Συνέντευξη: Θάνος Καλλίρης – Μέρος Α
Αμέσως μετά πιάσαμε την κουβέντα. Και αν δεν είχε και την υποχρέωση να διδάξει φωνητική μπορεί να μιλάγαμε ακόμα…
Είχα σκεφτεί να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη ξεκινώντας από την αρχή της καριέρας σου…
Δηλαδή πρέπει να πάμε σε προηγούμενες χιλιετηρίδες τώρα; (γέλια)
Κάπως έτσι το σκεφτόμουνα, αλλά μπαίνοντας στο επίσημο site (www.kalliris.gr) παρατήρησα ότι, αντίθετα από πολλές επίσημες ιστοσελίδες καλλιτεχνών που έχουν να ενημερωθούν εδώ και κάτι χρόνια, η δική σου ιστοσελίδα είναι πλήρως ενημερωμένη.
Θα σου εξηγήσω γιατί. Το έκανα αυτό μόνος μου. Είμαι της τεχνολογίας και γνωρίζω. Ούτως ή άλλως εγώ ο ίδιος έφτιαξα και το site μου. Αλλά αυτή η ενημέρωση έγινε παρεμπιπτόντως λόγω των εμφανίσεών μου με τον Μιχάλη Ρακιντζή στο Ghost House. Γενικά, εδώ και περίπου μισό χρόνο έχω έτοιμη μία καινούργια πρώτη σελίδα, έβαλα δηλαδή έναν γραφίστα να μου σχεδιάσει μία καινούργια πρώτη σελίδα για το www.kalliris.gr, όμως δεν την ανέβασα ποτέ κι αυτό γιατί κυκλοφορώ τόσο πολύ –όπως όλοι μας- στο myspace και στο facebook, όπου εκεί με βρίσκει όποιος θέλει. Η επισκεψιμότητα στην ιστοσελίδα μου είναι μηδαμινή σε σχέση με το interactivity που έχω στο facebook και στο myspace, όπου ούτως ή άλλως υπάρχουν τα πάντα. Το γεγονός ότι το επίσημο site είναι ενημερωμένο οφείλεται καθαρά στις εμφανίσεις μου στο Ghost House, αλλιώς θα ήτανε κι αυτό ξεχασμένο.
Πάντως οι περισσότεροι καλλιτέχνες δεν ασχολούνται καθόλου με την προσωπική τους ιστοσελίδα.
Κι εγώ έχω έναν άνθρωπο που με βοηθάει σε κάποια πράγματα αλλά ασχολούμαι και μόνος μου επειδή είναι το χόμπι μου κι επειδή γνωρίζω. Το «αυτονόητο» που λες δεν ισχύει ακριβώς, γιατί όταν δεν μπαίνει κανείς στην ιστοσελίδα σου και μπαίνουν όλοι κάπου αλλού τότε πρέπει να έχεις ενημερωμένο αυτό στο οποίο μπαίνουν.
Σωστό αυτό, αλλά υπάρχουν και πολλοί καλλιτέχνες που δεν έχουν προφίλ στο facebook ή στο myspace και συνεπώς η μόνη τους διαδικτυακή επαφή με το κοινό είναι η ιστοσελίδα τους.
Κοίταξε, για να μην μπαίνει στο facebook και γενικά να μην ασχολείται μ’ αυτά, σημαίνει ότι είναι ένας άνθρωπος που δεν συμβαδίζει με την τεχνολογία και τη σημερινή εποχή. Εγώ είμαι πολύ σημερινός άνθρωπος. Θεωρώ ότι η τεχνολογία μού έχει κάνει καλό με όλη τη σημασία της έννοιας που σας το λέω. Η σημερινή επικοινωνία γίνεται βασικά μέσω των υπολογιστών και μέσω όλων αυτών των διόδων όπως είναι το facebook και τα λοιπά. Εάν είσαι ένας σημερινός άνθρωπος αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό είναι μια πραγματικότητα. Εγώ θεωρώ πως είναι ό,τι πιο ωραίο το γεγονός ότι έχω έρθει κοντά σε ανθρώπους κι έχουν έρθει κι αυτοί κοντά σε μένα μέσω του facebook συγκεκριμένα, που έκανε το μεγάλο μπαμ, κάτι το οποίο είναι πρωτόγνωρο. Κι αυτό γιατί τώρα ο άλλος σε βλέπει επί τόπου και σου γράφει «Γεια σου Θάνο, τι κάνεις;». Είναι σαν να σε βλέπει στο δρόμο. Αλλά στο δρόμο μου με βλέπουν οι 100 άνθρωποι που μένουν στη γειτονιά. Είναι, λοιπόν, σαν να περνάς από έναν δρόμο όπου είναι όλη η Ελλάδα και να τη συναντάς σ’ αυτό το «σταυροδρόμι».
Έγινα μουσικός όχι για να βγάλω γυναίκες, ούτε για να έχω χρήματα.
Ενώ εσύ έχεις ενστερνιστεί τη τεχνολογία και ζεις στην εποχή σου, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις δισκογραφικές εταιρίες. Φαίνεται ότι η εποχή τις έχει ξεπεράσει και οι ίδιες αδυνατούν να προσαρμοστούν στα δεδομένα της νέας εποχής.
