Συνέντευξη: Νίκος Πορτοκάλογλου
Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε το νέο CD, με τίτλο “Ίσως”. Θα θέλαμε να μας πείτε μερικά λόγια για το νέο άλμπουμ.
Ν.Π.: Κάπου στην αρχή του 2011, μια εποχή που έκανα παραστάσεις και έγραφα και τραγούδια, συνειδητοποίησα ότι στην αρχή του 2012 θα κλείσουν 30 χρόνια από τον πρώτο δίσκο των Φατμέ. Οπότε, επειδή είμαι άνθρωπος που μ’ αρέσουν οι γιορτές και δεν πιστεύω ότι στους δύσκολους καιρούς πρέπει να κόψουμε τις γιορτές -το αντίθετο μάλιστα, τις έχουμε πιο πολύ ανάγκη- σκέφτηκα ότι ήθελα να γιορτάσω το γεγονός ότι μετά από 30 χρόνια είμαι ακόμα ζωντανός και δημιουργικός και απόλυτα μέσα στη μουσική, με την ίδια φλόγα και με το ίδιο πάθος που είχα και στα 22 μου όταν ξεκινούσα. Οπότε σκέφτηκα αντί να ηχογραφήσω απλώς τα καινούργια μου τραγούδια, να κάνω το δίσκο διπλό, όπως έγινε τελικά, με 10 καινούργια τραγούδια και 10 παλιότερα και σιγά-σιγά γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα να χρησιμοποιήσω αυτήν τη γιορτή σαν μια αφορμή για να γνωρίσω τους νέους συναδέλφους μου, τους οποίους και παρακολουθούσα. Άλλους τους είχα δει σε συναυλίες, με άλλους είχα γνωριστεί και με άλλους όχι.
Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι είναι η καλύτερη ευκαιρία για να τους συναντήσω και να τους γνωρίσω, γιατί πάντα πίστευα ότι η φιλία χτίζεται όχι μέσα από λόγια αλλά μέσα από πράξεις, μέσα από πράγματα που μοιράζεσαι με τον άλλον και δίνει και στις δύο πλευρές τη χαρά της δημιουργίας. Οπότε άρχισα να καλώ συναδέλφους τραγουδοποιούς και τραγουδιστές και να δουλεύουμε στην αρχή tête-à-tête, να διαλέγουμε το τραγούδι που ταιριάζει στον καθένα, να παίζουμε μαζί, να αυτοσχεδιάζουμε, να διασκευάζουμε το τραγούδι, να το φέρνει κι ο καλεσμένος στα δικά του μέτρα και να βάζει τη δικιά του προσωπικότητα, γιατί κι η ενορχήστρωση ενός τραγουδιού είναι μία δεύτερη δημιουργία, και μετά αυτό επεκτάθηκε και στα καινούργια τραγούδια. Δηλαδή άρχισα να βάζω και στα καινούργια τραγούδια καλεσμένους, όπως τον Πάνο Μουζουράκη, τον Στάθη Δρογώση και τον Μάρκο Κούμαρη που λέμε μαζί το “Ίσως”, τον Γιάννη Χαρούλη, την Ευτυχία Μητρίτσα, τη Νάνα Μπινοπούλου που συμμετέχει σ’ ένα ντουέτο στα καινούργια, και τον Λεωνίδα Μπαλάφα, τη Νατάσσα Μποφίλιου, τη Ματούλα Ζαμάνη, τον Κωστή Μαραβέγια, όπως και κάποια καινούργια πρόσωπα όπως η Σοφία Σαρρή, οι Σανάδες, που είναι ένα πολύ ενδιαφέρον φωνητικό συγκρότημα, και οι Word Of Mouth.
«Έχουμε πιο πολύ ανάγκη από αληθινά ερωτικά τραγούδια…»
Ποιές ήταν οι πηγές έμπνευσης των νέων τραγουδιών;
Ν.Π.: Η ίδια η ζωή που ζω, το περιβάλλον, οι κοινωνικές καταστάσεις… Η δυσκολία της εποχής που ζούμε, αυτό το μεγάλο ζόρι της εποχής, με ενεργοποιεί. Πιστεύω ότι αυτές οι δύσκολες καταστάσεις ή σε βουλιάζουν τελείως ή σε πυροδοτούν.
