Συνέντευξη: Θάνος Πετρέλης
Σαν πρώτη ερώτηση, για να αρχίσουμε την κουβέντα μας θα ήθελα να μάθω αν όταν ήσουν μικρός φανταζόσουν πως θα έρθει μια μέρα που θα γίνεις τραγουδιστής;
Δεν το σκεφτόμουν ποτέ μικρός, αν και όλοι οι πιτσιρικάδες έχουν κάτι στο μυαλό τους, άλλος θέλει να γίνει ηθοποιός, άλλος τραγουδιστής, άλλος ποδοσφαιριστής, άλλος ζωγράφος. Εγώ ήμουν στην κατηγορία των παιδιών που έλεγα ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής, το τραγούδι δεν το είχα καθόλου στο μυαλό μου. Μάλιστα, είχα ασχοληθεί κιόλας, έπαιζα ποδόσφαιρο στην ομάδα παίδων του Ατρόμητου στο Περιστέρι, αλλά δεν συνέχισα γιατί προέκυψαν άλλα πράγματα. Το τραγούδι ήταν μέσα στο σπίτι καθημερινά, γιατί ο πατέρας μου, πριν ακόμα παντρευτεί και κάνει οικογένεια, είχε ασχοληθεί με το τραγούδι. Τραγουδούσε επαγγελματικά χωρίς δισκογραφία βέβαια, αλλά μιλάμε και για τριάντα χρόνια πριν. Γενικά, το μικρόβιο υπήρχε, μεγάλωσα σε μια οικογένεια που το λαϊκό τραγούδι κατά βάση ήταν καθημερινά μέσα στο σπίτι και λόγω του πατέρα μου αλλά και σαν άκουσμα. Παρ’ όλα αυτά ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα το έκανα επάγγελμα αυτό. Από μικρός είχα αγάπη για το ποδόσφαιρο κι αυτό ισχύει μέχρι και σήμερα.
… ήμουν στην κατηγορία των παιδιών που έλεγα ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής, το τραγούδι δεν το είχα καθόλου στο μυαλό μου.
Πότε μπήκε στη ζωή σου το τραγούδι, όχι εξ αρχής επαγγελματικά, αλλά ως ιδέα;
Αυτό συνέβη πρώτη φορά το 1994 και θυμάμαι την ημερομηνία τόσο καλά γιατί τότε πήγα φαντάρος. Ήμουν δεκαεννιά χρονών, μόλις τελείωσα την εκπαίδευση και πήρα μετάθεση στη Μυτιλήνη. Εκεί ζητήθηκε από τον διοικητή, όσοι έχουν σχέση με τη μουσική να συγκεντρωθούν ώστε να δημιουργηθεί η νέα ορχήστρα του τάγματος. Εγώ, επειδή από μικρός πήγαινα σε ωδείο και είχα μάθει να παίζω λίγο κιθάρα, και με αφορμή τη «λούφα» απ’ τις «αγκαρίες», συμμετείχα. Έπειτα σε μια audition που έγινε για να ξεκαθαριστούν τα μέλη της ορχήστρας κι όταν σκέφτηκα ότι εάν έπαιζα κιθάρα θα φαινόταν ότι δεν ήξερα καλά, προτίμησα να τραγουδήσω, θυμάμαι είπα Σφακιανάκη, γιατί είμαι και φανατικός του Νότη. Τραγούδησα μισό τραγούδι κι αυτό ήταν όλο, με όρισαν τραγουδιστή του τάγματος. Αυτή ήταν, κατά τύχη στην ουσία, η πρώτη φορά που δήλωσα τραγουδιστής. Μάλιστα θυμάμαι το λοχαγό να με παροτρύνει να ασχοληθώ και μετά με το τραγούδι. Παρ’ όλα αυτά όταν τελείωσα τη θητεία μου δεν ασχολήθηκα, όχι γιατί δεν ήθελα, αλλά γιατί θεωρούσα πολύ δύσκολο να μπω στο χώρο και να μου δοθούν ευκαιρίες. Στη συνέχεια, το 1998 είδα το trailer του «Bravo» της Ρούλας Κορομηλά που ζητούσε συμμετοχές για την ανάδειξη της φωνής του καλοκαιριού. Εκεί πραγματοποιήθηκε η δεύτερη μου επαφή κι από κει ξεκίνησα κι επαγγελματικά. Βγήκα δεύτερος αλλά μπόρεσε να με δει κόσμος και γίνανε επαφές και με επιχειρηματίες, ώστε να ξεκινήσω να δουλεύω.
