Συνέντευξη Ελένη Δήμου
Πείτε μας μερικά λόγια για την παράσταση.
Είμαστε στην Αρχιτεκτονική στο Γκάζι, όπου παίζουμε κάθε Δευτέρα μαζί με τους φίλους μου. Οι συνεργάτες μου είναι φίλοι μου και είναι και οι μουσικοί που με ακολουθούνε πάντα. Μαζί μας είναι και ο συνθέτης Νίκος Τερζής, που έχει γράψει και το τραγούδι της παράστασης «Έχω Φίλους»
Αυτός ο τίτλος παραπέμπει και στον τίτλο του πρώτου σας δίσκου («Έχω Φίλους», 1982).
Ακριβώς! Και εκτός από τον Νίκο Τερζή, μαζί μας είναι και ο Τάσος Βουγιατζής, δηλαδή ο Τάσος με τις Μασέλες του όπως τον ξέρει ο κόσμος, οι DF, που είναι δύο παιδιά με πάρα πολύ ταλέντο και που είναι δικά μας παιδιά, δηλαδή εμείς τα βγάλαμε στη μουσική και ασχολούνται με την R&B, τη reggae και το hip-hop. Έχω συμμετάσχει στον πρώτο τους δίσκο με το «Free Your Mind» αλλά και στο δεύτερο CD που βγάλανε, μ’ ένα τραγούδι που λέγεται «Μια Μέρα». Πρέπει να πω για τον Τάσο Βουγιατζή ότι τον έβγαλα από τη ζεστασιά του μετά από 17 χρόνια! Είχε σταματήσει
Είμαι ερωτευμένη με τη δουλειά μου! Ένας έρωτας που δεν θέλω να νιώσω ποτέ ότι τον βαριέμαι!
Με τον Τάσο Βουγιατζή απ’ όσο θυμάμαι είχατε συνεργαστεί στο παρελθόν.
Ναι, ήμασταν δύο χρόνια μαζί. Μετά, κάποια στιγμή, συνέβη αυτό που γίνεται συνήθως σε όλους μας. Χανόμαστε και ξανασμίγουμε.
Μιας και το θέσατε το θέμα. Ποιος ήταν ο λόγος που «χάθηκε» ο Τάσος Βουγιατζής;
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι κουράστηκε από τη δυσκολία που έχει ο χώρος. Είναι μία δύσκολη δουλειά. Δεν έχεις να αντιμετωπίσεις μόνο την απελευθέρωση που χρειάζεται για να βγεις εκεί πάνω (σ.σ. δείχνει προς τη σκηνή), να εκτεθείς και να γίνεις ο «άλλος». Χρειάζεται να έχεις και μεγάλες αντοχές για να αντιμετωπίσεις τον ίδιο μας το χώρο.
Πώς τα καταφέρατε και τον πείσατε να επανεμφανιστεί μετά από τόσο καιρό;
Με την αγάπη και την εκτίμηση που του είχα πάντα. Κι αυτός είναι ο λόγος που με εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά. Χαίρομαι πολύ που επέστρεψε.
Είδα στην αφίσα και το όνομα του Κώστα Λογοθετίδη…
Θα έφτανα και στον Κώστα. Ο Κώστας Λογοθετίδης ήταν στους Εκείνος & Εκείνος, οι οποίοι δεν υπάρχουν πια σαν συγκρότημα.
Οπότε έμεινε μόνο… εκείνος!
Ναι (γέλια)! Κι ο Κώστας, με τη φιλική του διάθεση να είμαστε παρέα, ήρθε κοντά μου και επίσης είναι μαζί μας η Ίρις, ο Κωνσταντίνος Εμμανουήλ και ο Παναγιώτης Τσακαλάκος, όλοι τους εξαιρετικοί. Στον κόσμο αρέσει αυτό που κάνουμε παρόλο που –να το σημειώσουμε αυτό- παίζουμε σε δύσκολη μέρα. Έχουμε ένα τηλεοπτικό γεγονός που κάνει 60άρια (σ.σ. εννοεί την τηλεοπτική σειρά «Το Νησί») συν του ότι η Δευτέρα είναι από μόνη της μία δύσκολη μέρα. Παρόλα αυτά, αυτοί που θέλουν ν’ ακούσουν εμένα και την παρέα μου, το κάνουν.
Δεν ήθελα ποτέ να αισθανθώ ότι είμαι σαν το δημόσιο υπάλληλο. Κάποια στιγμή ένιωσα να αδειάζω. Δεν έφυγα, γιατί είχα δώσει το λόγο μου, αλλά προσπάθησα να το αποβάλλω αυτό και να κάνω αλλαγές στο ρεπερτόριο των εμφανίσεών μου.