Τώρα μου δίνεται η αφορμή να κάνω μία ερώτηση που μου ζήτησε μία φίλη μου από την Κρήτη, η Αννέτα, που είναι τόσο φανατική θαυμάστριά σας που την φωνάζουν “Πορτοκαλίτσα” (σ.σ. γελάει). Ρωτάει, λοιπόν, η Αννέτα: “Γράφοντας αυτή την εποχή ένα ερωτικό τραγούδι, έχετε σκεφτεί την ενδεχόμενη ματαιότητα του εγχειρήματος; Να νιώσατε δηλαδή πως αυτή την εποχή η αγάπη και ο έρωτας μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα και αφορούν λιγότερο κόσμο, δεδομένου ότι πλέον ο κόσμος έχει βιοποριστικά προβλήματα”;
Ν.Π.: Ναι, φυσικά το σκέφτηκα αυτό. Όπως και σκέφτηκα, όπως είπα και πριν, ότι το να γιορτάζεις ας πούμε 30 χρόνια δημιουργίας μέσα σε μια εποχή που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να πληρώσουν το νοίκι τους είναι λίγο οξύμωρο. Αλλά από την άλλη, η δεύτερη σκέψη μου ήταν ότι τώρα το έχουμε πιο πολύ ανάγκη. Ίσως έχουμε και πιο πολύ ανάγκη από αληθινά ερωτικά τραγούδια. Τώρα, στη δυσκολία που περνάμε, έχουμε περισσότερο ανάγκη τη σχέση μας με το σύντροφό μας, τα παιδιά μας, τους φίλους μας και γενικά τους δικούς μας ανθρώπους. Πρέπει να τα ξαναεκτιμήσουμε όλα αυτά πόσο σημαντικά είναι για τη ζωή μας.
Στο σημείωμα του νέου CD γράφετε ότι η ηχογράφηση έγινε όλοι μαζί όπως γινόταν στη δεκαετία του 1960.
Ν.Π.: Αυτό το έκανα και παλιότερα. Πάντα μ’ ενδιέφερε η ζωντάνια του γκρουπ. Εξάλλου ξεκίνησα από ένα συγκρότημα κι αυτή η ομαδική δουλειά είναι μέσα στο αίμα μου. Απλώς εδώ αυτή τη φορά έγινε ολοκληρωτικά ζωντανά. Δηλαδή είμαστε 6 άτομα οι μουσικοί, βάζω κι εμένα μέσα σαν κιθαρίστα, και ο καλεσμένος του οποίου η φωνή ηχογραφήθηκε ταυτόχρονα. Και ηχογραφούσαμε ξανά και ξανά όλοι μαζί μέχρι να πιάσουμε την καλή στιγμή. Και νομίζω ότι όλοι μείνανε ενθουσιασμένοι μ’ αυτό τον τρόπο. Επειδή είμαστε συνηθισμένοι να τραγουδάμε μόνοι μας και να έχουμε την αίσθηση ότι αυτό μας βοηθάει να συγκεντρωθούμε και να τραγουδήσουμε πιο καλά, όλοι όσοι ήρθανε στο στούντιο στην αρχή είπανε “καλά, ας το δοκιμάσουμε κι αυτό αλλά εγώ μάλλον θα γράψω μετά”. Τελικά, όμως, όλοι γράψανε ταυτόχρονα με την ορχήστρα και ήταν μαγικό αυτό γιατί είναι εντελώς διαφορετική η ενέργεια που παίρνει ο ένας από τον άλλον. Είναι αυτό που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή, είναι αυτό το μαγικό πράγμα που συμβαίνει και στις συναυλίες.
