Βιογραφία | Joe Strummer, ο τραγουδιστής των Clash
Ήταν γιος του βρετανού διπλωμάτη Ronald Mellor που επίσης υπηρέτησε σε Κύπρο, Κάιρο, Μεξικό, Τεχεράνη, Γερμανία, Μαλάουι. To κανονικό του όνομα ήταν John Graham Mellor αλλά πριν καταλήξει σ’ αυτό που τον έκανε διάσημο, χρησιμοποίησε για λίγο και το Woody Mellor προς τιμήν του Woody Guthrie (αμερικανού φολκ τραγουδιστή διαμαρτυρίας).
Η πρώτη του μπάντα ήταν οι The Vultures το 1973. H δεύτερη μπάντα όπου έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε ήταν οι 101ers. Ονομάστηκαν έτσι απ’ το χώρο που είχαν καταλάβει στο 101 της Walterton Road, το 1974.
To 1976 o κιθαρίστας Mick Jones απ ‘το Brixton (γνωστότερο γκρουπ του οι London SS) με τον Paul Simonon, θαυμαστή της reggae και του Jackson Pollock που αποφάσισε να γίνει μπασίστας, έψαχναν για τραγουδιστή και έπεισαν τον Joe Strummer να γίνει ιδρυτικό μέλος των The Clash. Ο Terry Chimes έγινε ο πρώτος ντράμερ που όμως αργότερα αντικαταστάθηκε από τον Topper Headon. Το όνομα εμπνεύστηκε ο Paul Simonon από τη συχνή αναφορά της λέξης στις εφημερίδες. Manager τους ο Bernie Rhodes.
Τα τραγούδια τους “White riot” και “Clash city rockers” έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Η διαφήμιση του πανκ τότε ήταν “η νέα μόδα με τις παραμάνες, τις αλυσίδες, τα σχισμένα ρούχα και τα βαμμένα μαλλιά που σαρώνει την Αγγλία”.
http://www.youtube.com/watch?v=Sa2VtNRtu04
Το “The Clash” κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1977. Ηχογραφήθηκε σε τρία σαββατοκύριακα με παραγωγό τον Mickey Foote. Το ντουέτο Strummer-Jones έγραψε τα τραγούδια και η διασκευή που ξεχώρισε ήταν το reggae “Police and thieves” των Lee Perry – Junior Murvin. Κανείς άλλος δε μπόλιασε τόση reggae στον κορμό του πανκ.
Οι Clash έγιναν αμέσως αγαπητοί από τους πιτσιρικάδες και ο Strummer νο #2 περσόνα του βρετανικού πανκ, γιατί είχαν όλα τα απαραίτητα συστατικά στον ήχο τους: Νευρικούς, γρήγορους ρυθμούς, καλό παίξιμο (αφού οι Jones – Strummer είχαν 3-4 χρόνια πείρα στις κιθάρες), φωνή που τραγουδούσε μελωδικά και με παράπονο, τρίλεπτα, ουσιαστικά τραγούδια. Συν το στυλ.
Οι Clash έγιναν αμέσως αγαπητοί από τους μεγαλύτερους και τους μουσικογραφιάδες γιατί τραγουδούσαν πιο ουσιαστικά πράγματα από το no future, cash from chaos κλπ που ήταν η μοναδική δίαιτα των περισσότερων γκρουπ της εποχής. Κι ο Strummer μπορούσε να λέει στις συνεντεύξεις πράγματα όπως “ήμασταν μουσικο-τζάνκια πρώτα και κύρια. Αγαπούσαμε τον Chuck Berry, τον Slim Harpo. Δεν είχαμε ακούσει ποτέ για τον Friedrich Engels, αν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Η πολιτική ήταν εκεί στο δρόμο, μπροστά μας. Δεν είχα τίποτα για να ζήσω. Μη με ρωτάς πως προέκυψε η πολιτική για μένα. Έχω πλύνει πολλά πιάτα. Έχω σκάψει τάφους. Έχω καθαρίσει τουαλέτες. Δεν κάνω πλάκα. Τίποτα απ’αυτά δεν είναι υπερβολή. Έπλυνα πιάτα, έφτιαξα ομελέτες, έσκαψα τάφους, καθάρισα τουαλέτες, κούρεψα γρασίδια. Έκανα αυτά που οι νέοι κάνουν. Δεν είχα τίποτα πίσω μου”.
