Βιογραφία | Glenn Miller
Ήταν ένας από τους best-seller καλλιτέχνες κατά το 1939 – 1943, σε μια από τις πιο γνωστές μεγάλες και γνωστές μπάντες της εποχής. Αξιοσημείωτες ηχογραφήσεις του Miller περιλαμβάνουν τα τραγούδια “In the Mood”, “Moonlight Serenade”, “Pennsylvania 6-5000”, “Chattanooga Choo Choo”, “A String of Pearls”, “At Last”, “(I’ve Got a Gal In) Kalamazoo”, “American Patrol “,” Tuxedo Junction”, και “Little Brown Jug”.
Ενώ ταξίδευε για να διασκεδάσει τα αμερικανικά στρατεύματα στη Γαλλία κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, ο Glenn Miller εξαφανίστηκε εξαιτίας κακών καιρικών συνθηκών πάνω από τη Μάγχη.
Ο Miller γεννήθηκε σε ένα αγρόκτημα στη Clarinda, της Αϊόβα. Ο πατέρας του ήταν ο Elmer Lewis Miller και η μητέρα του η Mattie Lou (née Cavender). Πήγε στο σχολείο North Platte στη δυτική Νεμπράσκα. Το 1915, η οικογένεια του μετακόμισε στο Grant City, στο Μιζούρι. Εκείνη τη περίοδο, ο Miller είχε μαζέψει αρκετά χρήματα από το άρμεγμα αγελάδων με σκοπό να αγοράσει το πρώτο του τρομπόνι και ξεκίνησε έτσι να παίζει στην ορχήστρα της πόλης. Αρχικά, ο Miller ήξερε να παίζει κορνέτο και μαντολίνο και στη συνέχεια έμαθε να παίζει τρομπόνι το 1916.
Το 1918, η οικογένεια μετακόμισε και πάλι, αυτή τη φορά στο Fort Morgan, στο Κολοράντο, όπου εκεί πήγε γυμνάσιο. Το φθινόπωρο του 1919, έγινε μέλος της σχολικής ομάδας ποδοσφαίρου, Maroons, η οποία κέρδισε στον τοπικό αγώνα του 1920. Ονομάστηκαν Best Left End του Κολοράντο. Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, ο Miller άρχισε να αναπτύσσει ένα ενδιαφέρον για ένα νέο στυλ μουσικής που ονομάζεται “dance band music”. Είχε ενθουσιαστεί τόσο πολύ που δημιούργησε τη δική του μπάντα με μερικούς συμμαθητές του. Μέχρι τη στιγμή που ο Miller αποφοίτησε από το γυμνάσιο το 1921, είχε αποφασίσει ότι ήθελε να γίνει επαγγελματίας μουσικός.
Το 1923, ξεκίνησε σπουδές στο πανεπιστήμο University of Colorado στο Boulder, όπου έγινε μέλος των Sigma Nu Fraternity, αν και ξόδευε τον περισσότερο χρόνο του μακριά από το σχολείο, πηγαίνοντας σε διάφορες ακροάσεις μουσικών και παίζοντας σε όποια συγκροτήματα έβρισκε. Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν οι Boyd Senter στο Denver. Παράτησε το σχολείο, αφού απέτυχε στα τρία από τα πέντε μαθήματα που παρακολουθούσε και αποφάσισε να συγκεντρωθεί και να ακολουθήσει την καριέρα επαγγελματία μουσικού.
Μελέτησε την μέθοδο του Schillinger μαζί με τον Joseph Schillinger, υπό την βοήθεια του οποίου συνέθεσε το τραγούδι που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιτυχία του, με τίτλο “Moonlight Serenade”.
Το 1926, ο Miller περιόδευσε με διάφορα γκρουπς, ενώ τελικά ενώθηκε με το συγκρότημα του Ben Pollack στο Λος Άντζελες. Αρχικά, ήταν ο κύριος σολίστ τρομπονιού του συγκροτήματος. Εντούτοις, όταν ο Jack Teagarden μπήκε στο συγκρότημα του Pollack το 1928, ο Miller συνηδητοποίησε πως η σόλο καριέρα του είχε επηρεαστεί, και πήρε απόφαση να ασχοληθεί με την σύνθεση μουσικής. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του με τους Pollack, ο Miller έγγραψε πολλά μουσικά κομμάτια μόνος του. Ακόμα, έγγραψε την πρώτη σύνθεσή του σε συνεργασία με τον Benny Goodman, με τίτλο “Room 1411”.
