Τάμτα: «Όσοι έχουμε γεννηθεί σε μια μικρή χώρα, όπως είναι η Γεωργία ή η Κύπρος, είμαστε πολύ πατριώτες»
Η Τάμτα νοσταλγεί την πατρίδα της και θεωρεί ότι τα άτομα που έχουν γεννηθεί σε μια μικρή χώρα είναι περισσότερο πατριώτες. Και αυτό γιατί εγκαταλείπουν την χώρα τους και αποφασίζουν να ζήσουν σε κάποια άλλη. Στην ίδια συνέντευξη στο κυπριακό «Down Town», θυμάται την πρώτη μέρα που ήρθε στην Ελλάδα.
Διαβάστε απόσπασμα από την συνέντευξη:
«Αυτό το καλοκαίρι, μεταξύ πολλών συναυλιών και εμφανίσεων σε πολλά μέρη της Ελλάδας και της Κύπρου, είχες την ευκαιρία να επισκεφθείς και την πατρίδα σου, τη Γεωργία. Πώς νιώθεις κάθε φορά που είσαι εκεί;
Δυστυχώς, επειδή ουσιαστικά πήγα για να παντρέψω μία φίλη μου, έμεινα μόνο μιάμιση μέρα και δεν είχα καν την ευκαιρία να επισκεφθώ την πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Είχα έξι χρόνια να πάω στη Γεωργία. Τότε είχα μείνει δύο εβδομάδες και επέστρεψα στην Ελλάδα στενοχωρημένη. Παρόλο που είχα νοικιάσει αμάξι και πήγα και είδα το σχολείο μου, το πατρικό μου σπίτι, τους φίλους μου, αισθανόμουν ότι δεν είχα προλάβει να δω τίποτα. Είχα αποφασίσει, λοιπόν, την επόμενη φορά που θα πήγαινα, να είχα τουλάχιστον ένα μήνα ελεύθερο για να την απολαύσω. Αλλά μετά την τελευταία μου επίσκεψη, έχω αρχίσει να αναθεωρώ, γιατί πραγματικά μου λείπει η πατρίδα μου και σκέφτομαι, ότι λόγω των επαγγελματικών μου υποχρεώσεων, δεν θα έχω ποτέ την ευκαιρία να κάνω τόσο μεγάλες διακοπές.
Τι σου λείπει περισσότερο από τη Γεωργία;
Οι φίλοι μου, οι συγγενείς μου, οι άνθρωποι με τους οποίους μεγάλωσα. Παρόλο που επικοινωνώ μαζί τους και προσπαθώ να κρατάω επαφή, έχω χάσει πολλά επεισόδια, γιατί π.χ. φίλες μου έχουν παντρευτεί, έχουν κάνει παιδιά, έχουν χωρίσει. Πάντα νοσταλγώ την πατρίδα μου και νομίζω ότι όσοι έχουμε γεννηθεί σε μια μικρή χώρα, όπως είναι η Γεωργία ή η Κύπρος, είμαστε πολύ πατριώτες. Μπορεί να φανεί περίεργο αυτό που θα πω, αλλά ακόμα και ο αέρας στη Γεωργία μου φαίνεται διαφορετικός.
Αλήθεια, θυμάσαι την πρώτη σου μέρα στην Ελλάδα;
Ναι! Ήμουν πολύ χαρούμενη, γιατί πήγαινα για να δω τη μητέρα μου που μου έλειπε. Δεν ήξερα τότε ότι δεν θα ξαναγυρίσω πίσω. Περνώντας οι μήνες, είδα ότι η καλύτερη λύση ήταν να μείνω στην Αθήνα και να προσπαθήσω να βρω μια δουλειά. Τότε άρχισαν τα ψυχολογικά προβλήματα, με αποτέλεσμα, από τη στεναχώρια μου να γίνω φίλη με το ψυγείο μου και να πάρω σε λίγους μόνο μήνες δώδεκα κιλά! Με πολύ κόπο, έπεισα τη μητέρα μου να πιάσω δουλειά ως baby sitter, γιατί εκείνη προτιμούσε να σπουδάσω και σιγά-σιγά, άρχισα να προσαρμόζομαι σε ένα εντελώς καινούριο περιβάλλον σε σχέση με αυτό στο οποίο ήδη ζούσα.»