Πιστεύω ότι τώρα που οι πωλήσεις και τα έσοδα έχουν φτάσει στον πάτο, οι δισκογραφικές εταιρίες που υφίστανται και οι καινούργιες που ξεφυτρώνουν -οι οποίες είναι πιο μικρές, πιο προσωπικές και ελληνικών συμφερόντων- έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούνε τι έγινε. Γιατί αυτό που έγινε παγκοσμίως ήτανε ένα τεράστιο σκαμπίλι. Δεν θα επεκταθώ περισσότερο γιατί ως μουσικός και καλλιτέχνης αλλά και ως φιλόμουσος άνθρωπος, που αγόραζε δίσκους και CD, ξέρω τα λάθη που έχουν κάνει κάποτε οι δισκογραφικές εταιρίες με τις τιμές των CDs. Όταν βγήκε το CD ήτανε ακριβό γιατί ήτανε κάτι καινούργιο. Όμως όταν σε ανύποπτο χρονικό διάστημα το κόστος παραγωγής του φτήνυνε πάρα πολύ, οι εταιρίες το κρατήσανε ακριβό. Και το κρατήσανε για πάρα πολλά χρόνια ακριβό. Με το CD οι δισκογραφικές εταιρίες αισχροκερδήσανε εις βάρος του κόσμου και των καλλιτεχνών. Και κάποια στιγμή το τέρας έβγαλε κεφάλια και άρχισε να τρώει τον εαυτό του. Διότι η τεχνολογία προχώρησε και ξαφνικά όλοι μπορούσανε να αντιγράψουνε ένα CD, και μάλιστα με την ίδια ποιότητα ήχου, και να κάνουνε και στον printer ένα ωραίο εξώφυλλο. Αυτό οι εταιρίες δεν το είχανε προβλέψει και η αισχροκέρδεια γύρισε μετά μπούμερανγκ και καταστράφηκαν. Και βέβαια μαζί έφυγε και πάρα πολύ κόσμος. Φανταστείτε ότι στο εξωτερικό, το πολυκατάστημα δίσκων Tower Records, μία εταιρεία τεράστια με 800 υποκαταστήματα, έκλεισε! Φανταστείτε πόσοι άνθρωποι έμειναν άνεργοι. Το τσουνάμι ήταν τεράστιο. Πιστεύω ότι οι εταιρίες αρχίζουν σιγά-σιγά να βλέπουν τι γίνεται και τα πράγματα θα πάρουν μία νέα τροπή.
Μετά τη ραγδαία πτώση των πωλήσεων των δίσκων, ένας τραγουδιστής μπορεί να βρει οικονομικό διέξοδο στους χορηγούς ή σε συναυλίες και εμφανίσεις σε κάποιο μαγαζί. Όμως ο συνθέτης και ο στιχουργός από πού μπορούν να αντλήσουν έσοδα;
Αυτοί αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα. Γιατί έχω και αυτή την ιδιότητα και ξέρω ότι το πρόβλημα αυτό είναι τεράστιο. Ευτυχώς που οι εταιρίες συλλογής των πνευματικών δικαιωμάτων κάνουν πιο ενδελεχείς ελέγχους και εισπράττουν περισσότερα χρήματα απ’ ότι στο παρελθόν. Για έναν καλό συνθέτη ο μόνος τρόπος να έχει ένα οικονομικό όφελος, είναι να κάνει μία συμφωνία με τον τραγουδιστή, πάνω ή κάτω από το τραπέζι, ώστε να κερδίσει κάποια χρήματα από το σουξέ που του δίνει. Σε κάθε περίπτωση τα έσοδα του δημιουργού δεν συγκρίνονται με τα απείρως περισσότερα που κερδίζει ο τραγουδιστής.
Ας γυρίσουμε στην αρχή της καριέρας σου. Ποια ήταν τα πρώτα σου βήματα;
Η πρώτη μου μπάντα λεγόταν Bijoux και αποτελούνταν από 5 άτομα. Στο συγκρότημα αυτό έμεινα δύο χρόνια. Από το τέλος του 1983 έως το τέλος του 1985. Είμαι ακόμα φίλος με τα παιδιά. Θυμάμαι πως ο μπασίστας που είχαμε πήγε φαντάρος και πήραμε έναν καινούργιο μπασίστα, ο οποίος τραγουδούσε κιόλας. Έτσι όταν έφυγα εγώ παρέμεινε αυτός ως τραγουδιστής. Φαντάσου ότι ο Χρήστος, όπως είναι τ’ όνομά του, παίζει τώρα μαζί μου κάθε Σάββατο στο Ghost House!
http://www.youtube.com/watch?v=_zoljCSGizE
Ο επόμενος σταθμός ήταν οι Bang. Εγώ αυτό που θυμάμαι από τους Bang, πριν ακόμα γίνουν γνωστοί με το «Stop», ήταν ένα τραγούδι που λεγόταν «Love Me Tonight» και το οποίο δεν το βρήκα στην επίσημη δισκογραφία σου. Εντούτοις, το «Stop» ήταν στην ουσία η μετεξέλιξη του «Love Me Tonight» με ελληνικούς στίχους.