Η CBS καθυστέρησε δυο χρόνια για να κυκλοφορήσει το “The Clash” στην Αμερική επειδή δεν το έβρισκε αρκετά εμπορικό τίτλο για την αγορά της. Το κυκλοφόρησε το 1979 με αλλαγές στο tracklist. Αφαίρεσε τα “Deny”, “Cheat”, “Protex blue” και πρόσθεσε τα “Clash city rockers”, “Complete control”, “White man in Hammersmith Palais”, “I Fought the Law”, “Jail Guitar Doors”. Στο μεσοδιάστημα είχαν πουληθεί εκεί 100 χιλιάδες κόπιες εισαγωγής. Μόλις το 1991 έφτασε τις πωλήσεις του χρυσού δίσκου.
Οι βαρετές δουλειές που σου προσφέρονται και που πρέπει να πεις κι ευχαριστώ είναι ο κορμός του “Career oportunities”, o αταίριαστος που δε χωράει πουθενά σκιαγραφείται στο “What’s my name”, το “London’s burning” από βαρεμάρα, το σαράκι του Strummer για την άδικη μοιρασιά του πλούτου ποτίζει τα περισσότερα κομμάτια. Το “White man in Hammersmith Palais” ήταν για το μαγαζί που έπαιζαν reggae μπάντες κι ο Joe ήταν τακτικός θαμώνας. Πρόπερσι που το μαγαζί έγινε disco, του πρόσφεραν την ταμπέλα, τιμής ένεκεν, για ενθύμιο. Σ’αυτό δε χαρίζεται ούτε στους δικούς του «πελάτες»: “Punk rockers in the UK, they won’t notice anyway, they’re all too busy fighting, for a good place under the lighting”. Το “I’ m so bored with the U.S.A” αφορά περισσότερο την εξουσία στην Αμερική. Σε συνέντευξη πάντως είχε δηλώσει πως βρίσκει την Αμερική δημοκρατικότερη απ’ τη χώρα του.
H Βρετανία και η μεταπάνκ γενιά απέκτησε τον δικό της Bob Dylan.
Στο “Give ’em enough rope” του 1979 δεν άλλαξαν πολλά στο συνθετικό μέρος. Γι’ αυτό και το αποτέλεσμα δεν είναι εξίσου συναρπαστικό με το προλαλήσαν. Ένα παραδοσιακό, ένα κομμάτι με τον Jones στην πρώτη φωνή, το “Tommy Gun”, το “Safe European home” και η πλούσια παραγωγή του Sandy Pearlman είναι τα άξια προσοχής…
http://www.youtube.com/watch?v=MbF8GHYdjik
Ευτυχώς εκεί οι Clash κατάλαβαν ότι δεν έχει νόημα να παραμένουν προσκολλημένοι στο πανκ. “Yeah, the fans killed it. They wanted it to stay the same, and that ended our interest in it. Now they got what they deserved: a lot of rubbish, basically”.
Μετά από τουρ με τον ήρωα του Strummer Bo Diddley, το Δεκέμβριο του 1979 κυκλοφόρησε το αριστούργημά τους “London calling”. 19 τραγούδια απ’ το εκπληκτικό ομώνυμο μέχρι το “Train in vain” που για κάποιο άγνωστο λόγο δεν αναφερόταν στους τίτλους του βινυλίου, όλα άνω του καλού και διαφορετικά μεταξύ τους. Ποπ και ska τα όρια, με όλα τα ενδιάμεσα να παρελαύνουν με πολύ ευχάριστο, διασκεδαστικό, εύφορο τρόπο. Τα θέματα κι αυτά ανεξάντλητα. Υπερκατανάλωση, ναρκωτικά, ξεπούλημα, αγώνας, ρατσισμός, ιστορίες παρανόμων, ακόμα κι ένα τραγούδι για τον Montgomery Clift. Το εξώφυλλο παραλλαγή εξωφύλλου του Elvis με φωτογραφία του Simonon να σπάει το μπάσο του στη σκηνή. O Jon Savage τους κατηγορεί πως με την έλευση της Thatcher την έκαναν για Αμερική αλλάζοντας τον ήχο τους. Τους προτιμούσε δηλαδή Bad Religion – τα ίδια και τα ίδια σε δέκα δίσκους; Ο μόνος δίσκος τους, λέει, που ακούει με ευχαρίστηση είναι το “Cut the crap”. Δε θα κάνω λογοπαίγνιο-απάντηση με τον τίτλο.
Οι Clash κυκλοφόρησαν, με ένα πρόχειρο μέτρημα, 131 κομμάτια. Πολύ μεγάλος αριθμός αν το συγκρίνεις με τους Sex Pistols. Από αυτά, τα 55 μέσα στη διετία 79-80.
Τριάντα έξι τραγούδια περιείχε το τριπλό lp “Sandinista” (Δεκέμβριος 1980) που η εταιρεία συμφώνησε να πωλείται σε τιμή διπλού. Ηχογραφήθηκε, κρατηθείτε, σε τρεις βδομάδες. Εδώ ο Strummer πιο πολιτικός, αντιπολεμικός, συγκινητικός από κάθε άλλη φορά.
