Συνέντευξη | Vinicio Capossela: “Η Δήμητρα Γαλάνη είναι καθαρό συναίσθημα και ο Ψαραντώνης το μυστήριο της κρητικής μουσικής”
Ρίξτε μια ματιά στην συνέντευξη που ακολουθεί και μάθετε τα πάντα για τις τελευταίες δουλειές του Vinicio Capossela, αλλά και για το πώς σχολιάζει την επικαιρότητα.
Κύριε Capossela, σας καλωσορίζουμε στο tralala.gr. Στις 21 Νοεμβρίου θα έχουμε την ευκαιρία να σας παρακολουθήσουμε ζωντανά στο “Γυάλινο Μουσικό Θέατρο”, όπου θα μας παρουσιάσετε το τελευταίο σας έργο “Rebetiko Gymnastas”. Τι ακριβώς θα δούμε εκεί και τι σημαίνει για εσάς αυτή η δουλειά;
Σε ευχαριστώ Ηλέκτρα, ευχαρίστησίς μου! Ηχογράφησα το “Rebetiko Gymnastas” το καλοκαίρι του 2007 στο θρυλικό studio Sierra. Είχα την τιμή να συνεργαστώ με μεγάλους μουσικούς της ρεμπέτικης μουσικής, όπως ο Μανώλης Πάππος, ένας κολοσσός του μπουζουκιού. Εκείνη την περίοδο υπήρχαν πολλές πυρκαγιές γύρω από την Αθήνα. Οι φλόγες είχαν σχεδόν αγγίξει την πόλη και ο καπνός είχε περιέλθει στο εσωτερικό του αεροδρομίου για αρκετή ώρα. Είχε τόση ζέστη και υγρασία με αποτέλεσμα να είμαστε όλοι ιδρωμένοι, ακριβώς όπως οι γυμναστές (“gymnasts”).
Στο live θα “προκαλέσουμε” μία ποικιλία από παλιά δικά μου τραγούδια εφαρμοσμένα στο ρεμπέτικο, σαν να ήταν μια άσκηση με κρίκους. Το ρεμπέτικο απελευθερώνει από μέσα μας την μαγκιά, το πιο αντισυμβατικό μέρος μας. Πρόκειται για μία πολύ καλή εξάσκηση.
Στη σκηνή, μάλιστα, θα δούμε την μεγάλη Ελληνίδα ερμηνεύτρια, Δήμητρα Γαλάνη. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Για εμένα η Δήμητρα Γαλάνη είναι καθαρό συναίσθημα. Στην φωνή της αισθάνομαι την σκληρότητα και την τρυφερότητα της ελληνικής ποίησης. Είναι τόσο εκπληκτική, που είχε την καλοσύνη να τραγουδήσει δύο δικά μου τραγούδια στον δίσκο της “Dama Coupa”. Τραγουδήσαμε μαζί και στο θέατρο του Λυκαβηττού το 2007.
Φαίνεται πως αγαπάτε πολύ την Ελλάδα και αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό από τις τόσες διασκευές που έχετε κάνει πάνω σε ελληνικά τραγούδια στο παρελθόν. Υπάρχουν Έλληνες καλλιτέχνες που εκτιμάτε ιδιαίτερα και ποια είναι τα αγαπημένα σας ελληνικά τραγούδια;
Περιορίζοντας τον εαυτό μου στη μουσική, νομίζω πως ο Μανώλης Πάππος είναι τεράστιος, ένας αληθινός μάγκας. Ακόμα κι αν όλοι οι ειδήμονες του ρεμπέτικου έχουν πεθάνει, ο ίδιος είναι ένας ρεμπέτης. Στην πραγματικότητα είναι ένας i-ρεμπέτης, μιας κι έχει δικό του i-Phone. Όταν παίζει μουσική, είναι αξεπέραστος. Φέρνει την έξαρση στην ατμόσφαιρα. Η επόμενη αγαπημένη μου είναι η Καίτη Νταλί. Αυτή η γυναίκα είναι ένα αληθινό σινεμά, μία φωνή τόσο μεγάλη σαν ένας κορμός. Η Δήμητρα Γαλάνη, επίσης, όπως είπα είναι ένα καθαρό συναίσθημα. Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου είναι εξίσου τεράστιος. Ο ίδιος μου μίλησε για τον Fabrizio De André. Από την άλλη, η Θεοδώρα Αθανασίου έχει δύο χιλιάδων χρόνων φωνή μέσα σε ένα νεαρό και άγριο punk κορμί. Τέλος, το μεγάλο μυστήριο, η φωνή της πέτρας, του ανέμου, των δέντρων και της θάλασσας…ο Ψαραντώνης και η λύρα του. Πρόκειται για το μυστήριο της κρητικής μουσικής.