Το «Love Me Tonight»! Που το θυμήθηκες αυτό; Τώρα που το λες, ακόμα κι εγώ ο ίδιος δεν το έχω αυτό το τραγούδι!
Θυμάμαι, πριν ακόμα πάτε στην Eurovision, που το παίζατε σε κάποια live μικρής διάρκειας στις ντισκοτέκ. Αυτό το τραγούδι δεν κυκλοφόρησε ποτέ σε single;
Τι μου θύμησες τώρα… Αυτό το τραγούδι το έχω αφήσει πίσω μου εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Όχι, δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ σε δίσκο. Την ηχογράφηση μπορεί να την έχει κάπου –αν την έχει- ο Βασίλης Δερτιλής (σ.σ. ο έτερος των Bang), με τον οποίο είμαστε φίλοι και συνεργάτες.
Ο Δερτιλής, αν θυμάμαι καλά, είχε ασχοληθεί με τους Sunday Club1. Έτσι δεν είναι;
Καλλίρης: Παράλληλα με τους Bang, ναι, είχε κάνει την παραγωγή στους Sunday Club, είχε βοηθήσει και τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο στις παραγωγές του, με τη Μαντώ, που τότε είχε βγάλει το «Fill Me Up» ως Mandy… Ήταν ωραία εποχή τα 80s.
1: Οι Sunday Club ήταν ελληνικό συγκρότημα που το αποτελούσαν οι Alex-C και Lucky-D. Το 1984 γνώρισαν επιτυχία με το τραγούδι «Lies», που συμπεριλήφθηκε στο LP «For Sale».
Αυτό είναι κι ένα κοινό στοιχείο που έχεις με τον Μιχάλη Ρακιντζή, με την έννοια ότι προέρχεστε από αγγλόφωνα συγκροτήματα των 80s. Εσύ από τους Bang κι ο Ρακιντζής από τους Scraptown.
Να σου θυμίσω ότι… αλλά τι να σου θυμίσω. Απ’ ότι κατάλαβα εσένα δεν χρειάζεται να σου θυμίσω κάτι, αλλά για τους νεότερους που δεν τα ξέρουν θα πρέπει να πούμε ότι τότε δεν υπήρχε ελληνόφωνη σκηνή. Υπήρχαν ο Πουλόπουλος, ο Πάριος, ο Βοσκόπουλος κι ο Νταλάρας κι από κει πέρα όλα ήταν ξένα. Δεν υπήρχε μοντέρνο ελληνικό τραγούδι.
Όμως όσοι ξεκίνησαν με ξένο στίχο μετά το γύρισαν στον ελληνικό. Εσύ, ο Ρακιντζής, ο Χαριτοδιπλωμένος, η Μαντώ, ο Μπίγαλης…
Ναι. Κι ο Μπίγαλης είχε γνωρίσει επιτυχία ως Big Alice με το «I Miss You». Όμως θα σου πω τι έγινε. Το 1987 έγινε ένα μεγάλο μπαμ γιατί εκείνη τη χρονιά εμείς σαν Bang εκπροσωπήσαμε την Ελλάδα στην Eurovision με το τραγούδι «Stop» που είχε ελληνικό στίχο, την ίδια χρονιά εμφανίστηκε η Αλέξια με το «Άσπρο Μαύρο» και την ίδια χρονιά το Μάιο κυκλοφορεί ο Μιχάλης Ρακιντζής το «Μωρό Μου Φάλτσο». Πριν δεν υπήρχε μοντέρνο τραγούδι αντίστοιχου περιεχομένου. Αν υπήρχε κάτι ήταν από το δίδυμο Βίσση-Καρβέλας, σε στυλ «Καλοκαιρινές Διακοπές», αλλά δεν υπήρχε αυτό που λέμε «σκηνή». Μετά έσκασε ο Χαριτοδιπλωμένος με ελληνικό πλέον στίχο, η Πωλίνα με το «Πάμε Για Τρέλες Στις Σεϋχέλλες», η Μαντώ, ο Ανδρέας Μπονάτσος, κι έτσι όλοι εμείς δημιουργήσαμε μία pop ελληνική σκηνή. Αυτό δεν υπήρχε πριν. Τα παιδιά δεν είχαν ινδάλματα Έλληνες παρά μόνο ξένους. Το μοναδικό ίνδαλμα που μπορούσε να ‘χε ένα κοριτσάκι τη δεκαετία του 1980 ήταν ο Μιχαλόπουλος κι ο Γαρδέλης. Τότε τα περιοδικά τύπου «Μανίνα» και «Κατερίνα» ξεχείλιζαν ακόμα από Βουγιουκλάκη και από την εποχή του 1977, τότε που είχαν πάει στην Eurovision ο Πασχάλης, η Μπέσσυ Αργυράκη, η Μαριάννα Τόλη και ο Robert Williams με το «Μάθημα Σολφέζ». Το τεράστιο ρεύμα που δημιουργήθηκε το 1987, έφτασε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990 με μένα, τον Κορκολή, τον Δάντη και πολλούς άλλους. Και να μην ξεχνάμε ότι όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχε καν ελεύθερη ραδιοφωνία και τηλεόραση. Από τότε έχουν αλλάξει πάρα πολλά πράγματα. Εμείς όταν σαν Bang κυκλοφορήσαμε το πρώτο μας single, το πληρώσαμε μόνοι μας. Η ΕΡΤ δεν είχε καμία σχέση με τέτοια θέματα. Πήγαινε στην Eurovision απλά για να πάει. Δεν υπήρχε κανένα budget, δεν υπήρχε απολύτως τ-ί-π-ο-τ-α! Μάιο πήγαμε στην Eurovision και τέλη του ίδιου μήνα εξέπεμψε για πρώτη φορά ο 9.84, ο πρώτος ελεύθερος δημοτικός ραδιοσταθμός στην Αθήνα, απ’ όπου ξεκίνησαν οι μετέπειτα stars του ραδιοφώνου: ο Μιχάλης Τσαουσόπουλος, ο Ιωσήφ Αβράμογλου, ο Ηλίας Ξυνόπουλος, ο Γιώργος Πολυχρονίου με το «Μαύρο Βελούδο», όλοι εκεί ήταν και οι περισσότεροι μετά πήγαν στον ANT1.