“Χόρεψα μ ‘ένα κορίτσι στο ρυθμό ενός βάλς που γράφτηκε για να χορευτεί στο πεδίο της μάχης. Χόρεψα στο σκοπό της φωνής ενός κοριτσιού, μιας φωνής που έλεγε ‘αντιστεκόμαστε μέχρι να πέσουμε, αντιστεκόμαστε μέχρι να πέσουν όλα τ’ αγόρια’. Καθώς χορεύαμε ήρθε η είδηση πως χάσαμε τον πόλεμο”.
“Όπως κάθε κελί στη Χιλή θα σου πει, οι κραυγές των βασανισμένων, θυμήσου τον Allende, και τις μέρες πριν, πριν έρθει ο στρατός, σε παρακαλώ θυμήσου τον Victor Jara στο Santiago Stadium… και τον Κόλπο των χοίρων το 1961, η Αβάνα που πολέμησε τον playboy στον κουβανέζικο ήλιο, για τον Κάστρο υπάρχει μόνο ένα χρώμα, είναι πιο κόκκινο απ ‘τα ο κόκκινο, οι σφαίρες της Washington θέλουν τον Κάστρο νεκρό… Κι αν βρεις Αφγανό αντάρτη που οι σφαίρες της Μόσχας δεν πέτυχαν, ρώτα τον αν σκοπεύει να ψηφίσει κομμουνιστές… Ρώτα τον Δαλάι Λάμα στους λόφους του Θιβέτ, πόσους μοναχούς οι κινέζοι πέτυχαν…”
O Strummer τραγουδούσε αυτά για τα οποία οι Godspeed you black! Emperor γράφουν στα εξώφυλλα των δίσκων τους.
http://www.youtube.com/watch?v=OrAtURpuDQo
What keeps you guys honest? Strummer: The horror of becoming the new Rolling Stones.
Το 1983 απομακρύνθηκε ο Topper Headon και στη θέση του ήρθε ξανά ο Terry Chimes. Αιτία, η υπερβολή χρήση ναρκωτικών. Κι ο Strummer δεν άντεξε να έχει ένα junkie στο γκρουπ τη στιγμή που έγραφε τραγούδια που καυτηρίαζαν το θέμα.
Strummer: “Tώρα οι περισσότεροι φίλοι μου στο Λονδίνο είναι στους Narcotics Anonymous. Δεν μπορούν να πιουν ούτε ένα ποτήρι κρασί. Μόνο τσιγάρα και καφέ. Είναι παντοτινό. Ποτέ δε μ’ άρεσε η ηρωίνη. Ποτέ δεν πήρα. Θα πρέπει να κάπνισα μια φορά στην Ολλανδία. Θυμάμαι ακόμα τον τύπο που έλεγε “Zis next joint has the heroin in it.” Θα πρέπει να τράβηξα μια ρουφηξιά. Κι αυτή ήταν η μοναδική φορά που πλησίασα την
ηρωίνη”.
Το “Combat rock” του 1982 ήταν θαυμάσιος δίσκος. Τα “Rock the Casbah”, “Should I stay or should I go” είναι γνωστές σε όλους επιτυχίες. Τα “Know your rights”, “Straight to hell”, “Sean Flynn”, “Ghetto defendant” είναι εξαιρετικά. Το “Overpowered by funk” είχε γράψει τότε κάποιος, θα είναι το graffiti στους τοίχους του 2000. Δεν ήταν. Κι εγώ δεν έκανα το 1999 την ταινία που υποσχέθηκα στον εαυτό μου το 1985.
http://www.youtube.com/watch?v=jas0vAzFP20
Με το “Combat rock” πέρασαν στο επίπεδο του κλασικού. Μέσα σε μια πενταετία έγιναν γκρουπ υπεράνω κριτικής. Το να πεις ότι σου αρέσουν ήταν συνώνυμο της κοινοτυπίας.
Οι διασκευές των Clash δεν περιλάμβαναν τα γνωστά standards. Αντ’αυτών: Police & Thieves (Junior Murvin), I Fought The Law (Bobby Fuller Four), Police On My Back (The Equals), Armagideon Time (Willie Williams), Brand New Cadillac (Vince Taylor & His Playboys), Look Here (Mose Allison), Junco Partner (Professor Longhair), Pressure Drop (The Maytals) κλπ.