Δυσκολεύτηκες καθόλου στην ως τώρα πορεία σου; Υπήρξαν στιγμές που μετάνιωσες γι’ αυτή σου την επιλογή;
Σε καμία περίπτωση δεν έχω μετανιώσει όλη αυτή την προσπάθεια, όλο αυτό το όνειρο που ζω αλλά και την πορεία που ως τώρα τουλάχιστον έχει διαγραφεί. Όσον αφορά τις δυσκολίες που μπορεί να υπήρξαν, είναι σίγουρο πως όταν ξεκινάς από το μηδέν χωρίς να έχεις βοήθεια από κάποιον που θα σε καθοδηγήσει, δεν τα βρίσκεις εύκολα. Πήγα από τον δρόμο που νομίζω οι περισσότεροι πηγαίνουν, τουλάχιστον στην αρχή και όσες γνωριμίες έκανα ήταν μονάχα μέσω της δουλειάς. Είχα κάνει αρκετά demo με πολλούς συνθέτες, ένας εκ των οποίων ο Νίκος Παπαδόπουλος, που αργότερα μου εμπιστεύτηκε και κομμάτι του. Έτσι έγινε η μετάβαση, ώστε να ακουστώ σε περισσότερους δημιουργούς. Σίγουρα, αντιμετώπισα δυσκολίες, αλλά το ένα έφερε το άλλο κι ανοίχτηκε παραπάνω ο κύκλος μου. Αυτό όμως που έκανε τη διαφορά, ήταν η συμμετοχή μου το 2002 στο «Fame Story». Ήμουν τυχερός, έφτασα μέχρι τον τελικό και λόγω της δύναμης της τηλεόρασης με γνώρισε ο κόσμος καλά.
… όταν τελείωσα τη θητεία μου δεν ασχολήθηκα με το τραγούδι, όχι γιατί δεν ήθελα, αλλά γιατί θεωρούσα πολύ δύσκολο να μπω στο χώρο και να μου δοθούν ευκαιρίες.
Τελικά το talent show που συμμετείχες πριν αρκετά χρόνια τι γεύση σου έχει αφήσει; Θα το ξαναέκανες αν γυρίζαμε το χρόνο πίσω;
Δεν μετάνιωσα ποτέ για τη συμμετοχή μου στο παιχνίδι, γιατί θεωρώ ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που μου συμβαίνει μέχρι και σήμερα το χρωστάω σ’ αυτό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι και μόνο η συμμετοχή σε εξασφαλίζει. Από όλα αυτά τα μουσικά talent shows που έχουν γίνει, έχουν περάσει εκατοντάδες συμμετέχοντες κι η συμμετοχή από μόνη της δεν οδηγεί στην επιτυχία. Ωστόσο, ο καθένας μπορεί να εκμεταλλευτεί τα θετικά στοιχεία της έκθεσης στον κόσμο και παντρεύοντάς τα με την όποια αξία και βοήθεια έχεις από ανθρώπους του χώρου, να έχεις ένα καλό αποτέλεσμα. Στη δική μου την περίπτωση η συμμετοχή ήταν σίγουρα θετική, καθώς ο κόσμος από τότε κι ως σήμερα δείχνει ότι πραγματικά με αγάπησε. Από κει και έπειτα, ήρθε το δισκογραφικό συμβόλαιο με τη Heaven το 2003, ήρθε η αναπάντεχη γνωριμία με το Φοίβο, πράγματα που θεωρώ πως αλλάξανε όλη την πορεία μου και σ’ αυτά τα χρωστάω όλα.