O Ρακιντζής δεν είχε διάθεση να τραγουδήσει, είναι άνθρωπος πιο κλειστός, αν και πάντοτε γράφει μουσική.
Πιστεύεις ότι εκείνα τα χρόνια ήταν καλύτερα;
Κοίταξε, όλοι όσοι μεγαλώνουνε τείνουν να κοιτάνε προς τα πίσω και να λένε «κοίτα τι ωραία που ήτανε τότε». Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 υπήρχαν πολύ λιγότερες αρρώστιες, το AIDS δεν είχε επεκταθεί τόσο πολύ, δεν είχε συμβεί το ατύχημα του Τσέρνομπιλ και γενικά πολλά πράγματα ήταν καλύτερα. Από τότε άλλα πράγματα χειροτέρεψαν και άλλα πράγματα καλυτέρεψαν. Όλοι κοιτάμε με ένα γλυκό βλέμμα τα παλιότερα χρόνια κι όσο πιο πίσω πηγαίνουμε τόσο πιο αθώα τα βλέπουμε. Εμένα η δεκαετία της ωρίμανσής μου ήταν η δεκαετία του 1980, που από πιτσιρίκος έγινα μεγάλος κι άρχισα να ασχολούμαι επαγγελματικά με το τραγούδι. Ήταν μια εποχή που είχε πάρα πολύ μουσική και δεν είχε όλες αυτές τις οικονομικές κρίσεις που πέρασε αργότερα η Ελλάδα και ο πλανήτης.
Όταν ήσουνα στους Bang, ονειρευόσουνα καριέρα όπως π.χ. των Wham;
Γενικά είχα πάντοτε πολύ μεγάλες βλέψεις για μένα. Δεν ήμουνα όμως σε μια παρέα το κελεπούρι ή το ψώνιο που έλεγε «θα κάνω» ή «θα δείξω». Ήμουνα πολύ συγκεντρωμένος και αγαπούσα τη μουσική. Ο παππούς μου, ο αδερφός της γιαγιάς μου, λεγόταν Κώστας Μπέζος και έχει γράψει μεταξύ άλλων το «Ήσουνα τι ήσουνα μια παξιμαδοκλέφτρα»2 και πολλά άλλα τραγούδια, μιλάμε τώρα για το 1930 και την εποχή του Αττίκ, και εκτός από μουσικός ήτανε και ζωγράφος. Ένας ζωγράφος τόσο καλός, που όταν πήγε στη Σχολή Καλών Τεχνών τού είπανε «Δεν χρειάζεται να σπουδάσετε»! Είχε τεράστιο ταλέντο αλλά πέθανε νέος από τις κακουχίες της Κατοχής. Ο πατέρας μου επίσης είναι μουσικός. Δηλαδή η μουσική είναι γραμμένη στο DNA μου. Από μικρός δεν θυμάμαι ποτέ να ήθελα να γίνω κάτι άλλο. Έγινα μουσικός όχι για να βγάλω γυναίκες, ούτε για να έχω χρήματα, ούτε για να φύγω από τη μιζέρια ή τις κακουχίες του σπιτιού μου. Είμαι από μία κανονική μεσοαστική οικογένεια που ούτε πολλά χρήματα είχε ούτε λίγα. Όλα ήταν κανονικά. Η μουσική ήταν μέσα στο αίμα μου. Όταν ήμουνα παιδί έβαζα το στερεοφωνικό και έκανα ότι διεύθυνα την ορχήστρα. Ήταν αναπόφευκτο λοιπόν για μένα ν’ ασχοληθώ με τη μουσική. Όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο, κι αφού ξεκίνησα ήδη να γρατζουνάω την κιθάρα, πήρα την απόφαση να τελειώσω το Λύκειο και να μην πάω σε Πανεπιστήμιο γιατί ήθελα να συγκεντρωθώ σ’ αυτό που μου αρέσει.
