζονται, στην ψυχή και στη σκέψη μου συνδυάζονται, μέχρι στιγμής, ιδανικά.
Το 2004 πραγματοποιήσατε την πρώτη σας εμφάνιση σε συναυλιακό κοινό στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και από τότε, έχουν ακολουθήσει πλήθος εμφανίσεων σας. Υπάρχει κάποια που να ξεχωρίζετε;
Υπάρχουν ασφαλώς πολλές στιγμές που ξεχωρίζω. Ίσως οι πιο σημαντικές ήταν η συναυλία στη Βασιλική του Αγίου Στεφάνου και το σεμινάριο στην Ακαδημία Λιστ στην Ουγγαρία, μαζί με την κορυφαία ερμηνεύτρια της χώρας Marta Sebestyen και την περίφημη St Ephraim Male Choir, η συναυλία και το σεμινάριο στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στη Γαλλία, η συμμετοχή μου σε συναυλία στο αντίστοιχο Μέγαρο Μουσικής των Σκοπίων, σε ένα κοινό 2000 ατόμων που ένιωσα πως στο πρόσωπό μου υποδέχθηκαν την Ελλάδα με έναν ενθουσιασμό και σεβασμό που ξαφνιάζει. Επίσης η συναυλία μαζί με τον Χρόνη Αηδονίδη στο προαύλιο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης στην Κωνσταντινούπολη, υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριάρχη, η συμμετοχή μου στη συναυλία για τα 70 χρόνια Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, υπό την αιγίδα του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, με μουσική Γιώργου Βούκανου, οι συναυλίες βυζαντινής μουσικής στην Εσθονία και τη Σερβία και ασφαλώς όλες οι τελευταίες εμφανίσεις μου με τον διεθνούς φήμης πιανίστα, συνθέτη και μαέστρο Βασίλη Τσαμπρόπουλο, στο Μέγαρο Μουσικής αλλά και το καλοκαίρι, στην πρώτη συναυλία στα σκαλιά της Μεγαλόχαρης Τήνου, στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Θρησκευτικής Μουσικής της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Από το 2013, συνεργάζεστε με τον διεθνώς καταξιωμένο μουσικό, Βασίλη Τσαμπρόπουλο. Πώς επιτεύχθηκε η σύμπραξη δυο τόσο διαφορετικών καλλιτεχνών;
Όλα είναι δυνατά όταν υπάρχει αγάπη για τον κοινό σκοπό και συνειδητοποιημένη γνώση του χώρου που καθένας εκπροσωπεί. Αυτή η συνεργασία, η οποία ξεκίνησε πέρυσι -επίσης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, όπου παρουσιάσαμε τις “Ώρες”- είναι για μένα αναμφισβήτητα ένας από τους σημαντικούς σταθμούς στην πορεία μου, στον οποίο προσβλέπω μελλοντικά για όσα νιώθω ότι μπορεί να δώσει. Ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος είναι μία πολύ σπάνια και ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου και μουσικού. Οι Έλληνες πρέπει να είμαστε περήφανοι που αυτής της ποιότητας και του ύψους μουσικός γεννήθηκε σε αυτόν τον τόπο. Είναι ένας από τους ελάχιστους που κάνουν πραγματική διεθνή καριέρα, εδώ και χρόνια, και νομίζω ότι το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του είναι ότι μπορεί να καταπιάνεται ταυτοχρόνως με τον απαιτητικό χώρο της κλασικής -και μάλιστα σε ρεπερτόριο