Τι δυσκολίες μπορεί να συναντήσει ένας νέος που θέλει να γίνει τραγουδιστής χωρίς να κατάγεται από μουσική οικογένεια, χωρίς να βρίσκεται από μικρός σ’ αυτούς τους χώρους; Πόσο εύκολα τον δέχεται το σύστημα;
Νομίζω ότι ο χώρος δεν έχει τέτοια «κολλήματα». Σίγουρα όταν έχεις κάποιους ανθρώπους οι οποίοι είναι μέσα στο χώρο, έχεις μια extra βοήθεια, αλλά αυτό δεν είναι το μοναδικό κριτήριο για να σε δεχθεί ο χώρος. Βλέπουμε πολλούς νέους ανθρώπους που έχουν ξεκινήσει από το μηδέν, συγκεκριμένα τα μεγαλύτερα ονόματα της δισκογραφίας σήμερα, δεν κατάγονταν από μουσικές οικογένειες. Μπορεί κάποιος αξιοκρατικά να μπει στο σύστημα, δεν είναι κλειστό κύκλωμα.
Αδίκως το λαϊκό τραγούδι έχει πάει στην άκρη, αν και το τελευταίο εξάμηνο παρατηρώ μια στροφή ξανά προς αυτό.
Αδικημένος νιώθεις ή έχεις νιώσει στη μέχρι τώρα πορεία σου; Πως το διαχειρίζεσαι αν συμβεί;
Όλοι όσοι βρίσκονται σε αυτόν το χώρο, όχι μόνο οι τραγουδιστές, έχουμε πει κάποια στιγμή ότι αδικηθήκαμε, ή τουλάχιστον ότι δεν έχει εκτιμηθεί τόσο η δουλεία και η προσπάθεια που κάναμε, όσο θα έπρεπε. Σίγουρα, όλα αυτά συμβαίνουν και σε άλλες δουλειές. Αυτή η «αδικία» είναι μέσα στη ζωή. Προσωπικά, δεν το εκλαμβάνω ως αρνητικό, αυτά τα πράγματα με πεισμώνουν και με κάνουν καλύτερο, δεν με πτοούν και απέναντι στις αντίξοες συνθήκες προσπαθώ παραπάνω.
Το λαϊκό τραγούδι είναι αδικημένο στις μέρες μας;
Ειδικά τα δυο – τρία, τελευταία χρόνια, το ραδιόφωνο έδειξε μια τάση προς το pop/rock τραγούδι και στην ουσία έβαλε στην άκρη το ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Βλέπουμε ότι τα τελευταία χρόνια δύσκολα κάνεις επιτυχία με τραγούδια που εμπεριέχουν το ελληνικό χρώμα όπως χασάπικα ζεϊμπέκικα κ.α. Περισσότερο ακούγονται τραγούδια με beat-άτο ρυθμό, ή ακόμη και ρούμπες που χρειάζονται μια ενορχήστρωση πιο μοντέρνα και διαφορετική για να μπορέσουν να περάσουν στο ραδιόφωνο. Θεωρώ πως αυτό που συμβαίνει είναι λάθος, όχι απαραίτητα επειδή κι εγώ εκπροσωπώ το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι, αλλά σίγουρα αυτό είναι που χαρακτηρίζει τον έλληνα. Αυτό έχει ο έλληνας στο DNA του κι αυτό θα θέλει να τραγουδήσει όταν έχει χαρά, πόνο ή όταν θέλει να ξεσπάσει. Αδίκως, λοιπόν, το λαϊκό τραγούδι έχει πάει στην άκρη, αν και το τελευταίο εξάμηνο παρατηρώ μια στροφή ξανά προς αυτό. Ίσως ήταν μια μόδα και πέρασε. Ευτυχώς που συμβαίνει αυτό γιατί ο κόσμος γεμίζει τα νυχτερινά μαγαζιά για να ακούσει ζωντανά καλλιτέχνες σε λαϊκό ρεπερτόριο.