Πόσο δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να εμφανίζεται μόνο Δευτέρες και μάλιστα εν μέσω μίας οικονομικής κρίσης που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο τα πράγματα; Και μιλάμε για έναν καλλιτέχνη, όπως εσείς, που δεν έχει χορηγούς από πίσω και δεν έχει καμία προβολή από τα ΜΜΕ.
Και μάλιστα χωρίς εμπορική επιτυχία από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Φανταστείτε, λοιπόν, ότι εγώ ακόμα υπάρχω! Και παίζω δύσκολες μέρες, όπως και πέρυσι που έκανα κάποιες εμφανίσεις στο Κύτταρο κάθε Τρίτη. Γι’ αυτό και τίποτα δεν με τρομάζει από αυτά. Με όλες αυτές τις δυσκολίες που ανέφερες, ο κόσμος έρχεται και μας βλέπει. Μπορεί να μη διώχνουμε κόσμο, αλλά αυτοί που έρχονται περνάνε καταπληκτικά και μας το λένε κι οι ίδιοι. Και δεν το κάνουν για να μας χαϊδέψουν τ’ αυτιά. Το νιώθουμε κι εμείς πάνω στη σκηνή. Όταν κάτι είναι πάρα πολύ ωραίο, το νιώθεις και το βλέπεις.
Τι περιλαμβάνει το πρόγραμμα;
Το πρόγραμμα κάνει ένα ταξίδι στην παγκόσμια δισκογραφία, απ’ όπου δανειζόμαστε πολλά ωραία τραγούδια και τα παντρεύουμε με καλά κομμάτια της ελληνικής δισκογραφίας. Έχουμε βεβαίως και τραγούδια του Νίκου Τερζή, των Εκείνος & Εκείνος, και πολλά από το δικό μου ρεπερτόριο. Θα έλεγα ότι είναι ένα «ταξιδιάρικο» πρόγραμμα.
Σε ένα πρόγραμμα με πολλούς συμμετέχοντες, πώς μπορείτε να χωρέσετε τα σχεδόν 30 χρόνια καριέρας που έχετε στο τραγούδι;
Α, όχι, δεν γίνεται! Άφησα πάρα πολλά κομμάτια απ’ έξω. Κοίταξε, πάντα στην Ελλάδα υπήρχαν δύο ειδών καριέρες. Η καριέρα η δισκογραφική και η καριέρα των μαγαζιών. Φανταστείτε ότι αν αποφασίσω να πω πάρα πολλά από τα τραγούδια που έχω κάνει, θα πρέπει να είμαι μόνη μου. Εγώ θέλω τους συνεργάτες μου να συμμετέχουν ενεργά και όχι να είναι διακοσμητικά στοιχεία στην αφίσα ή στη σκηνή. Θέλω να τραγουδάνε και να έχουνε ρόλους και όχι να πούνε δύο τραγούδια και τέλος. Από τη στιγμή που έχω αποφασίσει να είμαι μαζί με κάποιους ανθρώπους, προτιμώ να αφήσω έξω κάποια πράγματα από την προσωπική μου καριέρα παρά κάποιος να αισθανθεί ότι δεν το ευχαριστιέται.
Όταν ξεκινάτε μία σειρά εμφανίσεων σε κάποιο μαγαζί, με ποια κριτήρια επιλέγετε τα δικά σας τραγούδια;
Ανάλογα με τη διάθεσή μου. Βέβαια κανείς δεν μπορεί να αποφύγει τα αγαπημένα τραγούδια του κοινού, που είναι ας πούμε 15 κομμάτια που θεωρούνται αναντικατάστατα. Και μετά είναι κάποια πιο ιδιαίτερα τραγούδια, τα οποία αλλάζουν με το χρόνο και τη διάθεση.
…αν αποφασίσω να πω πάρα πολλά από τα τραγούδια που έχω κάνει, θα πρέπει να είμαι μόνη μου. Εγώ θέλω τους συνεργάτες μου να συμμετέχουν ενεργά και όχι να είναι διακοσμητικά στοιχεία στην αφίσα ή στη σκηνή.
Για τις εμφανίσεις σας στην Αρχιτεκτονική, υπάρχει κάποιο τραγούδι για το οποίο στενοχωρηθήκατε που το αφήσατε απ’ έξω;
Είναι πολλά που άφησα απ’ έξω αλλά δεν μπορώ να πω ότι είμαι στεναχωρημένη, γιατί είναι δικά μου «ρούχα» και τα φορώ όποτε θέλω. Μπορεί να μην τα λέω τώρα αλλά θα τα πω μία επόμενη φορά.
