Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Χρήστος Θηβαίος & Οδυσσέας Ιωάννου «9:05» | φωτορεπορτάζ
Πρωταγωνιστής ο Οδυσσέας Ιωάννου με τον ρόλο του αφηγητή και την αποστολή να “προχωρήσει” την παράσταση και να δώσει αφορμή στους μουσικούς να μας ξεναγήσουν παράλληλα στους ομορφότερους “σταθμούς” του ελληνικού τραγουδιου και της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Σε κάθε σταθμό μας περίμεναν ποιητές και μουσικοί τα έργα των οποίων απλά έκαναν τις δύσκολες στιγμές των ιστορικών συγκυριών λίγο ομορφότερες: η μουσική των Χατζηδάκι, Θεωδοράκη, Παπαθανασίου μπλεκόταν με την ποίηση του Ρίτσου, του Καβάφη, του Καρυωτάκη και φυσικά με τα τραγούδια των ίδιων των μουσικών.
Τα όρια μεταξύ θεάτρου και συναυλίας: ασαφή. Το σκηνικό θύμιζε σταθμό, γεμάτο μπαγκάζια, ένα ρολόι τοίχου καρφωμένο στις 9:05 και ένα video wall από το οποίο χαζεύαμε το νοερό ταξίδι που ξεκίναγε μέσα από τις αφηγήσεις της μουσικής. Στάσεις μας ο Μάης του ’68, η εισβολή στην Κύπρο, το ’81, οι σεισμοί του ’99, το Euro του ’04 και η κρίση των τελευταίων ετών. Ο αφηγητής, ένα πρόσωπο που τα είχε ζήσει όλα αυτά και τα κοιτάει πότε με νοσταλγία, πότε πίκρα και πάντα με ένα έντονο αίσθημα χαμένης αθωότητας.
Το στήσιμο των μουσικών άψογα δομημένο και από άποψη ήχου (όλα τα όργανα ακούγοντας χωρίς το σύνηθες “λάθος” του να καπελόνται από τους τραγουσηστές) και από άποψη απόδοσης (όλοι είχαν στιγμές στο προσκήνιο). Μπροστάρης της όλης προσπάθειας ο Βασίλης Παπακωσταντίνου, ο οποίος ήταν εξαιρετικός καθ΄όλη τη διάρκεια της παράστασης χαρίζοντας κάποιες πραγματικά ανατριχιαστικές ερμηνείες. Σε δεύτερο ρόλο ο Χρήστος Θηβαίος ο οποίος έπαιξε και λίγο “Άμλετ” για να μας αποχαιρετήσει, βάζοντας αρκετές χιουμοριστικές πινελιές στο τελικό αποτέλεσμα.
Από τα βασικότερα ατού της παράστασης ήταν το πάντρεμα του “θεάματος” με το πιο παρεϊστικο κλίμα μουσικών που αντάλλασαν χωρατά ενώ δεν ξέφευγαν από το πλαίσιο του σεναρίου. Σε αρκετά σημεία προκαλούσαν το κοινό να τραγουδήσει.
Η διάρκεια της παράστασης έφτανε τις 2 ώρες, με την μερίδα του λέωντος να ανήκει στο μουσικό κομμάτι. Είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που μας έχουν συνηθίσει οι δυο μουσικοί, όμως είναι ικανό να υπερνικήσει τον όποιον σκεπτικισμό που προκαλούν ανάλογες προσπάθειες και η επίγευσή του αφήνει κάτι παραπάνω από ένα απλά ευχάριστο δύωρο.
φωτορεπορτάζ: Γιώργος Κορέλης