Πρόσφατα κυκλοφόρησες ακόμη ένα ολοκαίνουριο κομμάτι το «Χορεύεις»… για πες μου πως επέλεξες να κάνεις ένα χορευτικό κομμάτι;
Είναι ένα τσιφτετέλι το οποίο κυκλοφόρησε εδώ και λίγες ημέρες ενώ το τελευταίο μου κομμάτι «Απ’έξω ποιος» ήταν ένα ζεϊμπέκικο. Θα ήθελα να αναφέρω εδώ πως στο παρελθόν εις γνώση μας κάναμε κάποια διαφορετικά μουσικά παντρέματα με πιο μοντέρνες ενορχηστρώσεις μιας και ο Φοίβος είναι ο μετρ σ’ αυτά και μεταμορφώνει τα τραγούδια και ο λόγος που σε πάω λίγο πίσω είναι για να σου δώσω να καταλάβεις πως καταλήξαμε στο συγκεκριμένο κομμάτι. Σου θυμίζω λοιπόν πως η τελευταία μας μεγάλη ραδιοφωνική επιτυχία ήταν το «Ποια να συγκριθεί μαζί σου» και σου ομολογώ πως εκεί παίξαμε με τους ραδιοφωνικούς κανόνες, δηλαδή κάναμε ένα τραγούδι που είχε tempo, ήταν πιο ανάλαφρο, πιο καλοκαιρινό και όντως τα ραδιόφωνα το τίμησαν ιδιαίτερα. Τελειώνοντας όμως το καλοκαίρι και συζητώντας με το Φοίβο για το επερχόμενο album (μιας και θα κυκλοφορήσω σε λίγο καιρό ολοκληρωμένη δουλειά) σκεφτήκαμε ότι ο κόσμος ζητάει από μένα λαϊκά τραγούδια διότι με αυτά τα τραγούδια με γνώρισε και με αγάπησε, έτσι λοιπόν αποφασίσαμε να κάνουμε την επιστροφή μας σε λαϊκό ρεπερτόριο. Κυκλοφορήσαμε λοιπόν πρώτα το «Απέξω ποιος» για να δώσουμε το στίγμα μας το οποίο αγαπήθηκε αρκετά και πλέον φτάσαμε στο επόμενο λαϊκό τραγούδι το «Χορεύεις», το οποίο είναι ένα τσιφτετέλι πιο ανάλαφρο. Θέλαμε ένα τραγούδι να ξεσηκώνει τον κόσμο από τις καρέκλες του, να «Χορεύει» και να ξεσκάει.
Δηλαδή κάποιοι κάνουν ποιοτικό τραγούδι και εμείς που κάνουμε τραγούδια που διασκεδάζει και περνά καλά ο κόσμος δεν είναι ποιοτικά; Ο κόσμος δεν είναι ο τελικός κριτής;
Όπως λοιπόν μου προανέφερες περιμένουμε σύντομα από σένα ολοκληρωμένο album και δεν συνεχίζεις με μεμονωμένα singles όπως συνηθίζεται τελευταία;
Η αλήθεια είναι πως είχαμε μπει και εμείς σ’ αυτή τη λογική των singles και δε σου κρύβω πως τα ολοκληρωμένα albums είναι κάτι που μας έλειψε και είπαμε με το Φοίβο πως ήρθε η ώρα να το κάνουμε. Το τελευταίο στούντιο album που είχα κάνει διότι εν τω μεταξύ έκανα live album, περιείχε δέκα τραγούδια και κυκλοφόρησε το 2007 οπότε μιλάμε πως έχουν περάσει πέντε χρόνια από τότε με βάση το επερχόμενο Πάσχα που έχουμε πει αν πάνε όλα καλά να βγει το νέο ολοκληρωμένο album. Κάναμε βέβαια αρκετά πράγματα σαν μεμονωμένα singles αλλά πλέον αποφασίσαμε να κυκλοφορήσουν όλα αυτά τα τραγούδια που κατά καιρούς κάνανε επιτυχία ως μεμονωμένα συν πέντε – έξι νέα τραγούδια για πρώτη φορά πλέον από τη Spicy.