2: το τραγούδι «Ήσουνα Ξυπόλητη», όπως είναι ο κανονικός του τίτλος, είναι καταχωρημένο στην ΑΕΠΙ ως δημιουργία του Κώστα Μπέζου. Εντούτοις, σε ορισμένους δίσκους φέρεται ως εκτελεστής και δημιουργός ο Α. Κωστής. Σύμφωνα όμως με όλες τις ενδείξεις το όνομα Α. Κωστής ήταν το ψευδώνυμο του Κώστα Μπέζου και συνεπώς πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο. Ο Κώστας Μπέζος απεβίωσε το 1943 σε ηλικία μόλις 38 ετών από τις στερήσεις της Κατοχής. Ο ανιψιός του Κώστα Μπέζου, ο Τίτος Καλλίρης, είναι ο πατέρας του Θάνου Καλλίρη.
Σε Ωδείο πήγες;
Έχω πάει σε Ωδείο αλλά δεν πήρα διπλώματα ποτέ γιατί μπήκα πολύ γρήγορα στο τραγούδι.
Τα τραγούδια σου τα γράφεις κυρίως στην κιθάρα;
Τα πιο πολλά τα γράφω στην κιθάρα γιατί αυτό είναι το όργανό μου. Παίζω όμως και πιάνο και drums και έκανα και φωνητική.
Και, για να επιστρέψω εκεί που είχαμε μείνει, πώς πήρες την απόφαση να διαλύσεις τους Bang και να ακολουθήσεις σόλο καριέρα;
Κοίταξε να δεις. Είχαμε μία πορεία μεγάλη, με συναυλίες στο εξωτερικό, που αυτός ήταν και ο στόχος μας. Άλλωστε, όπως είπα και πριν, πάντοτε είχα μεγάλες βλέψεις αλλά ούτως ή άλλως δεν μπορούσα να είχα βλέψεις για καριέρα στην Ελλάδα. Δεν υπήρχε κάποιο πρότυπο, όπως είναι σήμερα π.χ. ο Ρουβάς, και να πεις «θέλω να γίνω σαν τον Ρουβά και να με ξέρει όλη η Ελλάδα και να έχω μία Vodafone από πίσω» ή «θέλω να γίνω σαν τον Χατζηγιάννη». Τώρα μπορείς να αναφερθείς σ’ ένα σωρό τραγουδιστές-είδωλα της pop αλλά τότε δεν υπήρχε κανένας. Αν ήθελες να κάνεις καριέρα στην Ελλάδα, θα έπρεπε να είχες μία λαϊκή φωνή και να έλεγες ότι «θέλω να γίνω λίγο Πουλόπουλος και λίγο Νταλάρας». Θα ήσουνα σε άλλο στυλ και σε άλλο μήκος κύματος. Μόνοι μας, λοιπόν, επιζητούσαμε τη διέξοδό μας στο εξωτερικό. Βγάλαμε και δίσκο έξω αλλά δεν συνέχισε η όλη ιστορία διότι σε κάποιες δυσκολίες έπρεπε να πάρουμε κάποια απόφαση κι έπρεπε να γυρίσουμε στην Ελλάδα. Γυρίζοντας πίσω βγάλαμε τον τελευταίο μας δίσκο, που ήταν μεταφρασμένος ο αγγλικός στίχος σε ελληνικό, και καταλάβαμε ότι το ελληνικό κλίμα δεν ευνοούσε πια τα συγκροτήματα αλλά τους τραγουδιστές. Ο Βασίλης (Δερτιλής) δεν τραγουδούσε και έπρεπε να παίζει keyboard, που ήτανε κάτι στατικό. Δουλέψαμε με την Άννα Βίσση στο REX κι έπρεπε να πούμε ένα ποτ-πουρί και απευθυνόντουσαν σε μένα ως τραγουδιστή, αφού δεν μπορούσε να συμμετάσχει σ’ αυτό ο Βασίλης. Στα μαγαζιά δεν υπήρχε υποδομή για συγκροτήματα και αν συνεχίζαμε έτσι θα ήμασταν και οι δύο παραπονεμένοι. Ούτως ή άλλως έπρεπε να αλλάξω το μοτίβο και να γράψω ελληνικά τραγούδια. Έτσι είπαμε από κοινού με τον Βασίλη να συνεχίσει εκείνος το studio, όπου γράφαμε πολλά διαφημιστικά και μουσικές για ραδιοφωνικές εκπομπές, κι εγώ να συνεχίσω πλέον στο ελληνικό τραγούδι.
Η προσαρμογή σου στη σόλο καριέρα και στον ελληνικό στίχο ήταν εύκολη;
Σχετικά ναι. Είχα την τύχη να κάνω μεγαλύτερη καριέρα μετά τους Bang.
Η δεκαετία του 1990 ήταν και η πιο «καλή» σου δεκαετία άλλωστε.