ιδιαίτερα υψηλών απαιτήσεων, όπως αυτό του Ραχμάνινοφ- και ταυτόχρονα να τον ακούς να ερμηνεύει τζαζ και να καταλαβαίνεις πως βλέπεις τον διάδοχο του Κιθ Τζάρετ. Κοντά σε όλα αυτά, είναι ένας μουσικός που γνωρίζει βαθύτατα τον χώρο της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής τέχνης. Όχι απλώς γνωρίζει, αλλά ψάλλει ο ίδιος εξίσου εντυπωσιακά. Και κάπου εκεί νομίζω ότι βρίσκεται το μυστικό της επιτυχίας αυτού που είναι. Ότι συνδυάζει πολλούς διαφορετικούς μουσικούς κόσμους στο ανώτερο δυνατό σημείο καθέναν τους. Το γεγονός ακριβώς πως κατέχει τα μυστικά της βυζαντινής υμνωδίας είναι αυτό που πιστεύω ότι βοήθησε στο να αποκτήσει μέλλον αυτή η συνεργασία μας και να είναι σε θέση σε λίγο διάστημα να κυκλοφορήσει διεθνώς με την ECM. Ξέρει άψογα να ισορροπεί μεταξύ του δυτικού κόσμου και της μουσικής της Ανατολής. Ξέρει άψογα να αποδίδει τους βυζαντινούς ύμνους με ένα όργανο που παρότι από τη φύση του, ως συγκερασμένο, δεν του δίνει πολλά περιθώρια να κινηθεί, ωστόσο καταφέρνει να αποδώσει με πιστότητα το χρώμα των βυζαντινών δρόμων, χωρίς να τους αλλοιώνει ή να τους παραποιεί. Νομίζω ότι οι βυζαντινοί ύμνοι στα δάχτυλά του, παίρνουν μία άλλη διάσταση και ανοίγουν έναν νέο μουσικό δρόμο. Και ασφαλώς θεωρώ τιμή μου που αυτό το μουσικό έργο το εμπιστεύεται στη φωνή μου.
Στα πλαίσια της συνεργασίας σας με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο, θα πραγματοποιήσετε κάποιες εμφανίσεις με το μουσικό έργο «Δαυίδ». Πείτε μας δυο λόγια για αυτή τη συνεργασία.
Πρόκειται για το νέο μουσικό έργο του Βασίλη Τσαμπρόπουλο, βασισμένο στην ποίηση του βιβλικού Προφήτη, Βασιλιά και Μουσικού Δαυίδ. Το παρουσιάσαμε ζωντανά πριν λίγες μέρες, στις 7 Απριλίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και μέσα στο καλοκαίρι θα το παρουσιάσουμε σε διάφορες περιοχές σε όλη την Ελλάδα (Πάρο, Νάξο, Τήνο, Κρήτη κ.α.). Σε αυτό το έργο ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος έχει ντύσει μουσικά τους βιβλικούς στίχους με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο που ισορροπεί μεταξύ των ηχοχρωμάτων της Δύσης και την ατμόσφαιρα της Ανατολής, με τον ίδιο ευφυή τρόπο που κατόρθωσε να προσεγγίσει τους βυζαντινούς δρόμους μέσω του πιάνου στο πολύ επιτυχημένο διεθνούς κυκλοφορίας άλμπουμ του, πριν κάποια χρόνια, με τίτλο “Akroasis” από την ECM.
Το Πάσχα του 2014, πρόκειται να κυκλοφορήσει η πρώτη από κοινού δισκογραφική σας δουλειά με τον κορυφαίο μουσικό, από την γερμανική εταιρεία ECM. Τι θα περιλαμβάνει;
Θα περιλαμβάνει ακριβώς αυτό το νέο μουσικό έργο του Βασίλη Τσαμπρόπουλου για τον Δαυίδ, αλλά επίσης θα υπάρχουν γνωστοί ύμνοι διασκευασμένοι από τον Βασίλη, όπως το “Ιδού ο Νυμφίος”, “Εγκώμια της Μ. Παρασκευής” καθώς και κάποιες συνθέσεις του για solo piano.