Πολλά χρόνια συνεργασίας με τον Φοίβο… πως έδεσε τόσο πολύ αυτή η σχέση και πως θα την χαρακτήριζες αν στο ζητούσα;
Ένα από τα επίθετα που μπορώ να χρησιμοποιήσω για τη σχέση μου με το Φοίβο είναι το «Μοιραίο» όσον αφορά τη συνάντηση και αυτό το πάντρεμα που κάναμε μάλιστα σου ομολογώ πως με έχει σημαδέψει με την καλή έννοια! Ο Φοίβος με έχει στηρίξει πολύ, ήταν από την αρχή της καριέρας μου δίπλα μου… στην αρχή δίνοντας μου δύο τραγούδια και από το 2004 και μετά όλες οι δισκογραφικές δουλειές μου είναι δικές του. Νομίζω λοιπόν πως είναι καρμική αυτή η σχέση και σίγουρα το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλύτερο από ότι περιμέναμε και οι δύο. Δοκιμαστήκαμε στην αρχή με τα δύο τραγούδια που μάλιστα έκαναν τεράστια επιτυχία και μιλάω για το «Αίμα» και το «Δεν έχω μάτια γι’ άλλη» οπότε η σχέση μας ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Δέσαμε πλέον και σαν φίλοι, ταίριαξαν οι χαρακτήρες μας πράγμα που πιστεύω πως είναι εξίσου σημαντικό εφόσον όλη αυτή η χημεία βγαίνει και στα τραγούδια. Είναι λοιπόν ο άνθρωπος που τουλάχιστον μέχρι και σήμερα, αυτή τη στιγμή που μιλάμε το Α και το Ω στην δισκογραφική μου πορεία.
… κάποιες παγίδες που μπορεί να κρύβει η νύχτα ή κάποιους κινδύνους που ίσως να υπάρχουν, θεωρώ πως αν είναι να μπλεχτείς είναι το ίδιο εύκολο όσο και στη μέρα.
Πιστεύεις ότι ο καλλιτέχνης κάνει το τραγούδι επιτυχία ή ένα καλό τραγούδι φτιάχνει τον καλλιτέχνη;
Πιστεύω πως δεν υπάρχει απάντηση σε αυτό, εξαρτάται την περίπτωση. Μπορεί ένα καλό τραγούδι να το πει ένας άγνωστος καλλιτέχνης και να γίνει «όνομα». Δεν σημαίνει όμως πως ο καλλιτέχνης θα συνεχίσει να κάνει επιτυχίες. Μια επιτυχία δεν εξασφαλίζει το μέλλον ενός καλλιτέχνη. Αντιθέτως, ένας αναγνωρισμένος καλλιτέχνης με πολύ μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό του, μπορεί και σε ένα μέτριο τραγούδι να του δώσει λάμψη και να το προσαρμόσει στα μέτρα του. Να πάρει αξία λόγω του ερμηνευτή.
Εσύ πιστεύεις στο διαχωρισμό μεταξύ «Εμπορικού» και «Ποιοτικού» καλλιτέχνη;
Η μουσική είναι μία!!! Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ποιοτικό και μη ποιοτικό τραγούδι. Δηλαδή κάποιοι κάνουν ποιοτικό τραγούδι και εμείς που κάνουμε τραγούδια που διασκεδάζει και περνά καλά ο κόσμος δεν είναι ποιοτικά; Ο κόσμος δεν είναι ο τελικός κριτής; Με λίγα λόγια αυτό που είναι εμπορικό είναι και ποιοτικό και αποδεκτό από τον κόσμο, ο οποίος δεν βάζει ταμπέλες «έντεχνο»-«λαϊκό»-«ποπ». Τα τελευταία χρόνια ευτυχώς αυτό τείνει να εκλείψει και βλέπουμε να γίνονται συνεργασίες καλλιτεχνών από διαφορετικά μουσικά είδη.
Θα άλλαζες κάτι στην ελληνική δισκογραφία αν σου δινόταν η ευκαιρία κάποια στιγμή;
Υπάρχουν αρκετά πράγματα που με ανησυχούν όμως επειδή ανήκω σε αυτό το χώρο, θεωρώ πως αν κάνεις αυτή τη δουλειά πρέπει να αποδεχτείς και κάποια πράγματα που πιθανών να μη σου αρέσουν. Η αγάπη και ο ζήλος όμως που έχουμε εμείς οι καλλιτέχνες για την δουλειά μας, όλα αυτά τα προσπερνάει.