Υπάρχει κάποιο τραγούδι, το οποίο είναι από τα αγαπημένα σας, αλλά να μην βρήκε την απήχηση που περιμένατε;
Όχι. Να σου πω κάτι. Το αγοραστικό κοινό στην καριέρα μου δεν έπαιρνε το δίσκο για την επιτυχία που ακουγόταν αλλά γιατί ήξερε ότι μέσα στο δίσκο θα βρει πολλά περισσότερα από 5 καλά τραγούδια.
Παρόλα αυτά, περάσατε μία μεγάλη περίοδο στην καριέρα σας που οι δίσκοι σας είχανε πολύ μεγάλες πωλήσεις. Τι συνέβη και από κάποιο σημείο και μετά αυτό το κοινό δεν ακολούθησε;
Μετά ακολούθησε το ειδικό κοινό. Σε όλους μας έχει συμβεί, μπορεί και σε σένα, να αγαπάς έναν τραγουδιστή και να έχει κάνει κάποιο δίσκο που να μην σου αρέσει. Αυτό που μένει στο τέλος είναι το πιστό κοινό.
Τόσο στη δισκογραφική σας καριέρα όσο και επί σκηνής έχετε παίξει πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής. Από πεντάτονα της Ηπείρου και μικρασιατικά μέχρι reggae και ethnic. Πώς τα καταφέρνετε και τα συνδυάζετε όλα αυτά;
Κοίταξε, τα πεντάτονα της Ηπείρου και τα reggae είναι όλα ethnic για μένα…
Ναι αλλά εσείς παίζατε ethnic πολύ πριν γίνει της μόδας και όταν ακόμα ο κόσμος δεν είχε ιδέα για το τι είναι αυτό. Και μάλιστα με συνεργασίες πολύ σημαντικών μουσικών.
Ένας φίλος μουσικός, πολύ σημαντικός, μού είπε ότι το λάθος το δικό μου ήταν ότι αυτά που έκανα ήταν για 15 χρόνια μετά. Αυτό δεν μπορείς να το περιορίσεις. Ακόμα και τώρα αυτά που σκέφτομαι είναι για… μετά. Τι να κάνω; Είμαι λίγο πιο μπροστά.
Έχετε μία πολύ ιδιαίτερη και χαρακτηριστική φωνή, ξεχωριστή θα έλεγα. Από την ελληνική δισκογραφία έχουν περάσει και άλλοι καλλιτέχνες με τη δική τους χαρακτηριστική φωνή, αλλά που έμειναν πιστοί σε ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής χωρίς να κάνουν αλλαγές στο ρεπερτόριό τους. Στη δική σας περίπτωση, κανένας δίσκος σας δεν ήταν ίδιος με έναν άλλον.
Αυτό δεν έχει ενδιαφέρον; Εγώ είμαι έτσι και σαν άνθρωπος. Δεν ήθελα να επιτρέψω τη δουλειά μου να με κάνει να τη βαρεθώ. Ούτε τα τραγούδια, ούτε οι ζωντανές μου εμφανίσεις είναι ίδιες. Δεν ήθελα ποτέ να αισθανθώ ότι είμαι σαν το δημόσιο υπάλληλο. Υπήρξε ένα φεγγάρι που το ένιωσα αυτό. Ήταν μία δουλειά που πήγαινα συγκεκριμένη ώρα και έβγαινα και τελείωνα σε συγκεκριμένες στιγμές. Κάποια στιγμή ένιωσα να αδειάζω. Δεν έφυγα, γιατί είχα δώσει το λόγο μου, αλλά προσπάθησα να το αποβάλλω αυτό και να κάνω αλλαγές στο ρεπερτόριο των εμφανίσεών μου. Είμαι ερωτευμένη με τη δουλειά μου. Είναι ένας έρωτας που δεν θέλω να νιώσω ποτέ ότι τον βαριέμαι.