Το 1983 ο Strummer έδιωξε απ’ το γκρουπ τον Mick Jones. “Έγινε αδιάφορος. Δεν ήθελε να μπει στο studio ή να πάει για tour. Ήθελε μόνο διακοπές. Δεν ήταν μαζί μας πια” είχε πει τότε. Πολύ νωρίς το μετάνιωσε. “Τον αδίκησα. Τον μαχαίρωσα πισώπλατα”. Και συνεργάστηκε μαζί του στις συνθέσεις και την παραγωγή του “No. 10 Upping Street”, του δεύτερου δίσκου των Big Audio Dynamite – του γκρουπ που εκείνος είχε φτιάξει φεύγοντας.
Με άλλους μουσικούς ο Strummer προσπάθησε να κρατήσει το γκρουπ ζωντανό και να αποδείξει πως αυτός ήταν οι Clash. Ηχογράφησε το 1985 το “Cut the crap” που ήταν απαράδεκτο. Έπαιξε με τους νέους συνεργάτες του στο live in Athens όπου δεν ήταν άσχημος. Το χειμώνα της ίδιας χρονιάς οι Clash διαλύθηκαν και δεν ξαναφτιάχτηκαν ποτέ παρόλα τα πακέτα που συχνά τους προσφέρονταν για μια τουρ. Πολλοί πίστευαν πως θα έπαιζαν για την τιμή των όπλων στην τελετή εισόδου τους στο Rocknroll hall of fame” την Άνοιξη.
Μια μεγάλη ανακάλυψη στη ζωή του ήταν το μεγαλείο της πατρότητας. Ακούστε ενθουσιασμό: “Θα σου πω κάτι. Όταν δεις τον εαυτό σου να γίνεται μέρος του κύκλου των γενεών, χάνεις το ego σου προοδευτικά γιατί δεν είσαι τίποτα ιδιαίτερο. Είσαι απλά άλλο ένα μηδενικό των γενεών. Όταν αφιερώνεις όλο το ενδιαφέρον σου σε ένα άλλο πρόσωπο, χάνεις την εμμονή με τον εαυτό σου και τότε καταλαβαίνεις τι είναι αυτό. Δεν γνωρίζεις τίποτα χωρίς αυτή τη στιγμή. Δε θέλεις τίποτα να βλάψει αυτό το ανυπεράσπιστο πλάσμα. Αυτή είναι φανταστική αλλαγή. Τότε καταλαβαίνεις τι συμβαίνει. Δεν είχα καταλάβει τίποτα μέχρι που το πρώτο μου μωρό με κοίταξε. Τώρα καταλαβαίνω”.
Η μετά Clash δεκαπενταετία του δεν ήταν τόσο δημιουργική. Έγραψε δυο κομμάτια για το φιλμ “Sid and Nancy”, το soundtrack του “Walker” και άλλα, έβγαλε το μοναδικό του σόλο “Earthquake weather”, αντικατέστησε για ένα χρόνο τον Shane MacGowan στους Pogues, έπαιξε στις ταινίες “Straight to Hell” και “Mystery train” και έφτιαξε τελικά νέο γκρουπ, τους Mescaleros, με τους οποίους κυκλοφόρησε δύο δίσκους: Το “Rock Art and the X-Ray Style” το 1999 και το “Global a Go-Go” το 2001.
Στις 15 Νοεμβρίου 2002 έπαιξε για πρώτη και τελευταία φορά μετά από 20 χρόνια με τον Mick Jones σε συναυλία για τους βρετανούς πυροσβέστες και ετοίμαζε τραγούδι με τον Bono και τον Dave Stewart για το AIDS Awareness in Africa του Nelson Mandela. Τίτλος “48864” που ήταν το νούμερο του τελευταίου στη φυλακή.
“Η μουσική πάει κατευθείαν στο μυαλό και την καρδιά του ατόμου. Πιο άμεσα και με περισσότερες διαστάσεις από το γραπτό λόγο. Κι αν αυτό δεν μπορεί να αλλάξει κάποιον, τότε δεν ξέρω τι μπορεί. Η μουσική μπορεί να σε χτυπήσει δυνατά σαν ρόπαλο του baseball. Αλλά δεν είναι υπόθεση μιας νύχτας. Δεν μπορείς να αναμένεις γρήγορη αλλαγή. Υποθέτω πως είναι μια οργανική εξέλιξη”.
Ο Joe Strummer ευτυχώς δεν πέθανε πάνω στις μεγάλες του δόξες όπως ο Cobain ή πριν ολοκληρώσει το έργο του όπως ο Ian Curtis. Έτσι η εικόνα του και η προσφορά του δεν κινδυνεύουν να παραμορφωθούν από τα media, τους fans ή τους ανεκπλήρωτους πόθους μας.
Δισκογραφία:
Δείτε την εδώ.
Πηγή:
www.mic.gr
Επιμέλεια-προσαρμογή: Σοφία Παφτούνου