«Το “Ίσως” είναι ένα σχόλιο πάνω στα “Καράβια Μου Καίω”. Ξεκινάει με κάποιους στίχους που παραπέμπουν στα “Καράβια”…»
Είναι η δεύτερη φορά που κάνετε διασκευές παλιότερων τραγουδιών σας. Είχε προηγηθεί το άλμπουμ “Άσωτος Υιός” που περιείχε επίσης διασκευές με συμμετοχές άλλων τραγουδιστών. Αυτό γίνεται επειδή δεν είστε ικανοποιημένος από τις πρώτες εκτελέσεις ή επειδή σας αρέσει να επαναπροσδιορίζετε τα τραγούδια σας;
Ν.Π.: Είναι όλα αυτά μαζί. Υπάρχουν πολλά τραγούδια μου που αισθάνομαι ότι δεν τα πέτυχα στην πρώτη εκτέλεση. Μπορεί εμένα κάτι να μη μ’ αρέσει, αλλά δεν ισχύει πάντα αυτό. Υπάρχουν και περιπτώσεις που μ’ αρέσει η πρώτη εκτέλεση αλλά το να διασκευάζω τα τραγούδια μου είναι κάτι που το κάνω κάθε χρόνο στα live μου προσπαθώντας να τα ξανανακαλύψω και να βρω καινούργιο νόημα σ’ αυτά ή πολύ απλά επειδή βαριέμαι να τα παίζω με τον ίδιο τρόπο για πολύ καιρό. Μ’ αρέσει αυτό το παιχνίδι, να ψάχνω άλλες πλευρές ενός τραγουδιού.
Το “Χωρίς Αμορτισέρ” επιλέχθηκε από κάποια ανάγκη νέας εκτέλεσης ή λόγω της επικαιρότητας των στίχων;
Ν.Π.: Είναι κι αυτό. Κάποια παλιά τραγούδια στις σημερινές συνθήκες αποκτούν άλλο νόημα. Αυτό ισχύει για το “Χωρίς Αμορτισέρ” όπως ισχύει και για το “Τα Καράβια Μου Καίω”, που είναι ένα τραγούδι γραμμένο πριν από 20 χρόνια, τότε που εγώ αντιμετώπιζα ένα δίλημμα για λόγους προσωπικούς, αν αξίζει τον κόπο να συνεχίσω ή να τα παρατήσω, να μείνω εδώ ή να φύγω… Φλέρταρα με την ιδέα να αλλάξω ζωή και να κάνω κάτι άλλο. Περνούσαν διάφορες τρελές ιδέες στο μυαλό μου, να πάω να μείνω ας πούμε στην Πάρο όπου είχα εκεί διάφορους φίλους Νεοσμυρνιώτες και να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Ήμουνα σε μια φάση απογοήτευσης από τη μουσική, οπότε αυτό το τραγούδι ξεπήδησε από μέσα μου σαν κραυγή: “Από πείσμα και τρέλα θα ζω σε τούτη τη χώρα ώσπου να βρω νερό”.
«Αυτό το προσωπικό δίλημμα εκείνης της εποχής, μετά από 20 χρόνια, στην εποχή μας που τα νέα παιδιά αντιμετωπίζουν μαζικά πια το δίλημμα “μένουμε εδώ ή φεύγουμε”, αποκτά ξαφνικά άλλο νόημα…»
Δηλαδή έλεγα ότι δεν τα παρατάω. Θα το παλέψω κι όπου με βγάλει. Αυτό το προσωπικό δίλημμα εκείνης της εποχής, μετά από 20 χρόνια, στην εποχή μας που τα νέα παιδιά αντιμετωπίζουν μαζικά πια αυτό το δίλημμα “μένουμε εδώ ή φεύγουμε”, αποκτά ξαφνικά άλλο νόημα. Αυτό το είχα αισθανθεί από πέρυσι, στις συναυλίες μου. Μου άρεσε η ιδέα να πω αυτό το τραγούδι με κάποιους νεότερους συναδέλφους, αισθανόμουνα ότι θα αποκτήσει ένα άλλο έρεισμα.