Ναι, αλλά ούτως ή άλλως όσο πάμε πιο πίσω ήταν και πιο δύσκολα τα πράγματα. Οι Bang τη δεκαετία του 1980 ήταν ένα φαινόμενο. Σε μία εποχή νωθρή για τα μουσικά δεδομένα, εμφανίστηκε αυτό το συγκρότημα στο στυλ των Duran Duran και των Wham και ξαφνικά άρχισαν να κλαίνε κοριτσάκια για κάτι ελληνικό. Βιώσαμε κάποιες εμπειρίες μαζικής υστερίας και αγάπης, που αργότερα τα βίωσε κι ο Ρουβάς. Αυτό δεν υπήρχε πριν. Ξεκίνησε ξαφνικά με μας και ήταν σε τεράστιο βαθμό. Κι όλα έγιναν μέσα σε μία νύχτα. Γιατί πήγαμε και διαγωνιστήκαμε σχετικά με το ποιος θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Eurovision με διάφορους τότε μελλοντικά επώνυμους και μη. Ήτανε θυμάμαι η Έφη Σαρρή, η Άντζελα Δημητρίου, η Σοφία Αρβανίτη… Ήτανε πολύς κόσμος τότε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά που διαγωνίστηκαν οι 10 συμμετοχές. Βγήκαμε εμείς και μας είδε και μας αγάπησε όλη η Ελλάδα. Είπαμε ένα ωραίο τραγούδι, πολύ σύγχρονο για την εποχή του, αλλά και με πολύ σύγχρονο image.
Δεν είχα καινούργιο δίσκο αλλά δεν σημαίνει ότι ήμουνα στο σπίτι μου κι έκλαιγα ή ότι ξαφνικά έγινα σουβλατζής.
Τώρα που είπες για image, όταν βλέπεις φωτογραφίες ή βίντεο από την εποχή που είχες εκείνο το μακρύ μαλλί, πώς αντιδράς;
Γελάω! Ήταν το μαλλί «Φάρα Φόσετ3»! (γέλια) Πάντως για εκείνη την εποχή ήταν πολύ όμορφο και εντυπωσιακό. Θυμάμαι ότι μ’ αγαπούσαν όλοι οι κομμωτές γιατί όλα τα κοριτσάκια αλλά και τ’ αγοράκια ζητάγανε το μαλλί του Καλλίρη ή των Bang! Αυτό που σήμερα μπορεί να φαίνεται γραφικό, εκείνη την εποχή ήταν φυσιολογικό. Άλλωστε η δεκαετία του 1980 είχε βάτες, είχε πολύ χρώμα, Madonna κ.λπ.
3: Η Farrah Fawcett ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός και σύμβολο του σεξ τη δεκαετία του 1970. Έγινε κυρίως γνωστή από την τηλεοπτική σειρά «Οι Άγγελοι του Τσάρλι». Πέθανε στις 25 Ιουνίου 2009 (την ίδια μέρα με τον Michael Jackson).
Υπήρχε κάποιο συγκρότημα ή συγκροτήματα που τα άκουγες πολύ και τα μελετούσες, και ενδεχομένως να σε επηρέασαν στον ήχο ή στο στυλ;
Πάρα πολλά! Ούτως ή άλλως εγώ έχω πολλά ακούσματα γιατί άκουσα πολύ Beatles στη ζωή μου, μετά ήρθε το punk, ήρθε η reggae, ήταν κύματα που ξέσπασαν κατά τη διάρκεια της εφηβείας μου. Επίσης έχω ακούσει και πολύ rock στη ζωή μου. Και μετά έσκασε και όλη αυτή η ρομαντική pop με αμέτρητα συγκροτήματα. Οι Wham, οι Duran Duran, οι Spandau Ballet, οι Culture Club, ο Phil Collins, είναι μία λίστα ατέλειωτη από Βρετανούς οι οποίοι είχαν κατακλύσει και την Αμερική. Τα πιο πολλά Νο 1 στην Αμερική τα είχαν Άγγλοι καλλιτέχνες. Από την άλλη μεριά είχανε τον Stevie Wonder, τον Bruce Springsteen, τον Michael Jackson… Η δεκαετία του 1980 στη μουσική δεν πιστεύω ότι μπορεί να συγκριθεί μ’ άλλη δεκαετία. Όλα ήταν απίστευτα ωραία. Και φυσικά όλα αυτά μ’ επηρέασαν αλλά ήμουνα πολύ φιλόμουσος γενικώς. Δεν ήμουνα κολλημένος.
Εντούτοις αν και φιλόμουσος και μ’ όλα αυτά τα ακούσματα που περιέγραψες, είσαι εδώ και 25 χρόνια σταθερά πιστός στην pop μουσική.
Ναι, αν κι έχω κάνει και κάποιες κινήσεις προς το λαϊκό τραγούδι. Αλλά και τώρα στο Ghost House που τραγουδάω, είμαι ο εαυτός μου. Δηλαδή λέω τα τραγούδια μου αλλά με μία πιο rock υφή, πράγμα στο οποίο βοηθάει κι η μπάντα. Επίσης λέω και rock τραγούδια, που μ’ εκφράζουνε και μ’ αντιπροσωπεύουνε, απ’ όλες τις δεκαετίες.
Από το ελληνικό ρεπερτόριο δεν υπάρχει τραγούδι άλλου καλλιτέχνη που να ήθελες να το ερμηνεύσεις;
Εννοείται! Έχω πει πάρα πολλά στη ζωή μου. Αλλά για τις εμφανίσεις μου στο Ghost House διάλεξα να πω όλες τις επιτυχίες μου –δεν αφήνω κανέναν παραπονεμένο- και ό,τι δεν είναι δικό μου να είναι ξένο. Κάνουμε κι ένα ποτ-πουρί με sixties.