Ποιο τραγούδι σου πιστεύεις πως έχει μπει πιο βαθιά στις καρδιές του κοινού και ποιο είναι το δικό σου αγαπημένο ως σήμερα;
Δεν υπάρχει μόνο ένα τραγούδι. Θεωρώ πως υπάρχουν 2-3 τραγούδια, που κατά διαστήματα με έχουν σημαδέψει και χαρακτηρίσει. Το «Αίμα μου (Είχε το χρώμα του ουρανού)» είναι σίγουρα ένα από αυτά. Ήταν το πρώτο μου τραγούδι και έκανε τεράστια επιτυχία και αποτέλεσε το έναυσμα για να ξεκινήσει αυτή η πορεία. Ένα άλλο τραγούδι που με καθιέρωσε, όσον αφορά τις νυχτερινές μου εμφανίσεις, είναι το «Κερνάω», στον ακριβώς επόμενο δίσκο το 2005. Ένα τραγούδι, που το έβλεπα κάθε βράδυ, ακόμα κ σήμερα να τρελαίνει τον κόσμο. Ήταν απίστευτο αυτό που έβλεπα την ώρα που τραγουδούσα αυτό το τραγούδι… όλος ο κόσμος να είναι από κάτω όρθιος και να εκτοξεύει ότι βρει μπροστά του για να εκτονωθεί. Θυμάμαι τότε εμφανιζόμουν στο «Θάλασσα» με περίπου 1.500 άτομα στο μαγαζί και γινόταν πραγματικά πανικός. Επομένως θεωρώ πως αυτά τα 2 τραγούδια με έχουν σημαδέψει. Και τα 2 για διαφορετικούς λόγους. Το πρώτο για την εκκίνηση και το δεύτερο για την καθιέρωση στις νυχτερινές εμφανίσεις. Σίγουρα υπήρχαν κι άλλα τραγούδια, διότι μόνο με 2 τραγούδια δεν μπορείς να μείνεις όλα αυτά τα χρόνια. Υπάρχουν πολλά τραγούδια που τα θεωρώ προίκα μου και γεμίζω το πρόγραμμα μου.
Νομίζω ότι πια η πολιτική χρειάζεται νέους ανθρώπους γιατί ενώ στο τραγούδι δεν πάνε κληρονομικά τα πράγματα στην πολιτική ισχύει το αντίθετο και πάει από το μπαμπά στο γιο και ούτω καθ’ εξής γι’ αυτό και ίσως να φτάσαμε σ’ αυτό το τραγικό σημείο…
Η νύχτα πόσο δύσκολη και πόσο γοητευτική μπορεί να είναι παράλληλα;
Έτσι κι αλλιώς πάντα μου άρεσε η νύχτα. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που τους αρέσει το πρωινό ξύπνημα, οπότε νομίζω πως όλο αυτό το αντιμετωπίζω με χαμόγελο και είναι η καλύτερη μου. Όμως, όσον αφορά κάποιες παγίδες που μπορεί να κρύβει η νύχτα ή κάποιους κινδύνους που ίσως να υπάρχουν, θεωρώ πως αν είναι να μπλεχτείς είναι το ίδιο εύκολο όσο και στη μέρα. Από κει και πέρα είναι θέμα χαρακτήρα και θέλησης να μπλεχτείς σε λάθος μονοπάτια. Αν είσαι συγκεντρωμένος και ξεκάθαρος σε αυτό που κάνεις και έχεις ένα σκοπό, τότε δεν σε επηρεάζει τίποτα.