http://www.youtube.com/watch?v=0CupoMAT_pU
Μπορείτε να μας πείτε μερικά λόγια για το τραγούδι “Ίσως” που ήδη ξεχώρισε από το άλμπουμ;
Ν.Π.: Το “Ίσως” είναι ένα σχόλιο πάνω στα “Καράβια Μου Καίω”. Ξεκινάει με κάποιους στίχους που παραπέμπουν στα “Καράβια”. Λένε “Ίσως να μείνουμε εδώ, μα ίσως και να το σκάσουμε / ίσως να βρούμε νερό, μα ίσως και να διψάσουμε”. Είναι ένα πολύ αυθόρμητο τραγούδι γι’ αυτόν τον εσωτερικό διάλογο που έχουμε όλοι μέσα μας τα τελευταία δύο χρόνια.
«…τώρα όλοι μιλάνε για όλα, λες και έχουν πάρει ντοκτορά στα οικονομικά και στην εξωτερική πολιτική.»
Εντούτοις, το τραγούδι δεν παίρνει θέση ούτε προτείνει κάτι. Τηρεί την ουδέτερη στάση του παρατηρητή.
Ν.Π.: Είναι όπως το πάρει κανείς. Εγώ ποτέ δεν πίστευα ότι τα τραγούδια πρέπει να δίνουν απαντήσεις και λύσεις. Κατά τη γνώμη μου, τα καλά τραγούδια είναι αυτά που βάζουν τις σωστές ερωτήσεις.
http://www.youtube.com/watch?v=9sEQQUsETwY
Ποια είναι η γνώμη σας για τις πρόσφατες αποδοκιμασίες στον Γιώργο Νταλάρα;
Ν.Π.: Το βρίσκω θλιβερό κι επικίνδυνο αυτό που συμβαίνει. Μπορεί να μην ήμουν ποτέ θαυμαστής του Γιώργου Νταλάρα αλλά θεωρώ πως αυτές οι αντιδράσεις ανοίγουν την πόρτα προς τον κανιβαλισμό.
«…Μπορεί να μην ήμουν ποτέ θαυμαστής του Γιώργου Νταλάρα αλλά θεωρώ πως αυτές οι αντιδράσεις ανοίγουν την πόρτα προς τον κανιβαλισμό.»
Θεωρείται ότι τα δημόσια πρόσωπα του χώρου της τέχνης πρέπει να έχουν λόγο και να εκφράζουν ανοιχτά την άποψή τους ή πρέπει να εκφράζονται μόνο μέσα από την τέχνη τους;
Ν.Π.: Αυτό είναι ένα ερώτημα που με απασχολεί πάντα. Δεν έχω δώσει ποτέ σαφή απάντηση. Πραγματικά πολλές φορές βγαίνω και λέω την άποψή μου, που μπορεί να είναι και αντιδημοφιλής, αλλά άλλες φορές αισθάνομαι ότι δεν είναι δουλειά μου αυτή κι ότι αν αξίζει να πάρει κάτι ο κόσμος από μένα δεν είναι η πολιτική μου άποψη ή η άποψή μου για τα οικονομικά, στα οποία είμαι άσχετος. Γιατί τώρα όλοι μιλάνε για όλα, λες και έχουν πάρει ντοκτορά στα οικονομικά και στην εξωτερική πολιτική. Αν, λοιπόν, αξίζει κάτι να πάρει ο κόσμος από μένα δεν είναι οι απόψεις μου. Είναι αυτό που μπορώ να προσφέρω ως τραγουδοποιός.