Μπορείς να μας αναφέρεις κάποια ξένα τραγούδια που ερμηνεύεις στο Ghost House;
Λέω Joe Cocker, Gary Moore, από Kinks το «You Really Got Me» και το «All Day And All Of The Night, λέω το «Should I Stay Or Should I Go» των Clash… Τραγουδάω επιτυχίες, όχι underground πράγματα, για να τα ξέρουν όλοι και να διασκεδάζουν.
Εδώ εμφανίζεται ένα παράδοξο φαινόμενο. Στο ελληνικό ρεπερτόριο τραγουδάς μόνο pop και στο ξένο μόνο rock!
Λέω και το «Freedom» του George Michael που είναι πιο pop, αλλά τραγουδάμε και Duran Duran και Peter Gabriel κ.α. Έχουμε πάρει τα καλά από τη δεκαετία του 1980 και του 1990 και φτιάξαμε ένα ωραίο πρόγραμμα.
Με τον Μιχάλη Ρακιντζή τραγουδάτε κάποιο κομμάτι μαζί;
Κάνουμε ένα τραγούδι που έχω γράψει εγώ και που λέγεται «Ανδρική Αλληλεγγύη». Ελπίζω να το κυκλοφορήσω σύντομα. Όλη αυτή η ιστορία με τον Μιχάλη μπορώ να πω με περηφάνια ότι είναι δικό μου δημιούργημα. Τον Μιχάλη τον εκτιμούσα ανέκαθεν ως καλλιτέχνη και ως δημιουργό. Δεν έχει τύχει ποτέ στο παρελθόν να συνεργαστούμε. Ίσα-ίσα που οι δρόμοι μας είχαν διασταυρωθεί στα περιβόητα προκριματικά της Eurovision που εγώ είχα στείλει το «Love Is Wonderful Thing» με την Πέγκυ Ζήνα και ο Μιχάλης το «S.A.G.A.P.O.». Βέβαια εγώ δεν συμμετείχα σ’ αυτόν τον αχταρμά που έγινε…
Ναι, αν θυμάμαι καλά, πιο πολύ με τον Κώστα Μπίγαλη έγινε η φασαρία. Και μάλιστα ο Μπίγαλης τραγουδάει κι αυτός στο Ghost House, τις Κυριακές!
Και να φανταστείς ότι κι αυτόν εγώ τον έφερα! Καθώς και τον Σαββιδάκη που τραγουδάει τις Παρασκευές, και ήμασταν και πέρυσι μαζί για ένα χρονικό διάστημα. Όλοι οι καλοί χωράνε! Πέρυσι τον χειμώνα έψαχνα να βρω μία συνεργασία, γιατί ήμουνα μόνος μου. Ήτανε μόνο μία μέρα αλλά ένιωθα ότι πήρα όλο το βάρος πάνω μου. Ξεκίνησα από τον Νοέμβριο του 2008 και μέχρι το Πάσχα του 2009 δούλευα μόνος μου με τεράστια επιτυχία. Να σου πω και την αλήθεια… Δεν το περίμενα. Χωρίς να έχω καινούργιο σουξέ και τρελές δημόσιες σχέσεις, το να πάω σε ένα μαγαζί και να το γεμίζω ήταν μία ευχάριστη έκπληξη. Ένα βράδυ, λοιπόν, είχε έρθει ο Σαββιδάκης και του πρότεινα να έρθει να τραγουδήσουμε μαζί. Έτσι από τα μέσα Απριλίου μέχρι τις 30 Ιουνίου δουλεύαμε μαζί. Σ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς είτε μόνος μου είτε με την προσθήκη του Σαββιδάκη, το μαγαζί ήταν τίγκα. Αν και το Ghost House είναι χειμερινό μαγαζί, έφτασε το κατακαλόκαιρο και μας βρήκε υπερπλήρεις. Αυτή ήταν η αρχή ώστε να σκεφτώ να βρω μια καινούργια συνεργασία για φέτος. Και μου ήρθε στο μυαλό ο Μιχάλης Ρακιντζής. Βρήκα το τηλέφωνό του και τον πήρα: «Γεια σου, είμαι ο Θάνος Καλλίρης και θέλω να μιλήσουμε». Κουφάθηκε ο άνθρωπος. Πήγα εκεί και τον ξεκούνησα. Ο Μιχάλης ήταν στο σπίτι του αραχτός, αποτραβηγμένος και χωρίς να έχει βλέψεις για εμφανίσεις ή συνεργασίες. Δεν είχε ιδιαίτερη διάθεση να τραγουδήσει. Είναι άνθρωπος πιο κλειστός αν και πάντοτε γράφει μουσική. Τελικά αποδείχθηκε ότι ταιριάζουμε σε πολλά πράγματα και στο τέλος έγραψα κι ένα τραγούδι για μας. Να φανταστείς ότι τραγουδάει για πρώτη φορά στην καριέρα του τραγούδι άλλου δημιουργού! Η πρεμιέρα ξεκίνησε εκπληκτικά και το μαγαζί ήταν παραπάνω από full. Ήδη μία εβδομάδα πριν την πρεμιέρα, ο ιδιοκτήτης έστελνε κόσμο στις επόμενες εμφανίσεις. Εγώ το φαντάστηκα ότι θα έχει επιτυχία γιατί σκέφτηκα ότι θα ήταν πολύ καλό για τον κόσμο να δει τον Μιχάλη Ρακιντζή, που είχε να τον δει καιρό. Έχει φανατικούς φίλους όπως κι εγώ.