http://www.youtube.com/watch?v=clSX9iVQeqw
Το 1928, όταν το συγκρότημα έφτασε στη Νέα Υόρκη, παντρεύτηκε την Helen Burger. Το 1930 έγινε μέλος των Nichols, και με δική τους απόφαση ο Miller έπαιξε μαζί τους σε δυο Broadway shows.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1920 και αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Miller δούλευε ως τρομπονίστας σε διάφορα συγκροτήματα. Στις 21 Μαρτίου του 1928, ο Miller έπαιζε μαζί με τον Tommy Dorsey, Benny Goodman, και Joe Venuti για την ορχήστρα All-Star Orchestra, υπό την διεύθυνση του Nat Shilkret. Αυτή την περίοδο, ο Miller έπαιζε επίσης τρομπόνι με τους Dorsey Brothers Okeh, στα τραγούδια “The Spell of The Blues”, “Let’s Do It” και “My Kinda Love”, με φωνητικά του Bing Crosby.
Στις 14 Νοεμβρίου 1929, ο τραγουδιστής Red McKenzie προσέλαβε τον Glenn να συμμετέχει σσε δυο δίσκους του, που σήμερα θεωρούνται ως κλασσικοί τζαζ, με τίτλο “Hello, Lola” και “If I Could Be With You One Hour Tonight”.
Ο Miller επίσης δούλεψε και ως τρομπονίστας και στην ενορχήστρωση των The Dorsey Brothers. Συνέθεσε το τραγούδι “Annie’s Cousin Fanny” και “Dese Dem Dose” για το συγκρότημα αυτό το 1934 και 1935.
Το 1935, δημιούργησε την αμερικάνικη ορχήστρα για τον Βρετανό Ray Noble, η οποία αποτέλεσε τη βάση της δικής του, που δημιούργησε λίγο καιρό αργότερα. Μέλη του συγκροτήματος Noble συμπεριελάμβαναν μελλοντικούς bandleaders, όπως ο Claude Thornhill, Bud Freeman και Charlie Spivak.
Ο Glenn Miller εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε ταινία το 1935, μια παραγωγή της Paramount Pictures, με τίτλο The Big Broadcast, ως μέλος του Ray Noble Orchestra εκτελώντας το τραγούδι “Why Stars Come Out at Night”.
Ο Glenn Miller συγκρότησε τη δική του μπάντα το 1937, η οποία απέτυχε να ξεχωρίσει ανάμεσα στις τόσες άλλες που υπήρχαν του ίδιου είδους και έτσι διαλύθηκε, μετά το τελευταίο τους show στο Ritz Ballroom του Bridgeport, στο Connecticut στις 2 Γενάρη 1938.
Αποθαρρυμένος ο Miller επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Συνηδητοποίησε πως έπρεπε να δημιουργήσει κάτι ξεχωριστό, έναν μοναδικό ήχο. Έτσι δημιούργησε ένα μοναδικό συνδυασμό κλαρινέτου και σαξόφωνου και κατάφερε να ξεχωρίσει χάρη στον συνδυασμό.
Τον Σεπτέμβρη του 1938, το συγκρότημα του Miller ξεκίνησε τις ηχογραφήσεις με την RCA Victor, και τη θυγατρική της Bluebird Records. Ο Cy Shribman, ένας επιχειρηματίας, αποφάσισε να επενδύσει στο συγκρότημα. Την άνοιξη του 1939, το συγκρότημα εμφανίστηκε στο Meadowbrook Ballroom στο Cedar Grove, του New Jersey, και στο Glen Island Casino στο New Rochelle, της Νέας Υόρκης, με μεγάλη επιτυχία. Έτσι το συγκρότημα απέκτησε ξαφνικά μια τεράστια φήμη.
Το 1939, με την ηχογράφηση του δίσκου “Tuxedo Junction” κατάφεραν να πουλήσουν 115,000 αντίτυπα μέσα σε μια βδομάδα. Η τεράστια επιτυχία του Miller κορυφώθηκε με την εμφάνιση του συγκροτήματος στο Carnegie Hall στις 6 Οκτώβρη, με τον Paul Whiteman, Benny Goodman, και Fred Waring.
Στις 10 Φεβρουαρίου του 1942, η RCA Victor παρουσίασε τον Miller με τον πρώτο του χρυσό δίσκο, με τίτλο “Chattanooga Choo-Choo”.
Το 1942, ο Miller αποφάσισε να ενταχθεί στον στρατό, αλλά ήταν ήδη σε μεγάλη ηλικία, 38 ετών, και έτσι πήγε ως εθελοντής στο Ναυτικό, αλλά απορρίφθηκε διότι του απάντησαν πως δεν χρειαζόντουσαν τις υπηρεσίες του.