Στο σημείωμα του άλμπουμ γράφετε ότι “Έπειτα αυτά τα 30 χρόνια δεν είναι τυχαία. Συμπίπτουν με την αρχή και το τέλος του μεγάλου πάρτι”. Πιστεύετε ότι ο Έλληνας μπορεί ν’ αλλάξει; Μήπως αν αναθαρρήσουμε, συμβούν και πάλι τα ίδια;
Ν.Π.: Αυτό είναι το ερώτημα που βάζει και το “Ίσως”. Για μένα η μόνη μας σωτηρία είναι ν’ αλλάξουμε. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο. Δεν είναι κάτι που το σκέφτομαι τώρα για πρώτη φορά. Αυτό είναι που μ’ ενοχλούσε και στα εύκολα επαναστατικά τσιτάτα. Που θεωρούσανε πάντα την αλλαγή σαν κάτι που θα ‘ρθει απ’ έξω. Πάντα πίστευα ότι η αλλαγή μπορεί να έρθει μόνο από μέσα μας. Όπως και σ’ όλες τις αλλαγές, ακόμα και στην προσωπική μας ζωή και στις σχέσεις μας. Αν μονίμως ρίχνεις το φταίξιμο στη γυναίκα σου και ποτέ δεν πάρεις την ευθύνη προσωπικά εσύ, δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ποτέ τίποτα. Είναι αυτό που λένε όλα τα ζευγάρια που τσακώνονται, που λέει ο ένας στον άλλον “αν αλλάξεις εσύ όλα θα πάνε καλύτερα”. Δηλαδή ο βασικός παράγοντας είναι ν’ αλλάξει ο άλλος, ποτέ δεν μπαίνει σαν προϋπόθεση να αλλάξεις εσύ.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια μετά το πέρας των εμφανίσεων στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο;
Ν.Π.: Οι εμφανίσεις στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο παρόλο που κράτησαν δύο μήνες, μου φάνηκαν σαν να τέλειωσαν πολύ γρήγορα. Αυτές ήταν πολύ ξεχωριστές εμφανίσεις γιατί κάθε εβδομάδα, κάθε διήμερο, είχα και διαφορετικούς καλεσμένους και ήταν διαφορετική παράσταση. Ήταν η πρώτη φορά που το έκανα αυτό και ήταν συναρπαστικό. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν πολύ θερμή. Τώρα θα κάνω κάποιες παραστάσεις στην επαρχία, μέχρι το Πάσχα, με το μικρό σχήμα που είχα και πέρυσι, γιατί οι χώροι είναι μικρότεροι και είναι δύσκολο να φιλοξενήσουνε όλο το σχήμα που είχαμε στο Γυάλινο. Στο Γυάλινο είμαστε 8 άτομα στη σκηνή, εκτός από τους καλεσμένους. Δηλαδή είναι οι μουσικοί και οι δύο τραγουδίστριες: η Νάνα Μπινοπούλου και η Σοφία Σαρρή, δύο από τα κορίτσια που συμμετέχουν και στο δίσκο. Το καλοκαίρι θα συνεχίσουμε με το μεγάλο σχήμα. Κάποιες κεντρικές συναυλίες σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και 2-3 μεγάλες πόλεις, θα τις κάνω με κάποιους από τους καλεσμένους μου για να έχουνε οι συναυλίες τον ίδιο εορταστικό χαρακτήρα. Στις υπόλοιπες θα είμαι με την ορχήστρα μου.
«…Δεν μ’ αρέσουν οι αναβιώσεις. Αυτή η πρόταση μού έχει γίνει πολλές φορές αλλά είναι σαν να μου λένε να ξαναγυρίσω στο Λύκειο. Δεν με δελεάζει η ιδέα…»
Μιας και αναφερθήκατε στον εορταστικό χαρακτήρα των συναυλιών, έχετε σκεφτεί καθόλου την περίπτωση της επανένωσης των Φατμέ για κάποια συναυλία;
Ν.Π.: Δεν μ’ αρέσουν οι αναβιώσεις. Αυτή η πρόταση μού έχει γίνει πολλές φορές αλλά είναι σαν να μου λένε να ξαναγυρίσω στο Λύκειο. Δεν με δελεάζει η ιδέα…
Με αφορμή την επέτειο των 30 ετών καριέρας, θα ήθελα να μου πείτε ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον Πορτοκάλογλου του 1982 και στον Πορτοκάλογλου του 2012.