Όσον αφορά τα τραγούδι, αγαπώ οτιδήποτε σχετίζεται με τον Μάρκο Βαμβακάρη, ενώ ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι η “Άτακτη”
Εκτός από μουσικός, είστε επίσης και εξαίσιος συγγραφέας. Το έργο σας “Tefteri” σχετίζεται ξανά με την χώρα μας, την Ελλάδα. Ποια ήταν η αφορμή για να γράψετε και τελικά να δημοσιεύεστε το συγκεκριμένο δημιούργημα;
Τον Ιούνιο του 2013 πέρασα σχεδόν ένα μήνα στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και την Κρήτη. Ήταν κατά τη διάρκεια της κραυγαλέας και παγκόσμιας “μάστιγας” του “τέλους του κόσμου”. Στην Ιταλία τα μέσα ενημέρωσης έλεγαν συνεχώς πως “Δεν πρόκειται να βυθιστούμε όπως η Ελλάδα. Δεν είμαστε η Ελλάδα.”. Είναι κρίμα που δεν είμαστε η Ελλάδα. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που τη χρειαζόμαστε. Έτσι, λοιπόν, όλες οι σημειώσεις που κράτησα κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, κατέληξαν να γίνουν ένα πραγματικό “Tefteri”. Με άλλα λόγια, μία καταγραφή των εξωπραγματικών χρεών που έχω για την Ελλάδα, μία ισορροπία με τα χρέη που έχω για τον εαυτό μου.
Η ταινία σας “Indebito” αναφέρετε στην τωρινή, άσχημη κατάσταση που βιώνει η Ελλάδα. Γιατί αποφασίσατε να δείξετε στο κοινό την συγκεκριμένη αυτή πλευρά της χώρας μας;
Όπως είπα, σε ολόκληρη την Ευρώπη διεξάγονται ουκ ολίγες συζητήσεις σχετικά με την Ελλάδα και μία συγκεκριμένη οπτική είναι ζωγραφισμένη ή χρησιμοποιείται πολύ συχνά ως “μπαμπούλας”. Πιστεύω πως η φράση “Δεν μοιάζουμε σε τίποτα με την Ελλάδα”, θα πρέπει να αντικατασταθεί με την πιο παγκοσμιοποιημένη “Είμαστε όλοι Έλληνες”, διότι ο οικονομικός, κοινωνικός και πολιτικός μηχανισμός που είναι σε πειραματικό στάδιο σε όλες τις άλλες χώρες, είναι περισσότερο εκτεθειμένος κι εμφανής στην Ελλάδα αυτή την περίοδο. Η Ελλάδα απλά είναι ένα βήμα μπροστά στον δρόμο πάνω στον οποίο περπατάμε όλοι.
Το soundtrack του “Indebito” βασίζεται πάνω σε ελληνικά τραγούδια, σωστά; Τι ακριβώς θα ακούσουμε μέσα από την ταινία σας;
Το “Indebito” σημαίνει κάτι το άδικο ή κάτι το απαγορευμένο. Οι λέξεις συντονίζονται με το κλίμα του ρεμπέτικου, που γεννήθηκε σε μία άλλη περίοδο κρίσης, αυτή του 1922. Τα τραγούδια εκείνης της εποχής συνέχιζαν να τραγουδιούνται στα τραπέζια των εκάστοτε ταβερνών περισσότερο από ότι στις μεγάλες σκηνές. Έτσι, λοιπόν, εστιάζουμε στις ταβέρνες, μιας κι εκεί, πριν από την μουσική και το τσίπουρο, ο καθένας είναι γυμνός και ίσος, όπως ακριβώς είναι και στο στάδιο ή λίγο πριν το θάνατο. Προχωρήσαμε υπόγεια, ακούσαμε παλιούς και νέους ρεμπέτες να παίζουν μια μουσική που δεν φοβάται να δείξει την αλήθεια. Μιλάμε για μία μουσική που θεωρεί τον θυμό πολύ πιο σημαντικό από τον φόβο και που μας επισημαίνει ότι κάποια άλλοι έχουν υποφέρει πολύ πριν από εμάς.