Πώς αισθάνεστε που έχετε καταφέρει να κατακτήσετε τον ανδροκρατούμενο χώρο των ιεροψαλτών και η προσφορά σας στην Βυζαντινή μουσική και την ορθοδοξία έχει αναγνωριστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό;
Δεν νιώθω καθόλου πως έχω κατακτήσει τον ανδροκρατούμενο χώρο των ιεροψαλτών. Νιώθω ότι έχω δεχθεί την αγάπη και τη βοήθεια πολύ σημαντικών ιεροψαλτών αλλά και κληρικών του χώρου, που χάρη στη γενναιοδωρία τους συνεχίζω, αψηφώντας τις κακεντρέχειες, τα εμπόδια και τις ανθρώπινες προφανείς μικρότητες που συντηρούνται σε κάθε χώρο στη ζωή των ανθρώπων, ειδικά δε εκεί που ο δογματισμός και ο ζηλωτισμός γίνεται συχνά προκάλυμμα για να κρύβει κανείς την αδυναμία του να διαχειριστεί με χαρά την ελευθερία που του έδωσε ο Θεός. Δυστυχώς ο χώρος της ψαλτικής τέχνης, αλλά και της Εκκλησίας γενικότερα, επειδή ακριβώς έχει μεγάλη ευλογία, έχει και μεγάλο πειρασμό. Συχνά οι άνθρωποι που προτάσσουν επιδεικτικά στη ζωή τους την Εκκλησία και τον Χριστό, μπορούν, προς χάριν του δογματισμού, να μετατραπούν σε δυνάστες τόσο για τους άλλους όσο και για τον ίδιο τους τον εαυτό. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το χώρο της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής τέχνης. Εν ολίγοις, θα έλεγα ότι ο δογματισμός στη μουσική έχεις τις ίδιες συνέπειες με τον δογματισμό στην πίστη. Από Αγάπη γίνεται Φόβος. Από Τέχνη γίνεται Τεχνική.
Έχετε μια κόρη με τον τραγουδοποιό Βασίλη Καζούλλη. Έχετε επιχειρήσει να μυήσετε την κόρη σας στο δρόμο της Βυζαντινής μουσικής;
Δεν έχω επιχειρήσει να της μάθω τίποτα, σε μορφή “μαθήματος”. Με ακούει απλώς όταν τραγουδώ ή ψάλλω και κάποιες φορές κάνει το ίδιο. Νομίζω όμως προς το παρόν τουλάχιστον επηρεάζεται περισσότερο από τον μουσικό χώρο του πατέρα της. Πιστεύω όμως ότι δεν θα μπω ούτε αργότερα σε αυτήν την διαδικασία να της μάθω αυτά που αγαπώ εγώ. Αν το θέλει, θα το κάνει μόνη της. Ούτε όμως πιστεύω ότι μπορώ να γνωρίζω εγώ, ως μητέρα της, ποιος δρόμος είναι ο ιδανικός για τη ζωή της. Είναι ένας άλλος άνθρωπος, με δικά του θέλω και επιθυμίες, ήδη από αυτή την ηλικία των 5 ετών, και έχω ήδη διαπιστώσει ότι πιο πολλά μαθαίνει από αυτά που με βλέπει να πράττω παρά από αυτά που της λέω.
Τι συμβουλή θα δίνατε σε κάποιο νέο παιδί που επιθυμεί να ασχοληθεί με τη Βυζαντινή μουσική;
Πρώτον: να το κάνει, αψηφώντας τους φόβους περί “δυσκολίας” της τέχνης. Δεν υπάρχει εύκολο και δύσκολο. Υπάρχει πορεία με συνεχείς κατακτήσεις. Όταν επίσης αγαπάς κάτι, το εμπόδιο της δυσκολίας να το κατακτήσεις, είναι μία οικειοθελής και με χαρά παραχώρηση που όχι μόνο κάνεις, αλλά επιθυμείς να κάνεις.