Ν.Π.: Τότε είχα καλύτερους κοιλιακούς! (γέλια). Επίσης είχα περισσότερα μαλλιά και λιγότερα κιλά! Κατά τ’ άλλα… πώς μπορείς να βρεις τις διαφορές με τον παλιό σου εαυτό; Αυτό είναι δύσκολο πράγμα. Περισσότερο οι άλλοι σου θυμίζουν τις διαφορές. Ίσως επειδή μ’ αρέσει να εστιάζω περισσότερο στα καλά, να βλέπω μόνο τις καλές αλλαγές που έχουνε γίνει πάνω μου ή στη ζωή μου γενικότερα. Παραδείγματος χάριν, στον τρόπο που δουλεύω με τους συνεργάτες μου. Όλα αυτά τα χρόνια ήτανε για μένα μία μαθητεία πάνω στη συνεργασία, στο πως δουλεύεις με μια ομάδα. Γιατί ναι μεν υπάρχει το μοναχικό κομμάτι της δουλειάς, που είναι το γράψιμο του τραγουδιού, αλλά από κει και μετά υπάρχει κι ένα μεγάλο κομμάτι της δουλειάς που είναι ομαδικό. Στηρίζεται στις πρόβες που γίνονται εδώ, στις περιοδείες, στις παραστάσεις…
«Δεν πίστευα ποτέ στη διδασκαλία με τον πατροπαράδοτο τρόπο, στη νουθεσία και στις συμβουλές ας πούμε του “σοφού δασκάλου”…»
Έχεις να κάνεις με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, με τη ψυχολογία και την προσωπικότητα του καθενός, με τη χημεία της ομάδας, με τους ρόλους, π.χ. αν θέλεις να τα ελέγχεις όλα εσύ και να γίνονται όλα ακριβώς με τον δικό σου τρόπο ή αν θες να αφήνεις χώρο και στους άλλους να εκφραστούν. Επειδή αυτό είναι ένα σχολείο που δεν τελειώνει ποτέ, έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα. Καμιά φορά μου λένε ότι βοηθάω πολύ τους νέους και μαθαίνουν πολλά πράγματα από μένα, αλλά από τη δικιά μου πλευρά αυτό που βλέπω είναι αυτά που μαθαίνω εγώ. Δεν πίστευα ποτέ στη διδασκαλία με τον πατροπαράδοτο τρόπο, στη νουθεσία και στις συμβουλές ας πούμε του “σοφού δασκάλου”. Πιστεύω ότι αν έχουν κάτι να διδαχθούν οι νεότεροι από μας, είτε είναι παιδιά μας είτε είναι νέοι συνεργάτες, το διδάσκονται από τις πράξεις τους, από τον τρόπο που δουλεύουνε, από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους άλλους… Ίσως επειδή ως νέος ήμουνα αντιδραστικός στις συμβουλές και στις νουθεσίες, γιατί έβλεπα ανθρώπους άλλα να λένε και άλλα να κάνουνε, να μου δίνουν τις πιο ωραίες συμβουλές αλλά στη ζωή τους να κάνουν τ’ αντίθετα, ήμουνα πάντα καχύποπτος απέναντι στο διδακτισμό και αποφεύγω να το κάνω κι εγώ.