Έχετε ζήσει δύο διαφορετικές φάσεις. Έχετε περάσει τη φάση της τραγουδίστριας με την τεράστια εμπορική απήχηση και που τραγουδούσατε σε μεγάλα μαγαζιά με πολύ και απρόσωπο κοινό, και τώρα περνάτε τη φάση που εμφανίζεστε σε μικρότερα μαγαζιά με λιγότερο κοινό αλλά πιο ζεστή ατμόσφαιρα. Προσωπικά τι προτιμάτε περισσότερο;
Ε, το δεύτερο βέβαια! Δεν το συζητώ. Οι μεγάλοι χώροι, που έχουνε πολύ κόσμο, είναι καλοί για τους επιχειρηματίες. Όχι για έναν τραγουδιστή μιας ατμόσφαιρας. Γιατί υπάρχουν και τραγουδιστές που το είδος που κάνουνε ταιριάζει στα μεγάλα μαγαζιά. Για τη δική μου γκάμα και για τη δική μου χροιά, και ειδικότερα για την ατμόσφαιρα των τραγουδιών μου, νομίζω ότι οι χώροι που έχουν μια ζεστασιά μού ταιριάζουν περισσότερο. Είναι πιο δύσκολο αλλά έτσι είσαι αντιμέτωπος με την αλήθεια σου. Από τη γλώσσα που μιλάει το κορμί σου μέχρι την κατάσταση της φωνής σου. Θέλω επίσης να πω ότι το να μεγαλώνουμε έχει κι ένα καλό. Διότι ξέρουμε τι να κρατήσουμε κοντά μας. Και νιώθω ότι είμαι στην καλύτερή μου φάση γιατί παλεύω να γίνω η ηλικία μου αλλά δεν το καταφέρνω. Αισθάνομαι ακόμα πολύ μικρή. Είμαι στα χάι μου!
Έχετε φανταστεί ποτέ τον εαυτό σας τι καριέρα θα κάνατε αν δεν ήσασταν Ελληνίδα;
(χαμογελάει): Δεν πετάω στα σύννεφα αλλά νομίζω ότι αν είχα κάνει καριέρα στην Αμερική, με τα μαλλιά αυτά θα είχα βγάλει δισεκατομμύρια! Μόνο με τα μαλλιά! (γέλια)
Με τέτοιο μαλλί και οι κομμωτές σας θα έβγαζαν δισεκατομμύρια!
(γέλια) Πάντως πιστεύω, ότι ναι θα έκανα καριέρα… Αλλά δεν ξέρω σαν ποιας. Θαυμάζω διαφορετικά πράγματα.
Ποιοι καλλιτέχνες ήταν οι επιρροές σας; Έχετε μελετήσει κάποιους συγκεκριμένους;
Στην Ελλάδα τα τραγουδιστικά μου πρότυπα, που παρακολουθούσα πάρα πολύ, ήταν ο Γιώργος Νταλάρας και ο Γιάννης Πάριος. Ήταν περίεργο για ένα κορίτσι, αλλά δεν είχα κάποια γυναίκα πρότυπο. Έλεγα αντρικά τραγούδια. Από την παγκόσμια δισκογραφία, όμως, υπάρχουν πολλές. Ποια να πρωτοπώ… Τη Shirley Bassey, με την καταπληκτική της άρθρωση, τη Barbra Streisand, μέχρι την Yma Sumac, αυτό το παγκόσμιο ιερό τέρας που δεν την ξέρουνε και πολλοί. Άκουγα παράξενα πράγματα. Ήμουνα σε νεαρή ηλικία κι έψαχνα ν’ ακούσω ό,τι πιο παράξενο, οτιδήποτε έβγαζε μια μοναδικότητα.
Αυτό προέκυψε από κάποια εσωτερική σας ανάγκη ή σας παρακίνησε κάποιος άλλος;
Όχι, δεν με παρακίνησε άλλος. Στη μητέρα μου, που ήτανε από τη Μικρά Ασία, αρέσανε πολύ τα ουσάκ τραγούδια. Στον πατέρα μου, που ήτανε Ηπειρώτης, αρέσανε τα ηπειρώτικα. Ο αδερφός μου, 11 χρόνια μεγαλύτερος από μένα, άκουγε πάρα πολύ Στέλιο Καζαντζίδη και δεν ξέρω πως να το εξηγήσω, μάλλον αντιστάθηκα σε αυτά που άκουγα στο σπίτι και ψαχνόμουνα σε άλλα πράγματα.
Ποια είναι η συμβολή του συζύγου σας, του Άκη Γκολφίδη, σε επαγγελματικό επίπεδο; Για πολλά χρόνια θεωρείτο ο κορυφαίος ηχολήπτης στην Ελλάδα.
Ο Άκης είναι ένας πάρα πολύ ταλαντούχος άνθρωπος. Και μετά από αυτόν οι κορυφαίοι ηχολήπτες είναι μαθητές του. Όλοι! Πέρα από αυτό, ο Άκης είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο μπορώ να μοιραστώ τα όνειρά μου. Κι εκείνος προσπαθεί να τα κάνει πραγματικότητα. Τον λατρεύω. Είναι τα πάντα στη ζωή μου.