Έτσι αποφάσισε να γράψει στον Γενικό Ταξίαρχο του στρατού, Charles Young και τον έπεισε να να τον δεχτούν στον στρατό των ΗΠΑ, ώστε να μπορέσει, όπως ανέφερε και ο ίδιος, “να γίνει μέλος μιας εκσυγχρονισμένης μπάντας του στρατού”. Λίγο πριν γίνει αποδεχτός, έπαιξε για τελευταία φορά με το συγκρότημά του στο Passaic, του New Jersey, στις 27 Σεπτεμβρίου του1942.
Η πατριωτική του διάθεση να διασκεδάσει τις Συμμαχικές δυνάμεις του στρατού με τον συνδυασμό της δεξιοτεχνίας του και τον χορευτκό ρυθμό της μουσικής του, τον προώθησαν σε καπετάνιο και ύστερα σε Αρχιστράτηγο τον Αύγουστο του 1944.
Ο Miller σχημάτισε αρχικά μια μεγάλη μπάντα που έμελλε να είναι ο πυρήνας ενός δικτύου υπηρεσιών για άλλες ορχήστρες. Οι προσπάθειές του με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της στρατιωτικής μουσικής ήρθαν σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς του χώρου.
Στα έργα του αυτή την περίοδο ήταν το “St. Louis Blues March”, ένας συνδυασμός μπλουζ και τζαζ με την παραδοσιακή στρατιωτική μουσκή.
http://www.youtube.com/watch?v=hpQytAWi8HI
Είχε ακόμα δημιουργήσει και μια εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή, με τίτλο “I Sustain the Wings”, για την οποία συν-έγραψε το ομότιτλο τραγούδι, που έγινε πολύ δημοφιλή. Αυτό τον οδήγησε στη δημιουργια μιας μπάντας, της Army Air Force, η οποία το καλοκαίρι του 1944, έδωσε 800 παραστάσεις στην Αγγλία.
Εκεί ηχογράφησε μα σειρά από δίσκους για την δισκογραφική EMI, η οποά ανήκε στα Abbey Road Studios. Οι ηχογραφήσεις του συγκροτήματός του Army Air Force το 1944 ατο Abbey Road αποτελούσαν εκπομπές προπαγάνδας για το Γραφείο Πληροφοριών Πολέμου. Πολλά τραγούδια είναι στα Γερμανικά, από τον τραγουδιστή Johnny Desmond, ενώ ο Glenn Miller μιλάει επίσης στα Γερμανικά για την πολεμική προσπάθεια.
Πριν την εξαφάνισή του, η μουσική του χρησιμοποιούνταν για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως και οι ηχογραφήσεις του με την Αμερικάνα τραγουδίστρια Dinah Shore. Στις 15 Δεκεμβρόυ του 1944, ενώ πετούσε από τη Μεγάλη Βρετανία με προορισμό το Παρίσι για να πραγματοποιήσει μια εμφάνιση στους στρατιώτες εκεί, το αεροπλάνο του εξαφανίστηκε από τα ραντάρ και ποτέ δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του. Υπάρχουν πολλές θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί γύρω από την εξαφάνισή του.
Η Εθνική Ακαδημία των ηχογραφήσεων Τεχνών και Επιστημών (στα Grammys), τίμησαν τον Glenn Miller με το να συμπεριλάβουν τρεις δίσκους του στο Hall of Fame: το “In The Mood”, το “Moonlight Serenade”, και το “Chattanooga Choo Choo”. Το 2003, του απονεμήθηκε Miller το βραβείο “Grammy Lifetime Achievement Award”.
Πολλοί από τους μουσικούς που ανήκαν στο συγκρότημα του Miller συνέχισαν τις περιοδείες και τη σταδιοδρομά τους στο Χόλιγουντ και τη Νέα Υόρκη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτοί ήταν:
George Siravo, 1916–2000
Billy May, 1916–2004
Cornetist Bobby Hackett,1915–1976
Johnny Desmond, 1919–1985
Kay Starr, b. 1922
Artie Malvin, 1922–2006
Paul Tanner, b. 1917
Μερικά μέλη της μπάντας του Army Air Force ακολούθησαν επίσης μια μεγάλη καριέρα στον χώρο της κλασσικής μουσικής και μοντέρνας τζαζ. Αυτοί ήταν οι:
Norman Leyden b. 1917
Mel Powell, 1923–1998,
Addison Collins, Jr. 1949–50
Δισκογραφία:
Δείτε αναλυτικά την δισκογραφία του εδώ.
Πηγή:
http://en.wikipedia.org
http://www.whosdatedwho.com
Συντονισμός- Επιμέλεια: Ελένη Κεφαλληνού