Μέχρι πότε θα κρατήσουν οι εμφανίσεις σας;
Όσο θέλει ο ίδιος ο κόσμος. Είναι κάθε Σάββατο, που είναι καλή μέρα, και είναι μόνο μία μέρα την εβδομάδα οπότε θέλει αρκετό χρόνο για να κάνει το πρόγραμμα τον κύκλο του. Εγώ ας πούμε ξεκίνησα πέρυσι έναν κύκλο που στην ουσία δεν έκλεισε ποτέ, αφού το μαγαζί έκλεισε λόγω καλοκαιριού και όχι λόγω «κύκλου». Και τώρα έχω ανοίξει ουσιαστικά έναν νέο κύκλο χωρίς να έχει κλείσει ο προηγούμενος. Και μάλιστα μ’ έναν συνεργάτη που θα μπορούσε να ήταν μόνος του και να το γεμίζει και πάλι το μαγαζί. Έπρεπε να τον κάνω να νιώσει καλά γιατί ήρθε σ’ έναν χώρο που δεν τον ήξερε. Αλλά και γενικά ο Μιχάλης σε μόνιμη βάση έχει δουλέψει ελάχιστα στη ζωή του σε μαγαζιά. Αλλά και οι συνεργασίες του σε εμφανίσεις είναι επίσης ελάχιστες, αν εξαιρέσεις την εποχή που είχε δεσμό με τη Σοφία Αρβανίτη.
Εκτός από τις εμφανίσεις, υπάρχει κάτι στο μέλλον σχετικά με καινούργια δισκογραφική δουλειά;
Έχω ήδη το τραγούδι που έχω γράψει για το ντουέτο μου με τον Μιχάλη Ρακιντζή, έχω κι ένα άλλο που έχει γράψει ένας φίλος μου και το οποίο θέλω να βγάλω σε single, καθώς κι ένα τραγούδι που μου ‘χει δώσει ο Μιχάλης. Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, έχω 3 καινούργια τραγούδια ακυκλοφόρητα.
Να υποθέσω ότι θα ετοιμάσεις καινούργιο άλμπουμ;
Για αρχή θέλω να βγάλω single και όχι άλμπουμ. Θέλω να επικεντρωθώ στο ντουέτο μου με τον Μιχάλη καθώς και στο τραγούδι που είπα προηγουμένως. Επιθυμώ αυτή η δουλειά να βγει στο άμεσο μέλλον. Ήθελα πρώτα να ξεκινήσουμε τις εμφανίσεις στο μαγαζί, γιατί είχαμε πρόβες και άλλα θέματα που έτρεχαν, και τώρα ψάχνω τον τρόπο να το κυκλοφορήσω.
Αυτό το single θα είναι και ένα τεστ, ας το πούμε έτσι, ώστε ανάλογα με την αποδοχή του να σχεδιάσεις τα επόμενα βήματά σου;
Βέβαια. Εννοείται ότι θα είναι ένα τεστ. Αλλά στην πραγματικότητα κανείς δεν προσδοκά τρελές πωλήσεις αλλά μόνο επιτυχία.
Είμαι σίγουρος ότι την επόμενη κιόλας ημέρα θα μοιράζεται ελεύθερα στο Internet.
Μη σου πω από την προηγούμενη! (γέλια) Γι’ αυτό και αποσκοπώ όχι στις πωλήσεις αλλά στην επιτυχία και για να μ’ ακούσει ο κόσμος. Έτυχε πέρυσι να εμφανιστώ στην τηλεόραση κι έτσι φρεσκαρίστηκε η δημόσια εικόνα μου. Εγώ όμως παρέμενα ενεργός. Με ρωτάγανε πολλοί «Πού έχεις χαθεί;» κι εγώ τραγουδούσα κάπου ή έκανα συναυλίες σ’ όλη την Ελλάδα αλλά δεν το ξέρανε. Δεν είχα καινούργιο δίσκο αλλά δεν σημαίνει ότι ήμουνα στο σπίτι μου κι έκλαιγα ή ότι ξαφνικά έγινα σουβλατζής. Τραγουδούσα σε μαγαζιά και έγραφα τραγούδια, αλλά αν δεν έχεις δημόσιες σχέσεις, δεν τραγουδάς στα 2-3 γνωστά μαγαζιά, και δεν κάνεις σκάνδαλα γύρω από την προσωπική σου ζωή, πώς να στραφούνε τα φώτα της δημοσιότητας πάνω σου; Είναι αδύνατον! Δεν λέω ότι τα κάνουν όλοι όσοι εμφανίζονται στην τηλεόραση –δεν τους βάζω όλους στο ίδιο καλάθι- αλλά άλλο είναι η Μπεζαντάκου και άλλο ο Μιχάλης Χατζηγιάννης.