Δεύτερον: μπαίνοντας στον χώρο της λεπτομέρειας της τεχνικής, του ύφους, των διαστημάτων, του χρώματος των μουσικών της δρόμων, να μην λησμονήσει ποτέ ότι ο βασικός σκοπός αυτής της τέχνης είναι πιο βαθύς από την άρτια ερμηνεία και εκτέλεση και πιο ουσιαστικός από τα περίτεχνα μελίσματα της φωνής που σου καλλιεργεί. Είναι πριν από όλα προσευχή. Δημιουργήθηκε ως προσευχή και ολοκληρώνεται ο σκοπός της όταν ερμηνεύεται ως προσευχή.
Πλησιάζοντας στις μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας που θα μας οδηγήσουν στο Άγιο Πάσχα, πώς νιώθετε; Πιστεύετε πως η κάθαρση της ψυχής έχει μεγαλύτερη βαρύτητα στις δύσκολες εποχές που διανύουμε;
Η κάθαρση της ψυχής είναι μια διαδικασία που μπορεί να αντιλαμβάνεται πολύ διαφορετικά καθένας μας. Είναι επίσης μια διαδικασία που δεν θα έπρεπε φυσιολογικά να έχει σχέση με εποχές και οικονομικές κρίσεις. Σίγουρα, μια δύσκολη εποχή, όπως αυτή που ζούμε, δίνει αφορμή να δίνουμε σημασία σε κομμάτια της ζωής μας που η άνεση και η παντοδυναμία μας κάνει να παραλείπουμε. Σίγουρα επίσης αν κάτι ξεχνά ο άνθρωπος πιο πολύ την εποχή της παντοδυναμίας του, είναι στην ουσία ο βαθύς εαυτός του. Όχι το εγώ του. Αυτό το θυμάται πολύ καλά…. Ο βαθύς εαυτός του είναι η ψυχή του, που αρχίζει να τη θυμάται όταν πονά. Είναι χαρακτηριστική η φράση του Oscar Wilde, όταν έγραψε στη φυλακή το βιβλίο του De Profundis: “Η μόνη αλήθεια σε αυτόν τον κόσμο είναι ο πόνος”. Είναι αλήθεια γιατί εκεί δεν υπάρχουν ψεύτικες αποχρώσεις, δεν υπάρχουν υποκρισίες, δεν υπάρχει καμία ψευδαίσθηση παντοδυναμίας. Στον πόνο βλέπεις τον εαυτό σου στο μέγεθός του. Βλέπεις τη δύναμη και την αδυναμία σου στο μέγεθός της. Επομένως, σε κάθε εποχή, αυτή η “κάθαρση της ψυχής” που αναφέρετε είναι ο μοναδικός τρόπος να βρεις ποιος είσαι αφού αφαιρέσεις τις φιοριτούρες.
Ποια είναι τα μελλοντικά επαγγελματικά σας σχέδια;
Ως προς τις άμεσες συναυλίες το πρόγραμμα είναι:
12/4 μαζί με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο στη Λευκάδα
15/4 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης), στη συναυλία “Η Υμνωδία του Πάσχα συναντά τον Επιτάφιο του Μίκη Θεοδωράκη”, όπου στο πρώτο μέρος της συναυλίας θα ψάλλω a cappella εκκλησιαστικούς βυζαντινούς ύμνους και στο δεύτερο θα παρουσιαστεί με τη φωνή του βαρύτονου Τάσου Αποστόλου ο Επιτάφιος του Μίκη Θεοδωράκη και
16/4 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όπου θα παρουσιάσουμε το ίδιο πρόγραμμα με εκείνο του Μεγάρου, της προηγούμενης ημέρας.
Πέραν επίσης από τις επερχόμενες καλοκαιρινές συναυλίες μας με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο, ενόψει της κυκλοφορίας του δίσκου μας με την ECM, πρόκειται να κυκλοφορήσει μέσα στο καλοκαίρι το πρώτο μέρος του βιβλίου – CD μου, με συμμετοχές πολλών καλλιτεχνών, αφιερωμένο στα τραγούδια από όλη την Ελλάδα και τους Ύμνους της Παναγίας. Η έκδοση θα γίνει από τον Ρ/Σ της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Συνέντευξη – Επιμέλεια : Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη