Σωκράτης Μάλαμας: «Δούλεψα 18 αυτοκτονικά χρόνια σε σκυλάδικα!»
«Αποφάσισα λοιπόν, να ξαναγράψουμε τα τραγούδια live σε ένα studio και να τα κυκλοφορήσουμε σε πολύ προσιτή τιμή, στις συναυλίες, στο Διαδίκτυο. Για να πω ότι κάτι έκανα στη ζωή μου. Να μην πάνε τριάντα χρόνια στον αέρα» είπε συγκεκριμένα για την κυκλοφορία των δίσκων του.
Για τα αρνητικά σχόλια που ακούστηκαν για το τραγούδι με τον Βασίλη Καρρά «Όλοι για τα μπετά δουλεύουμε», δήλωσε: «Στο στούντιο σκέφτηκα ότι τα γυρίσματα του τραγουδιού ταίριαζαν στη φωνή του Βασίλη. Μου ήρθε η ιδέα να κάνουμε ένα «δώρο» στους φίλους μας. Δύο άνθρωποι από διαφορετικές «γειτονιές» βρίσκονται ξαφνικά στη δουλειά κάποιου τρίτου και κάνουν παρέα. Δεν πέρασε καν από το μυαλό μου ότι αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει αρνητικά. Αλλά φαίνεται πως ο κόσμος βρίσκει το αρνητικό εκεί που δεν υπάρχει. Εμείς το τραγουδήσαμε και το ευχαριστηθήκαμε. Και μετά άρχισαν τα μπινελίκια.»
Όσον αφορά τα σκυλάδικα δούλεψε 18 αυτοκτονικά χρόνια όπως χαρακτηριστικά είπε ενώ στην συνέχεια πρόσθεσε: «Δεν μου ταίριαζε. Δεν μου αρέσει αυτός ο υπέρμετρος δήθεν ενθουσιασμός των νυκτόβιων, η κατανάλωση, το σπάσιμο πιάτων. Αναπνέαμε σκόνη και γύψο, λες και ήμασταν χτίστες. Δεν μου άρεσε ο ήχος, τα τραγούδια, γενικά ο τρόπος. Υπήρχαν συνάδελφοι που περνούσαν ζάχαρη. Εγώ τον τρόπο μου τον βρήκα στα καφενεία και στα μικρά μαγαζιά των 150-200 ανθρώπων, με 4-5 όργανα. Παίζαμε ρεμπέτικα, λαϊκά μέχρι την εποχή του Άκη Πάνου, και βέβαια Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Λοΐζο, Κουγιουμτζή.»
Τα παιδιά του όπως είπε ακούνε τα τραγούδια του κι αυτό είναι κάτι που τον ενοχλεί αφού δεν του αρέσει στον χώρο του να ακούνε τα τραγούδια του. Ακόμη πρόσθεσε: «Περισσότερο ακούνε αυτήν την αμερικανόφερτη σκηνή, Ριάνα, Μπιγιονσέ, Τζάστιν Μπίμπερ. Και εγώ λέω, δεν πειράζει. Αν απαγορέψεις κάτι, θα κολλήσουν περισσότερο. Πρέπει να περάσεις μέσα από αυτά τα… ποτάμια και να αφήσεις να περάσει το νερό. Τα παιδιά μου, όμως, ακούνε πολλές μουσικές. Βάζουν κλαρίνα και ηπειρώτικα, χορεύουν μεταξύ τους και με τη μάνα τους. Βάζω εγώ Στελλάκη Περπινιάδη ή Στέλιο Καζαντζίδη και σιγοτραγουδάνε. Τους δίνω εκατό ερεθίσματα κι αυτά διαλέγουν τα πέντε. Αργότερα, μπορεί να επιλέξουν άλλα πέντε. Αλλά κι εμείς μικροί τι ακούγαμε; Θυμάμαι μια φορά ο πατέρας μου με πέταξε από το τρακτέρ γιατί τραγουδούσα το «Με φωνάζουνε τζίνι». Ο άνθρωπος έκανε μια σκληρή αγροτική ζωή, ήταν μέσα στις λάσπες, και άκουγε τον γιο του να φωνάζει «με φωνάζουνε τζίνι…». Τη γλίτωσα και δεν με σκότωσε!»
Για τα τραγούδια που έχει γράψει δεν θέλει να λέει την ιστορία τους καθώς θέλει ο ίδιος ο ακροατής να το οικειοποιείται και να φτιάχνει την δική του ιστορία.
Από την Αρλέτα Κομματά