Όλη αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση που επικρατεί στη χώρα εσύ προσωπικά όντας και οικογενειάρχης πως την αντιλαμβάνεσαι;
Όλη αυτή η ψυχολογία και η αίσθηση που έχει δημιουργηθεί είναι ότι χειρότερο, διότι δεν ξέρουμε τι θα ξημερώσει αύριο. Στο επάγγελμα μας η κρίση είναι ορατή, διότι παλιότερα τα σχήματα διαρκούσαν 7 μήνες επί πενθήμερο και τώρα 3 μήνες με διήμερα, στην ουσία κι εμείς έχουμε χάσει ένα μέρος της δουλειάς μας. Άλλο να κάνεις 200 νυχτοκάματα κι άλλο 60. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Μπορούμε όλοι μας να περάσουμε και με λιγότερα. Το θέμα είναι το ψυχολογικό. Ο κόσμος φοβάται να βγει, να ξοδέψει, να αγοράσει, διότι δεν ξέρει τι τον περιμένει αύριο. Νομίζω πως αυτό πρέπει να διορθωθεί πολύ σύντομα από τους ανθρώπους που έχουν αναλάβει την διακυβέρνηση αυτής της χώρας. Το πρόβλημα είναι να βγούμε από την αβεβαιότητα. Το κακό έγινε και από δω και πέρα ας βγει κάποιος που έχει να προτείνει κάτι ελπιδοφόρο. Χρωστάμε πολλά λεφτά, ναι να τα δώσουμε αλλά να μπούμε σε ένα δρόμο ανάπτυξης. Ας βγει όμως κάποιος να το πει και να δούμε πράξεις και όχι λόγια, για να αλλάξει η ψυχολογία του κόσμου. Και τώρα που έχω οικογένεια βλέπω τα πράγματα διαφορετικά. Αν λειτουργούσα ως μονάδα θα έλεγα ότι μπορεί να πεινάσω, αλλά θα την βγάλω διότι είμαι μόνος. Οι άνθρωποι που έχουν οικογένεια είναι αυτοί που ζουν την μεγαλύτερη αβεβαιότητα και αναρωτιέμαι σε τι κόσμο θα ζήσουν τα παιδιά μου, σε τι χώρα, σε τι περιβάλλον; Με τι δουλειές; Εδώ δεν έχουν δουλειά οι σημερινοί Έλληνες. Ακούω και από φίλους μου που λένε «Μήπως πρέπει να φύγω από την Ελλάδα; ». Υπάρχει έντονα αυτό στην ατμόσφαιρα. Αν τα πράγματα συνεχίσουν να είναι έτσι, ίσως τελικά είναι η καλύτερη λύση να φύγει κανείς από την Ελλάδα.
Θα μπορούσαν να εισχωρήσουν στην πολιτική και άνθρωποι του καλλιτεχνικού χώρου πιστεύεις, θα βοηθούσαν καθόλου με τις απόψεις τους;
Νομίζω ότι πια η πολιτική χρειάζεται νέους ανθρώπους γιατί ενώ στο τραγούδι δεν πάνε κληρονομικά τα πράγματα στην πολιτική ισχύει το αντίθετο και πάει από το μπαμπά στο γιο και ούτω καθ’ εξής γι’ αυτό και ίσως να φτάσαμε σ’ αυτό το τραγικό σημείο… Εγώ γενικά δεν ήμουν ποτέ πολιτικοποιημένος και δεν με ενδιαφέρει η πολιτική σαν πολιτική αλλά με ενδιαφέρει η χώρα να είναι σωστά δομημένη, να υπάρχει κράτος, παιδεία, ιατρική περίθαλψη..! Πιστεύω πως πολλοί άνθρωποι που δεν είναι πολιτικοί μπορούν να συνεισφέρουν, σίγουρα οι καλλιτέχνες που μπορεί να έχουν πρόσβαση και άμεση σχέση με πολύ κόσμο αν το αγαπούν πραγματικά και έχουν το μυαλό τους μαζεμένο και είναι συνειδητοποιημένοι θα ήταν καλό να ασχοληθούν πιο ενεργά.
Μπορούμε όλοι μας να περάσουμε και με λιγότερα. Το θέμα είναι το ψυχολογικό. Ο κόσμος φοβάται να βγει, να ξοδέψει, να αγοράσει, διότι δεν ξέρει τι τον περιμένει αύριο.
Για να κλείσουμε θα ήθελα να μου πεις πως περνά ο Θάνος Πετρέλης τον ελεύθερο χρόνο του;
Όταν έχω ελεύθερο χρόνο κάνω διάφορα πράγματα. Είτε με την οικογένεια μου, είτε με φίλους. Μου αρέσει το playstation και σε μέρες που δεν εργάζομαι περνάω ώρες παίζοντας παρέα με φίλους. Επίσης, πηγαίνω σινεμά, αλλά και για φαγητό. Παρόλα αυτά δεν κάνω κάτι ξεχωριστό αλλά ούτε είμαι και ιδιαίτερα του σπιτιού. Θέλω όταν έχω ελεύθερο χρόνο να βγαίνω έξω.
Συνέντευξη στη Σοφία Μπεκιάρη
Φωτογραφίες: Φώτης Τσάτσης