Ποιους θα ξεχωρίζατε ως σταθμούς στην 30χρονη καριέρα σας;
Ν.Π.: Σίγουρα το ξεκίνημα, που το χρωστάω κατά πολύ μεγάλο μέρος σ’ έναν άνθρωπο, τον Τάσο Φαληρέα, που άκουσε τα τραγούδια του πρώτου δίσκου και μας έβαλε στο στούντιο ενώ όλες οι εταιρείες μάς είχαν απορρίψει, κάποιους από τους δίσκους που τους θεωρώ κομβικούς στην πορεία μου, εκτός από τον πρώτο και το δεύτερο θα έλεγα τον Φατμέ, θα έβαζα το “Ταξίδι” -το τελευταίο άλμπουμ των Φατμέ-, τις “Φωνές” που είναι ο πρώτος μου προσωπικός δίσκος, το δίσκο “Άσωτος Υιός” όπου ήταν η πρώτη φορά που μου ήρθε η ιδέα να κάνω επανεκτελέσεις των τραγουδιών μου με συνεργασίες, τα “Παιχνίδια Με Τον Διάβολο” που ήταν ένας ηλεκτρικός δίσκος που αισθανόμουνα ότι τον χρωστούσα από τη δεκαετία του 1980 και τον έκανα τελικά το 1999, το “Θάλασσά Μου Σκοτεινή” που γνώρισε μαζική επιτυχία σε βαθμό υστερίας, και τελευταίο σταθμό το νέο μου δίσκο, το “Ίσως”.
«…Μ’ αρέσει αυτό το παιχνίδι, να ψάχνω άλλες πλευρές ενός τραγουδιού.»
Αναφερθήκατε προηγουμένως στο “Θάλασσά Μου Σκοτεινή”. Πώς βιώσατε την τεράστια επιτυχία του τραγουδιού;
Ν.Π.: Είναι μεγάλη ιστορία αυτό… (σκέφτεται). Με αποσυντόνισε και μου έδωσε πολύ μεγάλη χαρά αλλά μου έβγαλε και διάφορα. Όπως οι μεγάλες αποτυχίες έτσι κι οι μεγάλες επιτυχίες σε αποσταθεροποιούν. Εν πάση περιπτώσει, μου δημιούργησε αμηχανία και ένα μάζεμα προς τα μέσα. Μετά από 1-2 χρόνια που αισθανόμουνα ότι είχα υπερεκτεθεί με πάρα πολλές συναυλίες και εμφανίσεις, ένιωσα την ανάγκη να ξαναμαζευτώ προς τα μέσα και να ξαναβρώ το κέντρο βάρους μου. Πάντα πίστευα ότι τα καλά τραγούδια γράφονται με το ένστικτο και με την καρδιά παρά με τη λογική. Και γράφονται περισσότερο με το ασυνείδητο παρά με τις απόψεις μας. Όπως, λοιπόν, νομίζω ότι συμβαίνει με τους περισσότερους καλούς στίχους, έτσι κι ο στίχος “Τα είχα όλα μια φορά μα ήθελα παραπάνω”, βγήκε εντελώς αυθόρμητα και ενστικτωδώς. Όταν έγραφα το τραγούδι νόμιζα ότι το έγραφα για τον ήρωα της ταινίας, φαίνεται όμως πως χτύπησε συλλογικά κάποια πολύ καίρια χορδή. Ενώ τότε ήμασταν στην καρδιά του μεγάλου πάρτι υπήρχε και μια φωνή μέσα μας που μας έλεγε ότι έχουμε πάρει τον δρόμο της απληστίας ανεπιστρεπτί. Φαίνεται λοιπόν πως αυτός ο στίχος άγγιξε την ευαισθησία του κόσμου.
Θα ήθελα να μας πείτε λίγα λόγια για το τραγούδι “Άσωτος Υιός”;
Ν.Π.: Αυτό είναι το πρώτο μου τραγούδι. Το εφηβικό μου τραγούδι που έγραψα μένοντας ακόμα στο πατρικό μου σπίτι και ονειρευόμενος την μεγάλη απόδραση, την οποία και πραγματοποίησα μετά από λίγο. Οπότε μετά δεν είχα καμία ανάγκη να συνεχίσω να γράφω “Άσωτους Υιούς”.
Εδώ κολλάει και η ερώτηση που έκανα προηγουμένως σχετικά με τον Πορτοκάλογλου του 1982 και του 2012. Ο Άσωτος Υιός του 1982 τί είναι λοιπόν στο 2012; Πατέρας;
Ν.Π.: Πατέρας εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά ένας πατέρας που δεν ξεχνάει ποτέ ότι κάποτε ήτανε άσωτος υιός…
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Παυλικιάνη