Και η Ιταλία υποφέρει τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όπως ακριβώς και η Ελλάδα. Ποια είναι τα συναισθήματά σας;
Η Ελλάδα έδωσε ζωή σε αυτό που ονομάζουμε “Δυτικό Πολιτισμό”. Με άλλα λόγια, την φιλοσοφία, την λογοτεχνία, την μουσική… Δώσατε στον κόσμο ακόμα και την λέξη “κρίση”. Στις χώρες μας, ωστόσο τολμώ να πω σε όλη την Μεσόγειο, σε αυτές που αποκαλούμε PIGS, η ζωή είναι πιο ανθρώπινη. Θα πρέπει να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε με αυτό τον τρόπο: “Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο σημαντικοί από τις τράπεζες”.
Ως καλλιτέχνης πως θα μπορούσατε να ενθαρρύνετε τον κόσμο;
Νομίζω πως ακόμα και το πιο λεπτό κομμάτι ομορφιάς που μπορεί να δώσει κανείς, συμβάλλει στο να γίνει ο κόσμος καλύτερος.
Έχετε ζήσει στη Γερμανία, κατάγεστε από την Ιταλία και αγαπάτε την Ελλάδα, πράγμα που μας δείχνει ένας πολύ-πολιτισμικό άνθρωπο και καλλιτέχνη εν γένει. Ποια χαρακτηριστικά κάθε χώρας πιστεύετε πως δεσπόζουν στην προσωπικότητά σας;
Έζησα στην Γερμανία όχι περισσότερο από ένα χρόνο. Είμαι γιος μεταναστών εργατών. Έτσι, δεν νομίζω πως έχω τίποτα το “γερμανικό” μέσα μου, εκτός από το αίσθημα του αποπροσανατολισμού που έχουμε μέσα τους όλοι οι μετανάστες. Μεγάλωσα στην Emilia-Romagna, η οποία βρίσκεται αρκετά μακριά από την γη των γονιών μου, πράγμα που μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι ξένος στην ίδια σου τη χώρα. Θεωρώ πως η πραγματική χώρα που με καθορίζει είναι η γλώσσα. Η μουσική μου έδωσε το δικαίωμα να αισθάνομαι “σαν στο σπίτι μου”, αλλά και παράνομος ταυτόχρονα σε κάθε τόπο που πηγαίνω.
Συνολικά απαριθμείτε περισσότερα από 25 χρόνια καριέρας. Ποιες είναι οι πιο αξιοσημείωτες στιγμές για εσάς καθ’ όλη τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων;
Συνηθίζω να συνδέω τις στιγμές με τους ανθρώπους. Πρώτα απ’ όλα, ο μεγάλος Renzo Fantini, ο οποίος μου δίδαξε πώς να συμπεριφέρομαι στον χώρο του θεάματος ως έντιμος άνθρωπος. Ο Renzo δεν βρίσκεται μαζί μας πλέον, αλλά εμφανίζεται κάθε φορά που χρειάζεται να σκεφτώ για τον εαυτό μου, για την έννοια και το χρέος που έχω ως καλλιτέχνης. Βρήκα πολλά από τα ηθικά διδάγματά του στο ρεμπέτικο, το οποίο δεν είναι μόνο μουσική, αλλά ένας τρόπος να συμπεριφέρεσαι στη ζωή.
Το 2012 κυκλοφορήσατε το τελευταίο σας album “Rebetiko Gymnastas”. Να περιμένουμε κάτι δισκογραφικό εκ μέρους σας στο άμεσο μέλλον, κι αν ναι, θα υπάρχει κάποιο ξεχωριστό ηχόχρωμα σε αυτό;
Λοιπόν, αυτή την περίοδο που ζητάω πολλά από τον Renzo Fantini. Έχω δύο νέα projects να προχωρήσω και δεν είμαι σίγουρος ποιο από τα δύο να διαλέξω. Όπως και να έχει, όποια απόφαση κι αν πάρω, το νέο album θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2014.
Ποιο είναι το μήνυμά σας για το ελληνικό κοινό;
Να ακούτε ρεμπέτικη μουσική. Εκείνα τα παλιά τραγούδια μιλάνε για εσάς και θα σας δώσουν λόγο να συνεχίσετε τον αγώνα.
Συνέντευξη στην Ηλέκτρα Λήμνιου